«Καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ὃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν…·
καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐπὶ τὴν πέτραν…·
καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν μέσῳ τῶν ἀκανθῶν…·
καὶ ἕτερον ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν…» (Λουκ. 8,5-8)
Βρισκόμαστε, ἀγαπητοί μου, στὸ φθινόπωρο, στὴ μία δηλαδὴ ἀπὸ τὶς τέσσερις ἐποχὲς ποὺ διαιρεῖται τὸ ἔτος. καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν μέσῳ τῶν ἀκανθῶν…·
καὶ ἕτερον ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν…» (Λουκ. 8,5-8)
Αὐτὴ ἡ διαίρεσι τοῦ χρόνου σὲ τέσσερις ἐποχὲς εἶνε ἔργο τῆς θείας σοφίας. Φανταστῆτε νὰ εἴχαμε μόνο χειμῶνα· θὰ ἤμασταν Βόρειος πόλος.
Ἢ φανταστῆτε νὰ εἴχαμε μόνο θέρος κι ὁ ἥλιος νὰ καίῃ τὴ γῆ· θὰ ἤμασταν σὰν διακεκαυμένη ζώνη.
Ἐναλλάσσονται οἱ ἐποχές, κι αὐτὸ εἶνε μία ἀπόδειξις τῆς θεϊκῆς ἀγάπης γιὰ τὸν ἄνθρωπο.
Τὸ φθινόπωρο τὸ θερμόμετρο πέφτει, ὁ ἀέρας γίνεται ψυχρότερος, ὁ οὐρανὸς γεμίζει σύννεφα καὶ πέφτουν οἱ πρῶτες βροχές.
Αὐτὲς οἱ σταλαγματιὲς τῆς βροχῆς εἶνε εὐλογία Θεοῦ· ἀξίζουν παραπάνω κι ἀπὸ χρυσάφι.
Οἱ γεωργοὶ περιμένουν αὐτὴ τὴ βροχή· τὸ ξερὸ χῶμα ῥουφάει τὸ νερό, μαλακώνει, καὶ αὐτοὶ βγαίνουν στὰ χωράφια, σκάβουν μὲ τὰ ἀλέτρια ἢ τὰ τρακτέρ, ἀνοίγουν αὐλάκια βαθειὰ στὴ γῆ, καὶ σπέρνουν τὸ σπόρο τὸν πολύτιμο.
Ἔπειτα ἀπὸ τὸ σπόρο βγαίνουν τὰ στάχυα, ἀπὸ τὰ στάχυα γίνεται ὁ καρπὸς – τὸ σιτάρι, ἀπὸ τὸ σιτάρι τὸ ἀλεύρι, κι ἀπὸ τὸ ἀλεύρι τὸ ψωμί, τὸ τόσο ἀναγκαῖο γιὰ τὴν τροφὴ τοῦ ἀνθρώπου, ὅλου τοῦ κόσμου.
«Τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον» (Ματθ. 6,11).
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾷ ἰδιαιτέρως τὴν γεωργία καὶ εὐλογεῖ τὰ χωράφια.
Γι᾽ αὐτὸ βλέπετε συχνὰ στὴν ἐκκλησία ἀναπέμπουμε εἰδικὸ αἴτημα καὶ λέμε·
«Ὑπὲρ εὐκρασίας ἀέρων, εὐφορίας τῶν καρπῶν τῆς γῆς καὶ καιρῶν εἰρηνικῶν τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν» (θ. Λειτ. κ.ἀ.).
Τὸ φθινόπωρο λοιπόν, στὴν κατάλληλη ἐποχή, ὥρισε ἡ Ἐκκλησία μας νὰ διαβάζεται στὴ λατρεία καὶ ἡ ὡραιοτάτη παραβολὴ τοῦ Σπορέως (βλ. Λουκ. 8,4-15).
Εἶνε γνωστή. Τί μᾶς λέει;
Ἢ φανταστῆτε νὰ εἴχαμε μόνο θέρος κι ὁ ἥλιος νὰ καίῃ τὴ γῆ· θὰ ἤμασταν σὰν διακεκαυμένη ζώνη.
Ἐναλλάσσονται οἱ ἐποχές, κι αὐτὸ εἶνε μία ἀπόδειξις τῆς θεϊκῆς ἀγάπης γιὰ τὸν ἄνθρωπο.
