Ο Γέροντας Δανιήλ γεννήθηκε στην Σμύρνη το ίδιο έτος με τον άγιο Νεκτάριο (1846).
Το κατά κόσμον όνομα του ήταν Δημήτριος Δημητριάδης.
Ήταν ο μικρότερος γιος μιας ευσεβούς, πολύτεκνης οικογένειας και αριστούχος της περίφημης Ευαγγελικής Σχολής της Σμύρνης.
Έχοντας διακαή πόθο να μονάσει έφυγε σε νεαρή ηλικία (19 ετών) από την οικογένεια του
και επισκέφθηκε στην αρχή, μετά από συμβουλή του Αγιοταφίτη πνευματικού του, διάφορα μοναστήρια στην Πελοπόννησο και στα νησιά (Ύδρα, Τήνο, Πάρο, Ικαρία), όπου γνώρισε σπουδαίους και φημισμένους για την αγιότητα τους Γέροντες
Ο σοφός και διακριτικός αγιορείτης Γέροντας
Αποφασιστική ήταν η συνάντηση του στην Πάρο με τον πνευματικό Αρσένιο, τον όσιο Αρσένιο της Πάρου, ο όποιος στην παράκληση του νεαρού Δημητρίου να μείνει και να ασκητεύσει κοντά του, του συνέστησε να μεταβεί στο περιώνυμο τότε και ακμάζον κοινόβιο του αγίου Παντελεήμονος στο Άγιον Όρος. Προέβλεψε μάλιστα προφητικά ότι θα πεθάνει στις υπώρειες του Άθω. Υπακούοντας στον όσιο Αρσένιο κοινοβίασε στην Ιερά Μονή του Άγιου Παντελεήμονος όπου εκάρη μοναχός το 1866, απολαμβάνοντας μεγάλη αγάπη και εκτίμηση από τον ΄Ελληνα ηγούμενο της Μονής και τους άλλους, κατά πλειοψηφία ΄Ελληνες μοναχούς, αλλά και από της πλευράς των Ρώσων μοναχών πού αποτελούσαν τότε την μειοψηφία.
Οι φιλονικίες πού ξέσπασαν μέσα στην Μονή από τις προσπάθειες των Ρώσων μοναχών να ελέγξουν την διοίκηση της Μονής (1874-1875) είχαν σαν συνέπεια να δοκιμασθεί σκληρά ο μοναχός Δανιήλ, ο όποιος την περίοδο αυτή ως γραμματέας της Μονής γνώριζε καλά τις επιδιώξεις και τα σχέδια των Ρώσων, τα όποια όμως δυστυχώς δεν μπόρεσε να αποτρέψει. Αντίθετα, αντί να επαινεθεί για τους αγώνες του αυτούς, τιμωρήθηκε και εξορίστηκε για ένα δίμηνο από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Είχαν σταλεί στην Κωνσταντινούπολη, με εντολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ο Γέροντας Δανιήλ με έναν ακόμη ΄Ελληνα μοναχό και δυο Ρώσους, για να εκθέσουν εκεί εκ μέρους των δύο πλευρών τα της διενέξεως. Το Πατριαρχείο, υπακούοντας τότε στις ανάγκες των καιρών, δικαίωσε τους Ρώσους.
Για να κατασιγάσει δε η ταραχή μέσα στην ελληνική αδελφότητα, έστειλε με συνοδεία τους δυο ΄Ελληνες μοναχούς στον τότε μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Ιωακείμ, τον μετέπειτα Οικουμενικό Πατριάρχη Ιωακείμ Γ΄, με εντολή να τους εξορίσει στα Μετέωρα. Ο μητροπολίτης είδε το άδικο αυτής της αντιμετωπίσεως και είπε τα έξης, όπως διασώζει ο ίδιος ο Γέροντας Δανιήλ στην γνωστή Ιστορική Μελέτη πού συνέγραψε για την αναφυείσα διαφορά μεταξύ Ελλήνων και Ρώσων μοναχών: «Εγώ την πράξιν της Εκκλησίας την θεωρώ άγαν άδικον και όλως άστοργον και κατά τούτο πολύ μέμφομαι τον Πατριάρχη και μολονότι τον έχω Γέροντα πλην εις την πράξιν ταύτην διαφωνώ και ας όψεται!». Σύμφωνα δε με άλλη πηγή πρόσθεσε και τα έξης: «Εσέ, παιδί μου, έπρεπε η Εκκλησία να σε στεφάνωση με κλάδον ελαίας και όχι να σε στείλη εξορίαν». Από συμπάθεια ο μητροπολίτης τους πρότεινε αντί των Μετεώρων να επιλέξουν ανάμεσα στην Μονή Βλατάδων της Θεσσαλονίκης και στην παρά τα Βασιλικά Ιερά Μονή της Αγίας Αναστασίας.
Ο Γέροντας Δανιήλ προτίμησε την Αγία Αναστασία, και πάρα την μικρή παραμονή του εκεί, ωφέλησε πνευματικά την αδελφότητα της Μονής, ιδιαίτερα ως προς την εφαρμογή αυστηρού αγιορείτικου τυπικού στην νηστεία και στις ακολουθίες, και κέρδισε την αγάπη όλων. Εφόσον είχε επιτευχθεί η εκρώσσιση της Ιεράς Μονής Παντελεήμονος και είχε επικυρωθεί με Πατριαρχικό Σιγίλλιο η εκλογή του Ρώσου Ηγουμένου Μακαρίου, ανακλήθηκε η εξορία του μονάχου Δανιήλ. Βέβαια αυτό σήμαινε ότι μπορούσε να επανέλθει στο Άγιον Όρος, αλλ’ όχι και στην Μονή της μετανοίας του. Επιστρέφοντας στο Άγιον Όρος παρέμεινε για πέντε περίπου χρόνια στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου. Εκεί συνέβη και η θαυματουργική θεραπεία του από τον φοβερό κολικό του νεφρού πού τον ταλαιπωρούσε συχνά. Την ήμερα πού το μοναστήρι γιόρταζε την εορτή της Αγίας Ζώνης (31 Αυγούστου), θεραπεύτηκε ξαφνικά και η θεραπεία του ήταν οριστική. Κατά το διάστημα της πενταετούς παραμονής του στο Βατοπαίδι, ανέλαβε το αρχονταρίκι της Μονής πού το οργάνωσε κατά κοινοβιακό τρόπο, ακόμη και με ανάγνωση πατερικών κειμένων πού τα διάβαζε ο ίδιος. Στάλθηκε από την Μονή Βατοπαιδίου στην πατρίδα του, την Σμύρνη, για να διευθετήσει υποθέσεις του εκεί μετοχίου της Μονής. Παρέμεινε στην Σμύρνη εννέα μήνες και τόσο πολύ εκτιμήθηκε από τον τότε μητροπολίτη Σμύρνης Μελέτιο, ώστε του έγινε η πρόταση να μείνει εκεί και να χειροτονηθεί επίσκοπος βοηθός του.
Ησυχαστής στα Κατουνάκια: «Ησυχαστής εστίν τύπος Αγγέλου επίγειος»
Ο Γέροντας Δανιήλ όμως αρνήθηκε και επέστρεψε στο Άγιο Όρος όπου, εκπληρώνοντας την επιθυμία του για πραγματική ησυχία και μόνωση, έστησε το 1881, στην έρημο του Άγιου Όρους, στα Κατουνάκια, πάνω από τα φρικτά Καρούλια, την ασκητική του φωλιά, στον απαραμύθητο και σκληρό σαν τους βράχους του, αγιασμένο όμως από τα ασκητικά παλαίσματα και ευλογημένο αυτό τόπο, ο όποιος επί εκατόν είκοσι δύο χρόνια τώρα (1881-2003) και εβδομήντα τέσσερα από την κοίμηση του (1929-2003) διατηρεί ζωντανή την παρουσία του αγιασμένου μέσα στους ασκητικούς αγώνες και φωτισμένου από την Χάρη του Άγιου Πνεύματος Κατουνακιώτη ασκητή.
