ΕΑΝ, ἀγαπητοί μου, ἔχουμε κάτι νὰ καυχηθοῦμε, τὸ καύχημά μας εἶνε ἡ Ὀρθοδοξία.
Ἡ Ὀρθοδοξία μας πολεμεῖται. Αὐτὸ ὅμως εἶνε ἀπόδειξις ὅτι εἶνε ἡ ἀληθινὴ πίστις. Ὅπως ὁ κλέφτης μισεῖ τὸ φῶς, ἔτσι καὶ οἱ ἐχθροὶ τῆς Ὀρθοδοξίας μισοῦν τὸ φῶς της. Ἀλλ᾽ αὐτὴ θεμέλιο καὶ ῥίζα της ἔχει τὸ Χριστό, «καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16,18).
Πρέπει οἱ ὀρθόδοξοι νὰ ὑπερασπισθοῦμε τὴν πίστι μας. Καὶ ποιό εἶνε τὸ ὅπλο; Πολλὰ ὅπλα ἔχουμε. Ἐγὼ ἀπὸ ὅλα θὰ ὑπογραμμίσω τώρα ἕνα. Πιστεύω ἀκραδάντως ὅτι, ἐὰν ὅλοι ἐμεῖς, κλῆρος καὶ λαός, ἤμασταν πραγματικὰ ὀρθόδοξοι, δὲν θὰ ὑπῆρχε οὔτε ἕνας αἱρετικός. Μά, θὰ πῆτε, δὲν εἴμεθα ὀρθόδοξοι; Εἴμεθα, ἀλλὰ στὰ χαρτιὰ καὶ στὶς ταυτότητες. Ὀρθόδοξος ὅμως δὲν σημαίνει νὰ ἔχῃς μόνο τὸ ὄνομα. Ὁ ὀρθόδοξος εἶνε στρατιώτης Χριστοῦ. Καὶ στρατιώτης σημαίνει ἀπόφασι γιὰ ἐκτέλεσι τῶν νόμων τοῦ Κυρίου, τῶν ἐντολῶν τῆς Ἐκκλησίας. Ἂν ἡ Ὀρθοδοξία εἶνε ἡ ἀνώτερη πίστι στὸν κόσμο, τότε καὶ τὰ ἔργα τῶν ὀρθοδόξων πρέπει νὰ εἶνε ἀνώτερα ἀπὸ ὅλων τῶν ἄλλων. Μ᾽ ἄλλα λόγια Ὀρθοδοξία = ὀρθοπραξία.
Τί σημαίνει ὀρθοπραξία; Θ᾽ ἀπαριθμήσω 7 – 8 νούμερα, καὶ πάνω σ᾽ αὐτὰ ἂς ζυγιστοῦμε ὅλοι. Ἔτσι θὰ φανῇ, ἂν εἴμαστε ὀρθόδοξοι στὴν πρᾶξι κι ὄχι μόνο στὸ ὄνομα. Ὁ Κύριος εἶπε· «Οὐ πᾶς ὁ λέγων μοι Κύριε Κύριε εἰσελεύσεται εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἀλλ᾽ ὁ ποιῶν τὸ θέλημα τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ. 7,21). Ποιές λοιπὸν εἶνε οἱ ὑποχρεώσεις μας ὡς μελῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας;
Πρέπει οἱ ὀρθόδοξοι νὰ ὑπερασπισθοῦμε τὴν πίστι μας. Καὶ ποιό εἶνε τὸ ὅπλο; Πολλὰ ὅπλα ἔχουμε. Ἐγὼ ἀπὸ ὅλα θὰ ὑπογραμμίσω τώρα ἕνα. Πιστεύω ἀκραδάντως ὅτι, ἐὰν ὅλοι ἐμεῖς, κλῆρος καὶ λαός, ἤμασταν πραγματικὰ ὀρθόδοξοι, δὲν θὰ ὑπῆρχε οὔτε ἕνας αἱρετικός. Μά, θὰ πῆτε, δὲν εἴμεθα ὀρθόδοξοι; Εἴμεθα, ἀλλὰ στὰ χαρτιὰ καὶ στὶς ταυτότητες. Ὀρθόδοξος ὅμως δὲν σημαίνει νὰ ἔχῃς μόνο τὸ ὄνομα. Ὁ ὀρθόδοξος εἶνε στρατιώτης Χριστοῦ. Καὶ στρατιώτης σημαίνει ἀπόφασι γιὰ ἐκτέλεσι τῶν νόμων τοῦ Κυρίου, τῶν ἐντολῶν τῆς Ἐκκλησίας. Ἂν ἡ Ὀρθοδοξία εἶνε ἡ ἀνώτερη πίστι στὸν κόσμο, τότε καὶ τὰ ἔργα τῶν ὀρθοδόξων πρέπει νὰ εἶνε ἀνώτερα ἀπὸ ὅλων τῶν ἄλλων. Μ᾽ ἄλλα λόγια Ὀρθοδοξία = ὀρθοπραξία.
