«Λυχνία» Νοέμβριος 2010
ΤΟ ΚΑΚΟ ΕΙΝΑΙ «ΚΑΚΟ»
Σκοτάδι εἶναι τό κακό. Θάνατος εἶναι. Νύχτα εἶναι. Μιά κατάσταση τόσο κακή, πού μᾶς κάνει καί δέν βλέπουμε, ἐκεῖνα πού θά ἔπρεπε νά τά βλέπαμε καί δέν κάνουμε τίποτε ἀπό ἐκεῖνα, πού ἦταν τό πιό καλό γιά μᾶς νά τά κάναμε!
* * *
Οἱ πεθαμένοι παίρνουν ἄσχημη ὄψη· δυσάρεστη σέ μᾶς· καί γρήγορα βρωμᾶνε.
Τό ἴδιο καί οἱ ψυχές ἐκείνων πού ζοῦν βουτηγμένοι στό κακό. Εἶναι γεμᾶτες βρώμα καί δυσωδία.
Κλειστά τά μάτια. Σφιγμένα τά χείλη. Ἀκίνητοι καί ἄσειστοι, κολλημένοι στό κακό! Ὑπάρχει καί κάτι ἀκόμη χειρότερο.
Γιατί; Γιατί αὐτοί εἶναι, τοὐλάχιστον, καί γιά τά δύο (σῶμα καί ψυχή) νεκροί καί πεθαμένοι. Ἐνῶ κάτι ἄλλοι πού ζοῦν σωματικά, εἶναι γιά τήν ἀρετή καί τό καλό, ἐντελῶς ἀναίσθητοι, ἐντελῶς πεθαμένοι, γεμᾶτοι ζωντάνια στό νά κάνουν τό κακό!...
Καί πάρε παράδειγμα:
Χτύπα πεθαμένο! Δέν αἰσθάνεται τίποτε. Καί δέν ἀντιδρᾶ καθόλου! Καί ὅπως ἕνα ξύλο ἅμα πάρει φωτιά «καίει», ἔτσι καί ἡ ψυχή πού ἔχασε τήν ζωή, «καίει», ἁπλά καίει. Χωρίς νά μπορεῖ νά ἀντιδράσει στήν φωτιά πού τήν καίει! Καί ὅσο καί ἄν τήν χτυπᾶς ἤ τήν τρυπᾶς, τίποτε δέν καταλαβαίνει, τίποτε δέν τῆς προκαλεῖ πόνο! Καί δέν πέφτει καθόλου ἔξω, αὐτός πού θά εἰπεῖ, ὅτι ὁ ὑποδουλωμένος στό κακό, μπορεῖ νά συγκριθῆ μόνο μέ τρελλό ἤ μεθυσμένο!
Ὅλα αὐτά τά ἔχει τό κακό, ἡ ἁμαρτία. Καί εἶναι ἀπό ὅλα αὐτά κάτι χειρότερο.
* * *
Ὁ τρελλός σέ ὅτι κι ἄν κάμει βρίσκει κατανόηση· γιατί τήν κακή του κατάσταση δέν τήν διάλεξε. Δέν εἶναι προαιρέσεως τό νόσημά του, ἀλλά φύσεως. Ἀπό ἄλλη αἰτία τοῦ ἦρθε. Ἀντίθετα, ἐκεῖνος πού ζεῖ μέ τό κακό καί τήν ἁμαρτία, πῶς νά βρεῖ κατανοηση; πῶς νά τοῦ δείξει κανείς συμπόνια;
Ἀπό ποῦ μᾶς ξεφύτρωσε τό κακό;
Πῶς κατάντησαν τόσο ἄνθρωποι στό κακό;
Ἀπό ποῦ; Μέ ἐρωτᾶς; Πές το μου σύ: Ἀπό ποῦ μᾶς ξεφύτρωσαν τόσες ψυχικές ἀρρώστιες; Ἀπό ποῦ ἔρχεται ἡ φρενοβλάβεια; Ἀπό ποῦ ἡ ἀναισθησία; Ὄχι ἀπό τήν χαλάρωση τοῦ πνευματικοῦ μας ἀγώνα;
Καί ἄν ἀκόμη καί τά σωματικά μας νοσήματα ξεκινᾶνε ἀπό δικά μας λάθη, ἀπό δική μας κακή διάθεση καί κακή ἐπιλογή, πόσο πιό πολύ σέ κακή μας προαίρεση καί ἐπιλογή, ὀφείλονται τά ψυχικά καί πνευματικά μας ἀρρωστήματα.
