«Ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός» (Γαλ. 2,20)
http://www.augoustinos-kantiotis.gr
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἑορτὴ καὶ πανήγυρις μεγάλη· ἑορτάζουν οἱ δύο κορυφαῖοι ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ, ὁ Πέτρος καὶ ὁ Παῦλος. Ποιά γλῶσσα μπορεῖ νὰ τοὺς ἐγκωμιάσῃ;
Γιὰ τὸν Πέτρο μιλήσαμε ἄλλοτε, τώρα ἂς ποῦμε γιὰ τὸν Παῦλο. Γιατὶ δὲ φτάνει νὰ προσκυνοῦμε τὶς εἰκόνες τῶν ἁγίων καὶ
ν᾽ ἀνάβουμε κεριά· πρέπει καὶ νὰ γνωρίσουμε ποιοί ἦταν αὐτοὶ οἱ μεγάλοι ἄνδρες καὶ νὰ προσπαθήσουμε νὰ τοὺς μιμηθοῦμε.
Γιὰ τὸν Πέτρο μιλήσαμε ἄλλοτε, τώρα ἂς ποῦμε γιὰ τὸν Παῦλο. Γιατὶ δὲ φτάνει νὰ προσκυνοῦμε τὶς εἰκόνες τῶν ἁγίων καὶ
ν᾽ ἀνάβουμε κεριά· πρέπει καὶ νὰ γνωρίσουμε ποιοί ἦταν αὐτοὶ οἱ μεγάλοι ἄνδρες καὶ νὰ προσπαθήσουμε νὰ τοὺς μιμηθοῦμε.
Ἡ ζωὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου χωρίζεται σὲ δύο· ὅταν ἦταν μακριὰ ἀπὸ τὸ Χριστό, κι ὅταν πίστεψε καὶ ἦρθε κοντά του. Ἡ μία ζωὴ σκοτάδι, ἡ ἄλλη φῶς· ἡ μία νύχτα, ἡ ἄλλη μέρα.
Ὁ τότε Σαοὺλ ἢ Σαῦλος ἦταν Ἰουδαῖος. Καὶ τί Ἰουδαῖος, φανατικός. (Ὅπως εἶνε καὶ μέχρι σήμερα οἱ Ἰουδαῖοι. Ἐμεῖς λησμονοῦμε τὰ δικά μας, αὐτοί, μιὰ φούχτα ἄνθρωποι, κρατοῦν ζωηρὸ τὸ ἐθνικὸ καὶ θρησκευτικό τους αἴσθημα. Δὲν τοὺς προβάλλω ὡς πρότυπο, ἐν πάσῃ περιπτώσει διατηροῦν τὶς παραδόσεις τους, θυμοῦνται τὰ καθηκόντά τους.) Φανατικὸς Ἰουδαῖος λοιπὸν ὁ Σαῦλος· ἦταν σὰν ἐκείνους ποὺ τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ μαζεμένοι κάτω ἀπ᾽ τὸ πραιτώριο φώναζαν στὸν Πιλᾶτο σὰν λυσσασμένα σκυλιὰ «Σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν» (Λουκ. 23, 21. Ἰω. 19,6). Μισοῦσε πολὺ τὸ Χριστὸ καὶ προσπαθοῦσε νὰ διαλύσῃ τὴν Ἐκκλησία μὲ κάθε μέσο. Ὅπου ὑπῆρχε Χριστιανὸς τὸν κατεδίωκε. Ἐφωδιασμένος μὲ ἐπιστολὲς ἀπὸ τὸν ἀρχιερέα ξεκίνησε ἀπ᾽ τὰ Ἰεροσόλυμα νὰ πάῃ διακόσα πενήντα χιλιόμετρα μακριά, στὴ Δαμασκό, καὶ ὅποιους Χριστιανοὺς βρῇ, ἄντρες καὶ γυναῖκες, νὰ τοὺς πιάσῃ καὶ νὰ τοὺς φέρῃ δεμένους στὴν Ἰερουσαλὴμ νὰ τιμωρηθοῦν.
