Στους πρωτοχριστιανικούς χρόνους
O Άγιος Ελευθέριος έζησε το 150 περίπου μ.Χ. και γεννήθηκε στην Χριστιανομάχο Ρώμη. Οι γονείς του ήταν πλούσιοι και από τους ευγενείς της Ρώμης. Κατείχαν σπουδαία θέση στην Ρωμαϊκή κοινωνία. Το σπουδαιότερο όμως ήταν, ότι ήταν πιστοί κι’ ευσεβείς Χριστιανοί. Βαδίζανε στη ζωή τους με το δρόμο του Θεού και εφαρμόζανε τις εντολές Του,
παρ’ όλες τις δυσκολίες που υπήρχαν την εποχή εκείνη, για να ζεί κανείς χριστιανικά.
Η Μητέρα του, Άνθια ονομαζομένη, είχε διδαχθεί την πίστη του Χρίστου, από τους μαθητές του Αποστόλου Παύλου.
Η πιστή αυτή γυναίκα, όταν γέννησε το παιδί της, το ονόμασε Ελευθέριον. Σ’ αυτό έρριξε όλο το βάρος της φροντίδας της. τον ανέθρεψε «ἕν παδεία καί νουθεσία Κυρίου»,
όπως δίδαξε ο Απόστολος Παύλος. Τον διαπαιδαγώγησε στην ευσέβεια και στην αρετή.
Ο πατέρας του ήτανε πλούσιος και κατείχε και σπουδαίο αξίωμα στη Ρώμη. Ήταν «ύπατος». Είχε δηλαδή αξίωμα .μεγάλο και ξακουστό για την εποχή εκείνη. Αυτός όμως έζησε πολύ λίγο, μετά την γέννηση του Ελευθερίου. Η μητέρα του τον έδωσε στον Αρχιεπίσκοπο Ρώμης, τον Ανίκητο, για να μορφωθεί κοντά του, να μάθει καλά τα της Πίστεως μας και να γίνει ένας καλός Χριστιανός και αφοσιωμένος εργάτης του Ευαγγελίου.
Ο Επίσκοπος τον κατέταξε στο τάγμα των Κληρικών νωρίς και τον έκανε αναγνώστη. Τόση μάλιστα ήταν η αγιότης του, ώστε αξιώθηκε να κάνει θαύματα από αυτήν ακόμη την νεαρή του ηλικία.
Επίσκοπος Αυλώνος
Το ήθος, ο χαρακτήρας, η ευταξία, η κοσμιότης και οι άλλες αρετές, που είχε ο Άγιος, ανάγκασαν τον Επίσκοπο Ρώμης Ανίκητο να τον χειροτονήσει διάκονο, σε ηλικία μόλις δεκαεπτά ετών.
Λίγο αργότερα τον χειροτόνησε δε Επίσκοπο Αυλώνος του Ιλλυρικού, της σημερινής δηλ. Αλβανίας.
Η δράση του νεαρού Επισκόπου στην Ιλλυρία (Αλβανία) ήταν μεγάλη. Εργάζονταν ακούραστα, και ασταμάτητα, διά την διάδοση του Ευαγγελίου και τον άγιασμα των πιστών.
Αγωνιζόταν να πάρει τους ανθρώπους από το στόμα του Σατανά και να τους βάλει στον Παράδεισο.
Την εποχή εκείνη ο Αυτοκράτορας της Ρώμης κίνησε τρομερό διωγμό κατά των Χριστιανών. Ιδιαιτέρως όμως, είχε στραφεί εναντίον του νεαρού Επισκόπου του Ιλλυρικού, Ελευθερίου, διότι έμαθε την μεγάλη δράση του.
Μετανοεί και μαρτυρεί ο διώκτης του Φήλιξ
Κάποια ημέρα έστειλε ο Αυτοκράτορας τον στρατηλάτη Φήλικα, δια να τον συλλάβει. Ο στρατηλάτης περικύκλωσε με στρατό την Εκκλησία, όπου ήταν ο Άγιος και κήρυττε.
Αυτός μπήκε μέσα σ’ αυτήν.
Οι διαθέσεις του ήταν άγριες. Βλέποντας όμως το ιλαρό και νεανικό πρόσωπο του Επισκόπου Ελευθερίου και ακούγοντας τα μελιστάλακτα λόγια του, γοητεύθηκε τόσο πολύ, που εγκατέλειψε τα πάντα και πίστεψε στο Χριστό.
Έπεσε μόνον στα πόδια του Αγίου. Δήλωσε μετάνοια και πίστη στο Χριστό. Παρεκάλεσε επίμονα τον Άγιο να τον βαπτίσει και να τον κάνει Χριστιανό.
Ο Άγιος, πράγματι, τον κατήχησε και τον δίδαξε τα της Πίστεως μας. Κατόπιν τον συμβούλεψε να πάνε μαζί στη Ρώμη. Δεν ήθελε ο Άγιος να χάσει το στέφανο του μαρτυρίου.
Στο δρόμο δεν έπαυσε να τον διδάσκει. Κάπου βρήκανε μια βρύση με πολύ νερό. Ο στρατηλάτης ζήτησε να βαπτισθεί.
Πράγματι! Ο Άγιος που είδε τον πολύ πόθο του, τον βάπτισε. Χαρούμενοι τώρα και οι δυο προχωρούσαν για τη Ρώμη, ο Φήλιξ, διότι αξιώθηκε να αναγεννηθεί, αλλά και ο Ελευθέριος, διότι πήγαινε να πάρει το στέφανο του Μαρτυρίου.
