(ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ 318 ΘΕΟΦΟΡΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ ΕΝ ΝΙΚΑΙΑ Α’ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ) (Ἰω. ιζ΄ 1-13). Κήρυγμα επί του Ευαγγελίου
Ἕνα ἐρώτημα θὰ μπορούσαμε νὰ θέσουμε σήμερα στὴν ἑορτὴ τῶν Θεοφόρων
Πατέρων τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, γιὰ τὸ πῶς στερεώθηκε ἡ ἀληθινὴ
πίστη στὸ Χριστό. Καὶ θὰ παίρναμε τὴν ἀπάντηση, πὼς ἡ ἀληθινὴ πίστη
στερεώθηκε μὲ τὸ αἷμα τῶν ἀναρίθμητων Μαρτύρων· μὲ τὴ διδασκαλία τῶν
Θεοφόρων Πατέρων καὶ μὲ τὶς ἀδιάλειπτες προσευχὲς τῶν Ἀσκητῶν τῆς
Ἐκκλησίας μας.
Ὅλοι
ἐκείνοι οἱ ἅγιοι ἄνθρωποι μὲ τὸν ὁσιακὸ βίο τους, ἔβαλαν τὴν σφραγίδα
τους στὴν πορεία τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν κατάκτηση τῆς ἀληθινῆς πίστεως.
Γι’ ἀυτὸ εὐγνωμονοῦσα ἡ Ἐκκλησία, τοὺς τιμάει καὶ καυχᾶται γι’ αὐτούς.
Ἀφοῦ πρῶτος ὁ Χριστὸς τοὺς τίμησε καὶ τοὺς στεφάνωσε μὲ τὸ στεφάνι τῆς
δόξης γιὰ τὴν μαρτυρία καὶ τὴν ὁμολογία τους.
Μὰ
καὶ ἐμεῖς καθημερινὰ τοὺς τιμοῦμε καὶ τοὺς ἑορτάζουμε μὲ ἑορτὲς καὶ
πανηγύρια καὶ ἐπιθυμοῦμε νὰ εἶναι συνεχῶς μαζί μας. Νὰ εἶναι οἱ φίλοι,
οἱ σύντροφοι καὶ οἱ συνοδοιπόροι στὸν ἀγώνα μας γιὰ τὴν ἀληθινὴ πίστη.
Ὡς φίλοι δὲ τοῦ Χριστοῦ οἱ Ἅγιοι ἐπιθυμοῦμε νὰ εἶναι καὶ φίλοι δικοί
μας, ἀφοῦ καὶ ἐμεῖς εἴμαστε φίλοι Του.
Οἱ Ἅγιοι κατανόησαν ὀρθῶς τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ καὶ ἔτσι τὸν ἑρμήνευσαν.
Βίωσαν
αὐτὲς τὶς οὐράνιες ἀλήθειες καὶ ἡ ἁγία ζωή τους ἐπιβεβαίωσε καθημερινὰ
τὴν ἀληθινὴ πίστη τους. Τέλος οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας σφράγισαν μὲ τὸ
αἷμα τους, τὴ θυσία τους, τὰ μαρτύρια καὶ τὸ θάνατο, τὶς ἀλήθειες τοῦ
λόγου τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ
Ἐκκλησία μας ὡς κιβωτὸς τῆς ἀληθείας, εἶναι συνεπῶς καὶ ἡ κιβωτὸς τῆς
σωτηρίας μας. Γιατὶ ἐκεῖ μέσα ὅλοι μας σωζόμαστε, ὅπως ἔγινε τότε μὲ τὴν
κιβωτὸ τοῦ Νῶε. Περισσότερο ὅμως στοὺς δύσκολους καὶ κατακλυσμιαίους
ἀπὸ τὴν κακότητα, τὴ διαφθορὰ καὶ τὴν ἁμαρτία, καιρούς μας, ὀφείλουμε νὰ
ζοῦμε μέσα στὸ πνευματικὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ ὑπακούουμε στὸ λόγο
της. Ὅσοι βρίσκονται μέσα, σώζονται· ὅσοι εἶναι ἀπ’ ἔξω, πᾶνε χαμένοι.
