Η Προηγιασμένη εἶνε, ἀγαπητοί μου, μία ἰδιαιτέρα λειτουργία τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Χαρακτηριστικό της, ὅπως δείχνουν τὰ καλύμματα τῆς ἁγίας τραπέζης καὶ τὰ ἄμφια τοῦ ἱερέως, εἶνε ἡ κατάνυξις καὶ τὸ πένθος. Πενθοῦμε γιὰ τὰ πάθη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιὰ τὰ δικά μας ἄθλια πάθη, γιὰ τὶς ἁμαρτίες κλήρου καὶ λαοῦ, καὶ ζητοῦμε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Θὰ σᾶς παρακαλέσω νὰ προσέξουμε ἕνα σημεῖο τῆς λειτουργίας αὐτῆς. Εἶνε τὸ σημεῖο ποὺ ὁ ἱερεὺς κρατώντας ἀναμμένη λαμπάδα καὶ θυμιατὸ βγαίνει στὴν ὡραία πύλη ἐνῷ τὰ φῶτα εἶνε σβηστά, εὐλογεῖ σταυροειδῶς τὸ ἐκκλησίασμα καὶ λέει· «Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι». Αὐτὴ ἡ ἐκφώνησις περιέχει σπουδαῖα νοήματα.
Περὶ φωτὸς λοιπὸν θὰ εἶνε ὁ λόγος. Καὶ ὑπάρχει φῶς ὑλικὸ καὶ φῶς πνευματικό.
Θὰ σᾶς παρακαλέσω νὰ προσέξουμε ἕνα σημεῖο τῆς λειτουργίας αὐτῆς. Εἶνε τὸ σημεῖο ποὺ ὁ ἱερεὺς κρατώντας ἀναμμένη λαμπάδα καὶ θυμιατὸ βγαίνει στὴν ὡραία πύλη ἐνῷ τὰ φῶτα εἶνε σβηστά, εὐλογεῖ σταυροειδῶς τὸ ἐκκλησίασμα καὶ λέει· «Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι». Αὐτὴ ἡ ἐκφώνησις περιέχει σπουδαῖα νοήματα.
Περὶ φωτὸς λοιπὸν θὰ εἶνε ὁ λόγος. Καὶ ὑπάρχει φῶς ὑλικὸ καὶ φῶς πνευματικό.
* * *
Τὸ ὑλικὸ φῶς, ἀγαπητοί μου, τὸ δημιούργησε ὁ Θεός· Αὐτὸς εἶπε «Γενηθήτω φῶς· καὶ ἐγένετο φῶς» (Γέν. 1,3). Πηγές του ὥρισε γιὰ τὴν ἡμέρα τὸν ἥλιο καὶ γιὰ τὴ νύχτα τὴ σελήνη. Τὸ φῶς μᾶς εἶνε ἀναγκαῖο. Ὅταν ὁ ἥλιος δύῃ, προσπαθοῦμε νὰ ἔχουμε φῶς μὲ ἄλλα μέσα· σήμερα μὲ τὸ ἠλεκτρικὸ ῥεῦμα, παλαιότερα μὲ λάμπα πετρελαίου, μ᾽ ἕνα λυχνάρι, μ᾽ ἕνα κερί, ἀκόμα καὶ μ᾽ ἕνα δᾳδί. Χωρὶς φῶς δὲν ζοῦμε· ἂν καμμιὰ φορὰ παρουσιαστῇ βλάβη, ζητᾶμε νὰ διορθωθῇ τὸ συντομώτερο. Κι ὅταν στὸ σπίτι ἔρθῃ τὸ φῶς, ὅλοι ἔχουμε χαρά. Ἐὰν περπατάῃ κανεὶς στὰ σκοτεινά, κινδυνεύει νὰ σκοντάψῃ καὶ νὰ πέσῃ· δὲν μπορεῖ νὰ ἐργασθῇ, δὲν μπορεῖ νὰ βρῇ κάτι ποὺ ψάχνει. Ἔχουμε καὶ παραδείγματα στρατιωτῶν πού, μέσ᾽ στὸ σκοτάδι, ἀντὶ νὰ πυροβολήσουν ἐχθρούς, πυροβόλησαν συστρατιῶτες – ἀδέρφια τους.