Τί σημαίνει ὀρθοπραξία; Θ᾽ ἀπαριθμήσω 7 – 8 νούμερα, καὶ πάνω σ᾽ αὐτὰ ἂς ζυγιστοῦμε ὅλοι. Ἔτσι θὰ φανῇ, ἂν εἴμαστε ὀρθόδοξοι στὴν πρᾶξι κι ὄχι μόνο στὸ ὄνομα. Ὁ Κύριος εἶπε· «Οὐ πᾶς ὁ λέγων μοι Κύριε Κύριε εἰσελεύσεται εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἀλλ᾽ ὁ ποιῶν τὸ θέλημα τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ. 7,21). Ποιές λοιπὸν εἶνε οἱ ὑποχρεώσεις μας ὡς μελῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας;
* * *
⃝ Νούμερο 1. Ὀρθοπραξία σημαίνει σεβασμὸς τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ. Σὲ μιὰ ὀρθόδοξη χώρα δὲν ἐπιτρέπεται καμμία βλασφημία τῶν θείων. Εἴμαστε ἐν τάξει σ᾽ αὐτό; Ὄχι δυστυχῶς. Κάθε λεπτὸ ἀκούγονται βλαστήμιες. Βλαστημοῦν μεγάλοι – μικροί. Στὴ Μικρὰ Ἀσία δὲ βλαστημοῦσε οὔτε ἕνας. Ξέρετε ποῦ ἔμαθαν οἱ πρόσφυγες νὰ βλαστημοῦν; Ὅταν περιώδευα τὰ χωριὰ τῆς Μακεδονίας, ἀπὸ Πρέσπα μέχρι Σκρᾶ καὶ πιὸ πέρα, βρῆκα προσφυγικὲς οἰκογένειες καὶ τοὺς ἔλεγα· ―Βρὲ παιδιά, βλαστημᾶνε οἱ ἄλλοι, ἀλλὰ κ᾽ ἐσεῖς; ―Ἐμεῖς ἐκεῖ δὲ βλαστημούσαμε, μοῦ ἔλεγαν γέροι μὲ ἄσπρα μαλλιά· βλαστήμια πρώτη φορὰ ἀκούσαμε μέσα στὰ ἑλληνικὰ καράβια ὅταν μᾶς ἔφερναν ἐδῶ…. Πρέπει λοιπὸν νὰ σβήσῃ ἡ βλαστήμια.
⃝ Νούμερο 2. Ὀρθοπραξία θὰ πῇ σεβασμὸς τῆς Κυριακῆς. Ἕξι μέρες ἐργάσου. Τὴν Κυριακὴ χτύπησαν οἱ καμπάνες; Στὸπ τὰ πάντα, νὰ κλείσουν ὅλα. Τώρα ὅμως τὴν Κυριακὴ γίνονται δραστηριότητες, δυστυχήματα, ἐγκλήματα. Ἀπὸ Κυριακὴ τὴν καταντήσαμε διαβολική, δὲν τὴν τιμοῦμε. Ὀρθοπραξία θὰ πῇ, τὴν Κυριακὴ νὰ πράττουμε τὰ ἔργα τοῦ Κυρίου, ποὺ εἶνε ἐκκλησιασμός, θεία κοινωνία, μελέτη ἁγίας Γραφῆς, ἐπίσκεψις ἀσθενῶν.
