Τί ἄραγε ὑπάρχει στὶς τέσσερις γωνιὲς τῆς γής, θνητὲ ἄνθρωπε, τὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ μᾶς κάνει περήφανους, παρεκτὸς ἀνοησίες καὶ δαιμονικὲς ψευδαισθήσεις; Μήπως δὲν ἤρθαμε στὸν κόσμο γυμνοὶ κι ἀνήμποροι; Καὶ μὲ τὸν ἴδιο τρόπο δὲν θὰ ἀναχωρήσουμε ἀπ’ τὸν κόσμο; Ὅ,τι ἔχουμε, δὲν τὸ ἔχουμε δανειστεῖ; Μὲ τὸ θάνατό μας δὲν θὰ ἐπιστρέψουμε ὅλα τὰ δανεικά; Ώ, πόσες φορὲς ἔχει εἰπωθεῖ αὐτὸ καὶ ἀγνοηθεῖ; Ὁ σοφὸς ἀπόστολος λέει: «Γιατί τίποτε δὲ φέραμε μαζί μας ὅταν ἤρθαμε στὸ κόσμο κι εἶναι φανερὸ πὼς οὔτε μποροῦμε νὰ βγάλουμε τίποτα φεύγοντας» (Ἃ’ Τιμόθεον 6:7). Ὅταν προσφέρουμε τὴ θυσία μας στὸ Θεό, τὸ κοινὸ ψωμὶ καὶ τὸ κρασί, λέμε: Τὰ Σὰ ἐκ τῶν Σῶν Σοῖ προσφέρομεν. Διότι τίποτε ἀπ’ ὅσα ἔχουμε ἐδῶ στὸν κόσμο δὲν εἶναι δικά μας, οὔτε καν ἕνα ψίχουλο ψωμὶ ἢ μία σταγόνα κρασί· στ’ ἀλήθεια δὲν ὑπάρχει κάτι ποὺ νὰ μὴν εἶναι τοῦ Θεοῦ. Πραγματικὰ ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι θυγατέρα τῆς ἀνοησίας, ἡ θυγατέρα ἑνὸς σκοτισμένου νοῦ, γεννημένη ἀπὸ φαύλους δεσμοὺς μὲ τοὺς δαίμονες.
Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἕνα ὀρθάνοιχτο παράθυρο, μέσα ἀπὸ τὸ ὁποῖο ὅλες οἱ ἀρετὲς -καὶ τὰ καλὰ ἔργα ἀκόμη- ἐξανεμίζονται. Τίποτε δὲν μᾶς κάνει τόσο κενοὺς ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων καὶ τόσο ἀνάξιους ἐνώπιόν του Θεοῦ, ὅσο ἡ ὑπερηφάνεια. Ἂν ὁ Κύριος δὲν εἶναι ὑπερήφανος, γιατί νὰ εἴμαστε ἐμεῖς; Ποιὸς νὰ ἔχει περισσότερο δίκαιο νὰ εἶναι ὑπερήφανος ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο, ὁ ὁποῖος δημιούργησε τὸν κόσμο καὶ ὁ ὁποῖος τὸν συντηρεῖ μὲ τὴ δύναμή Του; Δεῖτε! Ἐκεῖνος ταπεινώνει τὸν Ἑαυτό Του σὰν δοῦλος καὶ ὑπήκοος, ὁ ὁποῖος διακονεῖ ὅλο τὸν κόσμο· ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ Σταυροῦ!
Ώ, ταπεινὲ Κύριε, κάψε μέσα στὶς καρδιές μας μὲ τὴ φωτιὰ τοῦ Ἅγιού Σου Πνεύματος τὸ σπόρο τῆς ὑπερηφάνειας, ποὺ σπέρνει ὁ διάβολος καὶ φύτεψε μέσα τῆς τὸν εὐγενικὸ σπόρο τῆς ταπείνωσης καὶ τῆς πραότητας.
Γιατί Σὲ σένα ἀνήκει κάθε δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνηση στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.
(Ἄγ.Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Ὁ Πρόλογος τῆς Ἀχρίδας», ἔκδ.Ἄθως)
eatheia.blogspot.com