Ὁ θησαυρὸς
Η σημερινὴ Κυριακή, ἀγαπητοί μου, πρώτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, ὀνομάζεται Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας.
Τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἡ μία καὶ μόνη ἀληθινὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς γῆς, πανηγυρίζει τὴ νίκη καὶ τὸ θρίαμβό της κατὰ τῶν αἱρέσεων.
Ἀφ᾽ ὅτου συνῆλθε ἡ Ἑβδόμη (Ζ΄) Οἰκουμενικὴ Σύνοδος τὸ 787 μ.Χ. στὴ Νίκαια καὶ κατεδίκασε τοὺς εἰκονομάχους, ἔγινε ἡ ἀναστήλωσις καὶ ἐπαναφορὰ τῶν ἁγίων εἰκόνων στὴ λατρεία καὶ
καθιερώθηκε νὰ τελῆται λαμπρὴ πανήγυρις.
Ἐτελεῖτο στὰ χρόνια τοῦ Βυζαντίου καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ τελῆται μέχρι σήμερα σὲ πολλὰ μέρη τῆς Ὀρθοδοξίας, παντοῦ ὅπου ἡ φλόγα τῆς νικηφόρου πίστεως διατηρεῖται ἀκμαία στὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν.
Μετὰ τὴ δοξολογία τῆς ἡμέρας, στὸ τέλος τοῦ ὄρθρου, ὅλος ὁ κλῆρος καὶ ὁ πιστὸς λαὸς κάνουν ἱερὰ λιτανεία μὲ στάσεις σὲ τέσσερα σημεῖα καὶ δεήσεις γύρω ἀπὸ τὸ ναό. Βγαίνουν ἀπὸ τὴν ἐκκλησία ἐν πομπῇ, ὑψώνουν τὸν τίμιο σταυρὸ ὁ ὁποῖος προπορεύεται, κρατοῦν στὰ χέρια τὶς ἱερὲς εἰκόνες καὶ ψάλλουν τὸ ἀπολυτίκιο τῆς ἡμέρας·
«Τὴν ἄχραντον εἰκόνα σου προσκυνοῦμεν, Ἀγαθέ, αἰτούμενοι συγχώρησιν τῶν πταισμάτων ἡμῶν, Χριστὲ ὁ Θεός· βουλήσει γὰρ ηὐδόκησας σαρκὶ ἀνελθεῖν ἐν τῷ σταυρῷ, ἵνα ῥύσῃ οὓς ἔπλασας ἐκ τῆς δουλείας τοῦ ἐχθροῦ· ὅθεν εὐχαρίστως βοῶμέν σοι· Χαρᾶς ἐπλήρωσας τὰ πάντα, ὁ Σωτὴρ ἡμῶν, παραγενόμενος εἰς τὸ σῶσαι τὸν κόσμον».
Στὸ τέλος τῆς λιτανείας μνημονεύονται τὰ ὀνόματα καὶ μακαρίζονται οἱ ψυχὲς ὅλων ἐκείνων τῶν ὁμολογητῶν καὶ ἡρώων τῆς πίστεως, οἱ ὁποῖοι μὲ σύνθημα τὸ «Ὀρθοδοξία ἢ θάνατος» ἀγωνίσθηκαν διὰ μέσου τῶν αἰώνων ἐπάνω στὶς ἐπάλξεις τῆς Ἐκκλησίας μὲ σκοπὸ νὰ κρατήσουν ἀκεραία καὶ ἀνόθευτη τὴν πίστι, καὶ ἀναθεματίζονται οἱ ἀμετανόητοι αἱρετικοί, ποὺ κήρυξαν πλανεμένες διδασκαλίες.
Αὐτὰ περιλαμβάνονται στὸ «Συνοδικὸν τῆς ἁγίας καὶ οἰκουμενικῆς Ζ΄ Συνόδου ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας», ποὺ βρίσκεται στὸ βιβλίο τοῦ Τριῳδίου καὶ θὰ ἦταν εὐχῆς ἔργον νὰ διαβάζεται στοὺς ναούς μας, ὅπως παλαιότερα, πρὸς ἐνίσχυσιν τῆς πίστεως.
