Ο Ελισσαίος γεννήθηκε στα Γάλγαλα, που ήταν πόλις της Παλαιστίνης. Όταν γεννήθηκε συνέβη ένα καταπληκτικό γεγονός. Εκεί στα Γάλγαλα λατρεύανε για θεό τη χρυσή δάμαλι.
Το άγαλμα αυτό της δαμάλεως μούγκρισε τότε τόσο δυνατά, που το μουγκρητό της ακούστηκε στα Ιεροσόλυμα. Ο μέγας αρχιερεύς, όταν άκουσε το μουγκρητό της, είπε:
- Σήμερα μεγάλος προφήτης γεννήθηκε. Και αυτός θα γκρεμίσει τα γλυπτά και θα συντρίψει τα χωνευτά είδωλα.
Το 908 προ Χριστού ο Θεός είπε στον προφήτη Ηλία:
- Πήγαινε στο δρόμο της Δαμασκού και να χρίσης προφήτην, για διάδοχόν σου, τον Ελισαιέ, τον υιόν Σαφάτ.
Πράγματι! Επήγε και τον βρήκε τον Ελισσαίο στον αγρό του να οργώνει την γη. Ήταν πλούσιος. Είχε 12 ζευγάρια βόδια. Ο προφήτης Ηλίας, μόλις τον συνάντησε, έβγαλε τη μηλωτή του, το προβάτινο δηλαδή πανωφόρι του και το έριξε επάνω στον Ελισσαίο, και τον κάλεσε κοντά του. Ο Ελισσαίος αμέσως τον ακολούθησε. Πρωτύτερα όμως πήρε τα ζυγάλετρα και όλα τα ξύλινα γεωργικά εργαλεία, έσφαξε όλα τα βόδια του, τα έψησε και τα μοίρασε στον λαό. Αμέσως κατόπιν ακολούθησε τον Προφήτη Ηλία. όπως αργότερα έκαμαν και οι Απόστολοι. Τον υπηρετούσε δε έως ότου ανελήφθη εις τον ουρανό.
Όταν επρόκειτο ν’ αναληφθεί ο Ηλίας, πήρε τον Ελισσαίο μαζί του και έφυγαν από τα Γάλγαλα. Σε κάποιο μέρος ο Ηλίας είπε στον Ελισσαίο:
- Εσύ κάθισε εδώ. Εμένα με έστειλε ο Κύριος να πάω εις την Βαιθήλ.
- Όχι. του είπε ο Ελισαίος. Δεν θα σε εγκαταλείψω επ’ ουδενί λόγο.
- Πράγματι, τον ακολούθησε στη Βαιθήλ. Στην Βαιθήλ ήταν ο τόπος, που κοιμήθηκε ο Ιακώβ, όταν έφευγε την οργή του Ησαύ, και στον ύπνο του είδε την κλίμακα, που στηριζότανε στην γη και έφθανε στον ουρανό. Εκεί πήγανε τότε στον Ελισαίο οι υιοί των Προφητών οι μαθητές των, οι υποτακτικοί δηλαδή των Προφητών, και είπανε εις τον Ελισσαίο.
- Γνωρίζεις, ότι σήμερα ο Κύριος παίρνει το δάσκαλό σου, τον Ηλία, επάνω από το κεφάλι σου.
- Και εγώ το ξέρω, τους είπε! Αλλά σωπάτε και μη μιλάτε. Εκεί του είπε πάλι ο Ηλίας του Ελισαίου:
- Κάθισε εσύ εδώ, διότι έμενα με στέλλει ο Κύριος στην Iεριχώ.
Ο Ελισσαίος δεν κάθισε και πήγαινε μαζί στην Iεριχώ. Εκεί οι υιοί των Προφητών, που ήτανε στην Ιεριχώ, πλησίασαν τον Ελισσαίο και του είπαν:
- Ξέρεις, ότι σήμερα λαμβάνει ο Θεός τον Κύριό σου επάνω από το κεφάλι σου;
- Ναι, τους είπε, κι’ εγώ το ξέρω. Αλλά σωπάτε.
- Κάθισε συ, του είπε πάλι ο Ηλίας, εδώ, διότι εμένα με στέλλει ο Κύριος να πάω στον Ιορδάνη.
