Τὰ ἅγια Θεοφάνεια
6 Ἰανουαρίου
* * *
* * *
* * *
6 Ἰανουαρίου
Βρισκόμαστε, ἀγαπητοί μου, στὸ τέλος τῆς περιόδου ποὺ ὀνομάζεται Δωδεκαήμερο. Σήμερα, ἑορτὴ τῶν Θεοφανείων, βλέπουμε τὸ καταπληκτικὸ θαῦμα, οἱ οὐρανοὶ νὰ ἀνοίγωνται, Πνεῦμα ἅγιο ἐν εἴδει περιστερᾶς νὰ ἐμφανίζεται, ἡ ἁγία Τριὰς νὰ κηρύσσεται, καὶ πρὸ παντὸς νὰ δακτυλοδεικτῆται ὁ Ἰησοῦς στὸ θαυμάσιο διάγγελμα τοῦ οὐρανοῦ ὡς ὁ μόνος ἀσφαλὴς ὁδηγὸς τῆς ἀνθρωπότητος.
Ὁ Χριστὸς βαπτίσθηκε στὸν Ἰορδάνη. Ἡ ἀλήθεια αὐτὴ ἔχει πολλὲς πλευρές, ποὺ δὲν θὰ τὶς ἀναλύσουμε ἐδῶ. Ἀπὸ ὅλα τὰ θέματα τῆς σημερινῆς ἑορτῆς σᾶς παρακαλῶ νὰ προσέξετε μόνο τὸ ὑλικὸ ἐκεῖνο στοιχεῖο, ποὺ τιμᾶται τώρα ἰδιαιτέρως, δηλαδὴ τὸ νερό. «Σήμερον τῶν ὑδάτων ἁγιάζεται ἡ φύσις», ἀκοῦμε. Γιὰ τὸ νερὸ λοιπὸν θὰ πῶ κ᾽ ἐγὼ λίγα λόγια.
Ὁ Χριστὸς βαπτίσθηκε στὸν Ἰορδάνη. Ἡ ἀλήθεια αὐτὴ ἔχει πολλὲς πλευρές, ποὺ δὲν θὰ τὶς ἀναλύσουμε ἐδῶ. Ἀπὸ ὅλα τὰ θέματα τῆς σημερινῆς ἑορτῆς σᾶς παρακαλῶ νὰ προσέξετε μόνο τὸ ὑλικὸ ἐκεῖνο στοιχεῖο, ποὺ τιμᾶται τώρα ἰδιαιτέρως, δηλαδὴ τὸ νερό. «Σήμερον τῶν ὑδάτων ἁγιάζεται ἡ φύσις», ἀκοῦμε. Γιὰ τὸ νερὸ λοιπὸν θὰ πῶ κ᾽ ἐγὼ λίγα λόγια.
* * *
Ὁ κόσμος, ἀγαπητοί μου, εἶνε σύνθεσις ὑλικῶν στοιχείων. Δὲν ξέρω σὲ πόσα τὰ ἀνεβάζει σήμερα ἡ ἐπιστήμη· οἱ ἀρχαῖοι σοφοί, ὅπως ὁ Δημόκριτος, ἔλεγαν ὅτι τὰ σπουδαιότερα στοιχεῖα ἀπὸ τὰ ὁποῖα συντίθεται ὁ κόσμος εἶνε τέσσερα. Καὶ σήμερα μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι στὴ φύσι τέσσερα εἶνε τὰ κυριώτερα στοιχεῖα. Στὶς ὡραῖες εὐχὲς τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ ἀκοῦμε· «Σὺ ἐκ τεσσάρων στοιχείων τὴν κτίσιν συναρμόσας…»· σύ, Κύριε, συνέθεσες τὴν κτίσι ἀπὸ τέσσερα στοιχεῖα. Τὸ ἕνα στοιχεῖο ποιό εἶνε; Τὸ πιὸ εὐτελές· ἡ γῆ, τὸ χῶμα. Ποιός τοῦ δίνει σημασία; Κι ὅμως, τί ἀνεκτίμητη ἀξία ἔχει! Ἀπ᾽ αὐτὸ προερχόμεθα, ἀπὸ αὐτὸ τρεφόμεθα, καὶ σ᾽ αὐτὸ καταλήγουμε. «Γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ», εἶπε ὁ Θεός (Γέν. 3,19). Ἀλλοίμονο ἂν ἡ ἐπιφάνεια τῆς γῆς δὲν ἦταν ἀπὸ γόνιμο χῶμα· θὰ πεθαίναμε ὅπως ὁ Μίδας, ποὺ ἐπιθύμησε ὅ,τι ἀγγίζῃ νὰ γίνεται χρυσὸ καὶ ἔτσι πέθανε ἀπ᾽ τὴν πεῖνα. Μῦθος εἶνε αὐτό, ἀλλὰ ἐκφράζει μιὰ ἀλήθεια· ὅτι κινδυνεύουμε νὰ πεθάνουμε ἐν μέσῳ πλούτου, τὸν ὁποῖο θεοποιήσαμε. Τὸ δεύτερο στοιχεῖο, πάνω ἀπὸ τὸ χῶμα, εἶνε λεπτότερο· εἶνε τὸ ὕδωρ, τὸ νερὸ γιὰ τὸ ὁποῖο θὰ μιλήσουμε, σύνθεσις ὑδρογόνου καὶ ὀξυγόνου. Τὸ τρίτο στοιχεῖο, πάνω κι ἀπὸ τὸ νερό, εἶνε ὁ ἀέρας. Εἶνε λεπτότερο, ἀλλὰ ἔχει κάποιο βάρος· κάτι ζυγίζει κι αὐτό, πολὺ ἐλαφρότερα βέβαια ἀπὸ τὰ ἄλλα. Καὶ τὸ τέταρτο στοιχεῖο, ἀκόμα λεπτότερο, εἶνε τὸ πῦρ, ἡ φωτιά. Τὰ τέσσερα αὐτά, συνδυαζόμενα, ἀπαρτίζουν τὸν κόσμο.
Καὶ τὸ ἀνθρώπινο σῶμα σύνθεσις ὑλικῶν στοιχείων εἶνε. Ἔχει τὴ δική του χημικὴ σύστασι· τόσο νερό, τόσο φωσφόρο, τόσο σίδηρο, τόσο λίπος, τόσο μαγνήσιο, τόσο ἄνθρακα, τόσο ἀσβέστιο. Ἀλλὰ τὸ κυριώτερο στοιχεῖο του εἶνε τὸ νερό. Ὀρθὰ εἶπε κάποιος, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶνε ἕνα ποτάμι ποὺ ῥέει ἀκαταπαύστως. Νερὸ εἴμαστε. Ἡ ἁρμονικὴ σύνθεσις τῶν στοιχείων αὐτῶν στὸ σῶμα εἶνε ἡ ὑγεία· ἡ δυσαρμονία εἶνε ἀσθένεια καὶ θάνατος.
Καὶ τὸ ἀνθρώπινο σῶμα σύνθεσις ὑλικῶν στοιχείων εἶνε. Ἔχει τὴ δική του χημικὴ σύστασι· τόσο νερό, τόσο φωσφόρο, τόσο σίδηρο, τόσο λίπος, τόσο μαγνήσιο, τόσο ἄνθρακα, τόσο ἀσβέστιο. Ἀλλὰ τὸ κυριώτερο στοιχεῖο του εἶνε τὸ νερό. Ὀρθὰ εἶπε κάποιος, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶνε ἕνα ποτάμι ποὺ ῥέει ἀκαταπαύστως. Νερὸ εἴμαστε. Ἡ ἁρμονικὴ σύνθεσις τῶν στοιχείων αὐτῶν στὸ σῶμα εἶνε ἡ ὑγεία· ἡ δυσαρμονία εἶνε ἀσθένεια καὶ θάνατος.
Λίγα λόγια λοιπὸν μόνο γιὰ τὸ νερό.
* * *
Ὑπάρχει, ἀγαπητοί μου, νερὸ φυσικό, νερὸ ἰαματικό, καὶ νερὸ ἁγιασμένο.