Τὴν ἡμέρα αὐτὴ τελεῖται τὸ ἱερὸ μνημόσυνο τῶν ἀναριθμήτων ἐκείνων ἡρώων τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, οἱ ὁποῖοι τώρα ἀποτελοῦν φωτεινὸ νέφος ποὺ λάμπει σὰν οὐράνιο σέλας σὲ ὅλη τὴν οἰκουμένη.
Μερικοὶ ἀπὸ αὐτοὺς εἶνε ἰδιαιτέρως γνωστοί, διότι σὲ κρίσιμες στιγμὲς τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας στάθηκαν μονομάχοι τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ὀρθοπραξίας· ὁ Μέγας Ἀθανάσιος κατὰ τῶν ἀρειανῶν, ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος κατὰ τῶν ἠθικῶν παρεκτροπῶν, ὁ ἅγιος Κύριλλος κατὰ τῶν νεστοριανῶν, καὶ σὲ μεταγενέστερα χρόνια οἱ ἅγιοι Μέγας Φώτιος κατὰ τῶν λατίνων, Γρηγόριος Παλαμᾶς κατὰ τῶν βαρλααμιτῶν καὶ Μᾶρκος ὁ Εὐγενικὸς κατὰ τοῦ πάπα. Αὐτοὺς τοὺς ἁγίους πατέρας ἀνευφημοῦμε λέγοντας·
«Τῶν τῆς Ὀρθοδοξίας προμάχων, εὐσεβῶν βασιλέων, ἁγιωτάτων πατριαρχῶν, ἀρχιερέων, διδασκάλων, μαρτύρων, ὁμολογητῶν, αἰωνία ἡ μνήμη».
Χάρις στοὺς ἀκούραστους καὶ ἀκατάβλητους κόπους καὶ τὶς μαρτυρικὲς θυσίες τῶν ἀειμνήστων ἐκείνων ἀνδρῶν ἔχουμε ἐμεῖς σήμερα τὸν ἀνεκτίμητο θησαυρὸ ποὺ λέγεται ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ. Πρὸς αὐτοὺς ἂς ἀτενίζουμε, ὥστε νὰ συνεχίσουν νὰ μᾶς ἐμπνέουν τὸ φρόνημα καὶ οἱ ἀγῶνες τους, γιὰ νὰ μείνουμε κ᾽ ἐμεῖς ἀνυποχώρητοι στὶς ἠθικὲς ἀρχὲς τῆς ἁγίας ζωῆς τους καὶ στὴν ἀκρίβεια τῆς πίστεώς τους. Διότι αὐτὸ εἶνε Ὀρθοδοξία, καὶ αὐτοὶ εἶνε οἱ διδάσκαλοι καὶ ὁδηγοί μας σ᾽ αὐτήν.
Γι᾽ αὐτὴ τὴν Ὀρθοδοξία καυχώμεθα ἐν Κυρίῳ οἱ Χριστιανοὶ Ἕλληνες. Εἶνε ὁ πολύτιμος μαργαρίτης μας, ἡ ἀνεκτίμητη παρακαταθήκη μας, καὶ καλούμεθα νὰ τὴ φυλάξουμε, γιὰ νὰ μείνῃ αὐτὴ τὸ ἰδανικὸ τῆς πατρίδος μας.
Ἀλλὰ τί εἶνε αὐτὴ ἡ Ὀρθοδοξία, ὑπὲρ τῆς ὁποίας ἔχυσε ποταμοὺς αἱμάτων τὸ γένος τῶν Ἑλλήνων; Ἰδοὺ ἐρώτημα, ἰδοὺ ζήτημα ποὺ ἀξίζει ν᾽ ἀπασχολήσῃ κάθε Ἕλληνα. Διότι ἡ Ὀρθοδοξία δὲν εἶνε κάτι ἀδιάφορο γιὰ τὴν Ἑλλάδα, δὲν εἶνε μιὰ παρωνυχίδα· ἀποτελεῖ τὸ πολύτιμο διαμάντι τῆς χώρας αὐτῆς.