⃝ Νούμερο 3. Ὀρθοπραξία σημαίνει «Οὐ λήψει τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐπὶ ματαίῳ» (Ἔξ. 20,7). «Μὴ ὀμόσαι ὅλως· …ἔστω ὁ λόγος ὑμῶν ναὶ ναί, οὒ οὔ» (Ματθ. 5,34-37). Ἀπαγορεύεται τελείως ὁ ὅρκος, εἴτε ψέματα εἴτε καὶ ἀληθινά. Ἐδῶ ὅμως χιλιάδες χέρια σὲ δικαστήρια καὶ ἀλλοῦ παλαμίζουν τὸ Εὐαγγέλιο. Στὴν Κοζάνη συνήντησα ἕνα πτωχαδάκι μὲ 5 – 6 παιδιά. Ἦταν ἀπὸ τὸν Πόντο, ὅπου διδάχθηκε ὅτι ὁ ὅρκος εἶνε ἁμαρτία. Τὸν πῆραν ἀγροφύλακα, μὰ δὲν μπόρεσε νὰ μείνῃ στὴ θέσι αὐτή. Τὸν κάλεσαν μάρτυρα στὸ δικαστήριο καὶ ἔδωσε μέσα σὲ μία μέρα 35 ὅρκους. Θεέ μου, λέει, κολάστηκα! Ἔφυγε, δὲν μποροῦσε νὰ ὑποφέρῃ. Εἴμαστε ὀρθόδοξη χώρα; Τηροῦμε τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, ἢ ἔχουμε ἀντιευαγγέλιο;
⃝ Νούμερο 4. Ὀρθοπραξία θὰ πῇ σεβασμὸς τοῦ γήρατος. Ὅσοι εἶστε νέοι, ζυγιστῆτε ἐδῶ. Κάποτε μπροστὰ σὲ γέροντα ὁ νέος σηκωνόταν ὄρθιος, εἶχε ντροπή, κοκκίνιζε. Τώρα σὲ τραῖνα καὶ αὐτοκίνητα βλέπεις γριὲς ὄρθιες νὰ κρέμωνται ἀπὸ τοὺς ἱμάντες, καὶ παιδιὰ νὰ κάθωνται μακαρίως. Μόλις ὅμως ἐμφανισθῇ κάποιο δεσποινάριον, τότε ὁ δανδῆς σηκώνεται ὄρθιος. Γι᾽ αὐτὸ ἐγὼ τοὐλάχιστον προτιμῶ νὰ πηγαίνω μὲ τὰ πόδια. Πῆρε «καλὰ» μαθήματα ἡ νεολαία στὸν κινηματογράφο καὶ τώρα τὰ ἐφαρμόζει. Τὰ ἴδια καὶ στὸ σπίτι. Τοῦ μιλᾶνε, κι ὁ νέος κάθεται διπλοπόδι καὶ καπνίζει κιόλας. Ὁ πατέρας καὶ ἡ μάνα εἶνε ἕνας μικρὸς θεὸς ἐπὶ τῆς γῆς· ὅποιος δὲ σέβεται αὐτοὺς ποὺ τοὺς βλέπει, πῶς νὰ σεβαστῇ τὸ Θεὸ ποὺ δὲν τὸν βλέπει; Σεβασμὸς τοῦ γήρατος σημαίνει τιμὴ στοὺς γονεῖς, κληρικούς, διδασκάλους.
⃝ Νούμερο 5. Ὀρθοπραξία θὰ πῇ ὄχι πορνεία. Σ᾽ ἕνα ὀρθόδοξο λαὸ δὲν πρέπει ὄχι νὰ γίνεται ἀλλ᾽ οὔτε ν᾽ ἀκούγεται πορνεία (πρβλ. Ἐφ. 5,3). Οὐ πορνεύσεις, «οὐ μοιχεύσεις» (Ἔξ. 20,13· Δευτ. 5,18)· καθαρὴ πρέπει νά ᾽νε ἡ ζωὴ τῶν νέων. Καὶ ὅμως στὰ χρόνια μας τὸ κακὸ ξεχείλισε καὶ περπατάει στὸ δρόμο· ἁμαρτάνουν φανερά, σὰν τὰ σκυλιά. Ὀρθοπραξία θὰ πῇ «τίμιος ὁ γάμος… καὶ ἡ κοίτη ἀμίαντος» (Ἑβρ. 13,4). Παντρεύτηκες στὴν ἐκκλησία; ἔκανες ἱερὸ συμβόλαιο μπροστὰ στὸ Θεό, ποὺ λέει· «Σὲ καὶ μόνον καὶ αἰωνίως». Μόνο τὸ φτυάρι τοῦ νεκροθάφτη χωρίζει τὸ ἀντρόγυνο. Τὸ διαζύγιο εἶνε ἄγνωστο.
