Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, ἡ Ὀρθόδοξος
Ἐκκλησία, ἑορτάζει τὴ μνήμη ἑνὸς ἐκ τῶν μεγαλυτέρων ἁγίων τῆς πίστεώς
μας, τὴ μνήμη τοῦ ἁγίου Χαραλάμπου τοῦ θαυματουργοῦ.
Ὁ ἅγιος Χαράλαμπος εἶνε ἀγαπητὸς στὸν Ἑλληνικὸ λαό. Ὅπου νὰ
εἶνε οἱ Ἕλληνες, εἴτε στὸ ἐσωτερικὸ εἴτε στὸ ἐξωτερικό, καὶ κάτω στὴν
Αὐστραλία καὶ στὸν Καναδᾶ καὶ στὴ Γερμανία, ὅπου κι ἂν βρίσκωνται,
τιμοῦν τὸν ἅγιο Χαράλαμπο.
Μοναστήρια, ἐκκλησίες, παρεκκλήσια καὶ ἐξωκκλήσια τιμῶνται ἐπ᾽ ὀνόματί του.
Ἀκόμα δὲ ἡ πατρίδα μας ἔχει ὡς θησαυρὸ πολύτιμο τὴν κάρα – τὴν κεφαλὴ τοῦ ἁγίου, ποὺ φυλάσσεται στὰ Μετέωρα, στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Στεφάνου.
Καὶ σήμερα πλῆθος Χριστιανοὶ ἀπ᾿ ὅλες τὶς πόλεις συρρέουν στὰ Μετέωρα γιὰ νὰ ἑορτάσουν τὴν ἑορτὴ τοῦ ἁγίου Χαραλάμπου.
Γιατὶ θυμῶνται, ὅτι κάποτε στὸν κάμπο τῆς Θεσσαλίας ἔπεσε ἀκρίδα σύννεφο ποὺ τὰ θέριζε ὅλα, καὶ ἔκαναν λιτανεία μὲ τὴν κάρα τοῦ ἁγίου παρακαλώντας τον, καὶ ἔγινε θαῦμα – τὸ βεβαιώνουν οἱ γεροντότεροι ἐκεῖ· ξαφνικὰ ἕνας σφοδρὸς ἄνεμος, ἕνας ἀέρας δυνατὸς φύσηξε, παρέσυρε τὶς ἀκρίδες καὶ τὶς ἔρριξε μέσα στὸ Αἰγαῖο πέλαγος.
Θαυματουργὸς λοιπὸν ὁ ἅγιος Χαράλαμπος ποὺ τιμοῦμε σήμερα.
Ἀλλὰ ποιός εἶνε ὁ ἅγιος Χαράλαμπος; Τί ἔκανε, ὥστε ὁ Θεὸς νὰ τοῦ δώσῃ τέτοια δύναμι;
τιμοῦν τὸν ἅγιο Χαράλαμπο.
Μοναστήρια, ἐκκλησίες, παρεκκλήσια καὶ ἐξωκκλήσια τιμῶνται ἐπ᾽ ὀνόματί του.
Ἀκόμα δὲ ἡ πατρίδα μας ἔχει ὡς θησαυρὸ πολύτιμο τὴν κάρα – τὴν κεφαλὴ τοῦ ἁγίου, ποὺ φυλάσσεται στὰ Μετέωρα, στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Στεφάνου.
Καὶ σήμερα πλῆθος Χριστιανοὶ ἀπ᾿ ὅλες τὶς πόλεις συρρέουν στὰ Μετέωρα γιὰ νὰ ἑορτάσουν τὴν ἑορτὴ τοῦ ἁγίου Χαραλάμπου.
Γιατὶ θυμῶνται, ὅτι κάποτε στὸν κάμπο τῆς Θεσσαλίας ἔπεσε ἀκρίδα σύννεφο ποὺ τὰ θέριζε ὅλα, καὶ ἔκαναν λιτανεία μὲ τὴν κάρα τοῦ ἁγίου παρακαλώντας τον, καὶ ἔγινε θαῦμα – τὸ βεβαιώνουν οἱ γεροντότεροι ἐκεῖ· ξαφνικὰ ἕνας σφοδρὸς ἄνεμος, ἕνας ἀέρας δυνατὸς φύσηξε, παρέσυρε τὶς ἀκρίδες καὶ τὶς ἔρριξε μέσα στὸ Αἰγαῖο πέλαγος.
Θαυματουργὸς λοιπὸν ὁ ἅγιος Χαράλαμπος ποὺ τιμοῦμε σήμερα.
