Αδελφοί, καλεί σήμερα τη γλώσσα μας για εγκωμιασμό το πανηγύρι της Παρθένου Μαρίας. Και η γιορτή αυτή προξενεί ωφελεία στους
συγκεντρωμένους, και πολύ εύλογα, διότι έχει για υπόθεσή της την
αγνότητα, και η Παρθένος Μαρία που γιορτάζει είναι το καύχημα όλων των
γυναικών και η δόξα, γιατί είναι και Μητέρα και Παρθένος. Πολύ αγαπητή
και εξαίσια είναι αυτή η σύναξη. Γιατί η ξηρά κι’ η θάλασσα φέρνουν δώρα
στην Παρθένο. Η μεν θάλασσα γαλήνια απλώνει την πλάτη της στα πλοία, η
δε ξηρά δεν φέρνει κανένα εμπόδιο στα βήματα των πεζοπόρων.
Ας σκιρτά η φύση, κι’ ας αγάλλεται το ανθρώπινο γένος, διότι τιμώνται οι γυναίκες. Ας χορεύει η ανθρωπότητα, γιατί δοξάζονται οι
Παρθένες. Διότι «όπου πολλαπλασιάσθηκε η αμαρτία, εκεί ξεχείλισε η χάρη».
Μας κάλεσε όλους μαζί εδώ, η αγία Θεοτόκος και Παρθένος Μαρία, το αμόλυντο κειμήλιο της παρθενίας, ο λογικός παράδεισος του δευτέρου Αδάμ -του Χριστού-, το εργαστήριο όπου ενώθηκαν οι δύο φύσεις -η θεία και η ανθρώπινη-, το πανηγύρι της συναλλαγής που έφερε τη σωτηρία, ο νυφικός θάλαμος, στον οποίο ο Λόγος του Θεού νυμφεύθηκε την ανθρώπινη σάρκα, η ζωντανή βάτος της ανθρώπινης φύσεως, την οποία δεν κατέκαυσε η φωτιά του θείου τοκετού, η πραγματική ελαφριά νεφέλη που βάσταξε με σώμα Αυτόν που κάθεται επάνω στα Χερουβίμ, το καθαρότατο ποκάρι του μαλλιού που κράτησε την ουράνια βροχή, απ’ το οποίο ο ποιμένας ντύθηκε το πρόβατο. Η Μαρία, η δούλη και Μητέρα, η Παρθένος και ουρανός, η μόνη γέφυρα του Θεού προς τους ανθρώπους, ο φοβερός αργαλειός του έργου της σωτηρίας, στον οποίο υφάνθηκε με ανέκφραστο τρόπο, ο χιτώνας της ενώσεως, στον οποίο υφαντουργός μεν είναι το Άγιο Πνεύμα και υφάντρια η δύναμη που επισκίασε από τα ύψη, μαλλί πάλι το παλαιό δέρμα του Αδάμ, υφάδι η αμόλυντη σάρκα της Παρθένου, σαΐτα η αμέτρητη χάρη του Χριστού που φόρεσε τη σάρκα και τεχνίτης ο Λόγος που δια της ακοής εισήλθε μέσα στην Παρθένο. Ποιός είδε, ποιός άκουσε, ότι ο Θεός με απερίγραπτο τρόπο κατοίκησε σε μήτρα, και Εκείνον που ο ουρανός δεν τον χωρεί, η κοιλιά δεν Τον στενοχωρεί;
Ας σκιρτά η φύση, κι’ ας αγάλλεται το ανθρώπινο γένος, διότι τιμώνται οι γυναίκες. Ας χορεύει η ανθρωπότητα, γιατί δοξάζονται οι
Παρθένες. Διότι «όπου πολλαπλασιάσθηκε η αμαρτία, εκεί ξεχείλισε η χάρη».
