Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας, ἀγαπητοί ἀδελφοί, τελεῖ τήν ἀνάμνηση τῆς καταθέσεως τῆς τιμίας Ἐσθῆτος τῆς Ὑπεραγίας ἡμῶν Θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας στίς Βλαχέρνες. Πρόκειται γιά μία ἑορτή ἑνός γεγονότος πού ἀναφέρεται στήν Παναγία μας καί ἀφορᾶ ἕνα ἔνδυμά της πού εἶναι τό «ἐπανωφόριόν» Σύμφωνα μέ τόν Συναξαριστή τῆς ἡμέρας, δύο Πατρίκιοι, ὁ Γάλβιος καί ὁ Κάνδιδος, ἐπί τῆς ἐποχῆς τοῦ Βασιλέως Λέοντος τοῦ Μεγάλου, στήν πορεία τους πρός τά Ἱεροσόλυμα γιά νά προσκυνήσουν τούς Ἁγίους Τόπους, ὅταν ἔφθασαν στήν Γαλατία, βρῆκαν μία εὐσεβεστάτη Ἑβραία, πού εἶχε μέσα στήν οἰκία της τήν ἁγία Ἐσθήτα, τό ἐπανωφόριον τῆς Παναγίας.
Ἡ γυναίκα αὐτή προσευχόταν μέρα καί νύκτα μιμούμενη τήν προφήτιδα Ἄννα πού βρισκόταν στόν Ναό καί ἀξιώθηκε νά δῆ τόν Χριστό, ὅταν Τόν
πῆγε ἐκεῖ ἡ Παναγία τεσσαράκοντα ἡμερῶν.
Οἱ δύο Πατρίκιοι, μετά ἀπό ἕνα τέχνασμα, κατόρθωσαν νά λάβουν τόν πολύτιμον αὐτό θησαυρό καί νά τόν φέρουν στήν Κωνσταντινούπολη, τόν ἐτοποθέτησαν στό κτῆμα τους, πού ὀνομαζόταν Βλαχέρναι, καί ἐκεῖ ἔκτισαν Ναό τῶν Ἀποστόλων Πέτρου καί Μάρκου. Ἀργότερα ὁ Βασιλεύς Λέων ὁ Μέγας, ὅταν πληροφορήθηκε αὐτό τό γεγονός, ἔκτισε Ναό τῆς Κυρίας Θεοτόκου, στόν ὁποῖο τοποθέτησε τήν θήκη ὅπου ἦταν ἀποθησαυρισμένη ἡ τιμία Ἐσθήτα, τήν ὁποία προσκυνοῦσαν οἱ Χριστιανοί καί ἔβλεπαν διάφορα θαύματα. Ὁ ἱερός ὑμνογράφος ὀνομάζει τήν ἁγίαν Ἐσθήτα «ἱεράν περιβολήν, φυλακτήριον ἄσυλον (τῆς Κωνσταντινουπόλεως), δῶρον τίμιον, ἀναφαίρετον πλοῦτον ἰαμάτων, ποταμόν πεπληρωμένον τῶν χαρισμάτων τοῦ πνεύματος».
Μέ τήν εὐκαιρία τοῦ γεγονότος τῆς καταθέσεως τῆς τιμίας Ἐσθῆτος τῆς Παναγίας, ἡ Ἐκκλησία μας ὑπενθυμίζει τό μεγάλο πρόσωπο τῆς Παναγίας, πού ἔγινε ἡ χαρά τῆς οἰκουμένης, γιατί ἦταν ἐκεῖνο τό πρόσωπο διά τοῦ ὁποίου εἰσῆλθε στόν κόσμο ὁ Χριστός πού ἐλευθέρωσε τό ἀνθρώπινο γένος ἀπό τήν ἁμαρτία, τόν διάβολο καί τόν θάνατο. Ὅλα τά τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας, ξεκινώντας ἀπό τήν τιμία Ἐσθήτα, ὑμνοῦν τό πρόσωπο τῆς Παναγίας.
Τό ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς ἀναφέρεται στήν Παναγία καί μεταξύ τῶν ἄλλων γράφει: «Ἐπί σοὶ γάρ καί φύσις καινοτομεῖται καί χρόνος», δηλαδή στήν Παναγία γίνεται κανούργια καί ἡ φύση καί ὁ χρόνος. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ φύση καί ὁ χρόνος, πού πολλές φορές βασανίζουν τόν ἄνθρωπο, ἀποκτοῦν ἄλλο νόημα, ὑπερβαίνονται ἐν Χάριτι Θεοῦ. Στήν Παναγία, μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, διατηρήθηκε ἡ παρθενία της, ἔγινε μητέρα χωρίς νά χάση τήν παρθενία της, καί παραμένει ζωντανή στούς αἰώνας, ἀφοῦ κατά τήν παράδοση καί αὐτό τό σῶμα της μετέστη πρός τόν οὐρανό.
