«Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία» (Λουκ. 10,41-42)
Σήμερα, ἑορτὴ τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, θὰ ἑρμηνεύσουμε ἕνα λόγο ποὺ ἀκούσαμε στὴν ἐκκλησία. Εἶνε ἕνας ἔλεγχος ὅλων μας· «Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία» (Λουκ. 10,41-42).
Δὲν εἶνε λόγια ἀνθρώπου· εἶνε λόγια θεϊκά, λόγια τοῦ
Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τὰ εἶπε σ᾿ ἕνα χωριὸ καὶ τ᾽ ἄκουσαν λίγοι. Ἐν τούτοις, ἐνῷ πέρασαν τόσοι αἰῶνες, ἡ ἀξία τους μένει. Ὁ ἴδιος εἶπε· «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθ σι» (Ματθ. 24,35) . Ἂς ἐμβαθύνουμε στὸ νόημά τους.
Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τὰ εἶπε σ᾿ ἕνα χωριὸ καὶ τ᾽ ἄκουσαν λίγοι. Ἐν τούτοις, ἐνῷ πέρασαν τόσοι αἰῶνες, ἡ ἀξία τους μένει. Ὁ ἴδιος εἶπε· «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθ σι» (Ματθ. 24,35) . Ἂς ἐμβαθύνουμε στὸ νόημά τους.
Ἔξω ἀπὸ τὰ Ἰεροσόλυμα ἦταν ἕνα μικρὸπροάστιο, ἡ Βηθανία. Ἐκεῖ ζοῦσε ὁ Λάζαρος ὁ φίλος τοῦ Χριστοῦ μὲ τὶς δύο ἀδελφές του Μαρία καὶ Μάρθα . Ἐκεῖ ἔρχεται ὁ Κύριος. Ἂν εἶνε τιμὴ γιὰ ἕνα φτωχὸ σπίτι νὰ τὸ ἐπισκέπτεται ἕνας μεγάλος ἄνθρωπος, τί τιμὴ καὶ τί εὐλογία εἶνε νὰ τὸ ἐπισκέπτεται ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων καὶ Κύριος τῶν κυριευόντων! Σπίτι, ποὺ φιλοξενεῖ τὸ Χριστό, εἶνε εὐτυχισμένο· σπίτι χωρὶς τὸ Χριστό, εἶνε δυστυχισμένο. Καλύβα ποὺ ἔχει Χριστό, εἶνε παράδεισος· παλάτι χωρὶς Χριστό, εἶνε κόλασι. Σ᾿ αὐτὸ λοιπὸν τὸ φτωχικὸ καταδέχεται καὶ πηγαίνει ὁ Κύριος. Τί χαρά, τί ἀκτινοβόλα πρόσωπα ἀντίκρυσε ἐκεῖ! Ἀλλὰ τί βλέπω;
Οἱ δύο ἀδελφὲς χωρίζουν, διαφέρουν στὶς ἐκδηλώσεις. Καὶ οἱ δυὸ τὸν ἀγαποῦν , μὰ τὸ δείχνουνμὲ διαφορετικὸ τρόπο. Ἡ Μάρθα, μόλις φίλησε τὸ χέρι του, τρέχει στὸ μαγειρεῖο κ᾽ ἑτοιμάζεται νὰ παραθέσῃ πλούσιο τραπέζι· νόμιζε ὅτι ἔτσιθὰ τὸν εὐχαριστήσῃ. Ἡ Μαρία, πολὺ διαφορετική , μόλις εἶδε τὸ Χριστό, πῆρε ἕνα σκαμνί,κάθισε κοντά του καὶ τὸν ἄκουγε μὲ κατάνυξι σὰν πιστὴ κι ἀφωσιωμένη μαθήτρια, ὅπως τὸ ῥόδο ἀνοίγει τὰ πέταλά του στὴν πρωινὴ δροσιά.
Ἱερὰ ἦταν ἡ ἀτμόσφαιρα. Ἀλλὰ σὲ μιὰ στιγμὴ ἡ διδασκαλία διακόπτεται. Ἐκεῖ ποὺ δίδασκε ὁ Χριστὸς εἰσβάλλει ἀπότομα ἡ Μάρθα κάπως θυμωμένη. –Κύριε, λέει, ἔμεινα μόνη στὸ μαγειρεῖο καὶ πνίγομαι ἀπὸ δουλειά· στεῖλε τὴ Μαρία νὰ μὲ βοηθήσῃ. Καὶ τότε ὁ Χριστὸς ἀναγκάζεται νὰ τῆς πῇ· – «Μάρθα Μάρθα, με- ριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία». Πόσο ἀπατᾶσαι! Ἐγὼ δὲν ἦρθα ἐδῶ νὰ φάω νὰ πιῶ καὶ νὰ καλοπεράσω· ἦρθα νὰ φέρω τὸ λόγο καὶ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Ἐκτιμῶ τὴν ἀγάπη καὶ τὴ φροντίδα σου· ἀλλὰ παραπάνω ἀπ᾿ ὅλα αὐτά, ἀνώτερο κι ἀναγκαιότερο εἶνε ἕνα· ἡ ἀκρόασις τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ , αὐτὸ ποὺ κάνει ἡ Μαρία. Αὐτὸ ἔπρεπε νὰ κάνῃς κ᾽ ἐσύ.
