Και πάλι αγαπητοί μου έχουμε κυριακάτικο εκκλησιασμό θεία λειτουργία και ομιλία. Τόσο στις πόλεις όσο και στα χωριά η καμπάνα χτυπά και καλεί, οι πολλοί όμως αδιαφορούν και αμελούν το ιερό καθήκον να δώσουν το παρόν. Στις πόλεις όπου οι ενορίες είναι πολυάνθρωπες η εικόνα του εκκλησιάσματος εξαπατά. Νομίζει κανείς ότι η προσέλευση είναι ικανοποιητική. Στα χωριά όμως τα πράγματα είναι δυσκολότερα, η αποχή φαίνεται.
Όσοι κατοικούν στις πόλεις ιδίως οι νέοι και τα παιδιά πρέπει να γνωρίζουν ότι πολλά μικρά και ολιγάνθρωπα σήμερα χωριά της αγαπητής μας πατρίδας είναι αρχαία, ιστορικά και ένδοξα. Δεν ήταν όπως είναι σήμερα. Πριν από μερικά χρόνια είχαν αρκετούς κατοίκους. Αλλά λόγω διάφορων ιστορικών και γεωγραφικών συνθηκών, εκείνοι σκόρπισαν σαν πουλιά στο εξωτερικό, στην Αμερική, στον Καναδά, στη Γερμανία, στην Αυστραλία και τώρα έμειναν στα χωριά πολύ λίγοι.
Αυτοί οι λίγοι άνθρωποι στάθηκαν ήρωες σε ημέρες δύσκολες ημέρες που η πατρίδα μας δοκιμαζόταν σκληρά πολέμησαν και έχυσαν το αίμα τους για να είμαστε σήμερα εμείς ελεύθεροι. Ήρωες εν καιρώ πολέμου είναι ακόμα ήρωες και εν καιρώ ειρήνης. Γιατί όλοι αυτοί, άντρες γυναίκες και παιδιά σηκώνονται από το πρωί και εργάζονται, καλλιεργούν την γη και ζυμώνουν το χώμα με τον τίμιο ιδρώτα τους. Από ‘κει τρέφεται ο κόσμος όλος από την γη. Αν οι χωρικοί μας σταματήσουν να δουλεύουν όλοι θα πεινάσουμε και θα δυστυχήσουμε.
Γι’ αυτό κ’ εγώ κάθε Κυριακή κατά κανόνα δεν μένω στην πόλη και στα μεγάλα αστικά κέντρα της περιφέρειας μου, βρίσκομαι στα χωριά και στα μικρότερα ακόμη κ’ εκεί κηρύττω και ευλογώ τον λαό. Θεωρώ χρέος μου να επισκέπτομαι τους ανθρώπους αυτούς. Χαίρω περισσότερο όταν βρίσκομαι μεταξύ των απλοϊκών και συχνά εγκαταλελειμμένων κατοίκων της υπαίθρου.
Αλλά γιατί τα λέω αυτά; Έχουμε κάποια σχέση με τη σημερινή Ευαγγελική περικοπή που ακούσαμε, Την προσέξατε;
Ακούγοντας, αγαπητοί μου το σημερινό Ευαγγέλιο, μεταφερόμαστε μακριά από τις πόλεις. Βλέπουμε μια εικόνα υπαίθρου. Βρισκόμαστε τρόπον τινά σε κατασκήνωση. Μια κατασκήνωση που δεν βάσταξε 10 – 15 ημέρες, όσο διαρκούν οι συνηθισμένες κατασκηνώσεις, αλλά βάσταξε μόνο μια μέρα.
Ήταν μάλλον μια ημερήσια εκδρομή παρά μια κατασκήνωση, αλλά ας την πούμε κατασκήνωση διότι, έως ότου όλοι εκείνοι οι άνθρωποι να πάνε εκεί και από εκεί να επιστρέψουν στα σπίτια τους, θα περάσουν βέβαια 2 – 3 μέρες.
Βλέπουμε λοιπόν μια κατασκήνωση, στην οποία φιλοξενήθηκαν όχι λίγοι άνθρωποι, 50 ή 100 ή 300 ή 1.000 άτομα, αλλά πόσα; Στη κατασκήνωση αυτή, που έγινε εκεί στην έρημο, μόνο οι άντρες ήταν 5.000, αν υπολογίσουμε τις γυναίκες και τα παιδιά, που είναι διπλάσιοι, όλοι μαζί ήταν πάνω – κάτω 15.000 άτομα.