⃝ Νούμερο 6. Ὀρθοπραξία θὰ πῇ ὄχι τυχερὰ παιχνίδια. Ἔχουμε ἕνα βιβλίο ἱερό, τὸ Πηδάλιο, ποὺ σημαίνει τιμόνι. Καράβι χωρὶς τιμόνι δὲν ταξιδεύει. Ἔτσι εἶνε καὶ τὸ βιβλίο αὐτὸ γιὰ τὴν Ἐκκλησία. Μέσα σ᾽ αὐτὸ εἶνε ὅλοι οἱ κανόνες τῶν ἁγίων Συνόδων. Ἐκεῖ οἱ δώδεκα ἀπόστολοι ὁρίζουν· Ὅποιος κληρικὸς παίζει ζάρια, τράπουλες, ὅλα αὐτά, «ἢ παυσάσθω, ἢ καθαιρείσθω»· ἢ νὰ παύσῃ ἀπὸ αὐτά, ἢ νὰ καθαιρεθῇ. Κι ὁ ἑπόμενος κανόνας λέει· Ὅποιος λαϊκός, ἄντρας ἢ γυναίκα, πιάνει αὐτὰ τὰ πράγματα στὰ χέρια, «ἢ παυσάσθω, ἢ ἀφοριζέσθω», δὲν ἔχει θέσι στὴν ἐκκλησία (ΜΒ΄ καὶ ΜΓ΄ καν. ἁγ. Ἀπ., Πηδάλιον, Ἀθῆναι 19576, σσ. 47-48 καὶ Ἀλιβιζάτου, Οἱ ἱεροὶ Κανόνες, Ἀθῆναι 19973, σ. 185). Τώρα ὅμως, χάριν τοῦ κέρδους, ἡ πατρίδα μας ἔγινε καζῖνο καὶ χαρτοπαικτικὴ λέσχη. Κοντὰ σ᾽ αὐτὰ εἶνε καὶ ὅλα τὰ τυχερὰ παιχνίδια, λαχεῖα, καθὼς καὶ τὸ «Προ – πὸ» κ.τ.λ.. Ὁ Ἀριστοτέλης λέει, ὅτι ὁ χαρτοπαίκτης κατατάσσεται ὄχι στοὺς τιμίους ἀνθρώπους ἀλλὰ δίπλα στὸν κλέφτη· γιατὶ κι αὐτὸς κλέβει μὲ τρόπο τοὺς ἄλλους. Ποιός φταίει γι᾽ αὐτά; Ἐμεῖς, ἡ ποιμαίνουσα ἐκκλησία. Ἔπρεπε νὰ ποῦμε στοὺς κυβερνῶντες· Οἱ κανόνες τῆς Ἐκκλησίας εἶνε παραπάνω ἀπὸ τοὺς νόμους τοῦ κράτους· ἐὰν ψηφίζετε τέτοιους νόμους, ἐμεῖς θὰ χτυπήσουμε νεκρικὰ τὶς καμπάνες. Προτιμῶ νὰ πέσω, νὰ εἶμαι ἁπλὸς καλόγερος, νὰ πάω στὶς φυλακές, παρὰ ν᾽ ἀφήσω τὸ τζόγο νὰ διαλύσῃ τὸν τόπο. Ζητοῦμε ἀπ᾽ τὸ Θεό, νὰ ἑνώσῃ τοὺς ἱεράρχας, καὶ ν᾽ ἀφήσουν τὰ μικρὰ καὶ ἀσήμαντα, καὶ νὰ πιάσουν τὰ μεγάλα θέματα, ποὺ ταλανίζουν τὴν πατρίδα.