Ἀλλ᾽ ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὑλικὸ ὑπάρχει καὶ τὸ πνευματικὸ φῶς, ποὺ ἔρχεται νὰ διαλύσῃ τὸ ἠθικὸ καὶ πνευματικὸ σκοτάδι ποὺ ἁπλώνεται γύρω. Μπορεῖ νὰ ἠλεκτροφωτίσουμε κάθε γωνιά, καὶ ὅμως ὑπάρχει σκοτάδι. Τὸ μεγάλο σκοτάδι δὲν εἶνε τὸ ὑλικό, στοὺς δρόμους ἢ στὰ σπίτια· τὸ μεγάλο σκοτάδι, ἀδελφοί μου, εἶνε μέσα μας, στὴν καρδιά μας, στὰ μυαλά μας. Αὐτὸ λίγοι τὸ καταλαβαίνουν.
Ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ μεγάλους ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας, ποὺ τὸ ἅγιό του λείψανο εἶνε στὴ Θεσσαλονίκη, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἔλεγε· «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, φώτισόν μου τὸ σκότος». Αὐτὴ τὴν προσευχὴ ἔκανε διαρκῶς στὸ ἀσκητήριό του. Διότι πράγματι μέσα μας ὑπάρχει σκοτάδι. Τὸ λέει καὶ ἡ ἁγία Κασσιανὴ στὸ ὡραῖο τροπάριό της· Κύριε, ζῶ στὴν ἁμαρτία· «νύξ μοι ὑπάρχει… ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος», ἔχω νύχτα χωρὶς φεγγάρι, νύχτα μὲ πυκνὸ σκοτάδι (δοξ. ἀποστ. αἴν. Μ. Τετ.).
Κατασκότεινη ἡ ζωή μας, βυθισμένη στὴ νύχτα τῆς ἁμαρτίας καὶ τῶν παθῶν. Ποιά δύναμι στὸν κόσμο, ποιά φιλοσοφία, μπορεῖ νὰ διαλύσῃ τὸ σκοτάδι αὐτό; Μπορεῖ κάποιος νά ᾽χῃ κάνει τὸ μυαλό του ἐγκυκλοπαιδικὸ λεξικό, κι ὅμως νά ᾽χῃ μεσάνυχτα στὰ πιὸ ζωτικὰ θέματα. Ρωτῆστε τοὺς μακρὰν τοῦ Χριστοῦ σοφοὺς π.χ., τί εἶνε Θεός καὶ ποιά ἡ σχέσι μας μαζί του; Κανείς δὲν θὰ σᾶς ἀπαντήσῃ μὲ τὰ λίγα καὶ καθαρὰ ἐκεῖνα λόγια τοῦ Χριστοῦ «Πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν» (Ἰω. 4,24). Ρωτῆστε τους τί εἶνε ὁ ἄνθρωπος; Ἡ φιλοσοφία δὲν λύνει τὸ αἴνιγμα. Ὁ Χριστὸς λέει· ὁ ἄνθρωπος ἔχει θεία καταγωγή, εἶνε ἀθάνατος, ἀλλὰ κάποτε ἔπεσε καὶ τώρα στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς του κρύβεται βόρβορος, πάθη – κακίες – ἐλαττώματα· ἔχει ἀνάγκη ῥιζικῆς ἀλλαγῆς, ἀλλαγῆς καρδίας, ν᾽ ἀναγεννηθῇ, νὰ γίνῃ νέος ἄνθρωπος, καινὴ κτίσις, νέα δημιουργία. Ρωτᾷς τοὺς φιλοσόφους γιὰ τὴν ψυχή, καὶ πελαγώνουν σὲ ἰδέες καὶ θεωρίες. Ὁ Χριστὸς ἀπαντᾷ μὲ λίγες ἀθάνατες λέξεις· «Τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;» (Μᾶρκ. 8,36). ῾Ρωτᾷς τοὺς φιλοσόφους, ποῦ εἶνε ἡ εὐτυχία, καὶ σὲ ζαλίζουν· στὴ δύναμι, στὸ χρῆμα, στὴ δόξα, στὴ γνῶσι… Ὁ Χριστὸς λέει· τὸ κλειδὶ τῆς εὐτυχίας εἶνε ἡ ἀρετή, ἡ ἁγιότης. Ρωτᾷς, ποιός τέλος πάντων εἶνε ὁ προορισμός μας; καὶ δὲν ἀκοῦς μιὰ σωστὴ κουβέντα. Ὁ Χριστὸς δείχνει τὸν οὐρανὸ καὶ λέει· «Ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγὼ ἅγιός εἰμι» (Α΄ Πέτρ. 1,16). Πηγαίνεις καὶ στοὺς τάφους καὶ ρωτᾷς γιὰ τὸ μυστήριο τοῦ θανάτου, τί γίνεται ἐδῶ; Οἱ σοφοὶ σιωποῦν· ὁ Χριστὸς ἀπαντᾷ μὲ λόγια καὶ ἔργα. Στὶς ἀδερφὲς τοῦ Λαζάρου εἶπε· Μὴν κλαῖτε, «ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή». Κ᾽ ἐμπρὸς στὸ μνῆμα προστάζει· «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω» (Ἰω. 11,25,43) κι ὁ Λάζαρος ἀνασταίνεται. Τέλος ὁ ἴδιος τὴ νύχτα τῆς Ἀναστάσεως συντρίβει τὶς χάλκινες πύλες τοῦ ᾅδου καὶ τότε ἀκούγεται ὁ παιάν· «Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καὶ γῆ καὶ τὰ καταχθόνια…» (καν. Πάσχ.).
«Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι». Ὁ Χριστὸς εἶνε τὸ φῶς. Τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ τὸ μεσημέρι θ᾽ ἀκούσουμε· «Σέ, τὸν ἀναβαλλόμενον τὸ φῶς ὥσπερ ἱμάτιον» (Ψαλμ. 103,2 καὶ δοξ. ἀποστ. ἑσπ. Μ. Σαβ.). Ὅπως ἐμεῖς φοροῦμε ροῦχο, ἔτσι ὁ Χριστὸς ὡς ἔνδυμα, ὡς ροῦχο του, ἔχει τὸ φῶς.
Καὶ ὄχι μόνο εἶνε φῶς ὁ Χριστός, ἀλλὰ ἔχει τὴ δύναμι κ᾽ ἐμᾶς, ποὺ εἴμαστε στὸ σκοτάδι, νὰ μᾶς κάνῃ παιδιὰ τοῦ φωτός, «υἱοὺς φωτὸς» καὶ «υἱοὺς ἡμέρας» (Ἰω. 12,36. Α΄ Θεσ. 5,5). Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἔγραψε στοὺς προγόνους μας· Ζούσατε κάποτε στὸ σκοτάδι· τώρα εἶστε φῶς, γι᾽ αὐτὸ «ὡς τέκνα φωτὸς περιπατεῖτε» (Ἐφ. 5,8), νὰ ζῆτε σὰν παιδιὰ τοῦ φωτὸς καὶ τῆς ἡμέρας.
Ἀλλ᾽ ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὑλικὸ ὑπάρχει καὶ τὸ πνευματικὸ φῶς, ποὺ ἔρχεται νὰ διαλύσῃ τὸ ἠθικὸ καὶ πνευματικὸ σκοτάδι ποὺ ἁπλώνεται γύρω. Μπορεῖ νὰ ἠλεκτροφωτίσουμε κάθε γωνιά, καὶ ὅμως ὑπάρχει σκοτάδι. Τὸ μεγάλο σκοτάδι δὲν εἶνε τὸ ὑλικό, στοὺς δρόμους ἢ στὰ σπίτια· τὸ μεγάλο σκοτάδι, ἀδελφοί μου, εἶνε μέσα μας, στὴν καρδιά μας, στὰ μυαλά μας. Αὐτὸ λίγοι τὸ καταλαβαίνουν.
Ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ μεγάλους ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας, ποὺ τὸ ἅγιό του λείψανο εἶνε στὴ Θεσσαλονίκη, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἔλεγε· «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, φώτισόν μου τὸ σκότος». Αὐτὴ τὴν προσευχὴ ἔκανε διαρκῶς στὸ ἀσκητήριό του. Διότι πράγματι μέσα μας ὑπάρχει σκοτάδι. Τὸ λέει καὶ ἡ ἁγία Κασσιανὴ στὸ ὡραῖο τροπάριό της· Κύριε, ζῶ στὴν ἁμαρτία· «νύξ μοι ὑπάρχει… ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος», ἔχω νύχτα χωρὶς φεγγάρι, νύχτα μὲ πυκνὸ σκοτάδι (δοξ. ἀποστ. αἴν. Μ. Τετ.).