Ήδη ενώ ζούσε ακόμη στην λιτή και πενιχρή στην αρχή καλύβη του, διευρυμένη αργότερα για να φιλοξενεί τους διερχόμενους προσκυνητές, είχε επιβληθεί στην συνείδηση των Αγιορειτών Πατέρων ως κανών και γνώμων Ορθοδοξίας, ως ασφαλές κριτήριο για την διάγνωση των πλανών με τις όποιες ο «δολομήτης Σατάν», όπως έλεγε, παρέσυρε και προχωρημένους ακόμη μοναχούς. Κατέληξε να είναι ο εκφραστής της αυτοσυνειδησίας του Άγιου Όρους, ο υπέρμαχος της ορθοδόξου πίστεως και ζωής, την γνώμη του όποιου, ως εγγύηση Ορθοδοξίας, ζητούσαν από τον κόσμο με ερωτήματα και επιστολές αγωνιώντες για την αποστασία και τις παρεκκλίσεις ορθόδοξοι πιστοί. Πάμπολλες πραγματείες και μελέτες και εκατοντάδες επιστολών του Γέροντα Δανιήλ αντιμετωπίζουν συνετά και φωτισμένα, με άφθονη και πλούσια πάντοτε πατερική κατοχύρωση, σοβαρά πνευματικά και θεολογικά ζητήματα, τον Μακρακισμό και τους οπαδούς του, τα οικουμενικά ανοίγματα προς τους ετεροδόξους, τους εχθρούς του μοναχικού βίου και των ορθοδόξων παραδόσεων, τους Προτεστάντες Καλαποθακιστές, τους πλανεμένους οραματιστές, τους νεωτερίζοντες λαϊκούς θεολόγους των πανεπιστημίων και των οργανώσεων. Συγχρόνως οί μοναστικές πραγματείες του -μία από τις όποιες μάλιστα γράφτηκε μετά από παράκληση του άγιου Νεκταρίου για την γυναικεία μοναστική αδελφότητα της Ιεράς Μονής της Αγίας Τριάδος Αιγίνης- απόσταγμα της πολύχρονης ασκητικής εμπειρίας του και της μεγάλης του αγάπης προς τα φιλοκαλικά κείμενα, παρουσιάζουν τον Μοναχισμό ως γνήσιο αποστολικό βίο και ευσύνοπτα εκθέτουν τα βασικά γνωρίσματα, τις βασικές αρχές της μοναστικής βιοτής. Όταν τις διεξέρχεται κανείς, σκέπτεται ότι θα μπορούσαν και σήμερα πού ο μοναχισμός, ιδιαίτερα ο γυναικείος, γνωρίζει ελπιδοφόρα άνθηση, εκδιδόμενες σε εύχρηστα τεύχη, να βοηθήσουν στην οργάνωση της ζωής και στην πνευματική προκοπή παλαιών και νέων αδελφοτήτων.
Ο Γέροντας Δανιήλ ο Κατουνακιώτης κοσμήθηκε από τον Θεό πλούσια με τα χαρίσματα του διδασκάλου της πνευματικής ζωής και της διακρίσεως των πνευμάτων, της διακρίσεως ανάμεσα στην αλήθεια και στην πλάνη• ήταν κατ’ εξοχήν διακριτικός Γέροντας. Είναι χαρακτηριστικό ότι καταξιωμένοι Γέροντες και πνευματικοί, όπως ο Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος, του ζητούσαν συμβουλές και κατευθύνσεις για την άσκηση του έργου του πνευματικού, όπως φαίνεται από επιστολές του Γέροντα Φιλόθεου, πού σώζονται στο αρχείο του ησυχαστηρίου, όπως και από επιστολή του Γέροντα Δανιήλ προς τον Φιλόθεο Ζερβάκο πού στάλθηκε τον Ιανουάριο του 1913. Επικοινωνία με τον Γέροντα Δανιήλ είχε επίσης και ο γνωστός Γέροντας της Πάτμου, Αμφιλόχιος Μακρής. Σώζεται επιστολή του Γέροντα Δανιήλ προς τον Γέροντα Αμφιλόχιο με προσφωνηματική επιγραφή «Τω εριτίμω φίλω Αμφιλόχιω Μοναχώ τώ έν τη κατά Πάτμον Ιερά Μονή του όσιου Χριστοδούλου ησυχάζοντι». Ο Γέροντας Αμφιλόχιος είχε γνωρίσει μάλιστα προσωπικά τον Γέροντα Δανιήλ, όπως γράφει η τελευταία εκτενής και συγκροτημένη βιογραφία του: «Περιήλθεν όλα τα μοναστήρια και τάς σκήτας, εγνώρισεν άγιους άνδρας, όπως τον Γέροντα Δανιήλ Κατουνακιώτην και άλλους, έκ των οποίων τα μέγιστα ωφελήθη».
Τα ελάχιστα αυτά και πενιχρά λόγια για τον μεγάλο αγιορείτη Γέροντα Δανιήλ Κατουνακιώτη υπομνηματίζουν και συμπληρώνουν κατάλληλα μερικές από τις πολλές μαρτυρίες προσώπων πού τον γνώρισαν και τον έζησαν. Ο μεγάλος Σκιαθίτης πεζογράφος Αλέξανδρος Μωραϊτίδης, ο άλλος μετά τον Παπαδιαμάντη άγιος των νεοελληνικών γραμμάτων, ήταν το πνευματικό τέκνο του Γέροντος Δανιήλ, από το πρόσωπο και τις διδαχές του όποιου τόσο πολύ εντυπωσιάσθηκε, ώστε εκάρη μοναχός και έλαβε το όνομα Ανδρόνικος στον Ιερό Ναό των Τριών Ιεραρχών Σκιάθου στις 16 Σεπτεμβρίου του 1929. Νωρίτερα έγινε μοναχή η γυναίκα του Βασιλική με το μοναχικό όνομα Αθανασία, η οποία μόνασε στην Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Κεχροβούνι της Τήνου, όπου ηγουμένευε η ονομαστή για την οσιότητά της Γερόντισσα Θεοδοσία, πνευματικό και αυτή τέκνο του Γέροντα Δανιήλ. Σώζεται λόγος του Γέροντα Δανιήλ «Εις την κατάθεσιν των τιμίων λειψάνων της αειμνήστου Αθανασίας Μοναχής», πού αναγνώσθηκε στην Ιερά Μονή του Κεχροβουνίου της Τήνου, από τον όποιον προκύπτουν ενδιαφέροντα στοιχεία για τον πνευματικό δεσμό πού συνέδεε τον Γέροντα Δανιήλ με αμφότερα τα μέλη της συζυγίας, αλλά και για τον σπουδαίο ρόλο της Βασιλικής στον σωστό και απλανή πνευματικό προσανατολισμό του Αλεξάνδρου.
Ήταν λοιπόν αποφασιστική για τον μεγάλο Σκιαθίτη λογοτέχνη Αλέξανδρο Μωραϊτίδη και την γυναίκα του η επικοινωνία τους με τον Γέροντα Δανιήλ, ώστε να ζήσουν κατόπιν στον κόσμο όχι απλώς ως κοσμοκαλόγεροι, αλλά να γίνουν πράγματι μοναχοί και να αξιωθούν να φορέσουν το αγγελικό σχήμα ως Ανδρόνικος και Αθανασία. Συνέβαλαν μάλιστα και οί δυο πολύ στην ανάπτυξη της επικοινωνίας και στην αμοιβαία εκτίμηση μεταξύ του άγιου Νεκταρίου και του Γέροντα Δανιήλ. Η σύζυγος μάλιστα του Μωραϊτίδη άνηκε στον κύκλο των γυναικών, οί όποιες βρίσκονταν υπό την καθοδήγηση του άγιου Νεκταρίου κατά την διάρκεια της Σχολαρχίας του στην Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή. Υπάρχουν εντυπωσιακές μαρτυρίες του ίδιου του Μωραϊτίδη για την εντύπωση πού του προκάλεσαν η πρώτη του γνωριμία με τον Γέροντα, οί νυκτερινές συζητήσεις στην απλωταριά του κελλιού στα Κατουνάκια, η γενική εκτίμηση και αποδοχή του διακριτικού Γέροντα από τους αγιορείτες. Οι μαρτυρίες αυτές προέρχονται όλες από το γνωστό έργο του Μωραϊτίδη «Με του βοριά τα κύματα».
Ο σοφός και διακριτικός αγιορείτης Γέροντας
Αποκαλυπτικές μαρτυρίες για τον Γέροντα Δανιήλ από τον Αλέξανδρο Μωραϊτίδη
Γράφει για την πρώτη τους γνωριμία: «Εκεί πρωτοείδα τον γέρο-Δανιήλ, συστάσεων δεν είχον ανάγκην… ώστε ο Γέρων Δανιήλ μόλις ήκουσε το όνομα μου έδειξεν ειλικρινή χαράν, ωσάν να έβλεπεν αρχαίον τινά μαθητή ν του, και δεν ήξευρε, καθώς λέγει ο λόγος, πώς να με περιποιηθή οικειότερον, όσον το δυνατόν. Σμυρναίος, διαβασμένος, ασκητικώτατος, με την οσιακήν του ωχρόλαμπρον αίγλην της μορφής του, με την μιξοπόλιον γενειάδα του, με την υπόξανθον κόμην του και τους γλαυκούς πως οφθαλμούς του•λόγιος και ομιλητικώτατος. Κοινοβιάσας κατ’ αρχάς εις μεγάλας μονάς, αλλά ολιγοστά έτη προ της γνωριμίας μας αποσυρθείς εις Κατουνάκια προς μείζονα ησυχίαν, έν η όντως παράγεται το γλυκύτατον της ασκήσεως μέλι, ού την ηδύτητα γνωρίζουσι μόνον όσοι το εγεύθησαν… Εκεί κατά πρώτον εξετίμησα την χάριν, την διάκρισιν, αλλά και την ταπείνωσιν του Γέροντος Δανιήλ, όστις, σημειωθείτω, έχει διέλθει όλην την σειρά των γραμμάτων των άγιων Πατέρων, αλλά και την σειράν των συγγραμμάτων των λεγομένων Νηπτικών, ών η ανάγνωσις βαθύτερον τον ελκύει, αρεσκόμενον εις τάς αλληγορίας και τάς λοιπός καλλονάς των λόγων των τοιούτων Πατέρων, π.χ. Ιωάννου της Κλίμακος και Συμεών του Νέου του Θεολόγου. Ο Γέρων Δανιήλ, ως αντελήφθην αμέσως, μελετηρότατος και ομιλητικώτατος, διακριτικώτατος δε εις το άκρον, όπου αν εκοινοβίασεν εν Άθωνι απέκτησε ταχέως την αγάπην και συμπάθειαν των αδελφών, ου η γνώμη επί των πνευματικών ζητημάτων βαρύνει πολύ, πάρα πολύ».