- Όχι, του είπε πάλι ο Ελισσαίος. Δεν θα σε εγκαταλείψω σε καμιά περίπτωση.
Τότε βάδισαν και οι δύο μαζί. Τους ακολούθησαν όμως από μακρυά και 50 άνδρες, μαθητές των Προφητών. Οι δύο τους σταθήκανε στην όχθη του Μορδάνου. Τότε ο Ηλίας πήρε την μηλωτή του, την τύλιξε και κτύπησε το νερό. Το νερό χωρίστηκε στα δύο, και αυτοί πέρασαν, σαν μέσα σε ξηρά. Όταν πέρασαν, ο Ηλίας είπε στον Ελισαίο:
- Ζήτησέ μου, τι να σου δώσω, προτού αναληφθώ.
- Θέλω του είπε να μου δώσεις από την δύναμη σου και να κάμω κι εγώ διπλάσια έργα από τα δικά σου.
- Πολύ δύσκολο πράγμα ζήτησες, του είπε ο Ηλίας. Αλλά, αν με δεις ν’ αναλαμβάνομαι, να σου γίνει, όπως το ζήτησες. Εάν όμως δεν με δεις, δεν θα σου δοθεί αυτό.
Ενώ όμως περπατούσαν και συζητούσαν, αίφνης παρουσιάζεται ένα αμάξι πύρινο, με ίππους πύρινους. Μπήκε μεταξύ τους και τους χώρισε. Άρπαξε τότε μέσα τον Ηλία και σαν με ανεμοστρόβιλο, αναλήφθηκε ο Ηλίας εις τον ουρανό. Ο Ελισαίος έβλεπε από κάτω και φώναζε:
- Πάτερ - Πάτερ, άρμα Ισραήλ και ιππείς αυτού. Συ δηλαδή Πάτερ ήσουνα ο προστάτης του Ισραήλ. Συ το ιππικό του και η δύναμης του.
- Αλλά δεν τον είδε πια. Χάθηκε ο Ηλίας με το πύρινο άρμα στα ύψη του ουρανού. Από την στενοχώρια του τότε ο Ελισσαίος έπιασε τα ρούχα του και τα έσκισε στα δύο. Σήκωσε κατόπιν τη μηλωτή του Ηλία, που έπεσε από επάνω και γύρισε πίσω. Στάθηκε στην όχθη του Ιορδάνου. Πήρε κατόπιν την μηλωτή του Ηλία και εκτύπησε το νερό. Αλλά δεν
χώρισε το νερό στα δύο. Τότε είπε:
- Που είναι ο Κύριος, ο Θεός του Ηλία; Κτύπησε πάλι τα νερά και χώρισαν στα δύο απ’ εδώ και απ’ εκεί και έτσι πέρασε ο Ελισσαίος. Όταν όμως τον είδαν οι υιοί των Προφητών, που ήσαν απέναντι της Ιεριχώ, είπαν:
- Το πνεύμα του Ηλία αναπαύθηκε επάνω στον Ελισσαίο. Πήγανε τότε, τον συνάντησαν, τον προσεκύνησαν και του είπαν:
- Μαζί μας έχομε 50 στρατιώτες. Να πάνε και θα ψάξουν για τον Κύριό σου, μήπως τον σήκωσε πνεύμα Κυρίου και τον έριξε στον Ιορδάνη ή σε κανένα βουνό;
- Όχι, τους είπε ο Ελισσαίος. Μα μην στείλετε. Εκείνοι όμως επέμεναν πολύ.
- Επί τέλους στείλατε, τους είπε. Πράγματι έστειλαν 50 άνδρες, έψαξαν τρεις ημέρες παντού και δεν τον βρήκαν. Γύρισαν κατόπιν πίσω και βρήκαν τον Ελισσαίο στην Ιεριχώ.
Του ανέφεραν τις άκαρπες ενέργειές των.
- Δεν σας είπα να μην πάτε, τους παρετήρησε.