Ἀλλά στήν σημερινή ἑορτή βλέπουμε ὅτι ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ πού ἁγίασε τό σῶμα τῆς Παναγίας πέρασε καί στά ροῦχα πού φοροῦσε. Πράγματι, κατά τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία, ἡ θεία Χάρη διά τῆς ψυχῆς διαπορθμεύεται στό σῶμα καί ἀπό ἐκεῖ προχέεται καί στά ροῦχα καί γενικά στήν ἄλογη φύση. Μέ αὐτόν τόν τρόπο δέν εἴμαστε εἰδωλολάτρες καί κτισματολάτρες, ἀλλά τιμοῦμε τήν ὕλη πού ἔχει τήν ἁγιοποιό ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι οἱ πιστοί, κατά τόν ἱερόν ὑμνογράφο, κατασπάζονται μέ πίστη τήν ἁγία Ἐσθήτα τῆς Παναγίας καί λαμβάνουν τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ πού ἐνοικεῖ σέ αὐτήν.
Μέ τήν εὐκαιρία τῆς σημερινῆς ἑορτῆς θά πρέπη νά προσευχηθοῦμε νά μᾶς βάλη ἡ Παναγία μας κάτω ἀπό τήν ἁγία της Ἐσθήτα, τό ἁγιασμένο ἐπανωφόριό της, καί νά μᾶς προστατεύη ἀπό κάθε κακό.
( Μητροπολίτη Ναυπάκτου Ιεροθέου)
Απολυτίκιον. Ήχος πλ. δ’.
Θεοτόκε άειπάρθενε, των ανθρώπων ή σκέπη, Έσθήτά και Ζώνην του αχράντου σου σώματος, κραταιάν τη πόλει σου περιβολήν έδω-ρήσω, τω άσπόρω τόκω άφθαρτα διαμείναντα επί σοι γαρ και φύ¬σις καινοτομείται και χρόνος” διό δυσωπούμέν σε, είρήνην τη οικου¬μένη δωρήσασθαι, και ταίς ψυχαίς ημών το μέγα έλεος.
Ο Ιερός Ναός της Παναγίας των Βλαχερνών, αρχιερατικής περιφέρειας Φαναρίου-Κερατίου Κόλπου, είναι από τα γνωστότερα ιερά της Παναγίας και ένα από τα σημαντικότερα Ορθόδοξα προσκυνήματα της Πόλης. Βρίσκεται στις Βλαχέρνες, στην περίφημη αυτή συνοικία της Κωνσταντινούπολης, όπου εκτός του ναού υπήρχε και βασιλικό παλάτι.
Ιστορία τής Εκκλησίας
Ο Ναός της Παναγίας των Βλαχερνών ιδρύθηκε από την αυτοκράτειρα Πουλχερία και το σύζυγό της Μαρκιανό μεταξύ 450-453. Επί Λέοντα Α’ γνώρισε ιδιαίτερη αίγλη. Ο ναός επεκτάθηκε και προσκτίσθηκαν ο χώρος του «ἁγίου λούσματος», του αγιάσματος και παρεκκλήσιο για την εναπόθεση των κειμηλίων της Παναγίας, που τότε μεταφέρθηκαν από την Παλαιστίνη στην Κωνσταντινούπολη, με αποτέλεσμα ο ναός να γίνει το κυριότερο προσκυνηματικό κέντρο της Θεοτόκου στην Πόλη. Επί Ιουστινιανού Α’ ο ναός ανακαινίστηκε και επεκτάθηκε. Την ίδια περίοδο αφιερώθηκαν στο ναό σημαντικά περιουσιακά στοιχεία. Παράλληλα στο ναό έφτασαν να υπηρετούν συνολικά 74 άτομα, 12 πρεσβύτεροι, 18 διάκονοι, 6 διακόνισσαι, 8 υποδιάκονοι, 20 αναγνώστες, 4 ψάλτες και 6 θυρωροί. Το 1070 η εκκλησία καταστράφηκε από πυρκαγιά και ανακαινίστηκε από τους αυτοκράτορες Ρωμανό Δ’ και Μιχαήλ Ζ’ Δούκα. Ξανακαταστάφηκε και ανοικοδομήθηκε από τον Ανδρόνικο Κομνηνό το 1184. Ξανακάηκε το 1434, λίγο πριν την άλωση. Μετά το 1434 έμεινε μόνο ο χώρος του αγιάσματος, ενώ η υπόλοιπη περιοχή περιήλθε με την Άλωση στους Οθωμανούς. Τον 18ο αιώνα η περιοχή του αγιάσματος αγοράστηκε από την συντεχνία των γουναράδων[2]Μέχρι το 1858 η συντεχνία αγόρασε διάφορα οικόπεδα γύρω από το αγίασμα, προκειμένου να είναι εύκολη η επέκταση του ναϊδρίου που υπήρχε πάνω από το αγίασμα. Παράλληλα από το 1856 μέχρι το 1866 το ναΐδριο σταδιακά επεκτάθηκε, με ευθύνη της συντεχνίας. Το έτος αυτό (1866) ο Πατριάρχης Σωφρόνιος αποφάσισε να κατασχέσει το αγίασμα με το ναό και να τα θέσει υπό την ευθύνη του Πατριαρχείου. Κατά τη διάρκεια των Σεπτεμβριανών ο τουρκικός όχλος κατέστρεψε το νάρθηκα και όλα τα ξύλινα μέρη του ναού. Υπό την ευθύνη του τότε πατριάρχη Αθηναγόρα ο ναός ανοικοδομήθηκε στη σημερινή του μορφή και εγκαινιάστηκε στις 26 Ιουνίου 1960. Η εκκλησία αγιογραφήθηκε το 1964, με θέματα από την ιστορία του ναού.