Σε ένα άλλο σημείο γράφει για την έλξη και επίδραση πού ασκούσε εντός και εκτός του Αγίου Όρους: «Πρωτοστατεί δε έν τη ιστορία πλέον των Κατουνακίων ο Γέρων Δανιήλ ο Σμυρναίος, κατά το έτος 1881 εγκατασταθείς ενταύθα. Ούτος στολισμένος με την χάριν του λόγου και με την φυσικήν τινά γλυκύτητα της ομιλίας του, φιλομαθής και μελετηρός, ως είπομεν, έχων δε εις έπακρον το αίσθημα της φιλαλληλίας και τρέφων τον πόθον να φανή ψυχωφελής εις τον πλησίον, ήρχισε να συγκεντρώνη περί εαυτόν μέγαν ευλαβών προσκυνητών κύκλον… Μολονότι δε δεν έχει το αξίωμα του ιερέως, όμως κοσμείται με πλούσιον το χάρισμα της διακρίσεως, επαναπαύων τους εξομολογούμενους εις αυτόν και ζητούντας την συμβουλήν του επί διαφόρων ζητημάτων. Το όνομα του είναι γνωστόν εις τε την Σμύρνην, και τάς Αθήνας μάλιστα, και αλλαχού της Ελλάδος, όπου μακροσκελείς επιστολάς στέλλει προς πάμπολλα πνευματικά τέκνα του, ακούραστος έν τη πνευματική ταύτη εργασία του, η όποια καθιστά αυτόν όντως αξιοθαύμαστον».
Συχνά αναπολεί ο Μωραϊτίδης το περιβάλλον της καλύβης του Γέροντα στα Κατουνάκια: «Αφού εδειπνήσαμε έν τη πενιχρά της καλύβης τραπέζη απολαυστικώτατα, διότι η Κυρία Θεοτόκος ευλόγησε τα παρατεθέντα λιτά βρώματα, και έγιναν γλυκύτατα, εξήλθομεν και εκαθήσαμεν εις το ύπαιθρον έξω επί πέτρινων αναπαυστικών καθισμάτων, έμπροσθεν της μικράς αιθούσης της φιλοξενίας, να λάβωμεν τα επιδόρπια, άτινα ήσαν λόγοι αποστάζοντες ουράνιον γλυκασμόν, του Γέροντος Δανιήλ λόγοι. Εκεί διήλθομεν μακράς ώρας συνομιλούντες, έχοντες κατενώπιον ημών τον λαμπυρίζοντα πόντον… ένα θέαμα μαγευτικώτατον, μίαν σκηνή ν από τάς πλέον θαυμαστός της Δημιουργίας…».
Επαναλαμβάνοντας δε και συμπληρώνοντας καταλλήλως τους λόγους του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, ο οποίος αναπολούσε επίσης τις γλυκείες κατανυκτικές στιγμές πού έζησε στο ησυχαστήριο του Πόντου μαζί με τον Μ. Βασίλειο και τους άλλους αδελφούς, γράφει ο Μωραϊτίδης για το ησυχαστήριο του Γέροντα Δανιήλ στα Κατουνάκια: «Ποιος ημπορεί να με επαναφέρη εις τον μήνα των παρελθουσών εκείνων ημερών; Ποιος πλέον να μου δώση τάς ψαλμωδίας εκείνας και τάς αγρυπνίας και τάς προς Θεόν εκδημίας διά μέσου της προσευχής, και την άϋλον τρόπον τινά ζωή, όπου επερνούσαμεν τότε εις τα Κατουνάκια; Ποιος να παραστήση την φιλοπονίαν μας διά την εξήγησιν των θείων λόγων κατά τάς αναγνώσεις οπού εκάμνομεν, ιδίως τον Συμεών τον Νέον Θεολόγον; Ποιος να παραστήση τάς καθημερινός εργασίας μας και τα εργόχειρα μας; Ποιος δεν ενθυμείται την δροσεράν εκείνην απλωταριάν, όπου εκάθητο την νύκτα ουχί πολυκτήμων και πολύχρυσος πυργοδεσπότης, αλλά μοναχός κατακουρασμένος; … Εγώ δεν ελπίζω να σας ξαναΐδω πλέον, ω ερημικά, ω εράσμια, ω παμπόθητα, ω πανέρημα Κατουνάκια!…».
Οι συζητήσεις αυτές του Γέροντα Δανιήλ δεν έμοιαζαν καθόλου με τις φλύαρες και άσκοπες αργολογίες για ασήμαντα και επουσιώδη θέματα, πού σπαταλούν τον πολύτιμο για την σωτηρία χρόνο και συνήθως συνδυάζονται με κατακρίσεις προσώπων και εγωπαθείς αναφορές. Απέβλεπαν στην πνευματική ωφέλεια των συζητούντων, στην τόνωση της διαθέσεως για μετάνοια, ταπείνωση και επιστροφή. Είναι συγκλονιστική η τελευταία σχετική μαρτυρία του Μωραϊτίδη: «Όταν βγήκα στα Καρούλια – Κατουνάκια, ενόμισα ότι έφθασα εις τον Θεόν. Αλλ’ όταν συνομίλησα μετά του Γέροντος Δανιήλ είπον: »Τώρα είδον πόσον μακράν είμαι από τον Θεόν»».
Βίοι Παράλληλοι και η μέσω επιστολών, επικοινωνία μεταξύ δύο οσιακών μορφών
Παραλληλίζοντας τις δύο μεγάλες οσιακές μορφές του αιώνα μας, τον άγιο Νεκτάριο και τον Γέροντα Δανιήλ, προκύπτουν πολλά όμοια στοιχεία στην ζωή και στο έργο τους, μέσα ασφαλώς στην διαφορότητα και ιδιαιτερότητα των χαρισμάτων με τα όποια τους προίκισε η Χάρη του Θεού: γεννήθηκαν και οί δύο το ίδιο έτος, 1846. Πατρίδες και των δυο είναι ευλογημένοι τόποι της Ανατολής, η Σηλύβρια της Θράκης του άγιου Νεκταρίου, η ξακουστή Σμύρνη, η ιστορική μητρόπολη της Μικρασίας, του Γέροντα Δανιήλ. Και οί δυο ήταν παιδιά πολύτεκνων οικογενειών. Δαψιλής παιδεία και ακαταπόνητη διά βίου μελέτη. Πτυχιούχος της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών ο άγιος Νεκτάριος, αριστούχος πτυχιούχος της περίφημης Ευαγγελικής Σχολής της Σμύρνης ο Γέροντας Δανιήλ. Στροφή προς τον μοναχισμό και την άσκηση. Σε ηλικία τριάντα ετών ο άγιος Νεκτάριος κείρεται μοναχός (1876) στην Νέα Μονή της Χίου. Ο Γέροντας Δανιήλ εκάρη μοναχός στην Ιερά Μονή Άγιου Παντελεήμονος του Αγίου Όρους σε ηλικία 20 περίπου ετών (1866). Διώξεις, θλίψεις και ταλαιπωρίες για τις όποιες έπαιρναν θάρρος από την μεγάλη ευλάβεια και αγάπη πού είχαν στο πρόσωπο της Παναγίας. Ο άγιος Νεκτάριος έτρεφε μεγάλη αγάπη προς το Άγιον Όρος. Αυτό φαίνεται και από την επιστολή του προς τον Γέροντα Δανιήλ, με την όποια του ανακοινώνει την πρόθεση του να αγοράσει κάποιο κελλί στο Άγιον Όρος, για να εγκαταστήσει αρχικά εκεί τα πνευματικά του τέκνα, πού ήθελαν να μονάσουν και στην συνέχεια, όταν απαλλαγεί από τις φροντίδες της Μονής στην Αίγινα, να μεταβαίνει και ο ίδιος στο Άγιον Όρος και να μένει για κάποιο διάστημα «πρός πνευματικήν αναψυχήν». Αυτά έγραφε το 1913. Δεκαπέντε χρόνια νωρίτερα, το 1898, είχε επισκεφθή για πρώτη και μοναδική φορά το Άγιον Όρος.