Η προφητική δράση τού Ελισσαίου καλύπτει τα χρονικά διαστήματα των βασιλειών των βασιλέων του Ισραήλ Ιωράμ, Ιηού, Ιωαχάζ και Ιωάς (851 – 825 π.Χ.), των οποίων υπήρξε ευεργετικός και συνετός σύμβουλος. Υπήρξε η ψυχή της προφητικής αντιστάσεως εναντίον της δυναστείας του Αμβρί δίδοντας ο ίδιος θαρραλέα το σύνθημα τής εξεγέρσεως και ανέδειξε αντί του Ιωράμ τον Ιού βασιλέα του Ισραήλ, με σκοπό να επιφέρει στη χώρα θρησκευτική μεταρρύθμιση.
Η δράση του ως Προφήτου εμφανίζεται κυρίως συνυφασμένη με έκτακτες ενέργειες και παντοειδή θαύματα. Πλήρης ημερών, επί βασιλέως Ιωάς, απέθανε και ενταφιάσθηκε στη Σεβαστούπολη της Σαμαρείας, υπό τους θρήνους τού βασιλέως και ολόκληρου τού λαού.
Επί αυτοκράτορος Βυζαντίου Θεοδοσίου τού μικρού (408 – 450 μ.Χ.) τα ιερά αυτού λείψανα ανεκομίσθησαν και μεταφέρθηκαν στη μονή Παύλου τού λεπρού, που ήταν στην Αλεξάνδρεια, αργότερα δε μετακομίσθηκαν στην Κωνσταντινούπολη και κατατέθηκαν στο ναό των Αγίων Αποστόλων.
Ναό επ’ ονόματι τού Προφήτου Ελισσαίου ανήγειρε στο παλάτι των Πηγών, στην Κωνσταντινούπολη, ο αυτοκράτορας Βασίλειος ο Μακεδών (867 – 886 μ.Χ.).
Στίχος
Ἠλίαν ἵπποι, τὸν δὲ διπλούν Ἠλίαν, Εἰς οὐρανοὺς ἀνήγον ὡς ἵπποι Νόες. Πότμον Ἐλισσαῖος δεκάτῃ λάχεν ἠδὲ τετάρτῃ.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε
Ὁ ἔνσαρκος Ἄγγελος, τών Προφητών ἡ κρηπίς, ὁ δεύτερος Πρόδρομος, τής παρουσίας Χριστού, Ἠλίας ὁ ἔνδοξος, ἄνωθεν καταπέμψας, Ἐλισαίῳ τὴν χάριν,
νόσους ἀποδιώκει, καί λεπροὺς καθαρίζει, διὸ καί τοῖς τιμώσιν αὐτόν, βρύει ἰάματα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ'. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ
Ὡς ὑποφήτην ἀληθή τού Σωτήρος, καί τών ἐν νόμῳ παιδευτὴν καί φωστήρα, τοίς πόρρω σὲ ἐδήλωσεν ὁ τόκος σου σοφὲ σὺ γὰρ κληρωσάμενος, τού Θεσβίτου
τὴν χάριν, θαύμασι διέπρεψας, καί δυνάμεσι πλείσταις. Καί νύν ἀπαύστως φύλαττε ἠμᾶς, ὢ Ἐλισαῖε, Προφήτα θεσπέσιε.
Κοντάκιον Ἦχος πλ. δ'. Τὴ ὑπερμάχω
Διπλὴν τὴν χάριν εἰληφώς παρὰ τού Πνεύματος, Προφήτης ὤφθης θαυμαστὸς πάσι τοίς πέρασι, τοὺς ὑμνούντας σὲ λυτρούμενος ἐκ κινδύνων, καί δωρούμενος
τὴν χάριν τών θαυμάτων σου, τοίς προστρέχουσιν ἐν ταύτῃ μετὰ πίστεως, καί βοώσι σοί, Χαίροις Προφήτα θεσπέσιε.
Ἕτερον Κοντάκιον Ἦχος β'. Τὰ ἄνω ζητών
Προφήτης Θεού, ἐδείχθεις διπλασίονα, τὴν χάριν λαβών, τὴν ὄντως ἐπαξίαν σοι, Ἐλισσαῖε μακάριε. Ἠλιού γὰρ γέγονας σύσκηνος, σὺν αὐτῷ Χριστῷ τῷ Θεῷ,
πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμών.
Μεγαλυνάριον
Σύσκηνος ὑπάρχων καί φοιτητής, Ἠλιοὺ παμμάκαρ, Ἐλισσαῖε τού ζηλωτού, τής ἐκείνου δόξης, ἀνάπλεως ἐδείχθης, θαυμάτων ἐνεργείᾳ, καταλαμπόμενος.
