Δύο φίλοι, νεαρά παιδιά, ἀποφάσισαν νά πᾶνε γιά κυνήγι. Ξεκίνησαν,
λοιπόν, μέ τά ὅπλα τους, χαρούμενοι καί αἰσιόδοξοι γιά ἐπιτυχίες
μεγάλες! Προχώρησαν βαθιά στό δάσος. Ἀμέριμνοι φθάνουν σέ ἕνα μικρό
ξέφωτο. Καί ἐκεῖ, ἀντικρίζουν μιά πελώρια ἀρκούδα νά στέκεται ὄρθια
ἀπέναντί τους. Φόβος καί τρόμος κατέλαβε τούς νεαρούς. Ὁ ἕνας, ὡς πιό
εὐκίνητος, ἔτρεξε καί σκαρφάλωσε σ᾿ ἕνα ψηλό δένδρο. Ὁ ἄλλος,
ἀπελπισμένος, κοίταξε δεξιά-ἀριστερά καί ὥρμησε στήν εἴσοδο μιᾶς σπηλιᾶς
ἀπέναντι ἀπό τό δένδρο. Ἡ ἀρκούδα «στρατοπέδευσε» μεταξύ δένδρου καί
σπηλιᾶς. Μά, πολύ σύντομα, ὁ νέος βγῆκε τρέχοντας ἀπό τήν σπηλιά. Εἶδε
τήν ἀρκούδα καί ξαναμπῆκε στήν σπηλιά! Αὐτό ἔγινε δυό-τρεῖς φορές. Ἀπό
τό δένδρο ὁ φίλος του τοῦ φώναξε ἀνήσυχος:
-Μά τί κάνεις; Μεῖνε στήν σπηλιά. Θά βαρεθῆ καί θά φύγει τό θηρίο.
Ἀπαντᾶ, κατάχλωμος, ὁ φίλος του:
-Ὑπάρχει μιά δεύτερη ἀρκούδα στήν σπηλιά!!
* * *
Πόσα μᾶς διδάσκει αὐτή ἡ ἱστορία-παραβολή! Κυνήγι εἶναι ἡ ζωή τοῦ
καθενός μας. Πρώτη ἀρκούδα, ἐχθρός πνευματικός, εἶναι ἡ ἀπιστία, ἴσως
καί ἡ ἀμφιβολία μας γιά τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του. Δένδρο ὑψηλό
πού μᾶς παρέχει ἀσφάλεια εἶναι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ὄντας ἑνωμένοι μέ
τήν Ἐκκλησία βλέπουμε μέ καθαρό βλέμμα τήν ψευτιά τῶν εἰδώλων τοῦ
κόσμου τούτου καί καταλαβαίνουμε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ μοναδικός
ἀληθινός Θεός.
Σπηλιά εἶναι ἡ συνείδηση, καί γενικώτερα ἡ ψυχή τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Ἡ
συνείδησή μας δέν εἶναι φανερή στούς ἄλλους ἀνθρώπους. Οἱ σπηλιές εἶναι
συνήθως σκοτεινές. Ἔτσι καί ἡ συνείδησή μας. Ἄν θέλουμε νά δοῦμε τί ἔχει
μέσα, πρέπει νά ἀνάψουμε φῶς γιά νά βλέπουμε. Μέσα, λοιπόν, στήν ψυχή
μας, κρύβεται ἡ δεύτερη ἀρκούδα: τά πάθη μας, οἱ χρόνιες ἁμαρτωλές μας
ἀδυναμίες, οἱ ἁμαρτωλοί λογισμοί μας. Ὅταν τά δοῦμε, κάπως καθαρά, μᾶς
πιάνει τρόμος! Γι᾿ αὐτό δέν θέλουμε νά τά βλέπουμε. Τρέχομε ἔξω ἀπό τήν
«σπηλιά» τῆς συνείδησής μας, γινόμαστε ἐξωστρεφεῖς. Καί τότε πέφτουμε
στήν πρώτη ἀρκούδα, τήν ἀπιστία. Καί γίνεται ἡ ζωή μας κόλαση! Κόλαση,
ἐνῶ βρισκόμαστε ἀκόμη σ᾿ αὐτήν τήν ζωή!
Χρειαζόμαστε ἐπειγόντως «φῶς» καί «ὅπλα». Φῶς πνευματικό γιά νά δοῦμε
τί κουβαλᾶμε μέσα μας καί ὅπλα πνευματικά γιά νά ἐξοντώσουμε τά θηρία
τῶν παθῶν μας.
Κάθε ἡμέρα, ὅλη τήν Μεγάλη Τεσσαρακοστή, στό τέλος τοῦ ὄρθρου (=πρωϊνή
προσευχή) ψάλλομε ἕνα τροπάριο πού λέγεται «φωταγωγικόν», δηλ. τροπάριο
πού «φέρνει φῶς»! Ὅλα τά φωταγωγικά ἔχουν σχεδόν τό ἴδιο περιεχόμενο.
Νά, τό φωταγωγικό τοῦ τρίτου ἤχου:
-Ἐξαπόστειλε, Χριστέ ὁ Θεός, τό φῶς σου τό ἀΐδιο καί φώτισε τά μάτια τά
κρυφά τῆς καρδιᾶς μου, μέ τίς πρεσβεῖες τῆς Θεοτόκου καί σῶσε με
(Τριώδιον).
Εἶναι ἀκριβῶς τό πνευματικό φῶς πού χρειαζόμαστε. Ὅμως, γιά νά στείλει
αὐτό τό φῶς ὁ Χριστός, ἀπαιτοῦνται κάποιες προϋποθέσεις, πού εἶναι:
- Νηστεία καί προσευχή.
- Ἰδιαιτέρως ἔρευνα τῆς συνείδησής μας γιά νά «δοῦμε» τίς «ἀρκούδες» τῶν παθῶν μας, μέ τήν βοήθεια κατάλληλου ὁδηγοῦ, τοῦ ἱερέα-πνευματικοῦ μας πατέρα.
Ἄς ἀγωνισθοῦμε, λοιπόν, γιά νά λάμψει τό πνευματικό φῶς τοῦ Χριστοῦ καί στήν δική μας καρδιά.
Ἀρχιμ. Ν. Κ.
Μηνιαίο Περιοδικό Ι. Μ. Νικοπόλεως & Πρεβέζης Αρ. Φύλλου 356 «Λυχνία» Μάρτιος 2013
«ΟΙ ΔΥΟ ΑΡΚΟΥΔΕΣ» του Αρχιμ. Ν. Κ.