«Ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα» (Ματθ. 4, 16)
α. Στην αρχή της δημόσιας δράσης του Κυρίου στην πόλη της Καπερναούμ αναφέρεται το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής μετά τα Φώτα. Συνελήφθη ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, που σημαίνει ολοκληρώθηκε σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού η προετοιμασία για τον ερχομό του Κυρίου, ξεκίνησε Εκείνος τη δράση Του: σ’ έναν κόσμο ευρισκόμενο στο
σκοτάδι φάνηκε το φως το μέγα. Η σωτηρία είχε ανατείλει για τον κόσμο. «Ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα». β. 1. Δύο κόσμοι αντιπαραβάλλονται εν προκειμένω: ο κόσμος πριν από την έλευση του Χριστού και ο κόσμος μετά την έλευσή Του. Ο πρώτος ήταν κόσμος σκότους, δηλαδή άγνοιας του Θεού, αμαρτίας και παθών, γι’ αυτό και χαρακτηριζόταν από το σκότος του θανάτου. Διότι ήταν ο κόσμος όχι ασφαλώς όπως εξήλθε από τα δημιουργικά χέρια του Θεού, αλλά όπως ξέπεσε από την επανάσταση και την ανταρσία του δημιουργήματος έναντι του Δημιουργού του. Ο δεύτερος μετά τον ερχομό του Χριστού είναι ο κόσμος που γεμίζει φως από την παρουσία Εκείνου, που σημαίνει ότι του δίνεται η ευκαιρία να γνωρίσει και πάλι τον Θεό, κι ακόμη περισσότερο, να ζήσει την παρουσία Του στην ύπαρξή του. Διότι ο Χριστός είναι ακριβώς ο ενσαρκωθείς Θεός, το φως και η ζωή των ανθρώπων και του κόσμου. «Εγώ ειμι το φως του κόσμου». «Εγώ ειμι η οδός, η αλήθεια και η ζωή», κατά την αψευδή μαρτυρία Του. 2. Προϋπόθεση όμως για την αποδοχή του καινού αυτού κόσμου που έφερε ο Χριστός είναι η μετάνοια. Τίποτε άλλο δεν ζητεί ο Κύριος πέραν της μετανοίας. Και η μετάνοια αυτή, την οποία κήρυσσε ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, αλλά και ο ίδιος ο Κύριος, σημαίνει ακριβώς την επιστροφή στον Θεό, την αλλαγή συνεπώς του ανθρώπου από τη ζωή της αμαρτίας και του εγωισμού. Αν θέλαμε με μία εικόνα να δώσουμε την πραγματικότητα αυτή, θα λέγαμε ότι ανέτειλε το φως της ημέρας, αλλά κάποιος έχει κλειστά τα παράθυρα της οικίας του. Χρειάζεται να τα ανοίξει για να εισέλθει το φως, που θα πει ότι πρέπει κανείς να μετανοήσει – να ανοίξει τα παράθυρα της ψυχής του – για να γευθεί την παρουσία του φωτός στην ύπαρξή του. ΄Ετσι η μετάνοια προϋποθέτει ασφαλώς την κίνηση του Θεού – Εκείνος έχει πάντοτε την πρωτοβουλία – αλλά και την ανταπόκριση του ανθρώπου. 3. Η ένσταση είναι προφανής: αυτό ήταν για τότε. Εμείς είμαστε ήδη χριστιανοί, συνεπώς έχουμε φύγει από το σκοτάδι και βρισκόμαστε στο φως. Ορθή η επισήμανση, αρκεί να ζούμε οι χριστιανοί σε διαρκή μετάνοια. Διότι δυστυχώς η πραγματικότητα και η εμπειρία όλων βεβαιώνει ότι η αμαρτία υφίσταται αδιάκοπα κι έρχεται κι επικαλύπτει καθημερινά την ψυχή και το σώμα μας. «Εάν είπωμεν ότι αμαρτίαν ουκ έχομεν, εαυτούς πλανώμεν και η αλήθεια ουκ έστιν μεθ’ ημών». Η μετάνοια λοιπόν (πρέπει να) συνιστά διαρκές βίωμα για τον χριστιανό, διότι ακριβώς υφίσταται διαρκώς και η αμαρτία. Κι όταν λέμε αμαρτία εννοούμε όχι μόνο την πράξη της, αλλά και ό,τι ανάγεται και στις διαθέσεις του ανθρώπου, τους λογισμούς και τις σκέψεις του. 4. Μήπως όμως έτσι με την καθημερινή μας αμαρτία κοροϊδεύουμε τον Θεό; Αν η αμαρτία μας αποτελεί την ενσυνείδητη επιλογή μας, τότε ναι! Φαίνεται να κοροϊδεύουμε τον Θεό. Κι επειδή ο Θεός δεν κοροϊδεύεται, γι’ αυτό και η επιλογή αυτή αποτελεί τον δρόμο του θανάτου μας. «Θεός ου μυκτηρίζεται». Και «φοβερόν το εμπεσείν εις χείρας Θεού ζώντος»! Διαφορετικά, αν η αμαρτία μάς υποτάσσει μέσα στα πλαίσια όμως ενός πνευματικού αγώνα που κάνουμε, τότε η χάρη του Θεού δεν μας εγκαταλείπει, δημιουργώντας μέσα μας συνθήκες μετανοίας. Το «εις εαυτόν ελθών» του ασώτου της ομωνύμου παραβολής του Κυρίου και το «αναστάς πορεύσομαι προς τον πατέρα μου» θα συναντά πάντοτε την ανοικτή αγκαλιά του Θεού Πατέρα μας, ο Οποίος θα σπεύδει μάλιστα εν απείρω αγάπη προς συνάντησή μας. Ουδέποτε πρέπει να λησμονούμε ότι η αγάπη του Θεού υπέρκειται οποιασδήποτε αμαρτίας μας μεγάλης και πολλής, την οποία κατήργησε άλλωστε με τον ερχομό Του, κυρίως δε με τη Σταυρική Του θυσία. «΄Οπου επλεόνασεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις» κατά τον θεόπνευστο λόγο του αποστόλου Παύλου.