Πρώτος γράφει επιστολή ο Γέροντας Δανιήλ, απευθυνόμενος με δισταγμό και σεβασμό προς τον Μητροπολίτη Πενταπόλεως τον Μάρτιο του 1903. Στην απόφαση του να γράψει ενισχύθηκε από τον Αλέξανδρο Μωραϊτίδη, κοινό γνωστό αμφοτέρων, ο όποιος διαβεβαίωσε τον Γέροντα Δανιήλ ότι τυγχάνει ιδιαιτέρας συμπάθειας έκ μέρους του Μητροπολίτου Πενταπόλεως. Ο άγιος Νεκτάριος απήντησε αμέσως μέσα στον ίδιο μήνα, τον Μάρτιο του 1903, με μία θαυμάσια επιστολή, ένα πνευματικότατο όντως και φιλοσοφικότατο κείμενο, στο όποιο αναπτύσσει την θέση ότι οί δοκιμασίες και οί θλίψεις οφείλονται στην αγάπη του Θεού και βοηθούν να φθάσει κανείς ασφαλέστερα στην πνευματική τελείωση. Μεσολάβησε ένα μικρό διάστημα διακοπής της επικοινωνίας. Την άρχή έκανε πάλι πρώτος ο Γέροντας Δανιήλ, ο όποιος τον Δεκέμβριο του 1907 γράφει προς τον άγιο Νεκτάριο ζητώντας να του σταλούν βιβλία του και συγχαίροντας για την ίδρυση του Ιερού Φροντιστηρίου, της Ιεράς δηλαδή γυναικείας Μονής της Άγιας Τριάδος στην Αίγινα. Η επιστολή αυτή του Γέροντα Δανιήλ δεν σώζεται. Μαθαίνουμε όμως το περιεχόμενο της από το δεύτερο γράμμα του άγιου Νεκταρίου πού στέλνεται στον Γέροντα Δανιήλ τον Ιανουάριο του 1908. Σε αυτήν την επιστολή ο άγιος Νεκτάριος παρακαλεί τον Γέροντα να βοηθήσει πνευματικά τις μοναχές της Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος γράφοντας σχετικό πνευματικό έργο. Μέσα στο ίδιο έτος, τον Ιούλιο του 1908, αποστέλλει πράγματι ο Γέροντας Δανιήλ, απευθυνόμενος προς την ηγουμένη Ξένη και την αδελφότητα, τον αιτηθέντα λόγο. Αμέσως μετά την παραλαβή της ασκητικής πραγματείας του Γέροντα Δανιήλ, ο άγιος Νεκτάριος απήντησε ευχαριστώντας. Δεν σώζεται ολόκληρη αυτή η επιστολή.
Η επόμενη επικοινωνία τους γίνεται μερικά χρόνια αργότερα, τον Αύγουστο του 1913. Την πρωτοβουλία έχει τώρα ο άγιος Νεκτάριος, ο όποιος παίρνοντας θάρρος, όπως γράφει, από την αγάπη του Γέροντα Δανιήλ του αναθέτει να επιτελέσει έργο πού επιθυμούσε πολύ. Να αγοράσει δηλαδή για λογαριασμό του ένα κελλί στο Όρος. Ο Γέροντας Δανιήλ άπαντα αμέσως (Σεπτέμβριος του 1913), η απάντηση του όμως είναι αρνητική, ασφαλώς με βάση πραγματικές και αντικειμενικές δυσκολίες πού εμπόδιζαν την περίοδο εκείνη την εκπλήρωση της ωραίας και συγκινητικής πράγματι επιθυμίας του αγίου Νεκταρίου να αποκτήσει κελλί στο Άγιον Όρος για τα πνευματικά του παιδιά και τον ίδιο.
Η επόμενη, τελευταία, επικοινωνία τους έγινε με πρωτοβουλία του Γέροντα Δανιήλ, ο οποίος έστειλε ευγενή όντως επιστολή, στις 30 Σεπτεμβρίου του 1915. Σ΄ αυτήν εκφράζει την ευγνωμοσύνη του για τις ευεργεσίες προς την αδελφότητα και την λοιπή πολύτιμη σειρά των ωφελιμωτάτων συγγραμμάτων του αγίου. Απαντώντας ο άγιος Νεκτάριος στις 6 Δεκεμβρίου του 1915, ευχαριστεί για την πολλή αγάπη και την απόφασή τους «δια την εγγραφήν του ονόματος ημών εν τοις διπτύχοις του Ιερού Κελλίου ως Κτίτορος και Πατρός και Καθηγουμένου».
Οι σωζόμενες επιστολές του Γέροντα Δανιήλ προς τον άγιο Νεκτάριο, βρίσκονται στο Ησυχαστήριο της Αδελφότητας των Δανιηλαίων.
Η κοίμηση του Γέροντα
Ξέφυγαν λίγο σε μάκρος οι αποκαλυπτικές αυτές μαρτυρίες του Σκιαθίτη συγγραφέα και του μεγάλου αγίου του 20ου αιώνα, άγιου Νεκταρίου για τον Γέροντα Δανιήλ, που όμως ήταν απαραίτητες για την ορθή εκτίμηση της προσφοράς και του κύρους που απολάμβανε, ενώ ακόμη ζούσε. Μετά την εκδημία του συνειδητοποιήθηκε αμέσως το μεγάλο κενό που άφηνε, όπως φαίνεται από ενδεικτικές και πάλιν μαρτυρίες. Η Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας στο συλλυπητήριο γράμμα της προς την αδελφότητα των Δανιηλαίων έγραφε μεταξύ άλλων: «Η απώλεια του αειμνήστου Γέροντος Δανιήλ δεν είναι απώλεια μερική, αλλά γενική του ιερού ημών τόπου και ιδία της καθ΄ ημάς Ιεράς Μονής, ης απετέλει σέμνωμα και κόσμημα της περιοχής της. Εν τω προσώπω του μάκαρος Δανιήλ το Άγιον Όρος απώλεσε την τελευταίαν φυσιογνωμίαν οσιακήν της συγχρόνου Αγιορείτικης γενεάς». Ο γνωστός επίσης λόγιος Λαυριώτης μοναχός Ευλόγιος Κουρίλας, μετέπειτα μητροπολίτης Κορυτσάς, έγραφε προς την αδελφότητα μετά την είδηση του θανάτου του Γέροντα: «Ο θάνατος αυτού αφίησιν σιν των κόπων εκ της μετ΄ αυτού συναναστροφής, τώρα απωλέσαμεν και την παρηγορίαν ταύτην».
Ολίγον προ του θανάτου του, που επισυνέβη στις 8 Σεπτεμβρίου του 1929, εορτή των γενεθλίων της Θεοτόκου, βλέποντας ο Γέροντας Δανιήλ να είναι συγκεντρωμένοι γύρω του οι μοναχοί της αδελφότητας, για να πάρουν την ευλογία του και να ακούσουν τις τελευταίες του συμβουλές, είπε προφητικά και με συγκίνηση: «Ο Χριστός ν΄ ανταμείψη τους κόπους σας. Ο Θεός δεν είναι άδικος. Σεις με υπηρετήσατε. Θα στείλη λοιπόν αγγέλους να σας υπηρετήσουν. Και την καλύβην θα την μεγαλώσετε, και δυο ιερείς θα έχετε και πολλοί μοναχοί θα έρθουν». Η προφητεία αυτή εκπληρώνεται σήμερα στο έπακρο. Το ησυχαστήριο των Δανιηλαίων στα Κατουνάκια, μεγαλωμένο και φροντισμένο, δεσπόζει στην περιοχή, αναπαύει σωματικά και ψυχικά τους προσκυνητές και διακονεί τις ανάγκες των γύρω ερημιτών Πατέρων. Νέοι μοναχοί πλαισιώνουν τους παλαιότερους για να τους διακονήσουν, όταν χρειασθεί. Τρεις μάλιστα από αυτούς, υπηρετούν ως ιερείς στο θυσιαστήριο και καλύπτουν τις λατρευτικές ανάγκες της αδελφότητας. Συνεχίζουν όλοι την αυστηρή ασκητική παράδοση του Γέροντα Δανιήλ στο τυπικό των ακολουθιών και στις άλλες μοναχικές παραδόσεις. Ασκούν κατά την παράδοση την τέχνη της αγιογραφίας, που την άσκησε και την παρέδωσε ο Γέροντας Δανιήλ, πολλά εργα του οποίου σώζονται εκεί, και καλλιεργούν ιδιαίτερα την ψαλτική τέχνη, ηδύφωνοι αοιδοί των εκκλησιαστικών ύμνων.
Πηγή: Ιερομόναχου Γρηγορίου, Γέροντος Ιερού Ησυχαστηρίου Δανιηλαίων
Περιοδικό «Πεμπτουσία», του Κέντρου Ελληνικού και Ορθοδόξου Πολιτισμού
Τεύχος 13ο , Δεκέμβριος 2003 – Μάριος 2004
Από vatopaidi.wordpress.com
https://orthodoxia.online
Το κατά κόσμον όνομα του ήταν Δημήτριος Δημητριάδης.