Κατασκότεινη ἡ ζωή μας, βυθισμένη στὴ νύχτα τῆς ἁμαρτίας καὶ τῶν παθῶν. Ποιά δύναμι στὸν κόσμο, ποιά φιλοσοφία, μπορεῖ νὰ διαλύσῃ τὸ σκοτάδι αὐτό; Μπορεῖ κάποιος νά ᾽χῃ κάνει τὸ μυαλό του ἐγκυκλοπαιδικὸ λεξικό, κι ὅμως νά ᾽χῃ μεσάνυχτα στὰ πιὸ ζωτικὰ θέματα. Ρωτῆστε τοὺς μακρὰν τοῦ Χριστοῦ σοφοὺς π.χ., τί εἶνε Θεός καὶ ποιά ἡ σχέσι μας μαζί του; Κανείς δὲν θὰ σᾶς ἀπαντήσῃ μὲ τὰ λίγα καὶ καθαρὰ ἐκεῖνα λόγια τοῦ Χριστοῦ «Πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν» (Ἰω. 4,24). Ρωτῆστε τους τί εἶνε ὁ ἄνθρωπος; Ἡ φιλοσοφία δὲν λύνει τὸ αἴνιγμα. Ὁ Χριστὸς λέει· ὁ ἄνθρωπος ἔχει θεία καταγωγή, εἶνε ἀθάνατος, ἀλλὰ κάποτε ἔπεσε καὶ τώρα στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς του κρύβεται βόρβορος, πάθη – κακίες – ἐλαττώματα· ἔχει ἀνάγκη ῥιζικῆς ἀλλαγῆς, ἀλλαγῆς καρδίας, ν᾽ ἀναγεννηθῇ, νὰ γίνῃ νέος ἄνθρωπος, καινὴ κτίσις, νέα δημιουργία. Ρωτᾷς τοὺς φιλοσόφους γιὰ τὴν ψυχή, καὶ πελαγώνουν σὲ ἰδέες καὶ θεωρίες. Ὁ Χριστὸς ἀπαντᾷ μὲ λίγες ἀθάνατες λέξεις· «Τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;» (Μᾶρκ. 8,36). ῾Ρωτᾷς τοὺς φιλοσόφους, ποῦ εἶνε ἡ εὐτυχία, καὶ σὲ ζαλίζουν· στὴ δύναμι, στὸ χρῆμα, στὴ δόξα, στὴ γνῶσι… Ὁ Χριστὸς λέει· τὸ κλειδὶ τῆς εὐτυχίας εἶνε ἡ ἀρετή, ἡ ἁγιότης. Ρωτᾷς, ποιός τέλος πάντων εἶνε ὁ προορισμός μας; καὶ δὲν ἀκοῦς μιὰ σωστὴ κουβέντα. Ὁ Χριστὸς δείχνει τὸν οὐρανὸ καὶ λέει· «Ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγὼ ἅγιός εἰμι» (Α΄ Πέτρ. 1,16). Πηγαίνεις καὶ στοὺς τάφους καὶ ρωτᾷς γιὰ τὸ μυστήριο τοῦ θανάτου, τί γίνεται ἐδῶ; Οἱ σοφοὶ σιωποῦν· ὁ Χριστὸς ἀπαντᾷ μὲ λόγια καὶ ἔργα. Στὶς ἀδερφὲς τοῦ Λαζάρου εἶπε· Μὴν κλαῖτε, «ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή». Κ᾽ ἐμπρὸς στὸ μνῆμα προστάζει· «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω» (Ἰω. 11,25,43) κι ὁ Λάζαρος ἀνασταίνεται. Τέλος ὁ ἴδιος τὴ νύχτα τῆς Ἀναστάσεως συντρίβει τὶς χάλκινες πύλες τοῦ ᾅδου καὶ τότε ἀκούγεται ὁ παιάν· «Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καὶ γῆ καὶ τὰ καταχθόνια…» (καν. Πάσχ.).
«Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι». Ὁ Χριστὸς εἶνε τὸ φῶς. Τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ τὸ μεσημέρι θ᾽ ἀκούσουμε· «Σέ, τὸν ἀναβαλλόμενον τὸ φῶς ὥσπερ ἱμάτιον» (Ψαλμ. 103,2 καὶ δοξ. ἀποστ. ἑσπ. Μ. Σαβ.). Ὅπως ἐμεῖς φοροῦμε ροῦχο, ἔτσι ὁ Χριστὸς ὡς ἔνδυμα, ὡς ροῦχο του, ἔχει τὸ φῶς.
