Μία φωνὴ
«Ἔλεγε γὰρ ὁ Ἰωάννης τῷ Ἡρῴδῃ ὅτι Οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου» (Μᾶρκ. 6,18)
Ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, ἀγαπητοί μου,ποὺ ἑορτάζει σήμερα, εἶνε μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες μορφὲς ποὺ τιμᾷ ἡ Ἐκκλησία μας.
Τὸν εἴδαμε στὴν ἀρχὴ τοῦ ἔτους, κοντὰ στὴ μεγάλη ἑορτὴ τῶν Θεοφανείων, μέσα στὸ εὐαγγέλιο ποὺ διαβάζει ἡ Ἐκκλησία τὴν Κυριακὴ πρὸ τῶν Φώτων (βλ. Μᾶρκ. 1,1-8).
Τὸν εἴδαμε νὰ βγαίνῃ μέσα ἀπὸ τὴ σκοτεινὴ νύχτα τοῦ ἀρχαίου κόσμου, τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς πλάνης, ν᾿ ἀνατέλλῃ σὰν λαμπρὸ ἀστέρι, σὰν τὸν αὐγερινό, καὶ νὰ προειδοποιῇ τὸν κόσμο, ὅτι σὲ λίγο θὰ βγῇ ὁ ἥλιος, ὁ Χριστός, ποὺ θὰ φωτίσῃ ὁλόκληρο τὸ σύμπαν.
Τὸν εἴδαμε νὰ στέκεται στὴν ἄκρη τοῦ Ἰορδάνου ποταμοῦ καὶ νὰ σαλπίζῃ σ᾿ ὅλο τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο· «Μετανοεῖτε · ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 3,2).
Τὸν ἀκούσαμε νὰ μιλάῃ μὲ θάρρος καὶ νὰ ἐλέγχῃ τοὺς ἀνθρώπους, χωρὶς νὰ ὑπολογίζῃ πρόσωπα, χωρὶς νὰ χαρίζεται σὲ κανένα, χωρὶς νὰ κοιτάζῃ ποιός εἶνε αὐτὸς ποὺ ἔκανε τὴν ἁμαρτία. Μικροὺς καὶ μεγάλους, φτωχοὺς καὶ πλουσίους, στρατιῶτες καὶ βασιλιᾶδες, ὅλους τοὺς ἤλεγχε. Ὁ λόγος του δὲν ἔκανε ἐξαίρεσι σὲ κανένα. Κι ὁ κόσμος, ποὺ ἔβλεπε ἕνα τέτοιο ἀσκητικὸ καὶ ἀτρόμητο κήρυκα, ἔτρεχαν ὅλοι κοντά του καὶ ἄκουγαν τὸ αὐστηρό του κήρυγμα καὶ δέχονταν τὶς συμβουλές του, καὶ τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας τους ἔπεφταν μέσα στὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνου.
Τὸν εἴδαμε στὴν ἀρχὴ τοῦ ἔτους, κοντὰ στὴ μεγάλη ἑορτὴ τῶν Θεοφανείων, μέσα στὸ εὐαγγέλιο ποὺ διαβάζει ἡ Ἐκκλησία τὴν Κυριακὴ πρὸ τῶν Φώτων (βλ. Μᾶρκ. 1,1-8).
Τὸν εἴδαμε νὰ βγαίνῃ μέσα ἀπὸ τὴ σκοτεινὴ νύχτα τοῦ ἀρχαίου κόσμου, τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς πλάνης, ν᾿ ἀνατέλλῃ σὰν λαμπρὸ ἀστέρι, σὰν τὸν αὐγερινό, καὶ νὰ προειδοποιῇ τὸν κόσμο, ὅτι σὲ λίγο θὰ βγῇ ὁ ἥλιος, ὁ Χριστός, ποὺ θὰ φωτίσῃ ὁλόκληρο τὸ σύμπαν.
Τὸν εἴδαμε νὰ στέκεται στὴν ἄκρη τοῦ Ἰορδάνου ποταμοῦ καὶ νὰ σαλπίζῃ σ᾿ ὅλο τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο· «Μετανοεῖτε · ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 3,2).
