«Τὰ πάθη τὰ σεπτὰ ἡ παροῦσα ἡμέρα ὡς φῶτα σωστικὰ ἀνατέλλει τῷ κόσμῳ…»
(κάθ. ὄρθρ. Μ. Δευτερα)
ΑΠΟΨΕ, ἀγαπητοί μου, σὲ ὅλους τοὺς ναοὺς τῆς Ὀρθοδοξίας ἀρχίζει μιὰ νέα ἑβδομάδα, ἡ ὁποία στὴ γλῶσσα τῆς Ἐκκλησίας μας ὀνομάζεται Μεγάλη Ἑβδομάς. Ὀνομάζεται Μεγάλη ὄχι χρονικῶς, ἀλλὰ πνευματικῶς. Διότι κατ᾽ αὐτὴν μπροστά μας, ἐὰν πιστεύουμε, ἐκτυλίσσεται τὸ δρᾶμα τῶν δραμάτων. Αὐτὴ τὴν ἑβδομάδα ἡ ἀνθρωπότης τελεῖ μνημόσυνο Ἐκείνου ὁ ὁποῖος ἔπαθε, σταυρώθηκε καὶ ἀναστήθηκε γιὰ μᾶς. Δὲν ὑπάρχουν στὴν παγκόσμιο ἱστορία γεγονότα ἱερώτερα ἀπὸ αὐτά. Γι᾽ αὐτὸ ἡ ἑβδομάδα αὐτὴ ὀνομάζεται Μεγάλη.
Μεταξὺ τῶν ἄλλων ὕμνων ἀπόψε ἀκούσαμε καὶ τὸ τροπάριο ποὺ ἀρχίζει· «Τὰ πάθη τὰ σεπτὰ ἡ παροῦσα ἡμέρα ὡς φῶτα σωστικὰ ἀνατέλλει τῷ κόσμῳ…» (κάθ. ὄρθρ. Μ. Δευτ.). Ἐπιτρέψτε σ᾽ ἐμένα τὸν γέροντα ἐπίσκοπο, παρ᾽ ὅλη τὴν ἀτέλεια καὶ ἁμαρτωλότητά του, νὰ πῶ μερικὲς λέξεις ἐπάνω στὰ λόγια αὐτά.
Μεταξὺ τῶν ἄλλων ὕμνων ἀπόψε ἀκούσαμε καὶ τὸ τροπάριο ποὺ ἀρχίζει· «Τὰ πάθη τὰ σεπτὰ ἡ παροῦσα ἡμέρα ὡς φῶτα σωστικὰ ἀνατέλλει τῷ κόσμῳ…» (κάθ. ὄρθρ. Μ. Δευτ.). Ἐπιτρέψτε σ᾽ ἐμένα τὸν γέροντα ἐπίσκοπο, παρ᾽ ὅλη τὴν ἀτέλεια καὶ ἁμαρτωλότητά του, νὰ πῶ μερικὲς λέξεις ἐπάνω στὰ λόγια αὐτά.
* * *
Τὸ τροπάριο αὐτὸ μιλάει γιὰ «τὰ πάθη». Ποιά πάθη; Ὑπάρχουν δύο εἰδῶν πάθη· τὰ πάθη τὰ δικά μας καὶ τὰ πάθη τοῦ Χριστοῦ.
