Γιατί πιστεύουμε στην μεταβολή.
Στο δεύτερο άρθρο που θα ακολουθήσει,
Ο καθηγητής Χρήστος Ανδρούτσος, αναφέρει στην δογματική του· «…η μεν ευχαριστία δια την πραγματικήν παρουσίαν υπελήφθη ως συνέχεια άμα και επέκτασις του μυστηρίου της ενανθρωπήσεως, αποτελούσα μετά του δόγματος της αγίας Τριάδας και του της ενσαρκώσεως το ύψιστον και αγιώτατον της Χριστιανικής θρησκείας μυστήριον» (Δογματική της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας, σελ. 346).
Οι ετεροδοξούντες Δοκήτες, δεν πίστευαν ότι η Ευχαριστία είναι η αναστημένη Σάρκα του Κυρίου διότι δεν πίστευαν στην ενανθρώπησή Του. Ο καθηγητής πατρολογίας Στ. Παπαδόπουλος αναφέρει σχετικά· «…στη θεολογία του ευχαριστιακού ρεαλισμού φθάνει ο Ιγνάτιος, αντιμετωπίζοντας τις δοκητικές αντιλήψεις, που είχαν εισχωρήσει σε κύκλους εκκλησιαστικούς και που σύμφωνα με τις οποίες ο Χριστός έπαθε φαινομενικά μόνο. Η πραγματικότης του πάθους και της αναστάσεως του Κυρίου είναι απαραίτητη προϋπόθεση της πραγματικής παρουσίας αυτού στην Ευχαριστία». (Α' τόμος πατρολογίας Στ. Παπαδόπουλου, σελ. 175).
Τα ίδια αναφέρει στην Δογματική του και ο Ανδρούτσος· «Προς τους Δοκήτας αρνουμένους μετά της σωματικής φύσεως του Κυρίου και την Ευχαριστίαν οι Πατέρες παρατηρούσιν ότι η Ευχαριστία είναι η σάρξ η εκ Μαρίας συλληφθείσα…» (Δογματική της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας, σελ. 350)
Κατά τον ιερό Χρυσόστομο, τον μεγαλύτερο ερμηνευτή της αρχαίας Εκκλησίας, ο Χριστός μας τρέφει με το ίδιο Του το Σώμα για να μας πείσει ότι έλαβε την δική μας σάρκα.
Αλλά και κατά τον μεγάλο νηπτικό μας Πατέρα, άγιο Γρηγόριο Νύσσης, πιστεύουμε ότι ο άρτος μεταποιείτε σε Σώμα Χριστού επειδή ενανθρώπησε ο Λόγος. «Καλώς ουν και νυν τον τω λόγω θεού αγιαζόμενον άρτον εις σώμα του Θεού Λόγου μεταποιείσθαι πιστεύομεν. Και γαρ εκείνο το σώμα άρτος τη δυνάμει ην, ηγιάσθη δε τη επισκηνώσει του λόγου σκηνώσαντος εν τη σαρκί. Ουκούν όθεν ο εν εκείνω τω σώματι μεταποιηθείς άρτος εις θεία μετάστη δύναμιν, δια του αυτού και νυν το ίσον γίνεται» (37ο κατηχητικός λόγος).
