Η νύχτα διαρκεί έξι μήνες, με μόνα φώτα τη σελήνη και το πολικό σέλας. Η μέρα διαρκεί κι αυτή έξι μήνες, είναι όμως θαμπή και ο ήλιος δύει πολύ λίγο όσο πλησιάζουμε προς τον Ιούνιο, οπότε ανατέλλει αμέσως μετά τη δύση του, γι’ αυτό και η Αλάσκα ονομάζεται «χώρα του ηλίου του μεσονυκτίου». Ο μεγαλύτερος ποταμός της Αλάσκας, ο «Γιούκων», είναι παγωμένος 8 μήνες το χρόνο. Πολλά ηφαίστεια και απέραντοι παγετώνες, αραιότατη βλάστηση και πολικά ζώα, με λίγους ανάλογα με την έκτασή της ανθρώπους, βρίσκει κανείς στην Αλάσκα. Οι ιθαγενείς ανήκουν σε διάφορες φυλές. Στο εσωτερικό της χώρας, στις βόρειες και τις δυτικές ακτές κατοικούν Εσκιμώοι. Τα νησιά κατοικούν Αλεούτοι, τη Σίτκα Κολοσσοί, τις ατλαντικές ακτές κατοικούν Ερυθρόδερμοι που ανήκουν στις φυλές των Κενάγτζων και των Τσουγκάτσων, Αμερικανοί είναι επίσης και οι Κοντιάκοι. Σήμερα, η σύνθεση του πληθυσμού της Αλάσκας έχει αλλάξει πολύ, από τη μετανάστευση μεγάλων ομάδων Αμερικανών, οι οποίοι μαζί με την τεχνολογία, έφεραν συνάμα και τα οινοπνευματώδη ποτά, τα ελεύθερα ήθη και τα αφροδίσια νοσήματα, που όλα μαζί καταδίκασαν τον ιθαγενή πληθυσμό σε συρρίκνωση και αφανισμό. Μεγάλες πόλεις στην Αλάσκα είναι: η πρωτεύουσα Juneau, το Anchorage το Fairbanks και το Ketchikan.
Στην Αλάσκα υπάρχουν σημαντικά κοιτάσματα χρυσού, αργύρου και άλλων μετάλλων, πετρέλαιο και ζώα όπως τάρανδοι, φώκιες, σολωμοί που μαζί με τα πολύτιμα δάση της έχουν συντελέσει πολύ στην οικονομική εξέλιξή της.
Για την ύπαρξη της Αλάσκας μίλησε πρώτος ο υπηρετών στο ρωσικό ναυτικό, Δανός Βίτους Μπέριγκ. Ανακαλύφθηκε από τον Ρώσο θαλασσοπόρο Γκρόζντεφ, το 1730, και εξερευνήθηκε από τους Μπέριγκ και Κιρίκωφ το 1740-1741 όταν την έκαναν αποικία της τσαρικής Ρωσίας. Το Μάρτιο του 1867 πωλήθηκε όλη η Αλάσκα στους Αμερικανούς αντί 7.200.000 δολαρίων!!! Η αρχικά «κτησις» των ΗΠΑ έγινε «Τερριτόριον» το 1912 για να καταλήξει το 1958 σε «49η» Πολιτεία των ΗΠΑ.
«1794». Η Ορθοδοξία πρώτη φωτίζει την Αλάσκα
Στην Αλάσκα γράφτηκαν οι πιο λαμπρές σελίδες της Ορθοδόξου Ιεραποστολής κατά τους τελευταίους αιώνες. Σε αυτήν εφαρμόσθηκε και επέτυχε το πείραμα του Ορθόδοξου ευαγγελισμού σε νεοανακαλυφθείσα χώρα, που την έκανε κοιτίδα της Ορθοδοξίας στο Δυτικό ημισφαίριο.
Οι πρώτες ακτίνες του «Ηλίου της Δικαιοσύνης» έφθασαν θαμπές, όπως και το φως του καλοκαιριού της, μαζί με Ρώσσους εμπόρους που εγκαταστάθηκαν, μετά την εξερεύνησή της, για να εκμεταλλευθούν τα φυσικά πλούτη της.
Θαμπές και ομιχλώδεις, ήσαν έως τότε και οι θρησκευτικές αντιλήψεις και δοξασίες των ιθαγενών της. Πίστευαν σε Θεό Δημιουργό, τον Αγκουγκούτ, σε αγαθά και κακά πνεύματα, τελούσαν θυσίες και πίστευαν, χωρίς πολλή σαφήνεια, σε μεταθανάτιο ζωή.