Τὰ πάθη τὰ δικά μας εἶνε οἱ κακίες καὶ τὰ ἐλαττώματα ποὺ ἔχουμε. Αὐτὰ ἀποτελοῦν μία «δέσμη» – γιὰ νὰ μεταχειρισθῶ τὴ λέξι ποὺ ἐπικρατεῖ σήμερα στὰ σχολεῖα. Τὰ ἀνθρώπινα πάθη δὲν εἶνε βεβαίως «πάθη σεπτά», εἶνε πάθη μεμπτά· ἑωσφορικά, σωματοκτόνα, ἀδελφοκτόνα, χριστοκτόνα, θεοκτόνα, ὀλέθρια. Ποιό πρῶτο καὶ ποιό δεύτερο νὰ μνημονεύσουμε;
Ξεχωρίζω τρία πάθη, ποὺ συγκλονίζουν τὴν ἀνθρωπότητα. Τὸ ἕνα εἶνε ἡ φιλαργυρία, ἡ δίψα γιὰ τὰ τριάκοντα ἀργύρια. Τρομερὸ πάθος, «ῥίζα πάντων τῶν κακῶν», ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Α΄ Τιμ. 6,10). Τὸ δεύτερο εἶνε ἡ φιλοδοξία, ἡ ἐπιθυμία γιὰ δόξα, ἡ διάθεσι νὰ πατήσουμε στὸ πτῶμα τοῦ ἄλλου γιὰ νὰ γίνουμε μεγάλοι καὶ τρανοί. Καὶ τὸ τρίτο πάθος, ποὺ σήμερα ἔχει τεραστία διάδοσι, εἶνε ἡ φιληδονία, ὁ πανσεξουαλισμός, τὸ πάθος τῶν αἰσχρῶν ἡδονῶν. Αὐτὰ τὰ τρία πάθη κυριαρχοῦν στὴν ἀνθρωπότητα· αὐτὰ χωρίζουν ἀντρόγυνα, ἀναστατώνουν οἰκογένειες, διαιροῦν κοινότητες, συνταράσσουν ἔθνη, προκαλοῦν ἐμφυλίους σπαραγμούς, ἐξεγείρουν τοὺς μεγάλους Ἁρμαγεδῶνες, τοὺς παγκοσμίους πολέμους. Διότι καὶ ὁ πρῶτος καὶ ὁ δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος ―καὶ ὁ τρίτος, ἂν γίνῃ― δὲν ἔχουν ὡς κίνητρο κάτι ἀνώτερο – αὐτὸ εἶνε ψέμα· αἰτία τους εἶνε τὸ συμφέρον, τὸ ὑλικὸ συμφέρον, ἢ τὴν ἐκδίκησι· πάλι δηλαδὴ κάποιο πάθος.
Αὐτὰ εἶνε τὰ ἀνθρώπινα πάθη. Ἀλλὰ πῶς νικῶνται; μὲ τί μέσα; Τὴν ἀπάντησι μᾶς δίδει ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα. Ὅσο παράξενο κι ἂν φανῇ, τὰ μεμπτὰ αὐτὰ πάθη νικῶνται μὲ τὰ σεπτὰ πάθη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἕνας μεγάλος ἀσκητής, διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας καὶ σοφὸς συγγραφεύς, ὁ Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, διετύπωσε μιὰ ἀλήθεια, τὴν ὁποία παραδέχονται σήμερα καὶ οἱ ψυχολόγοι· «Ἔρως ἔρωτι νικᾶται», ὁ ἕνας ἔρωτας ἀποκρούει καὶ νικᾷ τὸν ἄλλο (Κλίμ. Ε΄, ς΄· ΙΕ΄, β΄). Ἂν θέλῃς νὰ νικήσῃς ἕναν ἔρωτα αἰσχρό, φύτεψε στὴν καρδιά σου ἕναν ἔρωτα ἱερό, τὸν ἅγιο πόθο γιὰ τὸ νυμφίο Χριστό· δῶσε ἔτσι στὸν ἑαυτό σου φτεροῦγες νὰ πετάξῃ ψηλά.
Τὶς ἅγιες λοιπὸν αὐτὲς ἡμέρες, τὰ πάθη τὰ μεμπτὰ ἀποκρούονται καὶ νικῶνται μὲ «τὰ πάθη τὰ σεπτά», ποὺ «ὡς φῶτα σωστικὰ ἀνατέλλει τῷ κόσμῳ», προβάλλουν δηλαδὴ γιὰ τὸν κόσμο σὰν σωτήρια φῶτα, σὰν προβολεὺς ποὺ ῥίχνει φῶς στὴν ἄβυσσο τῆς ἀνθρωπίνης καρδίας. Ἂς τὸ ἀναλύσουμε κάπως αὐτό.
⃝ Ἐνοχλεῖσαι ἀπὸ τὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας; Ἔλα στὴν ἐκκλησία τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα, καὶ θὰ δῇς ὅτι Ἐκεῖνος ποὺ πιστεύεις καὶ λατρεύεις δὲν ἔπιασε στὰ χέρια του χρήματα· ἦταν ὄντως ἀφιλοχρήματος, ἀνάργυρος, ἀκτήμων. Ὅταν τὸν ῥώτησαν «Ποῦ μένεις;», εἶπε· «Ἐλᾶτε νὰ δῆτε» (Ἰωάν. 1,38). Κι ὅταν κάποιος ἄλλος τοῦ εἶπε «Θὰ σὲ ἀκολουθήσω», ὁ Χριστὸς ἀπήντησε μὲ τὰ ἀθάνατα ἐκεῖνα λόγια· «Οἱ ἀλεποῦδες καὶ τὰ πουλιὰ τοῦ οὐρανοῦ ἔχουν φωλιές, ὁ δὲ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἔχει ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ» (Ματθ. 8,20).
