KOΣΜΟΚΡΑΤΟΡΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
«Οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἶμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ… πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου…» Ἐφ. 6, 12
«Ὑποκριτά» (Λουκ. 13,15)
ΔΕΝ ὑπάρχει, ἀγαπητοί μου, λαὸς χωρὶς θρησκεία. Καὶ κάθε θρησκεία ἔχει τὸ δικό της λατρευτικὸ κέντρο.
Οἱ μωαμεθανοὶ ἔχουν τὸ τζαμί, οἱ ἑβραῖοι τὴ συναγωγὴ ἢ χάβρα, οἱ Χριστιανοὶ τὶς ἐκκλησίες.
Εἶνε μάλιστα καθωρισμένη καὶ ἡ ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος ποὺ κάθε θρήσκευμα ἔχει ἀργία γιὰ τὴ λατρεία του·
οἱ μωαμεθανοὶ ἔχουν τὴν Παρασκευή, οἱ Ἑβραῖοι τὸ Σάββατο, ἐμεῖς τὴν Κυριακή.
Μὰ γιατί τὰ λὲς αὐτά; θὰ πῆτε. Γιατὶ ἁπλούστατα τὸ εὐαγγέλιο σήμερα ὁμιλεῖ γιὰ «συναγωγή» (Λουκ. 13,10)· ἔτσι λέγεται τὸ κτήριο ὅπου συγκεντρώνονται μέχρι καὶ σήμερα οἱ Ἑβραῖοι κάθε Σάββατο. Τί ἔγινε λοιπὸν ἐκεῖ;
«Οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἶμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ… πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου…» Ἐφ. 6, 12
«Ὑποκριτά» (Λουκ. 13,15)
ΔΕΝ ὑπάρχει, ἀγαπητοί μου, λαὸς χωρὶς θρησκεία. Καὶ κάθε θρησκεία ἔχει τὸ δικό της λατρευτικὸ κέντρο.
Οἱ μωαμεθανοὶ ἔχουν τὸ τζαμί, οἱ ἑβραῖοι τὴ συναγωγὴ ἢ χάβρα, οἱ Χριστιανοὶ τὶς ἐκκλησίες.
Εἶνε μάλιστα καθωρισμένη καὶ ἡ ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος ποὺ κάθε θρήσκευμα ἔχει ἀργία γιὰ τὴ λατρεία του·
οἱ μωαμεθανοὶ ἔχουν τὴν Παρασκευή, οἱ Ἑβραῖοι τὸ Σάββατο, ἐμεῖς τὴν Κυριακή.
Μὰ γιατί τὰ λὲς αὐτά; θὰ πῆτε. Γιατὶ ἁπλούστατα τὸ εὐαγγέλιο σήμερα ὁμιλεῖ γιὰ «συναγωγή» (Λουκ. 13,10)· ἔτσι λέγεται τὸ κτήριο ὅπου συγκεντρώνονται μέχρι καὶ σήμερα οἱ Ἑβραῖοι κάθε Σάββατο. Τί ἔγινε λοιπὸν ἐκεῖ;
Πῆγε, λέει, στὴ συναγωγὴ μιὰ γυναίκα ἀπὸ τὸ ἀνώνυμο πλῆθος. Ἦταν ἀνάπηρη. Ἡ σπονδυλική της στήλη εἶχε λυγίσει καὶ τὸ κεφάλι της ἄγγιζε τὴ γῆ. Ἀπὸ μακριὰ δὲ φαινόταν ἄνθρωπος· φαινόταν σὰν ζῷο ποὺ βαδίζει μὲ τὰ τέσσερα.
Ὑπάρχει μιὰ πληροφορία, ποὺ ἂν τὴν ἀκούσῃ σήμερα κανένας μοντέρνος θὰ γελάσῃ· κι ὅμως εἶνε σημαντική. Λέει τὸ εὐαγγέλιο, ὅτι ἡ ἀσθένεια τῆς γυναίκας δὲν ὠφείλετο σὲ φυσιολογικὰ αἴτια, σὲ ἀρθριτικὰ λ.χ., ἀλλὰ σὲ ἐπήρεια τοῦ διαβόλου. Διότι πρέπει νὰ γνωρίζουμε, ἀγαπητοί, ὅτι ὁ διάβολος δὲν εἶνε κάτι φανταστικὸ ἢ ἀστεῖο. Εἶνε πραγματικότης, ὕπαρξις σκοτεινὴ ποὺ ταράζει τὸν κόσμο. Καὶ θὰ μποροῦσε νὰ κάνῃ μεγάλο κακό, ἂν ὁ Θεὸς δὲν τὸν συγκρατοῦσε. Γι᾽ αὐτὸ ὁ Χριστὸς μᾶς δίδαξε νὰ προσευχώμαστε· «Μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ» (Ματθ. 6,13).