Οι Ρώσσοι έμποροι, από λόγους κυρίως συμφεροντολογικούς, επειδή οι βαπτιζόμενοι εκδήλωναν μεγάλη αφοσίωση στους αναδόχους των και τους βοηθούσαν πολύ στις εργασίες τους, έδειξαν ενδιαφέρον για τον εκχριστιανισμό της Αλάσκας. Δεν ήταν όμως έτσι όλοι οι Ρώσοι έμποροι. Ο ευσεβής Γρηγόριος Σελέχωφ, ιδρυτής της «Ρωσσοαμερικανικής Εταιρείας» έκτισε ναό και σχολείο στο Κοντιάκ το 1774, βάπτισε πολλούς ιθαγενείς και μαζί με το συνεργάτη του, Ιβάν Γκολίκωφ, ζήτησε από την Τσαρίνα Αικατερίνη Β’ και την Ιερά Σύνοδο της Ρωσικής Εκκλησίας να σταλούν κανονικοί Ιεραπόστολοι, την συντήρηση των οποίων θα ανελάμβανε ο ίδιος και οι συνεταίροι του.
Στις 24 Σεπτεμβρίου του 1794 το πλοίο ανεφοδιασμού των ρωσικών εμπορικών αποστολών, αποβίβασε στο νησί Κόντιακ, την πρώτη ιεραποστολική ομάδα, ύστερα από ταξίδι που κράτησε πάνω από 40 ήμερες. Η ομάδα αυτή αποτελείτο από 4 ιερομόναχους, 2 ιεροδιακόνους και 2 μοναχούς των μονών Βαλαάμ και Κόνιεφ (της λίμνης Λαντόγκα), υπό την αρχηγία του αρχιμανδρίτη Ιωάσαφ Μπολότωφ. (Τα ονόματά τους ήσαν: Ιωάσαφ, Ιουβενάλιος, Αθανάσιος και Μακάριος, Νεκτάριος και Στέφανος, Γερμανός και Ιωάσαφ). Οι ιεραπόστολοι αυτοί αντιμετώπισαν πολλές δυσκολίες. Το τραχύ κλίμα εμπόδισε τις μετακινήσεις των. Αναφέρονται πνιγμοί στα αφιλόξενα πελάγη που διέσχιζαν με τις πρωτόγονες βάρκες των. Οι ιερείς των ιθαγενών θρησκειών πολέμησαν κι αυτοί με τη σειρά των τους ιεραποστόλους. Όμως το θλιβερότερο απ’ όλα ήταν ο πόλεμος από τους ίδιους τους ρώσους εμπόρους. Η «Ρωσσοαμερικανική Εταιρεία» παρά τις πρώτες καλές προθέσεις και υποσχέσεις της, εγκατέλειψε τους ιεραποστόλους. Οι έμποροι ήθελαν να είναι οι απόλυτοι εξουσιαστές των κατοίκων, ζούσαν σε χλιδή και τους εκμεταλλεύονταν ανεξέλεγκτα, οικονομικά, βιολογικά και ηθικά.
Χαρακτηριστική είναι η φράση των ιθαγενών που περιέγραφαν στους ιεραποστόλους την εγκατάλειψη και τα βάσανά τους: «Ο ουρανός είναι πολύ ψηλά και ο Τσάρος πολύ μακρυά». Καταλαβαίνει κάνεις γιατί οι διοικητές και οι έμποροι δεν έβλεπαν πια με καλό μάτι τους ιεραποστόλους και το κήρυγμα τους. Η ελευθερία, η ισονομία, η πίστη που κάνει όλους τους ανθρώπους ίσους ως εικόνες του Θεού, δεν ευνοούσε την οικονομική εκμετάλλευση και τη δουλική αντιμετώπιση των Αλασκινών. Έτσι αρχίζει μια πραγματική εποποιία. Οι ορθόδοξοι ιεραπόστολοι κακοπαθούντες, χλευαζόμενοι, εγκαταλειπόμενοι, αναδείχθηκαν οι μοναδικοί φίλοι και υπερασπιστές των ιθαγενών. Με αυτά όλα όμως, η Ορθοδοξία εμφανίσθηκε ως γνήσια Εκκλησία, σταυρωμένη αλλά δυνατή και εντελώς απαλλαγμένη από τα λάθη των αλλόδοξων ιεραποστολών, Ρωμαιοκαθολικών και Προτεσταντικών, που στην Αμερική εμφάνισαν έναν Χριστιανισμό σύμμαχο και συνεταίρο κρατικών και οικονομικών συμφερόντων που συνοψίστηκε στην περίφημη συντομογραφία των «3Μ»(Missionary= ιεραπόστολος, Military = στρατιωτικός, Merchant = έμπορος).