Το άγαλμα αυτό της δαμάλεως μούγκρισε τότε τόσο δυνατά, που το μουγκρητό της ακούστηκε στα Ιεροσόλυμα. Ο μέγας αρχιερεύς, όταν άκουσε το μουγκρητό της, είπε:
- Σήμερα μεγάλος προφήτης γεννήθηκε. Και αυτός θα γκρεμίσει τα γλυπτά και θα συντρίψει τα χωνευτά είδωλα.
Το 908 προ Χριστού ο Θεός είπε στον προφήτη Ηλία:
- Πήγαινε στο δρόμο της Δαμασκού και να χρίσης προφήτην, για διάδοχόν σου, τον Ελισαιέ, τον υιόν Σαφάτ.
Πράγματι! Επήγε και τον βρήκε τον Ελισσαίο στον αγρό του να οργώνει την γη. Ήταν πλούσιος. Είχε 12 ζευγάρια βόδια. Ο προφήτης Ηλίας, μόλις τον συνάντησε, έβγαλε τη μηλωτή του, το προβάτινο δηλαδή πανωφόρι του και το έριξε επάνω στον Ελισσαίο, και τον κάλεσε κοντά του. Ο Ελισσαίος αμέσως τον ακολούθησε. Πρωτύτερα όμως πήρε τα ζυγάλετρα και όλα τα ξύλινα γεωργικά εργαλεία, έσφαξε όλα τα βόδια του, τα έψησε και τα μοίρασε στον λαό. Αμέσως κατόπιν ακολούθησε τον Προφήτη Ηλία. όπως αργότερα έκαμαν και οι Απόστολοι. Τον υπηρετούσε δε έως ότου ανελήφθη εις τον ουρανό.
Όταν επρόκειτο ν’ αναληφθεί ο Ηλίας, πήρε τον Ελισσαίο μαζί του και έφυγαν από τα Γάλγαλα. Σε κάποιο μέρος ο Ηλίας είπε στον Ελισσαίο:
- Εσύ κάθισε εδώ. Εμένα με έστειλε ο Κύριος να πάω εις την Βαιθήλ.
- Όχι. του είπε ο Ελισαίος. Δεν θα σε εγκαταλείψω επ’ ουδενί λόγο.
- Πράγματι, τον ακολούθησε στη Βαιθήλ. Στην Βαιθήλ ήταν ο τόπος, που κοιμήθηκε ο Ιακώβ, όταν έφευγε την οργή του Ησαύ, και στον ύπνο του είδε την κλίμακα, που στηριζότανε στην γη και έφθανε στον ουρανό. Εκεί πήγανε τότε στον Ελισαίο οι υιοί των Προφητών οι μαθητές των, οι υποτακτικοί δηλαδή των Προφητών, και είπανε εις τον Ελισσαίο.
- Γνωρίζεις, ότι σήμερα ο Κύριος παίρνει το δάσκαλό σου, τον Ηλία, επάνω από το κεφάλι σου.
- Και εγώ το ξέρω, τους είπε! Αλλά σωπάτε και μη μιλάτε. Εκεί του είπε πάλι ο Ηλίας του Ελισαίου:
- Κάθισε εσύ εδώ, διότι έμενα με στέλλει ο Κύριος στην Iεριχώ.
Ο Ελισσαίος δεν κάθισε και πήγαινε μαζί στην Iεριχώ. Εκεί οι υιοί των Προφητών, που ήτανε στην Ιεριχώ, πλησίασαν τον Ελισσαίο και του είπαν:
- Ξέρεις, ότι σήμερα λαμβάνει ο Θεός τον Κύριό σου επάνω από το κεφάλι σου;
- Ναι, τους είπε, κι’ εγώ το ξέρω. Αλλά σωπάτε.
- Κάθισε συ, του είπε πάλι ο Ηλίας, εδώ, διότι εμένα με στέλλει ο Κύριος να πάω στον Ιορδάνη.
- Όχι, του είπε πάλι ο Ελισσαίος. Δεν θα σε εγκαταλείψω σε καμιά περίπτωση.