Πῶς μᾶς κόλλησε ἡ μέθη; Ὄχι ἐπειδή δέν φροντίσαμε νά συγκρατήσουμε τίς ὀρέξεις μας; Κάτι ἀνάλογο συμβαίνει καί μέ ὅλα τά ψυχικά μας πάθη-ἀρρωστήματα. Ἀρχίζουν. Ἐμεῖς δέν φροντίζομε νά τά χαλιναγωγήσουμε, νά τά κόψουμε, καί μετά ριζώνουν καί γίνονται τόσο δυνατά, πού ἡ δύναμη ἡ δική μας δέν ἀρκεῖ πιά νά τά ξεριζώσει.
* * *
Γι᾿ αὐτό, ἀδελφοί μου, σᾶς παρακαλῶ: ὅσο εἶσθε ἀκόμα καλά, μή διστάζετε νά ἀναλάβετε κάθε κόπο, προκειμένου νά καταντήσετε νά σᾶς πιάσει ἡ πνευματική νύστα, πού κάνει τόν κάθε ἄνθρωπο νά χάνει κάθε ὄρεξη γιά ζωή πνευματική· γιά ἀγώνα, ἀνάμεσα στό καλό καί στό κακό.
(Εἰς τήν Α’ πρός Θεσσαλονικεῖς, Ὁμιλία θ’, γ’)
Μετ.: + ὁ Ν. Μ.
“ΛΑΧΤΑΡΕΣ” ΚΑΙ ΛΑΧΤΑΡΑ!
Σημεῖο κατάπτωσης καί ἐκφυλισμοῦ τῆς σημερινῆς κοινωνίας, εἶναι ἡ μανία γιά κατανάλωση καί γιά πολυτέλεια.
Γιατί αὐτό εἶναι κακό;
Γιατί, ὅταν ὁ ἄνθρωπος τό ρίχνει στήν παράλογη φροντίδα τοῦ σώματος, ξεχνάει τήν ψυχή του.
Ψάξε καί θά τό ἰδεῖς!
• Πόσα “ἀθλητικά” κέντρα ὑπάρχουν στήν γειτονιά σου;
•Πόσα ἑκατομμύρια ξοδεύονται σέ καταστήματα ὀμορφιάς καί σέ κέντρα αἰσθητικῆς, γιά τό “φτιάξιμο” τοῦ προσώπου, πού ἔτσι κι ἀλλιῶς μιά ἡμέρα δέν θά ὑπάρχει;
•Πόσες ὧρες ξοδεύονται γιά bodybuilding καί γιά bodyline (μέ τό ἀζημίωτο);
Ἄν σέ κάτι τέτοιους ἀνθρώπους τολμήσεις καί μιλήσεις γιά προσευχή, νά γονατίσουν ἔστω μερικά λεπτά μπροστά στό Θεό, θά εἰσπράξεις, πέρα ἀπό τήν εἰρωνεία, καί ἕνα σωρό δικαιολογίες καί διαμαρτυρίες!
Κάποιοι μάλιστα, πού θέλουν νά πουλοῦν ἐξυπνάδες, λένε:
Τί; δίαιτα; Τί; νηστεία;
Ναί, συμφωνοῦμε! Ἄν ὁ ἀπώτερος σκοπός θά εἶναι μόνο, (καί στίς δύο περιπτώσεις: νηστείας καί δίαιτας), ὁ ἄνθρωπος νά χάσει μερικά κιλά!
Ὅμως. Ἡ νηστεία τῆς Ἐκκλησίας δέν ἐπικεντρώνεται στό σῶμα, ἀλλά στήν ψυχή. Δέν ἔχει στόχο νά κάμει τό σῶμα εὔπλαστο, ἀλλά νά τό κάμει εὔχρηστο ὄργανο στά χέρια τῆς ψυχῆς, ὅπως ἕνα ἐργαλεῖο στά χέρια ἑνός ἐπιδέξιου τεχνίτη.