Ἐκεῖνο ποὺ θαυμάζει κανεὶς στὴ γυναῖκα αὐτὴ εἶνε τοῦτο. Στὴν κατάστασι ποὺ ἦταν, δικαιολογεῖτο νὰ μὴν πάῃ στὴ συναγωγή. Ἦταν ἄρρωστη. Ἔπειτα, ἔτσι ὅπως ἐκινεῖτο, θὰ ἦταν ἀντικείμενο χλεύης καὶ εἰρωνείας κακῶν παιδιῶν, ποὺ κοροϊδεύουν τέτοιους ἀνθρώπους. Ἂν λοιπὸν ἀπουσίαζε, ποιός θὰ τὴν κατηγοροῦσε;
Συγκινοῦμαι κ᾽ ἐγὼ σήμερα, ὅταν βλέπω στὴν ἐκκλησία ἀνάπηρο μὲ καροτσάκι. Ἄλλοι ἔχουν πόδια, μποροῦν ν᾽ ἀνεβοῦν καὶ στὸ βουνό, μὰ στὴν ἐκκλησία δὲν ἔρχονται. Πόδια ἔχει ὁ κόσμος γιὰ τὸ διάβολο, γιὰ τὸ Θεὸ δὲν ἔχει.
Ἡ σακατεμένη αὐτὴ γυναίκα πήγαινε πάντα στὴ συναγωγή. Πολλὲς φορὲς εἶχε πάει. Καὶ τί κέρδισε; θὰ πῆτε· ὅλες τὶς φορὲς σακατεμένη μπῆκε, σακατεμένη βγῆκε. Ναί, ἀλλὰ γιά δὲς τώρα· αὐτὴ τὴ φορὰ βγῆκε ὑγιής. Πῶς; Θαῦμα ἔγινε ἐκεῖ στὴ συναγωγή.
Αὐτὴ τὴ φορὰ πῆγε ἐκεῖ ὁ Χριστός! Πήγαινε τακτικὰ ὁ Κύριος στὴ συναγωγή, ὅπως ἐπίσης στὸ ναὸ τοῦ Σολομῶντος. Ἂς τ᾽ ἀκούσουν αὐτὸ οἱ χιλιασταί, ποὺ φωνάζουν «κάτω οἱ ἐκκλησίες». Ὁ Χριστὸς πήγαινε στὴ συναγωγὴ καὶ στὸ ναό· αὐτοὶ εἶνε ἀνώτεροι ἀπὸ τὸ Χριστὸ καὶ δὲν θέλουν ἐκκλησίες; Ὁ Χριστός, δίνοντας παράδειγμα ἐκκλησιασμοῦ σὲ ὅλους, πῆγε καὶ τότε στὴ συναγωγή, ἡμέρα Σάββατο.
Ἐκεῖ τί ἔκανε; Δίδασκε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἡ γυναίκα αὐτή, ἡ συγκύπτουσα, ἦταν ὅλο αὐτιὰ καὶ μάτια. Ἐν ἀντιθέσει μ᾽ ἐμᾶς, ποὺ ὁ νοῦς μας καὶ ὅταν ἐκκλησιαζώμεθα τρέχει ἔξω, ἐκείνη πρόσεχε τὰ θεϊκά του λόγια.
Ὁ Χριστὸς σὲ μιὰ στιγμὴ τῆς ἔρριξε μιὰ ματιὰ γεμάτη εὐσπλαχνία καὶ εἶπε· Γυναίκα, εἶσαι ἐλεύθερη ἀπὸ τὴν ἀσθένειά σου. Τότε ἔγινε τὸ θαῦμα. Ἂς μὴ πιστεύουν οἱ ἄπιστοι· ἐμεῖς πιστεύουμε. Ὅπως τρέχει γρήγορα ὁ ἠλεκτρισμὸς καὶ ὁ μαγνητισμός, ἔτσι καὶ πιὸ γρήγορα τρέχει ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ. Ἀμέσως ἔτριξαν τὰ κόκκαλά της, ὑψώθηκε ἡ σπονδυλική της στήλη· κι αὐτή, ποὺ ἦταν σὰν τετράποδο, τώρα στάθηκε ὄρθια σὰν κυπαρίσσι!