Το φρικτό μαρτύριο του Αγίου
Ο τύραννος με γλυκά λόγια του υπόσχεται δώρα πολλά και πλούσια.
-Θα σε ανεβάσω, του είπε, σε μεγάλα αξιώματα και θα σε κάνω μεγάλο και σπουδαίο, αρκεί μόνο να θυσιάσεις στους θεούς μας.
-Εγώ, του απάντησε ο Άγιος, ποτέ δεν θα καταδεχθώ να προσκυνήσω τέτοιους αναίσθητους και άψυχους θεούς. Εγώ, δύστυχε, σας λυπάμαι, και σας κλαίω, διότι εσείς, ενώ έχετε λάβει από τον Θεό το λογικό, γίνατε ανόητοι, και προσκυνάτε, αντί του Θεού, του Δημιουργού του Σύμπαντος, τα αναίσθητα ξύλα και λιθάρια και τους δαίμονες, που κρύβονται πίσω από τα είδωλα αυτά. Εγώ, σου το δηλώνω καθαρά, λατρεύω τον αληθινό Θεό και προσκυνώ τον Ιησού Χριστό.
Μάθε δε, ότι τις τιμές και τις δωρεές, που μου υπόσχεσαι δεν τις θέλω. Εγώ έχω αρνηθεί τα πάντα, για τον Χριστό. Ούτε και τα βάσανα και τα φρικτά μαρτύρια λογαριάζω.
Τον θάνατο διά τον Χριστό μου τον θεωρώ τρυφή και αγαλλίαση. Παίδεψέ με, λοιπόν, όσο θέλεις. Δεν θα σε υπακούσω.
Τότε ο αυτοκράτορας διάταξε να τον ρίξουν στο πυρακτωμένο κρεβάτι αλλά ο Θεός τον προστάτεψε και βγήκες βλαβής. Μετά έδωσε εντολή να τον ψήσουν σε σχάρα, αλλά ο Θεός έκανε πάλι το θαύμα του και τον διέσωσε. Τότε με μανία διέταξε να βάλουν λίπος, κερί και πίσσα σ' ένα καζάνι να τα βράσουν και να βάλουν τον μάρτυρα.
Κάνει τον Σταυρό του και λέγει:
-Κύριε Ιησού Χριστέ, βοήθει μοι.
Πέφτει πρόθυμα στην πίσσα και πάλι ο Θεός τον φύλαξε και βγήκε σώος και αβλαβής. Ο Λαός βλέπει και αυτό το θαύμα και ενθουσιάζεται. Ξεσπά σε αλαλαγμούς.
Ξεσπούν σε ουρανομήκης ζητωκραυγές. Πολλοί πιστεύουν και διακηρύττουν θαρραλέα:
-Είμεθα και μείς Χριστιανοί. Πιστεύουμε στο Χριστό, το Θεό του Ελευθερίου.
Ο Έπαρχος Κορέμων
Παρουσιάζεται ο Έπαρχος της πόλεως, ονομαζόμενος Κορέμων. Προσφέρθηκε, λοιπόν, «ευγενώς» να του υποδείξει βέβαιον τρόπον μαρτυρικού θανάτου του Ελευθερίου.
Διέταξε και φέρανε εκεί μπροστά ένα χάλκινο κλίβανο. Από μέσα ο κλίβανος είχε κολλημένα μυτερά καρφιά. Ανάψανε από κάτω πολλή φωτιά, για να πυρακτωθεί και να ρίξουν εκεί μέσα τον Άγιο. Ο Άγιος Ελευθέριος προσευχόταν στον Κύριο να φωτίσει τους διώκτες του και να σώσει τις ψυχές των.
Μετανοεί ο διώκτης Κορέμων
Ο Χριστός άκουσε την προσευχή του Μάρτυρος και αμέσως φώτισε τον Κορέμονα. Άλλαξε αυτοστιγμεί και σαν να μη ήταν αυτός που ετοίμαζε τον κλίβανο να κάψει τον Μάρτυρα.
Όταν τα άκουσε αυτά ο τύραννος, θύμωσε και αγρίεψε. Διατάσσει, λοιπόν, να ρίξουν τον Κορέμονα μέσα στον ετοιμασμένο και πυρακτωμένο κλίβανο, που τον είχε ο ίδιος ετοιμάσει.
Τότε ο Θεός τον προστάτεψε και έμεινε αβλαβής. Ο Αυτοκράτωρ διέταξε και αποκεφαλίσουν τον Μάρτυρα Κορέμονα.
Εκκλησία μας τον εορτάζει την ίδια μέρα με τον Άγιο Ελευθέριο στης 15 Δεκεμβρίου.
Ο Άγιος Ελευθέριος στον πυρακτωμένο κλίβανο
Κατόπιν αυτού διέταξε ο τύραννος και πετάξανε μέσα στον αναμμένο κλίβανο τον Άγιο Ελευθέριο. Αλλά νέο θαύμα καταπληκτικότερο έγινε τώρα. Η φωτιά έσβησε αμέσως και τα μυτερά σίδερα λύγισαν προς τα πίσω, λες και ήτανε από κερί. Σεβάστηκαν τον Μάρτυρα. Δεν τον πλήγωσαν καθόλου.
