«Ἄνθρωπός τις ἦν πλούσιος, καὶ ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καὶ βύσσον εὐφραινόμενος καθ᾿ ἡμέραν λαμπρῶς» (Λουκ. 16,19)
ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ, ἀγαπητοί μου, ποὺ ἀνεγνώσθη σήμερα, εἶνε σπουδαιότατο καὶ ἀπὸ θρησκευτικῆς καὶ ἀπὸ κοινωνικῆς πλευρᾶς.
Θρησκευτικῶς μέν, ὅπως λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος στὴν ἑρμηνεία του, μᾶς διδάσκει ὅτι ἡ ζωὴ αὐτὴ εἶνε μία σταγόνα ἐμπρὸς στὸν ὠκεανὸ τῆς αἰωνιότητος.
Λέει άκόμη, ὅτι ἡ ζωὴ αὐτὴ μοιάζει μὲ θέατρο, ὅπου ἀσήμαντα πρόσωπα ὑποδύονται ῥόλους ἐπισήμων, ὅταν ὅμως τελειώνῃ ἡ παράστασι ἀφαιροῦνται τὰ προσωπεῖα καὶ οἱ ἠθοποιοὶ παρουσιάζονται στὶς κανονικές τους διαστάσεις.
Καθένας τώρα ἔχει ἕνα προσωπεῖο στὴν κοινωνία, στὸ τέλος ὅμως τὰ προσωπεῖα πέφτουν κι ὁ ἄνθρωπος ἐμφανίζεται γυμνὸς ἐνώπιον τῆς θείας δικαιοσύνης γιὰ νὰ δώσῃ λόγο τῶν πράξεών του.
Τὸ εὐαγγέλιο σήμερα μᾶς βεβαιώνει, ὅτι ἡ ζωὴ δὲν τελειώνει μὲ τὸ φτυάρι τοῦ νεκροθάφτη. Ὄχι!
Ἡ ἀληθινὴ ζωή, ἡ αἰωνία, ἀρχίζει ἀπὸ τὸν τάφο καὶ πέρα· νὰ είμεθα ἀπολύτως βέβαιοι.
Ἀλλὰ τὸ Εὐαγγέλιο ἔχει καὶ κοινωνικὸ περιεχόμενο. Τὸ σημερινὸ μάλιστα εὐαγγέλιο παρουσιάζει τοὺς δύο ἀντιθέτους κόσμους, ποὺ βρίσκονται σὲ διαμάχη. Τοὺς ἀπεικονίζει σὲ δύο πρόσωπα, στὸν πλούσιο καὶ στὸ φτωχό. Ὁ Κύριος ζωγραφίζει τὴν εἰκόνα τους.
ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ, ἀγαπητοί μου, ποὺ ἀνεγνώσθη σήμερα, εἶνε σπουδαιότατο καὶ ἀπὸ θρησκευτικῆς καὶ ἀπὸ κοινωνικῆς πλευρᾶς.
Θρησκευτικῶς μέν, ὅπως λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος στὴν ἑρμηνεία του, μᾶς διδάσκει ὅτι ἡ ζωὴ αὐτὴ εἶνε μία σταγόνα ἐμπρὸς στὸν ὠκεανὸ τῆς αἰωνιότητος.
Λέει άκόμη, ὅτι ἡ ζωὴ αὐτὴ μοιάζει μὲ θέατρο, ὅπου ἀσήμαντα πρόσωπα ὑποδύονται ῥόλους ἐπισήμων, ὅταν ὅμως τελειώνῃ ἡ παράστασι ἀφαιροῦνται τὰ προσωπεῖα καὶ οἱ ἠθοποιοὶ παρουσιάζονται στὶς κανονικές τους διαστάσεις.
Καθένας τώρα ἔχει ἕνα προσωπεῖο στὴν κοινωνία, στὸ τέλος ὅμως τὰ προσωπεῖα πέφτουν κι ὁ ἄνθρωπος ἐμφανίζεται γυμνὸς ἐνώπιον τῆς θείας δικαιοσύνης γιὰ νὰ δώσῃ λόγο τῶν πράξεών του.