Ὅλοι εἶδαν καὶ θαύμασαν. Ὅλοι; Ὄχι ὅλοι. Ἕνας λυπήθηκε. Ποιός; Ὅταν γίνεται ἕνα καλό, ἐκεῖνος ποὺ λυπᾶται εἶνε ὁ σατανᾶς καὶ οἱ ἄνθρωποί του. Καὶ ἐδῶ, κοντὰ στὸ σατανᾶ, ἐκεῖνος ποὺ στενοχωρέθηκε ἦταν ὁ ἀρχισυνάγωγος. Λυπήθηκε. Ἀντὶ νὰ χαρῇ καὶ νὰ δοξάσῃ τὸ Μεγαλοδύναμο ποὺ ὁ Χριστὸς ἔκανε καλὰ μιὰ ἄρρωστη, αὐτός, ἀπὸ φθόνο καὶ ἔχθρα, ἄνοιξε τὸ στόμα του καὶ εἶπε λόγια πικρά. Τί κατάστασι εἶν᾽ αὐτή! λέει· Σάββατο σήμερα, δὲν ἐπιτρέπεται ἐργασία, πῶς ἦρθε αὐτὴ καὶ θεραπεύθηκε;… Νόμιζε, ὅτι τὸ θαῦμα εἶνε ἐργασία· μὰ τὸ θαῦμα δὲν εἶνε ἐργασία.
Τὸ ἄκουσε αὐτὸ ὁ Χριστὸς καὶ τί εἶπε; Μιὰ λέξι – ἀστροπελέκι· «Ὑποκριτά…»! (Λουκ. 13,15). Τὸν ὠνόμασε ὑποκριτή. Ἔλα ἐδῶ, λέει, ἐσὺ ποὺ τὸ λὲς αὐτό. Ἐσὺ δὲν ἔχεις γαϊδουράκι; Σάββατο μέρα δὲν τὸ παίρνεις ἀπὸ τὸ σταῦλο καὶ τὸ πᾷς στὴ βρύση νὰ τὸ ποτίσῃς; Ὅπως λοιπὸν ἐσὺ λύνεις τὸ γαϊδουράκι καὶ τὸ πᾷς νὰ τὸ ποτίσῃς, δὲν ἔπρεπε κ᾽ ἐγὼ νὰ λύσω καὶ νὰ ἐλευθερώσω μιὰ γυναίκα, ποὺ γιὰ 18 χρόνια τὴν ἔδεσε ὁ διάβολος στὸν πάσσαλό του; «Ὑποκριτά»! Ἔτσι τὸν ὠνόμασε. Γιατί; Γιατὶ ἄλλα εἶχε στὴν καρδιά του καὶ ἄλλα ἔλεγε. Ἔκανε τὸ θεοφοβούμενο, μὰ δὲν ἦταν· μέσα του εἶχε μῖσος καὶ φθόνο ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ.
Ὑποκριτὴς ἦταν αὐτὸς ὁ ἀρχισυνάγωγος. Ὑποκριταὶ ἦταν καὶ οἱ γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι, ποὺ ἦταν οἱ πολιτικοὶ καὶ θρησκευτικοὶ ἡγέται τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ. Καὶ γι᾽ αὐτοὺς ὁ Χριστός, ὅπως ἀκοῦμε τὴ Μεγάλη Τρίτη, εἶπε τὰ τρομερὰ ἐκεῖνα «οὐαί»· «Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι ὑποκριταί…» (Ματθ. 23,13 κ.ἑ). Ὁ Κύριος στὸ πρόσωπο τῶν γραμματέων καὶ φαρισαίων καυτηρίασε μιὰ κοινωνικὴ πληγή, ἕνα ἐλάττωμα καὶ ἕνα πάθος, ποὺ συναντᾶται σ᾽ ὁλόκληρο τὸν κόσμο· κι αὐτὸ τὸ πάθος, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ ὑποκρισία.