Η εικόνα
Παναγία η Βλαχερνίτισσα είναι ο χαρακτηρισμός της θαυματουργής εικόνας της Θεοτόκου στον ναό της Παναγίας των Βλαχερνών στην Κωνσταντινούπολη, που παριστάνεται σε στάση δεομένης και φέρει μπροστά από το στήθος της τον Χριστό σε εγκόλπιο. Σύμφωνα με την παράδοση, κατά την περίοδο της Εικονομαχίας καλύφθηκε η εικόνα μέσα στον νότιο τοίχο του ναού της Παναγίας των Βλαχερνών από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ε’ (741-775) για να εξουδετερωθεί η προς εκείνη αποδιδόμενη τιμή από τους Βυζαντινούς, όμως αποκαλύφθηκε με θαυμαστό τρόπο κατά την περίοδο της βασιλείας του Ρωμανού Γ’ Αργυρού (11ος αιώνας)[3].
Σημαντικά γεγονότα
Η ιστορία των Βλαχερνών συνδέθηκε με σημαντικά ιστορικά γεγονότα του Βυζαντίου (εκκλησιαστικά και πολιτικά).
Κατά την πολιορκία της Κωνσταντινουπόλεως από τους Αβάρους το 626 η εικόνα της Θεοτόκου της Βλαχερνίτισσας, έσωσε την πόλη από τον κίνδυνο και κατόπιν εψάλη στο ναό ο Ακάθιστος Ύμνος.
Το 1204, κατά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Σταυροφόρους, κατελήφθη και ο ναός αυτός
Το 1285 συνήλθε τοπική σύνοδος η οποία κατήγγειλε την ένωση των Εκκλησιών που έγινε στη σύνοδο της Λυών (1274).
Πολλοί αυτοκράτορες και άλλα πρόσωπα του Βυζαντίου εκδήλωσαν την ευλάβειά τους στην Θεοτόκο των Βλαχερνών όπου στέφθηκαν αυτοκράτορες και πρίγκιπες όπως ο Ιωάννης ΣΤ’ Καντακουζηνός και η σύζυγος του, ο Ιωάννης Ε’ Παλαιολόγος κ.ά..
http://fdathanasiou.wordpress.com
Ἡ γυναίκα αὐτή προσευχόταν μέρα καί νύκτα μιμούμενη τήν προφήτιδα Ἄννα πού βρισκόταν στόν Ναό καί ἀξιώθηκε νά δῆ τόν Χριστό, ὅταν Τόν
πῆγε ἐκεῖ ἡ Παναγία τεσσαράκοντα ἡμερῶν.
Οἱ δύο Πατρίκιοι, μετά ἀπό ἕνα τέχνασμα, κατόρθωσαν νά λάβουν τόν πολύτιμον αὐτό θησαυρό καί νά τόν φέρουν στήν Κωνσταντινούπολη, τόν ἐτοποθέτησαν στό κτῆμα τους, πού ὀνομαζόταν Βλαχέρναι, καί ἐκεῖ ἔκτισαν Ναό τῶν Ἀποστόλων Πέτρου καί Μάρκου. Ἀργότερα ὁ Βασιλεύς Λέων ὁ Μέγας, ὅταν πληροφορήθηκε αὐτό τό γεγονός, ἔκτισε Ναό τῆς Κυρίας Θεοτόκου, στόν ὁποῖο τοποθέτησε τήν θήκη ὅπου ἦταν ἀποθησαυρισμένη ἡ τιμία Ἐσθήτα, τήν ὁποία προσκυνοῦσαν οἱ Χριστιανοί καί ἔβλεπαν διάφορα θαύματα. Ὁ ἱερός ὑμνογράφος ὀνομάζει τήν ἁγίαν Ἐσθήτα «ἱεράν περιβολήν, φυλακτήριον ἄσυλον (τῆς Κωνσταντινουπόλεως), δῶρον τίμιον, ἀναφαίρετον πλοῦτον ἰαμάτων, ποταμόν πεπληρωμένον τῶν χαρισμάτων τοῦ πνεύματος».
Μέ τήν εὐκαιρία τοῦ γεγονότος τῆς καταθέσεως τῆς τιμίας Ἐσθῆτος τῆς Παναγίας, ἡ Ἐκκλησία μας ὑπενθυμίζει τό μεγάλο πρόσωπο τῆς Παναγίας, πού ἔγινε ἡ χαρά τῆς οἰκουμένης, γιατί ἦταν ἐκεῖνο τό πρόσωπο διά τοῦ ὁποίου εἰσῆλθε στόν κόσμο ὁ Χριστός πού ἐλευθέρωσε τό ἀνθρώπινο γένος ἀπό τήν ἁμαρτία, τόν διάβολο καί τόν θάνατο. Ὅλα τά τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας, ξεκινώντας ἀπό τήν τιμία Ἐσθήτα, ὑμνοῦν τό πρόσωπο τῆς Παναγίας.