Ἐδῶ προκύπτει καί τό ζωτικό ἐρώτημα: Τί ἀπό τά δύο εἶναι τό σωστό;
• Ἡ ψυχή εἶναι ὄργανο τοῦ σώματος; ἤ τό σῶμα ὄργανο τῆς ψυχῆς;
• Ἡ ψυχή ὀφείλει νά ἀκολουθεῖ τίς ἐπιταγές (τίς ὀρέξεις) τοῦ σώματος; ἤ τό σῶμα νά ὑποτάσσεται στά παραγγέλματα τῆς ψυχῆς;
Τό γνωρίζομε ὅλοι ἐκ πείρας, τό κάθε ἕνα ἀπό αὐτά ἔχει, ὄχι ἁπλά τίς ἀπαιτήσεις του, ἀλλά καί ὅτι ἐπιζητεῖ αὐταρχικά τήν ἱκανοποίησή τους. Ὅμως δέν εἶναι δυνατό καί τά δύο νά ἱκανοποιοῦνται ταυτόχρονα. Δέν μποροῦν νά καθίσουν καί τά δύο μαζί στό ἴδιο τραπέζι!
Τί μᾶς λέει αὐτό;
Ἡ ἀξία τοῦ κάθε ἀνθρώπου κρίνεται μέ βάση τίς ἐπιθυμίες του· τίς ὀρέξεις του· τίς λαχτάρες του. “Πές μου, τί ποθεῖς· καί θά σοῦ εἰπῶ, τί ἄνθρωπος εἶσαι”!
• Λαχταρᾶς γιά χρήματα περισσότερο ἀπό ὅ,τι γιά συμπόνια καί καλοσύνη;
• Λαχταρᾶς γιά πλούτη περισσότερο ἀπό ὅ,τι γιά ἀρετή;
• Λαχταρᾶς γιά δύναμη καί γιά ἀξιώματα περισσότερο ἀπό ὅ,τι γιά θυσία καί διάθεση νά ὑπηρετεῖς τόν συνάνθρωπό σου;
• Λαχταρᾶς νά σβήνεις τήν δίψα τῆς καρδιᾶς σου μέ ἡδονές τοῦ σώματος; ἤ, σάν πνευματική ὀντότητα, τρέχεις στίς πηγές τοῦ ζωντανοῦ νεροῦ πού ξεδιψάει τήν ψυχή;
* * *
Συμπέρασμα:
Οἱ λαχτάρες γιά πράγματα τοῦ κόσμου τούτου εὐφραίνουν μέν τό σῶμα, ἀλλά σβήνουν τήν λαχτάρα τῆς ψυχῆς γιά τά αἰώνια καί ἀληθινά. Καί συνεπῶς:
• Ἐκεῖνος πού φροντίζει νά γεμίζει τήν κοιλιά περισσότερο ἀπό τήν καρδιά, εἶναι ἄνθρωπος πολύ φθηνός!
• Ἐκεῖνος πού “σκοτώνεται” γιά τό σῶμα καί ἀδιαφορεῖ γιά τήν ψυχή σου, ἔχει πέσει σέ πνευματική ἀποτελμάτωση!
Ὅ,τι εἶναι θησαυρός σου, ἐκεῖ κολλάει ἡ καρδιά σου!
* * *
Σύ τί προτιμᾶς; Τί λαχταρᾶς;
Ἀρχιμ. Α. Μ.
Ἁγίου Κασσιανοῦ τοῦ Ρωμαίου
ΤΑ ΜΙΚΡΑ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ
Ἄς ὑποθέσουμε ὅτι σ’ ἕνα μεγάλο σπίτι, παραφορτωμένο μέ παλιά ἔπιπλα καί ροῦχα καί διάφορα ἄλλα μικροαντικείμενα, μπαίνουν δυό ἄνθρωποι, ἀπό τούς ὁποίους ὁ ἕνας διαθέτει ὑγιῆ καί ὀξεία ὅραση καί ὁ ἄλλος εἶναι μισότυφλος.
Ἄν ρωτήσει κανείς τόν δεύτερο, τόν μισότυφλο, τί ὑπάρχει μέσα στό σπίτι - ἐπειδή αὐτός δέν εἶναι σέ θέση νά διακρίνει ὅλα τά πράγματα – θά βεβαιώσει ὅτι δέν ὑπάρχει ἐκεῖ μέσα τίποτε ἄλλο, ἐκτός ἀπό ντουλάπια, κρεββάτια, πάγκους καί τραπέζια. Θά ἀναφέρει δηλαδή ὅλα ἐκεῖνα τά πράγματα, πού τά ἔχει ἀντιληφθῆ περισσότερο μέ τήν ἀφή παρά μέ τήν ὅραση.
