ΟΙ βίοι τῶν ἁγίων, ἀγαπητοί μου, εἶνε πολὺ διδακτικοί. Θὰ σᾶς πῶ λίγα λόγια γιὰ τὸν ἅγιο ποὺ ἑορτάζει σήμερα, 10 τοῦ μηνός.
Εἶνε ὁ Γρηγόριος Νύσσης, ἀδελφὸς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, λαμπρὸ ἀστέρι τῆς Ὀρθοδοξίας.
Εἶνε ὁ Γρηγόριος Νύσσης, ἀδελφὸς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, λαμπρὸ ἀστέρι τῆς Ὀρθοδοξίας.
Πότε ἔζησε ὁ ἅγιος Γρηγόριος; Γεννήθηκε τὸ 335. Πατρίδα του ἦταν ἡ Νεοκαισάρεια τοῦ Πόντου, χώρα ἁγίων καὶ μαρτύρων. Τὸ πρῶτο ποὺ πρέπει νὰ προσέξουμε εἶνε ἡ οἰκογένειά του. Γεννήθηκε σὲ μιὰ ἁγία οἰκογένεια. Πόσα μέλη εἶχε; Σήμερα στὰ σπίτια; δύο – τρία, δύο – τρία μέλη· κατάρα! Τὸ σπίτι ἐκεῖνο; φωλιά, σμηνάρι! Πόσοι ἦταν μέσα; Δώδεκα ἄτομα! Μιὰ γιαγιὰ μὲ
ἄσπρα μαλλιά, ἁγία γυναίκα, θυγατέρα μάρτυρος, ἡ ἁγία Μακρίνα. Ὁ πατέρας, ποὺ λεγόταν Βασίλειος. Ἡ μητέρα, μιὰ ἁγία ῥίζα, ἡ Ἐμμέλεια. Καὶ παιδιά; Μετρῆστε· ἕνα, δύο, τρία, τέσσερα, πέντε, ἕξι, ἑφτά, ὀχτώ, ἐννέα! Τὸ πρῶτο, κορίτσι, ἡ Μακρίνα, στὸ ὄνομα τῆς γιαγιᾶς. Δεύτερος ὁ μέγας Βασίλειος, τρίτος ἔρχεται ὁ Γρηγόριος Νύσσης, καὶ ἀκολουθοῦν τὰ ἄλλα παιδιά. Μέσα σὲ τέτοιο σπίτι ἀνετράφη ὁ ἅγιος Γρηγόριος.
Ἦταν εὐφυὴς καὶ ἐπιδεκτικὸς μαθήσεως. Σπούδασε σὲ περίφημες σχολὲς ῥητορική, φιλοσοφία, μαθηματικά, φυσικὲς ἐπιστῆμες· ἔγινε σοφός. Ἀλλὰ δὲν ἦταν τύπος ἀσκητικὸς ὅπως ὁ μέγας Βασίλειος· ἤθελε νὰ ζῇ μέσα στὴν κοινωνία. Ἔτσι γιὰ ἕνα διάστημα ἔγινε συνήγορος στὰ δικαστήρια, δικηγόρος σὲ διάφορες ὑποθέσεις, καὶ ἀπέκτησε φήμη.
Σὲ ἡλικία 25 ἐτῶν παντρεύτηκε μία ἐκλεκτὴ Χριστιανὴ νέα ποὺ λεγόταν Θεοσέβεια. Ἦταν λοιπὸν ἔγγαμος. Ἀλλ᾿ ―ἀνεξιχνίαστες οἱ βουλὲς τοῦ Θεοῦ― δὲν πέρασε πολὺς χρόνος καὶ ἡ Θεοσέβεια πέθανε. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος σήκωσε τὸ μεγάλο αὐτὸ σταυρό, ποὺ αἰσθάνονται τὰ ἀγαπημένα ἀντρόγυνα.