Τὸ εὐαγγέλιο σήμερα μᾶς βεβαιώνει, ὅτι ἡ ζωὴ δὲν τελειώνει μὲ τὸ φτυάρι τοῦ νεκροθάφτη. Ὄχι!
Ἡ ἀληθινὴ ζωή, ἡ αἰωνία, ἀρχίζει ἀπὸ τὸν τάφο καὶ πέρα· νὰ είμεθα ἀπολύτως βέβαιοι.
Ἀλλὰ τὸ Εὐαγγέλιο ἔχει καὶ κοινωνικὸ περιεχόμενο. Τὸ σημερινὸ μάλιστα εὐαγγέλιο παρουσιάζει τοὺς δύο ἀντιθέτους κόσμους, ποὺ βρίσκονται σὲ διαμάχη. Τοὺς ἀπεικονίζει σὲ δύο πρόσωπα, στὸν πλούσιο καὶ στὸ φτωχό. Ὁ Κύριος ζωγραφίζει τὴν εἰκόνα τους.
* * *
Κάποιος, λέει, ἦταν πλούσιος. Καὶ σύμφωνα μὲ τὸ Εὐαγγέλιο πλούσιος λέγεται αὐτὸς ποὺ ἔχει κάτι παραπάνω ἀπὸ τὰ ἀναγκαῖα. Διότι οἱ ἀληθινὲς ἀνάγκες μας εἶνε λίγες. Ὁ ψευδὴς πολιτισμὸς πολλαπλασιάζει τὶς ἀνάγκες τῆς ζωῆς καὶ δημιουργεῖ τὴν λεγομένη καταναλωτικὴ κοινωνία. Ἦταν λοιπὸν αὐτὸς πλούσιος, διότι ἀντὶ γιὰ μία ἁπλῆ στέγη εἶχε μέγαρα καὶ παλάτια. Ἦταν πλούσιος, διότι ἀντὶ νὰ ἀρκῆται σὲ μιὰ ἁπλῆ τροφὴ ἐτρέφετο μὲ ἐκλεκτὰ ποικίλα φαγητὰ καὶ σπάνια ποτά. Ἦταν πλούσιος, διότι ἀντὶ νὰ φορῇ μιὰ ἁπλῆ ἐνδυμασία ντυνόταν πολυτελῶς, μὲ «πορφύραν καὶ βύσσον» (Λουκ. 16,19), καὶ ξώδευε γιὰ φορεσιὲς ἡγεμονικές. Τέτοια σπατάλη ἔκανε, καὶ προσπαθοῦσε μὲ ὅλες τὶς αἰσθήσεις νὰ ῥουφήξῃ τὸ ποτήρι τῆς ἡδονῆς. Σύνθημά του ―τὸ κατηραμένο σύνθημα κάθε ἐγωϊστοῦ, ἀντίθετο ἀπὸ ὅ,τι ὑποδεικνύει ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος― εἶχε· «Ὅλα γιὰ τὸν ἑαυτό μου, τίποτα γιὰ τοὺς ἄλλους». Ἀπέναντί του, ἀντιθέτως, ὑπῆρχε ὁ φτωχὸς Λάζαρος. Αὐτὸς ἐστερεῖτο καὶ τὰ στοιχειώδη. Δὲν εἶχε στέγη, ἀλλὰ ἦταν ἐκτεθειμένος στὸν καύσωνα καὶ στὸ ψῦχος. Δὲν εἶχε τροφή, καὶ προσπαθοῦσε νὰ στομώσῃ τὴν πεῖνα του μὲ τὰ ψίχουλα ποὺ ἔπεφταν ἀπὸ τὴν