Μας κάλεσε όλους μαζί εδώ, η αγία Θεοτόκος και Παρθένος Μαρία, το αμόλυντο κειμήλιο της παρθενίας, ο λογικός παράδεισος του δευτέρου Αδάμ -του Χριστού-, το εργαστήριο όπου ενώθηκαν οι δύο φύσεις -η θεία και η ανθρώπινη-, το πανηγύρι της συναλλαγής που έφερε τη σωτηρία, ο νυφικός θάλαμος, στον οποίο ο Λόγος του Θεού νυμφεύθηκε την ανθρώπινη σάρκα, η ζωντανή βάτος της ανθρώπινης φύσεως, την οποία δεν κατέκαυσε η φωτιά του θείου τοκετού, η πραγματική ελαφριά νεφέλη που βάσταξε με σώμα Αυτόν που κάθεται επάνω στα Χερουβίμ, το καθαρότατο ποκάρι του μαλλιού που κράτησε την ουράνια βροχή, απ’ το οποίο ο ποιμένας ντύθηκε το πρόβατο. Η Μαρία, η δούλη και Μητέρα, η Παρθένος και ουρανός, η μόνη γέφυρα του Θεού προς τους ανθρώπους, ο φοβερός αργαλειός του έργου της σωτηρίας, στον οποίο υφάνθηκε με ανέκφραστο τρόπο, ο χιτώνας της ενώσεως, στον οποίο υφαντουργός μεν είναι το Άγιο Πνεύμα και υφάντρια η δύναμη που επισκίασε από τα ύψη, μαλλί πάλι το παλαιό δέρμα του Αδάμ, υφάδι η αμόλυντη σάρκα της Παρθένου, σαΐτα η αμέτρητη χάρη του Χριστού που φόρεσε τη σάρκα και τεχνίτης ο Λόγος που δια της ακοής εισήλθε μέσα στην Παρθένο. Ποιός είδε, ποιός άκουσε, ότι ο Θεός με απερίγραπτο τρόπο κατοίκησε σε μήτρα, και Εκείνον που ο ουρανός δεν τον χωρεί, η κοιλιά δεν Τον στενοχωρεί;
Όμως γεννήθηκε από γυναίκα, όχι μόνο Θεός, ούτε μόνο άνθρωπος. Κι’
Αυτός που γεννήθηκε, ανέδειξε την παλιά πόρτα της αμαρτίας, σε πύλη της
σωτηρίας. Διότι, όπου το φίδι μέσω της παρακοής έριξε το δηλητήριο, από
εκεί μπαίνοντας ο Λόγος του Θεού με την υπακοή, έπλασε τον ζωντανό Του
ναό. Από όπου προέκυψε ο πρώτος Κάιν της αμαρτίας, από εκεί βλάστησε
χωρίς σπορά ο λυτρωτής του γένους, ο Χριστός. Δεν το θεώρησε ντροπή ο
φιλάνθρωπος το να γεννηθεί από γυναίκα, γιατί επρόκειτο για τη ζωή των
ανθρώπων. Δεν μολύνθηκε με το να κατοικήσει σε μήτρα την οποία ο Ίδιος
δεν θεώρησε υβριστικό να δημιουργήσει. Εάν η Μητέρα δεν έμενε Παρθένος,
Αυτός που γεννήθηκε θα ήταν μόνο άνθρωπος και δεν θα ήταν παράδοξος ο
τοκετός. Εφόσον όμως μετά τον τοκετό έμεινε Παρθένος, πώς Αυτός που
γεννήθηκε δεν είναι Θεός, και το Μυστήριο ανέκφραστο; Εκείνος γεννήθηκε
απερίγραπτος, ο Οποίος -μετά την ανάστασή Του- χωρίς εμπόδια μπήκε όταν
οι πόρτες ήταν κλεισμένες, και του Οποίου την ένωση των φύσεων βλέποντας
ο Θωμάς κραύγασε: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου» .