Ἀντίθετα ὁ ἄλλος, πού μέ τό ὀξύ του βλέμμα σάν φωτεινό βέλος ἔχει ἐξερευνήσει καί τίς πιό κρυφές γωνιές τοῦ σπιτιοῦ, θά ἀναφέρει, ὅτι παράλληλα μέ τά ἔπιπλα, ὑπάρχει ἕνα πλῆθος ἀπό μικροαντικείμενα, πού δύσκολα μποροῦν νά μετρηθοῦν· καί τά ὁποῖα, ἄν τά συγκεντρώναμε, θά ἦταν ἐνδεχομένως περισσότερα, ἀπό ἐκεῖνα τά λίγα ἔπιπλα, πού εἶχε ἀναγνωρίσει μέ τήν ἁφή ὁ σύντροφός του.
* * *
Τό ἴδιο συμβαίνει μέ τούς ἁγίους. Οἱ ἅγιοι «βλέπουν» καθαρά. Μέ τόν ζῆλο τους γιά τήν τελειότητα, οἱ ἅγιοι ἔχουν τήν εὐαισθησία νά ἀνακαλύπτουν στόν ἑαυτό τους ὅλες τίς πτώσεις καί τίς ἐλλείψεις, πού οἱ ἄλλοι δέν μποροῦν νά διακρίνουν. Ἔτσι καταδικάζουν τόν ἑαυτό τους γιά πράγματα, πού τό δικό μας σκοτισμένο ἐσωτερικό βλέμμα δέν θά μποροῦσε ποτέ νά ἀντιληφθῆ. Ἐμεῖς οἱ ἄλλοι δέν δίνουμε σημασία πολλές φορές στά μικρά καί, κατά τήν γνώμη μας, συγγνωστά ἁμαρτήματα. Οἱ ἅγιοι ὅμως, πού ἡ συνείδησή τους λάμπει σάν τό χιόνι, βλέπουν τόν ἑαυτό τους γεμάτο κηλίδες.
Αὐτοί, πού καλύπτουν τά μάτια τῆς ψυχῆς τους μέ τό πυκνό πέπλο τῆς ἁμαρτίας, ὅπως λέει ὁ Κύριος, «ἐνῶ κυττάζουν δέν βλέπουν, καί ἐνῶ ἀκοῦνε δέν καταλαβαίνουν» (Ματθ. 13, 13). Αὐτοί μετά βίας ἀντιλαμβάνονται ἀκόμη καί αὐτά τά βαριά καί θανάσιμα ἁμαρτήματα.
Ἀλήθεια, αὐτοί πῶς θά μποροῦσαν νά ἔχουν καθαρό βλέμμα, γιά νά διακρίνουν τήν ἀνεπαίσθητη ἐμφάνιση τῶν ρυπαρῶν λογισμῶν, τίς φευγαλέες καί κρυφές κινήσεις τῆς πονηρῆς ἐπιθυμίας – οἱ ὁποῖες πληγώνουν τήν ψυχή σάν τά αἰχμηρά βέλη - ἤ τήν διάσπαση τοῦ νοῦ πού τούς αἰχμαλωτίζει; Σκορπίζοντας τήν προσοχή τους σέ ἕνα σωρό πράγματα καί ἀφήνοντας ἀχαλίνωτη τήν φαντασία τους, οὔτε κἄν ὑποψιάζονται, ὅτι θά ἔπρεπε νά λυποῦνται κάθε φορά πού ἀπομακρύνονται ἀπό τήν μνήμη τοῦ Θεοῦ. Καί αὐτό, γιατί δέν αἰσθάνονται καμμιά ἀπώλεια, ὥστε νά θρηνήσουν γι’ αὐτήν. Ἀφήνουν ὁλάνοιχτη τήν πόρτα τῆς ψυχῆς τους, κι ἔτσι εἰσορμᾶ βίαια μέσα τους τό ὁρμητικό ποτάμι τῶν λογισμῶν.
Ἐπιπλέον, αὐτοί δέν ἔχουν συγκεκριμένο καί σταθερό στόχο, πρός τόν ὁποῖο νά ἐπικεντρώσουν ὅλες τίς ἐπιθυμίες καί τίς σκέψεις τους.