Τέτοιος ἦταν ὁ Σαῦλος· ἤθελε νὰ σβήσῃ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὅμως τὸν βλέπουμε νὰ ἀλλάζῃ ξαφνικὰ ὅλως διόλου· ἡ νύχτα νὰ γίνεται ἡμέρα, ὁ λύκος νὰ γίνεται ἀρνί, ὁ ἄγριος αὐτὸς διώκτης νὰ γίνεται κήρυκας καὶ ἀπόστολος. Πῶς; Διαβάστε τὴν ἁγία Γραφή.
Ἦταν γύρω στὸ μεσημέρι καὶ ἐκεῖ στὸ δρόμο, καθὼς πλησίαζε στὴ Δαμασκό, ἔγινε τὸ θαῦμα. Ποιό θαῦμα; Ἄστραψε στὰ μάτια του φῶς πιὸ ἐκτυφλωτικὸ κι ἀπὸ τὸν ἥλιο. Τά ᾽χασε ὁ Σαῦλος, ἔπεσε καταγῆς κι ἄκουσε φωνὴ σὰ βροντὴ νὰ τοῦ λέῃ· «Σαοὺλ Σαούλ, τί με διώκεις;», γιατί μὲ καταδιώκεις; «σκληρόν σοι πρὸς κέντρα λακτίζειν» (Πράξ. 9,4-5· 22,7-8· 26,14-15). Τί νόημα ἔχουν αὐτά; Ὅτι ὅποιος πολεμάει τὸ Χριστό, ὅποιος καὶ νά ᾽νε, θὰ γίνῃ στάχτη. Ὅπως εἶνε ἀνοησία νὰ κλωτσάῃ κανεὶς ξυπόλητος πάνω σὲ καρφιά –τὰ καρφιὰ δὲ θὰ πάθουν τίποτα, τὰ πόδια του θὰ ματώσουν–, ἔτσι καὶ ὅποιος ἀποπειραθῇ νὰ τὰ βάλῃ τὸ Χριστό. Μὲ τὸ τράνταγμα λοιπὸν αὐτὸ ὁ Σαῦλος ἦρθε σὲ συναίσθησι καὶ λέει· «Ποιός εἶσαι, Κύριε;». Κι ἀκούει· «Ἐγώ εἰμι Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος ὃν σὺ διώκεις» (Πράξ. 22,8). Ἀπ᾽ τὴ λάμψι ἐκείνη τυφλώθηκε. Χειραγωγούμενος μπῆκε στὴ Δαμασκό, καὶ γιὰ τρεῖς μέρες δὲν ἔφαγε καὶ δὲν ἤπιε τίποτε. Μετά, σταλμένος ἀπὸ τὸν Κύριο, ἦρθε ἕνας ἅγιος ἄνθρωπος, ὁ Ἀνανίας, τοῦ μίλησε κ᾽ ἔβαλε πάνω του τὰ χέρια του. Ἀμέσως ἔπεσαν ἀπ᾽ τὰ μάτια του κάτι σὰν λέπια καὶ εἶδε τὸ φῶς του. Σηκώθηκε παρηγορημένος, βαπτίσθηκε, πῆρε τροφὴ καὶ ἀνέλαβε δυνάμεις. Ἔτσι γνώρισε τὸ Χριστό, πείσθηκε ὅτι αὐτὸς εἶνε ὁ ἀληθινὸς Θεὸς καὶ σωτήρας τοῦ κόσμου, ἄνοιξαν τὰ μάτια του τὰ σωματικὰ καὶ τὰ ψυχικά.
Ἀπὸ τότε ἔγινε ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ, ὁ πιὸ φλογερὸς ἀπ᾽ ὅλους τοὺς ἀποστόλους, καὶ μετωνομάστηκε Παῦλος. Καὶ ποῦ δὲν πῆγε! Σὰν χρυσάετος πέταξε σ᾽ ἀνατολὴ καὶ δύσι, κήρυξε παντοῦ τὸ εὐαγγέλιο. Κοπίασε καὶ φύτεψε ἐκκλησίες στὴ Μικρὰ Ἀσία, στὴν Κύπρο, στὴν Κρήτη, στὴ Μακεδονία, στὴν Ἀθήνα, στὴν Πελοπόννησο, ἀκόμα καὶ στὴ ῾Ρώμη, ὅπου καὶ μαρτύρησε δι᾽ ἀποκεφαλισμοῦ.
