Το ονομα του δαιμονιζομενου «λεγεων»
(Λουκ. 8,30)
ΑΚΟΥΣΑΤΕ, ἀγαπητοί μου, τὸ εὐαγγέλιο. Περιγράφει ἕνα θαῦμα ἕνα ἀπὸ τὰ ἀναρίθμητα θαύματα ποὺ ἔκανε, κάνει καὶ θὰ κάνῃ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Μπορεῖς νὰ μετρήσῃς τὰ ἄστρα τ᾽ οὐρανοῦ, ἀλλὰ δὲν μπορεῖς νὰ μετρήσῃς τὰ θαύματα τοῦ Κυρίου μας.
Ποιό εἶνε τὸ θαῦμα. Σ᾽ ἕνα χωριὸ ποὺ λεγόταν Γάδαρα, στὰ ἄκρα τοῦ Ἰουδαϊκοῦ κράτους, στὰ σύνορα, ζοῦσε ἕνας ἄνθρωπος φιλότιμος, ἐργατικός, εἰρηνικός. Δὲν πείραζε κανένα. Ἀλλὰ ξαφνικὰ ἄλλαξε τελείως. Τὸ πρόσωπό του ἀγρίεψε, τὰ μάτια του πετοῦσαν σπίθες, τὸ στόμα του ἔβγαζε ἀφρούς. Ἔσχιζε τὰ ροῦχα του καὶ παρουσιαζόταν γυμνός, ὅπως τὸν γέννησε ἡ μάνα του, χωρὶς νὰ ντρέπεται. Ἔτρεχε ἔξω στὰ χωράφια. Πήγαιναν καὶ τὸν ἔπιαναν οἱ συγγενεῖς του, τὸν ἔδεναν μὲ ἁλυσίδες, κι αὐτὸς ἔσπαζε τὶς ἁλυσίδες σὰ νὰ ἦταν κλωστές· τέτοια δύναμι εἶχε. Δὲν τολμοῦσε νὰ περάσῃ κανείς ἀπὸ τὸ δρόμο του. Καὶ τὴ νύχτα δὲν πήγαινε νὰ κοιμηθῇ στὸ σπίτι· πήγαινε στὰ μνήματα καὶ κοιμόταν ἐκεῖ, μὲ τὰ κόκκαλα τὰ ξερά. Φρικτὸ θέαμα.
Τί ἦταν, τρελλός; Μακάρι νὰ ἦταν τρελλός. Ὑπάρχει κάτι ἄλλο χειρότερο ἀπὸ τὴν τρέλλα· κι αὐτὸ εἶνε ὁ δαιμονισμός. Ὅποιος δὲν πιστεύει, ἂς πάῃ στὴν Κεφαλονιὰ νὰ δῇ ὅτι ὑπάρχουν δαιμονιζόμενοι. Κι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἦταν δαιμονιζόμενος. Εἶχε μπῆ μέσα του δαιμόνιο· γι᾽ αὐτὸ ἦταν ὁ φόβος – τρόμος ὅλων.
Τώρα ὅμως βλέπουμε αὐτὸν τὸν δαιμονιζόμενο νὰ τρέμῃ σὰν τὸ φύλλο. Γιατί; Διότι μπροστά του παρουσιάστηκε ὁ Παντοδύναμος, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός. Οἱ δαίμονες κατάλαβαν, ὅτι ἔφτασε ἡ ὥρα τῆς τιμωρίας, καὶ τὸν παρακαλοῦσαν νὰ μὴν τοὺς τιμωρήσῃ.
Ὁ Χριστὸς ρώτησε τὸν δαιμονιζόμενο· Ποιό εἶνε τ᾽ ὄνομά σου, ἡ ταυτότητά σου; Κ᾽ ἐκεῖνος τί ἀπήντησε· «λεγεών» (Λουκ. 8,30). Τί θὰ πῇ «λεγεών»; Εἶνε λέξις ῥωμαϊκή, καὶ σημαίνει στρατός, στρατιά. Ὄχι λόχος ἢ τάγμα ἢ μεραρχία, ἀλλὰ σῶμα ὁλόκληρο. Ὅπως εἶνε σήμερα τὸ σῶμα στρατοῦ, ἔτσι ἦταν τότε ἡ ῥωμαϊκὴ λεγεών· ἕνα στρατιωτικὸ σῶμα ποὺ ἀριθμοῦσε 6.000 στρατιῶτες. Μὲ ἄλλα λόγια, πλῆθος δαιμόνια εἶχαν μπῆ μέσα στὸν ἄνθρωπο αὐτὸν καὶ τὸν τυραννοῦσαν·«λεγεών· ὅτι δαιμόνια πολλὰ εἰσῆλθεν εἰς αὐτόν» (ἔ.ἀ.).
