Ἑορτάζει, ἀγαπητοί μου, σήμερα
ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ μεγάλους διδασκάλους καὶ πατέρας τῆς ἁγίας μας
Ἐκκλησίας, κορυφαῖος πνευματικὸς ὁδηγός, οὐράνιος ἄνθρωπος, χρυσῆ
σάλπιγξ, στόμα Χριστοῦ· ἑορτάζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.
Ἡ
Ἐκκλησία σήμερα ἐξαγγέλλει τὸν ἔπαινόν του. Τὰ τροπάρια, τὰ
ἀπολυτίκια, οἱ ὕμνοι, ποὺ ἔψαλε σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας, εἶνε ἐξαίσιοι·
χρησιμοποιεῖ ὅλα τὰ κοσμητικὰ ἐπίθετα γιὰ νὰ τὸν ἐξυμνήσῃ.
Εἰκοσιδύο (22) δὲ ῥήτορες, διδάσκαλοι καὶ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἔχουν ἐκφωνήσει λόγους ἐπαινώντας τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο.
Ἐγώ, μολονότι δὲν θεωρῶ τὸν ἑαυτό μου ἄξιο νὰ ὑμνήσῃ τὸν πατέρα αὐτὸν τῆς Ἐκκλησίας ―αἰσθάνομαι ἀνάξιος καὶ νὰ ἀσπασθῶ τὰ πανάχραντα πόδια του―, ἀλλὰ θαυμαστὴς ἀπὸ τὴν παιδική μου ἡλικία τοῦ ἱεροῦ πατρός, θὰ τολμήσω νὰ πῶ λίγες λέξεις.
Ἐγώ, μολονότι δὲν θεωρῶ τὸν ἑαυτό μου ἄξιο νὰ ὑμνήσῃ τὸν πατέρα αὐτὸν τῆς Ἐκκλησίας ―αἰσθάνομαι ἀνάξιος καὶ νὰ ἀσπασθῶ τὰ πανάχραντα πόδια του―, ἀλλὰ θαυμαστὴς ἀπὸ τὴν παιδική μου ἡλικία τοῦ ἱεροῦ πατρός, θὰ τολμήσω νὰ πῶ λίγες λέξεις.
Δὲν
θὰ διηγηθῶ ὁλόκληρο τὸν βίο του, διότι θὰ ἐχρειάζοντο ὧρες πολλές· θὰ
διηγηθῶ μόνο τὶς τελευταῖες ἡμέρες του, τὸ τέλος τῆς ζωῆς του.
Ὅλη
ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου ἔχει σημασία, ἀλλὰ μεγαλύτερη ἀξία ἔχουν ἰδίως οἱ
τελευταῖες του στιγμές, τὸ πῶς πεθαίνει ὁ ἄνθρωπος. Εἶνε μεγάλο ζήτημα
πῶς τερματίζει κανεὶς τὸν βίο του. Τόση σημασία ἀποδίδεται σ᾽ αὐτό,
ὥστε ἡ Ἐκκλησία μας πρωὶ – βράδυ καὶ κάθε φορὰ ποὺ τελεῖται ἡ θεία
λειτουργία, ἂν προσέξατε, μᾶς προτρέπει· «Χριστιανὰ τὰ τέλη τῆς ζωῆς
ἡμῶν, ἀνώδυνα, ἀνεπαίσχυντα, εἰρηνικὰ καὶ καλὴν ἀπολογίαν τὴν ἐπὶ τοῦ
φοβεροῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ αἰτησώμεθα».
Ἀδελφοί,
δηλαδή, ἂς ζητήσουμε νὰ μᾶς δώσῃ ὁ Θεὸς τὰ τέλη τῆς ζωῆς μας νὰ εἶνε
χριστιανά, νὰ τελειώσουμε τὴ ζωή μας μὲ χριστιανικὴ πίστι, καὶ ὅταν
θὰ σταθοῦμε ἐμπρὸς στὸ φοβερὸ δικαστήριο τοῦ Χριστοῦ νὰ ἔχουμε καλὴ
ἀπολογία. Παρακαλοῦμε κ᾽ ἐμεῖς, νὰ μᾶς ἐλεήσῃ ὥστε, ὅταν ἀφήσουμε τὴν
τελευταία πνοὴ στὸν κόσμο αὐτόν, νὰ εἶνε πάνω μας ὁ ἄγγελος τοῦ Κυρίου
καὶ νὰ σφαλίσουμε τὰ χείλη μας μὲ τὸ «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς
ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42). Ὅπως λοιπὸν στὸν κάθε ἄνθρωπο ἔτσι καὶ στὸν ἱερὸ Χρυσόστομο τὰ τέλη του εἶνε χαρακτηριστικά.
