«Ἐν τῇ κοιμήσει, τόν κόσμον οὐ κατέλειπες Θεοτόκε». Ἡ Παναγία πέθανε. Ἀλλά πεθαίνοντας, δέν ἔφυγε ἀπό τόν κόσμο. Δέν μᾶς ἐγκατέλειψε. Εἶναι, καί θά εἶναι, γιά πάντα μαζί μας.
* * *
Ἔτσι τήν ἐδόξασε ὁ Χριστός τήν ἁγία Μητέρα Του. Τῆς ἔδωκε τήν χάρη αὐτή. Νά εἶναι ταυτόχρονα: Καί στήν αἰώνια ζωή· ἐκεῖ ψηλά. Καί κοντά μας· ἐδῶ στήν γῆ. Σίγουρα στήν αἰώνια ζωή· ἐκεῖ. Καί σίγουρα κοντά μας· ἐδῶ στην γῆ.
Βέβαια τώρα, ἐμεῖς δέν τήν βλέπομε μέ τά μάτια μας τά σωματικά. Ἀλλά πάντως τήν «βλέπομε»! Μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς μας. Καί τήν αἰσθανόμαστε. Ἀπό τήν παρουσία της κοντά μας! Ἀπό τόν ἴσκιο της!
Μεγάλο πρᾶγμα εἶναι ὁ ἴσκιος· ἑνός ἀνθρώπου· ἑνός ζώου· ἑνός δένδρου· ἑνός ξύλου. Ἀπό τόν ἴσκιο του, αἰσθανόμαστε τήν παρουσία του καί τήν ὕπαρξή του. Τό αἰσθανόμαστε τό ἴδιο σάν νά τό ἐβλέπαμε. Δέν μᾶς μένει γι’ αὐτό ἀμφιβολία· καμμία.
Μεγάλο πρᾶγμα εἶναι να βλέπεις ἴσκιο καί νά καταλαβαίνεις κάτι. Ἔστω γιά ἕνα κουνούπι· γιά ἕνα πουλάκι!
Μεγάλο πρᾶγμα, πολύ μεγάλο, εἶναι νά βλέπεις τόν ἴσκιο τῆς αἰώνιας ζωῆς. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος λέγει: Ἐγώ, ὅταν βλέπω νά μοῦ ἔρχονται σκιές ἀπό τήν ἄλλη ζωῆ, πετάω ἀπό χαρά! Δέν θέλω τίποτε ἄλλο. Οἱ σκιές αὐτές μοῦ ἀρκοῦν. Γιατί μοῦ δίνουν τήν βεβαιότητα, ὅτι ὁ Θεός εἶναι κοντά μου. Μέ κάνουν καί χοροπηδάω ἀπό χαρά. Καί μέσα στά βάθη τῆς καρδιᾶς μου στήνω, τραγούδι καί γλέντι καί χορό!
Ἡ πιό μεγάλη καί πιό βαθειά νοσταλγία μας, εἶναι ὁ πόθος μας γιά ἕνωση καί ἐπικοινωνία μας μέ τόν Θεό.
Καί γι’ αὐτό τό κάθε τί πού μᾶς λέει κάτι, γιά τόν Θεό, καί γιά τήν αἰώνια ζωῆ, εἶναι τό πιό γλυκό τραγούδι τῆς ψυχῆς μας.
Καί εὐτυχῶς, πού τέτοιες σκιές, σκιές ἀπό τό μεγαλεῖο καί ἀπό τή γλύκα τῆς ἄλλης ζωῆς, μᾶς ἔρχονται συχνά. Καί μᾶς ξυπνᾶνε!
Πολλές σκιές μᾶς ἔρχονται από τόν οὐρανό. Ὅλες φῶς. Ὅλες τόνωση γιά μᾶς.
Ἔτσι καί ὁ ἴσκιος τῆς Παναγίας μας.
Ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα νά κοπῆ τό νῆμα τῆς ζωῆς τῆς ταπεινῆς δούλης τοῦ Θεοῦ, τῆς Μαρίας, οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι γέμισαν μέ θλίψη καί μέ πόνο!…
Ἀλλά νά, τότε τούς ἦρθε μιά σκιά ἀπό τόν οὐρανό. Μιά σκιά ἀπό τή βασιλεία του Χριστοῦ.
Εὑρίσκονταν στά πέρατα τοῦ κόσμου. Γιά τό κήρυγμα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Καί νά, ἐπῆγαν ἄγγελοι. Καί τούς ἐπῆραν στήν ἀγκαλιά τους. Καί τούς μετέφεραν στό σπίτι τῆς Παναγίας.
Τί ἦταν γι’ αὐτούς τό παράδοξο αὐτό γεγονός;
Ἦταν μιά σκιά, πού φώτισε τήν ψυχή τους τους. Καί κατάλαβαν, ὅτι ἡ Παναγία πήγαινε στήν δόξα τοῦ Υἱοῦ της. Καί γι’ αὐτό, κηδεύοντας τό ἅγιο καί ζωαρχικό της σῶμα, οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι δέν ἔκλαιγαν: Ἔχαιραν. Καί καμάρωναν.
Ὤ τί γλυκό πρᾶγμα εἶναι, νά πιστεύει ὁ ἄνθρωπος στόν Χριστό καί στήν αἰώνια ζωή, πού Ἐκεῖνος μᾶς ὑποσχέθηκε!
* * *
Καί ἀπό τότε ἡ σκιά τῆς Παναγίας μας στέκει μέσα στό χώρο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ· σέ ὅλο τόν κόσμο· δυό χιλιάδες χρόνια τώρα!…
Δέν βρίσκεται ποτέ στόν οὐρανό. Τρέχει ἀσταμάτητα στήν γῆ. Σέ ἐκείνους, πού τήν ἐπικαλοῦνται. Νά σκουπίσει τά δάκρυά τους. Νά τούς βοηθήσει. Νά τούς παρηγορήσει.
Ὑπεραγία Θεοτόκε, σκέπε, φρούρει, φύλαττε τούς δούλους σου.
Μηνιαίο Περιοδικό Ι.Μ.Νικοπόλεως & Πρεβέζης Αρ. Φύλλου 241 Αύγουστος 2003
«Η ΣΚΙΑ ΤΗΣ» του Μητροπολίτου Νικοπόλεως Μελετίου