Μὰ
λέγοντας πὼς ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε μέσα στὴν Ἐκκλησία μας,νὰ διατηροῦμε
ἀκέραιη τὴν Ὀρθοδοξία καὶ νὰ διαφυλάσσουμε τὴν πίστη μας, τὶ ἆρα γε
ἐννοοῦμε; Τὶ θέλουμε νὰ ποῦμε;
Θέλουμε
νὰ ποῦμε καὶ νὰ ὑπογραμμίσουμε πὼς ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ
ὀφείλουμε «νὰ ’χουμε ἀνάμεσά μας ἀγάπη, ἐκείνη τὴν ἀγάπη ποὺ μᾶς
διδάσκει ὁ Χριστός.
Νὰ μὴ λείπουμε ἀπὸ τὴ θεία Λειτουργία καὶ νὰ ’χουμε σεβασμὸ καὶ ὑπακοὴ στοὺς ἱερεῖς μας. Νὰ ἐξομολογούμαστε καὶ νὰ κοινωνοῦμε.
Νὰ μὴν πειράζουμε ξένο πρᾶγμα, νὰ μὴν ζημιώνουμε τὸ γείτονά μας.
Νὰ
μὴν κακολογοῦμε τοὺς συνανθρώπους μας, ποὺ εἶναι ἀδελφοί μας καὶ νὰ μὴ
βλασφημοῦμε τὸ Θεό, ποὺ εἶναι ὁ στοργικὸς καὶ πολυεύσπλαγχνος πατέρας
μας».
Μ᾿
ὅλα αὐτά τὰ μικρὰ καὶ καθημερινὰ πράγματα κερδίζουμε τὴ βασιλεία τοῦ
Χριστοῦ. Καὶ μ᾿ αὐτά τὰ ἁπλᾶ λέμε ὅτι βρισκόμαστε μέσα στὸν πνευματικὸ
χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Τότε εἴμαστε οἱ πραγματικοὶ ἀδελφοὶ τοῦ Χριστοῦ κι
Αὐτὸς θὰ μένει γιὰ πάντα μαζί μας.
Ἐπειδὴ
δὲ ἐπιθυμοῦμε νὰ εἴμαστε μὲ τὸν Χριστό, γι᾿ αὐτὸ ἐπιδιώκουμε νὰ εἴμαστε
μέσα στὴν Ἐκκλησία Του. Καὶ δὲν ἐπιθυμοῦμε νὰ μένουμε ἐκτὸς τῆς
Ἐκκλησίας, γιατὶ τότε ἀσφαλῶς θὰ εἴμαστε μὲ τὸ διάβολο.
Ἀδελφοί
μου, ἔγνοια μας πάντα πρέπει νὰ εἶναι, νὰ εἴμαστε μέσα στὸν πνευματικὸ
χῶρο τῆς Ἐκκλησίας γιὰ νὰ διασφαλίζουμε τὴ σωτηρία τῆς ὑπάρξεώς μας. Καί
τοῦτο ἀκριβῶς νὰ εἶναι τὸ συνεχὲς αἴτημα τῆς προσευχῆς μας πρὸς τὸ
Χριστό.
Καὶ ἐὰν ἐπιθυμοῦμε νὰ ἑορτάζουμε καὶ νὰ τιμοῦμε τοὺς θεοφόρους Πατέρες,
ποὺ ἀγωνίσθηκαν γιὰ τὴν ὀρθὴ καὶ ἀληθινὴ πίστη, ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε
πιστὰ τέκνα τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὅπως ἐκεῖνοι, διέμειναν στὸ χῶρο τῆς
Ἐκκλησίας, βίωσαν τὴν κοινωνία τῆς ἀγάπης της καὶ ἀγωνίσθηκαν γιὰ τὴν
ἑνότητά της.
Εἰδεμή,
ἀγνοώντας ἐτούτη τὴν πραγματικότητα, κινδυνεύουμε νὰ μοιάσουμε τοῦ
Ἰούδα, ποὺ ξέκοψε ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ Τὸν πρόδωσε· ἔτσι δὲ ἀπωλέσθηκε.
Μιὰ τέτοια ὅμως πορεία θὰ εἶναι τὸ δρᾶμα μας· δὲν πρέπει νὰ τὸ
ἐπιτρέψουμε γιατὶ δὲν μᾶς ἀξίζει.