⃝ Νούμερο 7. Ὀρθοπραξία θὰ πῇ κοινωνικὴ δικαιοσύνη. Ἀπὸ τὰ μικρά μου χρόνια στὸ χωριὸ τὴ Μεγάλη ᾽Βδομάδα στὴν ἀκολουθία τοῦ Νυμφίου μοῦ ἄρεσε ἐκεῖνο· «Δικαιοσύνην μάθετε, οἱ ἐνοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἠσ. 26,9β΄). Ὀρθοδοξία θὰ πῇ ἰδεώδης κοινωνία, στὴν ὁποία ἐπικρατεῖ δικαιοσύνη, ὅπως βλέπουμε στὶς Πράξεις τῶν ἀποστόλων. Δὲν ὑπῆρχε ἐκεῖ φτωχὸς καὶ πλούσιος, εἶχαν ὅλοι τὰ πάντα κοινά (Πράξ. 4,32). Μιὰ ψυχὴ ἔκλαιγε; χίλια μαντήλια σπόγγιζαν τὰ δάκρυά της. Κοινωνία ἀγγέλων. Τὰ ἀγαθὰ εἶνε σὰν τὸ αἷμα, ποὺ μοιράζεται παντοῦ στὸ σῶμα. Ἂν πάῃ ὅλο στὴν καρδιά, θὰ φέρῃ συγκοπή· ἂν πάῃ ὅλο στὸν ἐγκέφαλο, θὰ φέρῃ συμφόρησι· ἂν πάῃ ὅλο στὰ πνευμόνια, θὰ φέρῃ ἀσφυξία. Καὶ σ᾽ ἕνα περιβόλι μὲ χίλια δέντρα, ἂν ὁ κηπουρὸς ῥίξῃ ὅλο τὸ νερὸ σὲ δέκα δέντρα, αὐτὰ μὲν θὰ σαπίσουν τὰ δὲ ἄλλα θὰ κιτρινίσουν. Δεντριὰ εἶνε κ᾽ οἱ ἄνθρωποι· διψοῦν δροσιά, μὰ τὸ νεράκι πέφτει μόνο σὲ λίγα δέντρα. Δὲν ὑπάρχει δικαιοσύνη. Ὁ πλοῦτος μαζεύτηκε στὰ χέρια τῶν ὀλίγων, ἐνῷ οἱ πολλοὶ ὑποφέρουν. Ἅμα τὰ πῇς αὐτά, σὲ λένε ἀριστερό. Ἀλλ᾽ ὄχι, ἀδέρφια μου, ἐγὼ δὲν ἀνήκω σὲ κόμματα· ἀνήκω στὸ Χριστό, στὴν Ὀρθοδοξία, καὶ πιστεύω ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ μας, αὐτὸ καὶ μόνο, μπορεῖ νὰ σώσῃ τὸν κόσμο.
⃝ Καὶ τὸ νούμερο 8, τελευταία ζυγαριά. Ὀρθοπραξία θὰ πῇ δάκρυα μετανοίας, σὰν ἐκεῖνα τῶν ἁγίων. Δῶστε μου ἕνα τέτοιο δάκρυ, καὶ σᾶς χαρίζω ὅλα τὰ πλούτη! Αὐτὴ εἶνε ἡ Ὀρθοδοξία μας, ἀδελφοί. «Καρδίαν καθαρὰν κτῆσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός, καὶ πνεῦμα εὐθὲς ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου» (Ψαλμ. 50,12).
⃝ Νούμερο 2. Ὀρθοπραξία θὰ πῇ σεβασμὸς τῆς Κυριακῆς. Ἕξι μέρες ἐργάσου. Τὴν Κυριακὴ χτύπησαν οἱ καμπάνες; Στὸπ τὰ πάντα, νὰ κλείσουν ὅλα. Τώρα ὅμως τὴν Κυριακὴ γίνονται δραστηριότητες, δυστυχήματα, ἐγκλήματα. Ἀπὸ Κυριακὴ τὴν καταντήσαμε διαβολική, δὲν τὴν τιμοῦμε. Ὀρθοπραξία θὰ πῇ, τὴν Κυριακὴ νὰ πράττουμε τὰ ἔργα τοῦ Κυρίου, ποὺ εἶνε ἐκκλησιασμός, θεία κοινωνία, μελέτη ἁγίας Γραφῆς, ἐπίσκεψις ἀσθενῶν.