Ἐν συνεχείᾳ, μὲ τὴν προτροπὴ τῶν ἀδελφῶν του Μακρίνης καὶ μεγάλου Βασιλείου καὶ μὲ τὴ συγκατάθεσι ὅλης τῆς οἰκογενείας, πῆγε σὲ μοναστήρι βαθειὰ στὸν Πόντο καὶ ἔμεινε ἀρκετὰ χρόνια. Ἐκεῖ μελέτησε τὴν ἁγία Γραφή· ἤξερε ἀπ᾿ ἔξω Παλαιὰ καὶ Καινὴ Διαθήκη. Ἦταν θαυμάσιος ὁμιλητὴς καὶ ζηλωτὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. Τότε χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, ἱερεύς· καὶ κατόπιν, τὸ 372, ὁ μέγας Βασίλειος τὸν ἔκανε ἐπίσκοπο Νύσσης, μιᾶς μικρᾶς κώμης τῆς Καππαδοκίας. Ἐκεῖ ἐποίμαινε θεοφιλῶς τὸ ποίμνιό του.
Ἀλλὰ τὰ χρόνια ἦταν σκληρά. Ἐπικρατοῦσαν οἱ ἀρειανοί, μεγάλοι αἱρετικοί, καὶ εἶχαν μαζί τους καὶ αὐτοκράτορες. Ἔτσι κατεδίωκαν τοὺς ὀρθοδόξους. Τὸ 374, ἐπὶ τοῦ ἀρειανόφρονος Οὐάλεντος, ἐδιώχθη καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης· τὸν ἔρριξαν ἀπὸ τὸ θρόνο καὶ τὸν ἐξώρισαν. Τὸ 378, ἐπὶ Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου, ἐπανῆλθε ἐνδόξως στὸ θρόνο του.
Ἔλαβε μέρος καὶ σὲ συνόδους. Στὴν τοπικὴ Σύνοδο τῆς Ἀντιοχείας τὸ 341 τοῦ ἀνέθεσαν νὰ ἐπισκεφθῇ καὶ νὰ στηρίξῃ τὶς ἐκκλησίες στὴν Ἀραβία καὶ τὴν Παλαιστίνη, ποὺ ἐσπαράσσοντο ἀπὸ τὸν ἀρειανισμό. Ἔλαβε μέρος καὶ στὴν Β΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τὸ 381, κατὰ τοῦ Μακεδονίου καὶ τῶν πνευματομάχων. Ὅπως στὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τὸ σπουδαιότερο πρόσωπο ἦταν ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ὁ Ἄτλας τῆς Ὀρθοδοξίας, ἔτσι στὴν Β΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τὸ σπουδαιότερο πρόσωπο ἦταν ὁ Γρηγόριος Νύσσης. Ἴσως γιὰ πρώτη φορὰ ἀκοῦτε, ὅτι αὐτός ἔγραψε – συμπλήρωσε τὸ Σύμβολο τῆς πίστεως· τοῦ ἀνέθεσαν νὰ τὸ συμπληρώσῃ. Τὸ «Πιστεύω» ἔχει δώδεκα ἄρθρα. Τὸ ἕνα ἄρθρο ὁμιλεῖ γιὰ τὸν Θεὸ Πατέρα, τὰ ἕξι ἑπόμενα μιλοῦν γιὰ τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ τὰ πέντε τελευταῖα ὁμιλοῦν· τὸ ὄγδοο «εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον», τὸ ἔνατο «Εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικὴν καὶ ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν», τὸ δέκατο «Ὁμολογῶ ἓν βάπτισμα εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν», τὸ ἑνδέκατο «Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν», καὶ τὸ δωδέκατο «Καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Ἀμήν». Αὐτὰ τὰ πέντε τά ᾿γραψε μὲ τὸ ἅγιό του χέρι ὁ Γρηγόριος Νύσσης. Ἀπ᾿ αὐτὸ καταλαβαίνετε τί σπουδαῖο ῥόλο ἔπαιξε στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας· γι᾿ αὐτὸ ἐπωνομαζόταν «πατὴρ πατέρων».
Τέλος, ἀφοῦ γέρασε, ἐκοιμήθη εἰρηνικῶς.
ἄσπρα μαλλιά, ἁγία γυναίκα, θυγατέρα μάρτυρος, ἡ ἁγία Μακρίνα. Ὁ πατέρας, ποὺ λεγόταν Βασίλειος. Ἡ μητέρα, μιὰ ἁγία ῥίζα, ἡ Ἐμμέλεια. Καὶ παιδιά; Μετρῆστε· ἕνα, δύο, τρία, τέσσερα, πέντε, ἕξι, ἑφτά, ὀχτώ, ἐννέα! Τὸ πρῶτο, κορίτσι, ἡ Μακρίνα, στὸ ὄνομα τῆς γιαγιᾶς. Δεύτερος ὁ μέγας Βασίλειος, τρίτος ἔρχεται ὁ Γρηγόριος Νύσσης, καὶ ἀκολουθοῦν τὰ ἄλλα παιδιά. Μέσα σὲ τέτοιο σπίτι ἀνετράφη ὁ ἅγιος Γρηγόριος.