Ὑπάρχει μιὰ πληροφορία, ποὺ ἂν τὴν ἀκούσῃ σήμερα κανένας μοντέρνος θὰ γελάσῃ· κι ὅμως εἶνε σημαντική. Λέει τὸ εὐαγγέλιο, ὅτι ἡ ἀσθένεια τῆς γυναίκας δὲν ὠφείλετο σὲ φυσιολογικὰ αἴτια, σὲ ἀρθριτικὰ λ.χ., ἀλλὰ σὲ ἐπήρεια τοῦ διαβόλου. Διότι πρέπει νὰ γνωρίζουμε, ἀγαπητοί, ὅτι ὁ διάβολος δὲν εἶνε κάτι φανταστικὸ ἢ ἀστεῖο. Εἶνε πραγματικότης, ὕπαρξις σκοτεινὴ ποὺ ταράζει τὸν κόσμο. Καὶ θὰ μποροῦσε νὰ κάνῃ μεγάλο κακό, ἂν ὁ Θεὸς δὲν τὸν συγκρατοῦσε. Γι᾽ αὐτὸ ὁ Χριστὸς μᾶς δίδαξε νὰ προσευχώμαστε· «Μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ» (Ματθ. 6,13).
Ἐκεῖνο ποὺ θαυμάζει κανεὶς στὴ γυναῖκα αὐτὴ εἶνε τοῦτο. Στὴν κατάστασι ποὺ ἦταν, δικαιολογεῖτο νὰ μὴν πάῃ στὴ συναγωγή. Ἦταν ἄρρωστη. Ἔπειτα, ἔτσι ὅπως ἐκινεῖτο, θὰ ἦταν ἀντικείμενο χλεύης καὶ εἰρωνείας κακῶν παιδιῶν, ποὺ κοροϊδεύουν τέτοιους ἀνθρώπους. Ἂν λοιπὸν ἀπουσίαζε, ποιός θὰ τὴν κατηγοροῦσε;
Συγκινοῦμαι κ᾽ ἐγὼ σήμερα, ὅταν βλέπω στὴν ἐκκλησία ἀνάπηρο μὲ καροτσάκι. Ἄλλοι ἔχουν πόδια, μποροῦν ν᾽ ἀνεβοῦν καὶ στὸ βουνό, μὰ στὴν ἐκκλησία δὲν ἔρχονται. Πόδια ἔχει ὁ κόσμος γιὰ τὸ διάβολο, γιὰ τὸ Θεὸ δὲν ἔχει.
Ἡ σακατεμένη αὐτὴ γυναίκα πήγαινε πάντα στὴ συναγωγή. Πολλὲς φορὲς εἶχε πάει. Καὶ τί κέρδισε; θὰ πῆτε· ὅλες τὶς φορὲς σακατεμένη μπῆκε, σακατεμένη βγῆκε. Ναί, ἀλλὰ γιά δὲς τώρα· αὐτὴ τὴ φορὰ βγῆκε ὑγιής. Πῶς; Θαῦμα ἔγινε ἐκεῖ στὴ συναγωγή.
Αὐτὴ τὴ φορὰ πῆγε ἐκεῖ ὁ Χριστός! Πήγαινε τακτικὰ ὁ Κύριος στὴ συναγωγή, ὅπως ἐπίσης στὸ ναὸ τοῦ Σολομῶντος. Ἂς τ᾽ ἀκούσουν αὐτὸ οἱ χιλιασταί, ποὺ φωνάζουν «κάτω οἱ ἐκκλησίες». Ὁ Χριστὸς πήγαινε στὴ συναγωγὴ καὶ στὸ ναό· αὐτοὶ εἶνε ἀνώτεροι ἀπὸ τὸ Χριστὸ καὶ δὲν θέλουν ἐκκλησίες; Ὁ Χριστός, δίνοντας παράδειγμα ἐκκλησιασμοῦ σὲ ὅλους, πῆγε καὶ τότε στὴ συναγωγή, ἡμέρα Σάββατο.
Ἐκεῖ τί ἔκανε; Δίδασκε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἡ γυναίκα αὐτή, ἡ συγκύπτουσα, ἦταν ὅλο αὐτιὰ καὶ μάτια. Ἐν ἀντιθέσει μ᾽ ἐμᾶς, ποὺ ὁ νοῦς μας καὶ ὅταν ἐκκλησιαζώμεθα τρέχει ἔξω, ἐκείνη πρόσεχε τὰ θεϊκά του λόγια.
Ὁ Χριστὸς σὲ μιὰ στιγμὴ τῆς ἔρριξε μιὰ ματιὰ γεμάτη εὐσπλαχνία καὶ εἶπε· Γυναίκα, εἶσαι ἐλεύθερη ἀπὸ τὴν ἀσθένειά σου. Τότε ἔγινε τὸ θαῦμα. Ἂς μὴ πιστεύουν οἱ ἄπιστοι· ἐμεῖς πιστεύουμε. Ὅπως τρέχει γρήγορα ὁ ἠλεκτρισμὸς καὶ ὁ μαγνητισμός, ἔτσι καὶ πιὸ γρήγορα τρέχει ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ. Ἀμέσως ἔτριξαν τὰ κόκκαλά της, ὑψώθηκε ἡ σπονδυλική της στήλη· κι αὐτή, ποὺ ἦταν σὰν τετράποδο, τώρα στάθηκε ὄρθια σὰν κυπαρίσσι!