Αὐτός, ἀγαπητοί μου, εἶνε ὁ Παῦλος.
Ὁ τότε Σαοὺλ ἢ Σαῦλος ἦταν Ἰουδαῖος. Καὶ τί Ἰουδαῖος, φανατικός. (Ὅπως εἶνε καὶ μέχρι σήμερα οἱ Ἰουδαῖοι. Ἐμεῖς λησμονοῦμε τὰ δικά μας, αὐτοί, μιὰ φούχτα ἄνθρωποι, κρατοῦν ζωηρὸ τὸ ἐθνικὸ καὶ θρησκευτικό τους αἴσθημα. Δὲν τοὺς προβάλλω ὡς πρότυπο, ἐν πάσῃ περιπτώσει διατηροῦν τὶς παραδόσεις τους, θυμοῦνται τὰ καθηκόντά τους.) Φανατικὸς Ἰουδαῖος λοιπὸν ὁ Σαῦλος· ἦταν σὰν ἐκείνους ποὺ τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ μαζεμένοι κάτω ἀπ᾽ τὸ πραιτώριο φώναζαν στὸν Πιλᾶτο σὰν λυσσασμένα σκυλιὰ «Σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν» (Λουκ. 23, 21. Ἰω. 19,6). Μισοῦσε πολὺ τὸ Χριστὸ καὶ προσπαθοῦσε νὰ διαλύσῃ τὴν Ἐκκλησία μὲ κάθε μέσο. Ὅπου ὑπῆρχε Χριστιανὸς τὸν κατεδίωκε. Ἐφωδιασμένος μὲ ἐπιστολὲς ἀπὸ τὸν ἀρχιερέα ξεκίνησε ἀπ᾽ τὰ Ἰεροσόλυμα νὰ πάῃ διακόσα πενήντα χιλιόμετρα μακριά, στὴ Δαμασκό, καὶ ὅποιους Χριστιανοὺς βρῇ, ἄντρες καὶ γυναῖκες, νὰ τοὺς πιάσῃ καὶ νὰ τοὺς φέρῃ δεμένους στὴν Ἰερουσαλὴμ νὰ τιμωρηθοῦν.
Τέτοιος ἦταν ὁ Σαῦλος· ἤθελε νὰ σβήσῃ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὅμως τὸν βλέπουμε νὰ ἀλλάζῃ ξαφνικὰ ὅλως διόλου· ἡ νύχτα νὰ γίνεται ἡμέρα, ὁ λύκος νὰ γίνεται ἀρνί, ὁ ἄγριος αὐτὸς διώκτης νὰ γίνεται κήρυκας καὶ ἀπόστολος. Πῶς; Διαβάστε τὴν ἁγία Γραφή.