Ήταν ο μικρότερος γιος μιας ευσεβούς, πολύτεκνης οικογένειας και αριστούχος της περίφημης Ευαγγελικής Σχολής της Σμύρνης.
Έχοντας διακαή πόθο να μονάσει έφυγε σε νεαρή ηλικία (19 ετών) από την οικογένεια του
και επισκέφθηκε στην αρχή, μετά από συμβουλή του Αγιοταφίτη πνευματικού του, διάφορα μοναστήρια στην Πελοπόννησο και στα νησιά (Ύδρα, Τήνο, Πάρο, Ικαρία), όπου γνώρισε σπουδαίους και φημισμένους για την αγιότητα τους Γέροντες
Ο σοφός και διακριτικός αγιορείτης Γέροντας
Αποφασιστική ήταν η συνάντηση του στην Πάρο με τον πνευματικό Αρσένιο, τον όσιο Αρσένιο της Πάρου, ο όποιος στην παράκληση του νεαρού Δημητρίου να μείνει και να ασκητεύσει κοντά του, του συνέστησε να μεταβεί στο περιώνυμο τότε και ακμάζον κοινόβιο του αγίου Παντελεήμονος στο Άγιον Όρος. Προέβλεψε μάλιστα προφητικά ότι θα πεθάνει στις υπώρειες του Άθω. Υπακούοντας στον όσιο Αρσένιο κοινοβίασε στην Ιερά Μονή του Άγιου Παντελεήμονος όπου εκάρη μοναχός το 1866, απολαμβάνοντας μεγάλη αγάπη και εκτίμηση από τον ΄Ελληνα ηγούμενο της Μονής και τους άλλους, κατά πλειοψηφία ΄Ελληνες μοναχούς, αλλά και από της πλευράς των Ρώσων μοναχών πού αποτελούσαν τότε την μειοψηφία.
Οι φιλονικίες πού ξέσπασαν μέσα στην Μονή από τις προσπάθειες των Ρώσων μοναχών να ελέγξουν την διοίκηση της Μονής (1874-1875) είχαν σαν συνέπεια να δοκιμασθεί σκληρά ο μοναχός Δανιήλ, ο όποιος την περίοδο αυτή ως γραμματέας της Μονής γνώριζε καλά τις επιδιώξεις και τα σχέδια των Ρώσων, τα όποια όμως δυστυχώς δεν μπόρεσε να αποτρέψει. Αντίθετα, αντί να επαινεθεί για τους αγώνες του αυτούς, τιμωρήθηκε και εξορίστηκε για ένα δίμηνο από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Είχαν σταλεί στην Κωνσταντινούπολη, με εντολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ο Γέροντας Δανιήλ με έναν ακόμη ΄Ελληνα μοναχό και δυο Ρώσους, για να εκθέσουν εκεί εκ μέρους των δύο πλευρών τα της διενέξεως. Το Πατριαρχείο, υπακούοντας τότε στις ανάγκες των καιρών, δικαίωσε τους Ρώσους.
Για να κατασιγάσει δε η ταραχή μέσα στην ελληνική αδελφότητα, έστειλε με συνοδεία τους δυο ΄Ελληνες μοναχούς στον τότε μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Ιωακείμ, τον μετέπειτα Οικουμενικό Πατριάρχη Ιωακείμ Γ΄, με εντολή να τους εξορίσει στα Μετέωρα. Ο μητροπολίτης είδε το άδικο αυτής της αντιμετωπίσεως και είπε τα έξης, όπως διασώζει ο ίδιος ο Γέροντας Δανιήλ στην γνωστή Ιστορική Μελέτη πού συνέγραψε για την αναφυείσα διαφορά μεταξύ Ελλήνων και Ρώσων μοναχών: «Εγώ την πράξιν της Εκκλησίας την θεωρώ άγαν άδικον και όλως άστοργον και κατά τούτο πολύ μέμφομαι τον Πατριάρχη και μολονότι τον έχω Γέροντα πλην εις την πράξιν ταύτην διαφωνώ και ας όψεται!». Σύμφωνα δε με άλλη πηγή πρόσθεσε και τα έξης: «Εσέ, παιδί μου, έπρεπε η Εκκλησία να σε στεφάνωση με κλάδον ελαίας και όχι να σε στείλη εξορίαν». Από συμπάθεια ο μητροπολίτης τους πρότεινε αντί των Μετεώρων να επιλέξουν ανάμεσα στην Μονή Βλατάδων της Θεσσαλονίκης και στην παρά τα Βασιλικά Ιερά Μονή της Αγίας Αναστασίας.
Ο Γέροντας Δανιήλ προτίμησε την Αγία Αναστασία, και πάρα την μικρή παραμονή του εκεί, ωφέλησε πνευματικά την αδελφότητα της Μονής, ιδιαίτερα ως προς την εφαρμογή αυστηρού αγιορείτικου τυπικού στην νηστεία και στις ακολουθίες, και κέρδισε την αγάπη όλων. Εφόσον είχε επιτευχθεί η εκρώσσιση της Ιεράς Μονής Παντελεήμονος και είχε επικυρωθεί με Πατριαρχικό Σιγίλλιο η εκλογή του Ρώσου Ηγουμένου Μακαρίου, ανακλήθηκε η εξορία του μονάχου Δανιήλ. Βέβαια αυτό σήμαινε ότι μπορούσε να επανέλθει στο Άγιον Όρος, αλλ’ όχι και στην Μονή της μετανοίας του. Επιστρέφοντας στο Άγιον Όρος παρέμεινε για πέντε περίπου χρόνια στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου. Εκεί συνέβη και η θαυματουργική θεραπεία του από τον φοβερό κολικό του νεφρού πού τον ταλαιπωρούσε συχνά. Την ήμερα πού το μοναστήρι γιόρταζε την εορτή της Αγίας Ζώνης (31 Αυγούστου), θεραπεύτηκε ξαφνικά και η θεραπεία του ήταν οριστική. Κατά το διάστημα της πενταετούς παραμονής του στο Βατοπαίδι, ανέλαβε το αρχονταρίκι της Μονής πού το οργάνωσε κατά κοινοβιακό τρόπο, ακόμη και με ανάγνωση πατερικών κειμένων πού τα διάβαζε ο ίδιος. Στάλθηκε από την Μονή Βατοπαιδίου στην πατρίδα του, την Σμύρνη, για να διευθετήσει υποθέσεις του εκεί μετοχίου της Μονής. Παρέμεινε στην Σμύρνη εννέα μήνες και τόσο πολύ εκτιμήθηκε από τον τότε μητροπολίτη Σμύρνης Μελέτιο, ώστε του έγινε η πρόταση να μείνει εκεί και να χειροτονηθεί επίσκοπος βοηθός του.
Ησυχαστής στα Κατουνάκια: «Ησυχαστής εστίν τύπος Αγγέλου επίγειος»
Ο Γέροντας Δανιήλ όμως αρνήθηκε και επέστρεψε στο Άγιο Όρος όπου, εκπληρώνοντας την επιθυμία του για πραγματική ησυχία και μόνωση, έστησε το 1881, στην έρημο του Άγιου Όρους, στα Κατουνάκια, πάνω από τα φρικτά Καρούλια, την ασκητική του φωλιά, στον απαραμύθητο και σκληρό σαν τους βράχους του, αγιασμένο όμως από τα ασκητικά παλαίσματα και ευλογημένο αυτό τόπο, ο όποιος επί εκατόν είκοσι δύο χρόνια τώρα (1881-2003) και εβδομήντα τέσσερα από την κοίμηση του (1929-2003) διατηρεί ζωντανή την παρουσία του αγιασμένου μέσα στους ασκητικούς αγώνες και φωτισμένου από την Χάρη του Άγιου Πνεύματος Κατουνακιώτη ασκητή.