α. Στην αρχή της δημόσιας δράσης του Κυρίου στην πόλη της Καπερναούμ αναφέρεται το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής μετά τα Φώτα. Συνελήφθη ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, που σημαίνει ολοκληρώθηκε σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού η προετοιμασία για τον ερχομό του Κυρίου, ξεκίνησε Εκείνος τη δράση Του: σ’ έναν κόσμο ευρισκόμενο στο
σκοτάδι φάνηκε το φως το μέγα. Η σωτηρία είχε ανατείλει για τον κόσμο. «Ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα». β. 1. Δύο κόσμοι αντιπαραβάλλονται εν προκειμένω: ο κόσμος πριν από την έλευση του Χριστού και ο κόσμος μετά την έλευσή Του. Ο πρώτος ήταν κόσμος σκότους, δηλαδή άγνοιας του Θεού, αμαρτίας και παθών, γι’ αυτό και χαρακτηριζόταν από το σκότος του θανάτου. Διότι ήταν ο κόσμος όχι ασφαλώς όπως εξήλθε από τα δημιουργικά χέρια του Θεού, αλλά όπως ξέπεσε από την επανάσταση και την ανταρσία του δημιουργήματος έναντι του Δημιουργού του. Ο δεύτερος μετά τον ερχομό του Χριστού είναι ο κόσμος που γεμίζει φως από την παρουσία Εκείνου, που σημαίνει ότι του δίνεται η ευκαιρία να γνωρίσει και πάλι τον Θεό, κι ακόμη περισσότερο, να ζήσει την παρουσία Του στην ύπαρξή του. Διότι ο Χριστός είναι ακριβώς ο ενσαρκωθείς Θεός, το φως και η ζωή των ανθρώπων και του κόσμου. «Εγώ ειμι το φως του κόσμου». «Εγώ ειμι η οδός, η αλήθεια και η ζωή», κατά την αψευδή μαρτυρία Του. 2. Προϋπόθεση όμως για την αποδοχή του καινού αυτού κόσμου που έφερε ο Χριστός είναι η μετάνοια. Τίποτε άλλο δεν ζητεί ο Κύριος πέραν της μετανοίας. Και η μετάνοια αυτή, την οποία κήρυσσε ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, αλλά και ο ίδιος ο Κύριος, σημαίνει ακριβώς την επιστροφή στον Θεό, την αλλαγή συνεπώς του ανθρώπου από τη ζωή της αμαρτίας και του εγωισμού. Αν θέλαμε με μία εικόνα να δώσουμε την πραγματικότητα αυτή, θα λέγαμε ότι ανέτειλε το φως της ημέρας, αλλά κάποιος έχει κλειστά τα παράθυρα της οικίας του. Χρειάζεται να τα ανοίξει για να εισέλθει το φως, που θα πει ότι πρέπει κανείς να μετανοήσει – να ανοίξει τα παράθυρα της ψυχής του – για να γευθεί την παρουσία του φωτός στην ύπαρξή του. ΄Ετσι η μετάνοια προϋποθέτει ασφαλώς την κίνηση του Θεού – Εκείνος έχει πάντοτε την πρωτοβουλία – αλλά και την ανταπόκριση του ανθρώπου. 3. Η ένσταση είναι προφανής: αυτό ήταν για τότε. Εμείς είμαστε ήδη χριστιανοί, συνεπώς έχουμε φύγει από το σκοτάδι και βρισκόμαστε στο φως. Ορθή η επισήμανση, αρκεί να ζούμε οι χριστιανοί σε διαρκή μετάνοια. Διότι δυστυχώς η πραγματικότητα και η εμπειρία όλων βεβαιώνει ότι η αμαρτία υφίσταται αδιάκοπα κι έρχεται κι επικαλύπτει καθημερινά την ψυχή και το σώμα μας. «Εάν είπωμεν ότι αμαρτίαν ουκ έχομεν, εαυτούς πλανώμεν και η αλήθεια ουκ έστιν μεθ’ ημών». Η μετάνοια λοιπόν (πρέπει να) συνιστά διαρκές βίωμα για τον χριστιανό, διότι ακριβώς υφίσταται διαρκώς και η αμαρτία. Κι όταν λέμε αμαρτία εννοούμε όχι μόνο την πράξη της, αλλά και ό,τι ανάγεται και στις