Ἦταν γύρω στὸ μεσημέρι καὶ ἐκεῖ στὸ δρόμο, καθὼς πλησίαζε στὴ Δαμασκό, ἔγινε τὸ θαῦμα. Ποιό θαῦμα; Ἄστραψε στὰ μάτια του φῶς πιὸ ἐκτυφλωτικὸ κι ἀπὸ τὸν ἥλιο. Τά ᾽χασε ὁ Σαῦλος, ἔπεσε καταγῆς κι ἄκουσε φωνὴ σὰ βροντὴ νὰ τοῦ λέῃ· «Σαοὺλ Σαούλ, τί με διώκεις;», γιατί μὲ καταδιώκεις; «σκληρόν σοι πρὸς κέντρα λακτίζειν» (Πράξ. 9,4-5· 22,7-8· 26,14-15). Τί νόημα ἔχουν αὐτά; Ὅτι ὅποιος πολεμάει τὸ Χριστό, ὅποιος καὶ νά ᾽νε, θὰ γίνῃ στάχτη. Ὅπως εἶνε ἀνοησία νὰ κλωτσάῃ κανεὶς ξυπόλητος πάνω σὲ καρφιά –τὰ καρφιὰ δὲ θὰ πάθουν τίποτα, τὰ πόδια του θὰ ματώσουν–, ἔτσι καὶ ὅποιος ἀποπειραθῇ νὰ τὰ βάλῃ τὸ Χριστό. Μὲ τὸ τράνταγμα λοιπὸν αὐτὸ ὁ Σαῦλος ἦρθε σὲ συναίσθησι καὶ λέει· «Ποιός εἶσαι, Κύριε;». Κι ἀκούει· «Ἐγώ εἰμι Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος ὃν σὺ διώκεις» (Πράξ. 22,8). Ἀπ᾽ τὴ λάμψι ἐκείνη τυφλώθηκε. Χειραγωγούμενος μπῆκε στὴ Δαμασκό, καὶ γιὰ τρεῖς μέρες δὲν ἔφαγε καὶ δὲν ἤπιε τίποτε. Μετά, σταλμένος ἀπὸ τὸν Κύριο, ἦρθε ἕνας ἅγιος ἄνθρωπος, ὁ Ἀνανίας, τοῦ μίλησε κ᾽ ἔβαλε πάνω του τὰ χέρια του. Ἀμέσως ἔπεσαν ἀπ᾽ τὰ μάτια του κάτι σὰν λέπια καὶ εἶδε τὸ φῶς του. Σηκώθηκε παρηγορημένος, βαπτίσθηκε, πῆρε τροφὴ καὶ ἀνέλαβε δυνάμεις. Ἔτσι γνώρισε τὸ Χριστό, πείσθηκε ὅτι αὐτὸς εἶνε ὁ ἀληθινὸς Θεὸς καὶ σωτήρας τοῦ κόσμου, ἄνοιξαν τὰ μάτια του τὰ σωματικὰ καὶ τὰ ψυχικά.
Ἀπὸ τότε ἔγινε ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ, ὁ πιὸ φλογερὸς ἀπ᾽ ὅλους τοὺς ἀποστόλους, καὶ μετωνομάστηκε Παῦλος. Καὶ ποῦ δὲν πῆγε! Σὰν χρυσάετος πέταξε σ᾽ ἀνατολὴ καὶ δύσι, κήρυξε παντοῦ τὸ εὐαγγέλιο. Κοπίασε καὶ φύτεψε ἐκκλησίες στὴ Μικρὰ Ἀσία, στὴν Κύπρο, στὴν Κρήτη, στὴ Μακεδονία, στὴν Ἀθήνα, στὴν Πελοπόννησο, ἀκόμα καὶ στὴ ῾Ρώμη, ὅπου καὶ μαρτύρησε δι᾽ ἀποκεφαλισμοῦ.
Αὐτός, ἀγαπητοί μου, εἶνε ὁ Παῦλος.
* * *
Ἀπὸ τότε πέρασαν αἰῶνες. Κι ὅπως τότε ἐκεῖνος στὴν ἀρχὴ ἦταν μακριὰ ἀπὸ τὸ Χριστό, ἔτσι καὶ σήμερα πολλοὶ ἄνθρωποι εἶνε μακριά, πολὺ μακριὰ ἀπὸ τὸ Χριστό. Ἐνῷ ἡ πίστι μας ἔχει θαύματα ποὺ δὲν ἔχει καμμιά θρησκεία, ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ ἀκοῦνε τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καὶ λυσσᾶνε καὶ βλαστημᾶνε· θέλουν νὰ σβήσουν τὴν Ἐκκλησία, ὅπως ἔγινε π.χ. στὴ γειτονική μας Ἀλβανία. Ὁ ἄνθρωπος χωρὶς τὸ Θεὸ δὲν εἶνε πλέον ἄνθρωπος· πέφτει χαμηλά, κατεβαίνει ὅλα τὰ σκαλοπάτια τῆς ἀτιμίας.