⃝ Ἐνοχλεῖσαι ἀπὸ τὸ πάθος τῆς φιλοδοξίας; Πλησίασε τὸν Κύριό σου καὶ θὰ δῇς ὅτι αὐτός, ὁ Βασιλεὺς τῶν οὐρανῶν, κατῆλθε ὅλη τὴν κλίμακα τῆς ταπεινώσεως καὶ ἔφθασε μέχρι τοῦ σημείου ὡς δοῦλος νὰ φορέσῃ λέντιο καὶ νὰ πλύνῃ τὰ πόδια τῶν μαθητῶν του.
⃝ Ἐνοχλεῖσαι ἀπὸ τὸ πάθος τῆς φιληδονίας; Πλησίασε τώρα τὸν Ἐσταυρωμένο, καὶ θὰ δῇς ὅτι δὲν δοκίμασε ἡδονὲς τοῦ κόσμου τούτου, ἀλλ᾽ ἀντιθέτως ἤπιε ὄξος καὶ χολή, γιὰ νὰ διορθώσῃ καὶ νὰ θεραπεύσῃ τὰ ἀνθρώπινα πάθη.
Σὲ ὁποιαδήποτε κατάστασι κι ἂν εἶσαι, «τὰ πάθη τὰ σεπτὰ» θὰ ῥίξουν φῶς στὴ ζωή σου. Εἶσαι παιδὶ καὶ νέος; Πλησίασε στὸ σταυρό, καὶ θὰ δῇς ὅτι ὁ Χριστός, στὴν πιὸ φρικτὴ ὥρα, δὲν ξέχασε τὴ Μητέρα του, ἀλλὰ φρόντισε γι᾽ αὐτὴν λέγοντας στὸν Ἰωάννη «Ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου» (Ἰωάν. 19,27). Ὀφείλεις λοιπὸν κ᾽ ἐσὺ νὰ ἐνδιαφερθῇς γιὰ τοὺς γονεῖς σου· μὴ τοὺς ἐγκαταλείψῃς σὲ κάποια γωνιὰ γηροκομείου. Εἶσαι μαθητής, διαβάζεις βιβλία; Δὲν ὑπάρχει βιβλίο πιὸ ὠφέλιμο ἀπὸ τὴ μελέτη τῶν παθῶν τοῦ Χριστοῦ. Εἶσαι δάσκαλος καὶ καθηγητής; Ἔχε πρότυπό σου τὸν Ἐσταυρωμένο, ποὺ εἶνε ὁ κατ᾽ ἐξοχὴν «ῥαββί», ὁ γλυκύτερος διδάσκαλος (Μᾶρκ. 9,5· 11,21. Ἰωάν. 1,38,50· 3,2,26· 4,31· 6,25· 9,2· 11,8). Εἶσαι ἄρχων, ἔχεις ἀξίωμα; Ἔλα κοντὰ στὸν Ἐσταυρωμένο, νὰ σὲ διδάξῃ ὅτι ἡ ἐξουσία δὲν εἶνε τυραννίς, ἀλλὰ εἶνε διακονία, ὑπηρεσία τοῦ λαοῦ (βλ. Ματθ. 20,25-28· 23,11. Μᾶρκ. 10,42-45· 9,35).