Καὶ ὄχι μόνο εἶνε φῶς ὁ Χριστός, ἀλλὰ ἔχει τὴ δύναμι κ᾽ ἐμᾶς, ποὺ εἴμαστε στὸ σκοτάδι, νὰ μᾶς κάνῃ παιδιὰ τοῦ φωτός, «υἱοὺς φωτὸς» καὶ «υἱοὺς ἡμέρας» (Ἰω. 12,36. Α΄ Θεσ. 5,5). Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἔγραψε στοὺς προγόνους μας· Ζούσατε κάποτε στὸ σκοτάδι· τώρα εἶστε φῶς, γι᾽ αὐτὸ «ὡς τέκνα φωτὸς περιπατεῖτε» (Ἐφ. 5,8), νὰ ζῆτε σὰν παιδιὰ τοῦ φωτὸς καὶ τῆς ἡμέρας.
* * *
Μὲ ποιό τρόπο ἆραγε μποροῦμε νὰ γίνουμε φῶς; Ἡ ἀπάντησι, ἀγαπητοί μου, εἶνε· διὰ τῆς πίστεως. Ναί· ὅποιος πιστέψῃ πραγματικά, θὰ λάβῃ τὸ φῶς. Τὸ εἶπε ὁ Κύριος· «Ὁ ἀκολουθῶν ἐμοὶ οὐ μὴ περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ᾽ ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς»· ὅποιος μὲ ἀκολουθήσῃ, ὅποιος πιστέψῃ στὰ λόγια μου, δὲν θὰ ζῇ πλέον στὸ σκοτάδι, ἀλλὰ θὰ ἔχῃ τὸ φῶς τῆς ζωῆς· «ἡ σκοτία οὐ μὴ καταλάβῃ αὐτόν» (βλ. Ἰω. 8,12· 12,35), θὰ ζῇ μέσα στὸ φῶς.
Μπορεῖ λοιπὸν ὁ καθένας νὰ γίνῃ φῶς διὰ τῆς πίστεως. Ἀλλ᾽ ὄχι τῆς πίστεως τῆς νεκρᾶς, τῆς τυπικῆς, τῶν χειλέων· χρειάζεται πίστις ποὺ συνοδεύεται ἀπὸ ἔργα. Ὁ ἀπόστολος Ἰάκωβος λέει, ὅτι τὴν πίστι μας πρέπει νὰ τὴ δείξουμε μὲ ἔργα (βλ. Ἰακ. 2,18), μὲ συνεπῆ ζωὴ καὶ μὲ παράδειγμα φωτεινό. Καὶ ὁ προφήτης Ἠσαΐας φωνάζει· Ὄχι ξηρὰ θρησκευτικότης, μιὰ τυπικὴ νηστεία καὶ μιὰ ἀσήμαντη ἐλεημοσύνη, καὶ κατόπιν ὑπερηφάνεια καὶ καύχησις, σὰν νὰ λέμε· Θεέ, δὲν εἶδες ποὺ σοῦ ἔκανα αὐτὸ κι αὐτό; λοιπὸν πλήρωσέ με τώρα! Ἐὰν νομίζετε ὅτι ἔτσι θὰ σωθῆτε, ἀπατᾶσθε. Θέλεις, λέει ὁ Ἠσαΐας, νὰ διαλυθῇ τὸ σκοτάδι τῆς ψυχῆς σου; ἀποκατάστησε τὸ δίκαιο, ἀπόδωσε δικαιοσύνη, δεῖξε ἔμπρακτη ἀγάπη καὶ ἐλεημοσύνη, καὶ τότε «ῥαγήσεται πρώϊμον τὸ φῶς σου» (Ἠσ. 58,8), τότε θὰ ἔλθῃ νωρὶς σ᾽ ἐσένα ἡ νοητὴ χαραυγή, τότε στὴν ἀσέληνη νύχτα σου θὰ λάμψῃ τὸ φῶς τοῦ νοητοῦ ἡλίου.