⃝ Τὸ φυσικὸ νερό. Βρίσκεται ἄφθονο στὸν πλανήτη μας. Ἀναβλύζει ἀπὸ πηγές· τρέχει σὰν ῥυάκι, σὰν χείμαρρος, σὰν ποταμός. Καταλήγει καὶ συλλέγεται σὲ μικρὲς ἢ μεγάλες λίμνες, στὶς θάλασσες καὶ τοὺς ὠκεανούς. Πῶς οἱ τεράστιοι αὐτοὶ ὄγκοι ὑδάτων κρατιῶνται καὶ δὲν φεύγουν ἔξω στὸ διάστημα; Τοὺς συγκρατεῖ ἡ ἕλξι τῆς γῆς, λένε. Ἀλλ᾽ αὐτὸ κατὰ βάθος εἶνε κάτι ἀνεξήγητο. Τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ ἀκοῦμε· «Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου, ὁ ἐν ὕδασι τὴν γῆν κρεμάσας» (Θ΄ ὥρ.).
Τὸ νερὸ εἶνε ἀγαθὸ ἀνεκτίμητο. Ἀλλὰ εἴμεθα ἀγνώμονες, ὅπως εἶπα καὶ ἄλλοτε. Βλέπεις τὸ πουλάκι; πίνει νερὸ καὶ ὑψώνει τὸ κεφάλι πρὸς τὸν οὐρανό. Σὰν νὰ λέῃ· Θεέ μου, σ᾽ εὐχαριστῶ γιὰ τὸ δῶρο σου. Ὁ ἄνθρωπος δείχνει ἀγνωμοσύνη καὶ ἀχαριστία. Γίναμε γεώδεις, σαρκικοί, χωρὶς μεταφυσικὲς ἀνατάσεις. Παλαιότερα οἱ ἄνθρωποι ἦταν ἀγράμματοι ἀλλὰ εὐγνώμονες. Ἐγνώρισα παπποῦδες, ποὺ προτοῦ νὰ πιοῦν ἕνα ποτήρι νερὸ ἔκαναν τὸ σταυρό τους. Εἴδατε κανένα σήμερα νὰ τὸ κάνῃ αὐτό; Θά ᾽ρθῃ ὅμως ὥρα ποὺ θὰ δίνῃς μιὰ λίρα καὶ ἕνα ποτήρι νερὸ δὲν θὰ ὑπάρχῃ. Τότε θὰ ἐκτιμήσουμε τὴν ἀξία τοῦ νεροῦ, ποὺ εἶνε δῶρο καὶ εὐλογία Θεοῦ· ἡ στέρησίς του δημιουργεῖ τὴν ἀφυδάτωσι καὶ ὁδηγεῖ στὸ θάνατο. Δὲν ζῇ ὁ ἄνθρωπος χωρὶς νερό.
⃝ Προχωροῦμε τώρα σὲ ἄλλη βαθμῖδα. Εἶνε τὰ ἰαματικὰ νερά. Γιὰ ὅλα προνόησε ὁ καλὸς Θεός. Ὑπάρχει νερὸ τὸ ὁποῖο, ὅπως ξέρουν οἱ μεταλλωρύχοι, προτοῦ νὰ βγῇ ἔξω, περνάει, ἐκεῖ στὰ ἔγκατα τῆς γῆς, μέσα ἀπὸ στρώματα, ποὺ τὸ ἐμπλουτίζουν μὲ διάφορα μεταλλικὰ συστατικά, ἰδίως δὲ μὲ ῥαδιενέργεια. Εἶνε ὀνομαστὲς διάφορες πηγές, ποὺ τροφοδοτοῦν μὲ ὑγιεινὸ πόσιμο νερὸ ἐμφιαλωμένο, καθὼς καὶ ἄλλες ἰαματικὲς πηγές, θερμὲς ἢ ψυχρές, μὲ θαυμαστὲς θεραπευτικὲς ἰδιότητες, καὶ χιλιάδες ἄνθρωποι συρρέουν ἐκεῖ. Εἶνε μία εὐλογία τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν πατρίδα μας.