Τὸν ἀκούσαμε νὰ μιλάῃ μὲ θάρρος καὶ νὰ ἐλέγχῃ τοὺς ἀνθρώπους, χωρὶς νὰ ὑπολογίζῃ πρόσωπα, χωρὶς νὰ χαρίζεται σὲ κανένα, χωρὶς νὰ κοιτάζῃ ποιός εἶνε αὐτὸς ποὺ ἔκανε τὴν ἁμαρτία. Μικροὺς καὶ μεγάλους, φτωχοὺς καὶ πλουσίους, στρατιῶτες καὶ βασιλιᾶδες, ὅλους τοὺς ἤλεγχε. Ὁ λόγος του δὲν ἔκανε ἐξαίρεσι σὲ κανένα. Κι ὁ κόσμος, ποὺ ἔβλεπε ἕνα τέτοιο ἀσκητικὸ καὶ ἀτρόμητο κήρυκα, ἔτρεχαν ὅλοι κοντά του καὶ ἄκουγαν τὸ αὐστηρό του κήρυγμα καὶ δέχονταν τὶς συμβουλές του, καὶ τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας τους ἔπεφταν μέσα στὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνου.
Ἔτσι εἴδαμε καὶ ἀκούσαμε τὸν Ἰωάννη στὴν ἀρχὴ τοῦ ἔτους. Ἀλλὰ σήμερα, 29 Αὐγούστου, ὅλος ὁ κόσμος ποὺ πιστεύει στὸ Χριστὸ κλαίει καὶ θρηνεῖ. Ἡμέρα πένθους. Σήμερα σὰν νὰ εἶνε Μεγάλη Παρασκευή. Ὁ κόσμος νηστεύει. Οὔτε κρέας οὔτε ψάρι, ἀλλ᾿ οὔτε καὶ λάδι καταλύουν οἱ ὀρθόδοξοι Χριστιανοί. Γιατί; Γιατὶ σήμερα τὸ λαμπρὸ αὐτὸ ἀστέρι, ποὺ ἔλαμψε στὸν κόσμο, πάει νὰ βασιλέψῃ.
Ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος πεθαίνει. Πῶς πεθαίνει; Ἀπὸ φυσικὸ θάνατο, ὅπως οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι, ποὺ περνοῦν τὰ χρόνια τους, γίνονται γέροι, ἀρρωσταίνουν καὶπεθαίνουν; Ἔτσι πέθανε ὁ Ἰωάννης; Πέθανε πάνω σ᾿ ἕνα μαλακὸ κρεβάτι, ἥσυχα, ἔχοντας δίπλα του τὰ ἀγαπημένα του πρόσωπα; Ὄχι.
Πέθανε σὰν ἀετός, ποὺ πετώντας στὸν οὐρανὸ τὸν χτύπησαν τὰ βόλια τοῦ κυνηγοῦ. Πέθανε σὰν ἥρωας. Πέθανε σὰν μάρτυρας.
Πέθανε σὰν ἀετός, ποὺ πετώντας στὸν οὐρανὸ τὸν χτύπησαν τὰ βόλια τοῦ κυνηγοῦ. Πέθανε σὰν ἥρωας. Πέθανε σὰν μάρτυρας.
Ποιά ἡ αἰτία; Ἡ ἀλήθεια! Ἡ ἀλήθεια; Ναί, ἡ ἀλήθεια. Γιατὶ ἡ ἀλήθεια σκοτώνει τὰ πάθη, ἀλλὰ σκοτώνει κ᾿ ἐκεῖνον ποὺ κηρύττει τὴν ἀλήθεια καὶ χτυπάει ἀλύπητα τὰ ἀνθρώπινα πάθη, θέλοντας νὰ γιατρέψῃ τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ποὺ εἶνε ἡ πιὸ φοβερὴ ἀρρώστια.
Ὁ ἁμαρτωλὸς ποὺ ἔχει πωρωθῆ, ἀκούγοντας τὸν ἔλεγχο τῆς ἁμαρτίας, ὄχι μόνο δὲν μετανοεῖ, ἀλλὰ καὶ μισεῖ θανάσιμα αὐτὸν ποὺ τὸν ἐλέγχει, καὶ θέλει νὰ κλείσῃ τὸ στόμα ποὺ λέει τὶς πικρὲς ἀλήθειες. Αὐτοὺς ποὺ κολακεύουν καὶ λένε χίλιων λογιῶν ψέματα, ὁ κόσμος τοὺς ἀγαπᾷ· ἀλλ᾿ ἐκείνους ποὺ κηρύττουν τὴν ἀλήθεια, ποὺ δείχνουν τὶς κακίες καὶ τὰ ἐλαττώματά του καὶ ἐλέγχουν τὶς παρεκτροπές του, τοὺς μισεῖ καὶ τοὺς ἀποστρέφεται καὶ θέλει τὴν ἐξόντωσί τους. Αὐτὸ βλέπουμε καθαρὰ στὸν Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο.