Ἀλλὰ ποιός εἶνε ὁ ἅγιος Χαράλαμπος; Τί ἔκανε, ὥστε ὁ Θεὸς νὰ τοῦ δώσῃ τέτοια δύναμι;
* * *
Ὁ ἅγιος Χαράλαμπος γεννήθηκε –
ποῦ;
Σὲ μιὰ πατρίδα ποὺ μᾶς φέρνει δάκρυα.
Πατρίδα του εἶνε ἡ Μικρὰ Ἀσία καὶ συγκεκριμένα ἡ Μαγνησία, ἐπὶ τοῦ Μαιάνδρου ποταμοῦ, κοντὰ στὴν Ἔφεσο· ἀπὸ ᾿κεῖ ἦταν.
Ὅπου νὰ πᾶμε στὴ Μικρὰ Ἀσία καὶ νὰ σκαλίσουμε τὰ χώματα, θὰ βροῦ με κόκκαλα ἁγίων.
Καμμιά ἄλλη χώρα δὲν ἔχει νὰ δείξῃ τόσους μάρτυρες ὅπως ἡ Μικρὰ Ἀσία.
Καὶ στὴν Ἄγκυρα, καὶ στὴν Τραπεζοῦντα, καὶ στὴ Σαμψοῦντα, καὶ στὸ Ἀφιὸν-Καρὰ- Χισσάρ, καὶ στὴν Κιουτάχεια, καὶ στὸ Ἀϊδίνι καὶ στὶς Κυδωνιὲς καὶ στὴ Σμύρνη, παντοῦ ὅπου νὰ πᾶμε, εἶνε σπαρμένα ἱερὰ λείψανα.
Καὶ στοὺς μάρτυρες αὐτοὺς ἐπὶ τῶν ἡμερῶν μας προσετέθη σαν ἕνα ἑκατομμύριο θύματα ποὺ ἔσφαξε σὰν ἀρνιὰ ὁ Κεμὰλ κατὰ τὴν καταστροφὴ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας.
Αὐτὴ ἦταν ἡ πατρίδα τοῦ ἁγίου.
Γεννήθηκε καὶ ἔζησε κατὰ τὸν δεύτερο (Β΄) μ.Χ. αἰῶνα, στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορος Σεπτιμίου Σευήρου (193-211), ὅταν διοικητὴς τῆς Μαγνησίας ἦταν ὁ εἰδωλολάτρης Λουκιανός.
Ἔζησε, δηλαδή, κοντὰ στὴν ἐποχὴ τῶν ἁγίων ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι ἄκουσαν τὰ θεϊκὰ λόγια ἀπ᾽ τὰ χείλη τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ.
Ἀπὸ τὰ στόμα τα λοιπὸν διαδόχων τῶν ἀποστόλων ἄκουσε καὶ ὁ μικρὸς τότε Χαραλάμπης τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, πίστεψε σ᾽ αὐτὸν καὶ ἔγινε Χριστιανός.
Μεγαλώνοντας καὶ προκόπτοντας στὴν πίστι, ἔγινε καὶ ἱερεὺς τοῦ Ὑψίστου. Μὰ τί ἱερεύς!
Ἦταν ἕνα διαμάντι· πιστὸς καὶ ἀφωσιωμένος στὸ Θεό, ὅπως λέει ὁ σημερινὸς ἀπόστολος (βλ. Β´ Τιμ. 2,1-10), γεμᾶτος ζῆλο καὶ φλόγα, ἄνθρωπος τοῦ πνεύματος – ὄχι τῆς ὕλης, θαυματουργός.
Ἂν βάλῃς ὅλους μαζὶ τοὺς σημερινοὺς παπᾶδες καὶ δεσποτάδες, δὲν κάνεις οὔτε τὸ νυχάκι τοῦ ἁγίου Χαραλάμπου.
Διαφορετικὸς θὰ ἦταν ὁ κόσμος ἂν εἴχαμε τὴν πίστι καὶ τὸν βίο του.
Ἀλλὰ στὴν ἐποχή του ἔγινε διωγμός. Βγῆκε διαταγή· Ὅποιος εἶνε Χριστιανός, ὅποιος ὁμολογεῖ τὸ Χριστό, θὰ συλλαμβάνεται, θὰ ῥίχνεται στὶς φυλακές, θὰ ἐκτελῆται.
Μεταξὺ τῶν πρώτων ποὺ συνελήφθησαν ἦταν ὁ ἅγιος Χαράλαμπος.