⃝ Νούμερο 3. Ὀρθοπραξία σημαίνει «Οὐ λήψει τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐπὶ ματαίῳ» (Ἔξ. 20,7). «Μὴ ὀμόσαι ὅλως· …ἔστω ὁ λόγος ὑμῶν ναὶ ναί, οὒ οὔ» (Ματθ. 5,34-37). Ἀπαγορεύεται τελείως ὁ ὅρκος, εἴτε ψέματα εἴτε καὶ ἀληθινά. Ἐδῶ ὅμως χιλιάδες χέρια σὲ δικαστήρια καὶ ἀλλοῦ παλαμίζουν τὸ Εὐαγγέλιο. Στὴν Κοζάνη συνήντησα ἕνα πτωχαδάκι μὲ 5 – 6 παιδιά. Ἦταν ἀπὸ τὸν Πόντο, ὅπου διδάχθηκε ὅτι ὁ ὅρκος εἶνε ἁμαρτία. Τὸν πῆραν ἀγροφύλακα, μὰ δὲν μπόρεσε νὰ μείνῃ στὴ θέσι αὐτή. Τὸν κάλεσαν μάρτυρα στὸ δικαστήριο καὶ ἔδωσε μέσα σὲ μία μέρα 35 ὅρκους. Θεέ μου, λέει, κολάστηκα! Ἔφυγε, δὲν μποροῦσε νὰ ὑποφέρῃ. Εἴμαστε ὀρθόδοξη χώρα; Τηροῦμε τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, ἢ ἔχουμε ἀντιευαγγέλιο;
⃝ Νούμερο 4. Ὀρθοπραξία θὰ πῇ σεβασμὸς τοῦ γήρατος. Ὅσοι εἶστε νέοι, ζυγιστῆτε ἐδῶ. Κάποτε μπροστὰ σὲ γέροντα ὁ νέος σηκωνόταν ὄρθιος, εἶχε ντροπή, κοκκίνιζε. Τώρα σὲ τραῖνα καὶ αὐτοκίνητα βλέπεις γριὲς ὄρθιες νὰ κρέμωνται ἀπὸ τοὺς ἱμάντες, καὶ παιδιὰ νὰ κάθωνται μακαρίως. Μόλις ὅμως ἐμφανισθῇ κάποιο δεσποινάριον, τότε ὁ δανδῆς σηκώνεται ὄρθιος. Γι᾽ αὐτὸ ἐγὼ τοὐλάχιστον προτιμῶ νὰ πηγαίνω μὲ τὰ πόδια. Πῆρε «καλὰ» μαθήματα ἡ νεολαία στὸν κινηματογράφο καὶ τώρα τὰ ἐφαρμόζει. Τὰ ἴδια καὶ στὸ σπίτι. Τοῦ μιλᾶνε, κι ὁ νέος κάθεται διπλοπόδι καὶ καπνίζει κιόλας. Ὁ πατέρας καὶ ἡ μάνα εἶνε ἕνας μικρὸς θεὸς ἐπὶ τῆς γῆς· ὅποιος δὲ σέβεται αὐτοὺς ποὺ τοὺς βλέπει, πῶς νὰ σεβαστῇ τὸ Θεὸ ποὺ δὲν τὸν βλέπει; Σεβασμὸς τοῦ γήρατος σημαίνει τιμὴ στοὺς γονεῖς, κληρικούς, διδασκάλους.
⃝ Νούμερο 5. Ὀρθοπραξία θὰ πῇ ὄχι πορνεία. Σ᾽ ἕνα ὀρθόδοξο λαὸ δὲν πρέπει ὄχι νὰ γίνεται ἀλλ᾽ οὔτε ν᾽ ἀκούγεται πορνεία (πρβλ. Ἐφ. 5,3). Οὐ πορνεύσεις, «οὐ μοιχεύσεις» (Ἔξ. 20,13· Δευτ. 5,18)· καθαρὴ πρέπει νά ᾽νε ἡ ζωὴ τῶν νέων. Καὶ ὅμως στὰ χρόνια μας τὸ κακὸ ξεχείλισε καὶ περπατάει στὸ δρόμο· ἁμαρτάνουν φανερά, σὰν τὰ σκυλιά. Ὀρθοπραξία θὰ πῇ «τίμιος ὁ γάμος… καὶ ἡ κοίτη ἀμίαντος» (Ἑβρ. 13,4). Παντρεύτηκες στὴν ἐκκλησία; ἔκανες ἱερὸ συμβόλαιο μπροστὰ στὸ Θεό, ποὺ λέει· «Σὲ καὶ μόνον καὶ αἰωνίως». Μόνο τὸ φτυάρι τοῦ νεκροθάφτη χωρίζει τὸ ἀντρόγυνο. Τὸ διαζύγιο εἶνε ἄγνωστο.