Μη θεωρήσεις ντροπή τον τοκετό, άνθρωπε, γιατί αυτός έγινε για εμάς
αφορμή σωτηρίας. Διότι εάν ο Χριστός δεν γεννιόταν από γυναίκα, δεν θα
πέθαινε. Και εάν δεν πέθαινε, δεν θα καταργούσε με το θάνατό Του «αυτόν
που είχε την εξουσία του θανάτου, δηλαδή τον διάβολο ». Δεν είναι
υβριστικό για τον αρχιτέκτονα να μείνει στο οίκημα, που ο ίδιος
οικοδόμησε. Δεν μολύνει ο πηλός τον αγγειοπλάστη, όταν ανακαινίζει το
σκεύος που έπλασε. Έτσι δεν μολύνει τον άχραντο Θεό το να γεννηθεί από
παρθενική κοιλιά. Διότι, εάν δεν μολύνθηκε όταν την έπλαθε, δεν
μολύνθηκε και όταν γεννήθηκε από αυτήν.
Ω κοιλιά, μέσα στην οποία συντάχθηκε το συμβόλαιο της ελευθερίας μας!
Ω κοιλιά, μέσα στην οποία κατασκευάστηκε το εναντίον του διαβόλου όπλο!
Ω γη στην οποία, χωρίς σπορά έκανε να βλαστήσει το σιτάρι ο γεωργός της
φύσεως! Ω ναέ, μέσα στον οποίο ο Θεός έγινε ιερέας, όχι μεταβάλλοντας
τη φύση, αλλά με το να ντυθεί από ευσπλαχνία αυτόν, που ήταν κατά την
τάξη Μελχισεδέκ. «Ο Λόγος του Θεού σαρκώθηκε» έστω κι’ αν απιστούν οι
Ιουδαίοι. Ο Θεός φόρεσε μορφή ανθρώπου πραγματικά, έστω κι’ αν
διακωμωδούν το θαύμα οι ειδωλολάτρες. Γι’ αυτό και φώναζε ο Παύλος: «Για
τους Ιουδαίους είναι σκάνδαλο και ανοησία για τους Έλληνες». Δεν
γνώρισαν τη δύναμη του μυστηρίου, επειδή το θαύμα είναι ανώτερο από το
λογικό του ανθρώπου. «Διότι εάν το γνώριζαν, δεν θα σταύρωναν τον Κύριο
της δόξης». Εάν ο Λόγος του Θεοί δεν κατοικούσε στην κοιλιά, δεν θα
καθόταν η ανθρώπινη σάρκα επάνω στον άγιο θρόνο . Εάν για τον Θεό είναι
υβριστικό να έλθει στη μήτρα την οποία έπλασε, είναι επομένως υβριστικό
και να υπηρετεί τους ανθρώπους. Και εάν είναι για τον Θεό υβριστικό το
να υπηρετεί τους ανθρώπους, δεν θα γινόταν για εμάς φτωχός Αυτός που
ήταν πλούσιος
Αν και από τη φύση είναι απαθής, έγινε από ευσπλαχνία πολυπαθής. Ο
Χριστός δεν έγινε προοδευτικά Θεός. Μη γένοιτο! Αλλά αν και είναι Θεός,
από ευσπλαχνία έγινε άνθρωπος, όπως πιστεύουμε. Δεν κηρύττουμε άνθρωπο
που αποθεώθηκε, αλλά ομολογούμε Θεό που σαρκώθηκε. Μητέρα Του έκανε τη
δούλη Του , Αυτός που στην ουσία Του -ως Θεός- είναι χωρίς μητέρα, και
κατ’ οικονομία επάνω στη γη -ως άνθρωπος- χωρίς πατέρα. Διότι πώς ο
Ίδιος από τον Παύλο λέγεται «απάτωρ και αμήτωρ» Εάν ήταν μόνο άνθρωπος
δεν θα ήταν χωρίς μητέρα, διότι έχει μητέρα. Εάν ήταν μόνο Θεός, δεν θα
ήταν χωρίς πατέρα, διότι έχει Πατέρα. Τώρα όμως ο Ίδιος είναι μεν χωρίς
μητέρα, ως δημιουργός, και χωρίς πατέρα ως άνθρωπος.