Τό ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς ἀναφέρεται στήν Παναγία καί μεταξύ τῶν ἄλλων γράφει: «Ἐπί σοὶ γάρ καί φύσις καινοτομεῖται καί χρόνος», δηλαδή στήν Παναγία γίνεται κανούργια καί ἡ φύση καί ὁ χρόνος. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ φύση καί ὁ χρόνος, πού πολλές φορές βασανίζουν τόν ἄνθρωπο, ἀποκτοῦν ἄλλο νόημα, ὑπερβαίνονται ἐν Χάριτι Θεοῦ. Στήν Παναγία, μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, διατηρήθηκε ἡ παρθενία της, ἔγινε μητέρα χωρίς νά χάση τήν παρθενία της, καί παραμένει ζωντανή στούς αἰώνας, ἀφοῦ κατά τήν παράδοση καί αὐτό τό σῶμα της μετέστη πρός τόν οὐρανό.
Ἀλλά στήν σημερινή ἑορτή βλέπουμε ὅτι ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ πού ἁγίασε τό σῶμα τῆς Παναγίας πέρασε καί στά ροῦχα πού φοροῦσε. Πράγματι, κατά τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία, ἡ θεία Χάρη διά τῆς ψυχῆς διαπορθμεύεται στό σῶμα καί ἀπό ἐκεῖ προχέεται καί στά ροῦχα καί γενικά στήν ἄλογη φύση. Μέ αὐτόν τόν τρόπο δέν εἴμαστε εἰδωλολάτρες καί κτισματολάτρες, ἀλλά τιμοῦμε τήν ὕλη πού ἔχει τήν ἁγιοποιό ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι οἱ πιστοί, κατά τόν ἱερόν ὑμνογράφο, κατασπάζονται μέ πίστη τήν ἁγία Ἐσθήτα τῆς Παναγίας καί λαμβάνουν τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ πού ἐνοικεῖ σέ αὐτήν.
Μέ τήν εὐκαιρία τῆς σημερινῆς ἑορτῆς θά πρέπη νά προσευχηθοῦμε νά μᾶς βάλη ἡ Παναγία μας κάτω ἀπό τήν ἁγία της Ἐσθήτα, τό ἁγιασμένο ἐπανωφόριό της, καί νά μᾶς προστατεύη ἀπό κάθε κακό.
( Μητροπολίτη Ναυπάκτου Ιεροθέου)
Απολυτίκιον. Ήχος πλ. δ’.
Θεοτόκε άειπάρθενε, των ανθρώπων ή σκέπη, Έσθήτά και Ζώνην του αχράντου σου σώματος, κραταιάν τη πόλει σου περιβολήν έδω-ρήσω, τω άσπόρω τόκω άφθαρτα διαμείναντα επί σοι γαρ και φύ¬σις καινοτομείται και χρόνος” διό δυσωπούμέν σε, είρήνην τη οικου¬μένη δωρήσασθαι, και ταίς ψυχαίς ημών το μέγα έλεος.
Που βρίσκεται η τιμία Εσθήτα της Παναγίας;
«…Η εσθής της Θεοτόκου εν αργυρά επίχρυσω σορώ και εν ιδιαιτέρω παρεκκλήσιω, το όποιον εκαλείτο δια τούτο και «Αγία Σορός», κείμενον προς βορρά του Αγίου Βήματος, και κιτισθέν υπό Λέοντος του Μεγάλου, η εσθής αύτη ήτις ονομάζεται και «Μαφόριο» εκ του εβραϊκού μαφορά, δηλούντος σκέπασμα της κεφαλής, δεν ήτο κυρίως φόρεμα. Αλλά σκέπασμα – πέπλος, κεφαλής επικάλυμμα. Μαζί δε με άλλα κειμήλια μετακομίσθη εκ Κωνσταντινουπόλεως εις Ευρώπη, όπου εσώζετο εν τη “μονή των Τριβήρων” εν Γαλλία, ην δε εξ ερίων εύφθαρτων εξειργασμένον και η κρόκη και ο στημων ομοειδή και ομόχροα. και αδιάλυτο επί τοσαύτους αιώνας. Και διαμένει πάντως και μέχρι του νύν όπου και αν σώζεται. Εφερον δε αυτό οι αυτοκράτορες μεθ’ εαυτών στρατεύοντες και “το εκράτουν εν είδει σημαίας… » (ΒΙΒΛΙΟ «τα θαύματα της Παναγίας», 1890, σελ. 453).
Το κείμενο αυτό λέει ότι η ιερά Εσθήτα από την Πόλη μετακομίσθη σε μονή της Γαλλίας, προφανώς από τους Σταυροφόρους, στην οποια και μάλλον υπάρχει.
Ως προς το Ναό των Βλαχερνών, το 1453 οι Οθωμανοί ερειπωμένη βρήκαν την βλαχερνίτισσα, για αυτό και ουδέποτε την «ορέχθηκαν» να την κάνουν τζαμί. Ο ιστορικός Γεώργιος Φραντζής μας πληροφορεί ότι είχε καεί το 1434 από απροσεξία κάποιον αρχοντόπουλων. Αργότερα την ξαναέκτισαν ξυλοστέγη βασιλική. Στα γεγονότα 6-7 Σεπτ. 1955 η Παναγία των Βλαχερνών υπέστη σημαντικές καταστροφές… Ανακαινίσθηκε το 1960 ταπεινός πλέον ο Ναός όπως τον βλέπουμε.