⃝ Νούμερο 6. Ὀρθοπραξία θὰ πῇ ὄχι τυχερὰ παιχνίδια. Ἔχουμε ἕνα βιβλίο ἱερό, τὸ Πηδάλιο, ποὺ σημαίνει τιμόνι. Καράβι χωρὶς τιμόνι δὲν ταξιδεύει. Ἔτσι εἶνε καὶ τὸ βιβλίο αὐτὸ γιὰ τὴν Ἐκκλησία. Μέσα σ᾽ αὐτὸ εἶνε ὅλοι οἱ κανόνες τῶν ἁγίων Συνόδων. Ἐκεῖ οἱ δώδεκα ἀπόστολοι ὁρίζουν· Ὅποιος κληρικὸς παίζει ζάρια, τράπουλες, ὅλα αὐτά, «ἢ παυσάσθω, ἢ καθαιρείσθω»· ἢ νὰ παύσῃ ἀπὸ αὐτά, ἢ νὰ καθαιρεθῇ. Κι ὁ ἑπόμενος κανόνας λέει· Ὅποιος λαϊκός, ἄντρας ἢ γυναίκα, πιάνει αὐτὰ τὰ πράγματα στὰ χέρια, «ἢ παυσάσθω, ἢ ἀφοριζέσθω», δὲν ἔχει θέσι στὴν ἐκκλησία (ΜΒ΄ καὶ ΜΓ΄ καν. ἁγ. Ἀπ., Πηδάλιον, Ἀθῆναι 19576, σσ. 47-48 καὶ Ἀλιβιζάτου, Οἱ ἱεροὶ Κανόνες, Ἀθῆναι 19973, σ. 185). Τώρα ὅμως, χάριν τοῦ κέρδους, ἡ πατρίδα μας ἔγινε καζῖνο καὶ χαρτοπαικτικὴ λέσχη. Κοντὰ σ᾽ αὐτὰ εἶνε καὶ ὅλα τὰ τυχερὰ παιχνίδια, λαχεῖα, καθὼς καὶ τὸ «Προ – πὸ» κ.τ.λ.. Ὁ Ἀριστοτέλης λέει, ὅτι ὁ χαρτοπαίκτης κατατάσσεται ὄχι στοὺς τιμίους ἀνθρώπους ἀλλὰ δίπλα στὸν κλέφτη· γιατὶ κι αὐτὸς κλέβει μὲ τρόπο τοὺς ἄλλους. Ποιός φταίει γι᾽ αὐτά; Ἐμεῖς, ἡ ποιμαίνουσα ἐκκλησία. Ἔπρεπε νὰ ποῦμε στοὺς κυβερνῶντες· Οἱ κανόνες τῆς Ἐκκλησίας εἶνε παραπάνω ἀπὸ τοὺς νόμους τοῦ κράτους· ἐὰν ψηφίζετε τέτοιους νόμους, ἐμεῖς θὰ χτυπήσουμε νεκρικὰ τὶς καμπάνες. Προτιμῶ νὰ πέσω, νὰ εἶμαι ἁπλὸς καλόγερος, νὰ πάω στὶς φυλακές, παρὰ ν᾽ ἀφήσω τὸ τζόγο νὰ διαλύσῃ τὸν τόπο. Ζητοῦμε ἀπ᾽ τὸ Θεό, νὰ ἑνώσῃ τοὺς ἱεράρχας, καὶ ν᾽ ἀφήσουν τὰ μικρὰ καὶ ἀσήμαντα, καὶ νὰ πιάσουν τὰ μεγάλα θέματα, ποὺ ταλανίζουν τὴν πατρίδα.
