(Σύντομο βιογραφικό) Ο γέρων Γεώργιος Καρσλίδης (κατά κόσμον Αθανάσιος) , γεννήθηκε στην Αργυρούπολη (Γκιουμούς Χανέ) του Πόντου το 1901 από γονείς ευσεβείς και εκοιμήθη εν Κυρίω στις 4 Νοεμβρίου 1959 στου; Ταξιάρχες ( Σίψα ) Δράμας, όπου και ετάφη. Οι ευλαβείς γονείς του πέθαναν ,όταν εκείνος ήταν σε βρεφική ηλικία , και την ανατροφή του ανέλαβε η γιαγιά του , που τον καθοδηγούσε στον δρόμο του Θεού και σε ηλικία επτά ετών τον πήγε στο Μοναστήρι της Παναγίας του Σουμελά και ο μικρός Αθανάσιος έμεινε κατάπληκτος με όσα είδε και άκουσε. Ο παππούς του, που ήταν χαλκωματάς , πήρε όλη την οικογένειά του και πήγε στα μέρη του Ερζερούμ για δουλειά και από κει στον Καύκασο. Όταν πέθανε ο παππούς του, αναγκάστηκε να μείνη με τον αδελφό του που ήταν παντρεμένος, μολονότι η νύφη δεν τον συμπαθούσε και του φέρονταν άσχημα. Πληγωμένος από αυτήν την συμπεριφορά, πήρε μια μέρα το σακκίδιό του, όπου έβαλε μέσα το θυμιατήρι και τον σταυρό του, καθώς και το πιστοποιητικό γεννήσεώς του, και έφυγε χωρίς να ξέρη, πού θα πάη. Έκανε αρκετό δρόμο μέσα στον χειμώνα και όταν βράδυασε αναγκάστηκε να χωθή στην κοιλότητα του βράχου. Την νύχτα όμως έπεσε χιόνι και σκέπασε τον βράχο. Το πρωί, ακούγοντας θόρυβο γύρω του, έβγαλε το χέρι του από το χιόνι για να ζητήση βοήθεια. Την ώρα εκείνη περνούσε από κει ένα καραβάνι και οι περαστικοί, όταν είδαν το χέρι του νεαρού παιδιού, τον έβγαλαν από το χιόνι και τον πήραν μαζί τους. Και όταν μπήκαν στην επικράτεια της Τουρκίας, τον έδωσαν σε κάποιο Τούρκο για να τον έχει βοηθό στο βόσκημα των κοπαδιών του. Ο Τούρκος όμως ήταν κρυπτοχριστιανός και Έλληνας στην καταγωγή, αλλά έκανε τον Τούρκο για να επιβιώση. Στο υπόγειο του σπιτιού που του είχε μία μικρή εκκλησία για να προσεύχεται.
Μιάν ημέρα, που βρισκόταν στην βοσκή των κοπαδιών ο Αθανάσιος, είδε τρεις άντρες να ψέλνουν πολύ ωραία και έτρεξε προς το μέρος τους. Παράτησε τα ζώα, που έβοσκε, και τους ακολούθησε. Προχώρησε λίγο μαζί τους και σε λίγο οι άντρες εξαφανίστηκαν απότομα. Τότε εκείνος άρχισε να κλαίη και γύρισε στο σπίτι του αφεντικού του, όπου του αποκάλυψε τι του συνέβη. Ο κρυπτοχριστιανός αφέντης του κατάλαβε τι είχε συμβή. Τον κατέβασε στο υπόγειο να δη όλες τις εικόνες , που είχε στην εκκλησία του. Μόλις είδε ο Αθανάσιος τους Τρείς Ιεράρχες είπε ότι αυτοί οι τρεις ήταν εκείνοι , που έψελναν στο βουνό. Ο καλόψυχος κρυπτοχριστιανός είδε ότι ο νεαρός Πόντιος έπρεπε να ακολουθήση άλλον δρόμο. Τον έστειλε στην Τυφλίδα της Γεωργίας , όπου υπήρχε η ονομαστή και πολυπρόσωπη Μονή της Ζωοδόχου Πηγής. Εκεί βρισκόταν ένας επίσκοπος γνωστός της οικογένειας Καρσλίδη και πήρε κοντά του τον Αθανάσιο και άρχισε να τον νουθετή και να τον κατηχή στα της Πίστεως. Έτσι έμαθε ο νεαρός την γεωργιανή γλώσσα , παράλληλα με την ελληνική, και την εκκλησιαστική τάξη ως την ηλικία των δεκάξι ετών. Το 1917, οπότε κείρεται μοναχός με το όνομα Γεώργιος, ξεσπά η επανάσταση των Μπολσεβίκων στην Ρωσία και αρχίζουν μεγάλες και φοβερές διώξεις κατά της Εκκλησίας. Σφάζονται οι κληρικοί, καταστρέφονται οι ναοί και καίγονται τα βιβλία στου;ς ναούς και τα μοναστήρια. Τα ίδια έγιναν και στην Μονή Ζωοδόχου Πηγής. Σκότωσαν τους περισσότερους κληρικούς και μοναχούς. Μερικοί κατάφεραν να κρυφτούν και μαζί τους και ο Γεώργιος, νεαρός μοναχός ,αλλά με ακλόνητη πίστη στον Θεόν. Όταν τους ανακάλυψαν οι Μπολσεβίκοι, τους έρριξαν σε έναν μεγάλο λάκκο να τους εκτελέσουν με τουφεκισμό. Ο π. Γεώργιος Καρσλίδης δέχτηκε μια σφαίρα στην καρδιά. Δεν τρύπησε όμως το σώμα του, διότι φορούσε το εγκόλπιον της Παναγίας. Έμεινε ανάμεσα στα πτώματα όλη την νύχτα και το πρωί ένα φορτηγό των επαναστατών μετέφερε στο νοσοκομείο εκείνους, που είχαν τραυματισθή και μαζί τους και τον π. Γεώργιον.
Ύστερα από πολλές περιπέτειες φεύγει από την Τυφλίδα και πηγαίνει στο Σοχούμ, όπου μένει ως το 1929. Τότε, μαζί με μερικούς άλλους, κατεβαίνη στην Ελλάδα ως Έλληνας , και μένει δέκα μήνες στο Κιλκίς, όπου συναντά κάποια θεία του ανάμεσα στους πρόσφυγες. Τον επόμενο χρόνο, το 1930, πηγαίνει στο χωριό Ταξιάρχες ( Σίψα ) της Δράμας. Το 1933, κατά την διανομή χωραφιών στους πρόσφυγες, του δίνουν ένα αγροτεμάχιον 5-6 στρεμμάτων. Τότε χτίζει με άλλους πρόσφυγες ένα παρεκκλήσι της Παναγίας και μαζί με έναν μικρό ξενώνα, όπου και εγκαθίσταται. Τον άλλον χρόνον, το 1934, με την βοήθεια των κατοίκων της περιοχής, χτίζει το μικρό μοναστήρι της Αναλήψεως του Σωτήρος και εκεί θα περάση την υπόλοιπη ζωή του με άσκηση και προσευχή. Το 1936 θα επισκεφθή τα Ιεροσόλυμα, όπου συναντά έναν θείο του, επίσκοπο, που έχει αποσυρθή στην Μονή του Αγίου Σάββα, έξω από τα Ιεροσόλυμα. Ο π. Γεώργιος, που έλαβε και την ιερωσύνην, μολονότι ήταν κατά κόσμον ολιγογράμματος, αλλά κατά Θεόν σοφός, υπήρξε χαρισματούχος λειτουργός του Υψίστου. Ο ιερομόναχος Γέρων Γεώργιος ήταν προορατικός , διορατικός και θαυματουργός και δεν ήταν λίγα τα θαύματα που είχε επιτελέσει όταν βρισκόταν σε αυτή την ζωή, και ευεργέτησε αμέτρητες ψυχές, που ζητούσαν την βοήθειά του. Ασκητικός, ταπεινός, θεοκίνητος έζησε βίον οσιακόν και απεχώρησε από αυτόν τον κόσμον σε ηλικία 58 ετών, αφού ταλαιπωρήθηκε σε όλη του την ζωή, αλλά και έδωσε την καλήν μαρτυρία της Πίστεως εν Κυρίω. Διότι όσοι αγαπούν αληθινά τον Χριστό μετέχουν συνεχώς στην αγιαστική χάριν του Θεού και ζουν από τώρα την ουράνια δόξα της αγάπης και της παντοδυναμίας του Θεού. Και το φως αυτής της υπερένδοξης αγάπης φώτιζε όλην την επίγεια ζωή του οσίου Γέροντος Γεωργίου Καρσλίδη. Όσιε Γέροντα Γεώργιε, πρέσβευε υπέρ όλων ημών!