Εἶσαι, τέλος, ἁμαρτωλός; Ὤ, τότε εἶνε ποὺ ἐπιβάλλεται νὰ πλησιάσῃς τὸν ἐσταυρωμένο Λυτρωτή μας. Ἕνας ζωγράφος τῆς Βιέννης ζωγράφισε τὸν ἁμαρτωλὸ νὰ περιπλανᾶται σὰν ἀχθοφόρος φορτωμένος ἕνα μεγάλο βάρος, δεμένο ἐπάνω του μὲ σχοινιὰ ποὺ κανείς δὲν μποροῦσε νὰ λύσῃ. Μόνο ὅταν στὴν κορυφὴ ἑνὸς λόφου εἶδε τὸν σταυρὸ καὶ γονάτισε ἐμπρός του, ἄγγελοι ἔκοψαν τὰ σχοινιὰ κι αὐτὸς ἐλευθερώθηκε. Ἡ εἰκόνα συμβολίζει, ὅτι ὁ Χριστὸς ἀπαλλάσσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ κάθε πάθος. Σήμερα, ὅπως λένε οἱ ψυχολόγοι, ὁ ἄνθρωπος ὑποφέρει ἀπὸ τὸ βάρος ποὺ λέγεται ἄγχος· εἶνε ἡ συνέπεια τῶν παθῶν του. Εἶσαι λοιπὸν ἁμαρτωλός; πλησίασε· «τὰ πάθη τὰ σεπτὰ» θὰ σ᾽ ἐλευθερώσουν καὶ ἀνακουφίσουν.
Στὶς ἀκολουθίες τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος βλέπουμε τὸ Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο, τὰ ἄχραντα πάθη καὶ τὰ ἀνθρώπινα πάθη· τὰ σκοτεινὰ βάθη τῆς ἀνθρωπίνης ἐμπαθείας, ἀλλὰ καὶ τὰ φωτεινὰ ὕψη τῆς θείας ἀγαθότητος ὅπου μᾶς ἀνεβάζει ὁ Χριστὸς διὰ τοῦ σταυροῦ. Ρώτησαν ἕναν ἀγράμματο ἀσκητὴ ἂν διαβάζῃ, κι αὐτὸς ἔδειξε τὸν Ἐσταυρωμένο· Νά τὸ βιβλίο μου, εἶπε, αὐτὸ μελετῶ! Ὁ Ἐσταυρωμένος εἶνε ὁ λυτρωτής μας· σ᾽ αὐτὸν νὰ ἀποβλέψουμε, γιὰ νὰ σωθοῦμε ἀπὸ τὰ πάθη μας.
Τὰ πάθη τὰ δικά μας εἶνε οἱ κακίες καὶ τὰ ἐλαττώματα ποὺ ἔχουμε. Αὐτὰ ἀποτελοῦν μία «δέσμη» – γιὰ νὰ μεταχειρισθῶ τὴ λέξι ποὺ ἐπικρατεῖ σήμερα στὰ σχολεῖα. Τὰ ἀνθρώπινα πάθη δὲν εἶνε βεβαίως «πάθη σεπτά», εἶνε πάθη μεμπτά· ἑωσφορικά, σωματοκτόνα, ἀδελφοκτόνα, χριστοκτόνα, θεοκτόνα, ὀλέθρια. Ποιό πρῶτο καὶ ποιό δεύτερο νὰ μνημονεύσουμε;
Ξεχωρίζω τρία πάθη, ποὺ συγκλονίζουν τὴν ἀνθρωπότητα. Τὸ ἕνα εἶνε ἡ φιλαργυρία, ἡ δίψα γιὰ τὰ τριάκοντα ἀργύρια. Τρομερὸ πάθος, «ῥίζα πάντων τῶν κακῶν», ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Α΄ Τιμ. 6,10). Τὸ δεύτερο εἶνε ἡ φιλοδοξία, ἡ ἐπιθυμία γιὰ δόξα, ἡ διάθεσι νὰ πατήσουμε στὸ πτῶμα τοῦ ἄλλου γιὰ νὰ γίνουμε μεγάλοι καὶ τρανοί. Καὶ τὸ τρίτο πάθος, ποὺ σήμερα ἔχει τεραστία διάδοσι, εἶνε ἡ φιληδονία, ὁ πανσεξουαλισμός, τὸ πάθος τῶν αἰσχρῶν ἡδονῶν. Αὐτὰ τὰ τρία πάθη κυριαρχοῦν στὴν ἀνθρωπότητα· αὐτὰ χωρίζουν ἀντρόγυνα, ἀναστατώνουν οἰκογένειες, διαιροῦν κοινότητες, συνταράσσουν ἔθνη, προκαλοῦν ἐμφυλίους σπαραγμούς, ἐξεγείρουν τοὺς μεγάλους Ἁρμαγεδῶνες, τοὺς παγκοσμίους πολέμους. Διότι καὶ ὁ πρῶτος καὶ ὁ δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος ―καὶ ὁ τρίτος, ἂν γίνῃ― δὲν ἔχουν ὡς κίνητρο κάτι ἀνώτερο – αὐτὸ εἶνε ψέμα· αἰτία τους εἶνε τὸ συμφέρον, τὸ ὑλικὸ συμφέρον, ἢ τὴν ἐκδίκησι· πάλι δηλαδὴ κάποιο πάθος.