Τὸν συνέλαβαν τὴν ὥρα ποὺ λειτουργοῦσε, ποὺ κρατοῦσε καὶ ὕψωνε τὰ ἅγια δῶρα.
Τὸν ὡδήγησαν μπροστὰ στὸν τύραννο κι αὐτὸς τοῦ ἔθεσε τὸ ἐρώτημα· «Εἶσαι Χριστιανός;».
Τὸ νὰ ποῦμε τώρα «Εἶμαι Χριστιανὸς» δὲν στοιχίζει τίποτα· τότε σοῦ στοίχιζε τὸ κεφάλι σου.
Στὴν ἐρώτησι «Εἶσαι Χριστιανός;» ἂν ἔλεγες ὄχι, γλύτωνες· ἂν ἔλεγες «Εἶμαι», σὲ ὡδηγοῦσαν ἀμέσως στὰ μαρτύρια.
Τὸν ρώτησαν λοιπόν· «Εἶσαι Χριστιανός;», ἐρώτημα κρίσιμο, φοβερό.
Ὁ ἅγιος Χαράλαμπος τότε ἦταν πλέον γέροντας ἑκατὸν δεκα τριῶν χρονῶν, μὲ ἄσπρα μαλλιά· μόλις στεκόταν στὰ πόδια του μπροστὰ στὸν τύραννο.
Ἀπήντησε ὅμως μὲ σταθερὴ φωνή· «Εἶμαι Χριστιανὸς καὶ πεθαίνω γιὰ τὴν πίστι μου». Καὶ τότε ἄρχισε τὸ μαρτύριό του, ἕνα μαρτύριο ποὺ ἀνατριχιάζει κανεὶς καθὼς τὸ διαβάζει.
Τί ἔκαναν; Μὲ μυτερὰ νύχια ἔγδερναν τὶς σάρκες του· ὅπως ὁ χασάπης γδέρνει τὸ κατσίκι καὶ τὸ ρίφι, ἔτσι τὸν ἔγδερναν ἀπὸ τὴν κεφαλὴ μέχρι τὰ πόδια. Φοβερὸ μαρτύριο.
Ἀλλὰ τὸ ὑπέμενε ἀμίλητος, βράχος ὑπομονῆς, καὶ νίκησε· ἔγινε θαῦμα, οἱ πληγές του θεραπεύθηκαν καὶ τὸν ἄφησαν ἐλεύθερο.
Θαύμασαν ὅλοι, καὶ πολλοὶ πίστεψαν στὸ Χριστό.
Δύο δήμιοι, ὁ Πορφύριος καὶ ὁ Βάπτος, ποὺ εἶδαν τὸ θάρρος καὶ τὴν παρρησία του, ἔγιναν Χριστιανοί.
Ἀλλὰ δὲν πέρασε πολὺς καιρὸς καὶ βγῆκε δεύτερο διάταγμα. Τὸν συνέλαβαν πάλι καὶ γιὰ δεύτερη φορὰ ὡμολόγησε μπροστὰ στὸ βασιλιᾶ ὅτι εἶνε Χριστιανός.
Καὶ τότε ὑπέμεινε νέο μαρτύριο ἄκαμπτος καὶ ἀλύγιστος, σὰν βράχος ἐν μέσῳ μαινομένης θαλάσσης.
Τότε πίστεψε καὶ μιὰ θυγατέρα τοῦ βασιλέως, ἡ Γαλήνη, καὶ ἔγινε Χριστιανή.
Τέλος, τὸν ἀποκεφάλισαν. Καὶ ἐνῷ ἡ ψυχή του σὰν περιστέρι ὁλόλευκο πέταξε στὰ οὐράνια γιὰ νὰ εἶνε μεταξὺ ἁγίων καὶ ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, τὸ σῶμα του ἔμεινε ἐδῶ στὴ γῆ πηγὴ θαυμάτων· ἡ ἁγία κάρα του εἶνε, ὅπως εἴπαμε, στὰ Μετέωρα τῆς Θεσσαλίας.
Σὲ μιὰ πατρίδα ποὺ μᾶς φέρνει δάκρυα.
Πατρίδα του εἶνε ἡ Μικρὰ Ἀσία καὶ συγκεκριμένα ἡ Μαγνησία, ἐπὶ τοῦ Μαιάνδρου ποταμοῦ, κοντὰ στὴν Ἔφεσο· ἀπὸ ᾿κεῖ ἦταν.
Ὅπου νὰ πᾶμε στὴ Μικρὰ Ἀσία καὶ νὰ σκαλίσουμε τὰ χώματα, θὰ βροῦ με κόκκαλα ἁγίων.