⃝ «Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά…». Τὰ λόγια αὐτά, ποὺ εἶπε ὁ Κύριος στὴ Μάρθα, ἀπευθύνονται, ἀγαπητοί μου, καὶ σ᾽ ἐμᾶς. Διότι καὶ ἡ γενεά μας εἶνε Μάρθα. Καὶ μακάρι νὰ ἦταν Μάρθα. Ἐκείνη ἐπὶ τέλους φρόντιζε γιὰ τὴν ὑπηρεσία τοῦ Χριστοῦ· ἡ γενεά μας εἶνε γεμάτη ἀπὸ ὑλικὲς φροντίδες καὶ κοσμικὲς μέριμνες. Ἔχει ἀπορροφηθῆ ἀπὸ χίλια - δυὸ μικρὰ πράγματα. Εἶνε γενεὰ τῆς ἀγορᾶς, τοῦ ἐμπορίου, τοῦ δοῦναι - λαβεῖν, τοῦ χρήματος, τοῦ μαμωνᾶ. Ὅταν σὲ κάποιον πῇς «ἔλα στὴν ἐκκλησία, ἄκου ἕνα κήρυγμα, ἄνοιξε Εὐαγγέλιο»,σοῦ λέει· Δὲν εὐκαιρῶ. Τὰ λεφτὰ καὶ ἡ δουλειὰ εἶναι γι᾽ αὐτοὺς τὸ πᾶν. Ἂν μποροῦσαν θ᾽ ἄνοιγαν τὸ κατάστημά τους καὶ Μεγάλη Παρασκευή.
Λέγοντας αὐτὰ μὴν παρεξηγηθοῦμε· δὲν καταδικάζουμε τὴν ἐργασία. Ὄχι. Ὁ Χριστὸς δὲν εἶπε, Σταύρωσε τὰ χέρια καὶ περίμενε νὰ βρέξῃ ὁ οὐρανὸς καρβέλια. Τὸ Εὐαγγέλιο λέει«ἐργάζεσθε» (βλ. Ματθ. 21,28· 25,16. Λουκ. 13,14. Ἰω. 5,17· 6,27· 9,4. Α΄ Κορ. 4,12. Γαλ. 6,10. Ἐφ. 4,28. Α΄ Θεσ. 2,9· 4,11. Β΄Θεσ. 3,8-12). Ἀλλὰ λέει καὶ κάτι ἄλλο· ὅτι ἡ ἐργασίαδὲν εἶνε σκοπός, εἶνε μέσο, κι ἀλλοίμονο σ᾽ἐκείνους ποὺ τὸ μέσο τὸ κάνουν σκοπό.Τὸ Εὐαγγέλιο λέει καὶ τοῦτο· ὅτι ἀπ᾿ ὅλες τὶς ἐργασίες ἀνώτερη εἶνε ἡ ἐργασία ἡ ἐσωτερική, ἡ ἐργασία τοῦ πνεύματος, ἡ καλλιέργεια οῦ ἔσω ἀνθρώπου, ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς. Σ᾽αὐτοὺς λοιπὸν ποὺ δὲν ἐννοοῦν νὰ διαθέσουν οὔτε λίγο χρόνο γι᾽ αὐτὴ τὴ δουλειά, τὸ εὐαγγέλιο σήμερα λέει· «Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία».
⃝ Ἀλλὰ ὁ ἔλεγχος αὐτὸς τοῦ Χριστοῦ ἀπευθύ- νεται καὶ σὲ ἄλλους. Ποιοί εἶν᾽ αὐτοί; Εἶνε ὅσοι θέλουν καλοπέρασι. Ἂν τοὺς ρωτήσῃς τί εἶνε γιὰ σᾶς ἡ ζωή, σοῦ λένε· Ζωὴ ἴσον ἀπόλαυσις.
Εἶνε ὀπαδοὶ ἑνὸς ἀρχαίου ὑλιστοῦ φιλοσόφου. Εἶνε παιδιὰ ὄχι τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Παναγιᾶς, δὲν τοὺς γέννησε τὸ Εὐαγγέλιο· εἶνε τέκνα ἄλλης σπορᾶς. Σοῦ λένε·«Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν»(Ἠσ. 22,13 = Α´ Κορ. 15,32). Ἔχουν τεντωμένα αὐτιὰ καὶ στηλωμένα μάτιαψάχνοντας γιὰ εὐχαριστήσεις. Θέλουν νὰ πιοῦν ὄχι σταγόνες ἀλλὰ ὅλη τὴν ἡδονὴ ἂν γινόταν ,νὰ τὴν ἀπολαύσουν μὲ ὅλες τὶς αἰσθήσεις. Ποῦ γλέντι, διασκέδασι, θέαμα, ταξίδι, μπάνια…; ἐκεῖ ὁ νοῦς τους. Ἡ κυρία στὸν καθρέφτη, στὶς βιτρίνες, στὶς μοδίστρες, σὲ ἐκδρομές, σὲ βόλτεςστὴν Εὐρώπη. «Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία» .Πρὸς ὅλους αὐτοὺς κι ὅλες αὐτὲς στρέφε-ται ὁ ἔλεγχος τοῦ εὐαγγελίου. Διότι λησμονοῦν μερικὰ πράγματα τόσο ἀληθινά . Λησμονοῦν, ὅτι τὸ κορμὶ αὐτό, γιὰ τὸ ὁποῖο κάνουντόσα, εἶνε ἄνθος ποὺ μαραίνεται, λουλούδι ἐφήμερο. Μιὰ μέρα, ὅταν πλέον θά ᾽νε μέσα σὲ μιὰ κάσσα, θ᾽ ἀκουστῇ καὶ γι᾽ αὐτοὺς μέσα στὸ ναό· «Πάντα ματαιότης τὰ ἀνθρώπινα…» (Νεκρ. ἀκολ.), «ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης»(Ἐκκλ. 1,2· 12,8). Λησμονοῦν ἀκόμη, ὅτι ὁ ἄνθρω-πος δὲν εἶνε μόνο σῶμα, αὐτὰ τὰ 50 - 60 κιλὰ ποὺ ζυγίζει, ἕνας πεπτικὸς σωλήνας ποὺ συνεχῶς γεμίζει καὶ ἀδειάζει, δὲν εἶνε μόνο ὕλη. Μέσα στὸ κορμὶ αὐτὸ κατοικεῖ κάτι ἄυλο, ἡ ἀθάνατη ψυχή . Ὁ ἄνθρωπος τῆς ρεαλιστικῆς ἐποχῆς μας πρέπει νὰ νιώσῃ, ὅτι πέρα ἀπὸ τὶς πέντε αἰσθήσεις, ποὺ ἔχουν καὶ τὰ ζῷα, ὑπάρχει καὶ μιὰ ἄλλη, ἕκτη αἴσθησι, ἡ πίστις, κι ἀλλοίμονο στὸν πολιτισμὸ ποὺ στερεῖται τὴν πίστικαὶ στηρίζεται μόνο στὶς πέντε αἰσθήσεις. Πέ-ρα ἀπὸ τὰ αἰσθητά, ἀπὸ τὸν ὑλικὸ κόσμο, ὑπάρχει ἕνας ἄλλος κόσμος. Ὑπάρχει, ἀδελφοί μου! Ὅσο εἶνε βέβαιο ὅτι ὅτι πατᾶτε στὴ γῆκι ὅτι σήμερα εἶνε 15 Αὐγούστου, ἄλλο τόσο βέβαιο εἶνε ὅτι ὑπάρχει ὁ κόσμος ἐκεῖνος, ὁ ἀόρατος καὶ πνευματικός, κόσμος «ὄμορφος, ἀγγελικὰ πλασμένος», ὅπου ζοῦν τὰ ἄυλα πνεύ-ματα καὶ φτερουγίζουν ἄγγελοι, ὁ κόσμος στὸν ὁποῖον μετετέθη ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος.Αὐτὰ δυστυχῶς τὰ λησμονοῦν ὅλοι αὐτοὶκαὶ μένουν σκυμμένοι σὰν τὰ τετράποδα στὴγῆ καὶ ποτέ δὲν στρέφονται πρὸς τὸν οὐρανό. Πρὸς ὅλους αὐτοὺς ἀπευθύνεται τὸ εὐαγγέλιο καὶ λέει «Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία».