Τὸ φθινόπωρο τὸ θερμόμετρο πέφτει, ὁ ἀέρας γίνεται ψυχρότερος, ὁ οὐρανὸς γεμίζει σύννεφα καὶ πέφτουν οἱ πρῶτες βροχές.
Αὐτὲς οἱ σταλαγματιὲς τῆς βροχῆς εἶνε εὐλογία Θεοῦ· ἀξίζουν παραπάνω κι ἀπὸ χρυσάφι.
Οἱ γεωργοὶ περιμένουν αὐτὴ τὴ βροχή· τὸ ξερὸ χῶμα ῥουφάει τὸ νερό, μαλακώνει, καὶ αὐτοὶ βγαίνουν στὰ χωράφια, σκάβουν μὲ τὰ ἀλέτρια ἢ τὰ τρακτέρ, ἀνοίγουν αὐλάκια βαθειὰ στὴ γῆ, καὶ σπέρνουν τὸ σπόρο τὸν πολύτιμο.
Ἔπειτα ἀπὸ τὸ σπόρο βγαίνουν τὰ στάχυα, ἀπὸ τὰ στάχυα γίνεται ὁ καρπὸς – τὸ σιτάρι, ἀπὸ τὸ σιτάρι τὸ ἀλεύρι, κι ἀπὸ τὸ ἀλεύρι τὸ ψωμί, τὸ τόσο ἀναγκαῖο γιὰ τὴν τροφὴ τοῦ ἀνθρώπου, ὅλου τοῦ κόσμου.
«Τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον» (Ματθ. 6,11).
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾷ ἰδιαιτέρως τὴν γεωργία καὶ εὐλογεῖ τὰ χωράφια.
Γι᾽ αὐτὸ βλέπετε συχνὰ στὴν ἐκκλησία ἀναπέμπουμε εἰδικὸ αἴτημα καὶ λέμε·
«Ὑπὲρ εὐκρασίας ἀέρων, εὐφορίας τῶν καρπῶν τῆς γῆς καὶ καιρῶν εἰρηνικῶν τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν» (θ. Λειτ. κ.ἀ.).
Τὸ φθινόπωρο λοιπόν, στὴν κατάλληλη ἐποχή, ὥρισε ἡ Ἐκκλησία μας νὰ διαβάζεται στὴ λατρεία καὶ ἡ ὡραιοτάτη παραβολὴ τοῦ Σπορέως (βλ. Λουκ. 8,4-15).
Εἶνε γνωστή. Τί μᾶς λέει;
* * *
«Ἐξῆλθεν», λέει, βγῆκε δηλαδή, κάποιος «νὰ σπείρῃ τὸν σπόρο του».
Ἕνα μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε στὸ δρόμο τὸν πατημένο· δὲν φύτρωσε, καὶ ἦρθαν «τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τὸν ἔφαγαν».
Ἄλλο μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε σὲ γῆ γεμάτη πέτρες· καὶ φύτρωσε μέν, ἀλλὰ «ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα».
Τὸ τρίτο μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε σὲ γῆ γεμάτη ἀγκάθια, ἀλλ᾽ αὐτὰ μεγάλωσαν καὶ τὸν ἔπνιξαν.
Καὶ μόνο ἕνα μέρος τοῦ σπόρου, τὸ τελευταῖο, ἔπεσε σὲ καλὸ χῶμα· αὐτὸ φύτρωσε καὶ ἔδωσε «καρπὸν ἑκατονταπλασίονα» (ἔ.ἀ.).
Αὐτὴ εἶνε ἡ παραβολή. Ποιό τὸ νόημά της;
Ἄλλα λέει ὁ Κύριος καὶ ἄλλα ἐννοεῖ.
Ποιός εἶνε ὁ σποριᾶς, αὐτὸς ποὺ βγῆκε νὰ σπείρῃ τὸν σπόρο του;
Ποιός εἶνε ὁ σπόρος; Καὶ ποιά εἶνε αὐτὰ τὰ τέσσερα ἐδάφη τῆς παραβολῆς;
Ὁ σπορεὺς αὐτὸς εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ποὺ ἦρθε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ἐδῶ στὴ γῆ.
