Ένα από τα θαύματα του κυρίου, αγαπητοί μου, είναι και το εξής:
Είναι νύχτα, περασμένα μεσάνυχτα. Σε κάποιο βουνό δυτικά της λίμνης Γεννησαρέτ έχει εγκατασταθεί ένας μυστικός ασύρματος που ενώνει τον ουρανό με τη γη, είναι η προσευχή, ηπροσευχή του Θεανθρώπου.
Ο Κύριος προσεύχεται, προσεύχεται όλη τη νύχτα. Τόση αξία δίδει στη προσευχή, ώστε και τις ώρες της αναπαύσεως θυσιάζει για να επικοινωνήσει με τον Ουράνιο Πατέρα.
Όλη η ημέρα που πέρασε με ακατάπαυστη δραστηριότητα υπερ του πλησίον, και τώρα η νύχτα τον βρίσκει γονατιστό.
Στη βαθειά νυχτερινή σιγή εκείνος προσεύχεται!
Μόνο πεπωρωμένοι από απιστία και αναίσθητοι δεν συγκοινούνται από το υπέροχο αυτό παράδειγμα.
Αλλά ενώ ο Κύριος προσεύχεται, εκεί κάτω, σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων, ένα μικρό πλοίο κινδυνεύει.
Θύελλα ταράζει τη λίμνη, κύματα πελώρια ανοίγουν τα αφρισμένα στόματά τους να το καταπιούν.
Ο Κύριος βλέπει τα κύματα, βλέπει το πλοιάριο που κινδυνεύει να ναυαγήσει, αλλά φαίνεται αδιάφορος.
Ποιοι να είναι άραγε μέσα στο πλοίο;. Είναι Γαδαρηνοί, που τον έδιωξαν από την χώρα τους; Ή Φαρισαίοι που τον μισούν τον μισούν και αύριο θα τον σταυρώσουν;
Όχι. Είναι ότι πιο αγαπητό έχει στη γη, είναι εν δυνάμει όλη η Εκκλησία που ήρθε να ιδρύσει, είναι οι 12 μαθητές του, που τους διάλεξε για να γίνουν αύριο οι κήρυκες των αληθειών του κόσμου.
Αυτοί είναι οι επιβάτες που χαροπαλεύουν τώρα στα κύματα.
Και πως δεν τρέχει να τους σώσει;
Μη προτρέχουμε στις κρίσεις μας. Μικροί εμείς, δεν βλέπουμε πέρα απ΄ τη μύτη μας.
Έχει ο Κύριος όχι λόγο αλλά λόγους βαθυτάτους, που επιτρέπει και οι πιο αγαπητοί του να πέφτουν σε κίνδυνο. Γνωρίζει, ότι τίποτ΄ άλλο δεν κάνει τον άνθρωπο να στραφεί προς τον ουρανό όσο ο κίνδυνος, ο έκτακτος, ο σφοδρός.
Όταν σείεται η γη και τρέμουν τα βουνά, όταν η θάλασσα μαίνεται με πελώρια κύματα μεταβάλλουν σε παιχνίδι και τα ισχυρότερα θωρηκτά και υπερωκεάνια, όταν τα πανίσχυρα ρεύματα της ατμόσφαιρας διαλύουν σε δευτερόλεπτα ιπτάμενους κολοσσούς, όταν…, τότε ο άνθρωπος αισθάνεται τη μικρότητά του, πέφτει στα γόνατα και δέεται «Κύριε σώσον με».
Έτσι και τώρα. Αφού ο Κύριος για λόγους υψίστης παιδαγωγικής σοφίας άφησε τους μαθητές του μόνους όλη τη νύχτα να κλυδωνίζονται, και σε μια στιγμή, από το βουνό βρίσκεται στην επιφάνεια της θάλασσας.
Περπατάει πάνω στα κύματα, πλησιάζει το πλοίο και τους φωνάζει «θαρσείτε, εγώ ειμί, μη φοβείσθε».
Ελέγχει τον Πέτρο για την ολιγοπιστία του. Διατάζει τον άνεμο να σταματήσει, και αυτός πειθαρχεί αμέσως.
Γαλήνη διαδέχεται τη τρικυμία, και «οι εν τω πλοίω ελθόντες προσεκύνησαν αυτώ λέγοντες. Αληθώς Θεού υιός ει». Θαυμαστή σωτηρία.
Αυτά διηγείται το Ευαγγέλιο. Αλλά εγώ μέσα σ΄ αυτά βλέπω, μεταξύ των άλλων, και την εικόνα της βασανισμένης πατρίδας μας.