Ἀγαπητοί μου! Ὁ πολιτισμὸς τοῦ αἰῶνος τούτου, ποὺ τόσο θαυμάζεται, ἔχει πόδια ξύλινα, εἶνε ἀτροφικός. Ἔχει κόψει τὰ φτερὰ τοῦ ἀνθρώπου· τὸν ἔκανε σκλάβο τῆς ὕλης καὶ τοῦ συμφέροντος, αἰχμάλωτο τῶν παθῶν καὶ τῶν κακιῶν του, εἵλωτα τῆς ματαιότητος. Καὶ ἐνῷ αὐτὸς πλάστηκε γιὰ τὰ μεγάλα καὶ ὑψηλά, ἔγι- νε ἑρπετὸ καὶ σέρνεται στὸ χῶμα. Μοιάζει σὰν ἕναν ἀετὸ ποὺ τοῦ ἔστησαν καρτέρι καὶ τὸν ἔπιασαν, καὶ τοῦ ἔδεσαν σίδερα στὰ πόδια –εἶδα ἐγὼ ἕναν ἀετὸ σὲ τέτοια κατάστασι–καὶ πάει νὰ πετάξῃ μὰ δὲν μπορεῖ καὶ ταλαιπωρεῖται.Γιατὶ ὁ ἀετὸς δὲν εἶνε κόττα νὰ πατάῃ στὴ γῆ,εἶνε πλασμένος νὰ πετάῃ στὰ γαλανὰ πλάτη, κ᾽εἶνε πολὺ θλιβερὸ νὰ βλέπεις τὸ βασιλιᾶ τῶν πουλιῶν νὰ σπαρταράῃ. Ἄχ, ἂν μποροῦσες νὰ τοῦ κόψῃς τὰ βαρύδια! θὰ πετοῦσε μὲ ὁρμὴπρὸς τοὺς αἰθέρες.
Βαρύδια εἶνε οἱ μέριμνες.Ἂν μπορούσαμε σήμερα, ἅγια ἡμέρα, νὰ κόψουμε αὐτὰ τὰ βαρύδια, θὰ βλέπαμε τὴν ψυχήμας ἐλαφρὰ σὰν τὰ φτερὰ τοῦ ἀετοῦ νὰ πετάῃ μέχρι «τρίτου οὐρανοῦ» ποὺ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Β΄ Κορ. 12,2), νὰ γίνεται ἄγγελος καὶ νὰ ψάλλῃ στὴν ἁγία Τριάδα τὸν αἰώνιο ὕμνο.Σ᾿ αὐτὰ τὰ ὕψη μᾶς καλεῖ ὁ Χριστός, νὰ γίνουμε ὄχι Μάρθες ἀλλὰ σὰν τὴ Μαρία, μὲ τὴνἀγάπη, ἀφοσίωσι, πνευματικότητα, ἁγιότητα.Φαίνονται αὐτὰ θεωρητικά; Θέλετε λοιπὸν κάτι πιὸ πρακτικό; Τότε ἐπιτρέψτε μου νὰ σᾶς ὑποδείξω ἕνα κανόνα . Ἀπὸ τὶς 24 ὧρες ποὺ ἔχει τὸ ἡμερονύκτιο ξεχωρίστε ἕνα τέταρτο τῆς ὥρας γιὰ νὰ κάνετε προσευχὴ καὶ ἕνα τέταρτο γιὰ ν᾿ ἀνοίγετε τὸ Εὐαγγέλιο νὰ τὸ διαβάζετε. Ἀκόμη, ἀπὸ τὶς 168 ὧρες ποὺ ἔχειἡ ἑβδομάδα ἀφιερῶστε μία ὥρα γιὰ νὰ ἐκκλησιασθῆτε τὴν Κυριακή, τόσο διαρκεῖ ἡ θεία Λειτουργία ἀπ᾽ τὸ «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Πατρός…» μέχρι τὸ «Δι᾿ εὐχῶν…» . Καὶ τέλος,ἀπ᾽ ὅλο τὸ χρόνο ποὺ ἔχει 365 μέρες ἀφιερῶ-στε μία μέρα γιὰ λουτρὸ τῆς ψυχῆς, νὰ πᾶτεστὸν πνευματικό σας νὰ ἐξομολογηθῆτε. Τὸ κάνετε; Ἂν δὲν τὸ κάνετε, κλαίω γιὰ σᾶς,κλαῖνε οἱ ἄγγελοι, κλαίει ἡ Παναγιά.
Ὄχι Μάρθες, ἀδελφοί μου, γιὰ νὰ μὴν ἀκού σουμε κ᾽ ἐμεῖς «Μάρθα Μάρθα…» , ἀλλὰ νὰ πῇ ὁ Χριστὸς γιὰ ὅλους μας « Μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν»(Λουκ. 11,28) . Ἀμήν
Απομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Γεωργίου Ἀκαδημίας Πλάτωνος τὴν 15-8-1962. http://aktines.blogspot.gr