Σεβάσου, τουλάχιστον, άνθρωπέ μου, το όνομα του Αρχαγγέλου. Διότι
αυτός που έφερε την καλή αγγελία στη Μαρία λεγόταν Γαβριήλ. Και τί
σημαίνει Γαβριήλ; Μάθε ακούοντας, ότι σημαίνει «Θεός και άνθρωπος».
Εφόσον Εκείνος του Οποίου ευαγγελίστηκε τη γέννηση, είναι Θεός και
άνθρωπος, το όνομα πρόλαβε το θαύμα, για να βεβαιώσει το σχέδιο της
σωτηρίας. Μάθε πρώτα το σχέδιο της σωτηρίας και την αιτία της παρουσίας
Του, και τότε δόξασε τη δύναμη του Χριστού που σαρκώθηκε, επειδή το
ανθρώπινο γένος χρεωστούσε πολλά από τις αμαρτίες, και δεν ήξερε πώς να
εξοφλήσει το χρέος, διότι δια του Αδάμ όλοι υπογράψαμε γραμμάτιο προς
την αμαρτία. Μας είχε δούλους ο διάβολος και περιέφερε τα χρέη μας
χρησιμοποιώντας αντί για χαρτί το πολυπαθές σώμα μας. Είχε σταθεί ο
κακός πλαστογράφος των παθών, δείχνοντας απειλητικά το χρέος μας, και
απαιτώντας την καταδίκη μας. Έπρεπε, λοιπόν, να συμβεί ένα από τα δύο. Ή
όλοι να οδηγηθούν στον καταδικαστικό θάνατο, επειδή και όλοι αμάρτησαν,
ή να δοθεί τέτοια πληρωμή για αντίκρυσμα, ώστε να δίνει αυτό το
δικαίωμα της απαλλαγής από κάθε χρέος. Άνθρωπος μεν, λοιπόν, να σώσει
αυτή την κατάσταση δεν μπορούσε, διότι είχε κι’ αυτός επάνω του το χρέος
της αμαρτίας. Και Άγγελος δεν είχε τη δύναμη να εξαγοράσει την
ανθρωπότητα, γιατί δεν είχε ένα τέτοιο λύτρο. Έπρεπε, λοιπόν, να πεθάνει
για χάρη των αμαρτωλών ο αναμάρτητος Θεός, διότι απέμενε μόνον αυτή η
λύση του κακού.
Τί έγινε, λοιπόν; Αυτός που εκ του μηδενός έδωσε ύπαρξη σ’ όλα τα
δημιουργήματα, Αυτός που δεν στερείται τα όσα θέλει να δώσει, βρήκε
ασφαλέστατη ζωή για τους κατάδικους, και ευπρεπέστατη ελευθερία από το
θάνατο. Και γίνεται άνθρωπος από την Παρθένο, όπως Αυτός γνωρίζει -διότι
το θαύμα δεν μπορεί να το εξηγήσει λόγος- και πεθαίνει -κατά την
ανθρώπινη φύση-, που προσέλαβε. Και ό,τι υπήρχε, δηλαδή η Θεότητα,
απελευθερώνει τον άνθρωπο σύμφωνα με τον Παύλο που λέει: «Μας λύτρωσε με
το αίμα του Χριστού, συγχώρεσε τις αμαρτίες μας», Ω τι μεγάλα γεγονότα!
