του πάνω σε αγκάθια, τον θανάτωσαν με ξίφος».
Τα
γεμάτα πίστη και χάρη Θεού μάτια του αγίου ποιητή Θεοφάνη γίνονται
σήμερα τα πνευματικά μας γυαλιά, προκειμένου να δούμε την άλλη, κρυμμένη
διάσταση του μαρτυρίου του αγίου μεγαλομάρτυρα Μηνά,
αλλά και της μετά το μαρτύριο καταστάσεώς του. Το θέαμα καταρχάς που
μας αποκαλύπτει την ώρα που η γη, αγιασμένη από το αίμα των αιμάτων
του, κατακαλύπτει το άγιο σώμα του, είναι πράγματι μεγαλειώδες. Σαν να
βρισκόμαστε σε ένα πνευματικό πλανητάριο, μας καθοδηγεί στο να
βλέπουμε και εμείς, μαζί με εκείνον, τη δύση του αγίου σ’ αυτόν τον
κόσμο και τη λαμπρή ανατολή του στον κόσμο του ουρανού, της Βασιλείας
του Θεού. «Γη σου νυν το σώμα το
στερρόν, μακάριε, εναθλήσαν κατεκάλυψε∙ φέρει το πνεύμα ουρανός δε συν
πνεύμασι Μαρτύρων γηθόμενον, και φαιδροτάτη δόξη λαμπόμενον».
(Η γη, μακάριε, κατακάλυψε τώρα το δυνατό σώμα σου που αθλήθηκε. Ο
ουρανός όμως φέρει χαρμόσυνο το πνεύμα σου, μαζί με τα πνεύματα των
άλλων μαρτύρων, λάμποντας από φαιδρότατη δόξα). Συνιστούν ο άγιος,
όπως και οι άλλοι συνεορτάζοντες με αυτόν άγιοι Βίκτωρ, Βικέντιος και
Στεφανίς, τα κοσμήματα του νοητού ουρανού, της Εκκλησίας, όπως και τα
αστέρια κοσμούν το κτιστό στερέωμα του ουρανού. «Τους ουρανούς αστέρες κατακοσμούσιν, οικτίρμον, την εκκλησίαν Μηνάς δε, Βίκτωρ, Βικέντιος κοσμεί, και Στεφανίς».
Κι ακόμη: μας μεταφέρει ο υμνογράφος στην πρόσωπο προς πρόσωπο σχέση
του αγίου Μηνά με τον Παντοκράτορα Κύριο, ο Οποίος «μύρισε» την ευωδία
του σαν ψημένου φρέσκου ψωμιού από το μαρτύριό του Μηνά και την σαν
ευωδιαστό θυμίαμα αναφορά του προς Αυτόν. «Πρόσωπον προς πρόσωπον νυν οράς θεούμενος, Μηνά». «Ωράθης ως άρτος εν τω μέσω πυράς απτομένης εξοπτώμενος…και θείαν ευωδίαν εκπέμπων, ην Θεός ωσφράνθη».
Ο
άγιος υμνογράφος όμως μας δίνει και την άλλη διάσταση, όπως είπαμε,
και του ίδιου του μαρτυρίου. Επιφανειακά, βλέπουμε μαρτύρια, πόνους,
αίματα, καμμένες σάρκες. Την ίδια στιγμή, μας πηγαίνει στο βάθος: «Συναπεβάλου
ταις πληγαίς συ τους δερματίνους χιτώνας της αμαρτίας, και στολήν
ενεδύσω μηκέτι παλαίωσιν δεχομένην, μακάριε, ην εξύφανεν η χάρις
επιφανείσα». (Μαζί με τις πληγές του σώματός σου έβγαλες τους
δερμάτινους χιτώνες της αμαρτίας, και ντύθηκες τη στολή που δεν παλιώνει
ποτέ, μακάριε, την οποία ύφανε η χάρη του Θεού που φανερώθηκε). Με τα
μάτια του σώματος βλέπουμε σάρκες και αίματα να ρέουν. Με τα μάτια της
πίστεως βλέπουμε το θεοΰφαντο χιτώνα που ενδύεται ο μάρτυρας. Γι’ αυτό
και ενώ πάμε να κλάψουμε για ό,τι υφίσταται ένας άνθρωπος, χαιρόμαστε
και γελάμε για ό,τι δέχεται ως δόξα του Ουρανού. «Μεγάλης πρόξενος ημίν υπάρχει θυμηδίας, η μνήμη των Μαρτύρων».
Και δεν είναι μόνον τα θαυμαστά που υφίσταται ο ίδιος ο άγιος από το
μαρτύριό του, αλλά και αυτά που φέρει ως αποτέλεσμα του μαρτυρίου του:
να συντρίβει τον διάβολο και να ταπεινώνει τους εχθρούς της πίστεως. «Συρόμενος, μάρτυς, και τριβόλοις οξέσι κεντούμενος, συνέτριψας κέντρα του αλάστορος».
Δεν θα παύσουμε να το τονίζουμε: ό,τι υφίσταται ο χριστιανός χάριν
του Κυρίου του αποτελεί νίκη και δόξα για όλους τους ανθρώπους απέναντι
στην κακία και την πονηρία. Διότι ακριβώς μετέχει στο Πάθος του
Χριστού, με το οποίο συνετρίβη η δύναμη του εχθρού.
Προϋπόθεση
βεβαίως για όλα τα συγκλονιστικά συμβαίνουν στο «βάθος» της
πραγματικότητας είναι η αγάπη προς τον Χριστό. Εκείνο που έδινε και στον
άγιο Μηνά, όπως και σε όλους τους αγίους, τη δύναμη να υπερβαίνουν και
την ίδια τη φύση, ήταν η υπέρ φύσιν αγάπη προς τον Χριστό. Ο έρωτάς
τους προς Εκείνον τους έκανε να κυριαρχούν πάνω στην θεωρούμενη
αξεπέραστη βία της φύσεως, διότι τους έστρεφε ολοκληρωτικά προς Αυτόν. «Ο γαρ θείος έρως σου κατακρατήσας της φύσεως, λήθην, Μηνά, ενεποίει».
Το έχουμε τονίσει επανειλημμένως: χωρίς την χάρη του Θεού, απόρροια
της αγάπης προς Εκείνον, δεν μπορεί κανείς να υπομείνει τα μαρτύρια. «Η γαρ θεία χάρις συμπαρούσα, Μηνά, σε ενίσχυσε».
Κι είναι επόμενο η χάρη αυτή βρίσκοντας δίοδο για τον κόσμο την
διαφανή ύπαρξη του αγίου, να τον κάνει να προσφέρει θαυματουργίες. Κι
ένα από τα «άπειρα» θαύματά του παραθέτουμε και στη συνέχεια:
http://pgdorbas.blogspot.gr