Ὅλοι εἶδαν καὶ θαύμασαν. Ὅλοι; Ὄχι ὅλοι. Ἕνας λυπήθηκε. Ποιός; Ὅταν γίνεται ἕνα καλό, ἐκεῖνος ποὺ λυπᾶται εἶνε ὁ σατανᾶς καὶ οἱ ἄνθρωποί του. Καὶ ἐδῶ, κοντὰ στὸ σατανᾶ, ἐκεῖνος ποὺ στενοχωρέθηκε ἦταν ὁ ἀρχισυνάγωγος. Λυπήθηκε. Ἀντὶ νὰ χαρῇ καὶ νὰ δοξάσῃ τὸ Μεγαλοδύναμο ποὺ ὁ Χριστὸς ἔκανε καλὰ μιὰ ἄρρωστη, αὐτός, ἀπὸ φθόνο καὶ ἔχθρα, ἄνοιξε τὸ στόμα του καὶ εἶπε λόγια πικρά. Τί κατάστασι εἶν᾽ αὐτή! λέει· Σάββατο σήμερα, δὲν ἐπιτρέπεται ἐργασία, πῶς ἦρθε αὐτὴ καὶ θεραπεύθηκε;… Νόμιζε, ὅτι τὸ θαῦμα εἶνε ἐργασία· μὰ τὸ θαῦμα δὲν εἶνε ἐργασία.
Τὸ ἄκουσε αὐτὸ ὁ Χριστὸς καὶ τί εἶπε; Μιὰ λέξι – ἀστροπελέκι· «Ὑποκριτά…»! (Λουκ. 13,15). Τὸν ὠνόμασε ὑποκριτή. Ἔλα ἐδῶ, λέει, ἐσὺ ποὺ τὸ λὲς αὐτό. Ἐσὺ δὲν ἔχεις γαϊδουράκι; Σάββατο μέρα δὲν τὸ παίρνεις ἀπὸ τὸ σταῦλο καὶ τὸ πᾷς στὴ βρύση νὰ τὸ ποτίσῃς; Ὅπως λοιπὸν ἐσὺ λύνεις τὸ γαϊδουράκι καὶ τὸ πᾷς νὰ τὸ ποτίσῃς, δὲν ἔπρεπε κ᾽ ἐγὼ νὰ λύσω καὶ νὰ ἐλευθερώσω μιὰ γυναίκα, ποὺ γιὰ 18 χρόνια τὴν ἔδεσε ὁ διάβολος στὸν πάσσαλό του; «Ὑποκριτά»! Ἔτσι τὸν ὠνόμασε. Γιατί; Γιατὶ ἄλλα εἶχε στὴν καρδιά του καὶ ἄλλα ἔλεγε. Ἔκανε τὸ θεοφοβούμενο, μὰ δὲν ἦταν· μέσα του εἶχε μῖσος καὶ φθόνο ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ.
Ὑποκριτὴς ἦταν αὐτὸς ὁ ἀρχισυνάγωγος. Ὑποκριταὶ ἦταν καὶ οἱ γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι, ποὺ ἦταν οἱ πολιτικοὶ καὶ θρησκευτικοὶ ἡγέται τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ. Καὶ γι᾽ αὐτοὺς ὁ Χριστός, ὅπως ἀκοῦμε τὴ Μεγάλη Τρίτη, εἶπε τὰ τρομερὰ ἐκεῖνα «οὐαί»· «Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι ὑποκριταί…» (Ματθ. 23,13 κ.ἑ). Ὁ Κύριος στὸ πρόσωπο τῶν γραμματέων καὶ φαρισαίων καυτηρίασε μιὰ κοινωνικὴ πληγή, ἕνα ἐλάττωμα καὶ ἕνα πάθος, ποὺ συναντᾶται σ᾽ ὁλόκληρο τὸν κόσμο· κι αὐτὸ τὸ πάθος, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ ὑποκρισία.