* * *
Τὸ ὄνομα αὐτό, ἀγαπητοί μου, τὸ ὄνομα «λεγεών», ἁρμόζει καὶ σήμερα σὲ πολλὲς περιπτώσεις. Ἁρμόζει σὲ μεγάλους – σὲ μικρούς, σὲ ἄντρες – σὲ γυναῖκες, σὲ γέρους – σὲ νέους, σὲ διαβασμένους – σὲ ἄξεστους…
―Μὰ τί εἶν᾽ αὐτὰ ποὺ μᾶς λές; θὰ πῆτε. Ἐμεῖς ἔχουμε ὀνόματα χριστιανικά· Δημήτριος, Κωνσταντῖνος, Μιχαήλ, Βασίλειος, Νικόλαος…· ὀνόματα ποὺ τὰ πήραμε στὸ βάπτισμά μας.
Ποιό τὸ ὄφελος ὅμως; Μόνο τὸ ὄνομα ἔμεινε· τὸ τσῶφλι ἔμεινε, ὁ καρπὸς λείπει. Πήραμε τὰ ὀνόματα αὐτά, γιὰ νὰ ζοῦμε ζωὴ χριστιανική· αὐτὸς ποὺ λέγεται Δημήτριος νὰ ζῇ ὅπως ὁ ἅγιος Δημήτριος, αὐτὸς ποὺ λέγεται Γεώργιος νὰ ζῇ ὅπως ὁ ἅγιος Γεώργιος, αὐτὸς ποὺ λέγεται Νικόλαος νὰ ζῇ ὅπως ὁ ἅγιος Νικόλαος, ὅλοι γενικῶς νὰ ζοῦμε ὅπως οἱ ἅγιοί μας. Ζοῦμε ὅμως; Κάθε ἄλλο. Δὲν ζοῦμε ὅπως θέλει ὁ Χριστός, δὲν ἐκτελοῦμε τὶς ἐντολές του· ζοῦμε μιὰ ἄλλη ζωή. Συνεπῶς καὶ σ᾽ ἐμᾶς ἁρμόζει ἡ λέξις «λεγεών». Πειραζόμεθα κ᾽ ἐμεῖς ἀπὸ πολλὰ δαιμόνια.
Ποιά δαιμόνια; Ἀναρίθμητα εἶνε. Ὁ ἕνας ἔχει τὸ δαιμόνιο τοῦ μίσους· μισεῖ, ἀνάβει, κοκκινίζει ὅταν δῇ τὸν ἀντίπαλό του, καλημέρα δὲ λένε μεταξύ τους. Ὁ ἄλλος ἔχει τὸ δαιμόνιο τοῦ φθόνου· φθονεῖ, κιτρινίζει, χάνει τὸ χρῶμα του ἂν δῇ καλὸ στὸν ἄλλο, ἂν παντρεύτηκε τὸ κορίτσι του ἢ πῆρε δίπλωμα ὁ γυιός του ἢ πῆγαν καλὰ οἱ δουλειές του ἢ γέννησαν τὰ ζῷα του ἢ καρποφόρησαν τὰ δέντρα του· λυπᾶται γιὰ τὸ καλό του, εὐχαριστεῖται γιὰ τὸ κακό του. Ὁ ἄλλος ἔχει τὸ δαιμόνιο τῆς ὀργῆς· ὀργίζεται, θυμώνει μὲ τὸ τίποτα, τὰ κάνει ὅλα γυαλιά – καρφιά. Ὁ ἄλλος ἔχει τὸ δαιμόνιο τῆς φιλαργυρίας, ἀγαπᾷ τὸ χρῆμα, τὰ τριάκοντα ἀργύρια τοῦ Ἰούδα. Ὁ ἄλλος ἔχει τὸ δαιμόνιο τῆς φιληδονίας, λατρεύει τὴ σάρκα καὶ τὰ πάθη της. Ὁ ἄλλος ἔχει τὸ δαιμόνιο τῆς ψευδορκίας· ἁπλώνει τὸ χέρι στὰ δικαστήρια καὶ παίρνει ψεύτικο ὅρκο. Ὁ ἄλλος ἔχει τὸ δαιμόνιο τῆς βλαστήμιας. «Δόξα τῇ μακροθυμίᾳ σου, Κύριε» (Μ. Παρ. ὄρθρ.) ποὺ ἀνέχεσαι. Ἐὰν κάθε φορὰ ποὺ βλαστημάει κάποιος γινόταν κ᾽ ἕνας σεισμός, δὲν θὰ ἔμενε τίποτα ὄρθιο.
