Εἶναι μιά φαινομενικά ἁπλοϊκή ἱστορία· ἕνα παραμύθι· ἔχει ὅμως ἕνα βαθύ καί μεγάλο δίδαγμα.
* * *
Ἦταν μιά φορά σ' ἕνα δάσος τρία δένδρα. Τό καθένα ἀπό αὐτά, εἶχε γιά τόν ἑαυτό του ἕνα ὁραματισμό· μιά προοπτική.
Τό πρῶτο ἐπιθυμοῦσε νά ἀξιωθῆ νά γίνει κάποια στιγμή ἕνα πολύτιμο μπαοῦλο· ξυλόγλυπτο· ὄμορφα σκαλισμένο, πού μέσα του θά φυλάσσεται ἕνας πολύτιμος θησαυρός. Αὐτό ἦταν τό ὅραμα του καί ἡ προοπτική του.
Τό δεύτερο δένδρο ἤθελε νά ἀξιωνόταν νά γίνει στά χέρια ἑνός καλοῦ ναυπηγοῦ ἕνα μεγάλο καράβι· γερό σκαρί· ὄμορφο· μεγαλόπρεπο· πού θά μετέφερε βασιλιάδες καί ἐπίσημα πρόσωπα: πού θά ἔκανε ταξίδια ὑψηλῶν προσώπων.
Τό τρίτο δένδρο ἔλεγε ὅτι τό μόνο, πού θά ἤθελε ἦταν νά εἶχε γίνει τό πιό ψηλό καί πιό δυνατό δένδρο τοῦ δάσους· ἔτσι ὥστε οἱ ἄνθρωποι, πού θά βλέπουν τό ὕψος του στήν κορυφή τοῦ λόφου, νά σκέπτωνται τόν Οὐρανό καί τό Θεό.
Ὅμως πέρασαν τά χρόνια. Καί τά πράγματα ἐξελίχθηκαν κάπως ἀλλιῶς. Πῆγαν ὑλοτόμοι. Καί ἔκοψαν τό πρῶτο δένδρο. Καί ἐνῶ ἐσχεδίαζε καί ποθοῦσε νά γίνει ὄμορφο ξυλόγλυπτο μπαοῦλο γιά θησαυρούς, ὁ ξυλουργός τό ἔκαμε δοχεῖο γιά τήν τροφή τῶν ζώων· παχνί γιά τά ἄχυρα τῶν ζώων.
Τό δεύτερο δένδρο, πού ἤθελε νά γίνει ὡραῖο καράβι, γιά νά μεταφέρη βασιλιάδες, ἔγινε ἕνα μικρό ψαροκάϊκο, πού τὄχαν φτωχοί ψαράδες νά ψαρεύουν.
Τό τρίτο δένδρο, πού ἤθελε νά μείνει τό ψηλότερο τοῦ δάσους τὄκοψε κάποιος ξυλοκόπος καί τό ἔβαλε στήν ἀποθήκη του.
Περνοῦσαν χρόνια. Καί τά δένδρα ἀπογοητευμένα ἀπό τήν ἐξέλιξη τῶν πραγμάτων, ξέχασαν ἀκόμη καί τά ὄνειρά τους.
* * *
Ὅμως κάποια μέρα ἕνας ἄνδρας καί μιά γυναίκα ἦλθαν στόν σταῦλο, πού ἦταν ἐκεῖνο τό ξύλινο παχνί μέ τά ἄχυρα καί ἐκεῖ ἡ γυναίκα γέννησε ἕνα ἀγοράκι· καί τό τοποθέτησαν στό παχνί πού εἶχε φτιαχτεῖ ἀπό τό πρῶτο δένδρο. Ἦταν ὁ Ἰωσήφ καί ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος. Καί ἀπόθεσαν σ' ἐκεῖνο τό ξύλινο παχνί ὄχι ἁπλῶς διαμάντια καί χρυσάφια, ἀλλά τόν ἴδιο τόν Θεό, πού εἶχε γίνει ἄνθρωπος γιά μᾶς· Ἔτσι ἀξιώθηκε αὐτό τό παχνί, ἡ φάτνη, νά δεχτῆ μέσα της τό θησαυρό τῶν θησαυρῶν· τόν ἴδιο τόν Θεό.