Τότε πολλοί, που βλέπανε τα πρωτοφανή αυτά θαύματα, χωρίς να υπολογίζουν τον τύραννο, φώναζαν δυνατά:
-Μέγας είναι ο Θεός των Χριστιανών!
Πίσω από το άρμα
Σκέφθηκε και βρήκε άλλον τρόπο εξοντώσεως του Αγίου. Τότε διέταξε να δέσουν σε ένα αμάξι άγρια άλογα και πίσω τους να δέσουν τον Άγιο Ελευθέριο, όπερ και εγένετο.
Και όμως ούτε μ’ αυτό κατόρθωσε ο αιμοδιψής εκείνος Αυτοκράτορας να κάνει τίποτε στον Άγιο. Διότι ο Θεός επενέβει και τον προστάτεψε και εδώ θαυματουργικός. Άγγελος Κυρίου ήλθε και ημέρεψε τα άγρια άλογα. Έλυσε κατόπιν από τα δεσμά τον Μάρτυρα και τον έβαλε να καθίσει επάνω στο αμάξι, τα δε ήμερα πια άλογα τον πήγαν ήσυχα στο κοντινό βουνό.
Εκεί στο βουνό έγινε και άλλο θαύμα καταπληκτικό. Καθώς ο Ιεράρχης διάβαζε την Ακολουθία και δοξολογούσε τον Κύριο, μαζεύονταν ημερωμένα οι αρκούδες, τα λιοντάρια και άλλα άγρια θηρία του δάσους. Περικυκλώνανε τον Άγιο, σκιρτούσαν από τη χαρά τους και σκύβανε τα κεφάλια τους στη γη από σεβασμό. Σε λίγο καιρό πήγανε στρατιώτες να τον συλλάβουν.
Τα θηρία όμως, μόλις είδαν τους στρατιώτες ορμήσανε με μανία κατ’ επάνω τους να τους κατασπαράξουν με τα δόντια και τα νύχια τους. Ο Άγιος όμως τα διέταξε να μη πειράξουν κανένα, αλλά να πάνε στις φωλιές τους. Πράγματι εκείνα υπάκουσαν σαν να ήταν σκυλάκια ήμερα και φύγανε. Τότε γύρισε στους στρατιώτες και τους είπε:
-Γιατί ήλθατε εδώ με όπλα και ξίφη να με κυνηγήσετε σαν να ήμουνα κανένας φονιάς ή ληστής; Δεν υπήρχε λόγος. Εμπρός να πάμε, όπου θέλετε.
Κατόπιν τους ακολούθησε πρόθυμα. Σ’ όλο δε το δρόμο τους δίδασκε να πάρουν παράδειγμα από τα άγρια θηρία, που είδανε και να πιστέψουν στο Δημιουργό τού παντός,
για να μη κολασθούν αλλά να ζήσουν κοντά στο Θεό ζωή αιώνια και ευτυχισμένη. από εκείνη την διδασκαλία του, πολλοί από αυτούς πιστέψανε εις τον Χριστό.Τον ρίχνουν στα λιοντάρια
Όταν φθάσανε στη Ρώμη έδωσε διαταγή και απολύσανε, κατά τού Αγίου μια πολύ άγρια και πεινασμένη λέαινα. Μόλις πλησίασε, σταμάτησε. Έσκυψε το κεφάλι και έγλυψε τα αχνάρια από τα πόδια του Αγίου. Έκαμε μάλιστα και μερικά σημεία, που έδειχναν, ότι σεβότανε τον Μάρτυρα.
Τότε λέει ο αυτοκράτορας:
-Δεν τον έφαγε, έλεγε, διότι ήτανε λέαινα και δεν είχε τόση δύναμη. Αν ήτανε λιοντάρι θα τον έτρωγε. Απολύσατε τώρα λιοντάρι αρσενικό και δεν θα αφήσει τίποτε από αυτόν.
Διέταξε, λοιπόν, και εξαπολύσανε ένα λιοντάρι.
Αλλά και αυτό φάνηκε ημερότερα στον Άγιο, από την λέαινα. Αγκάλιασε και φιλούσε τα πόδια του Μάρτυρος. Χαιρότανε, έσειε την ουρά του, χοροπηδούσε και του έδειχνε και αυτός αγάπη προς αυτόν.
Το πλήθος, που τα παρακολουθούσε, είχε ενθουσιασθεί από αυτά τα θαυμάσια, που έβλεπε και φώναζε δυνατά:
-Μέγας είναι ο θεός των Χριστιανών...Αποκεφαλίζεται
Βλέποντας ο τύραννος, ότι ο Ιεράρχης υπερπηδούσε όλα τα βασανιστήρια, απελπίστηκε τελείως. Τότε καταντροπιασμένος πια έδωσε διαταγή και του έκοψαν το κεφάλι δύο στρατιώτες με το ξίφος τους.
Σε όλα αυτά τα φρικτά μαρτύρια ο Άγιος Ελευθέριος ριχνότανε πρόθυμα. Είχε λάβει την ηρωική απόφαση να θυσιαστεί για την Πίστη του Χριστού. Ο Θεός, όμως τον διαφύλαττε από όλα αυτά, διότι ήθελε να δουν τα πλήθη την προστασία, την δύναμη και την παρουσία του Θεού, και έτσι να πιστέψουν. Καθώς και επίστεψαν πολλοί εις τον Χριστό.