Καμμιά ἄλλη χώρα δὲν ἔχει νὰ δείξῃ τόσους μάρτυρες ὅπως ἡ Μικρὰ Ἀσία.
Καὶ στὴν Ἄγκυρα, καὶ στὴν Τραπεζοῦντα, καὶ στὴ Σαμψοῦντα, καὶ στὸ Ἀφιὸν-Καρὰ- Χισσάρ, καὶ στὴν Κιουτάχεια, καὶ στὸ Ἀϊδίνι καὶ στὶς Κυδωνιὲς καὶ στὴ Σμύρνη, παντοῦ ὅπου νὰ πᾶμε, εἶνε σπαρμένα ἱερὰ λείψανα.
Καὶ στοὺς μάρτυρες αὐτοὺς ἐπὶ τῶν ἡμερῶν μας προσετέθη σαν ἕνα ἑκατομμύριο θύματα ποὺ ἔσφαξε σὰν ἀρνιὰ ὁ Κεμὰλ κατὰ τὴν καταστροφὴ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας.
Αὐτὴ ἦταν ἡ πατρίδα τοῦ ἁγίου.
Γεννήθηκε καὶ ἔζησε κατὰ τὸν δεύτερο (Β΄) μ.Χ. αἰῶνα, στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορος Σεπτιμίου Σευήρου (193-211), ὅταν διοικητὴς τῆς Μαγνησίας ἦταν ὁ εἰδωλολάτρης Λουκιανός.
Ἔζησε, δηλαδή, κοντὰ στὴν ἐποχὴ τῶν ἁγίων ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι ἄκουσαν τὰ θεϊκὰ λόγια ἀπ᾽ τὰ χείλη τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ.
Ἀπὸ τὰ στόμα τα λοιπὸν διαδόχων τῶν ἀποστόλων ἄκουσε καὶ ὁ μικρὸς τότε Χαραλάμπης τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, πίστεψε σ᾽ αὐτὸν καὶ ἔγινε Χριστιανός.
Μεγαλώνοντας καὶ προκόπτοντας στὴν πίστι, ἔγινε καὶ ἱερεὺς τοῦ Ὑψίστου. Μὰ τί ἱερεύς!
Ἦταν ἕνα διαμάντι· πιστὸς καὶ ἀφωσιωμένος στὸ Θεό, ὅπως λέει ὁ σημερινὸς ἀπόστολος (βλ. Β´ Τιμ. 2,1-10), γεμᾶτος ζῆλο καὶ φλόγα, ἄνθρωπος τοῦ πνεύματος – ὄχι τῆς ὕλης, θαυματουργός.
Ἂν βάλῃς ὅλους μαζὶ τοὺς σημερινοὺς παπᾶδες καὶ δεσποτάδες, δὲν κάνεις οὔτε τὸ νυχάκι τοῦ ἁγίου Χαραλάμπου.
Διαφορετικὸς θὰ ἦταν ὁ κόσμος ἂν εἴχαμε τὴν πίστι καὶ τὸν βίο του.
Ἀλλὰ στὴν ἐποχή του ἔγινε διωγμός. Βγῆκε διαταγή· Ὅποιος εἶνε Χριστιανός, ὅποιος ὁμολογεῖ τὸ Χριστό, θὰ συλλαμβάνεται, θὰ ῥίχνεται στὶς φυλακές, θὰ ἐκτελῆται.
Μεταξὺ τῶν πρώτων ποὺ συνελήφθησαν ἦταν ὁ ἅγιος Χαράλαμπος.
Τὸν συνέλαβαν τὴν ὥρα ποὺ λειτουργοῦσε, ποὺ κρατοῦσε καὶ ὕψωνε τὰ ἅγια δῶρα.
Τὸν ὡδήγησαν μπροστὰ στὸν τύραννο κι αὐτὸς τοῦ ἔθεσε τὸ ἐρώτημα· «Εἶσαι Χριστιανός;».
Τὸ νὰ ποῦμε τώρα «Εἶμαι Χριστιανὸς» δὲν στοιχίζει τίποτα· τότε σοῦ στοίχιζε τὸ κεφάλι σου.
Στὴν ἐρώτησι «Εἶσαι Χριστιανός;» ἂν ἔλεγες ὄχι, γλύτωνες· ἂν ἔλεγες «Εἶμαι», σὲ ὡδηγοῦσαν ἀμέσως στὰ μαρτύρια.
Τὸν ρώτησαν λοιπόν· «Εἶσαι Χριστιανός;», ἐρώτημα κρίσιμο, φοβερό.