Ὁ σπόρος ποὺ ἔσπειρε εἶνε ὄχι φυσικὸς ἀλλὰ ὑπερφυσικός, σπόρος οὐράνιος· εἶνε τὸ εὐαγγέλιό του, ἡ διδασκαλία, τὸ κήρυγμά του.
Ἔσπειρε, ἀλλὰ ὁ σπόρος του, τὸ κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου, δὲν ἔχει παντοῦ τὴν ἴδια ἀπόδοσι.
Ἀλλοῦ καρποφορεῖ, ἀλλοῦ δὲν καρποφορεῖ· γιατὶ ὅλοι ἀκοῦνε, ἀλλ᾽ ὄχι μὲ τὴν ἴδια διάθεσι.
Σύμφωνα μὲ τὴν παραβολὴ διακρίνουμε τέσσερις κατηγορίες ἀκροατῶν. 1. Ἡ πρώτη κατηγορία τῶν ἀκροατῶν εἶνε αὐτοὶ ποὺ μοιάζουν μὲ τὸ δρόμο ποὺ ἔπεσε ὁ σπόρος.
Ποιοί εἶν᾽ αὐτοί; Αὐτοὶ εἶνε τὰ ὑπερφίαλα πνεύματα, οἱ ἀλαζόνες, οἱ ὑπερήφανοι, ἄνθρωποι μὲ σκληρὴ καρδιά.
Ἀκοῦνε τὸ λόγο, μὰ δὲν δίνουν καμμιά σημασία. Καγχάζουν, κοροϊδεύουν τὸν κήρυκα τοῦ εὐαγγελίου· ἔχουν ἐγωϊσμό.
Πῆγαν στὰ σχολεῖα, ἔμαθαν μερικὰ κολλυβογράμματα, πήραν ἕνα δίπλωμα μὲ χίλια βάσανα.
Αὐτοὶ λοιπὸν ἐμπαίζουν τὰ ὅσια καὶ ἱερά. Ἄκου ἐκεῖ, σοῦ λέει, νὰ πάω ν᾽ ἀκούσω κήρυγμα ἀπ᾽ τὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας! αὐτὰ εἶνε γιὰ μικρὰ παιδιά, γιὰ γέρους καὶ γριές.
Ἐγὼ εἶμαι ἐπιστήμονας!… Τοὺς διαψεύδουν ὅμως τὰ γεγονότα· ἡ ἐπιστήμη, οἱ ἀληθινοὶ ἐπιστήμονες, αὐτοὶ ποὺ ἔκαναν τὶς ἀνακαλύψεις, πιστεύουν καὶ θαυμάζουν τὸ Χριστό. 2. Ἡ δεύτερη κατηγορία εἶνε ἐκεῖνοι ποὺ μοιάζουν μὲ γῆ πετρώδη, γεμάτη λιθάρια, ὅπου φύτρωσε μὲν ὁ σπόρος τοῦ θείου λόγου, ἀλλὰ «ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα». Ποιοί εἶν᾽ αὐτοί; Διαφέρουν ἀπὸ τοὺς πρώτους.
Αὐτοὶ ἀκοῦνε, προσέχουν, ἐνθουσιάζονται, δακρύζουν, ἀποφασίζουν ν᾽ ἀκολουθήσουν τὸ δρόμο τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τὸν ἀκολουθοῦν, ἀλλ᾽ ὄχι μέχρι τέλους. Κάπου σκανδαλίζονται, σκοντάφτουν, πέφτουν, φεύγουν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ψυχραίνονται.
Γιατί;
Ὅσο τὸ πορτοφόλι εἶνε γεμᾶτο, τὸ σπίτι καὶ ὅλα πᾶνε καλά, λένε «Δόξα σοι, ὁ Θεός»· ὅταν ἔρθῃ καμμιὰ συμφορά (ἀσθένεια, θάνατος, διωγμός, περιπέτεια, συκοφαντία), ἀρχίζει γογγυσμός·
Γιατί ὁ Θεὸς ἔστειλε σ᾽ ἐμένα τὸ κακό; ἐγὼ εἶμαι ὁ καλύτερος ἄνθρωπος· γιατί νὰ μὲ βροῦν οἱ θλίψεις;… Αὐτοὶ μοιάζουν μὲ τὴ γυναῖκα τοῦ Ἰώβ.