τράπεζα τοῦ πλουσίου. Δὲν εἶχε ροῦχο, ἦταν ῥακένδυτος καὶ γυμνός. Ἦταν φτωχός, ἐπὶ πλέον δὲ καὶ ἐγκαταλελειμμένος· κανένα δὲν εἶχε δίπλα του. Καὶ μόνο αὐτά; Κοντὰ στὰ ἄλλα ἦταν καὶ ἄρρωστος, εἶχε γεμίσει πληγὲς ποὺ ἔτρεχαν αἷμα καὶ πύον. Ποῦ φάρμακα, ποῦ γιατροί, ποῦ νοσοκόμοι γι᾿ αὐτόν! Ἄ, ὑπῆρχε κάποιος νοσοκόμος, λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Ποιός ἦταν ὁ νοσοκόμος; Τὸ σκυλί! Τὰ σκυλιὰ τῆς γειτονιᾶς τὸν πλησίαζαν, τοῦ ἔγλειφαν τὶς πληγές, καὶ τὸν ἀνακούφιζαν ἔτσι λίγο ἀπὸ τοὺς πόνους. Ὁ ἄσπλαχνος δηλαδὴ πλούσιος, μὲ τὸ σύνθημα «ὅλα γιὰ τὸν ἑαυτό μου», φαινόταν κατώτερος κι ἀπὸ τὰ ζῷα. Ἁλυσίδα κακῶν! Σύνοψις καὶ ἔκφρασις τῆς ἀνθρωπίνης δυστυχίας ἦταν ὁ Λάζαρος, σύμβολο φτώχειας, ἐγκαταλείψεως καὶ ἀρρώστιας. Μήπως γιὰ ὅλα αὐτὰ γόγγυσε, βλαστήμησε, καταράστηκε τὴν ἡμέρα ποὺ γεννήθηκε, σκέφτηκε ν᾿ αὐτοκτονήσῃ; Τίποτε ἀπὸ αὐτά. Διότι πίστευε καὶ εἶχε ἐλπίδα. Ὅλα τά ᾿χασε, δὲν ἔχασε ὅμως τὴν ἐλπίδα του στὸ Θεό. Καὶ τὸ ὄνομά του «Λάζαρος», ἑβραϊκό, αὐτὸ σημαίνει, «Ἔχει ὁ Θεός». Πρὸ ἐτῶν, περπατώντας στοὺς δρόμους τῆς Θεσσαλονίκης, εἶδα ἕνα καροτσάκι, πάνω στὸ ὁποῖο ὁ φτωχὸς ἰδιοκτήτης του εἶχε γράψει· «Ἔχει ὁ Θεός». Μοῦ ἔκανε ἐντύπωσι, τὸν πλησίασα καὶ κουβέντιασα μαζί του. Εἶμαι πρόσφυγας ἀπὸ τὸν Πόντο, μοῦ λέει· πάμπτωχος ἦρθα στὴ Θεσσαλονίκη, τίποτε ἀπολύτως δὲν εἶχα. Καὶ ὅμως μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ συντηρῶ σήμερα οἰκογένεια μὲ πέντε μέλη, γι᾿ αὐτὸ πιστεύω ὅτι «ἔχει ὁ Θεός!». «Ἔχει ὁ Θεός!». Ἐὰν οἱ πλούσιοι ἔχουν ἐλπίδα στὰ χρήματά τους, ὁ φτωχὸς ἔχει ἐλπίδα στὸ Θεό, ὅπως αὐτὸς ὁ Λάζαρος.