Ὅλη
ἡ ζωὴ τοῦ ἁγίου Ἰωάννου ἦταν ἁγία, ἰδιαιτέρως ὅμως τὰ τέλη του
στάθηκαν χριστιανικά. Ἂς δοῦμε πῶς ἔζησε τὶς τελευταῖες ἡμέρες του.
* * *
Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἦταν, ἀγαπητοί μου, ἱεροκῆρυξ,
διαπρύσιος σαλπιγκτὴς τῶν θείων λόγων. Δώδεκα χρόνια ὑπηρέτησε ὡς
ἱερεὺς σὲ μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες πόλεις τοῦ ἀρχαίου κόσμου, τὴν
Ἀντιόχεια.
Κήρυξε
φλογερὰ τὸ εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, ἐξεφώνησε ὁμιλίες, περιφήμους
λόγους, καὶ ἀπέκτησε μεγάλη φήμη ῥήτορος, ἡ ὁποία ξαπλώθηκε παντοῦ.
Γι᾽
αὐτό, ὅταν τὸ 397 μ.Χ. κενώθηκε ὁ θρόνος τῆς Κωνσταντινουπόλεως, λαὸς
καὶ κλῆρος καὶ βασιλεὺς προτίμησαν καὶ ἐξέλεξαν αὐτόν, τὸν
ἱεροκήρυκα τῆς Ἀντιοχείας, ἀρχιεπίσκοπο τῆς πρώτης πόλεως τῆς
αὐτοκρατορίας.
Ἔτσι, ἀφοῦ χρησιμοποίησαν ἕνα τέχνασμα γιὰ νὰ τὸν ἀπαγάγουν, τὸν ὡδήγησαν στὴν πρωτεύουσα καὶ χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος. Πόσο
ἔμεινε στὸ θρόνο; Ἄλλοι πατέρες ἔμειναν περισσότερο καὶ ἄλλοι
λιγώτερο. Ὁ μέγας Ἀθανάσιος ἔμεινε μισὸν αἰῶνα, ἐν μέσῳ πολλῶν
περιπετειῶν· ὁ μέγας Βασίλειος ἐννέα χρόνια. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος
ἔμεινε – πόσο; δέκα χρόνια (398-407).
Θὰ
μποροῦσε νὰ μείνῃ περισσότερο. Δὲν ἔμεινε ὅμως, διότι κήρυττε τὴν
ἀλήθεια. Ὅπου ἔβλεπε τὸ κακό, τὴν ἁμαρτία, τὰ σκάνδαλα, τὴν ἀδικία,
τὴν ἀπιστία, τὴν αἵρεσι, τὴ διαφθορά, τὴν πορνεία, τὴ μοιχεία…, ἡ
χρυσῆ του γλῶσσα γινόταν πύρινη, φωτιὲς ἔβγαζε. Καὶ ἤλεγξε. Ἤλεγξε
πρὸς τὰ κάτω, τὸ λαό· ἤλεγξε πρὸς τὰ ἄνω, τοὺς ἄρχοντες, μέχρι τὰ
ἀνάκτορα ἔφτανε ὁ ἔλεγχός του, σὲ βασιλεῖς καὶ αὐτοκράτορες καὶ
στρατηγούς. Ἤλεγξε τὸν κλῆρο, ἱερεῖς καὶ ἀρχιερεῖς, γιὰ τὴ φιλαργυρία,
τὴν ἰδιοτέλεια, τὴ φιλοδοξία καὶ τὴν ἄθεσμη ζωή τους.
Ἐπειδὴ
λοιπὸν ἔλεγε τὰ πρέποντα, τὸν μίσησαν θανασίμως. Ἐκεῖνο ποὺ δὲν
ὑποφέρει ὁ κόσμος εἶνε ἡ ἀλήθεια. Ἡ ἀλήθεια εἶνε μαλώτρα καὶ μισεῖται.
Ἂν κολακεύῃς τὸν ἄλλο, τότε εἶσαι θαυμάσιος ἄνθρωπος· ἂν ὅμως πῇς τὴν
ἀλήθεια καὶ ἐλέγξῃς τὶς κακίες καὶ τὰ ἐλαττώματα τοῦ λαοῦ, τοῦ κλήρου,
τῶν ἀρχόντων, τότε γίνεσαι μισητός.