διαθέσεις του ανθρώπου, τους λογισμούς και τις σκέψεις του. 4. Μήπως όμως έτσι με την καθημερινή μας αμαρτία κοροϊδεύουμε τον Θεό; Αν η αμαρτία μας αποτελεί την ενσυνείδητη επιλογή μας, τότε ναι! Φαίνεται να κοροϊδεύουμε τον Θεό. Κι επειδή ο Θεός δεν κοροϊδεύεται, γι’ αυτό και η επιλογή αυτή αποτελεί τον δρόμο του θανάτου μας. «Θεός ου μυκτηρίζεται». Και «φοβερόν το εμπεσείν εις χείρας Θεού ζώντος»! Διαφορετικά, αν η αμαρτία μάς υποτάσσει μέσα στα πλαίσια όμως ενός πνευματικού αγώνα που κάνουμε, τότε η χάρη του Θεού δεν μας εγκαταλείπει, δημιουργώντας μέσα μας συνθήκες μετανοίας. Το «εις εαυτόν ελθών» του ασώτου της ομωνύμου παραβολής του Κυρίου και το «αναστάς πορεύσομαι προς τον πατέρα μου» θα συναντά πάντοτε την ανοικτή αγκαλιά του Θεού Πατέρα μας, ο Οποίος θα σπεύδει μάλιστα εν απείρω αγάπη προς συνάντησή μας. Ουδέποτε πρέπει να λησμονούμε ότι η αγάπη του Θεού υπέρκειται οποιασδήποτε αμαρτίας μας μεγάλης και πολλής, την οποία κατήργησε άλλωστε με τον ερχομό Του, κυρίως δε με τη Σταυρική Του θυσία. «΄Οπου επλεόνασεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις» κατά τον θεόπνευστο λόγο του αποστόλου Παύλου.
5. ΄Ετσι η απαισιοδοξία που γεννάται από τη διαπίστωση της καθημερινής αδυναμίας μας και της αμαρτωλότητάς μας υπερβαίνεται με την αισιοδοξία της πίστης στην αγάπη του Θεού. Αρκεί να θέλουμε την επέμβασή Του στη ζωή μας. Δεν προσβλέπουμε στον εαυτό μας: τι να δούμε από τα μαύρα χάλια μας; Προσβλέπουμε αδιάκοπα στου Θεού την αγάπη και τη δύναμη, γι’ αυτό ουδέποτε μελαγχολούμε ούτε και καταβαλλόμαστε παρ’ όλες τις πτώσεις μας. «Οσάκις αν πέσης, έγειραι και σωθήση». ΄Ετσι η διαλεκτική σκότους-φωτός προσδιορίζει τη ζωή του χριστιανού. Αμαρτάνει ως αδύναμος άνθρωπος; Το σκότος τον καταλαμβάνει. Μετανοεί; Το φως του Χριστού πλημμυρίζει και πάλι την ύπαρξή του. Ούτε αγγελισμός λοιπόν ούτε δαιμονισμός. Η ανθρωπότητα μετά Χριστόν θα πορεύεται με το σχήμα: πτώση και ανάσταση. «΄Ιδιο των αγγέλων είναι να μην αμαρτάνουν καθόλου. ΄Ιδιο των δαιμόνων είναι να αμαρτάνουν πάντοτε. ΄Ιδιο των ανθρώπων είναι πότε να αμαρτάνουν και πότε να μετανοούν» (όσιος Ιωάννης της Κλίμακος). ΄Ετσι ο χριστιανός βιώνει εν σμικρώ την εικόνα του προ Χριστού και του μετά Χριστόν κόσμου: ζει και το δράμα του σκότους της αμαρτίας, ζει και την ανάσταση και το φως που έφερε ο Χριστός, έχοντας όμως τη βεβαιότητα της τελικής κατίσχυσης του ελέους Του και για την εδώ ζωή του, πολλώ δε μάλλον για την αιωνιότητα.
γ. ΄Εχουμε το μεγαλύτερο προνόμιο στον κόσμο: να είμαστε χριστιανοί, δηλαδή τέκνα φωτός. Το μονοπάτι που μας διατηρεί στην κατάσταση αυτή είναι η διαρκής μετάνοιά μας, αφού η μετάνοια δεν είναι μόνο για να γίνουμε χριστιανοί, αλλά και να διατηρούμαστε ως χριστιανοί. Το γνωρίζουμε: δεν θα σωθούν οι έτσι κι αλλιώς μη υπάρχοντες αναμάρτητοι, αλλά οι μετανοημένοι. Να ευχόμαστε η τελευταία μας στιγμή να μας εύρει στη μετάνοια. Γιατί θα κριθούμε εκεί που θα βρεθούμε.
http://pgdorbas.blogspot.gr