Ὁ ἁμαρτωλὸς ποὺ ἔχει πωρωθῆ, ἀκούγοντας τὸν ἔλεγχο τῆς ἁμαρτίας, ὄχι μόνο δὲν μετανοεῖ, ἀλλὰ καὶ μισεῖ θανάσιμα αὐτὸν ποὺ τὸν ἐλέγχει, καὶ θέλει νὰ κλείσῃ τὸ στόμα ποὺ λέει τὶς πικρὲς ἀλήθειες. Αὐτοὺς ποὺ κολακεύουν καὶ λένε χίλιων λογιῶν ψέματα, ὁ κόσμος τοὺς ἀγαπᾷ· ἀλλ᾿ ἐκείνους ποὺ κηρύττουν τὴν ἀλήθεια, ποὺ δείχνουν τὶς κακίες καὶ τὰ ἐλαττώματά του καὶ ἐλέγχουν τὶς παρεκτροπές του, τοὺς μισεῖ καὶ τοὺς ἀποστρέφεται καὶ θέλει τὴν ἐξόντωσί τους. Αὐτὸ βλέπουμε καθαρὰ στὸν Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο.
Στὴν ἐποχή του ζοῦσε ἕνας βασιλιᾶς. Βασιλιᾶς ἀνήθικος. Ἔδιωξε τὴ νόμιμη γυναῖκα του καὶ πῆρε μιὰ ἄλλη.
Πῆρε τὴ γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ του. Ζοῦσε μαζί της ὁ ἀθεόφοβος.
Πῆρε τὴ γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ του. Ζοῦσε μαζί της ὁ ἀθεόφοβος.
Ἡρῴδης ἦταν τὸ ὄνομα τοῦ βασιλιᾶ, Ἡρῳδιάδα ἔλεγαν τὴν παράνομη γυναῖκα του, καὶ Σαλώμη ἦταν τὸ ὄνομα τῆς θυγατέρας της.
Μέσα στὰ ἀνάκτορα ζοῦσαν ὅλοι αὐτοί, καὶ μὲ τὴν αἰσχρή τους διαγωγὴ εἶχαν γίνει τεράστιο κοινωνικὸ σκάνδαλο. Ποιός τολμοῦσε νὰ τοὺς ἐλέγξῃ; Αὐτὸ δὲν ἦταν κάτι εὔκολο. Ὅλοι ἔτρεμαν τὸ βασιλιᾶ, ποὺ ἀπὸ τὸν αἱμοβόρο πατέρα του (τὸν ἄλλο ἐκεῖνο Ἡρῴδη πού ᾿χε σφάξει τὰ ἀθῷα νήπια τῆς Βηθλεέμ) εἶχε κληρονομήσει ὅλες τὶς κακίες. Γι᾿ αὐτό, ὅταν γιώρταζε ὁ βασιλιᾶς καὶ ἔκανε δεξιώσεις, ὅλοι πήγαιναν στὸ παλάτι καὶ τὸν προσκυνοῦσαν, καὶ τοῦ εὔχονταν νὰ εἶνε πολύχρονος κ᾿ εὐτυχισμένος. Δίπλα του στεκόταν καὶ καμάρωνε ἡ αἰσχρὴ βασίλισσα, ἡ Ἡρῳδιάς, καὶ τὸ πορνικὸ ἐκεῖνο γύναιο, ἡ Σαλώμη, ἀντάξια κόρη τῆς μάνας.
Ἦταν μία ἀθλία κατάστασι, ποὺ εἶχε ἐπιβληθῆ καὶ εἶχε κατακτήσει τὴν κορυφὴ τῆς ἡγεσίας τοῦ τόπου καὶ ἡ ὁποία δὲν θὰ ἄφηνε ἀνεπηρέαστο καὶ τὸ λαό.
Τί διαφθορά, τί ἐξαχρείωσι, τί σαπήλα! Ἀλλοίμονο στὰ ἔθνη, ποὺ αὐτοὶ ποὺ τὰ κυβερνοῦν εἶνε διεφθαρμένοι καὶ ἄπιστοι. Τὸ κακότους παράδειγμα δὲν ἀργεῖ νὰ μιμηθῇ καὶ ὁ πολὺς λαός.