Ο ιερός Χρυσόστομος ερμηνεύει: «Επεί ουν ο λόγος φησί, «τούτο εστί το σώμα μου», και πειθώμεθα και πιστεύωμεν, και νοητοίς αυτό βλέπωμεν οφθαλμοίς. Ουδέν γαρ αισθητόν παρέδωκεν ημίν ο Χριστός· αλλ’ εν αισθητοίς μεν πράγμασι, πάντα δε νοητά». Δηλαδή, «Όταν λοιπόν λέγει «τούτο εστιν το σωμά μου’’ (Ματθαίος, κστ 26), ας πειθώμεθα και ας πιστεύωμεν και ας το βλέπομεν με τους νοητούς οφθαλμούς μας. Διότι τίποτε το αισθητόν δεν μας παρέδωκεν ο Χριστός, αλλά με αισθητά μεν πράγματα, όλα όμως νοητά». Και στην συνέχεια αναφέρει: «Πόσοι νυν λέγουσι, εβουλόμην αυτού την μορφήν ιδείν, τον τύπον, τα ιμάτια, τα υποδήματα. Ιδού αυτόν οράς, αυτού άπτη, αυτόν εσθίεις. Και συ μεν ιμάτια επιθυμείς ιδείν, αυτός δε εαυτόν σοι δίδωσιν, ουκ ιδείν μόνον, αλλά και άψασθαι, και φαγείν, και λαβείν ένδον», που σημαίνει: «Πόσοι τώρα λέγουν· «ήθελα να ιδώ την μορφήν Του, τα χαρακτηριστικά Του, τα ενδύματα, τα υποδήματα! Να, τον βλέπεις, τον εγγίζεις, τον τρώγεις. Και συ μεν επιθυμείς να ιδείς ενδύματα, ενώ αυτός σου δίδει τον εαυτό Του, όχι μόνον να τον ιδής, αλλά και να τον πιάσεις και να τον φάγης και να τον πάρης μέσα σου». (Χρυσόστομος, ΠΒ ομιλία εις τον Ματθαίον, ΕΠΕ 12).
«Ταύτα εισίν αυτό το σώμα και αυτό το αίμα. Ώσπερ γαρ υπερφυώς εθέωσε την προσληφθείσα σάρκα• ούτως απορρήτως μεταποιεί και ταύτα εις αυτό το ζωοποιών αυτού σώμα και εις το τίμιον αυτού αίμα» (Ζηγαβηνός-Υπόμνημα Εις το Κατά Ματθαίον, Π.Τρεμπέλα, σελ. 461- 462).
Σε αυτό το πρώτο άρθρο θα επιχειρήσουμε να δώσουμε μια σύντομη απάντηση σχετικά με την πίστη μας στην μεταβολή του άρτου και του οίνου σε πραγματικό Σώμα και Αίμα Χριστού, μέσα από την Αγία Γραφή και την Πατερική μαρτυρία.
Όπως γράφει ο Ν. Σκρέττας· «Αυτής της Εκκλησίας είναι ανενδοίαστη διαχρονικά η πίστη ότι τα καθαγιασμένα δώρα, κατά την άκτιστη ενέργεια της Αγίας Τριάδος, είναι αυτό το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου, στα οποία μετέχουν οι πιστοί με τη Θεία μετάληψη. Αυτή δε η μετουσία και η ένωση δεν είναι ούτε νοερή, ούτε εγκεφαλική, ούτε φανταστική, ούτε ενοραματική, ούτε μία οποιαδήποτε, δια των δυνατοτήτων του νου, μυστηριώδης θέαση του Χριστού, αλλά οντολογική και
υπαρξιακή, σωματοειδής και πνευματική, περιγραπτή και απερίγραπτη, πραγματική πάντως ένωση και σύγκραση με το σχηματόγραπτον Σώμα και Αίμα του Χριστού» («Η Θεία Ευχαριστία και τα προνόμια της Κυριακής», σελ. 68). Όπως γράφει ο Ν. Σκρέττας· «Αυτής της Εκκλησίας είναι ανενδοίαστη διαχρονικά η πίστη ότι τα καθαγιασμένα δώρα, κατά την άκτιστη ενέργεια της Αγίας Τριάδος, είναι αυτό το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου, στα οποία μετέχουν οι πιστοί με τη Θεία μετάληψη. Αυτή δε η μετουσία και η ένωση δεν είναι ούτε νοερή, ούτε εγκεφαλική, ούτε φανταστική, ούτε ενοραματική, ούτε μία οποιαδήποτε, δια των δυνατοτήτων του νου, μυστηριώδης θέαση του Χριστού, αλλά οντολογική και
Στο δεύτερο άρθρο που θα ακολουθήσει,
θα εξηγήσουμε γιατί χρησιμοποιείτε ο όρος «αντίτυπα» στα Πατερικά κείμενα περί των τιμίων δώρων, ο οποίος δεν έχει καμία σχέση με δήθεν σύμβολα, όπως επίσης γιατί λέγεται το Σώμα και το Αίμα του Χριστού «πνευματικό».