Για χάρη άλλων διαπραγματεύθηκε την αθανασία, διότι Αυτός ήταν
αθάνατος. Άλλος μ’ αυτές τις ιδιότητες και το έργο ούτε υπάρχει, ούτε
υπήρχε, ούτε θα υπάρξει ποτέ, παρά μόνον ο Θεός και άνθρωπος, που
γεννήθηκε από Παρθένο. Αυτό, είχε αξία όχι μόνο ίση προς τον μεγάλο
αριθμό των καταδίκων –ανθρώπων-, αλλά και τον ξεπερνούσε πάρα πολύ. Με
το να είναι δημιουργός έχει παντοδυναμία. Με το να είναι φιλεύσπλαχνος
φανέρωσε την ανυπέρβλητη συμπάθειά Του. Με το να είναι αρχιερέας, είναι
αξιόπιστος για να παρουσιάζεται στο πατέρα Του ως μεσίτης μας. Σ’ όλα
αυτά τίποτε δεν μπορεί να βρει κανείς ποτέ ίσο, ή παραπλήσιο, που να τα
ισοφαρίσει. Βλέπε τη φιλανθρωπία Του. Με το να καταδικασθεί με τη θέλησή
Του, ακύρωσε την εναντίον των σταυρωτών Του καταδίκη, και μετέτρεψε την
ανομία των φονέων Του, σε σωτηρία αυτών που ανόμησαν.
Η σωτηρία, λοιπόν, δεν ήταν έργο ενός απλού ανθρώπου, γιατί κι’ αυτός
είχε ανάγκη από σωτήρα όπως λέει ο Παύλος! «Όλοι αμάρτησαν και
στερούνται τη δόξα του Θεού» και τα λοιπά. Επειδή, λοιπόν, η αμαρτία
οδηγούσε στο διάβολο τον αμαρτωλό, και ο διάβολος τον παρέπεμπε στο
θάνατο, επομένως η κατάστασή μας εξωθούνταν προς μέγιστο κίνδυνο, και
ήταν αδύνατη η απαλλαγή μας από το θάνατο. Οι απεσταλμένοι προφήτες ως
γιατροί το διαπίστωναν αυτό. Τί έγινε λοιπόν; Όταν είδαν οι προφήτες ότι
το τραύμα ήταν μεγαλύτερο από κάθε ανθρώπινη τέχνη, έκραξαν προς το
γιατρό που κατοικούσε στον ουρανό. Και ο μεν ένας έλεγε: «Γείρε τους
ουρανούς και κατέβα». Άλλος έλεγε! «θεράπευσε με, Κύριε, και θα
θεραπευθώ». Άλλος! «Χρησιμοποίησε τη δύναμη Σου και έλα να μας σώσεις».
Άλλος! «Πραγματικά, θα κατοικήσει ο Θεός μαζί με τους ανθρώπους;».
Άλλος! «Γρήγορα ας μας προλάβει η ευσπλαχνία Σου, Κύριε, γιατί φτωχύναμε
πολύ». Άλλος! «Αλλοίμονο χάθηκε κάθε ευλαβής από τη γη, και δεν υπάρχει
άνθρωπος να κατορθώνει την αρετή». Άλλος!«Θεέ, πρόσεξε πως χρειάζομαι
βοήθεια και τρέξε να με βοηθήσεις». Άλλος! «Γρήγορα θα έρθει ο ερχόμενος
και δεν θα αργήσει». Άλλος! «Πλανήθηκα σαν το χαμένο πρόβατο, αναζήτησε
τον δούλο σου» που ελπίζει σ’ εσένα. Δεν παρέβλεψε, λοιπόν, την
ανθρώπινη φύση να τυραννιέται για πολύ, Αυτός που είναι από τη φύση Του
βασιλιάς. Δεν την άφησε ο εύσπλαχνος Θεός μέχρι το τέλος εκτεθειμένη στο
διάβολο, αλλά ήλθε Αυτός που είναι πάντοτε παρών, και έδωσε λύτρο για
μας το αίμα Του. Και έδωσε υπέρ του γένους μας στο θάνατο, εκείνη τη
σάρκα που τη φόρεσε από την Παρθένο. Και εξαγόρασε το κόσμο από την
κατάρα του νόμου, καταργώντας με τον θάνατό Του το θάνατο. Και φωνάζει ο
Παύλος γι’ αυτό: «Ο Χριστός μας εξαγόρασε από την κατάρα του νόμου».