Ἦταν εὐφυὴς καὶ ἐπιδεκτικὸς μαθήσεως. Σπούδασε σὲ περίφημες σχολὲς ῥητορική, φιλοσοφία, μαθηματικά, φυσικὲς ἐπιστῆμες· ἔγινε σοφός. Ἀλλὰ δὲν ἦταν τύπος ἀσκητικὸς ὅπως ὁ μέγας Βασίλειος· ἤθελε νὰ ζῇ μέσα στὴν κοινωνία. Ἔτσι γιὰ ἕνα διάστημα ἔγινε συνήγορος στὰ δικαστήρια, δικηγόρος σὲ διάφορες ὑποθέσεις, καὶ ἀπέκτησε φήμη.
Σὲ ἡλικία 25 ἐτῶν παντρεύτηκε μία ἐκλεκτὴ Χριστιανὴ νέα ποὺ λεγόταν Θεοσέβεια. Ἦταν λοιπὸν ἔγγαμος. Ἀλλ᾿ ―ἀνεξιχνίαστες οἱ βουλὲς τοῦ Θεοῦ― δὲν πέρασε πολὺς χρόνος καὶ ἡ Θεοσέβεια πέθανε. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος σήκωσε τὸ μεγάλο αὐτὸ σταυρό, ποὺ αἰσθάνονται τὰ ἀγαπημένα ἀντρόγυνα.
Ἐν συνεχείᾳ, μὲ τὴν προτροπὴ τῶν ἀδελφῶν του Μακρίνης καὶ μεγάλου Βασιλείου καὶ μὲ τὴ συγκατάθεσι ὅλης τῆς οἰκογενείας, πῆγε σὲ μοναστήρι βαθειὰ στὸν Πόντο καὶ ἔμεινε ἀρκετὰ χρόνια. Ἐκεῖ μελέτησε τὴν ἁγία Γραφή· ἤξερε ἀπ᾿ ἔξω Παλαιὰ καὶ Καινὴ Διαθήκη. Ἦταν θαυμάσιος ὁμιλητὴς καὶ ζηλωτὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. Τότε χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, ἱερεύς· καὶ κατόπιν, τὸ 372, ὁ μέγας Βασίλειος τὸν ἔκανε ἐπίσκοπο Νύσσης, μιᾶς μικρᾶς κώμης τῆς Καππαδοκίας. Ἐκεῖ ἐποίμαινε θεοφιλῶς τὸ ποίμνιό του.
Ἀλλὰ τὰ χρόνια ἦταν σκληρά. Ἐπικρατοῦσαν οἱ ἀρειανοί, μεγάλοι αἱρετικοί, καὶ εἶχαν μαζί τους καὶ αὐτοκράτορες. Ἔτσι κατεδίωκαν τοὺς ὀρθοδόξους. Τὸ 374, ἐπὶ τοῦ ἀρειανόφρονος Οὐάλεντος, ἐδιώχθη καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης· τὸν ἔρριξαν ἀπὸ τὸ θρόνο καὶ τὸν ἐξώρισαν. Τὸ 378, ἐπὶ Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου, ἐπανῆλθε ἐνδόξως στὸ θρόνο του.
