Ένας
πολυάσχολος άνθρωπος του καιρού μας, αποφάσισε κάποτε να επισκεφθεί
έναν άγιο ερημίτη. Ήθελε να ηρεμήσει λίγο από το άγχος πού τον βασάνιζε.
Και να ζητήσει τις συμβουλές του γέροντα.
Τον συνάντησε σε μια φτωχική καλύβα.
-Ευλογείτε, είπε χαιρετώντας τον ερημίτη.
Ξέρετε, έκανα πολύ δρόμο για να έλθω εδώ...
-Κάθισε, τον διέκοψε ο γέροντας. Άσε με να σου βάλω λίγο τσάι.
-Τώρα διευθύνω μια μεγάλη επιχείρηση..., συνέχισε να
περιαυτολογεί ο ξένος.
-Πιστεύω ότι το τσάι θα σας αρέσει πολύ, είπε ο ερημίτης, συνεχίζοντας να γεμίζει την κούπα του επισκέπτη του.
-Μα εσείς την ξεχειλίσατε, πάτερ, το τσάι χύνεται απ' έξω! παρατήρησε ενοχλημένος ο ξένος
-Κι εσύ μοιάζεις μ' αυτήν την ξεχειλισμένη κούπα! απάντησε τότε ο σοφός γέροντας.
Αν
δεν αδειάσεις, ευλογημένε, έστω λίγα από αυτά πού κουβαλάς, πώς θα
αφήσεις να στάξει μέσα σου κάτι από τα λίγα πράγματα πού ξέρω.
* * *
Κάτι
παρόμοιο συμβαίνει, μερικές φορές, όταν προσερχόμαστε στο Μυστήριο της
Ιεράς Εξομολογήσεως. Μοιάζουμε κι εμείς με τις ξεχειλισμένες κούπες, πού
ανέφερε ο γέροντας.
Σίγουρα
οι περισσότεροι δεν έχομε ούτε την μόρφωση ούτε τα πλούτη, πού είχε ο
άνθρωπος της παραπάνω ιστορίας. Συνήθως, όμως, είμαστε
• «ξεχειλισμένοι» από ανόητες δικαιολογίες για όσα κάναμε,
• «παραφουσκωμένοι» από αυτοδικαίωση,
• «πλούσιοι» σε κατηγορίες για τους άλλους.
Έτσι,
ΕΠΙΜΕΝΟΥΜΕ να αναφέρουμε ΜΟΝΟΝ, όσα είπαν και έκαναν οι άλλοι εις βάρος
μας. Και συνειδητά παρασιωπούμε πόσο «λάδι στη φωτιά» ρίξαμε εμείς.
Αρνούμαστε να δούμε το δικό μας φταίξιμο. Και μάλιστα την στιγμή, πού
-συχνά- εμείς «κάναμε την αρχή».
Πώς
λοιπόν περιμένομε, μέσα στην ξέχειλη από εγωισμό καρδιά μας, να στάξει
το έλεος του Θεού; Πώς θέλομε συγχώρηση, όταν όλο τον χώρο της καρδιάς
τον καταλαμβάνη το εγώ μας;
Ας αρχίσουμε επί τέλους να αδειάζουμε τις κούπες μας, αφήνοντας λίγο χώρο για τις ερωτήσεις:
•Μήπως παραφουσκώνω τις δικαιολογίες μου;
•Μήπως ο άλλος έχει περισσότερα ελαφρυντικά από μένα;
•Μήπως έφταιξα «λίγο κι εγώ;
Και τελικά - για να αδειάσουμε τελείως την «κούπα»:
•Μήπως όλη η φασαρία ξεκίνησε από μένα;
Αρχιμ. Β. Λ.
Από την ομιλία: «Η ευχή του Άγιου Έφραίμ του Σύρου»
του Αλεξάνδρου Σμέμαν