Οι μη εξαναγκαστικοί προσηλυτισμοί, η μη περιθωριοποίηση του αυτόχθονος πολιτισμού, ο σεβασμός της τοπικής γλώσσας, που σήμανε και την έναρξη της αλασκινής φιλολογικής δημιουργίας, δημιούργησαν σιγά-σιγά το θαύμα της Εκκλησίας της Αλάσκας. Όπως γράφτηκε τελευταία στο ιεραποστολικό περιοδικό «Πάντα τα Έθνη» για τα 200στά γενέθλια της Εκκλησίας της Αλάσκας: «ο ουρανός του Θεού και ο ουρανός του μεσονυκτίου έπαψαν νάναι χωρισμένοι.
Τον Ιούλιο του 1796 η Ρωσσική Ιερά Σύνοδος ανακήρυξε τη περιοχή της Αλάσκας, σε υποεπισκοπή του Ιρκούτσκ της Σιβηρίας. Ο αρχιμανδρίτης που ήταν ο υπεύθυνος της Ιεραποστολής, ο π. Ιωάσαφ, χειροτονήθηκε επίσκοπος, και ξεκίνησε, με συνοδεία για την Αλά-σκα. Δυστυχώς όμως, καθώς το πλοίο «Φοίνιξ» πλησίαζε τις ακτές του νησιού Κόντιακ, ναυάγησε πριν φθάσει στον προορισμό του, παρασύροντας στο βυθό όλο το πλήρωμα, τον επίσκοπο Ιωάσαφ μαζί με τους συνοδούς του Μακάριο και Στέφανο.
Από τους ιεραποστόλους του πρώτου κλιμακίου ο ιερομόναχος Αθανάσιος και ο ιεροδιάκονος Νεκτάριος γύρισαν πίσω στη Ρωσσία αφήνοντας στην Αλάσκα τρεις μόνον ιεραποστόλους, τούς ιερομόναχους Ιουβενάλιο και Μακάριο καθώς και τον μοναχό Γερμανό τους οποίους η Εκκλησία τους τίμησε ως αγίους. Ο ιερομόναχος Μακάριος, αφού εγκαταστάθηκε στο μεγαλύτερο νησί των Αλεουτίων, την Ουναλάσκα, έκτισε ναό, κήρυξε την Ορθοδοξία, βάπτισε 2.500 ιθαγενείς και στεφάνωσε 536 ζεύγη.
Το μεγαλύτερο όμως γεγονός στην εξέλιξη και εδραίωση της Αμερικανικής Ορθοδοξίας, αποτελεί η έλευση του αγίου Ιννοκέντιου Βενιαμίνωφ που για 45 έτη εργάστηκε στον παγωμένο αγρό του Βορρά και στερέωσε γερά την Ορθοδοξία ώστε να αντέξει στις θύελλες που ακολούθησαν
Με την πώληση της Αλάσκας στους Αμερικανούς, η κυβέρνηση των ΗΠΑ επιφύλαξε νέες δυσκολίες στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Επιδιώχθηκε η πολιτιστική, γλωσσική και θρησκευτική αφομοίωση των ιθαγενών. Η Εκκλησία γνώρισε διωγμούς, απαγορεύσεις διδασκαλίας της μητρικής γλώσσας, κύματα μεταναστών που αλλοίωσαν τα ήθη και άλλα πολλά για έναν αιώνα. Όμως, όπως πάντα, η Ορθοδοξία νίκησε και σήμερα συνεχίζει τη μαρτυρία της μπαίνοντας θριαμβευτικά στην τρίτη εκατονταετηρίδα της.
πηγή: Γ.Ε.Πιπαράκις, «Άγιοι της Αλάσκας, ορθόδοξο συναξάρι», αποσπάσματα», εκδ.Μυριόβιβλος
vatopaidi.wordpress.com
http://tistheosmegas.blogspot.com/2010/10/blog-post_7465.html