⃝ Τὸ πρῶτο σκαλοπάτι τὸ εἶπε ὁ προφήτης Δαυΐδ· «Ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς» (Ψαλμ. 48,13,21). Μὲ ἄλλα λόγια, ὁ ἄνθρωπος ἔγινε σὰν τὰ ζῷα· ἀκάθαρτος καὶ λαίμαργος σὰν τὸ χοῖρο, ὑπερήφανος καὶ ματαιόδοξος σὰν τὸ παγώνι, πονηρὸς καὶ δόλιος σὰν τὴν ἀλεποῦ, ἄγριος σὰν τὸ λύκο, ὀργίλος καὶ θυμώδης σὰν τὴν τίγρι, ἐκδικητικὸς σὰν τὴν καμήλα, φθονερὸς καὶ φαρμακερὸς σὰν τὸ φίδι καὶ τὸ σκορπιό. Ὁ ἄνθρωπος ἔγινε θηρίο. Ὄχι ἁπλῶς θηρίο ἀλλὰ –προσθέτω μία λέξι– θηρίο ἐπιστημονικό. Ὅπως ἔλεγε μιὰ προφητεία, «τὰ ἄθεα γράμματα θὰ καταστρέψουν τὸν κόσμο». Ὁ κόσμος δὲν κινδυνεύει ἀπὸ τοὺς τσοπάνους καὶ τοὺς ψαρᾶδες· κινδυνεύει ἀπὸ τοὺς λεγομένους ἐπιστήμονες.
⃝ Ἄλλο σκαλοπάτι. Ὁ ἄνθρωπος χωρὶς τὸ Θεὸ ἔπεσε ἀκόμη πιὸ χαμηλά, ἔγινε χειρότερος ἀπὸ τὰ ζῷα. Κάνει πράγματα ποὺ τὰ ζῷα δὲν κάνουν. Λόγου χάριν, τὸ ζῷο δὲν τρώει καὶ δὲν πίνει πέρα ἀπὸ τὸ ὅριο· οἱ κοιλιόδουλοι ἄνθρωποι ὅμως τρῶνε μέχρι διαρρήξεως καὶ πίνουν μέχρι μέθης, καὶ μετὰ τοὺς τρέχουν στὰ νοσοκομεῖα. Ἀκόμη, ὅσο κι ἂν ψάξετε στὴ φύσι, δὲν θὰ δῆτε θηλυκὸ ζῷο νὰ μὴν πονάῃ τὰ παιδιά του· στοὺς ἀνθρώπους πλῆθος γυναῖκες μὲ διάφορες προφάσεις σκοτώνουν τὰ ἔμβρυά τους. Ὅσο κι ἂν ψάξετε τέλος στὴ φύσι, πουθενὰ δὲν θὰ δῆτε τὸ ἀλλόκοτο, ἀρσενικὸ ζῷο νὰ σμίγῃ μὲ ἀρσενικό· στὶς ἀνθρώπινες κοινωνίες ὅμως θὰ βρῆτε ἀστικὰ κέντρα γεμᾶτα ἀπὸ ὁμοφυλοφίλους, ποὺ θέλουν μάλιστα καὶ τὸ κράτος νὰ νομιμοποιῇ τὸ παρὰ φύσιν πάθος νὰ παντρεύεται ἀρσενικὸς μὲ ἀρσενικό. Πῶς τὰ ἄστρα δὲν πέφτουν ἀκόμη πάνω μας, πῶς ἡ γῆ δὲν ἀνοίγει νὰ μᾶς καταπιῇ, πῶς τὰ ποτάμια δὲν πλημμύρησαν νὰ μᾶς πνίξουν!
⃝ Καὶ τὸ τελευταῖο σκαλοπάτι. Ὁ ἄνθρωπος χωρὶς τὸ Θεὸ γίνεται χειρότερος κι ἀπὸ τὸ διάβολο ἀκόμα. Γιατὶ ὁ διάβολος ὅλα τὰ ἁμαρτήματα τὰ κάνει, ἀλλὰ ἕνα ἁμάρτημα δὲν τὸ κάνει. Ποιό; Δὲ βλαστημάει. Ἀκούει τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ τρέμει. Ἐνῷ ὁ ἄνθρωπος τολμάει καὶ βλαστημάει τὰ θεῖα. Βλαστημᾷς λοιπόν; χριστιανὸς δὲν εἶσαι, ἄνθρωπος δὲν εἶσαι. Βλαστημᾷς; οὔτε ζῷο οὔτε ἄγριο θηρίο εἶσαι. Βλαστημᾷς; εἶσαι χειρότερος κι ἀπὸ τὸ διάβολο.
