Ο Άγιος Υάκινθος καταγόταν από την Καισαρεία της Καππαδοκίας και έζησε επί αυτοκρατορίας Τραϊανού 98 - 117 μ.Χ. Ήταν άνθρωπος με εξαιρετική συμπεριφορά και διετέλεσε κουβικουλάριος του αυτοκράτορα. Διεκπεραίωνε τα καθήκοντά του μέσα στο παλάτι κατά τον καλύτερο τρόπο. Ήταν προσεκτικός και δε "μολύνθηκε" από τη χλιδή των ανακτόρων. Η ψυχή του ολόκληρη ήταν δοσμένη στο Σωτήρα Χριστό. Γι' αυτό, όταν ο αυτοκράτορας Τραϊανός διέταξε διωγμό κατά των χριστιανών, ο Άγιος Υάκινθος δε δίστασε να ομολογήσει μπροστά στον αυτοκράτορα ότι είναι χριστιανός. Ο Τραϊανός εξεπλάγη και του
είπε ότι είναι αχάριστος, για την εμπιστοσύνη και την υπόληψη που του πρόσφερε το παλάτι. Τότε ο Άγιος με ψυχική άνεση απάντησε:
«Αν η ευγνωμοσύνη είναι αρετή, βασιλιά, ποια απολογία θα μπορέσω να δώσω αρνούμενος το Σωτήρα μου Χριστό, ο Οποίος έχυσε για μένα το αίμα Του, ο Οποίος μου χάρισε την πίστη, την ελπίδα, την αγάπη, ο Οποίος μου δίνει λιμάνι στις τρικυμίες της ψυχής, παρηγοριά στη θλίψη, ασφάλεια στα κύματα, θώρακα στις δοκιμασίες; Και ο Οποίος μου επιφυλάσσει συμμετοχή αιώνια στη Βασιλεία Του και τη δόξα».
Ο αυτοκράτορας, στενοχωρημένος από τα λόγια του Αγίου Υακίνθου, διέταξε να τον φυλακίσουν χωρίς να του δίνουν καθόλου φαγητό, εκτός και αν ήθελε να φάει ειδωλόθυτα. Σαράντα μέρες πέρασε έτσι ο Άγιος Υάκινθος, χωρίς να αγγίξει τα ειδωλόθυτα.
Την 41η, όμως, παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς Λίθος ὑάκινθος, τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, ἀστράπτεις τοὶς πέρασι, ταὶς τῶν χαρίτων αὐγαίς, παμμάκαρ Ὑάκινθε, σὺ γὰρ ὁμολογία, πυρσωθεῖς εὐσέβειας, ἔλαμψας ἐν ἀθλήσει, τὴ τοῦ Λόγου μιμήσει, ἐντεῦθεν καταφαιδρύνεις, τοὺς σὲ γεραίροντας.
Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὑακίνθῳ σήμερον, ἐξ ὑακίνθων, ἀμαράντων πλέξωμεν, στέφανον πάντες οἱ πιστοί, μεγαλοφώνως κραυγάζοντες, Χαίροις μαρτύρων, τὸ κλέος Ὑάκινθε.
είπε ότι είναι αχάριστος, για την εμπιστοσύνη και την υπόληψη που του πρόσφερε το παλάτι. Τότε ο Άγιος με ψυχική άνεση απάντησε:
«Αν η ευγνωμοσύνη είναι αρετή, βασιλιά, ποια απολογία θα μπορέσω να δώσω αρνούμενος το Σωτήρα μου Χριστό, ο Οποίος έχυσε για μένα το αίμα Του, ο Οποίος μου χάρισε την πίστη, την ελπίδα, την αγάπη, ο Οποίος μου δίνει λιμάνι στις τρικυμίες της ψυχής, παρηγοριά στη θλίψη, ασφάλεια στα κύματα, θώρακα στις δοκιμασίες; Και ο Οποίος μου επιφυλάσσει συμμετοχή αιώνια στη Βασιλεία Του και τη δόξα».
Ο αυτοκράτορας, στενοχωρημένος από τα λόγια του Αγίου Υακίνθου, διέταξε να τον φυλακίσουν χωρίς να του δίνουν καθόλου φαγητό, εκτός και αν ήθελε να φάει ειδωλόθυτα. Σαράντα μέρες πέρασε έτσι ο Άγιος Υάκινθος, χωρίς να αγγίξει τα ειδωλόθυτα.
Την 41η, όμως, παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς Λίθος ὑάκινθος, τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, ἀστράπτεις τοὶς πέρασι, ταὶς τῶν χαρίτων αὐγαίς, παμμάκαρ Ὑάκινθε, σὺ γὰρ ὁμολογία, πυρσωθεῖς εὐσέβειας, ἔλαμψας ἐν ἀθλήσει, τὴ τοῦ Λόγου μιμήσει, ἐντεῦθεν καταφαιδρύνεις, τοὺς σὲ γεραίροντας.
Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὑακίνθῳ σήμερον, ἐξ ὑακίνθων, ἀμαράντων πλέξωμεν, στέφανον πάντες οἱ πιστοί, μεγαλοφώνως κραυγάζοντες, Χαίροις μαρτύρων, τὸ κλέος Ὑάκινθε.