Η σημερινὴ Κυριακή, ἀγαπητοί μου, πρώτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, ὀνομάζεται Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας.
Τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἡ μία καὶ μόνη ἀληθινὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς γῆς, πανηγυρίζει τὴ νίκη καὶ τὸ θρίαμβό της κατὰ τῶν αἱρέσεων.
Ἀφ᾽ ὅτου συνῆλθε ἡ Ἑβδόμη (Ζ΄) Οἰκουμενικὴ Σύνοδος τὸ 787 μ.Χ. στὴ Νίκαια καὶ κατεδίκασε τοὺς εἰκονομάχους, ἔγινε ἡ ἀναστήλωσις καὶ ἐπαναφορὰ τῶν ἁγίων εἰκόνων στὴ λατρεία καὶ
καθιερώθηκε νὰ τελῆται λαμπρὴ πανήγυρις.
Ἐτελεῖτο στὰ χρόνια τοῦ Βυζαντίου καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ τελῆται μέχρι σήμερα σὲ πολλὰ μέρη τῆς Ὀρθοδοξίας, παντοῦ ὅπου ἡ φλόγα τῆς νικηφόρου πίστεως διατηρεῖται ἀκμαία στὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν.
Μετὰ τὴ δοξολογία τῆς ἡμέρας, στὸ τέλος τοῦ ὄρθρου, ὅλος ὁ κλῆρος καὶ ὁ πιστὸς λαὸς κάνουν ἱερὰ λιτανεία μὲ στάσεις σὲ τέσσερα σημεῖα καὶ δεήσεις γύρω ἀπὸ τὸ ναό. Βγαίνουν ἀπὸ τὴν ἐκκλησία ἐν πομπῇ, ὑψώνουν τὸν τίμιο σταυρὸ ὁ ὁποῖος προπορεύεται, κρατοῦν στὰ χέρια τὶς ἱερὲς εἰκόνες καὶ ψάλλουν τὸ ἀπολυτίκιο τῆς ἡμέρας·
«Τὴν ἄχραντον εἰκόνα σου προσκυνοῦμεν, Ἀγαθέ, αἰτούμενοι συγχώρησιν τῶν πταισμάτων ἡμῶν, Χριστὲ ὁ Θεός· βουλήσει γὰρ ηὐδόκησας σαρκὶ ἀνελθεῖν ἐν τῷ σταυρῷ, ἵνα ῥύσῃ οὓς ἔπλασας ἐκ τῆς δουλείας τοῦ ἐχθροῦ· ὅθεν εὐχαρίστως βοῶμέν σοι· Χαρᾶς ἐπλήρωσας τὰ πάντα, ὁ Σωτὴρ ἡμῶν, παραγενόμενος εἰς τὸ σῶσαι τὸν κόσμον».
Στὸ τέλος τῆς λιτανείας μνημονεύονται τὰ ὀνόματα καὶ μακαρίζονται οἱ ψυχὲς ὅλων ἐκείνων τῶν ὁμολογητῶν καὶ ἡρώων τῆς πίστεως, οἱ ὁποῖοι μὲ σύνθημα τὸ «Ὀρθοδοξία ἢ θάνατος» ἀγωνίσθηκαν διὰ μέσου τῶν αἰώνων ἐπάνω στὶς ἐπάλξεις τῆς Ἐκκλησίας μὲ σκοπὸ νὰ κρατήσουν ἀκεραία καὶ ἀνόθευτη τὴν πίστι, καὶ ἀναθεματίζονται οἱ ἀμετανόητοι αἱρετικοί, ποὺ κήρυξαν πλανεμένες διδασκαλίες.