⃝ Πάνω ὅμως ἀπὸ αὐτά, στὴν ἀνωτάτη βαθμῖδα, εἶνε τὸ νερὸ τὸ ἁγιασμένο. «Σήμερον τῶν ὑδάτων ἁγιάζεται ἡ φύσις…». Γιὰ νὰ λάβῃ κανεὶς τὸ ἁγιασμένο νερό, χρειάζεται πίστις. Ἂν δὲν θέλῃς νὰ πιστέψῃς, δικαίωμά σου. Τότε ὅμως, καὶ χίλια ἐπιχειρήματα νὰ φέρω, Κικέρων καὶ Δημοσθένης καὶ Πλάτων καὶ Ἀριστοτέλης νὰ γίνω, δὲν πρόκειται νὰ σὲ πείσω. Ἡ πίστις εἶνε μυστήριο. Ἄλλος πιστεύει, ἄλλος δὲν πιστεύει. Ποιό εἶνε τὸ ἁγιασμένο νερό; Εἶνε τὸ νερὸ τοῦ ἁγιασμοῦ, ποὺ λαμβάνουμε σήμερα, καὶ τὸ νερὸ τοῦ ἁγίου βαπτίσματος, τὸ νερὸ τῆς κολυμβήθρας μας. Προτοῦ νὰ τὸ εὐλογήσῃ ὁ ἱερεύς, εἶνε ἕνα κοινὸ νερὸ ὅπως τὰ ἄλλα. Ἀλλ᾽ ἀφ᾽ ἧς στιγμῆς πῇ «Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος», ἀφ᾽ ἧς στιγμῆς πῇ «Βαπτίζεται ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος», τὴν ὥρα ἐκείνη ―κατὰ τὴν πίστι μας― τὸ νερὸ παίρνει «ῥαδιενέργεια», χάρι, πνευματικὴ δύναμι. Γίνεται φοβερὸ γιὰ τὸν διάβολο καὶ τοὺς δαίμονας. Καὶ ποιά ἡ ἐνέργειά του; Τὸ μὲν κοινὸ νερὸ καθαρίζει τὸ σῶμα ἀπὸ τὸν φυσικὸ ῥύπο, τὸ δὲ ἁγιασμένο νερὸ μᾶς καθαρίζει ἀπὸ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα, τὸ ἀδαμιαῖον σύμπλεγμα, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ προσωπικὲς ἁμαρτίες. Ὁ ἄνθρωπος, ἀπὸ μαῦρος σὰν τὰ φτερὰ τοῦ κόρακα, γίνεται λευκὸς σὰν τὸ περιστέρι, ποὺ πέταξε σήμερα πάνω ἀπὸ τὰ ῥεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου.
⃝ Τὸ φυσικὸ νερό. Βρίσκεται ἄφθονο στὸν πλανήτη μας. Ἀναβλύζει ἀπὸ πηγές· τρέχει σὰν ῥυάκι, σὰν χείμαρρος, σὰν ποταμός. Καταλήγει καὶ συλλέγεται σὲ μικρὲς ἢ μεγάλες λίμνες, στὶς θάλασσες καὶ τοὺς ὠκεανούς. Πῶς οἱ τεράστιοι αὐτοὶ ὄγκοι ὑδάτων κρατιῶνται καὶ δὲν φεύγουν ἔξω στὸ διάστημα; Τοὺς συγκρατεῖ ἡ ἕλξι τῆς γῆς, λένε. Ἀλλ᾽ αὐτὸ κατὰ βάθος εἶνε κάτι ἀνεξήγητο. Τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ ἀκοῦμε· «Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου, ὁ ἐν ὕδασι τὴν γῆν κρεμάσας» (Θ΄ ὥρ.).
Τὸ νερὸ εἶνε ἀγαθὸ ἀνεκτίμητο. Ἀλλὰ εἴμεθα ἀγνώμονες, ὅπως εἶπα καὶ ἄλλοτε. Βλέπεις τὸ πουλάκι; πίνει νερὸ καὶ ὑψώνει τὸ κεφάλι πρὸς τὸν οὐρανό. Σὰν νὰ λέῃ· Θεέ μου, σ᾽ εὐχαριστῶ γιὰ τὸ δῶρο σου. Ὁ ἄνθρωπος δείχνει ἀγνωμοσύνη καὶ ἀχαριστία. Γίναμε γεώδεις, σαρκικοί, χωρὶς μεταφυσικὲς ἀνατάσεις. Παλαιότερα οἱ ἄνθρωποι ἦταν ἀγράμματοι ἀλλὰ εὐγνώμονες. Ἐγνώρισα παπποῦδες, ποὺ προτοῦ νὰ πιοῦν ἕνα ποτήρι νερὸ ἔκαναν τὸ σταυρό τους. Εἴδατε κανένα σήμερα νὰ τὸ κάνῃ αὐτό; Θά ᾽ρθῃ ὅμως ὥρα ποὺ θὰ δίνῃς μιὰ λίρα καὶ ἕνα ποτήρι νερὸ δὲν θὰ ὑπάρχῃ. Τότε θὰ ἐκτιμήσουμε τὴν ἀξία τοῦ νεροῦ, ποὺ εἶνε δῶρο καὶ εὐλογία Θεοῦ· ἡ στέρησίς του δημιουργεῖ τὴν ἀφυδάτωσι καὶ ὁδηγεῖ στὸ θάνατο. Δὲν ζῇ ὁ ἄνθρωπος χωρὶς νερό.
