Ο Αγιος Λεωνίδης ήταν «έξαρχος» πνευματικού χορού, δηλαδή ηγούμενος κύκλου μαθητών του Κυρίου. Συνελήφθη στην Τροιζηνία της Πελοποννήσου κατά τις ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδος και οδηγήθηκε στη Κόρινθο. Η Νουνεχία και η Βασίλισσα, η μητέρα της Νουνεχίας, η Γαληνή, η Θεοδώρα, η Καλλίδα, η Νίκη και η Χάρισσα οδηγήθηκαν και αυτές στην Κόρινθο, στον ηγεμόνα Βενούστο.
Εκεί ο ηγεμόνας επιχείρησε με δελεάσματα στην αρχή αλλά και με απειλές στη συνέχεια, να πείσει τον άγιο Λεωνίδη και τις επτά γυναίκες να αρνηθούν την πίστη τους στον Χριστό. Οι μάρτυρες όμως έμειναν ακλόνητοι στην πίστη τους. Ο Βενούστος, διαπιστώνοντας ότι ο Αγιος Λεωνίδης έμενε σταθερός στην πίστη του στο Χριστό, διέταξε να τον κρεμάσουν ψηλά και να του ξεσκίσουν το σώμα με αιχμηρά όργανα. Στην συνέχεια έδωσε εντολή να βυθίσουν το νεκρό σώμα του Μάρτυρος στην παραλία του Κορινθιακού μαζί με τις Αγίες. Και ενώ οι Αγίες Μάρτυρες οδηγούνταν από τους δήμιους για να ριχθούν στο βυθό της θάλασσας, λέγεται ότι η Αγία Χάρισσα έψαλλε, όπως άλλοτε η Προφήτιδα Μαριάμ με αφορμή τον καταποντισμό των Αιγυπτίων, λέγοντας: «Ένα μίλι έτρεξα, Κύριε, και στράτευμα με καταδίωξε, και δεν Σε αρνήθηκα, Κύριε. Σώσε μου το πνεύμα». Αλλά και όταν τις επιβίβασαν στο πλοίο, συνέχισαν να ψάλλουν την ωδή, μέχρι που ανοίχτηκαν μέσα στη θάλασσα. Εκεί τους έδεσαν όλους με πέτρες και τους έριξαν στο βυθό της θάλασσας. Οι Αγιοι, εισήλθαν στη ζωή του Παραδείσου την ημέρα του Μεγάλου Σαββάτου.
Τα ιερά λείψανα αυτών ανευρέθησαν το 1917, όταν σε ευσεβείς Επιδαύριους υποδείχθηκε σε όραμα που να σκάψουν, για να βρουν τον ιερό θησαυρό. Στο σημείο εκείνο ανευρέθηκε σαρκοφάγος, εντός της οποίας βρίσκονταν τα επτά ιερά λείψανα των Αγίων γυναικών, και άλλη σαρκοφάγος εντός της οποίας υπήρχε το ιερό λείψανο του Αγίου Μάρτυρος Λεωνίδου. Αμέσως οι ευσεβείς κάτοικοι ανήγειραν επί τόπου ναό αφιερωμένο στον Αγιο, εντός του οποίου έθεσαν την σαρκοφάγο με τα ιερά λείψανα.
Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Επισκόπου Φαναρίου Αγαθαγγέλου, τ. Απριλίου, σελ. 170-173.