Ἔλαβε μέρος καὶ σὲ συνόδους. Στὴν τοπικὴ Σύνοδο τῆς Ἀντιοχείας τὸ 341 τοῦ ἀνέθεσαν νὰ ἐπισκεφθῇ καὶ νὰ στηρίξῃ τὶς ἐκκλησίες στὴν Ἀραβία καὶ τὴν Παλαιστίνη, ποὺ ἐσπαράσσοντο ἀπὸ τὸν ἀρειανισμό. Ἔλαβε μέρος καὶ στὴν Β΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τὸ 381, κατὰ τοῦ Μακεδονίου καὶ τῶν πνευματομάχων. Ὅπως στὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τὸ σπουδαιότερο πρόσωπο ἦταν ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ὁ Ἄτλας τῆς Ὀρθοδοξίας, ἔτσι στὴν Β΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τὸ σπουδαιότερο πρόσωπο ἦταν ὁ Γρηγόριος Νύσσης. Ἴσως γιὰ πρώτη φορὰ ἀκοῦτε, ὅτι αὐτός ἔγραψε – συμπλήρωσε τὸ Σύμβολο τῆς πίστεως· τοῦ ἀνέθεσαν νὰ τὸ συμπληρώσῃ. Τὸ «Πιστεύω» ἔχει δώδεκα ἄρθρα. Τὸ ἕνα ἄρθρο ὁμιλεῖ γιὰ τὸν Θεὸ Πατέρα, τὰ ἕξι ἑπόμενα μιλοῦν γιὰ τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ τὰ πέντε τελευταῖα ὁμιλοῦν· τὸ ὄγδοο «εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον», τὸ ἔνατο «Εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικὴν καὶ ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν», τὸ δέκατο «Ὁμολογῶ ἓν βάπτισμα εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν», τὸ ἑνδέκατο «Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν», καὶ τὸ δωδέκατο «Καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Ἀμήν». Αὐτὰ τὰ πέντε τά ᾿γραψε μὲ τὸ ἅγιό του χέρι ὁ Γρηγόριος Νύσσης. Ἀπ᾿ αὐτὸ καταλαβαίνετε τί σπουδαῖο ῥόλο ἔπαιξε στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας· γι᾿ αὐτὸ ἐπωνομαζόταν «πατὴρ πατέρων».
Τέλος, ἀφοῦ γέρασε, ἐκοιμήθη εἰρηνικῶς.
* * *
Πέρασαν τόσοι αἰῶνες ἀπὸ τὴν ἡμέρα ποὺ ἐτάφη. Καὶ ὅμως δὲν ἐλησμονήθη. «Εἰς μνημόσυνον αἰώνιον ἔσται δίκαιος» (Ψαλμ. 111,6). Καὶ ἄφησε στὴν Ἐκκλησία δύο θησαυρούς. Ὁ ἕνας εἶνε ἡ ἁγία του κάρα, ἡ κεφαλὴ τοῦ ἱεροῦ λειψάνου του. Στὴ Νύσσα, τὴν ἐπισκοπή του, τέτοια ἅγια ἡμέρα, 10 Ἰανουαρίου, ἑωρτάζετο ἡ μνήμη του· καὶ μαζεύονταν ἀπ᾿ ὅλη τὴ Μικρὰ Ἀσία καὶ προσκυνοῦσαν τὴν ἁγία του κάρα. Μέχρι πότε; Μέχρι τὸ 1922. Τότε ἔγινε πρόσφυγας κι αὐτός· οἱ πρόσφυγες πῆραν μαζί τους στὴν Ἑλλάδα τὴν ἁγία του κάρα. Τώρα βρίσκεται σ᾿ ἕνα προάστιο τῆς Ἀττικῆς, τὸν Περισσό· ἑορτάζει κ᾿ ἐκεῖ σήμερα.
Ὁ δεύτερος θησαυρὸς εἶνε τὰ συγγράμματά του, γραμμένα στὴν ὡραία ἑλληνικὴ γλῶσσα. Στάζουν μέλι σοφίας. Εἶνε ἕνας κῆπος, ἀπὸ τὸν ὁποῖο κόβω μερικὰ λουλούδια καὶ σᾶς τὰ προσφέρω σὰν ἀνθοδέσμη.
Τὸ πρῶτο λουλούδι εἶνε ἡ ἀπάντησι στὸ ἐρώτημα· Ποῦ ἔγκειται ἡ ἀξία τοῦ ἀνθρώπου; Ὄχι στὸ σῶμα, ἀπαντᾷ ὁ ἅγιος Γρηγόριος, ἀλλὰ στὴν ψυχή, στὸ νοῦ καὶ στὴν ἐλευθερία. Αὐτὰ τὸν κάνουν νὰ εἶνε ἀνώτερος ἀπ᾿ ὅλα τὰ ὄντα. Γιατὶ ὁ ἄνθρωπος ἐπλάσθη «κατ᾿ εἰκόνα καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν» τοῦ Θεοῦ (Γέν. 1,26).
