«Ο
όσιος Θεόδωρος ο ηγιασμένος, ο οποίος άκμασε κατά τους χρόνους του
αυτοκράτορος Ιουλιανού του Παραβάτου (361-363 μ.Χ.) καταγόταν από την
Αίγυπτο και γεννήθηκε από γονείς πλούσιους. Σε νεαρή ηλικία ακολούθησε
τον όσιο Παχώμιο στη Θηβαΐδα της Αιγύπτου και εντάχτηκε υπό την
πνευματική καθοδήγησή του, ενώ αναδείχτηκε ένας από τους πιο αγαπητούς
μαθητές αυτού. Πιστός μιμητής του διδασκάλου του στον μοναχικό βίο, τον
διαδέχτηκε μετά την κοίμησή του στην ηγουμενία της Μονής. Για την
αγνότητα του βίου του και την αγιοσύνη του προικίστηκε από τον Θεό με
τη χάρη της θαυματουργίας. Για την τέλεια δε ψυχική και σωματική
καθαρότητά του έλαβε τον τίτλο ῾Ηγιασμένος᾽. Ο όσιος Θεόδωρος κοιμήθηκε
εν ειρήνη το 367 μ.Χ.»
(Από το ιστολόγιο ΜΕΓΑΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ)
(Από το ιστολόγιο ΜΕΓΑΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ)
Η καταγωγή του οσίου Θεοδώρου από την Αίγυπτο γίνεται η πρώτηαφορμή για
τον εκκλησιαστικό ποιητή, προκειμένου να προβάλει την αλλαγή που έφερε
στον κόσμο ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Ήδη σημειώνει ότι ο μεγάλος
σημερινός άγιος, όπως και όλοι οι πριν και μετέπειτα από αυτόν άγιοι του
Θεού στην Αίγυπτο, προορίστηκαν από τον Χριστό να γίνουν άγιοι, αφότου
από παλιά κατέβηκε στην Αίγυπτο και προβλέποντας ως Θεός την
ανταπόκριση στην κλήση Του τους κάλεσε και τους έσωσε και τους δόξασε,
κατά τον λόγο του αποστόλου Παύλου (Ρωμ. 8). ῾Αυτός που περπατά στα
σύννεφα ως Δεσπότης Θεός, όταν κατέβηκε πριν στην Αίγυπτο σε ανάλαφρο
σύννεφο, προόρισε για τη δόξα Του τους πιστούς που θα ανταποκρίνονταν
στην κλήση Του, δηλαδή τους εκλεκτούς που έλαμψαν αργότερα και θα
αρπάζονταν ως θεόφρονες σε νεφέλες, μεταξύ των οποίων είναι ο Θεόδωρος ο
αγιασμένος Πατέρας μας᾽(῾Νέφει την επίβασιν αυτού τιθείς ως
Δεσπότης, εν νεφέλη κούφη πριν καταβάς εις Αίγυπτον τους εκλάμψαντας
εκλεκτούς προώρισε, τους αρπαζομένους εν νεφέλαις ως θεόφρονας, μεθ᾽ ων
Θεόδωρος ο Ηγιασμένος Πατήρ ημών᾽) (στιχηρό εσπερινού). Οπότε το
συμπέρασμα είναι προφανές: ῾Η Αίγυπτος, η οποία προηγουμένως κατεχόταν
από δαιμονικές τελετές και πάθη, τώρα γίνεται ωραία από τα τάγματα των
ασκητών᾽(῾Αίγυπτος η πρότερον δαιμονικαίς μαινομένη τελεταίς και πάθεσιν, ασκητών νυν τάγμασιν ωραΐζεται᾽)
(στιχηρό εσπερινού). Κι αυτό βεβαίως σημαίνει: όπου έχουμε παρουσία
της χάρης του Θεού, εκεί εξαφανίζεται η όποια δύναμη των δαιμόνων,
συνεπώς η προηγούμενη δυσωδία και δυσμορφία γίνεται ευωδία και
ευμορφία. Ο Θεός κάνει παράδεισο με άλλα λόγια τον κάθε τόπο, αρκεί να
υπάρχουν οι άνθρωποι που θα θελήσουν να ανταποκριθούν με καλή προαίρεση
στην κλήση Του.