⃝ Προχωροῦμε τώρα σὲ ἄλλη βαθμῖδα. Εἶνε τὰ ἰαματικὰ νερά. Γιὰ ὅλα προνόησε ὁ καλὸς Θεός. Ὑπάρχει νερὸ τὸ ὁποῖο, ὅπως ξέρουν οἱ μεταλλωρύχοι, προτοῦ νὰ βγῇ ἔξω, περνάει, ἐκεῖ στὰ ἔγκατα τῆς γῆς, μέσα ἀπὸ στρώματα, ποὺ τὸ ἐμπλουτίζουν μὲ διάφορα μεταλλικὰ συστατικά, ἰδίως δὲ μὲ ῥαδιενέργεια. Εἶνε ὀνομαστὲς διάφορες πηγές, ποὺ τροφοδοτοῦν μὲ ὑγιεινὸ πόσιμο νερὸ ἐμφιαλωμένο, καθὼς καὶ ἄλλες ἰαματικὲς πηγές, θερμὲς ἢ ψυχρές, μὲ θαυμαστὲς θεραπευτικὲς ἰδιότητες, καὶ χιλιάδες ἄνθρωποι συρρέουν ἐκεῖ. Εἶνε μία εὐλογία τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν πατρίδα μας.
⃝ Πάνω ὅμως ἀπὸ αὐτά, στὴν ἀνωτάτη βαθμῖδα, εἶνε τὸ νερὸ τὸ ἁγιασμένο. «Σήμερον τῶν ὑδάτων ἁγιάζεται ἡ φύσις…». Γιὰ νὰ λάβῃ κανεὶς τὸ ἁγιασμένο νερό, χρειάζεται πίστις. Ἂν δὲν θέλῃς νὰ πιστέψῃς, δικαίωμά σου. Τότε ὅμως, καὶ χίλια ἐπιχειρήματα νὰ φέρω, Κικέρων καὶ Δημοσθένης καὶ Πλάτων καὶ Ἀριστοτέλης νὰ γίνω, δὲν πρόκειται νὰ σὲ πείσω. Ἡ πίστις εἶνε μυστήριο. Ἄλλος πιστεύει, ἄλλος δὲν πιστεύει. Ποιό εἶνε τὸ ἁγιασμένο νερό; Εἶνε τὸ νερὸ τοῦ ἁγιασμοῦ, ποὺ λαμβάνουμε σήμερα, καὶ τὸ νερὸ τοῦ ἁγίου βαπτίσματος, τὸ νερὸ τῆς κολυμβήθρας μας. Προτοῦ νὰ τὸ εὐλογήσῃ ὁ ἱερεύς, εἶνε ἕνα κοινὸ νερὸ ὅπως τὰ ἄλλα. Ἀλλ᾽ ἀφ᾽ ἧς στιγμῆς πῇ «Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος», ἀφ᾽ ἧς στιγμῆς πῇ «Βαπτίζεται ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος», τὴν ὥρα ἐκείνη ―κατὰ τὴν πίστι μας― τὸ νερὸ παίρνει «ῥαδιενέργεια», χάρι, πνευματικὴ δύναμι. Γίνεται φοβερὸ γιὰ τὸν διάβολο καὶ τοὺς δαίμονας. Καὶ ποιά ἡ ἐνέργειά του; Τὸ μὲν κοινὸ νερὸ καθαρίζει τὸ σῶμα ἀπὸ τὸν φυσικὸ ῥύπο, τὸ δὲ ἁγιασμένο νερὸ μᾶς καθαρίζει ἀπὸ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα, τὸ ἀδαμιαῖον σύμπλεγμα, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ προσωπικὲς ἁμαρτίες. Ὁ ἄνθρωπος, ἀπὸ μαῦρος σὰν τὰ φτερὰ τοῦ κόρακα, γίνεται λευκὸς σὰν τὸ περιστέρι, ποὺ πέταξε σήμερα πάνω ἀπὸ τὰ ῥεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου.