Τὸ δεύτερο. Ὑπάρχουν, λέει, μερικοὶ ποὺ δὲ᾿ θέλουν νὰ πιστέψουν· ὅλα τὰ ψιλοκοσκινίζουν, ὅλο ἀμφιβολίες κι ἀμφισβητήσεις εἶνε. Ξέρεις πῶς μοιάζουν αὐτοί; Μοιάζουν, λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος, σὰν ἕναν πού, ἐνῷ διψάει καὶ μπροστά του τρέχει ἕνα ποτάμι, αὐτὸς πάει στὸ νερὸ καὶ δὲν πίνει. Θὰ ἐξετάσω, λέει, τὸ νερὸ τί ποιότητα ἔχει, ποιά εἶνε ἡ φύσις του, ἀπὸ ποῦ βγαίνει, τί ἰδιότητες ἔχει…, καὶ στὸ τέλος πεθαίνει διψασμένος. Βρὲ ἄνθρωπε, τοῦ λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος, πήγαινε κοντὰ καὶ πιὲς νερό, καὶ μὴ θέλεις νὰ λύσῃς πρῶτα ὅλα τὰ προβλήματα τοῦ νεροῦ…
Τὸ τρίτο. Εἴπαμε ὅτι ἦταν ἔγγαμος, ἀλλὰ μὴ νομίσουμε ὅτι περιφρονοῦσε τὴν παρθενία. Ὁ Γρηγόριος Νύσσης εἶνε ἐκεῖνος ποὺ ἔπλεξε τὸ μεγαλύτερο ἐγκώμιο τῆς παρθενίας. Ζηλεύω, λέει, αὐτοὺς ποὺ ἔμειναν παρθένοι, ἁγνοὶ καὶ ἀμόλυντοι. Ἐγὼ μοιάζω μ᾿ ἕνα διψασμένο ὁδοιπόρο ποὺ συναντᾷ νερό, ἀλλὰ τὸ νερὸ βρίσκεται σ᾿ ἕναν ὑψηλὸ γκρεμό· τὸ βλέπει, μὰ δὲ᾿ μπορεῖ νὰ τὸ φτάσῃ. Ἤ, λέει, μοιάζω σὰν τὸ βόδι ποὺ ἁλωνίζει, ἀλλὰ στὸ στόμα ἔχει φίμωτρο, κ᾿ ἐνῷ πεινάει δὲν μπορεῖ νὰ ἀγγίξῃ οὔτε ἕνα στάχυ.
Καὶ τὸ τελευταῖο, ποὺ θὰ σᾶς φανῇ περίεργο· ὁ ἅγιος Γρηγόριος εἶνε ἐναντίον ἐκείνων ποὺ πᾶνε στὰ Ἰεροσόλυμα! Πῶς ἐξηγεῖται; Πῆγε καὶ αὐτὸς ἐκεῖ νὰ προσκυνήσῃ καὶ ἔφριξε μὲ ὅσα εἶδε καὶ ἄκουσε. Στὸ δρόμο οἱ προσκυνηταὶ δὲ᾿ μιλοῦσαν γιὰ τὸ Θεό, ἀλλὰ γιὰ κοσμικὰ πράγματα (παντρειές, χωράφια κ.λπ.). Καὶ ἄλλοι στὰ Ἰεροσόλυμα διέπρατταν φοβερὲς ἁμαρτίες· μοιχεῖες, πορνεῖες, βλασφημίες, ὅλα τὰ κακά. ―Τί σὲ ὠφέλησε ποὺ πῆγες; ἐρωτᾷ ὁ ἅγιος Γρηγόριος· προτιμότερο νὰ καθόσουν στὸ σπιτάκι σου, νὰ προσευχηθῇς, καὶ ν᾿ ἁγιάσῃς… Σπουδαῖα λόγια. Καὶ δυστυχῶς παρόμοια ἐξακολουθοῦσαν νὰ συμβαίνουν καὶ ἀργότερα. Ντρέπομαι νὰ σᾶς πῶ τί γινόταν στοὺς Ἁγίους Τόπους ἰδίως μὲ πριγκίπισσες Ῥωσίδες, ποὺ πήγαιναν ἐκεῖ καὶ ἀκολασταίνανε. Νὰ πᾷς στοὺς ἁγίους Τόπους, λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος, ἀλλὰ νὰ πᾷς ὅπως πρέπει. Ὄχι ἔτσι. Δὲν ἔχει σημασία ὁ τόπος ἀλλὰ ὁ τρόπος.
Τέτοια διδάγματα ἔχει ὁ Γρηγόριος Νύσσης.