Ως προς την αρπαγή-κλοπή της Εσθήτος (μαφόριο της Θεοτόκου) από τη γυναίκα εκείνη φάνηκε ότι ήταν θέληση της Παναγίας να πάει στην Πόλη με όσα συνέβησαν για αυτή γύρω για χίλια χρόνια. Όπως δε είπε, δεν είχε πρόσωπο να την αφήσει. Μάλλον δεν θα έμαθε για την «κλοπή», οι δε ασθενείς μετά το θάνατό της θα έπαψαν να πηγαίνουν και τα τότε ιστορικά περιστατικά που η Χάρη Της άνοιξε αυτή την Ουράνια πηγή το ιερό μύρο. Κατά κανόνα, στην αρχή τα θέματα αυτά παίρνουν διαστάσεις, αφού η πίστη ακόμη και ολιγόπιστων και αδιαφορών κάποιες φορές «φουντώνει», ειδικά δε στην περίπτωση εκροής μύρου – σπάνια περίπτωση – συνοδεύεται από πληθώρα ποικίλων θαυμάτων με προεξάρχοντα πάντα τις σωματικές ιάσεις.
Στα γραφόμενα ότι η παρουσία του μύρου ενεργεί «άπειρα θαύματα τα όποια δηλοποιούν την αέναον αγάπην της Κυρίας Θεοτόκου», έχουμε μια συμπύκνωση της πλημμυρίδας των θαυμάτων και του παροξυσμού της αγάπης της Παντανάσσης προς τους πονεμένους και θλιμμένους πιστούς πού δέονται και παρακαλούν. Εδώ θέση έχει και το εξής: με το να μη κυκλοφορεί η Ιερά Μονή βιβλίο θαυμάτων, να μη δίνει δηλαδή έντονη έμφαση στην πληθώρα των θαυμάτων, είναι σαν να λέει: Προέχει η πίστη, η εν Χριστώ ζωή, η απόλυτη δηλαδή εμπιστοσύνη στη Χάρη Της, όπου αυτά υπάρχουν, ας σπεύδουν να προσπίπτουν μετά δέους και να λαμβάνουν όταν εκείνη το εγκρίνει. Και Τούτο διότι τα θαύματα πού τόσο εντυπωσιάζουν και τόση σημασία δίδεται, δεν είναι αυτοσκοπός. Βέβαια, η Παναγία θέλει να ανακουφίζει από αγάπη και έλεος, κυρίως όμως αποσκοπεί στην αύξηση της πίστεως, στη βίωση των εντολών του Χριστού, στη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας.
Ως προς την εκροή του μύρου στο κείμενο αναφέρεται ότι η παροχή οφείλεται «εις την άκτιστον ενέργειαν του Αγίου Πνεύματος». Τόσο περιεκτική η φράση. Δεν λέει ουσία (του Θείου), καθότι παντάπασι απλησίαστη ανθρωπίνως, αλλά ενέργεια, οπότε γίνεται νοητό ότι η παροχή του Ιερού μύρου δεν είναι γήινο άγιασμα, δηλαδή νερό πού η Χάρη το μετατρέπει σε θεραπευτικό και πάντα διατηρήσιμο, αλλά μύρο προερχόμενο απευθείας από το Άγιο Πνεύμα, αφού το Ιερό αντικείμενο η εικόνα αναβλύζει όχι κάτι γήινο αλλά Ουράνιο. Όντως μυστήριο το φαινόμενο, και δεν λέμε ορθολογιστικά πώς συμβαίνει, αλλά γιατί συμβαίνει, για παροχή και για του τρόπου αυτού πλούσιου ελέους, χάρη σε αμαρτωλά πλην πιστεύοντα τέκνα της Εκκλησίας. Ως προς την έκταση της φήμης πού έχει πάρει η Χαριτόβρυτος Ιερά Εικόνα, ο Καθηγούμενος π. Δωρόθεος τονίζει ότι:
«Το μέγα αυτό θησαύρισμα της γεραράς ημών Μονής, εις ην καταφθάνουν καθ’ ημέραν απ’ όλον τον κόσμον πλήθη ψυχών και εναποθέτουν προ των ποδών Της τους πόνους, τας θλίψεις και τα αιτήματα των με άμετρο εμπιστοσύνη κομίζοντες εξ αυτής την δύναμιν και παρηγοριά δια την ουρανοδρόμον πορείαν των και της δωρεάς τα ιάματα». Δίδει έμφαση ότι πρέπει «με άμετρο εμπιστοσύνη» να ζητούμε προσευχόμενοι τις δωρεές. Τονίζει ειδικά και Τούτο. Να δίδει η Παναγία «την δύναμιν και παρηγοριά δια την ουρανοδρόμο πορείαν», πού σημαίνει ότι πέραν των δωρεών για υγεία και τα συναφή, πού είναι τόσο εύκολο να ζητούμε και το κάνουμε από ανάγκη, το πρέπον και σωτήριο να ζητούμε δύναμη και παρηγοριά στον αγώνα της πίστεως, των αρετών και στην προσήλωση της βιώσεως της πίστεως, ότι δηλ. οδηγεί στην ουράνια σωτηρία.