Αὐτὰ εἶνε τὰ ἀνθρώπινα πάθη. Ἀλλὰ πῶς νικῶνται; μὲ τί μέσα; Τὴν ἀπάντησι μᾶς δίδει ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα. Ὅσο παράξενο κι ἂν φανῇ, τὰ μεμπτὰ αὐτὰ πάθη νικῶνται μὲ τὰ σεπτὰ πάθη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἕνας μεγάλος ἀσκητής, διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας καὶ σοφὸς συγγραφεύς, ὁ Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, διετύπωσε μιὰ ἀλήθεια, τὴν ὁποία παραδέχονται σήμερα καὶ οἱ ψυχολόγοι· «Ἔρως ἔρωτι νικᾶται», ὁ ἕνας ἔρωτας ἀποκρούει καὶ νικᾷ τὸν ἄλλο (Κλίμ. Ε΄, ς΄· ΙΕ΄, β΄). Ἂν θέλῃς νὰ νικήσῃς ἕναν ἔρωτα αἰσχρό, φύτεψε στὴν καρδιά σου ἕναν ἔρωτα ἱερό, τὸν ἅγιο πόθο γιὰ τὸ νυμφίο Χριστό· δῶσε ἔτσι στὸν ἑαυτό σου φτεροῦγες νὰ πετάξῃ ψηλά.
Τὶς ἅγιες λοιπὸν αὐτὲς ἡμέρες, τὰ πάθη τὰ μεμπτὰ ἀποκρούονται καὶ νικῶνται μὲ «τὰ πάθη τὰ σεπτά», ποὺ «ὡς φῶτα σωστικὰ ἀνατέλλει τῷ κόσμῳ», προβάλλουν δηλαδὴ γιὰ τὸν κόσμο σὰν σωτήρια φῶτα, σὰν προβολεὺς ποὺ ῥίχνει φῶς στὴν ἄβυσσο τῆς ἀνθρωπίνης καρδίας. Ἂς τὸ ἀναλύσουμε κάπως αὐτό.
⃝ Ἐνοχλεῖσαι ἀπὸ τὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας; Ἔλα στὴν ἐκκλησία τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα, καὶ θὰ δῇς ὅτι Ἐκεῖνος ποὺ πιστεύεις καὶ λατρεύεις δὲν ἔπιασε στὰ χέρια του χρήματα· ἦταν ὄντως ἀφιλοχρήματος, ἀνάργυρος, ἀκτήμων. Ὅταν τὸν ῥώτησαν «Ποῦ μένεις;», εἶπε· «Ἐλᾶτε νὰ δῆτε» (Ἰωάν. 1,38). Κι ὅταν κάποιος ἄλλος τοῦ εἶπε «Θὰ σὲ ἀκολουθήσω», ὁ Χριστὸς ἀπήντησε μὲ τὰ ἀθάνατα ἐκεῖνα λόγια· «Οἱ ἀλεποῦδες καὶ τὰ πουλιὰ τοῦ οὐρανοῦ ἔχουν φωλιές, ὁ δὲ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἔχει ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ» (Ματθ. 8,20).
⃝ Ἐνοχλεῖσαι ἀπὸ τὸ πάθος τῆς φιλοδοξίας; Πλησίασε τὸν Κύριό σου καὶ θὰ δῇς ὅτι αὐτός, ὁ Βασιλεὺς τῶν οὐρανῶν, κατῆλθε ὅλη τὴν κλίμακα τῆς ταπεινώσεως καὶ ἔφθασε μέχρι τοῦ σημείου ὡς δοῦλος νὰ φορέσῃ λέντιο καὶ νὰ πλύνῃ τὰ πόδια τῶν μαθητῶν του.
⃝ Ἐνοχλεῖσαι ἀπὸ τὸ πάθος τῆς φιληδονίας; Πλησίασε τώρα τὸν Ἐσταυρωμένο, καὶ θὰ δῇς ὅτι δὲν δοκίμασε ἡδονὲς τοῦ κόσμου τούτου, ἀλλ᾽ ἀντιθέτως ἤπιε ὄξος καὶ χολή, γιὰ νὰ διορθώσῃ καὶ νὰ θεραπεύσῃ τὰ ἀνθρώπινα πάθη.