Η πίστη στην μεταβολή των τιμίων δώρων σε αληθινό Σώμα και Αίμα Χριστού στηρίζεται στην ενανθρώπηση του Λόγου. Ο Λόγος του Θεού έγινε πραγματικά άνθρωπος για την σωτηρία μας. Με το σώμα Του έπαθε, με το Σώμα Του πέθανε, και με τον ένδοξο Σώμα της Αναστάσεως (το οποίο και κοινωνούμε) εγέρθηκε εκ νεκρών. Η σωτηρία μας, εν ολίγοις, οφείλεται στην ενανθρώπηση του Λόγου. «Επειδή λοιπόν τα παιδία εμέθεξαν από σαρκός και αίματος, και αυτός παρομοίως μετέλαβεν από των αυτών, διά να καταργήση διά του θανάτου τον έχοντα το κράτος του θανάτου, τουτέστι τον διάβολον, και ελευθερώση εκείνους, όσοι διά τον φόβον του θανάτου ήσαν διά παντός του βίου υποκείμενοι εις την δουλείαν» (Εβραίους, β 14-15).
Ο καθηγητής Χρήστος Ανδρούτσος, αναφέρει στην δογματική του· «…η μεν ευχαριστία δια την πραγματικήν παρουσίαν υπελήφθη ως συνέχεια άμα και επέκτασις του μυστηρίου της ενανθρωπήσεως, αποτελούσα μετά του δόγματος της αγίας Τριάδας και του της ενσαρκώσεως το ύψιστον και αγιώτατον της Χριστιανικής θρησκείας μυστήριον» (Δογματική της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας, σελ. 346).
Έτσι, ο άγιος Ιγνάτιος, του οποίου η θεολογία «φέρει τη σφραγίδα του μεγάλου έργου, είναι γνήσια κι έγινε φρόνημα, ήθος και Παράδοση της Εκκλησίας’’ (Α’ τόμος Πατρολογίας Παπαδόπουλου, σελ. 174), αντιμετωπίζοντας τους Γνωστικούς Δοκήτες οι οποίοι δεν δέχονταν ότι ο Ιησούς έλαβε πραγματικά σώμα, γράφει· «Καταμάθατε τους ετεροδοξούντας εις την χάρην Ιησού Χριστού την εις ημάς ελθούσα, πως ενάντιοι εισί τη γνώμη του Θεού. Περί αγάπης ου μέλει αυτοίς, ου περί χήρας, ου περί ορφανού, ου περί θλιβομένου, ου περί δεδεμένου ή λελυμένου, ου περί πεινώντος ή διψώντος. Ευχαριστίας και προσευχής απέχονται δια το μη ομολογείν, την ευχαριστίαν σάρκα είναι του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, την υπέρ ημών παθούσα, ην τη χρηστότητι ο Πατήρ ήγειρε…» (Αποστολικοί Πατέρες άπαντα τα έργα, τόμος 4ος, προς Σμυρναίους, VI- VII).
Οι ετεροδοξούντες Δοκήτες, δεν πίστευαν ότι η Ευχαριστία είναι η αναστημένη Σάρκα του Κυρίου διότι δεν πίστευαν στην ενανθρώπησή Του. Ο καθηγητής πατρολογίας Στ. Παπαδόπουλος αναφέρει σχετικά· «…στη θεολογία του ευχαριστιακού ρεαλισμού φθάνει ο Ιγνάτιος, αντιμετωπίζοντας τις δοκητικές αντιλήψεις, που είχαν εισχωρήσει σε κύκλους εκκλησιαστικούς και που σύμφωνα με τις οποίες ο Χριστός έπαθε φαινομενικά μόνο. Η πραγματικότης του πάθους και της αναστάσεως του Κυρίου είναι απαραίτητη προϋπόθεση της πραγματικής παρουσίας αυτού στην Ευχαριστία». (Α' τόμος πατρολογίας Στ. Παπαδόπουλου, σελ. 175).