«Τὸ ψάρι βρωμάει ἀπ᾿ τὸ κεφάλι». λέει ἡ παροιμία.
Κάποιος, λοιπόν, ἔπρεπε τώρα νὰ βρεθῇ,γιὰ νὰ ἐλέγξῃ τὴν αἰσχρὴ κατάστασι ποὺ βασίλευε στὸ παλάτι. Καὶ αὐτὸς δὲν ἦταν κανένας ἀπὸ τοὺς ἀξιωματούχους τῆς κοινωνίας·ἦταν ὁ πιὸ ἀνίσχυρος κατὰ κόσμον, ὁ ἀσκητὴς τῆς ἐρήμου, ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος.
Μέσα στὰ ἀνάκτορα ζοῦσαν ὅλοι αὐτοί, καὶ μὲ τὴν αἰσχρή τους διαγωγὴ εἶχαν γίνει τεράστιο κοινωνικὸ σκάνδαλο. Ποιός τολμοῦσε νὰ τοὺς ἐλέγξῃ; Αὐτὸ δὲν ἦταν κάτι εὔκολο. Ὅλοι ἔτρεμαν τὸ βασιλιᾶ, ποὺ ἀπὸ τὸν αἱμοβόρο πατέρα του (τὸν ἄλλο ἐκεῖνο Ἡρῴδη πού ᾿χε σφάξει τὰ ἀθῷα νήπια τῆς Βηθλεέμ) εἶχε κληρονομήσει ὅλες τὶς κακίες. Γι᾿ αὐτό, ὅταν γιώρταζε ὁ βασιλιᾶς καὶ ἔκανε δεξιώσεις, ὅλοι πήγαιναν στὸ παλάτι καὶ τὸν προσκυνοῦσαν, καὶ τοῦ εὔχονταν νὰ εἶνε πολύχρονος κ᾿ εὐτυχισμένος. Δίπλα του στεκόταν καὶ καμάρωνε ἡ αἰσχρὴ βασίλισσα, ἡ Ἡρῳδιάς, καὶ τὸ πορνικὸ ἐκεῖνο γύναιο, ἡ Σαλώμη, ἀντάξια κόρη τῆς μάνας.
Ἦταν μία ἀθλία κατάστασι, ποὺ εἶχε ἐπιβληθῆ καὶ εἶχε κατακτήσει τὴν κορυφὴ τῆς ἡγεσίας τοῦ τόπου καὶ ἡ ὁποία δὲν θὰ ἄφηνε ἀνεπηρέαστο καὶ τὸ λαό.
Τί διαφθορά, τί ἐξαχρείωσι, τί σαπήλα! Ἀλλοίμονο στὰ ἔθνη, ποὺ αὐτοὶ ποὺ τὰ κυβερνοῦν εἶνε διεφθαρμένοι καὶ ἄπιστοι. Τὸ κακότους παράδειγμα δὲν ἀργεῖ νὰ μιμηθῇ καὶ ὁ πολὺς λαός.
«Τὸ ψάρι βρωμάει ἀπ᾿ τὸ κεφάλι». λέει ἡ παροιμία.
Κάποιος, λοιπόν, ἔπρεπε τώρα νὰ βρεθῇ,γιὰ νὰ ἐλέγξῃ τὴν αἰσχρὴ κατάστασι ποὺ βασίλευε στὸ παλάτι. Καὶ αὐτὸς δὲν ἦταν κανένας ἀπὸ τοὺς ἀξιωματούχους τῆς κοινωνίας·ἦταν ὁ πιὸ ἀνίσχυρος κατὰ κόσμον, ὁ ἀσκητὴς τῆς ἐρήμου, ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος.
Αὐτὸς ποὺ δὲν εἶχε κανένα ἀξίωμα, καμμιά περιουσία. Ἡ μόνη του περιουσία ἦταν μιὰ κάππα φτειαγμένη ἀπὸ τρίχες καμήλας.
Αὐτὸς μόνο τόλμησε κι ἀνέβηκε στὸ παλάτι καὶ ἤλεγξε τὸ βασιλιᾶ γιὰ τὴν παράνομη ζωή του, γιὰ τὸ σκάνδαλο ποὺ προκαλοῦσε μέσα στὸ βασίλειό του. Τοῦ εἶπε· «Οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου» (Μᾶρκ. 6,18).