Ο
άγιος υμνογράφος Θεοφάνης, ο οποίος μόλις την προηγουμένη ημέρα ύμνησε
τους άθλους και την αγιότητα του μεγάλου Παχωμίου, δεν ήταν δυνατόν να
μην εξυμνήσει και το πνευματικό τέκνο αυτού, τον όσιο Θεόδωρο. Μεγάλος
ο Παχώμιος, μεγάλος εξ ίσου και ο Θεόδωρος. Γιατί; Διότι ο Θεόδωρος,
ως γνήσιος μαθητής και υποτακτικός του διδασκάλου του, τον ακολούθησε
με γνησιότητα σε όλες τις ασκητικές διαγωγές του. ῾Έγινες ομόσκηνος του
θείου Παχωμίου και ακολούθησες με ζήλο τους τρόπους του, Πάτερ θεόφρον
Θεόδωρε, μιμούμενος την εγκράτειά του και την ορθόδοξη πίστη του᾽(῾Ομόσκηνος
Παχωμίω τω θείω γενόμενος, τους τρόπους εζήλωσας, Πάτερ θεόφρον
Θεόδωρε, τούτου την εγκράτειαν και την ορθόδοξον πίστιν εκμιμούμεος᾽)
(ωδή δ´). Έτσι η σχέση του Παχωμίου προς τον Θεόδωρο, σχέση Γέροντος
προς υποτακτικό, όπως και αντίστροφα, προβάλλει ως τύπος και
παράδειγμα: όπου υπάρχει διάθεση υπακοής εκεί αναδεικνύεται η αγιότητα
στο ανώτερο δυνατό σημείο, με την έννοια ότι και ο Γέροντας παίρνει
δύναμη για πνευματική προκοπή, κυρίως όμως ο υποτακτικός ανάγεται στην
αγιότητα σχετικά εύκολα, ακολουθώντας τα χνάρια του πνευματικού του.
Ο
άγιος Θεοφάνης δεν παύει να εξυμνεί αυτήν τη διάθεση υπακοής του οσίου
Θεοδώρου, υπακοής βεβαίως στον Πνευματικό του, στην πραγματικότητα
όμως υπακοής στον ίδιο τον Κύριο. Το αγωνιστικό φρόνημά του προκειμένου
να τηρεί το θέλημα του Θεού ήταν εξαιρετικό, τόσο που ο υμνογράφος μας
τον χαρακτηρίζει ως μάρτυρα. Πολλές φορές έχει ειπωθεί ότι μάρτυρας
δεν είναι μόνον αυτός που σε εποχή διωγμών δίνει τη ζωή του, αλλά και
σε κάθε εποχή που αγωνίζεται μέχρι θανάτου κατά της αμαρτίας εσωτερικά
στη συνείδησή του. ῾Έγινες δυνατός μάρτυρας, γιατί αντιστεκόσουν μέχρι
αιμάτων προς την αμαρτία, θεόφρον Θεόδωρε᾽(῾Μάρτυς γεγονώς στερρός προς αμαρτίας μέχρις αιμάτων ανθιστάμενος, θεόφρον Θεόδωρε᾽)
(ωδή η´). Κι εκείνο που για τον άγιο Θεοφάνη υπήρξε καθοριστιστικό
στοιχείο για το μαρτυρικό φρόνημα κατά της αμαρτίας του οσίου Θεοδώρου
ήταν και η αγάπη του για τη μελέτη του νόμου Θεού. Ο όσιος διατηρούσε
την ψυχική του καθαρότητα, γιατί οι έννοιες του λόγου Θεού ήταν αυτές
που κυριαρχούσαν μέσα στην ψυχή του από την αδιάκοπη μελέτη του.
῾Μελετώντας τον αγνότατο νόμο του Θεού με επιμέλεια, Πάτερ, έγινες όλος
αγνός και καθαρός᾽(῾Μελετών τον νόμον εμμελώς, Πάτερ, τον αγνότατον, όλος αγνός και καθαρός γεγένησαι᾽)
(ωδή α´). Είναι καίρια αλήθεια της πίστεως: κανείς δεν μπορεί να
ορθοποδεί στην πνευματική ζωή και να αντιστρατεύεται προς την αμαρτία,
αν δεν έχει καθημερινή έγνοια του τη μελέτη του λόγου Θεού. Όσο κανείς
έχει στη σκέψη και την καρδιά του τον λόγο του Θεού, τόσο και
καθαρίζεται από επήρειες δαιμονικές και ψεκτών παθών.