Η μητέρα όμως του Αγίου Ελευθερίου, η Άνθια, παρακολουθούσε τα μαρτύρια του γιου της μέχρι τέλους, με πόνο και χαρά. Πονούσε, διότι ήταν σπλάχνο της. Χαιρόταν, όμως, διότι με αυτά εξασφάλιζε τον Παράδεισο. Μόλις, λοιπόν, τον αποκεφάλισαν, αγκάλιασε το Άγιο Λείψανο και το καταφιλούσε. Οι άγριοι όμως στρατιώτες της έκοψαν και αυτής το κεφάλι. Τοιουτοτρόπως, πήρε και αυτή τον στέφανο του μαρτυρίου.
Τότε στη Ρώμη βρέθηκαν και πολλοί πιστοί από την Αυλώνα, από την έδρα της Επισκοπής τού Μάρτυρος Ελευθερίου. Είχαν έλθει να παρακολουθήσουν τον Επίσκοπο τους.
Αυτοί, λοιπόν, πήραν τα δύο Άγια Λείψανα, τα άλειψαν με μύρα και τα τίμησαν όπως έπρεπε. Κατόπιν τα ενταφίασαν με ευλάβεια.
Η Εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη του Αγίου Ελευθερίου την 15ην Δεκεμβρίου μαζί με την μνήμην της μητέρας του Ανθίας, η οποία μαρτύρησε κι αυτή. την 15ην Δεκεμβρίου
εορτάζεται και ο Άγιος Κορέμων, όπως είπαμε.
O Άγιος Ελευθέριος έζησε το 150 περίπου μ.Χ. και γεννήθηκε στην Χριστιανομάχο Ρώμη. Οι γονείς του ήταν πλούσιοι και από τους ευγενείς της Ρώμης. Κατείχαν σπουδαία θέση στην Ρωμαϊκή κοινωνία. Το σπουδαιότερο όμως ήταν, ότι ήταν πιστοί κι’ ευσεβείς Χριστιανοί. Βαδίζανε στη ζωή τους με το δρόμο του Θεού και εφαρμόζανε τις εντολές Του,
παρ’ όλες τις δυσκολίες που υπήρχαν την εποχή εκείνη, για να ζεί κανείς χριστιανικά.
Η Μητέρα του, Άνθια ονομαζομένη, είχε διδαχθεί την πίστη του Χρίστου, από τους μαθητές του Αποστόλου Παύλου.
Η πιστή αυτή γυναίκα, όταν γέννησε το παιδί της, το ονόμασε Ελευθέριον. Σ’ αυτό έρριξε όλο το βάρος της φροντίδας της. τον ανέθρεψε «ἕν παδεία καί νουθεσία Κυρίου»,
όπως δίδαξε ο Απόστολος Παύλος. Τον διαπαιδαγώγησε στην ευσέβεια και στην αρετή.
Ο πατέρας του ήτανε πλούσιος και κατείχε και σπουδαίο αξίωμα στη Ρώμη. Ήταν «ύπατος». Είχε δηλαδή αξίωμα .μεγάλο και ξακουστό για την εποχή εκείνη. Αυτός όμως έζησε πολύ λίγο, μετά την γέννηση του Ελευθερίου. Η μητέρα του τον έδωσε στον Αρχιεπίσκοπο Ρώμης, τον Ανίκητο, για να μορφωθεί κοντά του, να μάθει καλά τα της Πίστεως μας και να γίνει ένας καλός Χριστιανός και αφοσιωμένος εργάτης του Ευαγγελίου.
Ο Επίσκοπος τον κατέταξε στο τάγμα των Κληρικών νωρίς και τον έκανε αναγνώστη. Τόση μάλιστα ήταν η αγιότης του, ώστε αξιώθηκε να κάνει θαύματα από αυτήν ακόμη την νεαρή του ηλικία.
Επίσκοπος Αυλώνος
Το ήθος, ο χαρακτήρας, η ευταξία, η κοσμιότης και οι άλλες αρετές, που είχε ο Άγιος, ανάγκασαν τον Επίσκοπο Ρώμης Ανίκητο να τον χειροτονήσει διάκονο, σε ηλικία μόλις δεκαεπτά ετών.
Λίγο αργότερα τον χειροτόνησε δε Επίσκοπο Αυλώνος του Ιλλυρικού, της σημερινής δηλ. Αλβανίας.
Η δράση του νεαρού Επισκόπου στην Ιλλυρία (Αλβανία) ήταν μεγάλη. Εργάζονταν ακούραστα, και ασταμάτητα, διά την διάδοση του Ευαγγελίου και τον άγιασμα των πιστών.
Αγωνιζόταν να πάρει τους ανθρώπους από το στόμα του Σατανά και να τους βάλει στον Παράδεισο.
Την εποχή εκείνη ο Αυτοκράτορας της Ρώμης κίνησε τρομερό διωγμό κατά των Χριστιανών. Ιδιαιτέρως όμως, είχε στραφεί εναντίον του νεαρού Επισκόπου του Ιλλυρικού, Ελευθερίου, διότι έμαθε την μεγάλη δράση του.
Μετανοεί και μαρτυρεί ο διώκτης του Φήλιξ
Κάποια ημέρα έστειλε ο Αυτοκράτορας τον στρατηλάτη Φήλικα, δια να τον συλλάβει. Ο στρατηλάτης περικύκλωσε με στρατό την Εκκλησία, όπου ήταν ο Άγιος και κήρυττε.