Τα ίδια αναφέρει στην Δογματική του και ο Ανδρούτσος· «Προς τους Δοκήτας αρνουμένους μετά της σωματικής φύσεως του Κυρίου και την Ευχαριστίαν οι Πατέρες παρατηρούσιν ότι η Ευχαριστία είναι η σάρξ η εκ Μαρίας συλληφθείσα…» (Δογματική της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας, σελ. 350)
Ο άγιος Ειρηναίος της Λυών, στηρίζει επίσης την μεταβολή στην ενανθρώπηση του Λόγου, χάρη στην οποία υπάρχει Ανάσταση σωματική. Ο μεγάλος αυτός Πατέρας της Εκκλησίας, ο οποίος αποτελεί έναν από τους «γνησιώτερους και σημαντικώτερους θεολογικούς σταθμούς στην πορεία της Παραδόσεως των δύο πρώτων μεταποστολικών αιώνων», κατά τον Στ. Παπαδόπουλο
(Ά τόμος πατρολογίας, σελ. 294), γράφει: «…και προσλαμβανόμενα τον λόγον του Θεού, ευχαριστία γίνεται, όπερ εστί το σώμα και αίμα του Χριστού• ούτω και τα ημέτερα σώματα εξ αυτής τρεφόμενα, και τεθέμενα εις την γην, και διαλυθέντα εν αυτή, αναστήσεται εν τω ιδίω καιρώ, του Λόγου του Θεού την έγερσιν αυτοίς χαριζομένου εις δόξαν Θεού και Πατρός» (ΒΕΠΕΣ 5, σελ.161).
Όπως σχολιάζει ο Παπαδόπουλος για την θεολογία του αγίου Ειρηναίου, «Ο ρεαλισμός του Ειρηναίου εκτείνεται σε όλα τα θέματα που αφορούν την σωτηρία, ακριβώς διότι βασίζεται στο πρόσωπο του Χριστού. Έτσι πχ, η Θεία Ευχαριστία συνιστά γεγονός απόλυτα ρεαλιστικό, γι’ αυτό και καθιστά δυνατή την ανάσταση των νεκρών. Διότι δηλαδή γίνεται πραγματική μεταβολή του άρτου και του οίνου σε σώμα και αίμα Χριστού κατά την Ευχαριστία και διότι ο άνθρωπος κοινωνεί και μετέχει του πραγματικού Χριστού, είναι αληθινή η ανάσταση των νεκρών»
(Α’ τόμος πατρολογίας Στ. Παπαδόπουλου, σελ. 298- 299).
Αλλά και ο άγιος Ιουστίνος ο Μάρτυρας ομολογεί ότι η Θεία Ευχαριστία είναι πραγματικά το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, στηριζόμενος και αυτός στην ενανθρώπηση. «Ον τρόπον δια λόγου Θεού σαρκοποιηθείς Ιησούς Χριστός, ο σωτήρ ημών και σάρκα και αίμα υπέρ σωτηρίας ημών έσχεν, ούτως και την δι’ ευχής λόγου του παρ’ αυτού ευχαριστηθείσαν τροφήν, εξ ης αίμα και σάρκες κατά μεταβολήν τρέφονται ημών, εκείνου του σαρκοποιηθέντος Ιησού και σάρκα και αίμα εδιδάχθημεν είναι [Α' Απολογία, 66]».
Κατά τον ιερό Χρυσόστομο, τον μεγαλύτερο ερμηνευτή της αρχαίας Εκκλησίας, ο Χριστός μας τρέφει με το ίδιο Του το Σώμα για να μας πείσει ότι έλαβε την δική μας σάρκα.
«Ενί εκάστω των πιστών αναμίγνυσιν εαυτόν δια των μυστηρίων, και ους εγέννησεν, εκτρέφει δι’ εαυτού, και ουκ άλλω εκδίδωσι, και τούτω σε πείθων, ότι σάρκα έλαβε την σην». Και συνεχίζει· «Ουκ εστί ανθρωπίνης δυνάμεως έργα τα προκείμενα. Ο τότε ταύτα ποιήσας εν εκείνω τω δείπνω, ούτος και νυν αυτά εργάζεται, Ημείς υπηρετών τάξιν επέχομεν, ο δε αγιάζων αυτά και μετασκευάζων, αυτός». Δηλαδή, «Δεν είναι έργα ανθρωπίνης δυνάμεως όσα προτίθενται. Εκείνος ο οποίος έκαμε αυτά τότε εις εκείνο το Δείπνον, αυτός τελεί και τώρα τα μυστήρια αυτά. Εμείς επέχομεν θέσιν υπηρετών, ενώ εκείνος που τα αγιάζει και τα μεταβάλλει είναι Αυτός» (Ομιλία πβ στο κατά Ματθαίον ευαγγέλιο, αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου, ΕΠΕ 12).