Ἔτσι μισήθηκε καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἤλεγξε.
Τὸ ἀποτέλεσμα ποιό ἦταν; Ἀποφάσισαν τὴν ἐξόντωσί του. Τὸν ἔρριξαν ἀπὸ τὸ θρόνο καὶ τὸν ἐξώρισαν δυὸ φορές.
Τὴν
πρώτη φορὰ ὁ λαὸς ἐπαναστάτησε καὶ τὸν ἐπανέφεραν. Τὴ δεύτερη φορὰ
τὸν ἐξώρισαν μακριά, στὰ ἄκρα τῆς αὐτοκρατορίας, στὴν Κουκουσὸ τῆς
Ἀρμενίας. Ἀλλ᾽ ἐπειδὴ καὶ ἐκεῖ συνέρρεαν θαυμασταί του, διέταξαν νὰ
πάῃ ἀκόμα πιὸ μακριά, σὲ ἕνα ὀρεινὸ μέρος, στὰ Κόμανα. Ὑπέφερε
ὁ ἀσθενὴς Χρυσόστομος στὴν ἐξορία, γιατὶ δὲν ὑπῆρχαν γιατροί, δὲν
ὑπῆρχαν φάρμακα, δὲν εἶχε καμμία περιποίησι. Ὑπέφερε, γιατὶ ἔκανε
κρύο, ἦταν χειμώνας βαρὺς καὶ δὲν εἶχε ζεστασιά. Ὑπέφερε ἀκόμα, γιατὶ
βάρβαροι τῆς περιοχῆς, οἱ Ἴσαυροι, κατέβαιναν ἀπὸ τὰ βουνὰ καὶ
λεηλατοῦσαν τὶς ἐπαρχίες ἐκεῖνες. Ὑπέφερε τέλος ἀπὸ τὴ σκληρότητα τῶν
στρατιωτῶν ποὺ τὸν συνώδευαν. Τὸν σήκωσαν ἀπ᾽ τὸ κρεβάτι καὶ τὸν ἀνάγκασαν νὰ περπατάῃ, ἕνας ἄρρωστος ἄνθρωπος 60 ἐτῶν, σὲ δύσκολο δρόμο. Καθὼς περπατοῦσε, σ᾿ ἕνα σημεῖο τοῦ δρόμου ἔπεσε· δὲ μποροῦσε νὰ βαδίσῃ περισσότερο.
Οἱ στρατιῶτες σταμάτησαν καὶ τὸν μετέφεραν σὲ μιὰ ἐκκλησία, ποὺ
βρέθηκε κοντά τους. Ἡ ἐκκλησία ἐτιμᾶτο ἐπ᾽ ὀνόματι τοῦ ἁγίου
Βασιλίσκου, ἑνὸς μάρτυρος τῶν πρώτων αἰώνων τοῦ χριστιανισμοῦ. Ὁ ἅγιος
Χρυσόστομος κατάλαβε, ὅτι ἔφθασε πλέον τὸ τέλος τῆς ζωῆς του. Τὴ νύχτα
ἐκεῖ εἶδε ὅραμα. Εἶδε τὸν ἅγιο Βασιλίσκο νὰ τοῦ λέῃ· «Ἀδελφὲ Ἰωάννη, ἔχε θάρρος, αὔριο θὰ εἴμαστε μαζί». Ἦταν ἡ τελευταία νύχτα γιὰ τὸ μεγάλο ἱεράρχη. Τὸ
πρωὶ σηκώθηκε, ἄλλαξε ροῦχα καὶ φόρεσε ἄσπρα – ὁλόασπρα. Ἔκανε τὴν
προσευχή του, παρακάλεσε γιὰ ὅλο τὸν κόσμο· προσευχήθηκε γιὰ τοὺς
πιστοὺς τοῦ ποιμνίου του καὶ ὅλα τὰ πνευματικά του τέκνα, γιὰ τοὺς
ἄντρες, τὶς γυναῖκες καὶ τὰ παιδιά· προσευχήθηκε καὶ γιὰ τοὺς ἐχθρούς
του ἀκόμα. Μετὰ ἔκανε τὸ σταυρό του καὶ εἶπε τὰ τελευταῖα του λόγια· «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκα», δοξασμένος νὰ εἶνε γιὰ ὅλα ὁ Θεός. Τέλος ξάπλωσε, σταύρωσε τὰ χέρια καὶ παρέδωσε τὸ πνεῦμα στὸν οὐράνιο Πατέρα.