Δαιμόνιο μπῆκε ἀνάμεσα στοὺς συζύγους καὶ βλέπεις νὰ χωρίζῃ ἡ γυναίκα τὸν ἄντρα ἢ ὁ ἄντρας τὴ γυναῖκα. Δαιμόνιο μπῆκε στὰ παιδιὰ καὶ δὲν ὑπακούουν σὲ κανένα. Δαιμόνιο στοὺς νέους, ποὺ σὰν τὸν ἄνθρωπο τῆς περικοπῆς δὲ μένουν στὸ σπίτι, ἀλλὰ ξενυχτοῦν στὰ κέντρα, ὅπου τόσα δαιμόνια δροῦν. Δαιμόνια παντοῦ· δαιμόνια στὰ σχολεῖα, ὅπου δάσκαλοι διδάσκουν ὅτι ὁ ἄνθρωπος κατάγεται ἀπὸ τὸν πίθηκο κι ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός· δαιμόνια στὴν ἀγορά, ὅπου ἐπικρατεῖ τὸ δόγμα «ἅρπαξε νὰ φᾷς καὶ κλέψε νά ᾽χῃς»· δαιμόνια στὰ δικαστήρια ὅπου παλαμίζουν χωρὶς φόβο τὸ Εὐαγγέλιο…. Κοινωνία δαιμονισμένων. Εἶχε δίκιο ὁ ῾Ρῶσος Ντοστογιέφσκυ ποὺ ἔγραψε τὸ ἔργο «Οἱ δαιμονισμένοι». Τὰ δαιμόνια ταράζουν τὴ ζωὴ καὶ τὴν κάνουν δυστυχισμένη. Ποιό εἶνε τὸ ὄνομά σου, κοινωνία; «λεγεών». Τὸ ὄνομα τοῦ σπιτιοῦ; «λεγεών». Τὸ ὄνομα τοῦ σχολείου; «λεγεών». Τὸ ὄνομα τοῦ στρατοῦ; «λεγεών». Καὶ ἡ καρδιά μας; «λεγεὼν» κι αὐτή· δὲν κατοικεῖ μέσα της ὁ Χριστός.
Ζοῦμε σὲ ἐποχὴ σατανική· σατανοκρατούμεθα. Δυστυχῶς σήμερα, κατὰ μέγα μέρος, δὲν κυβερνάει ὁ Χριστός· κυβερνάει ὁ σατανᾶς καὶ οἱ δαίμονες. Οἱ ἄνθρωποι τοὺς ἀνέδειξαν «κοσμοκράτορας» (Ἐφ. 6,12). Ἔχουν παραδοθῆ σ᾽ αὐτοὺς ―μὲ τὴ θέλησι ἑνὸς ἑκάστου― καρδιές, οἰκογένειες, σπίτια, ὑπουργεῖα, κυβερνήσεις, κοινοβούλια, ὀργανισμοί…. Καὶ ὁ διάβολος καλὸ δὲν ξέρει νὰ κάνῃ. Γι᾽ αὐτὸ ἐπικρατεῖ παραλογισμὸς καὶ διάλυσις.
Ἀπιστία μεγάλη κυριαρχεῖ. Κ᾽ ἐμεῖς ποὺ λέμε ὅτι πιστεύουμε δὲν πιστεύουμε. Ἔχουμε ἐπηρεασθῆ. Ἦταν κάποτε ἐποχή, ποὺ οἱ πρόγονοί μας δὲν εἶχαν σχολειά, πανεπιστήμια, ἀκαδημίες, δὲν εἶχαν χρῆμα καὶ πλούτη, δὲν εἶχαν σπίτια καὶ αὐτοκίνητα πολυτελῆ. Ἀλλὰ ἡ κοινωνία ἦταν ἁγιασμένη. Βλαστήμια δὲν ἀκουγόταν. Ἑκατὸ χρόνια περνοῦσαν στὴ Μακεδονία καὶ διαζύγιο δὲν ἔβγαινε· τὸ διαζύγιο ἦταν ἄγνωστο. Τώρα; Ποιό εἶνε τὸ ὄνομά σου Ἑλλάς; «λεγεών»! Τότε εἶχαν φτωχὲς καλύβες, ἀλλὰ στὶς καλύβες κατοικοῦσαν ἅγιοι ἄνθρωποι, ἄγγελοι. Τώρα μέσ᾽ στὰ μεγάλα σπίτια μὲ ὅλα τὰ κομφὸρ κατοικοῦν δαίμονες.