Το χωρίο του ευαγγελιστή Ιωάννη «η γαρ σάρξ μου αληθής εστί βρώσις και το αίμα μου αληθής εστί πόσις», ερμηνεύεται από τον Χρυσόστομο ως εξής:
«πιστώσασθαι αυτούς περί των ειρημένων, ώστε μη νομίζειν αίνιγμα είναι το ειρημένον και παραβολήν, αλλ’ ειδέναι ότι πάντως δει φαγείν το σώμα».
Μετάφραση: «θέλει να τους κάμει να πιστεύσουν εις τα λόγια του, ώστε να μη νομίζουν ότι αυτά είναι αίνιγμα και παραβολή, αλλ’ ότι πρέπει να ξεύρουν, ότι θα φάγουν το σώμα του οπωσδήποτε» (Έργα Χρυσοστόμου, ΕΠΕ 13 Α, Ομιλία ΜΖ).
Αλλά και κατά τον μεγάλο νηπτικό μας Πατέρα, άγιο Γρηγόριο Νύσσης, πιστεύουμε ότι ο άρτος μεταποιείτε σε Σώμα Χριστού επειδή ενανθρώπησε ο Λόγος. «Καλώς ουν και νυν τον τω λόγω θεού αγιαζόμενον άρτον εις σώμα του Θεού Λόγου μεταποιείσθαι πιστεύομεν. Και γαρ εκείνο το σώμα άρτος τη δυνάμει ην, ηγιάσθη δε τη επισκηνώσει του λόγου σκηνώσαντος εν τη σαρκί. Ουκούν όθεν ο εν εκείνω τω σώματι μεταποιηθείς άρτος εις θεία μετάστη δύναμιν, δια του αυτού και νυν το ίσον γίνεται» (37ο κατηχητικός λόγος).
Η φράση του Κυρίου Ιησού Χριστού, όταν παρέδιδε το Μυστήριο στους αποστόλους, «λαβετε φαγετε τουτο εστιν το σωμα μου» και « τούτο γαρ εστιν το αίμα μου» (Ματθαίος, κη 26-28), κατανοείται από την αρχαία Εκκλησία ακριβώς όπως ειπώθηκε από τον Κύριο. «Αυτό είναι το Σώμα μου, αυτό είναι το Αίμα μου». Δεν είπε ότι είναι σύμβολα, ούτε είπε ότι είναι ‘’δια της πίστεως’’, αλλά είναι πραγματικά το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου. Όταν λέμε ότι κάτι είναι, σημαίνει ότι είναι πραγματικά.
Ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, «μια από τας μεγάλας μορφάς της αρχαίας Εκκλησίας, των οποίων η επίδρασις εις τον εκκλησιαστικόν βίον και την χριστιανικήν διδασκαλίαν υπήρξε αποφασιστική», κατά τον καθηγητή πατρολογίας Π. Χρήστου (Δ’ τόμος πατρολογίας, σελ. 339), γράφει: «Δεικτικώς είπε, τούτο μου εστί το σώμα και τούτο μου εστί το αίμα, ίνα μη νομίσεις τύπον είναι τα φαινόμενα, αλλά δια τινός αρρήτου του πάντα ισχύοντος Θεού μεταποιείσθαι εις σώμα και αίμα Χριστού κατά το αληθές τα παρενηνεγμένα» (Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας-Υπόμνημα Εις το Κατά Ματθαίον, Π Τρεμπέλα, σελ. 461- 462).