Τὸ ἀποτέλεσμα; Ὁ Ἡρῴδης ὠργίστηκε καὶ διέταξε νὰ πιάσουν τὸν Ἰωάννη καὶ νὰ τὸν ῥίξουν στὴ φυλακή. Καὶ ὁ Ἰωάννης φυλακίζεται στὶς φοβερὲς φυλακὲς τοῦ φρουρίου τῆς Μαχαιροῦντος. Ἐκεῖ ἔμεινε φυλακισμένος, ἕως ὅτου μιὰ νύχτα, ἐνῷ στὸ παλάτι ἔτρωγαν ἔπιναν χόρευαν μεθοῦσαν καὶ ὠργίαζαν, ἦρθαν στρατιῶτες, ἄνοιξαν τὴ φυλακή, πῆραν τὸν Ἰωάννη καὶ τοῦ ἔκοψαν τὸ κεφάλι. Κατόπιν τὸ πῆραν καὶ τὸ πῆγαν στὸ παλάτι. Καὶ ὁ βασιλιᾶς τὸ πρόσφερε ὡς δῶρο μέσα σ᾿ ἕνα πιάτο στὴν αἰσχρὴ θυγατέρα τῆς Ἡρῳδιάδος, τὴ Σαλώμη, ποὺ εἶχε χορέψει καὶ εἶχε μαγέψει τὸ βασιλιᾶ.Ἔτσι ἔδυσε τὸ ἀστέρι. Ἔτσι τελείωσε τὴ ζωή του ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής. Μαρτύρησε γιὰ τὴν ἀλήθεια .
Αὐτὸς μόνο τόλμησε κι ἀνέβηκε στὸ παλάτι καὶ ἤλεγξε τὸ βασιλιᾶ γιὰ τὴν παράνομη ζωή του, γιὰ τὸ σκάνδαλο ποὺ προκαλοῦσε μέσα στὸ βασίλειό του. Τοῦ εἶπε· «Οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου» (Μᾶρκ. 6,18).
Τὸ ἀποτέλεσμα; Ὁ Ἡρῴδης ὠργίστηκε καὶ διέταξε νὰ πιάσουν τὸν Ἰωάννη καὶ νὰ τὸν ῥίξουν στὴ φυλακή. Καὶ ὁ Ἰωάννης φυλακίζεται στὶς φοβερὲς φυλακὲς τοῦ φρουρίου τῆς Μαχαιροῦντος. Ἐκεῖ ἔμεινε φυλακισμένος, ἕως ὅτου μιὰ νύχτα, ἐνῷ στὸ παλάτι ἔτρωγαν ἔπιναν χόρευαν μεθοῦσαν καὶ ὠργίαζαν, ἦρθαν στρατιῶτες, ἄνοιξαν τὴ φυλακή, πῆραν τὸν Ἰωάννη καὶ τοῦ ἔκοψαν τὸ κεφάλι. Κατόπιν τὸ πῆραν καὶ τὸ πῆγαν στὸ παλάτι. Καὶ ὁ βασιλιᾶς τὸ πρόσφερε ὡς δῶρο μέσα σ᾿ ἕνα πιάτο στὴν αἰσχρὴ θυγατέρα τῆς Ἡρῳδιάδος, τὴ Σαλώμη, ποὺ εἶχε χορέψει καὶ εἶχε μαγέψει τὸ βασιλιᾶ.Ἔτσι ἔδυσε τὸ ἀστέρι. Ἔτσι τελείωσε τὴ ζωή του ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής. Μαρτύρησε γιὰ τὴν ἀλήθεια .
