Σήμερα, ἀγαπητοί μου, ἔχουμε μεγάλη ἑορτή· εἶνε ἡ ἑορτὴ τῆς Ἀναλήψεως, ἡ τελευταία δεσποτικὴ ἑορτή. Ὁ Χριστός, ἀφοῦ μὲ τὴ γέννησί του ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία ἦλθε ἀπὸ τὰ οὐράνια ἐδῶ στὴ γῆ καὶ ἔγινε ἄνθρωπος, τώρα ἐπιστρέφει πάλι ἐκεῖ ὅπου ἦταν προτοῦ νὰ ἔλθῃ.
Ἡ Ἀνάληψις κλείνει ἕνα κύκλο·εἶνε τὸ ἐπισφράγισμα τῆς θείας οἰκονομίας, ἡ ὁλοκλήρωσις τοῦ ἔργου τῆς σωτηρίας μας.
Μὲ τὴν ἀνάληψί του ὁ Κύριός μας, ἀφοῦ νίκησε κάτω στὸν ᾅδη τὸ θάνατο, κι ἀφοῦ προσκυνήθηκε πάνω στὴ γῆ ἀπὸ τοὺς
ἀποστόλους, τώρα δοξάζεται καὶ ψηλὰ στοὺς οὐρανοὺς ἀπὸ τοὺς ἁγίους ἀγγέλους του.
Συνεπῶς αὐτὸς δεσπόζει τῶν ὅλων, εἶνε ὁ Κύριος τῶν πάντων.
Στὸν 23ο ψαλμό, χίλια χρόνια πρὸ Χριστοῦ, ὁ προφήτης Δαυῒδ προφητεύει αὐτὴ τὴν θριαμβευτικὴ ἐπιστροφὴ τοῦ παμβασιλέως Χριστοῦ.
Ἂς ἀκούσουμε σήμερα τὰ προφητικά του λόγια·ἀναφέρονται στὴ σημερινὴ ἑορτή, ἀναφέρονται ὅμως καὶ στὴ δική μας συμμετοχὴ στὸ κοσμοσωτήριο αὐτὸ γεγονός.
Μετὰ τὸν θάνατο, ἀγαπητοί μου, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ ἀκολούθησε ἡ ταφή. Καὶ μετὰ τὴν τριήμερο ταφὴ ἀκολούθησε ἡ ἐκ νεκρῶν ἀνάστασις, καὶ σαράντα ἡμέρες μετὰ ἔγινε ἡ ἔνδοξος ἀνάληψίς του στοὺς οὐρανούς.
Τότε οἱ ἅγιοι ἄγγελοι οἱ ὁποῖοι κατὰ τοὺς πατέρας τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἦταν γνῶσται μέχρι λεπτομερειῶν τοῦ ὅλου μυστηρίου τῆς θείας οἰκονομίας, ὅταν εἶδαν τὸν ἄνθρωπο Χριστὸ ν᾽ ἀνεβαίνῃ στὰ ἐπουράνια, δέχθηκαν τὴν προσταγὴ «Ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, καὶ ἐπάρθητε, πύλαι αἰώνιοι, καὶ εἰσελεύσεται ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης», ἀνοῖξτε τὶς πύλες νὰ εἰσέλθῃ ὁ Βασιλεύς.
Μὲ ἀπορία ρωτοῦσαν·
«Τίς ἐστιν οὗτος ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης;», ποιός εἶνε αὐτός; Κι ἄκουσαν τὴν ἀπάντησι ποὺ ἐπαναλάμβανε τὴν προσταγή·
«Κύριος κραταιὸς καὶ δυνατός, Κύριος δυνατὸς ἐν πολέμῳ. Ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, καὶ ἐπάρθητε, πύλαι αἰώνιοι,καὶ εἰσελεύσεται ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης».
Οἱἄγγελοι ρώτησαν πάλι
«Τίς ἐστιν οὗτος ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης;» καὶ πῆραν πάλι τὴν ἀπάντησι «Κύριος τῶν δυνάμεων, αὐτός ἐστιν ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης» (Ψαλμ. 23,7-10).