Σὲ ὁποιαδήποτε κατάστασι κι ἂν εἶσαι, «τὰ πάθη τὰ σεπτὰ» θὰ ῥίξουν φῶς στὴ ζωή σου. Εἶσαι παιδὶ καὶ νέος; Πλησίασε στὸ σταυρό, καὶ θὰ δῇς ὅτι ὁ Χριστός, στὴν πιὸ φρικτὴ ὥρα, δὲν ξέχασε τὴ Μητέρα του, ἀλλὰ φρόντισε γι᾽ αὐτὴν λέγοντας στὸν Ἰωάννη «Ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου» (Ἰωάν. 19,27). Ὀφείλεις λοιπὸν κ᾽ ἐσὺ νὰ ἐνδιαφερθῇς γιὰ τοὺς γονεῖς σου· μὴ τοὺς ἐγκαταλείψῃς σὲ κάποια γωνιὰ γηροκομείου. Εἶσαι μαθητής, διαβάζεις βιβλία; Δὲν ὑπάρχει βιβλίο πιὸ ὠφέλιμο ἀπὸ τὴ μελέτη τῶν παθῶν τοῦ Χριστοῦ. Εἶσαι δάσκαλος καὶ καθηγητής; Ἔχε πρότυπό σου τὸν Ἐσταυρωμένο, ποὺ εἶνε ὁ κατ᾽ ἐξοχὴν «ῥαββί», ὁ γλυκύτερος διδάσκαλος (Μᾶρκ. 9,5· 11,21. Ἰωάν. 1,38,50· 3,2,26· 4,31· 6,25· 9,2· 11,8). Εἶσαι ἄρχων, ἔχεις ἀξίωμα; Ἔλα κοντὰ στὸν Ἐσταυρωμένο, νὰ σὲ διδάξῃ ὅτι ἡ ἐξουσία δὲν εἶνε τυραννίς, ἀλλὰ εἶνε διακονία, ὑπηρεσία τοῦ λαοῦ (βλ. Ματθ. 20,25-28· 23,11. Μᾶρκ. 10,42-45· 9,35).
Εἶσαι, τέλος, ἁμαρτωλός; Ὤ, τότε εἶνε ποὺ ἐπιβάλλεται νὰ πλησιάσῃς τὸν ἐσταυρωμένο Λυτρωτή μας. Ἕνας ζωγράφος τῆς Βιέννης ζωγράφισε τὸν ἁμαρτωλὸ νὰ περιπλανᾶται σὰν ἀχθοφόρος φορτωμένος ἕνα μεγάλο βάρος, δεμένο ἐπάνω του μὲ σχοινιὰ ποὺ κανείς δὲν μποροῦσε νὰ λύσῃ. Μόνο ὅταν στὴν κορυφὴ ἑνὸς λόφου εἶδε τὸν σταυρὸ καὶ γονάτισε ἐμπρός του, ἄγγελοι ἔκοψαν τὰ σχοινιὰ κι αὐτὸς ἐλευθερώθηκε. Ἡ εἰκόνα συμβολίζει, ὅτι ὁ Χριστὸς ἀπαλλάσσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ κάθε πάθος. Σήμερα, ὅπως λένε οἱ ψυχολόγοι, ὁ ἄνθρωπος ὑποφέρει ἀπὸ τὸ βάρος ποὺ λέγεται ἄγχος· εἶνε ἡ συνέπεια τῶν παθῶν του. Εἶσαι λοιπὸν ἁμαρτωλός; πλησίασε· «τὰ πάθη τὰ σεπτὰ» θὰ σ᾽ ἐλευθερώσουν καὶ ἀνακουφίσουν.