Ὅσοι, ἀγαπητοί μου, ἀκοῦμε τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο κι ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος βλέπουμε τὸ κακὸ στὴ σημερινὴ ἐποχὴ νὰ ξαπλώνεται συνεχῶς καὶ νὰ κυριαρχῇ στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων καὶ χιλιάδες παράνομα ζεύγη νὰ ζοῦν μέσα στὴ χριστιανική μας κοινωνία, χιλιάδες Ἡρῳδιάδες καὶ Σαλῶμες, πόρνες καὶ ἀνδροχωρίστρες, νὰ κυκλοφοροῦν ἐλεύθερα καὶ νὰ εἶνε δημόσιο σκάνδαλο, καὶ –τὸ χειρότερο– κανείς νὰ μὴν ἐλέγχῃ τὴ φοβερὴ αὐτὴ κατάστασι, ὅσοι βλέπουν καὶ ἀκοῦνε τὴν κοινωνικὴ αὐτὴ διαφθορά, ἀναστενάζουν καὶ λένε· Ποῦ εἶνε ἐκεῖνοι, ποὺ λόγῳ τῆς ἀποστολῆς καὶ τῆς θέσεώς τους πρέπει νὰ ἐλέγξουν τὸ κακό;
Ποῦ εἶνε οἱ Πρόδρομοι; Ποῦ εἶνε οἱ θαρραλέοι κήρυκες τοῦ εὐαγγελίου; Ποῦ εἶνε οἱ ἱερεῖς τοῦ Ὑψίστου; Ποῦ εἶνε οἱ θρησκευτικοὶ καὶ πνευματικοὶ ἄνθρωποι, ποὺ θὰ ξεσηκωθοῦν σὲ μιὰ σταυροφορία, σὲ μιὰ γενικὴ ἐπανάστασι ἐναντίον τῆς διαφθορᾶς τῶν ἠθῶν;
Γιὰ τὸ κακὸ ποὺ ὑπάρχει στὸν κόσμο τὴν εὐθύνη δὲν τὴν ἔχουν μόνο αὐτοὶ ποὺ κάνουν τὸ κακό· τὴν εὐθύνη τὴν ἔχουν καὶ οἱ ἄλλοι, ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ διδάξουν, νὰ παρατηρήσουν, νὰ ἐλέγξουν καὶ νὰ τιμωρήσουντὸ κακό, ἀλλ᾿ εἴτε ἀπὸ δειλία εἴτε ἀπὸ ἰδιοτελῆ καὶ ἐλεεινὰ συμφέροντα ἀφήνουν τὸ κακὸ ἀνεξέλεγκτο. Καὶ τὸ κακό , ἐφ᾿ ὅσον δὲνβρίσκει καμμιά ἀντίδρασι, παίρνει πιὸ πολὺ θάρρος, ἀποθρασύνεται, δυναμώνει καὶ προχωρεῖ σὰν μιὰ φοβερὴ ἐπιδημία , ποὺ ἐπειδὴ οἱ γιατροὶ δὲν τὴν πολεμοῦν στὰ πρῶτα βήματά της ξαπλώνεται καὶ ἐρημώνει χωριὰ καὶ πολιτεῖες.
Γιὰ τὸ κακὸ ποὺ ὑπάρχει στὸν κόσμο τὴν εὐθύνη δὲν τὴν ἔχουν μόνο αὐτοὶ ποὺ κάνουν τὸ κακό· τὴν εὐθύνη τὴν ἔχουν καὶ οἱ ἄλλοι, ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ διδάξουν, νὰ παρατηρήσουν, νὰ ἐλέγξουν καὶ νὰ τιμωρήσουντὸ κακό, ἀλλ᾿ εἴτε ἀπὸ δειλία εἴτε ἀπὸ ἰδιοτελῆ καὶ ἐλεεινὰ συμφέροντα ἀφήνουν τὸ κακὸ ἀνεξέλεγκτο. Καὶ τὸ κακό , ἐφ᾿ ὅσον δὲνβρίσκει καμμιά ἀντίδρασι, παίρνει πιὸ πολὺ θάρρος, ἀποθρασύνεται, δυναμώνει καὶ προχωρεῖ σὰν μιὰ φοβερὴ ἐπιδημία , ποὺ ἐπειδὴ οἱ γιατροὶ δὲν τὴν πολεμοῦν στὰ πρῶτα βήματά της ξαπλώνεται καὶ ἐρημώνει χωριὰ καὶ πολιτεῖες.
Σήμερα, ποὺ ἑορτάζουμε τὴν ἑορτὴ τῆς ἀποτομῆς τῆς κεφαλῆς τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, ἂς διδαχθοῦμε ἀπὸ τὸ μαρτυρικό του τέλος. Ἂς ἀφήσουμε τὴ δειλία, τὴν ἀνοχή, τοὺς ὑπολογισμούς, τοὺς συμβιβασμούς, τὴν κολακεία καὶ τὴν ἰδιοτέλεια. Ἂς γίνουμε ἄνθρωποι εἰλικρινεῖς καὶ θαρραλέοι. Ἂς λέμε παντοῦ καὶ πάντοτε τὴν ἀλήθεια. Καὶ χάριν τῆς ἀλήθειας νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι γιὰ κάθε θυσία. Τότε θὰ ἑορτάζουμε ἐπαξίως τὴν ἑορτὴ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος