ΟΤΑΝ στη Σκήτη τελούσαν τη θεία ευχαριστία, το άγιο Πνεύμα κατέ6αινε σαν αετός πάνω στην προσφορά, αλλά κανείς άλλος δεν το έβλεπε έκτός από τούς κληρικούς. μία μέρα ένας μοναχός ζήτησε κάποια εξυπηρέτηση από τον διάκονο, μα εκείνος του μίλησε απότομα:
Δεν ευκαιρώ τώρα, πήγαινε!
Δεν ευκαιρώ τώρα, πήγαινε!
'Όταν λοιπόν την επόμενη φορά λειτουργούσαν, δεν είδε κανείς από τούς κληρικούς νά κατεβαίνει ο αετός ατή συνηθισμένη του ώρα. Τότε ο πρεσβύτερος απευθύνεται στον διάκονο και του λέει:
Τι συμβαίνει; Γιατί ο αετός δεν εμφανίστηκε σήμερα; για νά συμβεί αυτό, η εγώ είμαι ο φταίχτης η εσύ.
Μόλις απομακρύνθηκε ο διάκονος, αμέσως Φτερούγισε ο αετός πάνω από την άγία τράπεζα! Μετά τη θεία λειτουργία ρωτάει ο πρεσβύτερος τον διάκονο:
για πες μου, Τι έκανες; δεν θυμάμαι ν' αμάρτησα σε κάτι, απάντησε
Εκείνος, εκτός από τούτο: 'Ένας αδελφός ήρθε και μου ζήτησε μία χάρη, κι εγώ του είπα πώς δεν ευκαιρώ. .
Σίγουρα αυτός εΙναι ο λόγος πού δεν κατέβηκε ο αετός, απάντησε ο πρεσβύτερος, επειδή λύπησες τον αδελφό.
'Έφυγε τότε ο διάκονος και πήγε νά βάλει μετάνοια στον αδελφό και νά ζητήσει συγγνώμη.