Τότε βάδισαν και οι δύο μαζί. Τους ακολούθησαν όμως από μακρυά και 50 άνδρες, μαθητές των Προφητών. Οι δύο τους σταθήκανε στην όχθη του Μορδάνου. Τότε ο Ηλίας πήρε την μηλωτή του, την τύλιξε και κτύπησε το νερό. Το νερό χωρίστηκε στα δύο, και αυτοί πέρασαν, σαν μέσα σε ξηρά. Όταν πέρασαν, ο Ηλίας είπε στον Ελισαίο:
- Ζήτησέ μου, τι να σου δώσω, προτού αναληφθώ.
- Θέλω του είπε να μου δώσεις από την δύναμη σου και να κάμω κι εγώ διπλάσια έργα από τα δικά σου.
- Πολύ δύσκολο πράγμα ζήτησες, του είπε ο Ηλίας. Αλλά, αν με δεις ν’ αναλαμβάνομαι, να σου γίνει, όπως το ζήτησες. Εάν όμως δεν με δεις, δεν θα σου δοθεί αυτό.
Ενώ όμως περπατούσαν και συζητούσαν, αίφνης παρουσιάζεται ένα αμάξι πύρινο, με ίππους πύρινους. Μπήκε μεταξύ τους και τους χώρισε. Άρπαξε τότε μέσα τον Ηλία και σαν με ανεμοστρόβιλο, αναλήφθηκε ο Ηλίας εις τον ουρανό. Ο Ελισαίος έβλεπε από κάτω και φώναζε:
- Πάτερ - Πάτερ, άρμα Ισραήλ και ιππείς αυτού. Συ δηλαδή Πάτερ ήσουνα ο προστάτης του Ισραήλ. Συ το ιππικό του και η δύναμης του.
- Αλλά δεν τον είδε πια. Χάθηκε ο Ηλίας με το πύρινο άρμα στα ύψη του ουρανού. Από την στενοχώρια του τότε ο Ελισσαίος έπιασε τα ρούχα του και τα έσκισε στα δύο. Σήκωσε κατόπιν τη μηλωτή του Ηλία, που έπεσε από επάνω και γύρισε πίσω. Στάθηκε στην όχθη του Ιορδάνου. Πήρε κατόπιν την μηλωτή του Ηλία και εκτύπησε το νερό. Αλλά δεν
χώρισε το νερό στα δύο. Τότε είπε:
- Που είναι ο Κύριος, ο Θεός του Ηλία; Κτύπησε πάλι τα νερά και χώρισαν στα δύο απ’ εδώ και απ’ εκεί και έτσι πέρασε ο Ελισσαίος. Όταν όμως τον είδαν οι υιοί των Προφητών, που ήσαν απέναντι της Ιεριχώ, είπαν:
- Το πνεύμα του Ηλία αναπαύθηκε επάνω στον Ελισσαίο. Πήγανε τότε, τον συνάντησαν, τον προσεκύνησαν και του είπαν:
- Μαζί μας έχομε 50 στρατιώτες. Να πάνε και θα ψάξουν για τον Κύριό σου, μήπως τον σήκωσε πνεύμα Κυρίου και τον έριξε στον Ιορδάνη ή σε κανένα βουνό;
- Όχι, τους είπε ο Ελισσαίος. Μα μην στείλετε. Εκείνοι όμως επέμεναν πολύ.
- Επί τέλους στείλατε, τους είπε. Πράγματι έστειλαν 50 άνδρες, έψαξαν τρεις ημέρες παντού και δεν τον βρήκαν. Γύρισαν κατόπιν πίσω και βρήκαν τον Ελισσαίο στην Ιεριχώ.
Του ανέφεραν τις άκαρπες ενέργειές των.
- Δεν σας είπα να μην πάτε, τους παρετήρησε.
Η προφητική δράση τού Ελισσαίου καλύπτει τα χρονικά διαστήματα των βασιλειών των βασιλέων του Ισραήλ Ιωράμ, Ιηού, Ιωαχάζ και Ιωάς (851 – 825 π.Χ.), των οποίων υπήρξε ευεργετικός και συνετός σύμβουλος. Υπήρξε η ψυχή της προφητικής αντιστάσεως εναντίον της δυναστείας του Αμβρί δίδοντας ο ίδιος θαρραλέα το σύνθημα τής εξεγέρσεως και ανέδειξε αντί του Ιωράμ τον Ιού βασιλέα του Ισραήλ, με σκοπό να επιφέρει στη χώρα θρησκευτική μεταρρύθμιση.