Ὅσο εἶχαν πλούτη, ἀπολάμβανε ὅλα τ᾽ ἀγαθά· ὅταν ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε νὰ τοὺς βροῦν δοκιμασίες, τότε σκανδαλίστηκε, ἀπογοητεύτηκε, ἀπελπίστηκε, καὶ προέτρεπε τὸν ἄντρα της· –Τί περιμένεις; βλαστήμα τὸ Θεὸ καὶ πέθανε!… Ὁ Ἰὼβ τῆς εἶπε· –Τί εἶπες, γυναίκα; τὰ καλὰ τὰ δεχτήκαμε ἀπὸ τὸ Θεό, τὰ κακὰ νὰ μὴν τὰ δεχτοῦμε; (βλ. 2,9-10).
Ὁ Ἰὼβ δὲν γόγγυσε.
Μετὰ ἀπὸ ὅλο τὸν καταιγισμὸ τῶν συμφορῶν ποὺ δέχτηκε εἶπε τὰ λόγια ἐκεῖνα ποὺ ἀκοῦμε κάθε φορὰ στὸ τέλος τῆς θείας Λειτουργίας· «Εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον ἀπὸ τοῦ νῦν καὶ ἕως τοῦ αἰῶνος» (ἔ.ἀ. 1,21 καὶ θ. Λειτ.).
Ἡ πρώτη κατηγορία εἶνε οἱ ὑπερήφανοι, ἡ δευτέρα κατηγορία εἶνε οἱ ἐπιπόλαιοι χαρακτῆρες· οἱ δειλοὶ καὶ ἄνανδροι, ποὺ ὅταν παρουσιαστοῦν δεινὰ καὶ περιπέτειες ἐγκαταλείπουν τὸ Θεὸ ὅπως ἡ γυναίκα τοῦ Ἰώβ.
3. Ἡ τρίτη κατηγορία εἶνε ἡ γῆ ἡ γεμάτη ἀγκάθια. Ποιοί εἶν᾽ αὐτοί; Αὐτοὶ ἀκοῦνε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ δὲν ἔχουν δουλέψει στὸν ἐσωτερικό τους κόσμο καὶ ἡ καρδιά τους εἶνε γεμάτη ἀγκάθια. Ποιά εἶνε τὰ ἀγκάθια; Ὄχι τὰ φυσικά, ἀλλὰ ἀγκάθια ἄλλου εἴδους, ποὺ κεντοῦν καὶ ματώνουν.
Κάθε ἄνθρωπος ἔχει μέσα του κάποιο ἀγκάθι.
Τρία εἶνε τὰ πιὸ σοβαρά.
Τὸ ἕνα εἶνε ἡ φιληδονία· τὸ νὰ θέλῃ κανεὶς τὶς ἀπολαύσεις, τὶς διασκεδάσεις, νὰ ῥουφήξῃ ὅλες τὶς ἡδονές· τὸ «Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (Ἠσ. 22,13 = Α΄ Κορ. 15,32).
Τὸ ἀγκάθι αὐτό, σὲ σύγχρονη γλῶσσα, εἶνε κυρίως τὸ σεξουαλικό.
Τὸ δεύτερο ἀγκάθι εἶνε ἡ φιλοδοξία· τὸ νὰ θέλῃ κανεὶς νὰ γίνῃ μεγάλος καὶ τρανὸς πατώντας ἀκόμη καὶ σὲ πτώματα.
Καὶ τὸ τρίτο καὶ φοβερώτερο ἀγκάθι, γιὰ τὸ ὁποῖο γίνονται μάχες καὶ πόλεμοι, εἶνε ἡ φιλαργυρία· ἡ λύσσα ν᾽ ἀποκτήσῃ κανεὶς χρήματα καὶ νὰ τὰ αὐξάνῃ συνεχῶς.
Ἄπληστο, φοβερὸ πάθος!
Αὐτὰ κεντοῦν τὸν ἄνθρωπο καὶ δὲν ἀφήνουν νὰ καρποφορήσῃ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ.