Που είδες την Ελλάδα; Θα μου πείτε.
Το θαύμα που περιγράφει ο Ευαγγελιστής είναι ένα γεγονός, αλλά μπορεί να χρησιμεύσει και ως ζωηρή παράσταση του δράματος της ιστορίας.
Μπορούμε να δούμε το θαύμα συμβολικά. Διότι η ιστορία, η παγκόσμιος ιστορία, μοιάζει με θάλασσα.
Οι άνεμοι δεν αφήνουν τη θάλασσα να ηρεμήσει, αλλά και ποικίλες ιδέες διαφόρων εγκεφάλων δεν αφήνουν να ηρεμήσει ο κόσμος.
Συγκρούονται μεταξύ τους, προκαλούν έριδες, επαναστάσεις, μάχες πολέμους, που σαν πελώρια κύματα απλώνονται από το ένα άκρο της γης ως το άλλο, και μέσα στους κλυδωνισμούς αυτούς πέφτουν τα έθνη.
Τι θέαμα τραγικό! Κράτη και αυτοκρατορίες μοιάζουν με πλοία που υπό διάφορες σημαίες ταξιδεύουν δια μέσου των αιώνων. Φαίνεται ότι κατασκευάστηκαν για ν΄ αντέχουν σε κάθε τρικυμία. Πλέουν περήφανα, ψάλλουν εθνικά θούρια, σχίζουν τα κύματα.
Είναι κατάφορτα από ασήμι, χρυσάφι, πολύτιμους λίθους και πλήθος όπλα κρύβουν στα αμπάρια τους.
Επιστήμονες πλοίαρχοι αγρυπνούν στη γέφυρα. Αλλά ξαφνικά ένα απρόοπτο κύμα έρχεται από την άβυσσο, το χτυπάει με λύσσα και το περήφανο πλοίο καταποντίζεται αύτανδρο.
Που είναι τα πλούτη, τα όπλα και οι σοφοί κυβερνήτες; Το πλοίο εξαφανίστηκε! Έτσι έσβησαν κράτη – κολοσσοί.
Αλλά ανάμεσα στα μεγάλα πλοία να και μια βαρκούλα. Από τη γέφυρά τους οι πλοίαρχοι των πλωτών κολοσσών έλεγαν με περιφρόνηση. Βαρκούλα, που πας; Πως τολμάς και βγαίνεις στα πελάγη; Εδώ μόνο εμείς ταξιδεύουμε. Αφού όμως αποφάσισες να βγεις στην ανοιχτή θάλασσα, έλα τουλάχιστον να δεθείς δίπλα μας;
Μόνο έτσι υπάρχει ελπίδα να σωθείς……..
Αλλά η βαρκούλα δεν σκιάζεται! Συνεχίζει να ταξιδεύει μέρα νύχτα επί χιλιετίες. Πέφτει σε θύελλες και καταιγίδες. Οι εχθροί προφητεύουν πως θα χαθεί, αλλά αυτή, ενώ φαίνεται πως έχει εξαφανιστεί, ξαφνικά, ω του θαύματος! Προβάλλει λαμπρή μέσα από τους αφρούς και ενώ γύρω της επιπλέουν ναυάγια των κολοσσών, αυτή σαλπίζει διαρκώς και προχωρεί.
Έθνη και λαοί, βγείτε να την προϋπαντήσετε. Η βαρκούλα, που επί χιλιετίες πλέει ακαταπόντιστη είναι η Ελλάδα.
Να τι γράφει ένας σπουδαίος ιστορικός «Το μεγαλοπρεπές θέαμα της ιστορίας του Ελληνικού Έθνους εκτυλιχθείσης με τόσας πλουσίας και γονίμους ιστορικάς περιπετείας επί 4.000 έτη εις τον ίδιον τόπον και με πρωταγωνιστήν τον ίδιον τον λαόν, είναι αναμφισβήτήτως μοναδικόν εις την όλην ιστορίαν της ανθρωπότητος».
Η Ελλάδα συνεχίζει να ποντοπορεί. Αυτή είναι το πλοίο το «μέσον της θαλάσσης βασανιζόμενον υπό των κυμάτων» και τι κύματα δεν έπεσαν πάνω της! Κάθε επιδρομή βαρβάρων ήταν και ένα κύμα. Και αυτοί που της επιτέθηκαν εξαφανίστηκαν και τα ονόματά τους λησμονήθηκαν, βρίσκονται μόνο στα σκονισμένα χειρόγραφα της ιστορίας. Άβαροι, Κουμάτοι, Σκύθες, Ούνοι, Πετσενέγοι…., που είναι;
Ήρθε εποχή που η Ελλάδα δε φαινόταν πουθενά. Πέθανε! Έκλαιγαν οι φίλοι της. Χάθηκε! Αλάλαζαν οι εχθροί της. Αλλά ξαφνικά η Ελλάδα πρόβαλλε μέσα από τα κύματα, σαν ωραία νύφη της Μεσογείου.
