Τί νόημα ἔχουν ὅλες αὐτές οἱ εὐαγγελικές ἀφηγήσεις θαυμάτων τοῦ
Χριστοῦ, πού ἔγιναν πρίν ἀπό 2.000 χρόνια σέ μιά ἐποχή σάν τήν σημερινή,
ὅπου ἡ καθημερινή ἐπικαιρότητα εἶναι τόσο ἐντυπωσιακή, πού κάνει νά
ξεχαστοῦν καί τά πιό συγκλονιστικά γεγονότα μέσα σέ ἐλάχιστο χρονικό
διάστημα;
Δέν εἶναι ἄλλωστε λίγοι οἱ χριστιανοί ἐκεῖνοι, πού ἀποφεύγουν νά
διαβάζουν τήν Ἁγία Γραφή, μέ τήν δικαιολογία ὅτι ὅσα γράφει εἶναι
γνωστές ἱστορίες, χωρίς ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον γιά τήν ἐποχή μας. Δέν
ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι, ὅσο ἐντυπωσιακές κι ἄν εἶναι οἱ ἱστορίες αὐτές,
ἄν τίς δοῦμε ἁπλῶς
ὡς ἀφηγήσεις γιά γεγονότα πού συνέβησαν πρίν ἀπό
εἴκοσι αἰῶνες, ἡ ἀξία τους χάνεται καί συχνά μᾶς ἀφήνουν ἐντελῶς
ἀδιάφορους.
Ὅμως τήν Ἁγία Γραφή δέν τήν διαβάζουμε γιά νά μάθουμε τό τί ἔγινε τό
1200 π.Χ. ἤ τό 60 μ.Χ., ἀλλά ἐπειδή πιστεύουμε ὄτι περιέχει τόν ζωντανό
λόγο τοῦ Θεοῦ, πού, ὡς τέτοιος, ἀπευθύνεται στούς ἀνθρώπους ὅλων τῶν
ἐποχῶν. Ὡς ζωντανός λόγος τοῦ Θεοῦ, ἡ Ἁγία Γραφή δέν χάνει ποτέ τήν
ἐπικαιρότητά της, ἀλλά τά ὅσα ἀναφέρονται σ’ αὐτήν ἀποκτοῦν σέ κάθε
ἐποχή καινούριο νόημα, ἀνάλογα μέ τά ἐρωτήματα πού κάθε φορά θέτουμε στό
κείμενο.
Εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός, αὐτός πού ἀπαντᾶ στά ἐρωτήματά μας, αὐτός πού μᾶς
ἀνοίγει τά μάτια, γιά νά κατανοήσουμε τίς ἀπαντήσεις Του καί νά δοῦμε
κάθε φορά τά πράγματα ἀπό μιάν ἄλλη ὀπτική γωνία. Ἀρκεί βεβαίως νά
θέλουμε νά δοῦμε. Μέ αὐτό τό πρίσμα ὀφείλουμε νά προσεγγίσουμε καί τίς
ἀφηγήσεις γιά τά θαύματα τοῦ Χριστοῦ. Στόχος δέν εἶναι ὁ ἐντυπωσιασμός
τῶν ἀκροατῶν μέ τήν περιγραφή τῆς δύναμης τοῦ Ἰησοῦ, ἀλλά συνιστοῦν ἕνα
διαφορετικό τρόπο διδασκαλίας, γιά τό ποιός εἶναι ὁ Ἰησοῦς καί ποιό
εἶναι τό ἔργο Του.
Τά θαύματα εἶναι δεῖκτες αὐτοῦ πού ἀποκαλοῦμε «Βασιλεία τοῦ Θεοῦ»,
παραστατικές εἰκόνες, πού μᾶς βοηθοῦν νά καταλάβουμε τό πῶς θά εἶναι ὁ
καινούριος κόσμος τόν ὁποῖο ὁ Χριστός ἐξήγγειλε μέ τήν διδασκαλία Του,
ἐγκαινίασε μέ τήν Ἀνάστασή Του, καί οἱ ἀνά τούς αἰῶνες μαθητές Του, ἀπό
τήν ἐποχή τῶν ἀποστόλων μέχρι σήμερα, ἀγωνιζόμαστε νά πραγματώσουμε.
Ὁ Ἰησοῦς μέ τά θαύματά Του δέν ἄλλαξε τόν κόσμο, δέν ἀπάλλαξε τόν κόσμο
ἀπό τό κακό, ἀλλά οἱ ἀφηγήσεις τῶν θαυμάτων αὐτῶν λειτουργοῦν γιά μᾶς
ὡς παραδείγματα, πού δείχνουν σέ ἐπιμέρους περιπτώσεις τίς δυνατότητες
πού ἔχουμε ὡς χριστιανοί νά ἐξαφανίσουμε τό κακό ἀπό τόν κόσμο.
Ἡ συνέπεια ὅμως τῆς ἀτομοκεντρικῆς νοοτροπίας μας εἶναι ὅτι ἔχουμε
πάψει πιά νά πιστεύουμε στήν ἀποτελεσματικότητα τῶν μέσων πού διαθέτουμε
γιά νά ἀλλάξουμε τόν κόσμο. Κατ’ ἐξοχήν τέτοια μέσα εἶναι ἡ προσευχή
καί ἡ νηστεία. Δυστυχῶς κατανοοῦμε τήν προσευχή καί τήν νηστεία ὡς
θρησκευτικές ὑποχρεώσεις μας, ὡς μέσα πού ἐξασφαλίζουν τήν ἀτομική μας
σωτηρία, καί ὄχι ὡς μέσα γιά νά ἐπιτύχουμε τήν μεταμόρφωση τῆς
κοινωνίας.
Ἔτσι, ὅταν ἡ προσευχή περιορίζεται σέ αἰτήματα γιά τήν ἀτομική μας
εὐημερία καί δέν ἔχει ὡς στόχο καί προοπτική τόν κόσμο ὁλόκληρο, ὅταν
δέν εἶναι ἕνας εἰλικρινής διάλογος μέ τόν Θεό, προκειμένου νά ὁδηγηθῆ
κανείς σέ ὀρθές ἐπιλογές στήν ζωή του, ἀλλά γίνεται ἀπό ἀνάγκη ἤ ἀπό
φόβο, τότε δέν ἔχει κανένα ἀποτέλεσμα.
Καί ἄν ἡ νηστεία μας δέν εἶναι μιά συνειδητή πράξη παραίτησης ἀπό
ὡρισμένα αὐτονόητα δικαιώματά μας, ὅπως εἶναι π.χ. τό φαγητό, ὅταν δέν
ἀποτελεῖ μιά συνειδητή δήλωση ὅτι εἴμαστε ἕτοιμοι νά θυσιάσουμε κάτι ἀπό
τόν ἑαυτό μας ὑπέρ τῶν ἄλλων καί τοῦ κόσμου ὁλόκληρου, τότε εἶναι
ἄχρηστη...
Ἀπό τό βιβλίο ΚΥΡΙΑΚΟΔΡΟΜΙΟ, Ἐκδ. ΑΡΤΟΣ ΖΩΗΣ