* * *
Αὐτά, ἀγαπητοί μου, μᾶς δίδει ἀφορμὴ νὰ ποῦμε σήμερα τὸ γεγονὸς τῆς βαπτίσεως τοῦ Χριστοῦ στὸν Ἰορδάνη. Πρὶν τελειώσω ὅμως θέλω νὰ δώσω μία ἀπάντησι σ᾽ ἐκείνους ποὺ ρωτοῦν· Ἐμεῖς βαπτιζόμεθα, διότι εἴμεθα ἁμαρτωλοί· ὁ Χριστὸς γιατί βαπτίσθηκε, ἀφοῦ οὔτε μὲ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα οὔτε μὲ προσωπικὲς ἁμαρτίες ἐβαρύνετο; «Ἀνομίαν – ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν» (Ἠσ. 53,9· Α΄ Πέτρ. 2,22), γι᾽ αὐτὸ σήμερα ψάλλουμε «Ὦ ἀναμάρτητε Χριστέ…» (ἑσπ.). Πῶς καὶ γιατί ὁ ἀναμάρτητος βαπτίζεται;
Θὰ χρειαζόταν μακρὰ θεολογικὴ ἐξήγησις. Ἕνα μόνο λέγω. Κατὰ τοὺς πατέρας ὁ Κύριος βαπτίσθηκε ὄχι διότι τὸ εἶχε ἀνάγκη, ἀλλὰ γιὰ νὰ φανερωθῇ καὶ βεβαιωθῇ ποιός εἶνε. Ὁ ἀφανὴς ἐργάτης τῆς Ναζαρέτ, ὁ ἄγνωστος στοὺς πολλούς, νὰ γίνῃ γνωστὸς στὴν ἀνθρωπότητα, ὅτι εἶνε ὁ Μεσσίας καὶ Λυτρωτὴς τοῦ κόσμου. Ἦταν ἡ ἐπίσημη στιγμή, ποὺ οἱ οὐρανοὶ ἀπηύθυναν τὸ σπουδαιότερο διάγγελμα, παγκόσμιο διάγγελμα ―ἐμπρὸς στὸ ὁποῖο ὠχριοῦν τὰ διαγγέλματα τῶν ἐπιγείων κυβερνητῶν― καὶ ὁ Πατὴρ διεκήρυξε· «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα», ποὺ ἀργότερα θὰ ἐπαναληφθῇ μὲ τὴν συμπλήρωσι «αὐτοῦ ἀκούεται» (Ματθ. 3,17· 17,5). Τὸ οὐράνιο αὐτὸ διάγγελμα μᾶς δείχνει, ὅτι ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς εἶνε ὁ μόνος ἀσφαλὴς ὁδηγός μας.
Παρακαλῶ, ἀδελφοί μου, νὰ μοῦ πῆτε εἰλικρινά· ποιόν ἔχετε ὁδηγὸ στὴν προσωπική σας ζωή; Ὤ ἐὰν θέταμε ὁδηγό μας τὸ Χριστό! Καὶ ἀλλοίμονο ἐὰν θέτουμε ὁποιονδήποτε ἄλλο ὡς ὁδηγό. Ὁ Χριστὸς εἶπε· «Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» (Ἰωάν. 14,6). Ἀδιάψευστα λόγια διὰ μέσου τῶν αἰώνων. Ἐὰν ὁ Χριστὸς γινόταν ὁ ὁδηγὸς τοῦ ἀτόμου, τῆς οἰκογενείας, τῆς κοινωνίας, τοῦ ἔθνους, τῆς ἀνθρωπότητος ὁλοκλήρου, ὤ ποία εὐλογία! παράδεισος θὰ γινόταν αὐτὸς ὁ κόσμος.