Πρώτη κατηγορία οἱ ὑπερήφανοι, δευτέρα οἱ ἐπιπόλαοι καὶ δειλοί, τρίτη οἱ φίλαυτοι (φιλήδονοι, φιλόδοξοι καὶ φιλάργυροι).
Καὶ μένει ἡ τελευταία κατηγορία. Εὔχομαι στὸ Θεὸ νὰ εἶστε ὄχι στὶς ἄλλες ἀλλὰ ὅλοι σ᾽ αὐτήν.
4. Εἶνε ἡ καλὴ γῆ.
Ὁ σπόρος ποὺ πέφτει σ᾽ αὐτὴν καρποφορεῖ. Ποιοί ἀνήκουν ἐδῶ;
Εἶνε ἐκεῖνοι ποὺ ἀκοῦνε στὴν ἐκκλησία μὲ προσοχὴ τὸ εὐαγγέλιο, τὸν ἀπόστολο, τὸ κήρυγμα, τὰ ψαλσίματα.
Πόσο λίγοι εἶνε! Αὐτοὶ δὲν μένουν ψυχροὶ κι ἀδιάφοροι. Προσεύχονται, ῥουφᾶνε τὸν θεῖο λόγο ὅπως ἡ διψασμένη γῆ, συγκινοῦνται, νιώθουν ἱερὸ ῥῖγος. Καὶ δὲν μένουν σὲ πρόσκαιρους συναισθηματισμούς, ἀλλὰ προσπαθοῦν νὰ ἐφαρμόσουν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ζήσουν τὴ χριστιανικὴ ζωή. Πόσοι εἶνε;
Ἕνας στοὺς ἑκατό; ἕνας στοὺς χίλιους;
Αὐτοὶ εἴτε ὡς ἄτομα εἴτε ὡς ὁμάδες καλλιεργοῦν τὸν ἔμπρακτο Χριστιανισμό.
Ἕνα μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε στὸ δρόμο τὸν πατημένο· δὲν φύτρωσε, καὶ ἦρθαν «τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τὸν ἔφαγαν».
Ἄλλο μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε σὲ γῆ γεμάτη πέτρες· καὶ φύτρωσε μέν, ἀλλὰ «ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα».
Τὸ τρίτο μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε σὲ γῆ γεμάτη ἀγκάθια, ἀλλ᾽ αὐτὰ μεγάλωσαν καὶ τὸν ἔπνιξαν.
Καὶ μόνο ἕνα μέρος τοῦ σπόρου, τὸ τελευταῖο, ἔπεσε σὲ καλὸ χῶμα· αὐτὸ φύτρωσε καὶ ἔδωσε «καρπὸν ἑκατονταπλασίονα» (ἔ.ἀ.).
Αὐτὴ εἶνε ἡ παραβολή. Ποιό τὸ νόημά της;
Ἄλλα λέει ὁ Κύριος καὶ ἄλλα ἐννοεῖ.
Ποιός εἶνε ὁ σποριᾶς, αὐτὸς ποὺ βγῆκε νὰ σπείρῃ τὸν σπόρο του;
Ποιός εἶνε ὁ σπόρος; Καὶ ποιά εἶνε αὐτὰ τὰ τέσσερα ἐδάφη τῆς παραβολῆς;
Ὁ σπορεὺς αὐτὸς εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ποὺ ἦρθε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ἐδῶ στὴ γῆ.
Ὁ σπόρος ποὺ ἔσπειρε εἶνε ὄχι φυσικὸς ἀλλὰ ὑπερφυσικός, σπόρος οὐράνιος· εἶνε τὸ εὐαγγέλιό του, ἡ διδασκαλία, τὸ κήρυγμά του.
Ἔσπειρε, ἀλλὰ ὁ σπόρος του, τὸ κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου, δὲν ἔχει παντοῦ τὴν ἴδια ἀπόδοσι.
Ἀλλοῦ καρποφορεῖ, ἀλλοῦ δὲν καρποφορεῖ· γιατὶ ὅλοι ἀκοῦνε, ἀλλ᾽ ὄχι μὲ τὴν ἴδια διάθεσι.
Σύμφωνα μὲ τὴν παραβολὴ διακρίνουμε τέσσερις κατηγορίες ἀκροατῶν. 1. Ἡ πρώτη κατηγορία τῶν ἀκροατῶν εἶνε αὐτοὶ ποὺ μοιάζουν μὲ τὸ δρόμο ποὺ ἔπεσε ὁ σπόρος.