Αυτός μπήκε μέσα σ’ αυτήν.
Οι διαθέσεις του ήταν άγριες. Βλέποντας όμως το ιλαρό και νεανικό πρόσωπο του Επισκόπου Ελευθερίου και ακούγοντας τα μελιστάλακτα λόγια του, γοητεύθηκε τόσο πολύ, που εγκατέλειψε τα πάντα και πίστεψε στο Χριστό.
Έπεσε μόνον στα πόδια του Αγίου. Δήλωσε μετάνοια και πίστη στο Χριστό. Παρεκάλεσε επίμονα τον Άγιο να τον βαπτίσει και να τον κάνει Χριστιανό.
Ο Άγιος, πράγματι, τον κατήχησε και τον δίδαξε τα της Πίστεως μας. Κατόπιν τον συμβούλεψε να πάνε μαζί στη Ρώμη. Δεν ήθελε ο Άγιος να χάσει το στέφανο του μαρτυρίου.
Στο δρόμο δεν έπαυσε να τον διδάσκει. Κάπου βρήκανε μια βρύση με πολύ νερό. Ο στρατηλάτης ζήτησε να βαπτισθεί.
Πράγματι! Ο Άγιος που είδε τον πολύ πόθο του, τον βάπτισε. Χαρούμενοι τώρα και οι δυο προχωρούσαν για τη Ρώμη, ο Φήλιξ, διότι αξιώθηκε να αναγεννηθεί, αλλά και ο Ελευθέριος, διότι πήγαινε να πάρει το στέφανο του Μαρτυρίου.
Το φρικτό μαρτύριο του Αγίου
Ο τύραννος με γλυκά λόγια του υπόσχεται δώρα πολλά και πλούσια.
-Θα σε ανεβάσω, του είπε, σε μεγάλα αξιώματα και θα σε κάνω μεγάλο και σπουδαίο, αρκεί μόνο να θυσιάσεις στους θεούς μας.
-Εγώ, του απάντησε ο Άγιος, ποτέ δεν θα καταδεχθώ να προσκυνήσω τέτοιους αναίσθητους και άψυχους θεούς. Εγώ, δύστυχε, σας λυπάμαι, και σας κλαίω, διότι εσείς, ενώ έχετε λάβει από τον Θεό το λογικό, γίνατε ανόητοι, και προσκυνάτε, αντί του Θεού, του Δημιουργού του Σύμπαντος, τα αναίσθητα ξύλα και λιθάρια και τους δαίμονες, που κρύβονται πίσω από τα είδωλα αυτά. Εγώ, σου το δηλώνω καθαρά, λατρεύω τον αληθινό Θεό και προσκυνώ τον Ιησού Χριστό.
Μάθε δε, ότι τις τιμές και τις δωρεές, που μου υπόσχεσαι δεν τις θέλω. Εγώ έχω αρνηθεί τα πάντα, για τον Χριστό. Ούτε και τα βάσανα και τα φρικτά μαρτύρια λογαριάζω.
Τον θάνατο διά τον Χριστό μου τον θεωρώ τρυφή και αγαλλίαση. Παίδεψέ με, λοιπόν, όσο θέλεις. Δεν θα σε υπακούσω.
Τότε ο αυτοκράτορας διάταξε να τον ρίξουν στο πυρακτωμένο κρεβάτι αλλά ο Θεός τον προστάτεψε και βγήκες βλαβής. Μετά έδωσε εντολή να τον ψήσουν σε σχάρα, αλλά ο Θεός έκανε πάλι το θαύμα του και τον διέσωσε. Τότε με μανία διέταξε να βάλουν λίπος, κερί και πίσσα σ' ένα καζάνι να τα βράσουν και να βάλουν τον μάρτυρα.
Κάνει τον Σταυρό του και λέγει:
-Κύριε Ιησού Χριστέ, βοήθει μοι.
Πέφτει πρόθυμα στην πίσσα και πάλι ο Θεός τον φύλαξε και βγήκε σώος και αβλαβής. Ο Λαός βλέπει και αυτό το θαύμα και ενθουσιάζεται. Ξεσπά σε αλαλαγμούς.
Ξεσπούν σε ουρανομήκης ζητωκραυγές. Πολλοί πιστεύουν και διακηρύττουν θαρραλέα:
-Είμεθα και μείς Χριστιανοί. Πιστεύουμε στο Χριστό, το Θεό του Ελευθερίου.
Ο Έπαρχος Κορέμων
Παρουσιάζεται ο Έπαρχος της πόλεως, ονομαζόμενος Κορέμων. Προσφέρθηκε, λοιπόν, «ευγενώς» να του υποδείξει βέβαιον τρόπον μαρτυρικού θανάτου του Ελευθερίου.
Διέταξε και φέρανε εκεί μπροστά ένα χάλκινο κλίβανο. Από μέσα ο κλίβανος είχε κολλημένα μυτερά καρφιά. Ανάψανε από κάτω πολλή φωτιά, για να πυρακτωθεί και να ρίξουν εκεί μέσα τον Άγιο. Ο Άγιος Ελευθέριος προσευχόταν στον Κύριο να φωτίσει τους διώκτες του και να σώσει τις ψυχές των.