Αὐτὰ περιλαμβάνονται στὸ «Συνοδικὸν τῆς ἁγίας καὶ οἰκουμενικῆς Ζ΄ Συνόδου ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας», ποὺ βρίσκεται στὸ βιβλίο τοῦ Τριῳδίου καὶ θὰ ἦταν εὐχῆς ἔργον νὰ διαβάζεται στοὺς ναούς μας, ὅπως παλαιότερα, πρὸς ἐνίσχυσιν τῆς πίστεως.
Τὴν ἡμέρα αὐτὴ τελεῖται τὸ ἱερὸ μνημόσυνο τῶν ἀναριθμήτων ἐκείνων ἡρώων τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, οἱ ὁποῖοι τώρα ἀποτελοῦν φωτεινὸ νέφος ποὺ λάμπει σὰν οὐράνιο σέλας σὲ ὅλη τὴν οἰκουμένη.
Μερικοὶ ἀπὸ αὐτοὺς εἶνε ἰδιαιτέρως γνωστοί, διότι σὲ κρίσιμες στιγμὲς τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας στάθηκαν μονομάχοι τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ὀρθοπραξίας· ὁ Μέγας Ἀθανάσιος κατὰ τῶν ἀρειανῶν, ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος κατὰ τῶν ἠθικῶν παρεκτροπῶν, ὁ ἅγιος Κύριλλος κατὰ τῶν νεστοριανῶν, καὶ σὲ μεταγενέστερα χρόνια οἱ ἅγιοι Μέγας Φώτιος κατὰ τῶν λατίνων, Γρηγόριος Παλαμᾶς κατὰ τῶν βαρλααμιτῶν καὶ Μᾶρκος ὁ Εὐγενικὸς κατὰ τοῦ πάπα. Αὐτοὺς τοὺς ἁγίους πατέρας ἀνευφημοῦμε λέγοντας·
«Τῶν τῆς Ὀρθοδοξίας προμάχων, εὐσεβῶν βασιλέων, ἁγιωτάτων πατριαρχῶν, ἀρχιερέων, διδασκάλων, μαρτύρων, ὁμολογητῶν, αἰωνία ἡ μνήμη».
Χάρις στοὺς ἀκούραστους καὶ ἀκατάβλητους κόπους καὶ τὶς μαρτυρικὲς θυσίες τῶν ἀειμνήστων ἐκείνων ἀνδρῶν ἔχουμε ἐμεῖς σήμερα τὸν ἀνεκτίμητο θησαυρὸ ποὺ λέγεται ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ. Πρὸς αὐτοὺς ἂς ἀτενίζουμε, ὥστε νὰ συνεχίσουν νὰ μᾶς ἐμπνέουν τὸ φρόνημα καὶ οἱ ἀγῶνες τους, γιὰ νὰ μείνουμε κ᾽ ἐμεῖς ἀνυποχώρητοι στὶς ἠθικὲς ἀρχὲς τῆς ἁγίας ζωῆς τους καὶ στὴν ἀκρίβεια τῆς πίστεώς τους. Διότι αὐτὸ εἶνε Ὀρθοδοξία, καὶ αὐτοὶ εἶνε οἱ διδάσκαλοι καὶ ὁδηγοί μας σ᾽ αὐτήν.
Γι᾽ αὐτὴ τὴν Ὀρθοδοξία καυχώμεθα ἐν Κυρίῳ οἱ Χριστιανοὶ Ἕλληνες. Εἶνε ὁ πολύτιμος μαργαρίτης μας, ἡ ἀνεκτίμητη παρακαταθήκη μας, καὶ καλούμεθα νὰ τὴ φυλάξουμε, γιὰ νὰ μείνῃ αὐτὴ τὸ ἰδανικὸ τῆς πατρίδος μας.