Ποιοί εἶν᾽ αὐτοί; Αὐτοὶ εἶνε τὰ ὑπερφίαλα πνεύματα, οἱ ἀλαζόνες, οἱ ὑπερήφανοι, ἄνθρωποι μὲ σκληρὴ καρδιά.
Ἀκοῦνε τὸ λόγο, μὰ δὲν δίνουν καμμιά σημασία. Καγχάζουν, κοροϊδεύουν τὸν κήρυκα τοῦ εὐαγγελίου· ἔχουν ἐγωϊσμό.
Πῆγαν στὰ σχολεῖα, ἔμαθαν μερικὰ κολλυβογράμματα, πήραν ἕνα δίπλωμα μὲ χίλια βάσανα.
Αὐτοὶ λοιπὸν ἐμπαίζουν τὰ ὅσια καὶ ἱερά. Ἄκου ἐκεῖ, σοῦ λέει, νὰ πάω ν᾽ ἀκούσω κήρυγμα ἀπ᾽ τὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας! αὐτὰ εἶνε γιὰ μικρὰ παιδιά, γιὰ γέρους καὶ γριές.
Ἐγὼ εἶμαι ἐπιστήμονας!… Τοὺς διαψεύδουν ὅμως τὰ γεγονότα· ἡ ἐπιστήμη, οἱ ἀληθινοὶ ἐπιστήμονες, αὐτοὶ ποὺ ἔκαναν τὶς ἀνακαλύψεις, πιστεύουν καὶ θαυμάζουν τὸ Χριστό. 2. Ἡ δεύτερη κατηγορία εἶνε ἐκεῖνοι ποὺ μοιάζουν μὲ γῆ πετρώδη, γεμάτη λιθάρια, ὅπου φύτρωσε μὲν ὁ σπόρος τοῦ θείου λόγου, ἀλλὰ «ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα». Ποιοί εἶν᾽ αὐτοί; Διαφέρουν ἀπὸ τοὺς πρώτους.
Αὐτοὶ ἀκοῦνε, προσέχουν, ἐνθουσιάζονται, δακρύζουν, ἀποφασίζουν ν᾽ ἀκολουθήσουν τὸ δρόμο τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τὸν ἀκολουθοῦν, ἀλλ᾽ ὄχι μέχρι τέλους. Κάπου σκανδαλίζονται, σκοντάφτουν, πέφτουν, φεύγουν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ψυχραίνονται.
Γιατί;
Ὅσο τὸ πορτοφόλι εἶνε γεμᾶτο, τὸ σπίτι καὶ ὅλα πᾶνε καλά, λένε «Δόξα σοι, ὁ Θεός»· ὅταν ἔρθῃ καμμιὰ συμφορά (ἀσθένεια, θάνατος, διωγμός, περιπέτεια, συκοφαντία), ἀρχίζει γογγυσμός·
Γιατί ὁ Θεὸς ἔστειλε σ᾽ ἐμένα τὸ κακό; ἐγὼ εἶμαι ὁ καλύτερος ἄνθρωπος· γιατί νὰ μὲ βροῦν οἱ θλίψεις;… Αὐτοὶ μοιάζουν μὲ τὴ γυναῖκα τοῦ Ἰώβ.
Ὅσο εἶχαν πλούτη, ἀπολάμβανε ὅλα τ᾽ ἀγαθά· ὅταν ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε νὰ τοὺς βροῦν δοκιμασίες, τότε σκανδαλίστηκε, ἀπογοητεύτηκε, ἀπελπίστηκε, καὶ προέτρεπε τὸν ἄντρα της· –Τί περιμένεις; βλαστήμα τὸ Θεὸ καὶ πέθανε!… Ὁ Ἰὼβ τῆς εἶπε· –Τί εἶπες, γυναίκα; τὰ καλὰ τὰ δεχτήκαμε ἀπὸ τὸ Θεό, τὰ κακὰ νὰ μὴν τὰ δεχτοῦμε; (βλ. 2,9-10).
Ὁ Ἰὼβ δὲν γόγγυσε.