⃝ Τὸ πρῶτο σκαλοπάτι τὸ εἶπε ὁ προφήτης Δαυΐδ· «Ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς» (Ψαλμ. 48,13,21). Μὲ ἄλλα λόγια, ὁ ἄνθρωπος ἔγινε σὰν τὰ ζῷα· ἀκάθαρτος καὶ λαίμαργος σὰν τὸ χοῖρο, ὑπερήφανος καὶ ματαιόδοξος σὰν τὸ παγώνι, πονηρὸς καὶ δόλιος σὰν τὴν ἀλεποῦ, ἄγριος σὰν τὸ λύκο, ὀργίλος καὶ θυμώδης σὰν τὴν τίγρι, ἐκδικητικὸς σὰν τὴν καμήλα, φθονερὸς καὶ φαρμακερὸς σὰν τὸ φίδι καὶ τὸ σκορπιό. Ὁ ἄνθρωπος ἔγινε θηρίο. Ὄχι ἁπλῶς θηρίο ἀλλὰ –προσθέτω μία λέξι– θηρίο ἐπιστημονικό. Ὅπως ἔλεγε μιὰ προφητεία, «τὰ ἄθεα γράμματα θὰ καταστρέψουν τὸν κόσμο». Ὁ κόσμος δὲν κινδυνεύει ἀπὸ τοὺς τσοπάνους καὶ τοὺς ψαρᾶδες· κινδυνεύει ἀπὸ τοὺς λεγομένους ἐπιστήμονες.
⃝ Ἄλλο σκαλοπάτι. Ὁ ἄνθρωπος χωρὶς τὸ Θεὸ ἔπεσε ἀκόμη πιὸ χαμηλά, ἔγινε χειρότερος ἀπὸ τὰ ζῷα. Κάνει πράγματα ποὺ τὰ ζῷα δὲν κάνουν. Λόγου χάριν, τὸ ζῷο δὲν τρώει καὶ δὲν πίνει πέρα ἀπὸ τὸ ὅριο· οἱ κοιλιόδουλοι ἄνθρωποι ὅμως τρῶνε μέχρι διαρρήξεως καὶ πίνουν μέχρι μέθης, καὶ μετὰ τοὺς τρέχουν στὰ νοσοκομεῖα. Ἀκόμη, ὅσο κι ἂν ψάξετε στὴ φύσι, δὲν θὰ δῆτε θηλυκὸ ζῷο νὰ μὴν πονάῃ τὰ παιδιά του· στοὺς ἀνθρώπους πλῆθος γυναῖκες μὲ διάφορες προφάσεις σκοτώνουν τὰ ἔμβρυά τους. Ὅσο κι ἂν ψάξετε τέλος στὴ φύσι, πουθενὰ δὲν θὰ δῆτε τὸ ἀλλόκοτο, ἀρσενικὸ ζῷο νὰ σμίγῃ μὲ ἀρσενικό· στὶς ἀνθρώπινες κοινωνίες ὅμως θὰ βρῆτε ἀστικὰ κέντρα γεμᾶτα ἀπὸ ὁμοφυλοφίλους, ποὺ θέλουν μάλιστα καὶ τὸ κράτος νὰ νομιμοποιῇ τὸ παρὰ φύσιν πάθος νὰ παντρεύεται ἀρσενικὸς μὲ ἀρσενικό. Πῶς τὰ ἄστρα δὲν πέφτουν ἀκόμη πάνω μας, πῶς ἡ γῆ δὲν ἀνοίγει νὰ μᾶς καταπιῇ, πῶς τὰ ποτάμια δὲν πλημμύρησαν νὰ μᾶς πνίξουν!