Ἀλλὰ τί εἶνε αὐτὴ ἡ Ὀρθοδοξία, ὑπὲρ τῆς ὁποίας ἔχυσε ποταμοὺς αἱμάτων τὸ γένος τῶν Ἑλλήνων; Ἰδοὺ ἐρώτημα, ἰδοὺ ζήτημα ποὺ ἀξίζει ν᾽ ἀπασχολήσῃ κάθε Ἕλληνα. Διότι ἡ Ὀρθοδοξία δὲν εἶνε κάτι ἀδιάφορο γιὰ τὴν Ἑλλάδα, δὲν εἶνε μιὰ παρωνυχίδα· ἀποτελεῖ τὸ πολύτιμο διαμάντι τῆς χώρας αὐτῆς.
* * *
Ὀρθοδοξία! Ποιός ἐκκλησιαστικὸς ῥήτωρ θὰ μποροῦσε νὰ ἐκφωνήσῃ τὸν πανηγυρικό της ἐπαξίως; Θά ᾽πρεπε ν᾽ ἀναστηθοῦν σήμερα ἀπὸ τοὺς τάφους τους ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ὁ ἱερὸς Φώτιος καὶ ὁ Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, γιὰ νὰ σαλπίσουν μὲ τὶς ἠχηρὲς σάλπιγγές τους πρὸς ὅλο τὸ Ὀρθόδοξο ποίμνιο τὸ «Φύλακες, γρηγορεῖτε!», νὰ ἀφυπνίσουν στὰ στήθη καὶ τῶν πλέον ἀδιαφόρων σημερινῶν ὀρθοδόξων Ἑλλήνων τὴν κοιμωμένη συνείδησι τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὦ μακάρια πνεύματα, πόσο βαθειὰ εἴχατε στὶς καρδιές σας τὸ βίωμα τῆς Ὀρθοδοξίας!
Αὐτὸ τὸ βίωμα, ἡ καρδιὰ τῆς Ὀρθοδοξίας, βρίσκεται σ᾽ ἐκεῖνο ποὺ φωνάζει ὁ ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν καὶ κῆρυξ τοῦ χριστιανισμοῦ, ὁ ἀπόστολος Παῦλος· «Ἀδελφοί, στήκετε, καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις ἃς ἐδιδάχθητε εἴτε διὰ λόγου εἴτε δι᾽ ἐπιστολῆς ἡμῶν» (Β΄ Θεσ. 2,15).
Σύμφωνα μὲ τὸ κήρυγμα τῶν ἀποστόλων ὁ χριστιανισμὸς δὲν εἶνε μιὰ ἐφεύρεσι ἀνθρωπίνης διανοίας, ἡ ὁποία μπορεῖ νὰ τροποποιῆται καὶ ν᾽ ἀλλάζῃ κάθε εἰκοσιτετράωρο. Δὲν εἶνε μιὰ φιλοσοφία, ἀπὸ ᾽κεῖνες ποὺ λάμπουν στὸν οὐρανὸ τῆς διανοήσεως σὰν φωτεινὰ μετέωρα σκέψεως κ᾽ ἔπειτα σβήνουν κ᾽ ἐξαφανίζονται στὸ ἔρεβος.
Ὁ χριστιανισμὸς εἶνε κάτι ἀπείρως περισσότερο, κάτι τελείως διαφορετικό. Εἶνε δύναμις ὑπερφυσική. Εἶνε ἀποκάλυψις ἑνὸς ὁλοκλήρου κόσμου ἀληθειῶν, στὶς ὁποῖες δὲν μποροῦσε νὰ ἀνέλθῃ μόνο του τὸ ἀνθρώπινο πνεῦμα μὲ τὰ φτερὰ τῆς διανοήσεως.