* * *
Μεγάλο πάθος, μεγάλη κακία. Στὴν οἰκογένεια, στὴν καθημερινὴ ζωή, στὴν ἐκπαίδευσι, στὸν δημόσιο βίο, στὸν κόσμο διεθνῶς, ἀκόμα καὶ μέσα στὴν ἐκκλησία, ὑπάρχει ὑποκρισία. Θὰ σᾶς παρουσιάσω μερικὲς εἰκόνες ὑποκριτῶν, συγχρόνων ὑποκριτῶν, ποὺ εἶνε ἀντίγραφα τοῦ ὑποκριτοῦ τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου.
⃝ Ἕνας ὑποκριτὴς εἶνε ὁ ἄντρας. Τὸν βλέπεις; Ἔδωσε ὅρκο· μικρὸ εἶν᾽ αὐτό; Ὡρκίστηκε στὴ γυναῖκα του ἐπισήμως, ἐνώπιον Θεοῦ, ἀγγέλων καὶ ἀνθρώπων, ὅτι· Ἐγὼ θὰ ἔχω μόνο ἐσένα καὶ καμμία ἄλλη! Αὐτὸ τὸν ὅρκο ἔδωσε. Καὶ ὅμως ὑποκρίνεται. Ἐκτὸς ἀπὸ τὴ γυναῖκα του δημιουργεῖ σχέσεις καὶ μὲ ἄλλες. Αὐτὸς λοιπὸν ποὺ ἀπατᾷ τὴ γυναῖκα του εἶνε μέγας ὑποκριτής. Ἀλλὰ καὶ ἡ γυναίκα, ποὺ ἔδωσε τὸν ἴδιο ὅρκο, νὰ μείνῃ πιστὴ στὸν ἅγιο δεσμὸ τοῦ γάμου, καὶ δημιουργεῖ σχέσεις μὲ ἄλλους καὶ ἀπατᾷ τὸν ἄντρα της, εἶνε μεγάλη ὑποκρίτρια. Νά ἡ ὑποκρισία μέσ᾽ στὸ σπίτι.
⃝ Ὁ ἄλλος σοῦ κάνει τὸ φίλο, ἐκδηλώνει ἐνδιαφέρον, κ᾽ ἐσὺ νομίζεις ὅτι εἶνε εἰλικρινής. Ἀλλὰ ἔρχεται στιγμὴ ποὺ ἔχεις ἀνάγκη, καὶ τότε σ᾽ ἐγκαταλείπει· ἀποδεικνύεται ὑποκριτής.
⃝ Ὑποκριτὴς εἶνε κ᾽ ἐκεῖνος ποὺ κάνει τὸν πατριώτη καὶ λέει μεγάλα λόγια ὅτι ἀγαπάει τὴν Ἑλλάδα. Ἔρχεται ὅμως ἡ ὥρα ποὺ δείχνει πὼς δὲν ἀγαπάει τὴν πατρίδα· ἀγαπάει μόνο τὸ πορτοφόλι του, τὰ ὑλικά του συμφέροντα.
⃝ Ἡ ὑποκρισία φτάνει καὶ στὶς διεθνεῖς σχέσεις. Ἐὰν σήμερα ὁ κόσμος κινδυνεύῃ, κινδυνεύει ἀκριβῶς ἀπὸ τὴν ὑποκρισία. Στὸν Ο.Η.Ε. συνεχῶς μιλοῦν περὶ εἰρήνης καὶ τὰ πρακτικὰ τῶν Ἡνωμένων Ἐθνῶν εἶνε γεμᾶτα ἀπὸ τὴ λέξι «εἰρήνη»· ἐν τούτοις ὑποκρίνονται. Στὰ χείλη ἔχουν τὴν εἰρήνη· στὴν καρδιὰ ἔχουν τὸν πόλεμο. Τὰ μεγάλα κράτη ἑτοιμάζονται πυρετωδῶς γιὰ ἕνα τρίτο παγκόσμιο πόλεμο, ποὺ θὰ εἶνε ὁ «Ἁρμαγεδὼν» τῆς Ἀποκαλύψεως (16,16).
⃝ Ὑποκριταὶ ὅμως ἐμφανίζονται καὶ στὸ χῶρο τῆς θρησκείας. Ποιοί εἶν᾽ αὐτοί, ποὺ τὸ στόμα τους στάζει μέλι, ἀλλὰ ἡ καρδιά τους ἔχει δηλητήριο; Εἶνε οἱ χιλιασταί. Στὴ γλῶσσα ἔχουν τὸν Ἰεχωβᾶ, ὅπως λένε· ἀλλὰ μέσ᾽ στὴν καρδιά τους ἔχουν τὸ διάβολο.
