Ὁ Χριστός πέθανε στόν σταυρό. Ὅπως τό πόθησαν οἱ ἐχθροί Του! Καί Τόν ἔβαλαν στόν τάφο, ὅπως τό θέλησαν, ἐκεῖνοι πού μίσησαν τήν παρουσία Του.
Καί νά, ὁ Χριστός-πεθαμένος! Ἄψυχος· χωρίς πνοή· χωρίς τίποτε! Σάν νά μήν ὑπῆρξε! Κάτι λιγότερο ἀπό ἕνα τίποτε! Ἕνα τίποτε!
Ὅμως ἀναστήθηκε. Δηλαδή σηκώθηκε. Αὐτεξουσίως. Σάν Θεός. Καί σηκώθηκε, ὄχι καταεξαντλημένος, σάν ἕνα χιλιοταλαιπωρημένο γεροντάκι, πού μόλις θά κατάφερνε νά σταθεῖ στά πόδια Του, ἀλλά λάμποντας ὁλόκληρος. Σάν γίγαντας ἀθλητής, πού ξεκινάει νά κάμει τό ἄθλημά Του (Ψαλμ. 18, 5)· καί σάν νυμφίος ἐκπορευόμενος ἐκ παστοῦ αὐτοῦ, πού ἀστράφτει ἀπό χαρά! Ἀπό τήν χαρά τῆς νίκης.
Ἡ ἁγία Γραφή, ὁ αἰώνιος λόγος τοῦ Θεοῦ, μᾶς λέει γιά τόν Χριστό:
Ἐξῆλθε νικῶν· καί ἵνα νικήσῃ!
• Νικητής βγῆκε ἀπό τήν κοιλιά τῆς ἁγίας Παρθένου.