Ἡ Ἀνάληψις συνδέεται μὲ τὸ βασιλικὸ ἀξίωμα τοῦ Κυρίου. Ἀποτελεῖ τὸν θρίαμβο τοῦ νικητοῦ Βασιλέως, ποὺ ἐπιστρέφει τροπαιοῦχος μετὰ τὴ μεγάλη μάχη ποὺ ἔδωσε κατὰ τοῦ θανάτου, τοῦ ᾅδου καὶ τοῦ κοσμοκράτορος διαβόλου. Ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἡ σημασία τῆς Ἀναλήψεως εἶνε πολὺ μεγάλη. Κατ᾽ αὐτήν, στὸ πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, ἡ ἀνθρωπίνη φύσις ὑψώνεται καὶ κάθεται στὰ δεξιὰ τοῦ Πατρός, γίνεται συγκάθεδρος τῆς Θεότητος. Κατ᾽ αὐτὸ τὸν τρόπο ἄνοιξε ἡ ὁδὸς τῆς θεώσεως γιὰ τοὺς θνητούς. Στὸ ἑξῆς ὁ ἄνθρωπος ποὺ πιστεύει στὸ Χριστὸ μπορεῖ νὰ φθάνῃ στὸ «καθ᾽ ὁμοίωσιν» (Γέν. 1,26)· θεοῦται κατὰ χάριν, δοξάζεται ὡς υἱὸς τοῦ αἰωνίου Βασιλέως, συμβασιλεύει μαζί του.
Ἡ φωνὴ ὅμως «Τίς ἐστιν οὗτος ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης;»
ἀκούστηκε ὄχι μόνο στὰ ἐπουράνια ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους τὴν ἡμέρα τῆς Ἀναλήψεως, ἀλλὰ καὶ στὰ καταχθόνια τὴν ἡμέρα τῆς καθόδου τοῦ Χριστοῦ στὸν ᾅδη.
Αὐτοὶ ποὺ ἦταν ἐκεῖ, βλέποντας τὸ Νικητὴ τοῦ θανάτου νὰ συντρίβῃ τὶς ἁλυσίδες τῶν δεσμίων, ἀποροῦσαν καὶ ἔλεγαν·
«Τίς ἐστιν οὗτος ὁ βασι-λεὺς τῆς δόξης;».
Γι᾽ αὐτὸ σὲ πολλὲς ἐνορίες μετὰ τὴν περιφορὰ τοῦ ἐπιταφίου τὸ βράδυτῆς Μεγάλης Παρασκευῆς καὶ προτοῦ νὰ μποῦν στὸ ναὸ ὁ ἱερεὺς σταματᾷ ἐμπρὸς στὶςκλεισμένες θύρες καὶ προστάζει·
«Ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, καὶ ἐπάρθητε, πύλαι αἰώνιοι, καὶ εἰσελεύσεται ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης»
. Κάποιος μέσα ἀπὸ τὸ ναὸ ρωτάει·
«Τίς ἐστιν οὗτος ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης;»
. Καὶ ὁ ἱερεὺς κρατώντας τὸν ἐπιτάφιο ἀπαντᾷ ἐπαναλαμβάνοντας τὴν προσταγή·«Κύριος κραταιὸς καὶ δυνατός, Κύριος δυνατὸς ἐν πολέμῳ.
Ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, καὶ ἐπάρθητε, πύλαι αἰώνιοι, καὶ εἰσελεύσεται ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης».
Μέσα ἀπὸ τὸ ναὸ ξανακούγεται ἡ ἐρώτησι
«Τίς ἐστιν οὗτος ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης;» ὁ ἱερεὺς ἀπαντᾷ πάλι «Κύριος τῶν δυνάμεων, αὐτός ἐστιν ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης»
καὶ σπρώχνοντας τὴν θύρα ἀνοίγει καὶ μπαίνει μὲ τὸν ἐπιτάφιο, κι ἀκολουθοῦν ὅλοι. Ἀλλὰ ἡ φωνὴ αὐτὴ ἐξακολουθεῖ ν᾽ ἀκούγεται ἐπὶ τῆς γῆς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους κάθε φορὰ ποὺ ὁ ἀρχιερεὺς τελεῖ ἐγκαίνια νέου ναοῦ. Κατὰ τὴν εἰδικὴ ἀκολουθία, μετὰ τὴν Τρίτη περιφορὰ γύρω ἀπὸ τὸ ναό, κρατώντας τὰ ἅγια λείψανα τῶν μαρτύρων τῆς πίστεως ἐμπρὸς στὴν κλεισμένη θύρα τοῦ ναοῦ ποὺ ἐγκαινιάζεται λέει·
«Ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, καὶ ἐπάρθητε, πύλαι αἰώνιοι, καὶ εἰσ ελεύσεται ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης».