Η δράση του ως Προφήτου εμφανίζεται κυρίως συνυφασμένη με έκτακτες ενέργειες και παντοειδή θαύματα. Πλήρης ημερών, επί βασιλέως Ιωάς, απέθανε και ενταφιάσθηκε στη Σεβαστούπολη της Σαμαρείας, υπό τους θρήνους τού βασιλέως και ολόκληρου τού λαού.
Επί αυτοκράτορος Βυζαντίου Θεοδοσίου τού μικρού (408 – 450 μ.Χ.) τα ιερά αυτού λείψανα ανεκομίσθησαν και μεταφέρθηκαν στη μονή Παύλου τού λεπρού, που ήταν στην Αλεξάνδρεια, αργότερα δε μετακομίσθηκαν στην Κωνσταντινούπολη και κατατέθηκαν στο ναό των Αγίων Αποστόλων.
Ναό επ’ ονόματι τού Προφήτου Ελισσαίου ανήγειρε στο παλάτι των Πηγών, στην Κωνσταντινούπολη, ο αυτοκράτορας Βασίλειος ο Μακεδών (867 – 886 μ.Χ.).
Στίχος
Ἠλίαν ἵπποι, τὸν δὲ διπλούν Ἠλίαν, Εἰς οὐρανοὺς ἀνήγον ὡς ἵπποι Νόες. Πότμον Ἐλισσαῖος δεκάτῃ λάχεν ἠδὲ τετάρτῃ.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε
Ὁ ἔνσαρκος Ἄγγελος, τών Προφητών ἡ κρηπίς, ὁ δεύτερος Πρόδρομος, τής παρουσίας Χριστού, Ἠλίας ὁ ἔνδοξος, ἄνωθεν καταπέμψας, Ἐλισαίῳ τὴν χάριν,
νόσους ἀποδιώκει, καί λεπροὺς καθαρίζει, διὸ καί τοῖς τιμώσιν αὐτόν, βρύει ἰάματα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ'. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ
Ὡς ὑποφήτην ἀληθή τού Σωτήρος, καί τών ἐν νόμῳ παιδευτὴν καί φωστήρα, τοίς πόρρω σὲ ἐδήλωσεν ὁ τόκος σου σοφὲ σὺ γὰρ κληρωσάμενος, τού Θεσβίτου
τὴν χάριν, θαύμασι διέπρεψας, καί δυνάμεσι πλείσταις. Καί νύν ἀπαύστως φύλαττε ἠμᾶς, ὢ Ἐλισαῖε, Προφήτα θεσπέσιε.
Κοντάκιον Ἦχος πλ. δ'. Τὴ ὑπερμάχω
Διπλὴν τὴν χάριν εἰληφώς παρὰ τού Πνεύματος, Προφήτης ὤφθης θαυμαστὸς πάσι τοίς πέρασι, τοὺς ὑμνούντας σὲ λυτρούμενος ἐκ κινδύνων, καί δωρούμενος
τὴν χάριν τών θαυμάτων σου, τοίς προστρέχουσιν ἐν ταύτῃ μετὰ πίστεως, καί βοώσι σοί, Χαίροις Προφήτα θεσπέσιε.
Ἕτερον Κοντάκιον Ἦχος β'. Τὰ ἄνω ζητών
Προφήτης Θεού, ἐδείχθεις διπλασίονα, τὴν χάριν λαβών, τὴν ὄντως ἐπαξίαν σοι, Ἐλισσαῖε μακάριε. Ἠλιού γὰρ γέγονας σύσκηνος, σὺν αὐτῷ Χριστῷ τῷ Θεῷ,
πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμών.
Μεγαλυνάριον
Σύσκηνος ὑπάρχων καί φοιτητής, Ἠλιοὺ παμμάκαρ, Ἐλισσαῖε τού ζηλωτού, τής ἐκείνου δόξης, ἀνάπλεως ἐδείχθης, θαυμάτων ἐνεργείᾳ, καταλαμπόμενος.
http://xristianos.gr