Εκτος της τιμής και πανηγύρεως που τελεί η Μονή στον Άγιο Νικόλαο, πανήγυρη τελεί στις 2 Ιουλίου «προς τιμήν της τίμιας Εσθήτος της Υπεραγίας Θεοτόκου και της Αγίας Ζώνης, τμήμα των οποίων εν τη Ιερά Μονή τεθησαύρισται, ωσαύτως δε και προς τιμήν της θαυματουργού και Μυροβλύτου Εικόνος της «Ρίζης του Ιεσσαί» της αυτής Μονής». Ώστε η Μονή κατέχει και τμήματα των ιερών κειμηλίων της Παναγίας. Και ναι μεν είναι γνωστόν ότι η Αγία Ζώνη ευρίσκεται στην Ι. Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου, τμήμα τιμίας Εσθήτος ίσως είναι το πρώτον που υπάρχει σήμερα, σε ορθόδοξα χέρια. Η τ. Εσθήτα υπάρχει σε μονή της Γαλλίας όπως γίνεται λόγος στο παρόν «περί της τιμίας Εσθήτος…». Φαίνεται ότι και τα δύο έχουν προέλθει από το Ναό των Βλαχερνών, οπού κάποτε υπήρχαν τα δύο αυτά κειμήλια.(ΠΗΓΗ.ΝΕΚΡΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ)
Ο Χιτώνας της Παναγίας στη Γεωργία
Πρόκειται για την τιμία Εσθήτα, που φυλασσόταν στις Βλαχέρνες; Μάλλον όχι, αν εκείνη ήταν μαφόριο και όχι χιτώνας (όπως περιγράφεται πιο πάνω). Ίσως πρόκειται για το δεύτερο ένδυμα της Παναγίας, που δώρισε πριν την κοίμησή της (το μαφόριο και το χιτώνα – γι’ αυτό ήταν δύο τα ενδύματα, ενώ, αν ήταν ίδια, θα ήταν λογικό να είχε μόνο ένα & να είχε ήδη δώσει το άλλο σε κάποιον φτωχό). Έτσι επιβεβαιώνεται και η πληροφορία της παράδοσης περί δύο ενδυμάτων. .
Η φωτογραφία είναι από το φόρεμα της Κυρίας Θεοτόκου η οποία βρίσκεται αποθησαυρισμένη στο κρατικό μουσείο της πολεως Ζουγκντίντι στη Γεωργία. Το Ιερό Κειμήλιο, άγνωστο για πολλούς, φυλάσσεται στο Κρατικό Μουσείο της πόλεως Ζουγκντίντι της Γεωργίας. Από το Ρωμαϊκό κράτος βρέθηκε στη Γεωργία, κατά την περίοδο της Εικονομαχίας (8οςαιώνας), ή σύμφωνα με άλλες πηγές, αμέσως μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως (15οςαιώνας). Για την ύπαρξη του χιτώνα στη χώρα μαρτυρούν ο Πατριάρχης Αντιοχείας Μακάριος (1641-1688), οι πρέσβεις της Ρωσίας, Φέντον Έλτσιν και Παύλος Ζαχαρίεβ καθώς και ξένοι περιηγητές των μεσαιωνικών χρόνων. Ο Θεομητορικός χιτώνας διαστάσεων 1,80 Χ 1,50, ήταν βαμμένος, αλλά με τον καιρό η βαφή ξεθώριασε. Ο χιτώνας είναι τοποθετημένος σε ειδικό κατασκευασμένο ξύλινο κιβώτιο και αποτελεί ιδιαίτερη πηγή ευλογίας και αγιασμού για τον πολύπαθο Γεωργιανό λαό και όχι μόνο.