Κάποιος ἀπὸ μέσα ρωτάει
«Τίς ἐστιν οὗτος ὁ βασιλεὺς τῆς δό ξης;» καὶ ὁ ἀρχιερεὺς ἀπαντᾷ
«Κύριος κραταιὸς καὶ δυνατός, Κύριος δυνατὸς ἐν πολέμῳ, Κύριος τῶν δυνάμεων, αὐτός ἐστιν ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης». Καὶ ἀνοίγοντας τὴν πύλη μπαίνει στὸ ναὸ ἀκολουθούμενος ἀπὸ ὅλους.
Ἡ εἴσοδος αὐτὴ εἰκονίζει τὴν εἴσοδο τοῦ βασιλέως Χριστοῦ στὸ ναό. Τέλος οἱ στίχοι αὐτοὶ τοῦ 23ου ψαλμοῦ ἀπαγγέλλονται καὶ ἀπὸ τὸν κάθε πιστὸ ὅταν πρόκειται νὰ κοινωνήσῃ, στὴν ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως.
Διότι κ᾽ ἐκεῖ, μὲ τὴν προσέλευσι τοῦ Χριστιανοῦ στὸ μυστήριο τῆς θείας εὐχαριστίας, γίνεται μία εἴσοδος τοῦ Βασιλέως Χριστοῦ σὲ ἕναν ἄλλο ναὸ ἐξ ἴσου ἱερὸ καὶ ἅγιο· εἶνε ὁ ναὸς τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆςκάθε πιστοῦ.
Στὴν ἀκολουθία αὐτὴ ὁ μέλλων νὰ προσέλθῃ στὴν θεία κοινωνία λέει μὲ συναίσθησι·
«Τὰς ἀνομίας μου πάριδε, Κύριε, ὁ ἐκ Παρθένου τεχθείς, καὶ τὴν καρδίαν μου καθάρισον, ναὸν αὐτὴν ποιῶν τοῦ ἀχράντου σου σώματος καὶ αἵματος…» (τροπ.).
«Οὐκ εἰμὶ ἱκανός,Δέσποτα Κύριε, ἵνα εἰσέλθῃς ὑπὸ τὴν στέγην τῆς ψυχῆς μου... Κελεύεις, ἀναπετάσω τὰς πύλας, ἃς σὺ μόνος ἐδημιούργησας, καὶ εἰσέρχει μετὰ φιλανθρωπίας, ὡς πέφυκας...» (εὐχ.Δ΄).
Καὶ κατὰ τὴν Εὐχαριστία μετὰ τὴν μετάληψι προσφωνεῖ τὸν Χριστὸ βασιλέα·
«Δέσποτα Χριστὲ ὁ Θεός, Βασιλεῦ τῶν αἰώνων καὶ δημιουργὲ τῶν ἁπάντων, εὐχαριστῶ σοι...».
Ἕνας νεώτερος καλὸς ἑρμηνευτὴς τῆς ἁγίας Γραφῆς, ἀγαπητοί μου, δίνοντας μεταφορικὴ καὶ πνευματικὴ ἑρμηνεία στὸν 23οψαλμὸ καὶ συσχετίζοντάς τον μὲ τὸν λόγο τῆς Ἀποκαλύψεως
«Ἰδοὺ ἕστηκα ἐπὶ τὴν θύραν καὶ κρούω…» (Ἀπ. 3,20), παρατηρεῖ, ὅτι ὁ Χριστός, ὁ Βασιλεὺς τῶν αἰώνων καὶ Κύριος τῆς δόξης, στέκεται καὶ μυστικὰ ἔξω ὄχι πλέον ἀπὸ τὸ ναὸ ἀλλ᾽ ἀπὸ τὴν καρδιὰ κάθε ἀνθρώπου καὶ χτυπάει τὴν πόρτα τῆς ψυχῆς του.