Για φανταστείτε μια κατασκήνωση με 15.000 κόσμο!
Αυτή η κατασκήνωση, για την οποία μιλάει σήμερα το Ευαγγέλιο, και μοιάζει και διαφέρει εν συγκρίσει με τις σημερινές χριστιανικές κατασκηνώσεις, που λειτουργούν με την φροντίδα είτε των ιερών μητροπόλεων είτε εκκλησιαστικών συλλόγων και αδελφοτήτων.
Ας δούμε πρώτα που διαφέρει. Διαφέρει κατ΄ αρχήν στον αριθμό και την ηλικία των κατασκηνωτών. Σ΄ αυτή, όπως είπαμε, φιλοξενήθηκαν 15.000 άτομα κάθε ηλικίας, άντρες γυναίκες και παιδιά.
Ακόμη, ενώ οι σημερινές χριστιανικές κατασκηνώσεις γίνονται σε δροσερά εξοχικά μέρη, η κατασκήνωση αυτή έγινε σε τελείως έρημο τρόπο, αφιλόξενο και όχι ευχάριστο.
Ούτε και δέντρα ακόμη αρκετά υπήρχαν, ώστε να σταθεί αυτό το πλήθος κάτω από τη σκιά τους. Στη κατασκήνωση του σημερινού Ευαγγελίου δεν υπήρχαν εγκαταστάσεις, σπίτια – σκηνές, κουζίνες τραπεζαρίες, αμφιθέατρα, άλλοι χώροι, όπως έχουμε σήμερα.
Δεν υπήρχαν ούτε τραπέζια ούτε καθίσματα ούτε πιάτια ούτε ποτήρια ούτε μαχαιροπήρουνα, τίποτα απ΄ όλα αυτά. Κι όταν ήρθε η ώρα για φαγητό, ξάπλωναν καταγής παρέες – παρέες. Στρωσίδι και τραπεζομάντιλό τους ήταν το πράσινο, τα χορτάρια της γης. Αυτές είναι οι διαφορές.
Θα ρωτήσετε τώρα. Μα γιατί τόσες χιλιάδες άνθρωποι να σηκωθούν να φύγουν από τις πόλεις τα χωριά, να αφήσουν τις υποτυπώδεις έστω ανέσεις που είχαν στα στα σπίτια τους, και πάνε τόσο μακριά, σ΄ έναν έρημο τόπο, και να υποφέρουν τόσο; Τι άραγε να συνέβη; Έτσι εύκολα φεύγει κανείς και τραβάει μέσα στα βουνά και τα λαγκάδια και αφήνει έρημες τις πόλεις; Τι ζητούσαν αυτοί οι άνθρωποι εκεί στην έρημο;
Κάποιος ήταν εκεί. Κάποιος, που άξιζε περισσότερο απ΄ όλο τον κόσμο. Ήταν εκεί ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Αυτόν ζητούσαν κι όταν τον βρήκαν εκεί, δοκίμασαν χαρά απερίγραπτη.
Χαρά τους ήταν να μένουν κοντά στο Χριστό, να τον βλέπουν και να τον ακούνε.
Ο Χριστός είναι παραπάνω και από την μάνα και τον πατέρα και από κάθε άλλο πράγμα. Ο Χριστός είναι ύψιστο αγαθό. Είναι εκείνος που μπορεί να ικανοποιήσει τις υλικές και πνευματικές ανάγκες του ανθρώπου.
Ο Χριστός είναι το παν. Είναι το Α και Ω, είναι ο άξονας γύρο από τον οποίο στρέφεται όλη η ανθρώπινη ζωή.
Πεινάς; Ο Χριστός είναι το ψωμί «Εγώ ειμί ο ο άρτος της ζωής» είπε.
Διψάς; Ο Χριστός είναι το νερό, το δροσερό νερό που ποτίζει τις ψυχές μας.
Κρυώνεις; Ο Χριστός είναι η φωτιά που θερμαίνει.
Είσαι γυμνός; Ο Χριστός είναι η λαμπρή στολή «όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε».
Είσαι λυπημένος; Ο Χριστός είναι η χαρά.
Είσαι ορφανός; Ο Χριστός είναι ο πατέρας.