Δεν είναι, λοιπόν, απλός άνθρωπος, Ιουδαίε, Αυτός που μας εξαγόρασε,
διότι ολόκληρη η ανθρώπινη φύση είχε υποδουλωθεί στην αμαρτία. Αλλά ούτε
ήταν Θεός, χωρίς την ανθρωπότητα. Διότι είχε σώμα, Μανιχαίε. Αν δεν με
ντυνόταν, δεν θα με έσωζε. Αλλά, μέσα στην κοιλιά της Παρθένου, ντύθηκε
τον κατάδικο Αυτός που άλλοτε έβγαλε την εναντίον του απόφαση. Και εκεί
έγινε η φοβερή συναλλαγή, γιατί δίνοντας πνεύμα, έλαβε σάρκα. Ο Ίδιος
που ήταν με την Παρθένο ήταν Αυτός που βγήκε από την Παρθένο. Διότι ο
Ίδιος και την επισκίασε και σαρκώθηκε από αυτή. Εάν ήταν άλλος ο Χριστός
και άλλος ο Θεός Λόγος, δεν είναι Τριάδα, η Αγία Τριάδα, αλλά, σύμφωνα
μ’ εσένα, αιρετικέ, είναι τετράδα. Μη σχίσεις τον χιτώνα της σωτηρίας
που υφάνθηκε στον ουρανό. Μη γίνεις μαθητής του Αρείου. Διότι εκείνος
ασεβώντας χωρίζει την ουσία. Εσύ μη χωρίζεις την ένωση -των δύο φύσεων-
για να μη χωρισθείς από το Θεό. Πες μου: Ποιός είναι εκείνος που φώτισε
όσους κάθονταν στο σκοτάδι και στη σκιά του θανάτου; Άνθρωπος; Και πώς
μπορούσε -να το κάνει αυτό- ζώντας ο ίδιος μέσα στο σκοτάδι, όπως λέει ο
Παύλος: «Ο οποίος μας γλύτωσε από την εξουσία του σκότους;» «Είμασταν
κάποτε σκοτάδι» σύμφωνα με το γραμμένο «τώρα όμως, που πιστέψαμε στον
Κύριο, είμαστε φως». Ποιός, λοιπόν, μας φώτισε; Σε διδάσκει ο Δαβίδ όταν
λέει: «Είναι ευλογημένος Αυτός που έρχεται στο όνομα του Κυρίου». Ποιός
είναι αυτός; Πες το, Δαβίδ, φανερά. «Φώναξε με όλη σου τη δύναμη και μη
λυπηθείς. Ύψωσε τη φωνή σου σαν τη σάλπιγγα». Πες μας, ποιός
είναι αυτός; «Είναι ο Κύριος» -λέει ο Δαβίδ- «ο Θεός των δυνάμεων».
«Θεός είναι ο Κύριος που μας φώτισε». Διότι «ο Λόγος του Θεού
σαρκώθηκε». Ενώθηκαν οι δύο φύσεις, και η ένωσή τους έμεινε ασύγχυτη.