Ζητάει νὰ μπῇ σ᾽ αὐτήν, γιὰ νὰ ἐγκαταστήσῃ μέσα στὸν ἄνθρωπο τὸ κράτος τῆς βασιλείας του, νὰ διώξῃ ἀπὸ ᾽κεῖ τὸν ἄρχοντα τοῦ σκότους ― ποὺ ἐπικρατεῖ δυστυχῶς στὶς περισσότερες καρδιές ― καὶ νὰ βασιλεύσῃ εἰς αἰῶνας αἰώνων. Κάθε ἄνθρωπος ποὺ πιστεύει στὸ Χριστὸ εἶνε ἕνας πνευματικὸς ναός, τὸν ὁποῖο δὲν μπορεῖ νὰ καταλύσῃ ἡ κακία τῶν ἀντιχρίστων.
Αὐτοὶ μποροῦν νὰ γκρεμίζουν μόνο χειροποίητους ναούς. Ἀλλὰ κι ἂν ἀκόμη ὑποθέσουμε, ὅτι ὁ διάβολος μὲ τὰ ὄργανά του κατορθώσῃ κάποτε νὰ γκρεμίσῃ ὅλους τοὺς ναοὺς ποὺ χτίζουν οἱ Χριστιανοί, καὶ πάλι ὁ Χριστός, ὡς κραταιὸς καὶ αἰώνιος βασιλεὺςτῶν καρδιῶν, θὰ βασιλεύῃ στοὺς πνευματικοὺς ναούς, ποὺ εἶνε οἱ καρδιὲς τῶν πιστῶν.
Χαρὰ δὲ καὶ ἀγαλλίασις ἐπικρατεῖ στὶς καρδιὲς αὐτὲς ποὺ ἔχουν μέσα τους τὸν βασιλέα Χριστό, ἔστω καὶ ἂν στεροῦνται τὸν πλοῦτο καὶ τὰ μεγαλεῖα τῶν βασιλέων τοῦ κόσμου τούτου.
Καὶ ὅσο μὲν διαρκεῖ ἀκόμη ἡ παροῦσα ζωή,ὁ Χριστός, ἐπειδὴ σέβεται τὴν ἐλευθερία τῶν λογικῶν του πλασμάτων, εἶνε βασιλεὺς ἐκείνων μόνο ποὺ ἐλεύθερα τὸν πιστεύουν, τοῦ ἀνοίγουν τὴν θύρα τῆς καρδιᾶς τους καὶ τὸν δέχονται νὰ ἐνθρονισθῇ σ᾽ αὐτήν.
Τὴν ἡμέρα ὅμως τῆς δευτέρας παρουσίας του καὶ καθ᾽ὅλη τὴν ἐν συνεχείᾳ αἰωνιότητα ὁ Χριστὸς θὰ ἀναγνωρισθῇ ἀπὸ ὅλους.
Θὰ εἶνε παγκόσμιος βασιλεύς.
Ὅλοι τότε θὰ πέσουν καὶ θὰ τὸν προσκυνήσουν.
Τότε ἐνώπιον αὐτοῦ «πᾶν γόνυ κάμψει ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων, καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσεται ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός» (Φιλ. 2,10-11).
Καὶ τότε οἱ μὲν Ἡρῷδες καὶ Ἄννες καὶ Καϊάφες καὶ διῶκτες καὶ ἀρνηταὶ καὶ προδότες καὶ καθένας ποὺ σὲ τοῦτο τὸν κόσμο στάθηκε ψυχρὸς ἢ καὶ ἀντιστάθηκε σ᾽αὐτὸν καὶ στὴν Ἐκκλησία του, θὰ τρέμουν σὰν φύλλα φθινοπωρινά.
Οἱ φωνὲς ὅμως τῶν μυριάδων ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, ἑνωμένες μὲ τὶς φωνὲς τῶν σεσωσμένων, ἀπαντώντας στὸ ἐρώτημα
«Τίς ἐστιν οὗτος ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης;», θὰ λένε·
«Κύριος τῶν δυνάμεων, αὐτός ἐστιν ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης»
.
Τμῆμα ἄρθρου, τὸ ὁποῖο ἐδημοσιεύθη στὴν καθαρεύουσα στὸ περιοδικὸ «Χριστιανικὴ Σπίθα» τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1994.
Μεταγλώττισις καὶ ἀναπλήρωσις 20-4-2012.