Δὲν ἀρκεῖ, ἀδελφοί μου, νὰ λέμε μόνο μέσα στὸ ναὸ καὶ ν᾽ ἀκοῦμε στὴν Προηγιασμένη ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε τὸ φῶς ποὺ «φαίνει πᾶσι», ποὺ φωτίζει δηλαδὴ ὅλους. Ὁ ἴδιος στὴν Ἐπὶ τοῦ ὄρους ὁμιλία ζητάει ἀπὸ τὰ παιδιά του· «Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ. 5,16). Θέλει, καθένας ἀπὸ μᾶς νὰ γινώμαστε ἀφορμὴ νὰ δοξάζεται ὁ οὐράνιος Πατέρας ἀπὸ ἐκείνους ποὺ θὰ βλέπουν τὰ καλὰ ἔργα μας, τὴν συνεπῆ καὶ ἐνάρετη ζωή μας.
Παρὰ τὰ τόσα φῶτα τῶν διαφημίσεων, παντοῦ ἐπικρατεῖ σκοτάδι· στὰ σπίτια, στοὺς δρόμους, στὰ γραφεῖα, στὰ ἐργοστάσια, στὰ σχολεῖα, στὸ στρατό, στὰ δικαστήρια, στὰ νοσοκομεῖα, στὰ ὑπουργεῖα, στὴ βουλή, στὰ παλάτια τῶν κυβερνώντων. Ὅσοι ἀξιωθήκαμε νὰ δοῦμε καὶ νὰ πάρουμε λίγο φῶς, ἔχουμε χρέος νὰ ζήσουμε σὰν παιδιὰ τοῦ φωτός, ὄχι τῆς νύχτας – νυχτερίδες. Ἕνας ἀληθινὸς Χριστιανός, ὅπως βλέπουμε στοὺς βίους τῶν ἁγίων, γίνεται φῶς, ἕνας μικρὸς ἥλιος, ποὺ ἀκτινοβολεῖ γύρω του τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τότε πράγματι στὸ πρόσωπό του τὸ «Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι».
Ἂς ἀνάβῃ ὁ κόσμος τόσα φῶτα τεχνητά. Ἐγὼ προτιμῶ νὰ κάθωμαι σὲ μιὰ καλύβα καὶ νὰ φωτίζωμαι ἀπὸ τὴ λαμπάδα τῆς Προηγιασμένης· προτιμῶ νά ᾽χω τὸ Χριστό, «τὸ φῶς τοῦ κόσμου» (Ἰω. 8,12), παρὰ νὰ ζῶ στὰ παλάτια μὲ τὰ φῶτα τοῦ ψεύτικου πολιτισμοῦ.
Αὐτὸ τὸ οὐράνιο φῶς νὰ προσπαθήσουμε, ἀδελφοί μου, ν᾽ ἀποκτήσουμε μὲ τὴν πίστι, μὲ τὰ ἔργα, μὲ τὴν προσευχή, μὲ ὅλα τὰ μέσα ποὺ προσφέρει ἡ Ἐκκλησία μας· νὰ γίνουμε μέσα στὸν κόσμο μικροὶ πολυέλεοι, πνευματικὲς λαμπάδες, καλώντας ὅλους τοὺς γύρω μας καὶ λέγοντας · «Δεῦτε, λάβετε φῶς ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου Φωτός» (ἀκολ. Ἀναστ.). Τὸ δὲ Φῶς, τὸ ἀνέσπερο, τὸ ἄδυτο, τὸ αἰώνιο, εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός· ὅν, παῖδες, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
Μπορεῖ λοιπὸν ὁ καθένας νὰ γίνῃ φῶς διὰ τῆς πίστεως. Ἀλλ᾽ ὄχι τῆς πίστεως τῆς νεκρᾶς, τῆς τυπικῆς, τῶν χειλέων· χρειάζεται πίστις ποὺ συνοδεύεται ἀπὸ ἔργα. Ὁ ἀπόστολος Ἰάκωβος λέει, ὅτι τὴν πίστι μας πρέπει νὰ τὴ δείξουμε μὲ ἔργα (βλ. Ἰακ. 2,18), μὲ συνεπῆ ζωὴ καὶ μὲ παράδειγμα φωτεινό. Καὶ ὁ προφήτης Ἠσαΐας φωνάζει· Ὄχι ξηρὰ θρησκευτικότης, μιὰ τυπικὴ νηστεία καὶ μιὰ ἀσήμαντη ἐλεημοσύνη, καὶ κατόπιν ὑπερηφάνεια καὶ καύχησις, σὰν νὰ λέμε· Θεέ, δὲν εἶδες ποὺ σοῦ ἔκανα αὐτὸ κι αὐτό; λοιπὸν πλήρωσέ με τώρα! Ἐὰν νομίζετε ὅτι ἔτσι θὰ σωθῆτε, ἀπατᾶσθε. Θέλεις, λέει ὁ Ἠσαΐας, νὰ διαλυθῇ τὸ σκοτάδι τῆς ψυχῆς σου; ἀποκατάστησε τὸ δίκαιο, ἀπόδωσε δικαιοσύνη, δεῖξε ἔμπρακτη ἀγάπη καὶ ἐλεημοσύνη, καὶ τότε «ῥαγήσεται πρώϊμον τὸ φῶς σου» (Ἠσ. 58,8), τότε θὰ ἔλθῃ νωρὶς σ᾽ ἐσένα ἡ νοητὴ χαραυγή, τότε στὴν ἀσέληνη νύχτα σου θὰ λάμψῃ τὸ φῶς τοῦ νοητοῦ ἡλίου.