Μετὰ ἀπὸ ὅλο τὸν καταιγισμὸ τῶν συμφορῶν ποὺ δέχτηκε εἶπε τὰ λόγια ἐκεῖνα ποὺ ἀκοῦμε κάθε φορὰ στὸ τέλος τῆς θείας Λειτουργίας· «Εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον ἀπὸ τοῦ νῦν καὶ ἕως τοῦ αἰῶνος» (ἔ.ἀ. 1,21 καὶ θ. Λειτ.).
Ἡ πρώτη κατηγορία εἶνε οἱ ὑπερήφανοι, ἡ δευτέρα κατηγορία εἶνε οἱ ἐπιπόλαιοι χαρακτῆρες· οἱ δειλοὶ καὶ ἄνανδροι, ποὺ ὅταν παρουσιαστοῦν δεινὰ καὶ περιπέτειες ἐγκαταλείπουν τὸ Θεὸ ὅπως ἡ γυναίκα τοῦ Ἰώβ.
3. Ἡ τρίτη κατηγορία εἶνε ἡ γῆ ἡ γεμάτη ἀγκάθια. Ποιοί εἶν᾽ αὐτοί; Αὐτοὶ ἀκοῦνε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ δὲν ἔχουν δουλέψει στὸν ἐσωτερικό τους κόσμο καὶ ἡ καρδιά τους εἶνε γεμάτη ἀγκάθια. Ποιά εἶνε τὰ ἀγκάθια; Ὄχι τὰ φυσικά, ἀλλὰ ἀγκάθια ἄλλου εἴδους, ποὺ κεντοῦν καὶ ματώνουν.
Κάθε ἄνθρωπος ἔχει μέσα του κάποιο ἀγκάθι.
Τρία εἶνε τὰ πιὸ σοβαρά.
Τὸ ἕνα εἶνε ἡ φιληδονία· τὸ νὰ θέλῃ κανεὶς τὶς ἀπολαύσεις, τὶς διασκεδάσεις, νὰ ῥουφήξῃ ὅλες τὶς ἡδονές· τὸ «Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (Ἠσ. 22,13 = Α΄ Κορ. 15,32).
Τὸ ἀγκάθι αὐτό, σὲ σύγχρονη γλῶσσα, εἶνε κυρίως τὸ σεξουαλικό.
Τὸ δεύτερο ἀγκάθι εἶνε ἡ φιλοδοξία· τὸ νὰ θέλῃ κανεὶς νὰ γίνῃ μεγάλος καὶ τρανὸς πατώντας ἀκόμη καὶ σὲ πτώματα.
Καὶ τὸ τρίτο καὶ φοβερώτερο ἀγκάθι, γιὰ τὸ ὁποῖο γίνονται μάχες καὶ πόλεμοι, εἶνε ἡ φιλαργυρία· ἡ λύσσα ν᾽ ἀποκτήσῃ κανεὶς χρήματα καὶ νὰ τὰ αὐξάνῃ συνεχῶς.
Ἄπληστο, φοβερὸ πάθος!
Αὐτὰ κεντοῦν τὸν ἄνθρωπο καὶ δὲν ἀφήνουν νὰ καρποφορήσῃ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ.
Πρώτη κατηγορία οἱ ὑπερήφανοι, δευτέρα οἱ ἐπιπόλαοι καὶ δειλοί, τρίτη οἱ φίλαυτοι (φιλήδονοι, φιλόδοξοι καὶ φιλάργυροι).
Καὶ μένει ἡ τελευταία κατηγορία. Εὔχομαι στὸ Θεὸ νὰ εἶστε ὄχι στὶς ἄλλες ἀλλὰ ὅλοι σ᾽ αὐτήν.
4. Εἶνε ἡ καλὴ γῆ.
Ὁ σπόρος ποὺ πέφτει σ᾽ αὐτὴν καρποφορεῖ. Ποιοί ἀνήκουν ἐδῶ;
Εἶνε ἐκεῖνοι ποὺ ἀκοῦνε στὴν ἐκκλησία μὲ προσοχὴ τὸ εὐαγγέλιο, τὸν ἀπόστολο, τὸ κήρυγμα, τὰ ψαλσίματα.