Μετανοεί ο διώκτης Κορέμων
Ο Χριστός άκουσε την προσευχή του Μάρτυρος και αμέσως φώτισε τον Κορέμονα. Άλλαξε αυτοστιγμεί και σαν να μη ήταν αυτός που ετοίμαζε τον κλίβανο να κάψει τον Μάρτυρα.
Όταν τα άκουσε αυτά ο τύραννος, θύμωσε και αγρίεψε. Διατάσσει, λοιπόν, να ρίξουν τον Κορέμονα μέσα στον ετοιμασμένο και πυρακτωμένο κλίβανο, που τον είχε ο ίδιος ετοιμάσει.
Τότε ο Θεός τον προστάτεψε και έμεινε αβλαβής. Ο Αυτοκράτωρ διέταξε και αποκεφαλίσουν τον Μάρτυρα Κορέμονα.
Εκκλησία μας τον εορτάζει την ίδια μέρα με τον Άγιο Ελευθέριο στης 15 Δεκεμβρίου.
Ο Άγιος Ελευθέριος στον πυρακτωμένο κλίβανο
Κατόπιν αυτού διέταξε ο τύραννος και πετάξανε μέσα στον αναμμένο κλίβανο τον Άγιο Ελευθέριο. Αλλά νέο θαύμα καταπληκτικότερο έγινε τώρα. Η φωτιά έσβησε αμέσως και τα μυτερά σίδερα λύγισαν προς τα πίσω, λες και ήτανε από κερί. Σεβάστηκαν τον Μάρτυρα. Δεν τον πλήγωσαν καθόλου.
Τότε πολλοί, που βλέπανε τα πρωτοφανή αυτά θαύματα, χωρίς να υπολογίζουν τον τύραννο, φώναζαν δυνατά:
-Μέγας είναι ο Θεός των Χριστιανών!
Πίσω από το άρμα
Σκέφθηκε και βρήκε άλλον τρόπο εξοντώσεως του Αγίου. Τότε διέταξε να δέσουν σε ένα αμάξι άγρια άλογα και πίσω τους να δέσουν τον Άγιο Ελευθέριο, όπερ και εγένετο.
Και όμως ούτε μ’ αυτό κατόρθωσε ο αιμοδιψής εκείνος Αυτοκράτορας να κάνει τίποτε στον Άγιο. Διότι ο Θεός επενέβει και τον προστάτεψε και εδώ θαυματουργικός. Άγγελος Κυρίου ήλθε και ημέρεψε τα άγρια άλογα. Έλυσε κατόπιν από τα δεσμά τον Μάρτυρα και τον έβαλε να καθίσει επάνω στο αμάξι, τα δε ήμερα πια άλογα τον πήγαν ήσυχα στο κοντινό βουνό.
Εκεί στο βουνό έγινε και άλλο θαύμα καταπληκτικό. Καθώς ο Ιεράρχης διάβαζε την Ακολουθία και δοξολογούσε τον Κύριο, μαζεύονταν ημερωμένα οι αρκούδες, τα λιοντάρια και άλλα άγρια θηρία του δάσους. Περικυκλώνανε τον Άγιο, σκιρτούσαν από τη χαρά τους και σκύβανε τα κεφάλια τους στη γη από σεβασμό. Σε λίγο καιρό πήγανε στρατιώτες να τον συλλάβουν.
Τα θηρία όμως, μόλις είδαν τους στρατιώτες ορμήσανε με μανία κατ’ επάνω τους να τους κατασπαράξουν με τα δόντια και τα νύχια τους. Ο Άγιος όμως τα διέταξε να μη πειράξουν κανένα, αλλά να πάνε στις φωλιές τους. Πράγματι εκείνα υπάκουσαν σαν να ήταν σκυλάκια ήμερα και φύγανε. Τότε γύρισε στους στρατιώτες και τους είπε:
-Γιατί ήλθατε εδώ με όπλα και ξίφη να με κυνηγήσετε σαν να ήμουνα κανένας φονιάς ή ληστής; Δεν υπήρχε λόγος. Εμπρός να πάμε, όπου θέλετε.
Κατόπιν τους ακολούθησε πρόθυμα. Σ’ όλο δε το δρόμο τους δίδασκε να πάρουν παράδειγμα από τα άγρια θηρία, που είδανε και να πιστέψουν στο Δημιουργό τού παντός,
για να μη κολασθούν αλλά να ζήσουν κοντά στο Θεό ζωή αιώνια και ευτυχισμένη. από εκείνη την διδασκαλία του, πολλοί από αυτούς πιστέψανε εις τον Χριστό.Τον ρίχνουν στα λιοντάρια
Όταν φθάσανε στη Ρώμη έδωσε διαταγή και απολύσανε, κατά τού Αγίου μια πολύ άγρια και πεινασμένη λέαινα. Μόλις πλησίασε, σταμάτησε. Έσκυψε το κεφάλι και έγλυψε τα αχνάρια από τα πόδια του Αγίου. Έκαμε μάλιστα και μερικά σημεία, που έδειχναν, ότι σεβότανε τον Μάρτυρα.
Τότε λέει ο αυτοκράτορας:
-Δεν τον έφαγε, έλεγε, διότι ήτανε λέαινα και δεν είχε τόση δύναμη. Αν ήτανε λιοντάρι θα τον έτρωγε. Απολύσατε τώρα λιοντάρι αρσενικό και δεν θα αφήσει τίποτε από αυτόν.