Όταν το 1941 το κύμα των νεωτέρων Ούνων κατέκλυζε την Ελλάδα και στον ιστό της Ακροπόλεως κυμάτιζε η σημαία του αντιχρίστου, βόρειοι θανάσιμοι εχθροί τύπωσαν και τοιχοκόλλησαν μια εικόνα, παρίστανε ένα εύζωνο που έπεσε στο Αιγαίο, πνιγόταν και στον αφρό φαινόταν μόνο η φούντα του τσαρουχιού του. Αυτό έβλεπαν, γελούσαν και χυδαιολογούσαν. Αλλά η Ελλάδα εμφανίστηκε πάλι στο προσκήνιο. Ο εύζωνος αναδύθηκε από το βυθό, περπάτησε πάνω στα κύματα, άστραψε και βρόντησε, και οι αλεπούδες και τα τσακάλια κρύφτηκαν στις σπηλιές τους.
Δεν είναι φαντασία, είναι πραγματικότητα. Από την ψυχή των Ελλήνων αναβλύζουν αενάως δυνάμεις.
Ποιες δυνάμεις κρατούν όρθια την Ελλάδα πάνω στα ιστορικά της βράχια; Η ιστορική της θέση; Τα όπλα της; Η ανδρεία των παιδιών της; Το ένδοξο παρελθόν της; Η προστασία των συμμάχων της;
Έχουν και αυτά σημασία. Μα πάνω απ΄ όλα είναι η Δύναμη του Θεού, που δεν αφήνει το μικρό αυτό έθνος να εξαφανιστεί.
Επιτρέπει εκείνος θύελλες και καταιγίδες, για να το αναδείξει ακόμη μια φορά και να καταισχύνει όσους μισούν την αλήθεια και το φως.
Η Ελλάδα δεν θα καταστραφεί. Έχει σημαία το Σταυρό, πηδάλιο του Ευαγγέλιο, πυξίδα την αγνή συνείδηση, άγκυρα την ελπίδα, πολικό αστέρα τις θυσίες των αναρίθμητων μαρτύρων, κυβερνήτη το Χριστό.
Ο Κύριος είναι μαζί της. Όταν φαίνεται να καταποντίζεται, εκείνος εκτείνει τον βραχίονά του τον ισχυρό και μας εμψυχώνει φωνάζοντας: «Έλληνες, θαρσείτε, εγώ ειμί, μη φοβάσθε», και μας σώζει.
Μας σώζει θαυματουργικά. Όλη η ιστορία του έθνους μας είναι ένα θαύμα. «Τις Θεός μέγας ως ο Θεός ημών; Συ ει ο Θεός ο ποιών θαυμάσια (μόνος). Ο Χριστός σώζει την πατρίδα.
Αδελφοί! Το πλοίο της Ελλάδος εξακολουθεί να κλυδωνίζεται. Μέσα σ΄ αυτό είμαστε όλοι. Τέτοιες ώρες ποιος θα μείνει αναίσθητος;
Όταν το πλοίο κινδυνεύει, από τον πλοίαρχο μέχρι τον τελευταίο ναύτη όλοι αγωνίζονται για τη σωτηρία του.
Όλοι ας κοπιάσουμε, ας αγρυπνήσουμε για την πατρίδα. Ταυτοχρόνως να χρησιμοποιήσουμε τον ασύρματο της προσευχής με το σήμα «Κύριε, σώσον με!».
Ας φωνάξουμε και εμείς όπως ο Πέτρος «Κύριε, σώσε μας!» και τότε θα δούμε το θαύμα.
Ο άνεμος θα κοπάσει, τα κύματα θα σταματήσουν, η χώρα θα ειρηνεύσει, και οι αδελφωμένοι κάτω από τη σκιά του Σταυρού θα ψάλλουμε όλοι μαζί «Άσωμεν τω Κυρίω, ενδόξως γαρ δεδόξασται…..»
(+) Επίσκοπος Αυγουστίνος
Ραδιοφωνική ομιλία, από τον ραδιοφωνικό σταθμό της Λάρισας το 1949