Πόσο λίγοι εἶνε! Αὐτοὶ δὲν μένουν ψυχροὶ κι ἀδιάφοροι. Προσεύχονται, ῥουφᾶνε τὸν θεῖο λόγο ὅπως ἡ διψασμένη γῆ, συγκινοῦνται, νιώθουν ἱερὸ ῥῖγος. Καὶ δὲν μένουν σὲ πρόσκαιρους συναισθηματισμούς, ἀλλὰ προσπαθοῦν νὰ ἐφαρμόσουν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ζήσουν τὴ χριστιανικὴ ζωή. Πόσοι εἶνε;
Ἕνας στοὺς ἑκατό; ἕνας στοὺς χίλιους;
Αὐτοὶ εἴτε ὡς ἄτομα εἴτε ὡς ὁμάδες καλλιεργοῦν τὸν ἔμπρακτο Χριστιανισμό.
* * *
Ἀδελφοί μου, τελείωσα. Σᾶς ἀνέλυσα σύντομα τὴν παραβολὴ τοῦ Σπορέως καὶ κυρίως τὰ τέσσερα ψυχικὰ ἐδάφη τῶν ἀκροατῶν τοῦ θείου λόγου ποὺ κηρύττεται στὴν Ἐκκλησία.
Μὲ τὴν εἴσοδο στὸ φθινόπωρο ἀνοίγουν πάλι τὰ κατηχητικὰ σχολεῖα, ἀρχίζουν οἱ κύκλοι μελέτης τῆς ἁγίας Γραφῆς, ξεκινοῦν ἑσπερινὰ κηρύγματα καὶ θὰ διαδίδωνται κατάλληλα ἔντυπα.
Ἐφέτος λοιπόν, τώρα ποὺ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ θ᾽ ἀρχίσῃ νὰ σπέρνεται προφορικῶς καὶ γραπτῶς, θὰ σᾶς παρακαλέσω νὰ δείξετε μεγαλύτερη προθυμία.
Ἂς ζητήσουμε στὴν προσευχή μας ἀπὸ τὸν Κύριο, ἡ οὐράνια αὐτὴ σπορὰ νὰ ἐνεργήσῃ μέσα μας καὶ νὰ φέρῃ καρπό. Νὰ μὴ μείνουμε ἄκαρποι καὶ χέρσοι, γιατὶ ὁ Κύριος εἶπε· «Πᾶν δέντρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ βάλλεται» (Ματθ. 3,10).
Δέντρα καρποφόρα λοιπόν! Εἴθε ὁ Κύριος νὰ μᾶς ἀξιώσῃ διὰ τῶν πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου ὅλοι νὰ γίνουμε γῆ καρποφόρος, πρὸς δόξαν τῆς ἁγίας Τριάδος· ἀμήν.
Μὲ τὴν εἴσοδο στὸ φθινόπωρο ἀνοίγουν πάλι τὰ κατηχητικὰ σχολεῖα, ἀρχίζουν οἱ κύκλοι μελέτης τῆς ἁγίας Γραφῆς, ξεκινοῦν ἑσπερινὰ κηρύγματα καὶ θὰ διαδίδωνται κατάλληλα ἔντυπα.
Ἐφέτος λοιπόν, τώρα ποὺ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ θ᾽ ἀρχίσῃ νὰ σπέρνεται προφορικῶς καὶ γραπτῶς, θὰ σᾶς παρακαλέσω νὰ δείξετε μεγαλύτερη προθυμία.
Ἂς ζητήσουμε στὴν προσευχή μας ἀπὸ τὸν Κύριο, ἡ οὐράνια αὐτὴ σπορὰ νὰ ἐνεργήσῃ μέσα μας καὶ νὰ φέρῃ καρπό. Νὰ μὴ μείνουμε ἄκαρποι καὶ χέρσοι, γιατὶ ὁ Κύριος εἶπε· «Πᾶν δέντρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ βάλλεται» (Ματθ. 3,10).
Δέντρα καρποφόρα λοιπόν! Εἴθε ὁ Κύριος νὰ μᾶς ἀξιώσῃ διὰ τῶν πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου ὅλοι νὰ γίνουμε γῆ καρποφόρος, πρὸς δόξαν τῆς ἁγίας Τριάδος· ἀμήν.
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 12-10-1980 μὲ ἄλλο τίτλο. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 6-9-2019
http://www.augoustinos-kantiotis.gr