Ήδη ενώ ζούσε ακόμη στην λιτή και πενιχρή στην αρχή καλύβη του, διευρυμένη αργότερα για να φιλοξενεί τους διερχόμενους προσκυνητές, είχε επιβληθεί στην συνείδηση των Αγιορειτών Πατέρων ως κανών και γνώμων Ορθοδοξίας, ως ασφαλές κριτήριο για την διάγνωση των πλανών με τις όποιες ο «δολομήτης Σατάν», όπως έλεγε, παρέσυρε και προχωρημένους ακόμη μοναχούς. Κατέληξε να είναι ο εκφραστής της αυτοσυνειδησίας του Άγιου Όρους, ο υπέρμαχος της ορθοδόξου πίστεως και ζωής, την γνώμη του όποιου, ως εγγύηση Ορθοδοξίας, ζητούσαν από τον κόσμο με ερωτήματα και επιστολές αγωνιώντες για την αποστασία και τις παρεκκλίσεις ορθόδοξοι πιστοί. Πάμπολλες πραγματείες και μελέτες και εκατοντάδες επιστολών του Γέροντα Δανιήλ αντιμετωπίζουν συνετά και φωτισμένα, με άφθονη και πλούσια πάντοτε πατερική κατοχύρωση, σοβαρά πνευματικά και θεολογικά ζητήματα, τον Μακρακισμό και τους οπαδούς του, τα οικουμενικά ανοίγματα προς τους ετεροδόξους, τους εχθρούς του μοναχικού βίου και των ορθοδόξων παραδόσεων, τους Προτεστάντες Καλαποθακιστές, τους πλανεμένους οραματιστές, τους νεωτερίζοντες λαϊκούς θεολόγους των πανεπιστημίων και των οργανώσεων. Συγχρόνως οί μοναστικές πραγματείες του -μία από τις όποιες μάλιστα γράφτηκε μετά από παράκληση του άγιου Νεκταρίου για την γυναικεία μοναστική αδελφότητα της Ιεράς Μονής της Αγίας Τριάδος Αιγίνης- απόσταγμα της πολύχρονης ασκητικής εμπειρίας του και της μεγάλης του αγάπης προς τα φιλοκαλικά κείμενα, παρουσιάζουν τον Μοναχισμό ως γνήσιο αποστολικό βίο και ευσύνοπτα εκθέτουν τα βασικά γνωρίσματα, τις βασικές αρχές της μοναστικής βιοτής. Όταν τις διεξέρχεται κανείς, σκέπτεται ότι θα μπορούσαν και σήμερα πού ο μοναχισμός, ιδιαίτερα ο γυναικείος, γνωρίζει ελπιδοφόρα άνθηση, εκδιδόμενες σε εύχρηστα τεύχη, να βοηθήσουν στην οργάνωση της ζωής και στην πνευματική προκοπή παλαιών και νέων αδελφοτήτων.
Ο Γέροντας Δανιήλ ο Κατουνακιώτης κοσμήθηκε από τον Θεό πλούσια με τα χαρίσματα του διδασκάλου της πνευματικής ζωής και της διακρίσεως των πνευμάτων, της διακρίσεως ανάμεσα στην αλήθεια και στην πλάνη• ήταν κατ’ εξοχήν διακριτικός Γέροντας. Είναι χαρακτηριστικό ότι καταξιωμένοι Γέροντες και πνευματικοί, όπως ο Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος, του ζητούσαν συμβουλές και κατευθύνσεις για την άσκηση του έργου του πνευματικού, όπως φαίνεται από επιστολές του Γέροντα Φιλόθεου, πού σώζονται στο αρχείο του ησυχαστηρίου, όπως και από επιστολή του Γέροντα Δανιήλ προς τον Φιλόθεο Ζερβάκο πού στάλθηκε τον Ιανουάριο του 1913. Επικοινωνία με τον Γέροντα Δανιήλ είχε επίσης και ο γνωστός Γέροντας της Πάτμου, Αμφιλόχιος Μακρής. Σώζεται επιστολή του Γέροντα Δανιήλ προς τον Γέροντα Αμφιλόχιο με προσφωνηματική επιγραφή «Τω εριτίμω φίλω Αμφιλόχιω Μοναχώ τώ έν τη κατά Πάτμον Ιερά Μονή του όσιου Χριστοδούλου ησυχάζοντι». Ο Γέροντας Αμφιλόχιος είχε γνωρίσει μάλιστα προσωπικά τον Γέροντα Δανιήλ, όπως γράφει η τελευταία εκτενής και συγκροτημένη βιογραφία του: «Περιήλθεν όλα τα μοναστήρια και τάς σκήτας, εγνώρισεν άγιους άνδρας, όπως τον Γέροντα Δανιήλ Κατουνακιώτην και άλλους, έκ των οποίων τα μέγιστα ωφελήθη».
Τα ελάχιστα αυτά και πενιχρά λόγια για τον μεγάλο αγιορείτη Γέροντα Δανιήλ Κατουνακιώτη υπομνηματίζουν και συμπληρώνουν κατάλληλα μερικές από τις πολλές μαρτυρίες προσώπων πού τον γνώρισαν και τον έζησαν. Ο μεγάλος Σκιαθίτης πεζογράφος Αλέξανδρος Μωραϊτίδης, ο άλλος μετά τον Παπαδιαμάντη άγιος των νεοελληνικών γραμμάτων, ήταν το πνευματικό τέκνο του Γέροντος Δανιήλ, από το πρόσωπο και τις διδαχές του όποιου τόσο πολύ εντυπωσιάσθηκε, ώστε εκάρη μοναχός και έλαβε το όνομα Ανδρόνικος στον Ιερό Ναό των Τριών Ιεραρχών Σκιάθου στις 16 Σεπτεμβρίου του 1929. Νωρίτερα έγινε μοναχή η γυναίκα του Βασιλική με το μοναχικό όνομα Αθανασία, η οποία μόνασε στην Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Κεχροβούνι της Τήνου, όπου ηγουμένευε η ονομαστή για την οσιότητά της Γερόντισσα Θεοδοσία, πνευματικό και αυτή τέκνο του Γέροντα Δανιήλ. Σώζεται λόγος του Γέροντα Δανιήλ «Εις την κατάθεσιν των τιμίων λειψάνων της αειμνήστου Αθανασίας Μοναχής», πού αναγνώσθηκε στην Ιερά Μονή του Κεχροβουνίου της Τήνου, από τον όποιον προκύπτουν ενδιαφέροντα στοιχεία για τον πνευματικό δεσμό πού συνέδεε τον Γέροντα Δανιήλ με αμφότερα τα μέλη της συζυγίας, αλλά και για τον σπουδαίο ρόλο της Βασιλικής στον σωστό και απλανή πνευματικό προσανατολισμό του Αλεξάνδρου.
Ήταν λοιπόν αποφασιστική για τον μεγάλο Σκιαθίτη λογοτέχνη Αλέξανδρο Μωραϊτίδη και την γυναίκα του η επικοινωνία τους με τον Γέροντα Δανιήλ, ώστε να ζήσουν κατόπιν στον κόσμο όχι απλώς ως κοσμοκαλόγεροι, αλλά να γίνουν πράγματι μοναχοί και να αξιωθούν να φορέσουν το αγγελικό σχήμα ως Ανδρόνικος και Αθανασία. Συνέβαλαν μάλιστα και οί δυο πολύ στην ανάπτυξη της επικοινωνίας και στην αμοιβαία εκτίμηση μεταξύ του άγιου Νεκταρίου και του Γέροντα Δανιήλ. Η σύζυγος μάλιστα του Μωραϊτίδη άνηκε στον κύκλο των γυναικών, οί όποιες βρίσκονταν υπό την καθοδήγηση του άγιου Νεκταρίου κατά την διάρκεια της Σχολαρχίας του στην Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή. Υπάρχουν εντυπωσιακές μαρτυρίες του ίδιου του Μωραϊτίδη για την εντύπωση πού του προκάλεσαν η πρώτη του γνωριμία με τον Γέροντα, οί νυκτερινές συζητήσεις στην απλωταριά του κελλιού στα Κατουνάκια, η γενική εκτίμηση και αποδοχή του διακριτικού Γέροντα από τους αγιορείτες. Οι μαρτυρίες αυτές προέρχονται όλες από το γνωστό έργο του Μωραϊτίδη «Με του βοριά τα κύματα».
Ο σοφός και διακριτικός αγιορείτης Γέροντας
Αποκαλυπτικές μαρτυρίες για τον Γέροντα Δανιήλ από τον Αλέξανδρο Μωραϊτίδη
Γράφει για την πρώτη τους γνωριμία: «Εκεί πρωτοείδα τον γέρο-Δανιήλ, συστάσεων δεν είχον ανάγκην… ώστε ο Γέρων Δανιήλ μόλις ήκουσε το όνομα μου έδειξεν ειλικρινή χαράν, ωσάν να έβλεπεν αρχαίον τινά μαθητή ν του, και δεν ήξευρε, καθώς λέγει ο λόγος, πώς να με περιποιηθή οικειότερον, όσον το δυνατόν. Σμυρναίος, διαβασμένος, ασκητικώτατος, με την οσιακήν του ωχρόλαμπρον αίγλην της μορφής του, με την μιξοπόλιον γενειάδα του, με την υπόξανθον κόμην του και τους γλαυκούς πως οφθαλμούς του•λόγιος και ομιλητικώτατος. Κοινοβιάσας κατ’ αρχάς εις μεγάλας μονάς, αλλά ολιγοστά έτη προ της γνωριμίας μας αποσυρθείς εις Κατουνάκια προς μείζονα ησυχίαν, έν η όντως παράγεται το γλυκύτατον της ασκήσεως μέλι, ού την ηδύτητα γνωρίζουσι μόνον όσοι το εγεύθησαν… Εκεί κατά πρώτον εξετίμησα την χάριν, την διάκρισιν, αλλά και την ταπείνωσιν του Γέροντος Δανιήλ, όστις, σημειωθείτω, έχει διέλθει όλην την σειρά των γραμμάτων των άγιων Πατέρων, αλλά και την σειράν των συγγραμμάτων των λεγομένων Νηπτικών, ών η ανάγνωσις βαθύτερον τον ελκύει, αρεσκόμενον εις τάς αλληγορίας και τάς λοιπός καλλονάς των λόγων των τοιούτων Πατέρων, π.χ. Ιωάννου της Κλίμακος και Συμεών του Νέου του Θεολόγου. Ο Γέρων Δανιήλ, ως αντελήφθην αμέσως, μελετηρότατος και ομιλητικώτατος, διακριτικώτατος δε εις το άκρον, όπου αν εκοινοβίασεν εν Άθωνι απέκτησε ταχέως την αγάπην και συμπάθειαν των αδελφών, ου η γνώμη επί των πνευματικών ζητημάτων βαρύνει πολύ, πάρα πολύ».