Δὲν ἀρκεῖ, ἀδελφοί μου, νὰ λέμε μόνο μέσα στὸ ναὸ καὶ ν᾽ ἀκοῦμε στὴν Προηγιασμένη ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε τὸ φῶς ποὺ «φαίνει πᾶσι», ποὺ φωτίζει δηλαδὴ ὅλους. Ὁ ἴδιος στὴν Ἐπὶ τοῦ ὄρους ὁμιλία ζητάει ἀπὸ τὰ παιδιά του· «Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ. 5,16). Θέλει, καθένας ἀπὸ μᾶς νὰ γινώμαστε ἀφορμὴ νὰ δοξάζεται ὁ οὐράνιος Πατέρας ἀπὸ ἐκείνους ποὺ θὰ βλέπουν τὰ καλὰ ἔργα μας, τὴν συνεπῆ καὶ ἐνάρετη ζωή μας.
Παρὰ τὰ τόσα φῶτα τῶν διαφημίσεων, παντοῦ ἐπικρατεῖ σκοτάδι· στὰ σπίτια, στοὺς δρόμους, στὰ γραφεῖα, στὰ ἐργοστάσια, στὰ σχολεῖα, στὸ στρατό, στὰ δικαστήρια, στὰ νοσοκομεῖα, στὰ ὑπουργεῖα, στὴ βουλή, στὰ παλάτια τῶν κυβερνώντων. Ὅσοι ἀξιωθήκαμε νὰ δοῦμε καὶ νὰ πάρουμε λίγο φῶς, ἔχουμε χρέος νὰ ζήσουμε σὰν παιδιὰ τοῦ φωτός, ὄχι τῆς νύχτας – νυχτερίδες. Ἕνας ἀληθινὸς Χριστιανός, ὅπως βλέπουμε στοὺς βίους τῶν ἁγίων, γίνεται φῶς, ἕνας μικρὸς ἥλιος, ποὺ ἀκτινοβολεῖ γύρω του τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τότε πράγματι στὸ πρόσωπό του τὸ «Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι».
Ἂς ἀνάβῃ ὁ κόσμος τόσα φῶτα τεχνητά. Ἐγὼ προτιμῶ νὰ κάθωμαι σὲ μιὰ καλύβα καὶ νὰ φωτίζωμαι ἀπὸ τὴ λαμπάδα τῆς Προηγιασμένης· προτιμῶ νά ᾽χω τὸ Χριστό, «τὸ φῶς τοῦ κόσμου» (Ἰω. 8,12), παρὰ νὰ ζῶ στὰ παλάτια μὲ τὰ φῶτα τοῦ ψεύτικου πολιτισμοῦ.
Αὐτὸ τὸ οὐράνιο φῶς νὰ προσπαθήσουμε, ἀδελφοί μου, ν᾽ ἀποκτήσουμε μὲ τὴν πίστι, μὲ τὰ ἔργα, μὲ τὴν προσευχή, μὲ ὅλα τὰ μέσα ποὺ προσφέρει ἡ Ἐκκλησία μας· νὰ γίνουμε μέσα στὸν κόσμο μικροὶ πολυέλεοι, πνευματικὲς λαμπάδες, καλώντας ὅλους τοὺς γύρω μας καὶ λέγοντας · «Δεῦτε, λάβετε φῶς ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου Φωτός» (ἀκολ. Ἀναστ.). Τὸ δὲ Φῶς, τὸ ἀνέσπερο, τὸ ἄδυτο, τὸ αἰώνιο, εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός· ὅν, παῖδες, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναό του Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης 7-4-1971 Τετάρτη βράδυ)