Ὅταν ὁ ἀπόστολος Πέτρος, ἔκθαμβος ἐμπρὸς στὸ μεγαλεῖο ποὺ ἔλαμπε ἀπ᾽ ὅλες τὶς πλευρὲς τῆς ζωῆς τοῦ θείου Διδασκάλου, ἔκανε τὴν ὁμολογία «Σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος», ὁ Θεάνθρωπος εἶπε· «Μάκαριος εἶ, Σίμων Βαριωνᾶ, ὅτι σὰρξ καὶ αἷμα οὐ ἀπεκάλυψέ σοι, ἀλλ᾽ ὁ πατήρ μου ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ. 16,16-17). Δηλαδή· Πέτρε, σὲ μακαρίζω, διότι αὐτὸ ποὺ ὁμολογεῖς, ὅτι ἐγὼ εἶμαι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, δὲν εἶνε κάτι ποὺ σὲ δίδαξαν ἄνθρωποι, δὲν εἶνε καρπὸς μελέτης καὶ φιλοσοφικῆς σκέψεως· εἶνε ἀποκάλυψις, ἄνωθεν φωτισμός, ποὺ σὲ κάνει νὰ βλέπῃς ὅ,τι δὲν μποροῦν νὰ δοῦν ὅλοι οἱ φιλόσοφοι τοῦ κόσμου. Κράτα λοιπὸν καλὰ τὴν ὁμολογία σου, τὴν πίστι ὅτι ἐγὼ εἶμαι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ.
Αὐτὴ ἡ πίστις θὰ γίνῃ ὁ βράχος ὁ ἀσάλευτος, ἐπάνω στὸν ὁποῖο θὰ οἰκοδομήσω τὴν Ἐκκλησία μου, καὶ ἡ Ἐκκλησία μου, ἡ ὁποία στηρίζεται ἐπάνω σ᾽ αὐτὴ τὴν ἀλήθεια, θὰ μείνῃ ἀσάλευτη. Αὐτὴ ἡ Ἐκκλησία θὰ πολεμηθῇ μὲ λύσσα ἀφάνταστη, ἀλλὰ ὅλες αἱ σκοτεινὲς δυνάμεις, ποὺ θὰ ἐκβράσῃ ὁ ᾅδης γιὰ νὰ τὴ διαλύσουν, θὰ συντριβοῦν σὰν ἀφρισμένα κύματα ἐπάνω στὸ βράχο αὐτόν. Θὰ διαλυθοῦν οἱ ἀφροὶ τοῦ μίσους, θὰ κονιορτοποιηθοῦν τὰ ὅπλα τῶν ἐχθρῶν, καὶ ἡ Ἐκκλησία ἡ Ὀρθόδοξος, ἡ ὁποία θὰ κρατῇ τὴν ὀρθὴ πίστι γιὰ τὸ πρόσωπό μου, θὰ ὑψώσῃ νικηφόρως τὴ σημαία της στὰ πέρατα τοῦ κόσμου. «Πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (ἔ.ἀ. 16,18).
Αὐτὸ τὸ βίωμα, ἡ καρδιὰ τῆς Ὀρθοδοξίας, βρίσκεται σ᾽ ἐκεῖνο ποὺ φωνάζει ὁ ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν καὶ κῆρυξ τοῦ χριστιανισμοῦ, ὁ ἀπόστολος Παῦλος· «Ἀδελφοί, στήκετε, καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις ἃς ἐδιδάχθητε εἴτε διὰ λόγου εἴτε δι᾽ ἐπιστολῆς ἡμῶν» (Β΄ Θεσ. 2,15).
Σύμφωνα μὲ τὸ κήρυγμα τῶν ἀποστόλων ὁ χριστιανισμὸς δὲν εἶνε μιὰ ἐφεύρεσι ἀνθρωπίνης διανοίας, ἡ ὁποία μπορεῖ νὰ τροποποιῆται καὶ ν᾽ ἀλλάζῃ κάθε εἰκοσιτετράωρο. Δὲν εἶνε μιὰ φιλοσοφία, ἀπὸ ᾽κεῖνες ποὺ λάμπουν στὸν οὐρανὸ τῆς διανοήσεως σὰν φωτεινὰ μετέωρα σκέψεως κ᾽ ἔπειτα σβήνουν κ᾽ ἐξαφανίζονται στὸ ἔρεβος.