Ένα θαύμα της Τιμίας Εσθήτας της Θεοτόκου
Ενα Θαύμα της Παναγίας κατά τον Ιερό Φώτιο – Παναγιώτη Βολάκη. Η Θεοτόκος Υπέρμαχος Στρατηγός κατά την Α΄ Πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από τους Ρώς. Τον Ιούνιο του 860 μ.Χ. και ενώ ο αυτοκράτορας Μιχαήλ ο Γ΄ μόλις είχε εκστρατεύσει εναντίον των Αράβων, η Κωνσταντινούπολη δέχθηκε την επίθεση ενός σχηματιζόμενου τότε έθνους, με το οποίο έμελλε να αναπτύξει πολλές σχέσεις στο μέλλον: του έθνους των Ρώς. Με 200 μικρά πλοία, οι πρόγονοι αυτοί του μεγάλου ρωσικού έθνους, προσορμίσθηκαν στη βασιλεύουσα πόλη, την περικύκλωσαν και άρχισαν να λεηλατούν τα περίχωρά της. Ο αυτοκράτορας αμέσως επέστρεψε στην πολιορκούμενη πόλη, για να αναλάβει την άμυνά της, και μαζί με τον Πατριάρχη Φώτιο ενθάρρυναν τον τρομοκρατημένο πληθυσμό. Οι Κωνσταντινουπολίτες, καθώς τονίζεται από πολλές βυζαντινές πηγές, αλλά κι από τον ίδιο τον Μέγα Φώτιο, απέδωσαν τη διάσωση της πόλης τους κατά τη βιαιότατη εκείνη πολιορκία, στην θαυματουργική επέμβαση της Παναγίας, της οποίας την Τίμια Εσθήτα που φυλασσόταν στην Κωνσταντινούπολη, περιέφερε ο ίδιος ο Πατριάρχης με πλήθος απελπισμένου λαού στα τείχη και εμβάπτισε στην θάλασσα . Αποτέλεσμα της λιτανείας αυτής ήταν να ξεσπάσει τρομερή θύελλα, που κατέστρεψε τα πλοιάρια των πολιορκητών, οι οποίοι τρομοκρατημένοι τράπηκαν σε φυγή. Το σημαντικότερο αυτό γεγονός ήταν ένα από τα πολλά, που εδραίωσαν την κοινή βυζαντινή πεποίθηση για το ρόλο της Θεοτόκου ως προστάτιδος της Κωνσταντινούπολης και Υπερμάχου Στρατηγού των αδικουμένων. Την πίστη αυτή διακρίνουμε ξεκάθαρα, στον τρόπο με τον οποίο ο Ιερός Φώτιος περιγράφει το περιστατικό, στη δεύτερη από τις δύο σημαντικότατες ομιλίες του, που αφορούν στην πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από τους Ρώς. «Όταν στερηθήκαμε κάθε βοήθεια και είχαμε χάσει κάθε ανθρώπινο σύμμαχο, εμψυχωνόμασταν από τις προσδοκίες που είχαμε στηρίξει στη Μητέρα του Θεού. Αυτή βάζαμε να παρακαλέσει για μας τον Υιό της, Αυτή να Τον εξευμενίσει για τα αμαρτήματά μας, καλούσαμε σε βοήθεια για να σωθούμε κραυγάζοντες με το δικό Της στόμα, τη δική Της βοήθεια είχαμε σαν τείχος απόρθητο, Αυτή θερμοπαρακαλούσαμε να συντρίψει το θράσος των βαρβάρων, Αυτή να ταπεινώσει την αλαζονεία τους. Αυτή να προστατεύσει τον απελπισμένο λαό, να πολεμήσει υπέρ του ποιμνίου Της. Της οποίας και το ένδυμα αφενός για αναχαίτιση των πολιορκητών και αφετέρου ως φρουρά των πολιορκημένων, εγώ και μαζί μου όλη η πόλη, περιφέραμε αυθόρμητα και εθελούσια˙ κατά τη λιτανεία που κάναμε, εξαιτίας της ανείπωτης φιλανθρωπίας, και της Μητρικής θαρραλέας ικεσίας. Και ο Θεός κάμφθηκε και ο θυμός έφυγε και ελέησε ο Κύριος την κληρονομία Του. Πράγματι, ένδυμα της Μητέρας του Θεού είναι αυτή η Πάνσεπτη Στολή. Αυτή περικύκλωνε τα τείχη και με τον άρρητο λόγο Της έτρεπε τους εχθρούς σε φυγή. Αυτήν περιζωνόταν η πόλη και η οχύρωση των εχθρών διαλυόταν, σαν να είχε δοθεί διαταγή. Με Αυτήν η πόλη στολιζόταν, και με την ελπίδα που είχαν όσοι Την περιέφεραν, έφευγε η εχθρότητα. Όταν περιδιάβηκε το τείχος η Παρθενική Στολή, και οι βάρβαροι αποκαμωμένοι διέλυσαν την πολιορκία και λυτρωθήκαμε από την κατάκτηση που περιμέναμε, τότε αξιωθήκαμε της ανέλπιστης σωτηρίας.» (Σ. Αριστάρχου, Φωτίου Λόγοι και Ομιλίαι, τ. Β΄, ομιλία ΝΒ΄, Εν Κωνσταντινουπόλει, τύποις The Annuaire Oriental & Printing Co Ltd 1900, σσ. 41-42.) Κείμενο του Παναγιώτη Βολάκη Από το περιοδικό ¨ΒΗΜΟΘΥΡΟ¨ Τεύχος 1ο (σελ. 82). ΠΗΓΗ.ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΟΡΕΙΑ
Παναγία των Βλαχερνών-Σύντομα ιστορικά στοιχεία
Ο Ιερός Ναός της Παναγίας των Βλαχερνών, αρχιερατικής περιφέρειας Φαναρίου-Κερατίου Κόλπου, είναι από τα γνωστότερα ιερά της Παναγίας και ένα από τα σημαντικότερα Ορθόδοξα προσκυνήματα της Πόλης. Βρίσκεται στις Βλαχέρνες, στην περίφημη αυτή συνοικία της Κωνσταντινούπολης, όπου εκτός του ναού υπήρχε και βασιλικό παλάτι.