Ὁ ἅγιος Χαράλαμπος τότε ἦταν πλέον γέροντας ἑκατὸν δεκα τριῶν χρονῶν, μὲ ἄσπρα μαλλιά· μόλις στεκόταν στὰ πόδια του μπροστὰ στὸν τύραννο.
Ἀπήντησε ὅμως μὲ σταθερὴ φωνή· «Εἶμαι Χριστιανὸς καὶ πεθαίνω γιὰ τὴν πίστι μου». Καὶ τότε ἄρχισε τὸ μαρτύριό του, ἕνα μαρτύριο ποὺ ἀνατριχιάζει κανεὶς καθὼς τὸ διαβάζει.
Τί ἔκαναν; Μὲ μυτερὰ νύχια ἔγδερναν τὶς σάρκες του· ὅπως ὁ χασάπης γδέρνει τὸ κατσίκι καὶ τὸ ρίφι, ἔτσι τὸν ἔγδερναν ἀπὸ τὴν κεφαλὴ μέχρι τὰ πόδια. Φοβερὸ μαρτύριο.
Ἀλλὰ τὸ ὑπέμενε ἀμίλητος, βράχος ὑπομονῆς, καὶ νίκησε· ἔγινε θαῦμα, οἱ πληγές του θεραπεύθηκαν καὶ τὸν ἄφησαν ἐλεύθερο.
Θαύμασαν ὅλοι, καὶ πολλοὶ πίστεψαν στὸ Χριστό.
Δύο δήμιοι, ὁ Πορφύριος καὶ ὁ Βάπτος, ποὺ εἶδαν τὸ θάρρος καὶ τὴν παρρησία του, ἔγιναν Χριστιανοί.
Ἀλλὰ δὲν πέρασε πολὺς καιρὸς καὶ βγῆκε δεύτερο διάταγμα. Τὸν συνέλαβαν πάλι καὶ γιὰ δεύτερη φορὰ ὡμολόγησε μπροστὰ στὸ βασιλιᾶ ὅτι εἶνε Χριστιανός.
Καὶ τότε ὑπέμεινε νέο μαρτύριο ἄκαμπτος καὶ ἀλύγιστος, σὰν βράχος ἐν μέσῳ μαινομένης θαλάσσης.
Τότε πίστεψε καὶ μιὰ θυγατέρα τοῦ βασιλέως, ἡ Γαλήνη, καὶ ἔγινε Χριστιανή.
Τέλος, τὸν ἀποκεφάλισαν. Καὶ ἐνῷ ἡ ψυχή του σὰν περιστέρι ὁλόλευκο πέταξε στὰ οὐράνια γιὰ νὰ εἶνε μεταξὺ ἁγίων καὶ ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, τὸ σῶμα του ἔμεινε ἐδῶ στὴ γῆ πηγὴ θαυμάτων· ἡ ἁγία κάρα του εἶνε, ὅπως εἴπαμε, στὰ Μετέωρα τῆς Θεσσαλίας.
* * *
Αὐτὸς μὲ λίγα λόγια εἶνε ὁ ἅγιος
Χαράλαμπος ποὺ ἑορτάζουμε. Τὸν ἑώρταζαν πρὸ παντὸς στὴ Μικρὰ Ἀσία· σὲ
πολλὲς πόλεις καὶ χωριὰ ναοὶ ὡραιότατοι ἐτιμῶντο ἐπ᾽ ὀνόματί του, ποὺ
τώρα δυστυχῶς εἶνε τζαμιὰ ἢ ἀποθῆκες· ἐκεῖ εἶνε πλέον ὁ Τοῦρκος…
Πέρασαν δεκαοχτὼ αἰῶνες ἀπὸ τὸ μαρτύριό του.
Καὶ τί παρατηροῦμε· ὅτι ὅπως τότε ἔτσι καὶ σήμερα ἡ πίστι μας διώκεται.
Καὶ ἐπὶ τῶν ἡμερῶν μας συμβαίνει διωγμός. Ἐμεῖς δὲν τὸ καταλαβαίνουμε.
Χτυπάει ἡ καμπάνα, πηγαίνουμε στὸ ναό, βρίσκουμε τὸν ἱερέα, γίνεται ἡ λατρεία, δὲν μᾶς στοιχίζει τίποτα.
Καλὰ περνᾶμε ἐμεῖς ἐδῶ.