Ὁ χριστιανισμὸς εἶνε κάτι ἀπείρως περισσότερο, κάτι τελείως διαφορετικό. Εἶνε δύναμις ὑπερφυσική. Εἶνε ἀποκάλυψις ἑνὸς ὁλοκλήρου κόσμου ἀληθειῶν, στὶς ὁποῖες δὲν μποροῦσε νὰ ἀνέλθῃ μόνο του τὸ ἀνθρώπινο πνεῦμα μὲ τὰ φτερὰ τῆς διανοήσεως.
Ὅταν ὁ ἀπόστολος Πέτρος, ἔκθαμβος ἐμπρὸς στὸ μεγαλεῖο ποὺ ἔλαμπε ἀπ᾽ ὅλες τὶς πλευρὲς τῆς ζωῆς τοῦ θείου Διδασκάλου, ἔκανε τὴν ὁμολογία «Σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος», ὁ Θεάνθρωπος εἶπε· «Μάκαριος εἶ, Σίμων Βαριωνᾶ, ὅτι σὰρξ καὶ αἷμα οὐ ἀπεκάλυψέ σοι, ἀλλ᾽ ὁ πατήρ μου ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ. 16,16-17). Δηλαδή· Πέτρε, σὲ μακαρίζω, διότι αὐτὸ ποὺ ὁμολογεῖς, ὅτι ἐγὼ εἶμαι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, δὲν εἶνε κάτι ποὺ σὲ δίδαξαν ἄνθρωποι, δὲν εἶνε καρπὸς μελέτης καὶ φιλοσοφικῆς σκέψεως· εἶνε ἀποκάλυψις, ἄνωθεν φωτισμός, ποὺ σὲ κάνει νὰ βλέπῃς ὅ,τι δὲν μποροῦν νὰ δοῦν ὅλοι οἱ φιλόσοφοι τοῦ κόσμου. Κράτα λοιπὸν καλὰ τὴν ὁμολογία σου, τὴν πίστι ὅτι ἐγὼ εἶμαι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ.
Αὐτὴ ἡ πίστις θὰ γίνῃ ὁ βράχος ὁ ἀσάλευτος, ἐπάνω στὸν ὁποῖο θὰ οἰκοδομήσω τὴν Ἐκκλησία μου, καὶ ἡ Ἐκκλησία μου, ἡ ὁποία στηρίζεται ἐπάνω σ᾽ αὐτὴ τὴν ἀλήθεια, θὰ μείνῃ ἀσάλευτη. Αὐτὴ ἡ Ἐκκλησία θὰ πολεμηθῇ μὲ λύσσα ἀφάνταστη, ἀλλὰ ὅλες αἱ σκοτεινὲς δυνάμεις, ποὺ θὰ ἐκβράσῃ ὁ ᾅδης γιὰ νὰ τὴ διαλύσουν, θὰ συντριβοῦν σὰν ἀφρισμένα κύματα ἐπάνω στὸ βράχο αὐτόν. Θὰ διαλυθοῦν οἱ ἀφροὶ τοῦ μίσους, θὰ κονιορτοποιηθοῦν τὰ ὅπλα τῶν ἐχθρῶν, καὶ ἡ Ἐκκλησία ἡ Ὀρθόδοξος, ἡ ὁποία θὰ κρατῇ τὴν ὀρθὴ πίστι γιὰ τὸ πρόσωπό μου, θὰ ὑψώσῃ νικηφόρως τὴ σημαία της στὰ πέρατα τοῦ κόσμου. «Πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (ἔ.ἀ. 16,18).