Ὁ δεύτερος θησαυρὸς εἶνε τὰ συγγράμματά του, γραμμένα στὴν ὡραία ἑλληνικὴ γλῶσσα. Στάζουν μέλι σοφίας. Εἶνε ἕνας κῆπος, ἀπὸ τὸν ὁποῖο κόβω μερικὰ λουλούδια καὶ σᾶς τὰ προσφέρω σὰν ἀνθοδέσμη.
Τὸ πρῶτο λουλούδι εἶνε ἡ ἀπάντησι στὸ ἐρώτημα· Ποῦ ἔγκειται ἡ ἀξία τοῦ ἀνθρώπου; Ὄχι στὸ σῶμα, ἀπαντᾷ ὁ ἅγιος Γρηγόριος, ἀλλὰ στὴν ψυχή, στὸ νοῦ καὶ στὴν ἐλευθερία. Αὐτὰ τὸν κάνουν νὰ εἶνε ἀνώτερος ἀπ᾿ ὅλα τὰ ὄντα. Γιατὶ ὁ ἄνθρωπος ἐπλάσθη «κατ᾿ εἰκόνα καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν» τοῦ Θεοῦ (Γέν. 1,26).
Τὸ δεύτερο. Ὑπάρχουν, λέει, μερικοὶ ποὺ δὲ᾿ θέλουν νὰ πιστέψουν· ὅλα τὰ ψιλοκοσκινίζουν, ὅλο ἀμφιβολίες κι ἀμφισβητήσεις εἶνε. Ξέρεις πῶς μοιάζουν αὐτοί; Μοιάζουν, λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος, σὰν ἕναν πού, ἐνῷ διψάει καὶ μπροστά του τρέχει ἕνα ποτάμι, αὐτὸς πάει στὸ νερὸ καὶ δὲν πίνει. Θὰ ἐξετάσω, λέει, τὸ νερὸ τί ποιότητα ἔχει, ποιά εἶνε ἡ φύσις του, ἀπὸ ποῦ βγαίνει, τί ἰδιότητες ἔχει…, καὶ στὸ τέλος πεθαίνει διψασμένος. Βρὲ ἄνθρωπε, τοῦ λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος, πήγαινε κοντὰ καὶ πιὲς νερό, καὶ μὴ θέλεις νὰ λύσῃς πρῶτα ὅλα τὰ προβλήματα τοῦ νεροῦ…
Τὸ τρίτο. Εἴπαμε ὅτι ἦταν ἔγγαμος, ἀλλὰ μὴ νομίσουμε ὅτι περιφρονοῦσε τὴν παρθενία. Ὁ Γρηγόριος Νύσσης εἶνε ἐκεῖνος ποὺ ἔπλεξε τὸ μεγαλύτερο ἐγκώμιο τῆς παρθενίας. Ζηλεύω, λέει, αὐτοὺς ποὺ ἔμειναν παρθένοι, ἁγνοὶ καὶ ἀμόλυντοι. Ἐγὼ μοιάζω μ᾿ ἕνα διψασμένο ὁδοιπόρο ποὺ συναντᾷ νερό, ἀλλὰ τὸ νερὸ βρίσκεται σ᾿ ἕναν ὑψηλὸ γκρεμό· τὸ βλέπει, μὰ δὲ᾿ μπορεῖ νὰ τὸ φτάσῃ. Ἤ, λέει, μοιάζω σὰν τὸ βόδι ποὺ ἁλωνίζει, ἀλλὰ στὸ στόμα ἔχει φίμωτρο, κ᾿ ἐνῷ πεινάει δὲν μπορεῖ νὰ ἀγγίξῃ οὔτε ἕνα στάχυ.