* * *
Αὐτή, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ παραβολὴ τοῦ πλουσίου καὶ τοῦ πτωχοῦ Λαζάρου· σπουδαιοτάτη τόσο ἀπὸ πλευρᾶς μεταφυσικῆς ὅσο καὶ ἀπὸ πλευρᾶς κοινωνιολογικῆς. Πέρασαν αἰῶνες ἀφ᾿ ὅτου τὴν εἶπε ὁ Χριστός, καὶ ὅμως ἡ εἰκόνα ποὺ ζωγράφισε παρουσιάζεται ἀμείωτος. Σὰν νὰ τὴν εἶπε σήμερα. Διότι πλούσιοι καὶ φτωχοὶ ὑπάρχουν καὶ τώρα. Στὸν αἰῶνα τῆς ἐπιστήμης, τῆς τεχνολογίας, τῶν πυραύλων καὶ διαστημοπλοίων, τὸ χάσμα μεταξὺ πλουσίων καὶ φτωχῶν δὲν ἐξαλείφθηκε. Ἄλλοι θησαυρίζουν, καὶ ἄλλοι πεινοῦν. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι μὲ χρήματα πολλά, ὀργανισμοὶ μὲ κεφάλαια μεγάλα, κράτη μὲ ἀνθηρὲς οἰκονομίες· ὑπάρχει πλοῦτος. Οἱ οἰκονομολόγοι λένε, ὅτι ποτέ ἡ γῆ δὲν εἶχε τόσο πλοῦτο ὅσο ἔχει σήμερα. Τί γίνεται ὅμως ὁ πλοῦτος αὐτός; Ἐμένα ρωτᾶτε; τὸ βλέπετε κάθε μέρα. Ἄλλων τὰ θησαυροφυλάκια ἀναστενάζουν ἀπὸ τὸ βάρος τοῦ χρυσοῦ, καὶ ἄλλων τὰ πορτοφόλια εἶνε κενά. Ἄλλοι πεινοῦν, καὶ ἄλλοι θάβουν ἐκλεκτὰ προϊόντα στὶς χωματερὲς καὶ χύνουν τὸ γάλα στὰ ποτάμια. Πλοῦτος ἄφθονος, ποὺ ἂν μοιραζόταν μὲ δικαιοσύνη δὲν θὰ ὑπῆρχε φτωχὸς πάνω στὴ γῆ. Ἄλλοι σπαταλοῦν, καὶ ἄλλοι στεροῦνται. Διότι οἱ πλούσιοι αὐτὰ ποὺ θησαυρίζουν συχνὰ τὰ ξοδεύουν μὲ σπατάλη. Πάρτε μολύβι καὶ μετρῆστε, νὰ δῆτε τί ἑκατομμύρια φεύγουν σὲ περιττὰ καὶ ἐπιβλαβῆ πράγματα. Κάποιος Ἀμερικᾶνος μελέτησε καὶ βρῆκε ὅτι οἱ ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου εἶνε λίγες (τροφή, ἐνδυμασία, στέγη, ὑγεία, παιδεία). Ἀπέναντι στὶς τέσσερις – πέντε πραγματικὲς ἀνάγκες αὐτὸς μέτρησε πόσες νομίζετε ψεύτικες «ἀνάγκες»· 3.550! Περιττὰ καὶ βλαβερὰ πράγματα, ποὺ θεωροῦνται ἀναγκαῖα. Πόσα δισεκατομμύρια ξοδεύονται λ.χ. γιὰ τσιγάρο, ποτό, ναρκωτικά· γιὰ χαρτοπαίγνιο, ἄλλα τυχερὰ παιχνίδια, προσωπικὰ γοῦστα· γιὰ θέαμα, μουσική, διασκέδασι, ταξίδια, τουρισμό· γιὰ λοῦσα, μόδες, καλλυντικά, ἐμφανίσεις· γιὰ πολυτελῆ ροῦχα, ἔπιπλα, τηλέφωνα, αὐτοκίνητα!