Σε ένα άλλο σημείο γράφει για την έλξη και επίδραση πού ασκούσε εντός και εκτός του Αγίου Όρους: «Πρωτοστατεί δε έν τη ιστορία πλέον των Κατουνακίων ο Γέρων Δανιήλ ο Σμυρναίος, κατά το έτος 1881 εγκατασταθείς ενταύθα. Ούτος στολισμένος με την χάριν του λόγου και με την φυσικήν τινά γλυκύτητα της ομιλίας του, φιλομαθής και μελετηρός, ως είπομεν, έχων δε εις έπακρον το αίσθημα της φιλαλληλίας και τρέφων τον πόθον να φανή ψυχωφελής εις τον πλησίον, ήρχισε να συγκεντρώνη περί εαυτόν μέγαν ευλαβών προσκυνητών κύκλον… Μολονότι δε δεν έχει το αξίωμα του ιερέως, όμως κοσμείται με πλούσιον το χάρισμα της διακρίσεως, επαναπαύων τους εξομολογούμενους εις αυτόν και ζητούντας την συμβουλήν του επί διαφόρων ζητημάτων. Το όνομα του είναι γνωστόν εις τε την Σμύρνην, και τάς Αθήνας μάλιστα, και αλλαχού της Ελλάδος, όπου μακροσκελείς επιστολάς στέλλει προς πάμπολλα πνευματικά τέκνα του, ακούραστος έν τη πνευματική ταύτη εργασία του, η όποια καθιστά αυτόν όντως αξιοθαύμαστον».
Συχνά αναπολεί ο Μωραϊτίδης το περιβάλλον της καλύβης του Γέροντα στα Κατουνάκια: «Αφού εδειπνήσαμε έν τη πενιχρά της καλύβης τραπέζη απολαυστικώτατα, διότι η Κυρία Θεοτόκος ευλόγησε τα παρατεθέντα λιτά βρώματα, και έγιναν γλυκύτατα, εξήλθομεν και εκαθήσαμεν εις το ύπαιθρον έξω επί πέτρινων αναπαυστικών καθισμάτων, έμπροσθεν της μικράς αιθούσης της φιλοξενίας, να λάβωμεν τα επιδόρπια, άτινα ήσαν λόγοι αποστάζοντες ουράνιον γλυκασμόν, του Γέροντος Δανιήλ λόγοι. Εκεί διήλθομεν μακράς ώρας συνομιλούντες, έχοντες κατενώπιον ημών τον λαμπυρίζοντα πόντον… ένα θέαμα μαγευτικώτατον, μίαν σκηνή ν από τάς πλέον θαυμαστός της Δημιουργίας…».
Επαναλαμβάνοντας δε και συμπληρώνοντας καταλλήλως τους λόγους του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, ο οποίος αναπολούσε επίσης τις γλυκείες κατανυκτικές στιγμές πού έζησε στο ησυχαστήριο του Πόντου μαζί με τον Μ. Βασίλειο και τους άλλους αδελφούς, γράφει ο Μωραϊτίδης για το ησυχαστήριο του Γέροντα Δανιήλ στα Κατουνάκια: «Ποιος ημπορεί να με επαναφέρη εις τον μήνα των παρελθουσών εκείνων ημερών; Ποιος πλέον να μου δώση τάς ψαλμωδίας εκείνας και τάς αγρυπνίας και τάς προς Θεόν εκδημίας διά μέσου της προσευχής, και την άϋλον τρόπον τινά ζωή, όπου επερνούσαμεν τότε εις τα Κατουνάκια; Ποιος να παραστήση την φιλοπονίαν μας διά την εξήγησιν των θείων λόγων κατά τάς αναγνώσεις οπού εκάμνομεν, ιδίως τον Συμεών τον Νέον Θεολόγον; Ποιος να παραστήση τάς καθημερινός εργασίας μας και τα εργόχειρα μας; Ποιος δεν ενθυμείται την δροσεράν εκείνην απλωταριάν, όπου εκάθητο την νύκτα ουχί πολυκτήμων και πολύχρυσος πυργοδεσπότης, αλλά μοναχός κατακουρασμένος; … Εγώ δεν ελπίζω να σας ξαναΐδω πλέον, ω ερημικά, ω εράσμια, ω παμπόθητα, ω πανέρημα Κατουνάκια!…».
Οι συζητήσεις αυτές του Γέροντα Δανιήλ δεν έμοιαζαν καθόλου με τις φλύαρες και άσκοπες αργολογίες για ασήμαντα και επουσιώδη θέματα, πού σπαταλούν τον πολύτιμο για την σωτηρία χρόνο και συνήθως συνδυάζονται με κατακρίσεις προσώπων και εγωπαθείς αναφορές. Απέβλεπαν στην πνευματική ωφέλεια των συζητούντων, στην τόνωση της διαθέσεως για μετάνοια, ταπείνωση και επιστροφή. Είναι συγκλονιστική η τελευταία σχετική μαρτυρία του Μωραϊτίδη: «Όταν βγήκα στα Καρούλια – Κατουνάκια, ενόμισα ότι έφθασα εις τον Θεόν. Αλλ’ όταν συνομίλησα μετά του Γέροντος Δανιήλ είπον: »Τώρα είδον πόσον μακράν είμαι από τον Θεόν»».
Βίοι Παράλληλοι και η μέσω επιστολών, επικοινωνία μεταξύ δύο οσιακών μορφών
Παραλληλίζοντας τις δύο μεγάλες οσιακές μορφές του αιώνα μας, τον άγιο Νεκτάριο και τον Γέροντα Δανιήλ, προκύπτουν πολλά όμοια στοιχεία στην ζωή και στο έργο τους, μέσα ασφαλώς στην διαφορότητα και ιδιαιτερότητα των χαρισμάτων με τα όποια τους προίκισε η Χάρη του Θεού: γεννήθηκαν και οί δύο το ίδιο έτος, 1846. Πατρίδες και των δυο είναι ευλογημένοι τόποι της Ανατολής, η Σηλύβρια της Θράκης του άγιου Νεκταρίου, η ξακουστή Σμύρνη, η ιστορική μητρόπολη της Μικρασίας, του Γέροντα Δανιήλ. Και οί δυο ήταν παιδιά πολύτεκνων οικογενειών. Δαψιλής παιδεία και ακαταπόνητη διά βίου μελέτη. Πτυχιούχος της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών ο άγιος Νεκτάριος, αριστούχος πτυχιούχος της περίφημης Ευαγγελικής Σχολής της Σμύρνης ο Γέροντας Δανιήλ. Στροφή προς τον μοναχισμό και την άσκηση. Σε ηλικία τριάντα ετών ο άγιος Νεκτάριος κείρεται μοναχός (1876) στην Νέα Μονή της Χίου. Ο Γέροντας Δανιήλ εκάρη μοναχός στην Ιερά Μονή Άγιου Παντελεήμονος του Αγίου Όρους σε ηλικία 20 περίπου ετών (1866). Διώξεις, θλίψεις και ταλαιπωρίες για τις όποιες έπαιρναν θάρρος από την μεγάλη ευλάβεια και αγάπη πού είχαν στο πρόσωπο της Παναγίας. Ο άγιος Νεκτάριος έτρεφε μεγάλη αγάπη προς το Άγιον Όρος. Αυτό φαίνεται και από την επιστολή του προς τον Γέροντα Δανιήλ, με την όποια του ανακοινώνει την πρόθεση του να αγοράσει κάποιο κελλί στο Άγιον Όρος, για να εγκαταστήσει αρχικά εκεί τα πνευματικά του τέκνα, πού ήθελαν να μονάσουν και στην συνέχεια, όταν απαλλαγεί από τις φροντίδες της Μονής στην Αίγινα, να μεταβαίνει και ο ίδιος στο Άγιον Όρος και να μένει για κάποιο διάστημα «πρός πνευματικήν αναψυχήν». Αυτά έγραφε το 1913. Δεκαπέντε χρόνια νωρίτερα, το 1898, είχε επισκεφθή για πρώτη και μοναδική φορά το Άγιον Όρος.
