Τήν
ἐποχή τῆς Τουρκοκρατίας, ζοῦσε στήν ἐπαρχία Μογλενῶν, δηλ. στήν Ἔδεσσα
τῆς Μακεδονίας, μία κοπέλλα, ἡ Χρυσῆ. Ἦταν θυγατέρα ἑνός πτωχοῦ πού εἶχε
ἄλλες τέσσερες κόρες.
* * *
Ἡ
Χρυσῆ, χρυσῆ στό σῶμα, σάν νέα καί πανέμορφη, ἦταν χρυσῆ καί στήν ψυχή,
ἀφοῦ εἶχε θησαυρό της τήν πίστη στόν Χριστό καί τήν ἁγνότητα.
Ὅμως ἀπό τήν ὀμορφιά της καί τίς ἀρετές της, τήν περίμενε ἕνας μεγάλος πειρασμός.
Μιά
ἡμέρα εἶδε τήν Χρυσῆ ἕνας Τοῦρκος. Καί κυριεύθηκε ἀπό ἔρωτα σατανικό
γιά τήν νέα. Ἐφρόντισε λοιπόν, καί τήν ἀπήγαγε καί τήν μετέφέρε στό
σπίτι του! Ἀπό τήν στιγμή αὐτή ἀρχίζει ὁ Γολγοθᾶς τῆς Χρυσῆς: Ὁ Τοῦρκος
θέλει νά τήν κάνει νά ἀλλαξοπιστήσει, γιά νά τήν πάρει γυναίκα του. Καί
ἐπιχειρεῖ νά τήν πείσει. Μέ κολακεῖες, μέ ὑποσχέσεις καί μέ ταξίματα.
Ἀλλά ἡ ἁπλῆ αὐτή κοπέλλα δέν ἐκάμφθη. Σ' ὅλα ὅσα τῆς ἔλεγε, ἀπαντοῦσε ὡς ἑξῆς:
-Ἐγώ
τόν Χριστό μου πιστεύω καί προσκυνῶ. Καί δέν θά Τόν ἀρνηθῶ ποτέ. Ἔστω
καί ἄν κατακόψετε τό σῶμα μου σέ λεπτά κομμάτια!! Γιατί ὁ Χριστός λέει:
τί θά ὠφεληθῆ ὁ ἄνθρωπος ἐάν κερδίσει τόν κόσμο ὅλο καί ζημιωθῆ τήν ψυχή
του; ἤ τί θά δώσει ὁ ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα γιά τήν ψυχή του; (Μάρκ. 8,
36-37)
* * *
Βλέποντας
τίς προσπάθειές του νά μένουν χωρίς ἀποτέλεσμα, ὁ Τοῦρκος κάλεσε τούς
γονεῖς τῆς ἁγίας καί τίς ἀδελφές της, νά τήν μεταπείσουν! Καί ἐκεῖνοι,
μέ πολλά κλάματα, ἀπό πόνο καί ἀπό φόβο:, τῆς εἶπαν
-Ἀρνήσου τόν Χριστό στά ψέμματα. Γιά νά σωθοῦμε. Καί ἐμεῖς. Καί σύ. Καί ὁ Χριστός, ὡς φιλάνθρωπος, σέ συγχωρεῖ.
Λέει ἡ Χρυσῆ, ἡ ὄντως χρυσῆ στό ὄνομα καί στήν ψυχή:
ΜΕ
ΠΑΡΑΚΙΝΕΙΤΕ ΝΑ ΑΡΝΗΘΩ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ, ΤΟΝ ΑΛΗΘΙΝΟ ΘΕΟ; ΔΕΝ ΕΙΣΘΕ ΠΙΑ ΓΟΝΕΙΣ
ΜΟΥ ΚΑΙ ΑΔΕΛΦΕΣ ΜΟΥ. Καί δέν θέλω πιά νά σᾶς ξέρω σάν συγγενεῖς μου!
Ἔτσι
ἐφαρμόζουν οἱ ἀληθινοί χριστιανοί τά λόγια τοῦ Κυρίου: Ὅποιος ἀγαπᾶ τόν
πατέρα του καί τήν μητέρα του περισσότερο ἀπό ἐμένα, δέν εἶναι ἄξιος
γιά μαθητής μου (Ματθ. 10, 37).
* * *
Ἀπογοητευμένοι
οἱ τοῦρκοι ἄρχισαν τά βασανιστήρια! Καί ἡ ἁγία τά ὑπέμεινε! Πόσο βαθειά
πρέπει νά εἶχαν χαραχτεῖ μέσα της τά λόγια τοῦ Χριστοῦ!
-Ἐκεῖνον
πού θά μέ ὁμολογήσει ἐνώπιον ἀνθρώπων, ἐγώ σέ ἀνταπόδοση θά τόν
ὁμολογήσω μπροστά στόν Πατέρα μου τόν ἐν οὐρανοῖς. Καί ἐκεῖνον πού θά μέ
ἀρνηθῆ, μπροστά στούς ἀνθρώπους, ἐγώ σέ ἀνταπόδοση θά τόν ἀρνηθῶ
μπροστά στόν Πατέρα μου τόν ἐν οὐρανοῖς (Ματθ. 10, 32-33).
Στήν κατάσταση αὐτή, ἐνῶ μαρτυροῦσε γιά τόν Χριστό, ἡ
ἁγία ἔμαθε ὅτι βρισκόταν τότε στά Μογλενά ἕνας καλός πνευματικός. Καί
ζήτησε νά πάει στήν φυλακή της, νά ἐξομολογηθῆ. Καί ἐπῆγε. Καί ἡ ἁγία
ἐξομολογήθηκε.
Σύ, ἀδελφέ, ζητεῖς νά ἐξομολογηθῆς; Ἤ μήπως θεωρεῖς τόν ἑαυτό σου ἅγιο, πού δέν τά ἔχει αὐτά ἀνάγκη;
* * *
Καί λοιπόν; Τρεῖς μῆνες τήν ἔδερναν μέ ραβδιά. Κάθε ἡμέρα! Καί τόσο τήν κάθε φορά, ὥστε νά μήν πεθάνει! Ἀπόκαμαν
οἱ δήμιοι. Καί τήν ἐκρέμασαν σέ ἕνα δέντρο. Καί ἐκεῖ κρεμασμένη, τήν
γέμισαν μαχαιριές. Γιά μερικούς «καταραμένη τύχη»! Γιά τήν ἁγία Χρυσῆ,
τύχη χρυσῆ· καί εὐκαιρία χρυσῆ! Ἔγινε ἁγία. Καί μάρτυρας. Καί παρέδωσε
τήν ψυχή της στόν Κύριο.
Ἦταν 13 Ὀκτωβρίου τοῦ 1795.
Ἀρχιμ. Νίκων Κουτσίδη
Μηνιαίο Περιοδικό Ι.Μ.Νικοπόλεως & Πρεβέζης Αρ. Φύλλου 219
Η ΧΡΥΣΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ του Αρχιμ. Νίκων Κουτσίδη