Καὶ τὸ τελευταῖο, ποὺ θὰ σᾶς φανῇ περίεργο· ὁ ἅγιος Γρηγόριος εἶνε ἐναντίον ἐκείνων ποὺ πᾶνε στὰ Ἰεροσόλυμα! Πῶς ἐξηγεῖται; Πῆγε καὶ αὐτὸς ἐκεῖ νὰ προσκυνήσῃ καὶ ἔφριξε μὲ ὅσα εἶδε καὶ ἄκουσε. Στὸ δρόμο οἱ προσκυνηταὶ δὲ᾿ μιλοῦσαν γιὰ τὸ Θεό, ἀλλὰ γιὰ κοσμικὰ πράγματα (παντρειές, χωράφια κ.λπ.). Καὶ ἄλλοι στὰ Ἰεροσόλυμα διέπρατταν φοβερὲς ἁμαρτίες· μοιχεῖες, πορνεῖες, βλασφημίες, ὅλα τὰ κακά. ―Τί σὲ ὠφέλησε ποὺ πῆγες; ἐρωτᾷ ὁ ἅγιος Γρηγόριος· προτιμότερο νὰ καθόσουν στὸ σπιτάκι σου, νὰ προσευχηθῇς, καὶ ν᾿ ἁγιάσῃς… Σπουδαῖα λόγια. Καὶ δυστυχῶς παρόμοια ἐξακολουθοῦσαν νὰ συμβαίνουν καὶ ἀργότερα. Ντρέπομαι νὰ σᾶς πῶ τί γινόταν στοὺς Ἁγίους Τόπους ἰδίως μὲ πριγκίπισσες Ῥωσίδες, ποὺ πήγαιναν ἐκεῖ καὶ ἀκολασταίνανε. Νὰ πᾷς στοὺς ἁγίους Τόπους, λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος, ἀλλὰ νὰ πᾷς ὅπως πρέπει. Ὄχι ἔτσι. Δὲν ἔχει σημασία ὁ τόπος ἀλλὰ ὁ τρόπος.
Τέτοια διδάγματα ἔχει ὁ Γρηγόριος Νύσσης.
* * *
Τελείωσα. Τί μένει; Νὰ κλάψουμε, βρὲ παιδιὰ – βρὲ ἀδέρφια. Ψεῦτες εἴμεθα, θεομπαῖχτες εἴμεθα. Μπορεῖτε νὰ μοῦ δείξετε μιὰ οἰκογένεια τέτοια σὰν τοῦ ἁγίου Γρηγορίου; Δὲν ὑπάρχει. Τὰ βρέφη τῆς κούνιας ἄλλοτε ἦταν ἀγγελούδια· τώρα ἡ κούνια ἔγινε πανέρι μὲ φίδια!… Πρῶτα γεννούσανε παιδιά, ἀλλὰ προηγουμένως νηστεύανε σαράντα μέρες ―μὲ καταλαβαίνετε, νὰ μὴ προχωρήσω περισσότερο― καὶ κάνανε προσευχή· κι ἂν ἔμενε ἔγκυος ἡ γυναίκα, δὲν τὴν πειράζανε πιά. Τώρα;… Γι᾿ αὐτὸ κάθε κούνια ἔγινε ἕνα πανέρι μὲ φίδια! Κι ἀπ᾿ τὰ πανέρια αὐτὰ βγαίνουν παιδιὰ ἀκόλαστα, ἔκφυλα, τερατώδη ὄντα.
Σκληρὸς εἶνε ὁ λόγος μου, ἀλλ᾿ ἀναστενάζω. Δῶστε μου οἰκογένειες τέτοιες, ποὺ νά ᾿χουν ὄχι μόνο πολλὰ παιδιά, ἀλλὰ καὶ παιδιὰ ποτισμένα καὶ ἀναθρεμμένα μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ! Τότε θὰ δοῦμε καλύτερες ἡμέρες.
Παρακαλέστε τὸ Θεὸ νὰ βγοῦν νέοι Βασίλειοι, νέοι Γρηγόριοι, νέοι Χρυσόστομοι, ποὺ θὰ τιμήσουν τὴν πατρίδα καὶ θὰ ὠφελήσουν τὴν ἀνθρωπότητα· ἀμήν.
Σκληρὸς εἶνε ὁ λόγος μου, ἀλλ᾿ ἀναστενάζω. Δῶστε μου οἰκογένειες τέτοιες, ποὺ νά ᾿χουν ὄχι μόνο πολλὰ παιδιά, ἀλλὰ καὶ παιδιὰ ποτισμένα καὶ ἀναθρεμμένα μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ! Τότε θὰ δοῦμε καλύτερες ἡμέρες.
Παρακαλέστε τὸ Θεὸ νὰ βγοῦν νέοι Βασίλειοι, νέοι Γρηγόριοι, νέοι Χρυσόστομοι, ποὺ θὰ τιμήσουν τὴν πατρίδα καὶ θὰ ὠφελήσουν τὴν ἀνθρωπότητα· ἀμήν.
Απομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 10 πρὸς 11-1-1986