Θα αφεθούμε στην περιγραφή της Καδιώ Κολύμβα από το βιβλίο της «Ρότα περ Όστρια»
…Δέσαμε τα ζώα σένα δέντρο κι αφήσαμε το πλακόστρωτο. Χωθήκαμε στο
χορταριασμένο μονοπάτι, ίδιο με το βαθύ δρόμο που είχα κάνει χτες.
–Θα δούμε μια κρυμμένη εκκλησία, την Πανάγια τη Σέργενα.
Έχει μια δική της ιστορία, παράξενη. Τη φτιάξανε οι άνθρωποι μέσα στο βουνό. Ούτε η εκκλησιά να φαίνεται, ούτε και ‘κείνοι.
Σκάψανε ψηλά στη κοιλιά του βράχου. Από εκεί πάνω
σεργιανούσανε τη
θάλασσα. Γι αυτό την είπαν Σέργενα. Προσέχανε μην φανούν πειρατικά στον
έξω γιαλό.
Εγώ δεν έβλεπα τίποτα. Ο καλόγερος έδεσε κόμπο τον ποδόγυρο του ράσου του και μου έδειξε να κάνω κι εγώ το ίδιο….
Σκαρφαλώσαμε το γυμνό βράχο, πατώντας σε σκαλοπάτια, που κάποιος είχε
σκαλίσει στη πέτρα και, με χέρια και πόδια, αναρριχηθήκαμε ψηλά.
Συρθήκαμε κάμποσο με την κοιλιά ,μέσα σε μια τρύπα.
Βγαίνοντας από εκεί, αντίκρισα κάτι απίστευτο !
Βρεθήκαμε σε μια μεγάλη εκκλησία, στα σπλάχνα του βράχου .
Εικονίσματα, καντήλια, στασίδια, τέμπλο, απ΄όλα είχε. Καθαρά και λουστραρισμένα. Κι από το ανατολικό παράθυρο ψηλά έμπαινε φως.
Ας προσκυνήσουμε πρώτα τη χάρη της, ψιθύρισε ο καλόγερος, είχα χρόνια να έρθω εδώ.
Ανάψαμε τα καντήλια, προσευχηθήκαμε και καθίσαμε χάμω στη δροσιά του ναού…