Είσαι στενοχωρημένος θλιμμένος; Ο Χριστός λέει « Εν τω κόσμω θλίψιν έξετε, αλλά θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμον».
Πλησιάζει ο θάνατος; Μη φοβάσαι λέει ο Χριστός «εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή»
Κοντά στο Χριστό λοιπόν ήταν όλος αυτός ο κόσμος. Και έμεινε ενθουσιασμένος, δεν του έκανε καρδιά να φύγει. Περάσε το μεσημέρι, το απόγευμα, βασίλευε ο ήλιος, σκοτείνιαζε, αλλά αυτοί έμεναν εκεί, κανείς δε σκεπτόταν τίποτε άλλο, τους έφτανε η χαρά και η αγαλλίαση να είναι μαζί με τον Κύριο.
Αυτό το σημείο, αγαπητοί μου, είναι εκείνο στο οποίο μοιάζει η κατασκήνωση εκείνη με τις σημερινές χριστιανικές κατασκηνώσεις.
Όπως τότε στην έρημο, που πήγαν εκείνοι οι 15.000 άνθρωποι, ήταν εκεί ο Χριστός και έφτανε ο Χριστός για όλα, έτσι και σήμερα σε κάθε ορθόδοξη εκκλησιαστική κατασκήνωση βρίσκεται ο Χριστός και καλύπτει τα πάντα.
Ο Χριστός είναι το κέντρο της συμβιώσεως. Το πρωί το μεσημέρι και το βράδυ γίνεται προσευχή στο όνομά του.
Κάθε μέρα διαβάζετε το Ευαγγέλιό του. Τακτικά διδάσκονται τα λόγια του, οι αλήθειες που απεκάλυψε, οι διδαχές που εκείνος κήρυξε.
Ύμνοι και τραγούδια δοξολογούν διαρκώς τα μεγαλεία του.
Αλλ΄ εκεί που η παρουσία του Χριστού είναι πλέον χειροπιαστή είναι όταν στην εκκλησιαστική κατασκήνωση τελείται η Θεία Λειτουργία και οι κατασκηνωτές, μετά από κατάλληλη προετοιμασία με την ειλικρινή εξομολόγηση και συγχώρεση των αμαρτιών τους, πλησιάζουν στο ποτήριο της ζωής και μετέχουν των αχράντων μυστηρίων.
Διότι δεν νοείται ορθόδοξη εκκλησιαστική κατασκήνωση χωρίς Εξομολόγηση και Θεία Κοινωνία. Και όταν οι κατασκηνωτές κοινωνούν τα Θεία Μυστήρια, είναι πλέον μέσα τους ο Χριστός.
Σε κάθε ορθόδοξη εκκλησιαστική κατασκήνωση, που είναι μια μικρή χριστιανική πολιτεία, το πολίτευμα είναι «Χριστοκρατία».
Τι θα πει «Χριστοκρατία», ό,τι θέλει ο Χριστός. Επιδίωξη όλων εκεί είναι, παντού να εφαρμόζεται το θέλημα του Χριστού μας. «Χριστοκρατία» λοιπόν στη κατασκήνωση θα πει, Χριστός στη καρδιά και τους πόθους, Χριστός στη διάνοια και τους λογισμούς, Χριστός στο στόμα και τα λόγια, Χριστός στις αισθήσεις και το σώμα, Χριστός παντού και πάντοτε.
Ο χριστός να συνοδεύει τη ζωή όχι μόνο τις λίγες ημέρες της κατασκηνωτικής περιόδου, αλλά να μην υπάρξει στο εξής ποτέ πλέον ημέρα της ζωής που ο Χριστός να μην είναι παρών.
Δεν λέω περισσότερα αγαπητοί μου. Ένα μόνο θα προσθέσω και μ΄ αυτό τελειώνω. Αλλάζοντας κάπως τον στίχο ενός μεγάλου ποιητή μας, απευθύνομαι σ΄ εσάςκαι προτρέπω:
Παιδιά της Ελλάδος, κλείστε μέσα στην καρδιά σας το Χριστό, και θα αισθανθείτε κάθε είδους μεγαλείο.
(+) Επίσκοπος Αυγουστίνος
Κυριακή Η΄ Ματθαίου (Ματθ. 14,14-22)
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία, η οποία έγινε στον Ι. Ναό Αγίου Γεωργίου Πρώτης Φλωρίνης στις 24.7.1977