Δίπλα μας ὅμως εἶνε ἡ Ἀλβανία. Δὲν ρωτᾶτε νὰ δῆτε τί γίνεται ἐκεῖ; Ἐκεῖ ἐπὶ Ἐμβὲρ Χότζα, στὸ Ἀργυρόκαστρο καὶ στὴν Κορυτσά, ἐκεῖ ποὺ πῆγαν τὰ στρατεύματά μας, στὰ ἁγιασμένα αὐτὰ μέρη ποὺ τά ᾿χουμε ποτίσει μὲ αἷμα, οἱ ἐκκλησίες ἦταν κλειστές.
Στὴ Βόρειο Ἤπειρο καμπάνα δὲν χτυποῦσε· δὲν γινόταν λειτουργία, βάπτισμα, γάμος.
Καὶ τὰ ὀνόματα ἀκόμα στὶς ταυτότητες τοὺς ὑποχρέωναν νὰ τ᾽ ἀλλάξουν. Καὶ τὸ σταυρό σου ἀκόμα νὰ ἔκανες, σ᾽ ἔπιαναν καὶ πήγαινες ἐξορία.
Μόνο τὴν Κυριακὴ οἱ ἀδελφοί μας οἱ Βορειοηπειρῶται κατέβαιναν στὰ ὑπόγεια κι ἄνοιγαν τὰ ῥαδιόφωνα σιγὰ – σιγά, γιὰ ν᾽ ἀκούσουν τὴ θεία λειτουργία ἀπὸ τοὺς σταθμοὺς Θεσσαλονίκης καὶ Ἀθηνῶν. Μαρτύριο εἶχαν.
Ἐμεῖς βέβαια ἐδῶ, μέχρι στιγμῆς, δὲν φθάσαμε σ᾿ αὐτὸ τὸ σημεῖο.
Δὲν ξέρω ὅμως τί θὰ γίνῃ αὔριο.
Φοβᾶμαι καὶ τὸ λέω· γέρος ἄνθρωπος εἶμαι, πενήντα χρόνια δουλεύω στὸ γένος ὡς κληρικὸς μὲ κόπο καὶ μόχθο, ἔχω γυρίσει πολλὰ μέρη.
Φοβᾶμαι μήπως σὲ λίγο αὐτὴ ἡ χώρα ἡ εὐλογημένη γίνῃ «Ἐμβὲρ Χότζας». Καὶ τότε θὰ δῆτε τί θὰ πῇ διωγμός.
Ἀλλὰ καὶ τώρα ἀκόμα, ποὺ ἐξακολουθοῦν νὰ χτυποῦν οἱ καμπάνες καὶ νὰ ἐρχώμαστε στὴν ἐκκλησία, μὴ νομίζετε ὅτι δὲν ὑπάρχει διωγμός.
Ἡ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ μας διώκε ται κατ᾽ ἄλλο τρόπο. Πῶς;
Νά· μὲ τὸ ῥαδιόφωνο ποὺ μεταδίδει ἀθεϊστικὰ κηρύγματα, μὲ τὴν τηλεόρασι ὅπου ἄθεοι διακωμῳδοῦν τὰ πάντα, μὲ σχολεῖα καὶ πανεπιστήμια ὅπου δάσκαλοι καὶ καθηγηταὶ κηρύττουν τὴν ἀπιστία, μὲ περιοδικὰ καὶ ἐφημερίδες ποὺ χύνουν τὸ δηλητήριο τοῦ ὄφεως μέσ᾿ στὶς καρδιές.
Διώκεται, παρακαλῶ, ἀκόμα καὶ μέσ᾿ στὴ βουλὴ μὲ νόμους ποὺ χωρίζουν τὰ ἀντρόγυνα.
Ὤ Μικρὰ Ἀσία καὶ Πόντε, ποὺ περνοῦσαν ἑκατὸ χρόνια καὶ δὲν ὑπῆρχε διαζύγιο!
Τώρα θὰ φτάσουμε σὲ χρόνια κατηραμένα ποὺ θ᾽ ἀλλάζουν οἱ ἄν τρες τὶς γυναῖκες σὰν τὰ πουκάμισά τους, καὶ θ᾽ ἀλλάζουν οἱ γυναῖκες τοὺς ἄντρες σὰν τὶς ρόμπες τους.
Σὰν τὰ σκυλιὰ στὸ δρόμο θὰ σμί γουν ἄντρες καὶ γυναῖκες, καὶ ἡ ἀστυνομία δὲν θὰ ἐπεμβαίνῃ…
Ἀλλὰ σεῖς, ἀγαπητοί μου, εἶστε πιστοί.