⃝ Νούμερο 7. Ὀρθοπραξία θὰ πῇ κοινωνικὴ δικαιοσύνη. Ἀπὸ τὰ μικρά μου χρόνια στὸ χωριὸ τὴ Μεγάλη ᾽Βδομάδα στὴν ἀκολουθία τοῦ Νυμφίου μοῦ ἄρεσε ἐκεῖνο· «Δικαιοσύνην μάθετε, οἱ ἐνοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἠσ. 26,9β΄). Ὀρθοδοξία θὰ πῇ ἰδεώδης κοινωνία, στὴν ὁποία ἐπικρατεῖ δικαιοσύνη, ὅπως βλέπουμε στὶς Πράξεις τῶν ἀποστόλων. Δὲν ὑπῆρχε ἐκεῖ φτωχὸς καὶ πλούσιος, εἶχαν ὅλοι τὰ πάντα κοινά (Πράξ. 4,32). Μιὰ ψυχὴ ἔκλαιγε; χίλια μαντήλια σπόγγιζαν τὰ δάκρυά της. Κοινωνία ἀγγέλων. Τὰ ἀγαθὰ εἶνε σὰν τὸ αἷμα, ποὺ μοιράζεται παντοῦ στὸ σῶμα. Ἂν πάῃ ὅλο στὴν καρδιά, θὰ φέρῃ συγκοπή· ἂν πάῃ ὅλο στὸν ἐγκέφαλο, θὰ φέρῃ συμφόρησι· ἂν πάῃ ὅλο στὰ πνευμόνια, θὰ φέρῃ ἀσφυξία. Καὶ σ᾽ ἕνα περιβόλι μὲ χίλια δέντρα, ἂν ὁ κηπουρὸς ῥίξῃ ὅλο τὸ νερὸ σὲ δέκα δέντρα, αὐτὰ μὲν θὰ σαπίσουν τὰ δὲ ἄλλα θὰ κιτρινίσουν. Δεντριὰ εἶνε κ᾽ οἱ ἄνθρωποι· διψοῦν δροσιά, μὰ τὸ νεράκι πέφτει μόνο σὲ λίγα δέντρα. Δὲν ὑπάρχει δικαιοσύνη. Ὁ πλοῦτος μαζεύτηκε στὰ χέρια τῶν ὀλίγων, ἐνῷ οἱ πολλοὶ ὑποφέρουν. Ἅμα τὰ πῇς αὐτά, σὲ λένε ἀριστερό. Ἀλλ᾽ ὄχι, ἀδέρφια μου, ἐγὼ δὲν ἀνήκω σὲ κόμματα· ἀνήκω στὸ Χριστό, στὴν Ὀρθοδοξία, καὶ πιστεύω ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ μας, αὐτὸ καὶ μόνο, μπορεῖ νὰ σώσῃ τὸν κόσμο.
⃝ Καὶ τὸ νούμερο 8, τελευταία ζυγαριά. Ὀρθοπραξία θὰ πῇ δάκρυα μετανοίας, σὰν ἐκεῖνα τῶν ἁγίων. Δῶστε μου ἕνα τέτοιο δάκρυ, καὶ σᾶς χαρίζω ὅλα τὰ πλούτη! Αὐτὴ εἶνε ἡ Ὀρθοδοξία μας, ἀδελφοί. «Καρδίαν καθαρὰν κτῆσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός, καὶ πνεῦμα εὐθὲς ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου» (Ψαλμ. 50,12).
* * *
Τελείωσα. Στὴν Ἀποκάλυψι ὁ Ἰωάννης εἶδε νὰ πετάῃ ἕνας ἀετός, ποὺ θυμίζει τὰ ἐμβλήματα τῆς Ὀρθοδοξίας· ἀετὸς στὶς σφραγῖδες, στὰ ἐγκόλπια, στὰ βιβλία, παντοῦ· ὁ δικέφαλος ἀετὸς εἶνε ἡ Ὀρθοδοξία μας.
Ποῦ εἶσαι, ἀετὲ τῆς Ὀρθοδοξίας; Χαμήλωσε, ἔλα καὶ πάρε μας στὶς φτεροῦγες σου. Καὶ ὕψωσέ μας ψηλά, ἐκεῖ ποὺ εἶνε ὁ Θεός, ἐκεῖ ποὺ εἶνε οἱ ἅγιοι, ἐκεῖ ποὺ εἶνε οἱ πρόγονοι καὶ οἱ πατέρες μας, ἐκεῖ νὰ ζήσουμε αἰωνίως. Ὀρθόδοξοι γεννηθήκαμε, ὀρθόδοξοι νὰ ζήσουμε, καὶ ὀρθόδοξοι νὰ πεθάνουμε· ἀμήν.
Ποῦ εἶσαι, ἀετὲ τῆς Ὀρθοδοξίας; Χαμήλωσε, ἔλα καὶ πάρε μας στὶς φτεροῦγες σου. Καὶ ὕψωσέ μας ψηλά, ἐκεῖ ποὺ εἶνε ὁ Θεός, ἐκεῖ ποὺ εἶνε οἱ ἅγιοι, ἐκεῖ ποὺ εἶνε οἱ πρόγονοι καὶ οἱ πατέρες μας, ἐκεῖ νὰ ζήσουμε αἰωνίως. Ὀρθόδοξοι γεννηθήκαμε, ὀρθόδοξοι νὰ ζήσουμε, καὶ ὀρθόδοξοι νὰ πεθάνουμε· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναό των Αγίων Ἀναργύρων Ν. Ἰωνίας – Ἀθηνῶν τo 1959)