Διέταξε, λοιπόν, και εξαπολύσανε ένα λιοντάρι.
Αλλά και αυτό φάνηκε ημερότερα στον Άγιο, από την λέαινα. Αγκάλιασε και φιλούσε τα πόδια του Μάρτυρος. Χαιρότανε, έσειε την ουρά του, χοροπηδούσε και του έδειχνε και αυτός αγάπη προς αυτόν.
Το πλήθος, που τα παρακολουθούσε, είχε ενθουσιασθεί από αυτά τα θαυμάσια, που έβλεπε και φώναζε δυνατά:
-Μέγας είναι ο θεός των Χριστιανών...Αποκεφαλίζεται
Βλέποντας ο τύραννος, ότι ο Ιεράρχης υπερπηδούσε όλα τα βασανιστήρια, απελπίστηκε τελείως. Τότε καταντροπιασμένος πια έδωσε διαταγή και του έκοψαν το κεφάλι δύο στρατιώτες με το ξίφος τους.
Σε όλα αυτά τα φρικτά μαρτύρια ο Άγιος Ελευθέριος ριχνότανε πρόθυμα. Είχε λάβει την ηρωική απόφαση να θυσιαστεί για την Πίστη του Χριστού. Ο Θεός, όμως τον διαφύλαττε από όλα αυτά, διότι ήθελε να δουν τα πλήθη την προστασία, την δύναμη και την παρουσία του Θεού, και έτσι να πιστέψουν. Καθώς και επίστεψαν πολλοί εις τον Χριστό.
Η μητέρα όμως του Αγίου Ελευθερίου, η Άνθια, παρακολουθούσε τα μαρτύρια του γιου της μέχρι τέλους, με πόνο και χαρά. Πονούσε, διότι ήταν σπλάχνο της. Χαιρόταν, όμως, διότι με αυτά εξασφάλιζε τον Παράδεισο. Μόλις, λοιπόν, τον αποκεφάλισαν, αγκάλιασε το Άγιο Λείψανο και το καταφιλούσε. Οι άγριοι όμως στρατιώτες της έκοψαν και αυτής το κεφάλι. Τοιουτοτρόπως, πήρε και αυτή τον στέφανο του μαρτυρίου.
Τότε στη Ρώμη βρέθηκαν και πολλοί πιστοί από την Αυλώνα, από την έδρα της Επισκοπής τού Μάρτυρος Ελευθερίου. Είχαν έλθει να παρακολουθήσουν τον Επίσκοπο τους.
Αυτοί, λοιπόν, πήραν τα δύο Άγια Λείψανα, τα άλειψαν με μύρα και τα τίμησαν όπως έπρεπε. Κατόπιν τα ενταφίασαν με ευλάβεια.
Η Εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη του Αγίου Ελευθερίου την 15ην Δεκεμβρίου μαζί με την μνήμην της μητέρας του Ανθίας, η οποία μαρτύρησε κι αυτή. την 15ην Δεκεμβρίου
εορτάζεται και ο Άγιος Κορέμων, όπως είπαμε.
Στίχος στον Άγιο Ελευθέριο
Ἐλευθέριος, ὡς ἀδουλόνους φύσει, σπάθας θεωρῶν, οὐκ ἐδουλοῦτο πλάνῃ. Δῖον Ἐλευθέριον δεκάτῃ πέφνε φάσγανα πέμπτῃ.
Στίχος στην Αγία Ανθία
Δίδωσι μήτηρ νεκρικὸν κόσμον τέκνῳ, αὐτὴ ἑαυτὴν συγκεκομμένην σπάθαις.
Απολυτίκιον Ήχος πλ. α΄. Τον συνάναρχον Λόγον
Ἱερέων ποδήρη κατακοσμούμενος καί αἱμάτων τοῖς ρείθροις ἐπισταζόμενος, τῷ Δεσπότη σου Χριστῷ, μάκαρ, ἀνέδραμες, Ἐλευθέριε σοφέ, καθαιρέτα τοῦ Σατᾶν.
Διό μή παύση πρεσβεύων ὑπέρ τῶν πίστει τιμώντων τήν μακαρίαν σου ἄθλησιν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ΄.
Καὶ τρόπων μέτοχος, καὶ θρόνων διάδοχος, τῶν Ἀποστόλων γενόμενος, τὴν πρᾶξιν εὗρες θεόπνευστε, εἰς θεωρίας ἐπίβασιν· διὰ τοῦτο τὸν λόγον τῆς ἀληθείας
ὀρθοτομῶν, καὶ τῇ πίστει ἐνήθλησας μέχρις αἵματος, Ἱερομάρτυς Ἐλευθέριε· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον Ήχος β΄.
Ὡς καλλονήν τῶν Ἱερέων, Ὅσιε, καί προτροπήν τῶν ἀθλοφόρων ἅπαντες, εὐφημοῦμεν καί αἰτοῦμεν σέ, Ἱερομάρτυς Ἐλευθέριε. Τούς πόθω σου τήν
μνήμην ἑορτάζοντας, κινδύνων πολυτρόπων ἐλευθέρωσον, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπέρ πάντων ἠμῶν.