* * *
Αὐτὸς
ἦταν, ἀγαπητοί μου, ὁ Χρυσόστομος τοῦ ὁποίου τὴν ἱερὰ μνήμη ἑορτάζουμε
σήμερα. Ἡ μορφή του ἐμπνέει κάθε πιστό. Ἰδιαιτέρως ὅμως διδακτικὴ εἶνε
ἡ ζωὴ καὶ τὸ τέλος του γιὰ ὅσους θέλουν νὰ ὑπηρετήσουν τὴν Ἐκκλησία ὡς
ἐργάται της καὶ γιὰ τοὺς ἱεροσπουδαστὰς τῶν ἐκκλησιαστικῶν καὶ
θεολογικῶν σχολῶν ποὺ προαλείφονται νὰ γίνουν ἱερεῖς τοῦ Ὑψίστου.
Ἀπευθυνόμενος εἰδικὰ πρὸς αὐτοὺς τοὺς παρακαλῶ νὰ ἀγαπήσουν τὸν ἱερὸ
Χρυσόστομο, νὰ τὸν διαβάσουν, νὰ τὸν μελετήσουν, νὰ τὸν ἀποστηθίσουν,
νὰ ἐντρυφήσουν στοὺς λειμῶνας τῆς διδασκαλίας του, καὶ πρὸ παντὸς νὰ
τὸν μιμηθοῦν, νά ᾿νε κι αὐτοὶ γενναῖοι καὶ ὑψηλοί. Στὸ Χρυσόστομο ἐφαρμόζεται ὁ ὄγδοος μακαρισμὸς τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ποὺ λέει· «Μακάριοι οἱ δεδιωγμένοι ἕνεκεν δικαιοσύνης, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν», μακάριοι ἐκεῖνοι ποὺ διώχθηκαν διότι ἀγαποῦσαν τὴ δικαιοσύνη (Ματθ. 5,10).
Ἀγάπησε
ἐκεῖνος τὴ δικαιοσύνη καὶ τὴν ἀλήθεια καὶ θυσιάσθηκε γι᾽ αὐτό. Κ᾽
ἐσεῖς νὰ γίνετε σὰν τὸ Χρυσόστομο. Μελετᾶτε τὰς Γραφὰς καὶ τοὺς
πατέρας. Τὰ στόματά σας νὰ ἐκπέμπουν πῦρ, νὰ βγάζουν φωτιές. Νὰ εἶστε
θερμοί, ζωντανοί, ἀποστολικοί. Μὴ συμβιβασθῆτε μὲ τὸ κακὸ ποὺ βασιλεύει
στὸν κόσμο, ἀλλὰ νὰ τὸ ἐλέγξετε. Καὶ
νὰ εἶστε ἕτοιμοι γιὰ θυσίες· καὶ ἐξορία καὶ φυλακὴ νὰ πᾶτε, καὶ τὴ ζωή
σας νὰ θυσιάσετε. Νὰ πῆτε κ᾽ ἐσεῖς· Πεθαίνω γιὰ τὴν ἀλήθεια ―μεγάλο
πρᾶγμα αὐτό―, πεθαίνω γιὰ τὴν ἀλήθεια! Ὁ Χρυσόστομος ἀπέθανε γιὰ τὴν
ἀλήθεια· κ᾽ ἐσεῖς νὰ εἶστε ἕτοιμοι χάριν τῆς πίστεώς μας, χάριν τῆς
Ὀρθοδοξίας, χάριν τῶν ὑψηλῶν ἰδανικῶν τῆς φυλῆς καὶ τοῦ γένους μας, νὰ
γίνετε μάρτυρες. Εἶνε προνόμιο νὰ θυσιασθῆτε, νὰ γίνετε μάρτυρες. Ὅπως
ὁ Χρυσόστομος, ἀγαπητοί μου, ἀπέθανε ἐξόριστος πάνω στὰ χιόνια μὲ τὸ
«Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν», ἔτσι ν᾽ ἀξιώσῃ καὶ ὅλους ἐμᾶς ὁ Θεός, σὰν
παιδιὰ τῆς πίστεως καὶ τῆς πατρίδος, νὰ προσφέρουμε ὅποιες θυσίες
ἀπαιτηθοῦν, γιὰ νὰ λάμψῃ ἡ Ἐκκλησία, νὰ δοξασθῇ ἡ Ὀρθοδοξία, νὰ
λαμπρυνθῇ πάλι τὸ γένος τῶν Ἑλλήνων· ἀμήν.
Απομαγνητοφωνημένη
ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτουστὸν ἱ. ναὸ
Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν Πέμπτη 13-11-1986