… Ὑπάρχει χρῆμα καὶ τὸ ξοδεύουν. Ἄλλοι εὐωχοῦνται, καὶ ἄλλοι ἀγανακτοῦν. Διότι δὲν εἶνε ὅλοι σὰν τὸ Λάζαρο, ποὺ ἔδειξε ὑπομονὴ καὶ ἀνεξικακία. Ἡ σπατάλη προκαλεῖ. Οἱ μαρξισταὶ μᾶς κοροϊδεύουν γιὰ τὴν παραβολὴ αὐτή. Γιατί ὁ Λάζαρος, λένε, δὲν ἔκανε ἐπανάστασι, ὅπως θ᾿ ἀπαιτοῦσε τὸ ἀνθρώπινο αἴσθημα δικαιοσύνης; Πράγματι ἡ ἐπίδειξις τοῦ πλούτου εὐρύνει τὸ κοινωνικὸ χάσμα καὶ προκάλεσε ὣς τώρα τρομερὲς ἐπαναστάσεις ἐναντίον τῆς ἀσπλαχνίας καὶ ἀδικίας, ἐναντίον τοῦ καπιταλιστικοῦ συστήματος ἐν γένει. Καὶ οἱ ἐπαναστάσεις αὐτὲς τί ἀποτέλεσμα ἔχουν; Ἡ ῥωσικὴ ἐπανάστασι τοῦ 1917 καυχήθηκε καὶ εἶπε· Θὰ σβήσω τὴ φτώχεια ἀπὸ τὴ Ῥωσία! Ὡραῖο ὄνειρο, ποιός δὲν τὸ ἐπικροτεῖ; Τὸ ἀποτέλεσμα, τὴν ἔσβησε; Ἐμένα ρωτᾶτε; Ξένοι, ποὺ πῆγαν στὴ Μόσχα, πίσω ἀπὸ τοὺς ὡραίους δρόμους καὶ τὰ μέγαρα καὶ τὰ ἐργοστάσια τί διεπίστωσαν· φτώχεια! Ποιά λοιπὸν ἡ διαφορά; Φτώχεια καὶ στὰ δύο, ἀντίθετα μεταξύ τους, κοινωνικὰ συστήματα. Μὲ μία μόνο διαφορά· ὅτι στὴ Νέα Ὑόρκη μποροῦσες νὰ πῇς πεινῶ, ἐνῷ στὴ Μόσχα ἂν τὸ ἔλεγες σοῦ ἔλεγαν ὅτι δυσφημίζεις τὸ καθεστὼς καὶ σὲ ἔστελναν στὴ Σιβηρία. Δὲν λύθηκε λοιπὸν τὸ πρόβλημα οὔτε στὸ δυτικὸ οὔτε στὸν ἀνατολικὸ κόσμο, παρ᾿ ὅλο ὅτι ἡ ἀνθρωπότης βρέθηκε ἀνάμεσα σὲ δύο θηρία, Σκύλα καὶ Χάρυβδι. Πότε ἆραγε θὰ λυθῇ; Ὁ Κύριος στὸ Εὐαγγέλιο προειδοποίησε, ὅτι δὲν θὰ λείψουν οἱ φτωχοὶ ἀπὸ τὸν κόσμο (βλ. Ματθ. 26,11). Ὦ Θεέ μου, τί λόγος εἶν᾿ αὐτός; Σὺ ποὺ κατέβηκες στὸν κόσμο καὶ ἔζησες ὑπὸ τὶς πλέον φτωχὲς συνθῆκες καὶ κήρυξες τὸ κοινωνικό σου εὐαγγέλιο, μᾶς λὲς ὅτι ἡ φτώχεια δὲ θὰ λείψῃ ἀπὸ τὴ γῆ; Ὄχι· θὰ ἐκλείψῃ καὶ τὸ κοινωνικὸ χάσμα θὰ γεφυρωθῇ, ἀλλὰ πότε· ὅταν ζήσουν ὅλοι κατὰ τὸ Εὐαγγέλιο, ποὺ συνιστᾷ ὀλιγάρκεια, ἀλληλεγγύη, ἀγάπη. Τελειώνω καὶ λέγω σὲ ὅλους ἀνεξαιρέτως, ὅτι πρέπει νὰ ἀρκεστοῦμε στὰ ἀπαραίτητα γιὰ τὴ ζωή, ποὺ εἶνε πολὺ λίγα. Νὰ μάθουμε τὴν αὐτάρκεια. Ἐὰν περιορισθοῦμε στὰ λίγα, τότε θὰ ἐφαρμόσουμε τὸ ἄλλο ἐκεῖνο σύνθημα· «Αὐτὸ ποὺ περισσεύει» ―καὶ περισσεύουν πολλά― «εἶναι τῆς χήρας, τ᾿ ὀρφανοῦ, καὶ μὴν τὸ σπαταλᾶτε».
(ἱ. ναὸς Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης 3-11-1985)