* * *
Τί θὰ γίνῃ λοιπόν, ἀδελφοί μου; ἔτσι θὰ μείνουν τὰ πράγματα; δὲν ὑπάρχει ἐλπίδα; Ἂν δὲν ἐρχόταν στὸν κόσμο ὁ Χριστός, ἡ κατάστασι θὰ ἦταν ἀπελπιστική. Ἀλλὰ ἦρθε ὁ Χριστὸς καὶ νίκησε τὸ διάβολο.
Μιὰ μέρα στὴ μητρόπολι μὲ ζήτησε μιὰ γυναίκα. Ἔτρεμε ὁλόκληρη ἀπὸ φόβο.
―Ἔχω νὰ κοιμηθῶ δυὸ νύχτες, λέει.
―Γιατί; τί σοῦ συμβαίνει;
―Σηκώθηκα προχθὲς τὸ πρωὶ καὶ βρῆκα στὴν αὐλή μου μαγικά· κόκκαλα, τρίχες, κέρατα. Θὰ μοῦ κάνουν κακὸ στὸ σπίτι.
―Πιστεύεις στὸ Χριστό; τὴ ρωτάω.
―Πιστεύω, λέει.
―Ἔ τότε ποιός εἶνε πιὸ δυνατός, ὁ Χριστὸς ἢ ὁ σατανᾶς;
―Ὁ Χριστός.
―Ἀφοῦ ὁ Χριστὸς εἶνε πιὸ δυνατός, αὐτὸς νικάει ὅλα τὰ δαιμόνια. Μὴ φοβᾶσαι.
Ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ νικητὴς τῶν δαιμόνων. Κι ὄχι μόνο ὁ ἴδιος τοὺς νίκησε, ἀλλὰ δίνει δύναμι καὶ στὸν κάθε πιστὸ Χριστιανὸ νὰ νικᾷ τὰ δαιμόνια, ὅσο ἰσχυρὰ καὶ νὰ εἶνε. Ὅτι ὁ «Ἰησοῦς Χριστὸς νικᾷ» ἀπόδειξις ποιά εἶνε; Ὁ ἄνθρωπος τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου. Ὁ σατανᾶς τὸν εἶχε κάνει ἄγριο λύκο, κοντὰ στὸ Χριστὸ ὅμως ὁ λύκος ἔγινε ἀρνί.
Ὦ Χριστέ, πόσο μεγάλη εἶνε ἡ δύναμί σου! Ὅπου εἶνε ὁ Χριστὸς εἶνε ἐλευθερία, ὅπου λείπει ὁ Χριστὸς εἶνε σκλαβιά. Ὅπου εἶνε ὁ Χριστὸς εἶνε δικαιοσύνη, ὅπου λείπει ὁ Χριστὸς εἶνε ἀδικία. Ὅπου εἶνε ὁ Χριστὸς εἶνε ἡ ἀγάπη, ὅπου λείπει ὁ Χριστὸς εἶνε τὸ μῖσος. Ὅπου εἶνε ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ παράδεισος, ὅπου λείπει ὁ Χριστὸς εἶνε ἡ κόλασις. Καὶ κόλασις ἔγινε πράγματι ὁ κόσμος. Δὲν τολμᾷς νὰ βγαίνῃς ἀπὸ τὸ σπίτι σου, ἀφοῦ τώρα ἐμφανίζονται τρομοκράται· ὅπως τότε ὁ δαιμονιζόμενος τρομοκρατοῦσε ὅλους, ἔτσι κι αὐτοὶ σήμερα. Γίναμε Σικάγο.
Τί νὰ κάνουμε λοιπόν, ἀδελφοί μου; Νὰ μετανοήσουμε, νὰ ἐπιστρέψουμε στὸ Θεὸ καὶ νὰ ἔρθῃ νὰ μᾶς κυβερνήσῃ πάλι ὁ Χριστός· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Ομιλία Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναό Ἁγίου Κων/νου & Ἑλένης στην Νίκη – Φλωρίνης 25-10-1987)