Στὶς ἀκολουθίες τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος βλέπουμε τὸ Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο, τὰ ἄχραντα πάθη καὶ τὰ ἀνθρώπινα πάθη· τὰ σκοτεινὰ βάθη τῆς ἀνθρωπίνης ἐμπαθείας, ἀλλὰ καὶ τὰ φωτεινὰ ὕψη τῆς θείας ἀγαθότητος ὅπου μᾶς ἀνεβάζει ὁ Χριστὸς διὰ τοῦ σταυροῦ. Ρώτησαν ἕναν ἀγράμματο ἀσκητὴ ἂν διαβάζῃ, κι αὐτὸς ἔδειξε τὸν Ἐσταυρωμένο· Νά τὸ βιβλίο μου, εἶπε, αὐτὸ μελετῶ! Ὁ Ἐσταυρωμένος εἶνε ὁ λυτρωτής μας· σ᾽ αὐτὸν νὰ ἀποβλέψουμε, γιὰ νὰ σωθοῦμε ἀπὸ τὰ πάθη μας.
* * *
Πλοῦτος διδαγμάτων συνωστίζεται, ἀγαπητοί μου, στὰ ὡραῖα τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας μας. Σᾶς παρακαλῶ νὰ τὰ παρακολουθῆτε. Ἐφοδιαστῆτε μὲ σχετικὰ βιβλιαράκια.
Τελειώνω μὲ μία παρατήρησι. Ἐνθυμοῦμαι τὰ παλιὰ χρόνια ―ἐμεῖς οἱ γέροντες ἐνθυμούμεθα τὰ παλιά―, μόλις ἄκουγαν τὸ βράδυ τῶν Βαΐων νὰ χτυπᾷ ἡ καμπάνα γιὰ τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα, ὅλοι πήγαιναν στὴν ἐκκλησία, οἰκογενειακῶς· στὸ σπίτι δὲν ἔμενε κανείς. Ἀπευθύνομαι λοιπὸν τώρα ἰδιαιτέρως σὲ ὅσους σᾶς ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ εἶστε γονεῖς, καὶ ἐρωτῶ·
Ποῦ εἶνε τὰ παιδιά σας; Ὦ μάνα καὶ πατέρα, ἔχετε μεγάλη εὐθύνη γι᾽ αὐτὰ ἀπέναντι στὸ Θεό! Δυστυχῶς ἐκκλησιάζεσθε μόνο οἱ γονεῖς, τὰ παιδιὰ ἀπουσιάζουν. Ἀλλοῦ πηγαίνετε μαζί· ἂν πρόκειται γιὰ κάποιο θέαμα ἢ συμπόσιο ἢ διασκέδασι ἢ ἐκδρομή, πηγαίνετε οἰκογενειακῶς. Στὴν ἐκκλησία; Ἐλάχιστα παιδιά. Ποιός φταίει; Φταῖμε κ᾽ ἐμεῖς οἱ κληρικοί, φταῖνε καὶ οἱ ἐκπαιδευτικοί, φταίει καὶ τὸ ῥαδιόφωνο καὶ ἡ τηλεόρασι καὶ πολλὰ ἄλλα. Ἀλλὰ πρὸ παντὸς φταῖτε σεῖς οἱ γονεῖς, ποὺ δὲν διδάξατε τὰ παιδιά σας ὅτι ὁ ἐκκλησιασμός, ἰδίως τῶν ἡμερῶν αὐτῶν, ἔχει ἕνα μεγαλεῖο ἀπερίγραπτο.
Δὲν ἔχει ἀνάγκη ὁ Χριστὸς ἀπὸ μᾶς· ἐμεῖς ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ τὸ Χριστό. Ἀλλοίμονο! παιδιὰ ποὺ δὲν πατοῦν τὶς ἅγιες αὐτὲς ἡμέρες στὴν ἐκκλησία, ὅταν μεγαλώσουν θὰ γίνουν «γεννήματα ἐχιδνῶν» (Λουκ. 3,7), φίδια. Καὶ οἱ πρῶτοι ποὺ θὰ πληγωθοῦν ἀπ᾽ αὐτὰ καὶ θὰ κλάψουν, θὰ εἶνε οἱ γονεῖς. Διότι νέος χωρὶς Θεὸ εἶνε ἕνας ὑποψήφιος ἐγκληματίας.
Μὴν πηγαίνετε λοιπὸν στὴν ἐκκλησία μόνοι· παίρνετε μαζί σας καὶ τὰ παιδιά. Καὶ νὰ εἶστε βέβαιοι· ὅταν μιὰ μέρα φύγετε ἀπ᾽ τὸν κόσμο αὐτό, πολλὰ πράγματα θὰ ξεχάσουν τὰ παιδιά, δὲν θὰ ξεχάσουν ὅμως, ὅτι τέτοιες ἅγιες μέρες ἡ μάνα κι ὁ πατέρας τά ᾽παιρναν καὶ πήγαιναν μαζὶ στὴν ἐκκλησιὰ καὶ ἄκουγαν τὸν ὕμνο· «Τὰ πάθη τὰ σεπτὰ ἡ παροῦσα ἡμέρα ὡς φῶτα σωστικὰ ἀνατέλλει τῷ κόσμῳ…».