⃝ Καὶ τὸ τελευταῖο σκαλοπάτι. Ὁ ἄνθρωπος χωρὶς τὸ Θεὸ γίνεται χειρότερος κι ἀπὸ τὸ διάβολο ἀκόμα. Γιατὶ ὁ διάβολος ὅλα τὰ ἁμαρτήματα τὰ κάνει, ἀλλὰ ἕνα ἁμάρτημα δὲν τὸ κάνει. Ποιό; Δὲ βλαστημάει. Ἀκούει τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ τρέμει. Ἐνῷ ὁ ἄνθρωπος τολμάει καὶ βλαστημάει τὰ θεῖα. Βλαστημᾷς λοιπόν; χριστιανὸς δὲν εἶσαι, ἄνθρωπος δὲν εἶσαι. Βλαστημᾷς; οὔτε ζῷο οὔτε ἄγριο θηρίο εἶσαι. Βλαστημᾷς; εἶσαι χειρότερος κι ἀπὸ τὸ διάβολο.
* * *
Ἡ ἐποχή μας, ἀδέρφια μου, εἶναι ἐποχὴ σατανική. Ποτέ ἄλλοτε οἱ ἄνθρωποι δὲν ἔπεσαν τόσο πολύ. Μοιάζουν μὲ τὸν ἀπόστολο Παῦλο στὸ πρῶτο μέρος τῆς ζωῆς του, ὅταν ἦταν ἐχθρὸς τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως λοιπὸν ἐκεῖνος ἐν συνεχείᾳ πίστεψε στὸ Χριστὸ καὶ ἄλλαξε, ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς νὰ μετανοήσουμε καὶ νὰ ἐπιστρέψουμε καὶ στὸ ἑξῆς νὰ ζήσουμε μαζὶ μὲ τὸ Θεό. Ναί, νὰ πλησιάσουμε τὸ Χριστό. Μὴν ἀκοῦτε τί λένε. Ὅποιος πάει κόντρα μὲ τὸ Χριστό, θὰ γίνῃ στάχτη. Ἕνα ὄνομα θὰ μείνῃ στὸν κόσμο, «τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα», τὸ ὄνομα «Κύριος Ἰησοῦς Χριστός» (Φιλιπ. 2,9-11). Τὰ ἄλλα εἶνε χαλίκια, ὁ Χριστὸς εἶνε τὸ διαμάντι. Στὸ Χριστὸ νὰ πιστεύουμε καὶ αὐτὸν νὰ λατρεύουμε.
Τὸ δίδαγμα ποὺ μᾶς δίνει σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἶνε, νὰ μείνουμε σ᾽ αὐτὰ ποὺ εἶπε ὅταν ἦρθε καὶ φώτισε τὴν πατρίδα μας. Οἱ προπάτορές μας ἦταν φτωχοί, ἀλλὰ μέσ᾽ στὶς καλύβες ἐκεῖνες κατοικοῦσαν ἄγγελοι. Τὸ βράδυ προσεύχονταν οἰκογενειακῶς μπροστὰ στὸ εἰκονοστάσι, ἐκκλησιὰ ἦταν τὸ σπίτι. Δεῖξτε μου τώρα μιὰ οἰκογένεια ποὺ ζῇ ἔτσι, νὰ πέσω νὰ φιλήσω τὰ πόδια τους. Ὑπάρχει; Φύγαμε δυστυχῶς ἀπὸ τὸ Θεό, γι᾽ αὐτὸ μᾶς περιμένουν μεγάλα δεινά. Μόνο ἡ μετάνοια θὰ μᾶς σώσῃ, νὰ ἐπιστρέψουμε ὅπως ὁ Σαῦλος.
Τελειώνω ζυγίζοντας τὰ λόγια μου. Ὅπου εἶνε ὁ Χριστός, ἐκεῖ εἶνε ἡ ἀλήθεια· ὅπου λείπει ὁ Χριστός, εἶνε ἡ ψευτιά. Ὅπου εἶνε ὁ Χριστός, ἐκεῖ εἶνε ἡ ἀγάπη· ὅπου λείπει ὁ Χριστός, ἐκεῖ εἶνε τὸ μῖσος. Ὅπου εἶνε ὁ Χριστός, εἶνε ἡ εἰρήνη· ὅπου λείπει ὁ Χριστός, εἶνε ὁ πόλεμος. Ὅπου εἶνε ὁ Χριστός, εἶνε ὁ παράδεισος· ὅπου λείπει ὁ Χριστός, εἶνε ἡ κόλασι. Ναί, κόλασι ἔγινε ἡ γῆ, γιατὶ φύγαμε ἀπ᾽ τὸ Χριστό.