Εἶναι μεγάλη πλάνη, νά θεωροῦμε δῆθεν ἐντελῶς «ἀθῶα» πράγματα τήν ἀνεξέλεγκτη κίνηση τῆς φαντασίας καί τούς ἀτέλειωτους μάταιους λογισμούς. Ἔτσι γινόμαστε τόσο τυφλοί, ὥστε δέν διακρίνουμε ἁμαρτήματα, παρά μόνο τά θανάσιμα. Καί πιστεύουμε ὅτι πρέπει νά ἀποφεύγουμε μόνο ὅ, τι καταδικάζει ὁ ἀνθρώπινος νόμος! Μόλις νιώσουμε γιά λίγο ὅτι, σύμφωνα μέ τήν κοσμική δικαιοσύνη δέν μᾶς βαρύνει κάποιο σοβαρό παράπτωμα, ἀμέσως νομίζουμε ὅτι ... εἴμαστε ἀναμάρτητοι!...
Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου
ΝΥΧΤΩΜΑ - ΞΥΠΝΗΜΑ - ΝΗΨΗ
Λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος:
Ἐμεῖς δέν εἴμαστε «τῆς νύχτας». Δέν κάνουμε ἔργα τοῦ σκότους. Μά δέν ἀρκεῖ αὐτό. Δέν κάνει «νά κοιμόμαστε»! Ξύπνιοι πρέπει νά ζοῦμε. Μέ τά μάτια ἀνοιχτά. Ἐκεῖνοι πού ζοῦν στό σκοτάδι, καλά κοιμοῦνται. Ἔχουν τάχα καί ἄλλη ἐπιλογή; Καί ἐκεῖνοι πού ζοῦν μεθυσμένοι, ντοπαρισμένοι, ἀπό λάθος ἀντιλήψεις, καλά ζοῦν στήν κοσμάρα τους, σάν μεθυσμένοι. Ἐμεῖς πού θέλουμε νά ζοῦμε στό φῶς τοῦ Χριστοῦ, σάν ἡμέρας τέκνα, ἔχουμε χρέος νά ἔχουμε τά μάτια μας ἀνοιχτά (Α’ Θεσσ. 5, 5-8).
* * *
Στόν κόσμο αὐτό δέν εἶναι δικό μας θέμα, πότε ἔχουμε ἡμέρα καί πότε νύχτα· πότε ξημερώνει καί πότε νυχτώνει. Εἴτε τό θέλουμε, εἴτε ὄχι· εἴτε μᾶς ἀρέσει, εἴτε ὄχι ἡ νύχτα καί ἡ ἡμέρα ἐναλάσσονται μέ τόν δικό τους ρυθμό.
Μά στήν περίπτωση τῆς νύχτας τῆς πνευματικῆς, στήν ὁποία ἀναφερόμαστε, δέν συμβαίνει τό ἴδιο. Ἐδῶ μπορεῖς νά ἔχεις τά μάτια ἀνοιχτά, ὅσο θέλεις! Στό θέμα αὐτό μπορεῖς νά κρατᾶς τά μάτια σου ἀνοιχτά γιά πάντα.
Τῆς ψυχῆς τά μάτια ὁ ἄνθρωπος, ὁ ἄνθρωπος τά κλείνει μέν, ὅταν τό θέλει· ὅταν ἀφήσει νά κυριαρχήσει μέσα του τό κακό καί ἡ ἁμαρτία. Εἶναι καί αὐτό ζήτημα, ὄχι τῆς φύσης, ἀλλά τῆς προσωπικῆς μας διάθεσης. Οὐχί φύσεως, ἀλλά προαιρέσεως.
Ξύπνιοι νά εἴμαστε πρέπει! Τό λέω καί τό ἐπαναλαμβάνω. Γιατί ἐδῶ, σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο, ἔχουμε καί ἀνθρώπους ξύπνιους, πού κοιμοῦνται πιά βαθειά! Ἔχουμε καί ἀνθρώπους, πού ποτέ δέν κάνουν κάτι τό καλό.
* * *
Καί γιά νά καταλήξουμε:
Δέν ἀρκεῖ νά μήν «κοιμᾶσαι»· δέν ἀρκεῖ νά εἶσαι «ξύπνιος»· πρέπει καί νά ξέρεις, ποῦ κοιτᾶς καί γιατί κυττᾶς! Καί γιά νά τό κάνεις αὐτό πρέπει νά ἔχεις τό νοῦ σου καθαρό.
Ὥστε, συμπεραίνει ὁ ἅγιος, γρηγορήσεως ἐπίτασις ἡ νῆψις ἐστιν.
Μετ.: + ὁ Ν. Μ.