Παντοῦ λοιπὸν ὑποκρισία. Ὁ ὑποκριτὴς μοιάζει μὲ τὸ ἑρπετὸ ποὺ λέγεται χαμαιλέων. Αὐτὸ δὲν ἔχει ἕνα χρῶμα· ἀλλάζει πολλὰ χρώματα. Σὲ χωράφι πράσινο γίνεται πράσινος, σὲ χωράφι μὲ στάχυα τὸ καλοκαίρι γίνεται κίτρινος, σὲ χωράφι μὲ κρίνους γίνεται ἄσπρος, σὲ χωράφι μὲ παπαροῦνες γίνεται κόκκινος. Ὅλα τὰ χρώματα ἀλλάζει. Ἔτσι κι ὁ ὑποκριτής. Καμουφλάρεται. Ὅλοι δυστυχῶς καμουφλάρονται. Ποιός τολμᾷ νὰ παρουσιαστῇ ὅπως εἶνε; Ἄλλοι δυστυχῶς εἴμεθα καὶ ἄλλοι φαινόμεθα.
⃝ Ἕνας ὑποκριτὴς εἶνε ὁ ἄντρας. Τὸν βλέπεις; Ἔδωσε ὅρκο· μικρὸ εἶν᾽ αὐτό; Ὡρκίστηκε στὴ γυναῖκα του ἐπισήμως, ἐνώπιον Θεοῦ, ἀγγέλων καὶ ἀνθρώπων, ὅτι· Ἐγὼ θὰ ἔχω μόνο ἐσένα καὶ καμμία ἄλλη! Αὐτὸ τὸν ὅρκο ἔδωσε. Καὶ ὅμως ὑποκρίνεται. Ἐκτὸς ἀπὸ τὴ γυναῖκα του δημιουργεῖ σχέσεις καὶ μὲ ἄλλες. Αὐτὸς λοιπὸν ποὺ ἀπατᾷ τὴ γυναῖκα του εἶνε μέγας ὑποκριτής. Ἀλλὰ καὶ ἡ γυναίκα, ποὺ ἔδωσε τὸν ἴδιο ὅρκο, νὰ μείνῃ πιστὴ στὸν ἅγιο δεσμὸ τοῦ γάμου, καὶ δημιουργεῖ σχέσεις μὲ ἄλλους καὶ ἀπατᾷ τὸν ἄντρα της, εἶνε μεγάλη ὑποκρίτρια. Νά ἡ ὑποκρισία μέσ᾽ στὸ σπίτι.
⃝ Ὁ ἄλλος σοῦ κάνει τὸ φίλο, ἐκδηλώνει ἐνδιαφέρον, κ᾽ ἐσὺ νομίζεις ὅτι εἶνε εἰλικρινής. Ἀλλὰ ἔρχεται στιγμὴ ποὺ ἔχεις ἀνάγκη, καὶ τότε σ᾽ ἐγκαταλείπει· ἀποδεικνύεται ὑποκριτής.
⃝ Ὑποκριτὴς εἶνε κ᾽ ἐκεῖνος ποὺ κάνει τὸν πατριώτη καὶ λέει μεγάλα λόγια ὅτι ἀγαπάει τὴν Ἑλλάδα. Ἔρχεται ὅμως ἡ ὥρα ποὺ δείχνει πὼς δὲν ἀγαπάει τὴν πατρίδα· ἀγαπάει μόνο τὸ πορτοφόλι του, τὰ ὑλικά του συμφέροντα.
⃝ Ἡ ὑποκρισία φτάνει καὶ στὶς διεθνεῖς σχέσεις. Ἐὰν σήμερα ὁ κόσμος κινδυνεύῃ, κινδυνεύει ἀκριβῶς ἀπὸ τὴν ὑποκρισία. Στὸν Ο.Η.Ε. συνεχῶς μιλοῦν περὶ εἰρήνης καὶ τὰ πρακτικὰ τῶν Ἡνωμένων Ἐθνῶν εἶνε γεμᾶτα ἀπὸ τὴ λέξι «εἰρήνη»· ἐν τούτοις ὑποκρίνονται. Στὰ χείλη ἔχουν τὴν εἰρήνη· στὴν καρδιὰ ἔχουν τὸν πόλεμο. Τὰ μεγάλα κράτη ἑτοιμάζονται πυρετωδῶς γιὰ ἕνα τρίτο παγκόσμιο πόλεμο, ποὺ θὰ εἶνε ὁ «Ἁρμαγεδὼν» τῆς Ἀποκαλύψεως (16,16).