Πρώτος γράφει επιστολή ο Γέροντας Δανιήλ, απευθυνόμενος με δισταγμό και σεβασμό προς τον Μητροπολίτη Πενταπόλεως τον Μάρτιο του 1903. Στην απόφαση του να γράψει ενισχύθηκε από τον Αλέξανδρο Μωραϊτίδη, κοινό γνωστό αμφοτέρων, ο όποιος διαβεβαίωσε τον Γέροντα Δανιήλ ότι τυγχάνει ιδιαιτέρας συμπάθειας έκ μέρους του Μητροπολίτου Πενταπόλεως. Ο άγιος Νεκτάριος απήντησε αμέσως μέσα στον ίδιο μήνα, τον Μάρτιο του 1903, με μία θαυμάσια επιστολή, ένα πνευματικότατο όντως και φιλοσοφικότατο κείμενο, στο όποιο αναπτύσσει την θέση ότι οί δοκιμασίες και οί θλίψεις οφείλονται στην αγάπη του Θεού και βοηθούν να φθάσει κανείς ασφαλέστερα στην πνευματική τελείωση. Μεσολάβησε ένα μικρό διάστημα διακοπής της επικοινωνίας. Την άρχή έκανε πάλι πρώτος ο Γέροντας Δανιήλ, ο όποιος τον Δεκέμβριο του 1907 γράφει προς τον άγιο Νεκτάριο ζητώντας να του σταλούν βιβλία του και συγχαίροντας για την ίδρυση του Ιερού Φροντιστηρίου, της Ιεράς δηλαδή γυναικείας Μονής της Άγιας Τριάδος στην Αίγινα. Η επιστολή αυτή του Γέροντα Δανιήλ δεν σώζεται. Μαθαίνουμε όμως το περιεχόμενο της από το δεύτερο γράμμα του άγιου Νεκταρίου πού στέλνεται στον Γέροντα Δανιήλ τον Ιανουάριο του 1908. Σε αυτήν την επιστολή ο άγιος Νεκτάριος παρακαλεί τον Γέροντα να βοηθήσει πνευματικά τις μοναχές της Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος γράφοντας σχετικό πνευματικό έργο. Μέσα στο ίδιο έτος, τον Ιούλιο του 1908, αποστέλλει πράγματι ο Γέροντας Δανιήλ, απευθυνόμενος προς την ηγουμένη Ξένη και την αδελφότητα, τον αιτηθέντα λόγο. Αμέσως μετά την παραλαβή της ασκητικής πραγματείας του Γέροντα Δανιήλ, ο άγιος Νεκτάριος απήντησε ευχαριστώντας. Δεν σώζεται ολόκληρη αυτή η επιστολή.
Η επόμενη επικοινωνία τους γίνεται μερικά χρόνια αργότερα, τον Αύγουστο του 1913. Την πρωτοβουλία έχει τώρα ο άγιος Νεκτάριος, ο όποιος παίρνοντας θάρρος, όπως γράφει, από την αγάπη του Γέροντα Δανιήλ του αναθέτει να επιτελέσει έργο πού επιθυμούσε πολύ. Να αγοράσει δηλαδή για λογαριασμό του ένα κελλί στο Όρος. Ο Γέροντας Δανιήλ άπαντα αμέσως (Σεπτέμβριος του 1913), η απάντηση του όμως είναι αρνητική, ασφαλώς με βάση πραγματικές και αντικειμενικές δυσκολίες πού εμπόδιζαν την περίοδο εκείνη την εκπλήρωση της ωραίας και συγκινητικής πράγματι επιθυμίας του αγίου Νεκταρίου να αποκτήσει κελλί στο Άγιον Όρος για τα πνευματικά του παιδιά και τον ίδιο.
Η επόμενη, τελευταία, επικοινωνία τους έγινε με πρωτοβουλία του Γέροντα Δανιήλ, ο οποίος έστειλε ευγενή όντως επιστολή, στις 30 Σεπτεμβρίου του 1915. Σ΄ αυτήν εκφράζει την ευγνωμοσύνη του για τις ευεργεσίες προς την αδελφότητα και την λοιπή πολύτιμη σειρά των ωφελιμωτάτων συγγραμμάτων του αγίου. Απαντώντας ο άγιος Νεκτάριος στις 6 Δεκεμβρίου του 1915, ευχαριστεί για την πολλή αγάπη και την απόφασή τους «δια την εγγραφήν του ονόματος ημών εν τοις διπτύχοις του Ιερού Κελλίου ως Κτίτορος και Πατρός και Καθηγουμένου».
Οι σωζόμενες επιστολές του Γέροντα Δανιήλ προς τον άγιο Νεκτάριο, βρίσκονται στο Ησυχαστήριο της Αδελφότητας των Δανιηλαίων.
Η κοίμηση του Γέροντα
Ξέφυγαν λίγο σε μάκρος οι αποκαλυπτικές αυτές μαρτυρίες του Σκιαθίτη συγγραφέα και του μεγάλου αγίου του 20ου αιώνα, άγιου Νεκταρίου για τον Γέροντα Δανιήλ, που όμως ήταν απαραίτητες για την ορθή εκτίμηση της προσφοράς και του κύρους που απολάμβανε, ενώ ακόμη ζούσε. Μετά την εκδημία του συνειδητοποιήθηκε αμέσως το μεγάλο κενό που άφηνε, όπως φαίνεται από ενδεικτικές και πάλιν μαρτυρίες. Η Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας στο συλλυπητήριο γράμμα της προς την αδελφότητα των Δανιηλαίων έγραφε μεταξύ άλλων: «Η απώλεια του αειμνήστου Γέροντος Δανιήλ δεν είναι απώλεια μερική, αλλά γενική του ιερού ημών τόπου και ιδία της καθ΄ ημάς Ιεράς Μονής, ης απετέλει σέμνωμα και κόσμημα της περιοχής της. Εν τω προσώπω του μάκαρος Δανιήλ το Άγιον Όρος απώλεσε την τελευταίαν φυσιογνωμίαν οσιακήν της συγχρόνου Αγιορείτικης γενεάς». Ο γνωστός επίσης λόγιος Λαυριώτης μοναχός Ευλόγιος Κουρίλας, μετέπειτα μητροπολίτης Κορυτσάς, έγραφε προς την αδελφότητα μετά την είδηση του θανάτου του Γέροντα: «Ο θάνατος αυτού αφίησιν σιν των κόπων εκ της μετ΄ αυτού συναναστροφής, τώρα απωλέσαμεν και την παρηγορίαν ταύτην».
Ολίγον προ του θανάτου του, που επισυνέβη στις 8 Σεπτεμβρίου του 1929, εορτή των γενεθλίων της Θεοτόκου, βλέποντας ο Γέροντας Δανιήλ να είναι συγκεντρωμένοι γύρω του οι μοναχοί της αδελφότητας, για να πάρουν την ευλογία του και να ακούσουν τις τελευταίες του συμβουλές, είπε προφητικά και με συγκίνηση: «Ο Χριστός ν΄ ανταμείψη τους κόπους σας. Ο Θεός δεν είναι άδικος. Σεις με υπηρετήσατε. Θα στείλη λοιπόν αγγέλους να σας υπηρετήσουν. Και την καλύβην θα την μεγαλώσετε, και δυο ιερείς θα έχετε και πολλοί μοναχοί θα έρθουν». Η προφητεία αυτή εκπληρώνεται σήμερα στο έπακρο. Το ησυχαστήριο των Δανιηλαίων στα Κατουνάκια, μεγαλωμένο και φροντισμένο, δεσπόζει στην περιοχή, αναπαύει σωματικά και ψυχικά τους προσκυνητές και διακονεί τις ανάγκες των γύρω ερημιτών Πατέρων. Νέοι μοναχοί πλαισιώνουν τους παλαιότερους για να τους διακονήσουν, όταν χρειασθεί. Τρεις μάλιστα από αυτούς, υπηρετούν ως ιερείς στο θυσιαστήριο και καλύπτουν τις λατρευτικές ανάγκες της αδελφότητας. Συνεχίζουν όλοι την αυστηρή ασκητική παράδοση του Γέροντα Δανιήλ στο τυπικό των ακολουθιών και στις άλλες μοναχικές παραδόσεις. Ασκούν κατά την παράδοση την τέχνη της αγιογραφίας, που την άσκησε και την παρέδωσε ο Γέροντας Δανιήλ, πολλά εργα του οποίου σώζονται εκεί, και καλλιεργούν ιδιαίτερα την ψαλτική τέχνη, ηδύφωνοι αοιδοί των εκκλησιαστικών ύμνων.
Πηγή: Ιερομόναχου Γρηγορίου, Γέροντος Ιερού Ησυχαστηρίου Δανιηλαίων
Περιοδικό «Πεμπτουσία», του Κέντρου Ελληνικού και Ορθοδόξου Πολιτισμού
Τεύχος 13ο , Δεκέμβριος 2003 – Μάριος 2004
Από vatopaidi.wordpress.com
https://orthodoxia.online