Γι᾽ αὐτὸ σᾶς ἐξορκίζω στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ· κι ἂν ὅλοι γονα τίσουν στὸν διάβολο καὶ τὸν προσκυνήσουν, ἐσεῖς νὰ μείνετε σταθεροὶ καὶ ἀκλόνητοι.
Σ᾽ ἐσᾶς καμμιά βλαστήμια, καμμιά πορνεία, καν ένα διαζύγιο, κανένας πολιτικὸς «γάμος».
Σ᾽ ἐ σᾶς μόνο ὁ Θεός, μόνο ὁ Χριστὸς διὰ πρεσβει ῶν τοῦ ἁγίου Χαραλάμπου νὰ βασιλεύῃ πάντοτε.
Καὶ σᾶς εὔχομαι ἐγὼ ὁ γέρος ἐπίσκοπος καὶ σᾶς εὐλογῶ ὅλους.
Εὐλογῶ τὰ παιδιά σας, τὶς γυναῖκες σας, τὰ βουνὰ καὶ τὰ λαγκάδια σας, τοὺς τάφους τῶν προγόνων σας.
Καὶ εὔχομαι, ὁ Θεὸς διὰ πρεσβειῶν τοῦ ἁγίου Χαραλάμπου, ποὺ ἑορτάζει σήμερα, νὰ προστατεύῃ ὅ λους ἐσᾶς· ἀμήν.
Πέρασαν δεκαοχτὼ αἰῶνες ἀπὸ τὸ μαρτύριό του.
Καὶ τί παρατηροῦμε· ὅτι ὅπως τότε ἔτσι καὶ σήμερα ἡ πίστι μας διώκεται.
Καὶ ἐπὶ τῶν ἡμερῶν μας συμβαίνει διωγμός. Ἐμεῖς δὲν τὸ καταλαβαίνουμε.
Χτυπάει ἡ καμπάνα, πηγαίνουμε στὸ ναό, βρίσκουμε τὸν ἱερέα, γίνεται ἡ λατρεία, δὲν μᾶς στοιχίζει τίποτα.
Καλὰ περνᾶμε ἐμεῖς ἐδῶ.
Δίπλα μας ὅμως εἶνε ἡ Ἀλβανία. Δὲν ρωτᾶτε νὰ δῆτε τί γίνεται ἐκεῖ; Ἐκεῖ ἐπὶ Ἐμβὲρ Χότζα, στὸ Ἀργυρόκαστρο καὶ στὴν Κορυτσά, ἐκεῖ ποὺ πῆγαν τὰ στρατεύματά μας, στὰ ἁγιασμένα αὐτὰ μέρη ποὺ τά ᾿χουμε ποτίσει μὲ αἷμα, οἱ ἐκκλησίες ἦταν κλειστές.
Στὴ Βόρειο Ἤπειρο καμπάνα δὲν χτυποῦσε· δὲν γινόταν λειτουργία, βάπτισμα, γάμος.
Καὶ τὰ ὀνόματα ἀκόμα στὶς ταυτότητες τοὺς ὑποχρέωναν νὰ τ᾽ ἀλλάξουν. Καὶ τὸ σταυρό σου ἀκόμα νὰ ἔκανες, σ᾽ ἔπιαναν καὶ πήγαινες ἐξορία.
Μόνο τὴν Κυριακὴ οἱ ἀδελφοί μας οἱ Βορειοηπειρῶται κατέβαιναν στὰ ὑπόγεια κι ἄνοιγαν τὰ ῥαδιόφωνα σιγὰ – σιγά, γιὰ ν᾽ ἀκούσουν τὴ θεία λειτουργία ἀπὸ τοὺς σταθμοὺς Θεσσαλονίκης καὶ Ἀθηνῶν. Μαρτύριο εἶχαν.
Ἐμεῖς βέβαια ἐδῶ, μέχρι στιγμῆς, δὲν φθάσαμε σ᾿ αὐτὸ τὸ σημεῖο.
Δὲν ξέρω ὅμως τί θὰ γίνῃ αὔριο.
Φοβᾶμαι καὶ τὸ λέω· γέρος ἄνθρωπος εἶμαι, πενήντα χρόνια δουλεύω στὸ γένος ὡς κληρικὸς μὲ κόπο καὶ μόχθο, ἔχω γυρίσει πολλὰ μέρη.
Φοβᾶμαι μήπως σὲ λίγο αὐτὴ ἡ χώρα ἡ εὐλογημένη γίνῃ «Ἐμβὲρ Χότζας». Καὶ τότε θὰ δῆτε τί θὰ πῇ διωγμός.