⃝ Ὑποκριταὶ ὅμως ἐμφανίζονται καὶ στὸ χῶρο τῆς θρησκείας. Ποιοί εἶν᾽ αὐτοί, ποὺ τὸ στόμα τους στάζει μέλι, ἀλλὰ ἡ καρδιά τους ἔχει δηλητήριο; Εἶνε οἱ χιλιασταί. Στὴ γλῶσσα ἔχουν τὸν Ἰεχωβᾶ, ὅπως λένε· ἀλλὰ μέσ᾽ στὴν καρδιά τους ἔχουν τὸ διάβολο.
Παντοῦ λοιπὸν ὑποκρισία. Ὁ ὑποκριτὴς μοιάζει μὲ τὸ ἑρπετὸ ποὺ λέγεται χαμαιλέων. Αὐτὸ δὲν ἔχει ἕνα χρῶμα· ἀλλάζει πολλὰ χρώματα. Σὲ χωράφι πράσινο γίνεται πράσινος, σὲ χωράφι μὲ στάχυα τὸ καλοκαίρι γίνεται κίτρινος, σὲ χωράφι μὲ κρίνους γίνεται ἄσπρος, σὲ χωράφι μὲ παπαροῦνες γίνεται κόκκινος. Ὅλα τὰ χρώματα ἀλλάζει. Ἔτσι κι ὁ ὑποκριτής. Καμουφλάρεται. Ὅλοι δυστυχῶς καμουφλάρονται. Ποιός τολμᾷ νὰ παρουσιαστῇ ὅπως εἶνε; Ἄλλοι δυστυχῶς εἴμεθα καὶ ἄλλοι φαινόμεθα.
* * *
Σᾶς παρακαλῶ, ἀγαπητοί μου, νὰ προσπαθήσουμε νὰ ἀποβάλουμε τὴ μάσκα τῆς ὑποκρισίας. Ὄχι νὰ φαινώμεθα εὐσεβεῖς, ἀλλὰ νὰ εἴμεθα εὐσεβεῖς· ὄχι νὰ φαινώμεθα πιστοὶ στὴν οἰκογένειά μας, ἀλλὰ καὶ νὰ εἴμεθα.
Ὁ Χριστὸς μισεῖ τὴν ὑποκρισία περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη κακία. Νὰ γίνουμε εἰλικρινεῖς. Τὸ «ναὶ ναὶ» καὶ τὸ «οὒ οὔ» (Ματθ. 5,37). Ἔτσι μᾶς θέλει ὁ Κύριος.
Ἂν ῥυθμίσουμε ἔτσι τὴ ζωή μας, θὰ εἴμεθα πραγματικὰ Χριστιανοὶ καὶ θὰ ἔχουμε τὴν εὐλογία τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος τίποτα ἄλλο δὲν καυτηρίασε τόσο ὅσο τὴν ὑποκρισία. Γι᾽ αὐτὸ τὸν ἀκοῦμε σήμερα νὰ λέῃ τὴν φοβερὰ λέξι «Ὑποκριτά»! Καὶ ὑπάρχει φόβος αὐτὴ τὴ λέξι νὰ τὴν ἀκούσουμε κ᾽ ἐμεῖς τὴν φοβερὰ ἡμέρα τῆς κρίσεως. Ὃ μὴ γένοιτο.
Ὁ Χριστὸς μισεῖ τὴν ὑποκρισία περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη κακία. Νὰ γίνουμε εἰλικρινεῖς. Τὸ «ναὶ ναὶ» καὶ τὸ «οὒ οὔ» (Ματθ. 5,37). Ἔτσι μᾶς θέλει ὁ Κύριος.
Ἂν ῥυθμίσουμε ἔτσι τὴ ζωή μας, θὰ εἴμεθα πραγματικὰ Χριστιανοὶ καὶ θὰ ἔχουμε τὴν εὐλογία τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος τίποτα ἄλλο δὲν καυτηρίασε τόσο ὅσο τὴν ὑποκρισία. Γι᾽ αὐτὸ τὸν ἀκοῦμε σήμερα νὰ λέῃ τὴν φοβερὰ λέξι «Ὑποκριτά»! Καὶ ὑπάρχει φόβος αὐτὴ τὴ λέξι νὰ τὴν ἀκούσουμε κ᾽ ἐμεῖς τὴν φοβερὰ ἡμέρα τῆς κρίσεως. Ὃ μὴ γένοιτο.
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Τριάδος Πτολεμαΐδος τὴν 4-12-1977.
http://www.augoustinos-kantiotis.gr