Ένας χριστιανός εργαζόταν στο χωράφι του, όταν πέρασε από δίπλα ο γείτονάς του.
Μόλις τον αντίκρισε, άρχισε εν ψυχρώ να τον βρίζει.
Το παιδί του Θεού τον άκουγε αμίλητο.
Όταν κάποτε σταμάτησε, του είπε: <<Φίλε μου, αν με ήξερες όσο καλά με γνωρίζει ο Θεός, θα είχες να πεις πολλά ακόμα>>.
Παράξενη απάντηση ενός ανθρώπου ταπεινού, που κατάλαβε ποιος ήταν, τι είχε μέσα στην καρδιά του, μέχρι να συναντήσει τον Χριστό.
Είναι το πρώτο βήμα που ο Θεός περιμένει από εμάς.
Να αναγνωρίσουμε την αμαρτία μας, που μέχρι χθες
– εξοικειωμένοι μαζί της – τη θεωρούσαμε φυσιολογική.
Είναι κομμάτι πίστης για να ξεκινήσει η πνευματική μας ζωή.
Να κοιτάξουμε τα βάθη μας, να παραδεχθούμε ότι δεν κατοικεί καλό μέσα μας, να τα καταδικάσουμε όλα αυτά που πρεσβεύει η καρδιά μας, μαζί με το προσωπείο που φοράμε.
Δεν είναι ντροπή η ταπείνωση.
Είναι δόξα και καμάρι, την περιμένει ο Πατέρας ο ουράνιος με λαχτάρα για να δουλέψει στη ζωή μας.
Είναι ευλογία το κλειστό στόμα, η υπομονή.
Σε χρησιμοποιεί και σιωπηλό ο Θεός, για να φανερώσει πως μεταμορφώνονται οι άνθρωποι με τον Χριστό, για να σε κάνει <<ΖΩΝΤΑΝΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ>> της αγάπης Του και του θαύματός Του.
Ας έχουμε πάντοτε υπόψη μας από πού μας έβγαλε ο Κύριος και τι Του χρωστάμε.
Ετσι θα μπορούμε να υπομένουμε και να υπηρετούμε όσους ακόμα δεν τους φώτισε η ζωή του Χριστού.
Κύριε μου, κάνε με αυθεντικό, υπομονετικό στις κακουχίες για το δικό Σου το όνομα.
Με χαρά να σηκώνω το βάρος και να υπηρετώ τις ψυχές, γιατί κι εγώ είμαι καρπός χάριτος και ελέους.
Δεν ήμουν καλύτερος, αλλά ο χειρότερος αμαρτωλός,
και όμως με δέχτηκες στην αγκαλιά Σου σαν τον τελώνη.
Σ’ευχαριστώ!