Στό μικρό ψαροκάϊκο –πού εἶχε γίνει ἀπό τό δεύτερο δένδρο- μετά ἀπό χρόνια μπῆκαν κάτι ψαράδες· ἕνας ἀπ' αὐτούς κουρασμένος ξάπλωσε νά κοιμηθῆ. Εἶχαν ἀνοιχθῆ στήν θάλασσα. Καί ξέσπασε μιά μεγάλη τρικυμία. Καί τό ψαροκάϊκο δέν ἦταν ἀρκετά δυνατό γιά νά κρατήσει. Οἱ ἄλλοι τότε ξύπνησαν Ἐκεῖνον, πού κοιμόταν. Καί ἐκεῖνος τότε σηκώθηκε. Καί διέταξε τήν φουρτουνιασμένη θάλασσα: «Σιώπα· πεφίμωσο». Καί ἡ θάλασσα εἰρήνεψε ἀμέσως. Ἦταν ὁ Χριστός, μαζί μέ τούς μαθητές του· στή λίμνη Γενησαρέτ. Ἔτσι καί τό δεύτερο δένδρο, πού εἶχε φιλοδοξήσει νά γίνει μεγάλο πλοῖο, πού θά μετέφερε ὑψηλά πρόσωπα καί βασιλιάδες, ἀξιώθηκε νά μεταφέρει τόν βασιλέα τῶν βασιλέων, τόν ἴδιο τόν Χριστό μέ τούς μαθητές Του!
Καί τό τρίτο δένδρο, πού ἦταν στήν ἀποθήκη τοῦ ξυλουργοῦ, μιά μέρα τό πῆραν καί ἔκαναν ἕνα σταυρό· Καί σ᾿ αὐτόν τόν σταυρό ἐσταύρωσαν τόν Χριστό. Ἔτσι τό δένδρο αὐτό ἔγινε πιό ψηλό ἀπό ὅτι εἶχε ἐπιθυμήσει. Ἔφθασε στόν οὐρανό καί στόν Θεό! Ἔγινε, ὅπως λέμε σέ ἕνα τροπάριο, οὐρανοῦ ἰστοστάσιο.
* * *
Τελικά, τό κάθε ἕνα ἀπό τά δένδρα τῆς ἱστορίας μας ἀπόκτησε ὄχι μόνο αὐτό, πού ἤθελε καί ποθοῦσε, ἀλλά ἀσυγκρίτως περισσότερα· ὄχι ὅμως μέ τόν τρόπο, πού φανταζόταν καί σχεδίαζε.
Ἡ ἱστορία αὐτή μᾶς λέει:
Δέν γνωρίζουμε, ποιό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ γιά μᾶς. Πρέπει ὅμως νά μή τό ξεχνᾶμε ποτέ ὅτι ἐκεῖνο, πού μᾶς ἑτοιμάζει ὁ Θεός εἶναι πάντα προτιμώτερο καί ὠφελιμώτερο γιά μᾶς.
Ἐμεῖς πρέπει νά κάνουμε ὄνειρα. Γιά τό καλό. Πρέπει ὅμως νά μή ξεχνᾶμε καί ὅτι τά πράγματα δέν ἐξελίσσονται, ὅπως ἐμεῖς θά θέλαμε. Καί ὅτι ὁ Θεός οἰκονομεῖ καί γίνονται καλύτερα ἀπό ὅ,τι ἐμεῖς φανταζόμαστε.
Συμπέρασμα: Ἄς ἔχουμε ΠΙΣΤΗ. Πίστη καί ἐμπιστοσύνη στόν Θεό.
Ἀρχιμ. Σ.Δ.
+Μητροπολίτου Νικοπόλεως Μελετίου
Μηνιαίο Περιοδικό Ι.Μ.Νικοπόλεως & Πρεβέζης Αρ. Φύλλου 218 Σεπτέμβριος 2001
«ΤΑ ΤΡΙΑ ΔΕΝΔΡΑ» του Ἀρχιμ. Σ.Δ.