Εἴθε ὅλοι μας, μικροὶ καὶ μεγάλοι, παπᾶδες καὶ δεσποτάδες, ἄρχοντες καὶ ἀρχόμενοι, κάθε τάξεως καὶ παρατάξεως, νὰ πιστέψουμε στὸ Χριστό, νὰ γονατίσουμε ἐμπρός του καὶ νὰ τὸν παρακαλέσουμε, καὶ τότε ἐκεῖνος θὰ κάνῃ τὸ ἔλεός του. Ὁ δὲ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν ἁγίων, καὶ ἰδίως τῶν κορυφαίων ἀποστόλων, ἂς εἶνε πάντα μαζί σας.
(ἱ. ν. Ἀπ. Πέτρου & Παύλου Πετρῶν – Ἀμυνταίου Τετάρτη 29-6-1983)Τὸ δίδαγμα ποὺ μᾶς δίνει σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἶνε, νὰ μείνουμε σ᾽ αὐτὰ ποὺ εἶπε ὅταν ἦρθε καὶ φώτισε τὴν πατρίδα μας. Οἱ προπάτορές μας ἦταν φτωχοί, ἀλλὰ μέσ᾽ στὶς καλύβες ἐκεῖνες κατοικοῦσαν ἄγγελοι. Τὸ βράδυ προσεύχονταν οἰκογενειακῶς μπροστὰ στὸ εἰκονοστάσι, ἐκκλησιὰ ἦταν τὸ σπίτι. Δεῖξτε μου τώρα μιὰ οἰκογένεια ποὺ ζῇ ἔτσι, νὰ πέσω νὰ φιλήσω τὰ πόδια τους. Ὑπάρχει; Φύγαμε δυστυχῶς ἀπὸ τὸ Θεό, γι᾽ αὐτὸ μᾶς περιμένουν μεγάλα δεινά. Μόνο ἡ μετάνοια θὰ μᾶς σώσῃ, νὰ ἐπιστρέψουμε ὅπως ὁ Σαῦλος.
Τελειώνω ζυγίζοντας τὰ λόγια μου. Ὅπου εἶνε ὁ Χριστός, ἐκεῖ εἶνε ἡ ἀλήθεια· ὅπου λείπει ὁ Χριστός, εἶνε ἡ ψευτιά. Ὅπου εἶνε ὁ Χριστός, ἐκεῖ εἶνε ἡ ἀγάπη· ὅπου λείπει ὁ Χριστός, ἐκεῖ εἶνε τὸ μῖσος. Ὅπου εἶνε ὁ Χριστός, εἶνε ἡ εἰρήνη· ὅπου λείπει ὁ Χριστός, εἶνε ὁ πόλεμος. Ὅπου εἶνε ὁ Χριστός, εἶνε ὁ παράδεισος· ὅπου λείπει ὁ Χριστός, εἶνε ἡ κόλασι. Ναί, κόλασι ἔγινε ἡ γῆ, γιατὶ φύγαμε ἀπ᾽ τὸ Χριστό.
Εἴθε ὅλοι μας, μικροὶ καὶ μεγάλοι, παπᾶδες καὶ δεσποτάδες, ἄρχοντες καὶ ἀρχόμενοι, κάθε τάξεως καὶ παρατάξεως, νὰ πιστέψουμε στὸ Χριστό, νὰ γονατίσουμε ἐμπρός του καὶ νὰ τὸν παρακαλέσουμε, καὶ τότε ἐκεῖνος θὰ κάνῃ τὸ ἔλεός του. Ὁ δὲ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν ἁγίων, καὶ ἰδίως τῶν κορυφαίων ἀποστόλων, ἂς εἶνε πάντα μαζί σας.
http://www.augoustinos-kantiotis.gr