Κάθισμα Ἦχος α΄. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ
Ἐλεύθερον τὸν νοῦν, ἐκ παθῶν κεκτημένος, ἐγένου τοῦ Θεοῦ, γνησιώτατος δοῦλος, καὶ πλάνης ἠλευθέρωσας, τοὺς καλῶς σοι ποθήσαντας,
ἐναθλήσας δέ, ὡς ἱερεύς τε καὶ Μάρτυς, Ἐλευθέριε, διπλοῦν ἐδέξω τὸ στέφος, πρεσβεύων σωθῆναι ἡμᾶς.
Ὁ Οἶκος
Ἔπιδε εὔσπλαγχνε Ζωοδότα, ὡς φιλάνθρωπος μόνος καὶ οἰκτίρμων Θεός, τὴν τῆς ψυχῆς μου σκοτόμαιναν, καὶ πανσθενεῖ δεξιᾷ σου Λόγε, τῶν παθῶν
ἐλευθέρωσον τῆς αἰσχύνης, ὅπως τὸν σὸν Ἱεράρχην ὑμνήσω Ἐλευθέριον· αὐτὸς γὰρ ὄντως ἐκ μήτρας ἐγνωρίσθη σοι, καὶ καθηγίασται, καὶ ἀνετέθη σοι,
ὡς Σαμουήλ, ἀπὸ μητρὸς ἱερᾶς σοι τῷ Κτίσαντι, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
Μεγαλυνάριον
Τῆς ἐλευθερίας τῆς ἐν Χριστῷ τοῖς δεδουλωμένοις, χρηματίσας μυσταγωγός, κληρονόμος ὤφθης, Σιῶν τῆς ἐλευθέρας ἀθλήσας, Ἐλευθέριε, ὡς ἀσώματος.
Ἐλευθέριος, ὡς ἀδουλόνους φύσει, σπάθας θεωρῶν, οὐκ ἐδουλοῦτο πλάνῃ. Δῖον Ἐλευθέριον δεκάτῃ πέφνε φάσγανα πέμπτῃ.
Στίχος στην Αγία Ανθία
Δίδωσι μήτηρ νεκρικὸν κόσμον τέκνῳ, αὐτὴ ἑαυτὴν συγκεκομμένην σπάθαις.
Απολυτίκιον Ήχος πλ. α΄. Τον συνάναρχον Λόγον
Ἱερέων ποδήρη κατακοσμούμενος καί αἱμάτων τοῖς ρείθροις ἐπισταζόμενος, τῷ Δεσπότη σου Χριστῷ, μάκαρ, ἀνέδραμες, Ἐλευθέριε σοφέ, καθαιρέτα τοῦ Σατᾶν.
Διό μή παύση πρεσβεύων ὑπέρ τῶν πίστει τιμώντων τήν μακαρίαν σου ἄθλησιν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ΄.
Καὶ τρόπων μέτοχος, καὶ θρόνων διάδοχος, τῶν Ἀποστόλων γενόμενος, τὴν πρᾶξιν εὗρες θεόπνευστε, εἰς θεωρίας ἐπίβασιν· διὰ τοῦτο τὸν λόγον τῆς ἀληθείας
ὀρθοτομῶν, καὶ τῇ πίστει ἐνήθλησας μέχρις αἵματος, Ἱερομάρτυς Ἐλευθέριε· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον Ήχος β΄.
Ὡς καλλονήν τῶν Ἱερέων, Ὅσιε, καί προτροπήν τῶν ἀθλοφόρων ἅπαντες, εὐφημοῦμεν καί αἰτοῦμεν σέ, Ἱερομάρτυς Ἐλευθέριε. Τούς πόθω σου τήν
μνήμην ἑορτάζοντας, κινδύνων πολυτρόπων ἐλευθέρωσον, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπέρ πάντων ἠμῶν.
Κάθισμα Ἦχος α΄. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ
Ἐλεύθερον τὸν νοῦν, ἐκ παθῶν κεκτημένος, ἐγένου τοῦ Θεοῦ, γνησιώτατος δοῦλος, καὶ πλάνης ἠλευθέρωσας, τοὺς καλῶς σοι ποθήσαντας,
ἐναθλήσας δέ, ὡς ἱερεύς τε καὶ Μάρτυς, Ἐλευθέριε, διπλοῦν ἐδέξω τὸ στέφος, πρεσβεύων σωθῆναι ἡμᾶς.
Ὁ Οἶκος
Ἔπιδε εὔσπλαγχνε Ζωοδότα, ὡς φιλάνθρωπος μόνος καὶ οἰκτίρμων Θεός, τὴν τῆς ψυχῆς μου σκοτόμαιναν, καὶ πανσθενεῖ δεξιᾷ σου Λόγε, τῶν παθῶν
ἐλευθέρωσον τῆς αἰσχύνης, ὅπως τὸν σὸν Ἱεράρχην ὑμνήσω Ἐλευθέριον· αὐτὸς γὰρ ὄντως ἐκ μήτρας ἐγνωρίσθη σοι, καὶ καθηγίασται, καὶ ἀνετέθη σοι,
ὡς Σαμουήλ, ἀπὸ μητρὸς ἱερᾶς σοι τῷ Κτίσαντι, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
Μεγαλυνάριον
Τῆς ἐλευθερίας τῆς ἐν Χριστῷ τοῖς δεδουλωμένοις, χρηματίσας μυσταγωγός, κληρονόμος ὤφθης, Σιῶν τῆς ἐλευθέρας ἀθλήσας, Ἐλευθέριε, ὡς ἀσώματος.