* * *
Καὶ ἡ ἱστορία εἴκοσι αἰώνων, ποὺ διέρρευσαν ἀπὸ τότε, ἐπαληθεύει, ἀγαπητοί μου, τὴ μεγάλη αὐτὴ προφητεία τοῦ Κυρίου. Πολέμιοι τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως παρουσιάστηκαν πολλοί, ἀναρίθμητοι, οἱ ὁποῖοι, παρ᾽ ὅλα τὰ ποικίλα μέσα ποὺ χρησιμοποίησαν, ἕναν ἀντικειμενικὸ σκοπὸ εἶχαν ὅλοι ἀπὸ κοινοῦ, τὴν ὁλοκληρωτικὴ διάλυσί της. Μὲ φωτιὰ καὶ σίδερο, μὲ φρικτὰ καὶ ἀπερίγραπτα μαρτύρια, προσπάθησαν νὰ ἐξαλείψουν τὴν πίστι τρομοκρατώντας καὶ ἐξοντώνοντας μαζικὰ τοὺς φορεῖς αὐτῆς τῆς πίστεως. Ἀλλὰ δὲν κατώρθωσαν τίποτα. Ὅπου ἔπεφτε ἕνας, ἐκεῖ 10, 100, 200 σηκώνονταν γιὰ νὰ τὴν ὑπερασπίσουν.
Ἡ Ὀρθοδοξία ἔρριχνε καθημερινῶς τὶς ῥίζες της σ᾽ Ἀνατολὴ καὶ Δύσι. Ὑψωνόταν σὰν δέντρο πανέμορφο καὶ καρποφόρο, καὶ κάτω ἀπ᾽ τὴ σκιά του μυριάδες ψυχὲς μ᾽ ἕνα στόμα καὶ μιὰ καρδιὰ ὑμνοῦσαν καὶ δοξολογοῦσαν τὸν ἐν Τριάδι Θεόν. Καὶ ὁ χριστιανισμὸς παρουσιαζόταν ἀδιάσπαστος, ἑνωμένος μέσα στοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία σὰν μάνα φιλόστοργη εἶχε συγκεντρώσει κάτω ἀπ᾽ τὰ φτερά της ὅλα τὰ παιδιά της.
Γιὰ τὴν ἔνδοξη αὐτὴ Ἐκκλησία μποροῦσε ὁ ποιητὴς νὰ πῇ· «Ἆρον κύκλῳ τοὺς ὀφθαλμούς σου, Σιών, καὶ ἴδε· ἰδοὺ γὰρ ἥκασί σοι θεοφεγγεῖς ὡς φωστῆρες ἐκ δυσμῶν καὶ βορρᾶ καὶ θαλάσσης καὶ ἑῴας τὰ τέκνα σου, ἐν σοὶ εὐλογοῦντα Χριστὸν εἰς τοὺς αἰῶνας» (καν. Πάσχ. ᾠδ. η΄).
Ἡ Ὀρθοδοξία ἔρριχνε καθημερινῶς τὶς ῥίζες της σ᾽ Ἀνατολὴ καὶ Δύσι. Ὑψωνόταν σὰν δέντρο πανέμορφο καὶ καρποφόρο, καὶ κάτω ἀπ᾽ τὴ σκιά του μυριάδες ψυχὲς μ᾽ ἕνα στόμα καὶ μιὰ καρδιὰ ὑμνοῦσαν καὶ δοξολογοῦσαν τὸν ἐν Τριάδι Θεόν. Καὶ ὁ χριστιανισμὸς παρουσιαζόταν ἀδιάσπαστος, ἑνωμένος μέσα στοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία σὰν μάνα φιλόστοργη εἶχε συγκεντρώσει κάτω ἀπ᾽ τὰ φτερά της ὅλα τὰ παιδιά της.
Γιὰ τὴν ἔνδοξη αὐτὴ Ἐκκλησία μποροῦσε ὁ ποιητὴς νὰ πῇ· «Ἆρον κύκλῳ τοὺς ὀφθαλμούς σου, Σιών, καὶ ἴδε· ἰδοὺ γὰρ ἥκασί σοι θεοφεγγεῖς ὡς φωστῆρες ἐκ δυσμῶν καὶ βορρᾶ καὶ θαλάσσης καὶ ἑῴας τὰ τέκνα σου, ἐν σοὶ εὐλογοῦντα Χριστὸν εἰς τοὺς αἰῶνας» (καν. Πάσχ. ᾠδ. η΄).