Τελειώνω μὲ μία παρατήρησι. Ἐνθυμοῦμαι τὰ παλιὰ χρόνια ―ἐμεῖς οἱ γέροντες ἐνθυμούμεθα τὰ παλιά―, μόλις ἄκουγαν τὸ βράδυ τῶν Βαΐων νὰ χτυπᾷ ἡ καμπάνα γιὰ τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα, ὅλοι πήγαιναν στὴν ἐκκλησία, οἰκογενειακῶς· στὸ σπίτι δὲν ἔμενε κανείς. Ἀπευθύνομαι λοιπὸν τώρα ἰδιαιτέρως σὲ ὅσους σᾶς ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ εἶστε γονεῖς, καὶ ἐρωτῶ·
Ποῦ εἶνε τὰ παιδιά σας; Ὦ μάνα καὶ πατέρα, ἔχετε μεγάλη εὐθύνη γι᾽ αὐτὰ ἀπέναντι στὸ Θεό! Δυστυχῶς ἐκκλησιάζεσθε μόνο οἱ γονεῖς, τὰ παιδιὰ ἀπουσιάζουν. Ἀλλοῦ πηγαίνετε μαζί· ἂν πρόκειται γιὰ κάποιο θέαμα ἢ συμπόσιο ἢ διασκέδασι ἢ ἐκδρομή, πηγαίνετε οἰκογενειακῶς. Στὴν ἐκκλησία; Ἐλάχιστα παιδιά. Ποιός φταίει; Φταῖμε κ᾽ ἐμεῖς οἱ κληρικοί, φταῖνε καὶ οἱ ἐκπαιδευτικοί, φταίει καὶ τὸ ῥαδιόφωνο καὶ ἡ τηλεόρασι καὶ πολλὰ ἄλλα. Ἀλλὰ πρὸ παντὸς φταῖτε σεῖς οἱ γονεῖς, ποὺ δὲν διδάξατε τὰ παιδιά σας ὅτι ὁ ἐκκλησιασμός, ἰδίως τῶν ἡμερῶν αὐτῶν, ἔχει ἕνα μεγαλεῖο ἀπερίγραπτο.
Δὲν ἔχει ἀνάγκη ὁ Χριστὸς ἀπὸ μᾶς· ἐμεῖς ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ τὸ Χριστό. Ἀλλοίμονο! παιδιὰ ποὺ δὲν πατοῦν τὶς ἅγιες αὐτὲς ἡμέρες στὴν ἐκκλησία, ὅταν μεγαλώσουν θὰ γίνουν «γεννήματα ἐχιδνῶν» (Λουκ. 3,7), φίδια. Καὶ οἱ πρῶτοι ποὺ θὰ πληγωθοῦν ἀπ᾽ αὐτὰ καὶ θὰ κλάψουν, θὰ εἶνε οἱ γονεῖς. Διότι νέος χωρὶς Θεὸ εἶνε ἕνας ὑποψήφιος ἐγκληματίας.
Μὴν πηγαίνετε λοιπὸν στὴν ἐκκλησία μόνοι· παίρνετε μαζί σας καὶ τὰ παιδιά. Καὶ νὰ εἶστε βέβαιοι· ὅταν μιὰ μέρα φύγετε ἀπ᾽ τὸν κόσμο αὐτό, πολλὰ πράγματα θὰ ξεχάσουν τὰ παιδιά, δὲν θὰ ξεχάσουν ὅμως, ὅτι τέτοιες ἅγιες μέρες ἡ μάνα κι ὁ πατέρας τά ᾽παιρναν καὶ πήγαιναν μαζὶ στὴν ἐκκλησιὰ καὶ ἄκουγαν τὸν ὕμνο· «Τὰ πάθη τὰ σεπτὰ ἡ παροῦσα ἡμέρα ὡς φῶτα σωστικὰ ἀνατέλλει τῷ κόσμῳ…».
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης 15-4-1984 βράδυ)