Ἀλλὰ καὶ τώρα ἀκόμα, ποὺ ἐξακολουθοῦν νὰ χτυποῦν οἱ καμπάνες καὶ νὰ ἐρχώμαστε στὴν ἐκκλησία, μὴ νομίζετε ὅτι δὲν ὑπάρχει διωγμός.
Ἡ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ μας διώκε ται κατ᾽ ἄλλο τρόπο. Πῶς;
Νά· μὲ τὸ ῥαδιόφωνο ποὺ μεταδίδει ἀθεϊστικὰ κηρύγματα, μὲ τὴν τηλεόρασι ὅπου ἄθεοι διακωμῳδοῦν τὰ πάντα, μὲ σχολεῖα καὶ πανεπιστήμια ὅπου δάσκαλοι καὶ καθηγηταὶ κηρύττουν τὴν ἀπιστία, μὲ περιοδικὰ καὶ ἐφημερίδες ποὺ χύνουν τὸ δηλητήριο τοῦ ὄφεως μέσ᾿ στὶς καρδιές.
Διώκεται, παρακαλῶ, ἀκόμα καὶ μέσ᾿ στὴ βουλὴ μὲ νόμους ποὺ χωρίζουν τὰ ἀντρόγυνα.
Ὤ Μικρὰ Ἀσία καὶ Πόντε, ποὺ περνοῦσαν ἑκατὸ χρόνια καὶ δὲν ὑπῆρχε διαζύγιο!
Τώρα θὰ φτάσουμε σὲ χρόνια κατηραμένα ποὺ θ᾽ ἀλλάζουν οἱ ἄν τρες τὶς γυναῖκες σὰν τὰ πουκάμισά τους, καὶ θ᾽ ἀλλάζουν οἱ γυναῖκες τοὺς ἄντρες σὰν τὶς ρόμπες τους.
Σὰν τὰ σκυλιὰ στὸ δρόμο θὰ σμί γουν ἄντρες καὶ γυναῖκες, καὶ ἡ ἀστυνομία δὲν θὰ ἐπεμβαίνῃ…
Ἀλλὰ σεῖς, ἀγαπητοί μου, εἶστε πιστοί.
Γι᾽ αὐτὸ σᾶς ἐξορκίζω στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ· κι ἂν ὅλοι γονα τίσουν στὸν διάβολο καὶ τὸν προσκυνήσουν, ἐσεῖς νὰ μείνετε σταθεροὶ καὶ ἀκλόνητοι.
Σ᾽ ἐσᾶς καμμιά βλαστήμια, καμμιά πορνεία, καν ένα διαζύγιο, κανένας πολιτικὸς «γάμος».
Σ᾽ ἐ σᾶς μόνο ὁ Θεός, μόνο ὁ Χριστὸς διὰ πρεσβει ῶν τοῦ ἁγίου Χαραλάμπου νὰ βασιλεύῃ πάντοτε.
Καὶ σᾶς εὔχομαι ἐγὼ ὁ γέρος ἐπίσκοπος καὶ σᾶς εὐλογῶ ὅλους.
Εὐλογῶ τὰ παιδιά σας, τὶς γυναῖκες σας, τὰ βουνὰ καὶ τὰ λαγκάδια σας, τοὺς τάφους τῶν προγόνων σας.
Καὶ εὔχομαι, ὁ Θεὸς διὰ πρεσβειῶν τοῦ ἁγίου Χαραλάμπου, ποὺ ἑορτάζει σήμερα, νὰ προστατεύῃ ὅ λους ἐσᾶς· ἀμήν.
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ποὺ ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Χαραλάμπους Μανιακίου-Ἀμυνταίου τὴν Πέμπτη 10-2-1983
Στην επικράτεια ο Άγιος Χαράλαμπος είναι Πολιούχος στις πιο κάτω περιοχές μας:
Στην Πρέβεζα, στον Πύργο Ηλείας, στην Κέα, τα Φιλιατρά, Χανάκια Ηλείας, στην Έξω Γωνιά Σαντορίνης, Ακράτα Αιγιαλείας, Ληξούρι Κεφαλληνίας, Εύδηλο Ικαρίας, καθώς και στους Παξούς.
Στην Πρέβεζα, στον Πύργο Ηλείας, στην Κέα, τα Φιλιατρά, Χανάκια Ηλείας, στην Έξω Γωνιά Σαντορίνης, Ακράτα Αιγιαλείας, Ληξούρι Κεφαλληνίας, Εύδηλο Ικαρίας, καθώς και στους Παξούς.