Ο ιερός Χρυσόστομος ερμηνεύει: «Επεί ουν ο λόγος φησί, «τούτο εστί το σώμα μου», και πειθώμεθα και πιστεύωμεν, και νοητοίς αυτό βλέπωμεν οφθαλμοίς. Ουδέν γαρ αισθητόν παρέδωκεν ημίν ο Χριστός· αλλ’ εν αισθητοίς μεν πράγμασι, πάντα δε νοητά». Δηλαδή, «Όταν λοιπόν λέγει «τούτο εστιν το σωμά μου’’ (Ματθαίος, κστ 26), ας πειθώμεθα και ας πιστεύωμεν και ας το βλέπομεν με τους νοητούς οφθαλμούς μας. Διότι τίποτε το αισθητόν δεν μας παρέδωκεν ο Χριστός, αλλά με αισθητά μεν πράγματα, όλα όμως νοητά». Και στην συνέχεια αναφέρει: «Πόσοι νυν λέγουσι, εβουλόμην αυτού την μορφήν ιδείν, τον τύπον, τα ιμάτια, τα υποδήματα. Ιδού αυτόν οράς, αυτού άπτη, αυτόν εσθίεις. Και συ μεν ιμάτια επιθυμείς ιδείν, αυτός δε εαυτόν σοι δίδωσιν, ουκ ιδείν μόνον, αλλά και άψασθαι, και φαγείν, και λαβείν ένδον», που σημαίνει: «Πόσοι τώρα λέγουν· «ήθελα να ιδώ την μορφήν Του, τα χαρακτηριστικά Του, τα ενδύματα, τα υποδήματα! Να, τον βλέπεις, τον εγγίζεις, τον τρώγεις. Και συ μεν επιθυμείς να ιδείς ενδύματα, ενώ αυτός σου δίδει τον εαυτό Του, όχι μόνον να τον ιδής, αλλά και να τον πιάσεις και να τον φάγης και να τον πάρης μέσα σου». (Χρυσόστομος, ΠΒ ομιλία εις τον Ματθαίον, ΕΠΕ 12).
Ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων, που κατά τον καθηγητή Π. Χρήστου είναι «ο πλέον διακεκριμένος επίσκοπος Ιεροσολύμων κατ’ αυτήν την περίοδον, τα δε συγγράμματα του τον τοποθετούν εις την πρώτην σειράν των οικουμενικών διδασκάλων» (Δ’ τόμος της πατρολογίας, σελ. 480), σχολιάζει το χωρίο ως εξής: «Αυτού αποφηναμένου και ειπόντος περί του άρτου· Τούτο μου εστί το σώμα, τις τολμήσει αμφιβάλλειν λοιπόν; Και αυτού βεβαιωσαμένου και ειρηκότος· Τούτο μου εστί το αίμα, τις ενδοιάσει ποτέ λέγων μη είναι αυτού το αίμα;» (Άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων, Δ’ Μυσταγωγική Κατήχηση, PG 33, 1097).
Τέλος, ο Θεοφύλακτος Βουλγαρίας και ο Ζηγαβηνός, αναφέρουν: «Ου γαρ είπε, τούτο εστίν αντίτυπον, αλλά τούτο εστί το σώμα μου• αρρήτω γαρ ενεργεία μεταποιείται, καν φαίνηται ημιν άρτος. Επεί γαρ ασθενείς έσμεν και ουκ αν εδεξάμεθα κρέας εσθίειν ωμόν και ανθρώπου σάρκα, δια τούτο άρτος μεν ημίν φαίνεται, σάρξ δε τω όντι εστί» (Θεοφύλακτος Βουλγαρίας-Υπόμνημα Εις το Κατά Ματθαίον, Π Τρεμπέλα, σελ. 461- 462).
«Ταύτα εισίν αυτό το σώμα και αυτό το αίμα. Ώσπερ γαρ υπερφυώς εθέωσε την προσληφθείσα σάρκα• ούτως απορρήτως μεταποιεί και ταύτα εις αυτό το ζωοποιών αυτού σώμα και εις το τίμιον αυτού αίμα» (Ζηγαβηνός-Υπόμνημα Εις το Κατά Ματθαίον, Π.Τρεμπέλα, σελ. 461- 462).