Ήλθε -ο Χριστός- για να σώσει, αλλά έπρεπε και να πάθει. Πώς, λοιπόν,
ήταν δυνατόν να γίνουν και τα δύο; Απλός άνθρωπος δεν είχε τη δύναμη να
σώσει. Μόνο ο Θεός δεν μπορούσε να πάθει. Τί έγινε, λοιπόν; Όντας Αυτός
Θεός, ο Εμμανουήλ, έγινε άνθρωπος. Και ως Θεός που ήταν, έσωσε· ως
άνθρωπος που έγινε, έπαθε. Γι’ αυτό και η Εκκλησία όταν είδε πως η
συναγωγή των Εβραίων Τον στεφάνωσε με τα αγκάθια, θρηνώντας για την
τόλμη έλεγε; «Θυγατέρες της Ιερουσαλήμ, βγείτε να δείτε το στεφάνι με το
οποίο Τον στεφάνωσε η μητέρα Του». Διότι Αυτός και το αγκάθινο φόρεσε
στεφάνι και ακύρωσε την απόφαση που έλεγε να βγάλει η γη αγκάθια. Ο
Ίδιος βρισκόταν και στους κόλπους του Πατέρα και στην κοιλιά της
Παρθένου. Ο Ίδιος βρισκόταν και στην αγκαλιά της Μητέρας Του και «επάνω
στα φτερά των ανέμων». Ο Ίδιος επάνω στον ουρανό προσκυνούνταν από τους
Αγγέλους και κάτω στη γη έτρωγε μαζί με τους τελώνες. Τα Σεραφείμ δεν
μπορούσαν να Τον ατενίσουν και ο Πιλάτος τον ανέκρινε . Ο δούλος Τον
ράπιζε και η κτίση έτρεμε. Αυτός καρφωνόταν επάνω στο Σταυρό κι’ ο
δοξασμένος θρόνος Του δεν είχε κενωθεί. Κλεινόταν μέσα στο τάφο, και ο
Ίδιος άπλωνε τον ουρανό σαν να ήταν δέρμα. Θεωρούνταν σαν νεκρός και
λαφυραγώγησε τον άδη. Εδώ στη γη τον συκοφαντούσαν ως πλάνο, και εκεί
στον ουρανό τον δοξολογούσαν -οι Άγγελοι- ως Άγιο.
Ω τι μεγάλο μυστήριο! Βλέπω τα θαύματα και Τον ανακηρύττω Θεό. Βλέπω
τα πάθη και δεν αρνούμαι πως είναι άνθρωπος. Αλλά ο Εμμανουήλ, άνοιξε
τις πύλες της φύσεως ως άνθρωπος, ως Θεός όμως δεν διέρρηξε τις
κλειδαριές της παρθενίας. Και έτσι, βγήκε από τη μήτρα όπως μπήκε, δια
της ακοής. Γεννήθηκε όπως και συνελήφθη στη κοιλιά της Μητέρας Του.
Εισήλθε χωρίς πάθος και βγήκε με απερίγραπτο τρόπο, σύμφωνα με τον
Προφήτη Ιεζεκιήλ που έλεγε: «Και με έφερε πάλι στον δρόμο της πύλης που
οδηγεί στα άγια, σ’ αυτήν που βλέπει προς την εξωτερική ανατολική πύλη,
κι’ αυτή ήταν κλειστή. Και μου είπε ο Κύριος! υιέ άνθρωπου αυτή
η πύλη θα είναι κλειστή, και δεν θα ανοιχτεί. Κανένας δεν θα περάσει
μέσα απ’ αυτή, διότι ο Κύριος και Θεός του Ισραήλ μόνο θα μπει και θα
βγει, και η πύλη θα είναι κλειστή». Να η φανερή απόδειξη -της
παρθενίας-της αγίας Θεοτόκου Μαρίας. Ας διαλυθεί, λοιπόν, κάθε αντιλογία
και ας φωτιζόμαστε καλά με τη γνώση των Αγίων Γραφών, ώστε δια του
Χριστού να επιτύχουμε τη βασιλεία των ουρανών. Σ’ Αυτόν ανήκει η
δοξολογία στους ατέλειωτους αιώνες. Αμήν.
(Αγ. Πρόκλου, Αρχιεπισκόπου Κων|πόλεως , «Η Θεοτόκος και ο Χριστός». Εκδ. Επέκταση, Κατερίνη 1998)