Το παρακάτω post από τη Χριστιανική Φοιτητική Δράση αναφέρεται στο κατά Λουκάν ευαγγέλιο, κεφ. 14, στίχοι 16-24 (δες και εδώ).
Ο Κύριος είναι προσκαλεσμένος στο τραπέζι ενός άρχοντα Φαρισαίου. Όλη η συμπεριφορά των Φαρισαίων και η πολυτέλεια του τραπεζιού Του δίνουν πολλές αφορμές να διδάξει στους συγκεντρωμένους εκεί μεγάλες και ουράνιες αλήθειες.
Ένας από αυτούς, συγκινημένος απ’ όσα βλέπει και ακούει, λέει στον Κύριο:
— Τρισευτυχισμένος είναι εκείνος που θα καθίσει σε γεύμα στη βασιλεία του Θεού μαζί με το Μεσσία, τους πατριάρχες [= τους αρχαίους αγίους της Παλ. Διαθήκης], τους προφήτες και τους άλλους δίκαιους και θα απολαμβάνει την ουράνια χαρά και τη δόξα.
Ο Κύριος συμφωνεί μαζί του. Αλλά καταλαβαίνει ότι ο άνθρωπος αυτός δεν ξέρει ποιες είναι οι απαραίτητες αρετές τις οποίες πρέπει να έχει κανείς, για να πάρει μέρος στην αιώνια ευφροσύνη και χαρά της βασιλείας του Θεού. Γι’ αυτό είπε την παραβολή του «Μεγάλου Δείπνου»:
Κάποιος άνθρωπος ετοίμασε μέγα βραδινό συμπόσιο με πρωτοφανή μεγαλοπρέπεια. Άφθονα αγαθά και πλούτο πολύ διέθεσε, για να ικανοποιηθούν οι πολλοί προσκαλεσμένοι του. Ο οικοδεσπότης είχε ο ίδιος επιστατήσει σε όλα.
Όμως κάποιο σημείο δυσάρεστο παρουσιάστηκε. Οι προσκαλεσμένοι δεν παρουσιάζονται.
— Τρέξε, λέει ο κύριος στο δούλο του, να τους πεις: «Ελάτε, μην αργείτε, γιατί όλα είναι πια έτοιμα».
Ο δούλος τους βρίσκει, αλλά τον δέχονται ψυχρά και αδιάφορα. Και σαν να ήταν από πριν συνεννοημένοι όλοι μεταξύ τους, άρχισαν να δικαιολογούνται:
— Ξέρεις, αγόρασα ένα χωράφι [= αγρόν ηγόρασα (από εδώ η φράση)] και θα πάω να το δω. Σε παρακαλώ, δικαιολόγησέ με, είπε ο πρώτος.
— Αγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια, είπε ο άλλος και θα πάω να τα δοκιμάσω…
— Έκανα οικογένεια και έχω φροντίδες. Γι’ αυτό δεν μπορώ να έρθω, είπε ο τρίτος. Χωρίς καν αυτός ο τελευταίος να ζητήσει συγγνώμη για την περιφρόνηση.
Περίλυπος ο δούλος γύρισε και διηγήθηκε την αχαρακτήριστη συμπεριφορά των καλεσμένων. Ο οικοδεσπότης οργίστηκε και πρόσταξε το δούλο του:
— Έβγα στις πλατείες και τα στενά της πόλεως και μάζεψε τους φτωχούς και τους περιφρονημένους, τους σακάτηδες, τους κουτσούς και τους τυφλούς.
Και η εντολή αυτή δεν άργησε να εκτελεστεί. Σε λίγο ο πιστός και πρόθυμος δούλος έδινε αναφορά:— Κύριε, όπως διέταξες, έτσι κι έγινε. Αλλά υπάρχει ακόμη τόπος αδειανός.
Συγκινητική πολύ, αλλά και συγκλονιστική είναι η νέα διαταγή του αγαθού και εύσπλαχνου οικοδεσπότη:
— Μην αργοπορείς. Τρέξε τώρα έξω από την πόλη στους δρόμους και στους φράχτες, όπου μαζεύονται αυτοί που περιπλανιούνται, οι άστεγοι, και παρακίνησέ τους να μην ντραπούν και να ’ρθουν, για να γεμίσει το σπίτι μου και να χαρούν τα αγαθά μου. Γιατί, σας βεβαιώνω, πρόσθεσε — και η όψη του πήρε μια αυστηρότητα ασυνήθιστη — κανένας από εκείνους που με περιφρόνησαν, δε θ’ απολαύσει τ’ αγαθά του δείπνου μου, που για χάρη τους έχω ετοιμάσει.
Πρωτοφανές, πρωτάκουστο και αφάνταστο σε μεγαλοπρέπεια και δόξα, πανηγύρι χαράς και ευφροσύνης έχει ετοιμάσει για μας ο Οικοδεσπότης της γης και του ουρανού, ο μεγάλος και άπειρος Θεός.
Και ποια τιμή! Όλους μας έχει καλεσμένους ο Θεός να ζήσουμε αιώνια στη βασιλεία Του και να απολαμβάνουμε ανέκφραστη ευτυχία και δόξα!
Όμως χρειάζεται η πρόσκληση να γίνει δεκτή και από εμάς. Να γίνουμε άξιοι της μεγάλης αυτής τιμής. Πράγμα που θα ήταν ακατόρθωτο, εάν ο ίδιος ο Κύριος δε μας ετοίμαζε και εδώ στη γη το «Δείπνον το Μέγα», το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, που τρέφει και δυναμώνει την ψυχή μας, την καθαρίζει και την αγνίζει με το άχραντο Σώμα και το τίμιο Αίμα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Με τη συμμετοχή μας στο θείο αυτό μυστήριο γινόμαστε ένα με τον Κύριο, την Πηγή της ζωής και της αγιότητας. Μετέχουμε έτσι από τώρα — κατά κάποιο τρόπο — στην ουράνια χαρά και ευτυχία. Ποιος μια τέτοια τιμή θα την περιφρονήσει;
Ω, και να μην βρισκόταν κανείς που θα προφασιστεί: «Μαθήματα και έννοιες επαγγελματικές…, παρέες και διασκεδάσεις όχι αγνές…, δυσκολίες και στενοχώριες οικογενειακές… δε με άφησαν να προετοιμαστώ».
***
Κύριε, Βασιλιά ουρανού και γης, πόσο αγαθός είσαι! Ετοίμασες για μένα, που δεν είμαι τίποτε μπροστά Σου, θείο τραπέζι, «Δείπνο Μέγα», και με καλείς να γευθώ «τόν ἄρτον τόν ζῶντα, τόν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάντα», «τόν μόσχον τόν σιτευτόν», «τόν ἀμνόν τοῦ Θεοῦ τόν αἴροντα τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου».Αξίωνέ με, Κύριε, ν’ ακούω πάντοτε πρόθυμα την πρόσκλησή Σου, για να έχω μερίδιο και στο «Δείπνον» της αιώνιας ζωής, της Βασιλείας των ουρανών. Αμήν.