Ιστορία τής Εκκλησίας
Ο Ναός της Παναγίας των Βλαχερνών ιδρύθηκε από την αυτοκράτειρα Πουλχερία και το σύζυγό της Μαρκιανό μεταξύ 450-453. Επί Λέοντα Α’ γνώρισε ιδιαίτερη αίγλη. Ο ναός επεκτάθηκε και προσκτίσθηκαν ο χώρος του «ἁγίου λούσματος», του αγιάσματος και παρεκκλήσιο για την εναπόθεση των κειμηλίων της Παναγίας, που τότε μεταφέρθηκαν από την Παλαιστίνη στην Κωνσταντινούπολη, με αποτέλεσμα ο ναός να γίνει το κυριότερο προσκυνηματικό κέντρο της Θεοτόκου στην Πόλη. Επί Ιουστινιανού Α’ ο ναός ανακαινίστηκε και επεκτάθηκε. Την ίδια περίοδο αφιερώθηκαν στο ναό σημαντικά περιουσιακά στοιχεία. Παράλληλα στο ναό έφτασαν να υπηρετούν συνολικά 74 άτομα, 12 πρεσβύτεροι, 18 διάκονοι, 6 διακόνισσαι, 8 υποδιάκονοι, 20 αναγνώστες, 4 ψάλτες και 6 θυρωροί. Το 1070 η εκκλησία καταστράφηκε από πυρκαγιά και ανακαινίστηκε από τους αυτοκράτορες Ρωμανό Δ’ και Μιχαήλ Ζ’ Δούκα. Ξανακαταστάφηκε και ανοικοδομήθηκε από τον Ανδρόνικο Κομνηνό το 1184. Ξανακάηκε το 1434, λίγο πριν την άλωση. Μετά το 1434 έμεινε μόνο ο χώρος του αγιάσματος, ενώ η υπόλοιπη περιοχή περιήλθε με την Άλωση στους Οθωμανούς. Τον 18ο αιώνα η περιοχή του αγιάσματος αγοράστηκε από την συντεχνία των γουναράδων[2]Μέχρι το 1858 η συντεχνία αγόρασε διάφορα οικόπεδα γύρω από το αγίασμα, προκειμένου να είναι εύκολη η επέκταση του ναϊδρίου που υπήρχε πάνω από το αγίασμα. Παράλληλα από το 1856 μέχρι το 1866 το ναΐδριο σταδιακά επεκτάθηκε, με ευθύνη της συντεχνίας. Το έτος αυτό (1866) ο Πατριάρχης Σωφρόνιος αποφάσισε να κατασχέσει το αγίασμα με το ναό και να τα θέσει υπό την ευθύνη του Πατριαρχείου. Κατά τη διάρκεια των Σεπτεμβριανών ο τουρκικός όχλος κατέστρεψε το νάρθηκα και όλα τα ξύλινα μέρη του ναού. Υπό την ευθύνη του τότε πατριάρχη Αθηναγόρα ο ναός ανοικοδομήθηκε στη σημερινή του μορφή και εγκαινιάστηκε στις 26 Ιουνίου 1960. Η εκκλησία αγιογραφήθηκε το 1964, με θέματα από την ιστορία του ναού.
Η εικόνα
Παναγία η Βλαχερνίτισσα είναι ο χαρακτηρισμός της θαυματουργής εικόνας της Θεοτόκου στον ναό της Παναγίας των Βλαχερνών στην Κωνσταντινούπολη, που παριστάνεται σε στάση δεομένης και φέρει μπροστά από το στήθος της τον Χριστό σε εγκόλπιο. Σύμφωνα με την παράδοση, κατά την περίοδο της Εικονομαχίας καλύφθηκε η εικόνα μέσα στον νότιο τοίχο του ναού της Παναγίας των Βλαχερνών από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ε’ (741-775) για να εξουδετερωθεί η προς εκείνη αποδιδόμενη τιμή από τους Βυζαντινούς, όμως αποκαλύφθηκε με θαυμαστό τρόπο κατά την περίοδο της βασιλείας του Ρωμανού Γ’ Αργυρού (11ος αιώνας)[3].
Σημαντικά γεγονότα
Η ιστορία των Βλαχερνών συνδέθηκε με σημαντικά ιστορικά γεγονότα του Βυζαντίου (εκκλησιαστικά και πολιτικά).
Κατά την πολιορκία της Κωνσταντινουπόλεως από τους Αβάρους το 626 η εικόνα της Θεοτόκου της Βλαχερνίτισσας, έσωσε την πόλη από τον κίνδυνο και κατόπιν εψάλη στο ναό ο Ακάθιστος Ύμνος.
Το 1204, κατά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Σταυροφόρους, κατελήφθη και ο ναός αυτός
Το 1285 συνήλθε τοπική σύνοδος η οποία κατήγγειλε την ένωση των Εκκλησιών που έγινε στη σύνοδο της Λυών (1274).
Πολλοί αυτοκράτορες και άλλα πρόσωπα του Βυζαντίου εκδήλωσαν την ευλάβειά τους στην Θεοτόκο των Βλαχερνών όπου στέφθηκαν αυτοκράτορες και πρίγκιπες όπως ο Ιωάννης ΣΤ’ Καντακουζηνός και η σύζυγος του, ο Ιωάννης Ε’ Παλαιολόγος κ.ά..
http://fdathanasiou.wordpress.com