Τώρα ἔχουμε ἄλλους ὁδηγούς, ἐπιγείους «θεούς», ποὺ τοὺς ἔχουμε μυθοποιήσει, γιὰ νὰ μᾶς διαψεύσουν μετὰ ἀπὸ λίγο παταγωδῶς. Καὶ γι᾽ αὐτό, ἀντὶ εὐλογία ἔχουμε κατάρα, διάλυσι τῶν πάντων καὶ χάος.
Εἴθε ὁ Κύριος νὰ μᾶς χαρίσῃ τὴν εὐλογία του διὰ μεταλήψεως καὶ ῥαντισμοῦ τοῦ ἁγιασμένου ὕδατος, καὶ νὰ ὑμνοῦμε καὶ δοξάζουμε τὸ ὄνομά του, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, εἰς αἰῶνας αἰώνων· ἀμήν.
Θὰ χρειαζόταν μακρὰ θεολογικὴ ἐξήγησις. Ἕνα μόνο λέγω. Κατὰ τοὺς πατέρας ὁ Κύριος βαπτίσθηκε ὄχι διότι τὸ εἶχε ἀνάγκη, ἀλλὰ γιὰ νὰ φανερωθῇ καὶ βεβαιωθῇ ποιός εἶνε. Ὁ ἀφανὴς ἐργάτης τῆς Ναζαρέτ, ὁ ἄγνωστος στοὺς πολλούς, νὰ γίνῃ γνωστὸς στὴν ἀνθρωπότητα, ὅτι εἶνε ὁ Μεσσίας καὶ Λυτρωτὴς τοῦ κόσμου. Ἦταν ἡ ἐπίσημη στιγμή, ποὺ οἱ οὐρανοὶ ἀπηύθυναν τὸ σπουδαιότερο διάγγελμα, παγκόσμιο διάγγελμα ―ἐμπρὸς στὸ ὁποῖο ὠχριοῦν τὰ διαγγέλματα τῶν ἐπιγείων κυβερνητῶν― καὶ ὁ Πατὴρ διεκήρυξε· «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα», ποὺ ἀργότερα θὰ ἐπαναληφθῇ μὲ τὴν συμπλήρωσι «αὐτοῦ ἀκούεται» (Ματθ. 3,17· 17,5). Τὸ οὐράνιο αὐτὸ διάγγελμα μᾶς δείχνει, ὅτι ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς εἶνε ὁ μόνος ἀσφαλὴς ὁδηγός μας.
Παρακαλῶ, ἀδελφοί μου, νὰ μοῦ πῆτε εἰλικρινά· ποιόν ἔχετε ὁδηγὸ στὴν προσωπική σας ζωή; Ὤ ἐὰν θέταμε ὁδηγό μας τὸ Χριστό! Καὶ ἀλλοίμονο ἐὰν θέτουμε ὁποιονδήποτε ἄλλο ὡς ὁδηγό. Ὁ Χριστὸς εἶπε· «Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» (Ἰωάν. 14,6). Ἀδιάψευστα λόγια διὰ μέσου τῶν αἰώνων. Ἐὰν ὁ Χριστὸς γινόταν ὁ ὁδηγὸς τοῦ ἀτόμου, τῆς οἰκογενείας, τῆς κοινωνίας, τοῦ ἔθνους, τῆς ἀνθρωπότητος ὁλοκλήρου, ὤ ποία εὐλογία! παράδεισος θὰ γινόταν αὐτὸς ὁ κόσμος.
Τώρα ἔχουμε ἄλλους ὁδηγούς, ἐπιγείους «θεούς», ποὺ τοὺς ἔχουμε μυθοποιήσει, γιὰ νὰ μᾶς διαψεύσουν μετὰ ἀπὸ λίγο παταγωδῶς. Καὶ γι᾽ αὐτό, ἀντὶ εὐλογία ἔχουμε κατάρα, διάλυσι τῶν πάντων καὶ χάος.
Εἴθε ὁ Κύριος νὰ μᾶς χαρίσῃ τὴν εὐλογία του διὰ μεταλήψεως καὶ ῥαντισμοῦ τοῦ ἁγιασμένου ὕδατος, καὶ νὰ ὑμνοῦμε καὶ δοξάζουμε τὸ ὄνομά του, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, εἰς αἰῶνας αἰώνων· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης 6-1-1988 ἡμέρα Τετάρτη)
http://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=18485