Σελίδες

Πέμπτη 15 Ιουνίου 2017

Άγιος Αυγουστίνος +15 Ιουνίου

-π.A σημ.ist.Που είναι η ευτυχία! (κατά τον Άγιο Αυγουστίνο)
ΑΝΕΤΕΙΛΕ, ἀγαπητοί μου, ἀνέτειλε καὶ πάλι ἡ ἑορτὴ τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου, τοῦ μεγάλου διδασκάλου καὶ πατρὸς τῆς Ἐκκλησίας. Νὰ μιλήσουμε γι᾿ αὐτόν; Δὲν θὰ μιλήσουμε γιὰ τὸν βίο του. Θὰ παρουσιάσουμε μόνο μία πτυχὴ τῆς διδασκαλίας του.
Ἔζησε τὸν 5ον αἰῶνα. Ὑπῆρξε φωτεινὴ διάνοια, μεγαλοφυΐα, διαυγέστατο πνεῦμα, ἀπὸ τὰ σπάνια ἐκεῖνα πνεύματα ποὺ παρουσιάζονται κάθε 500 χρόνια. Τὰ χαλίκια εἶνε ἄφθονα, ἀλλὰ τὰ διαμάντια εἶνε λίγα· καὶ μέσα στὰ χαλίκια τῆς ἀνθρωπότητος ἀδάμας ἐκλεκτὸς ὑπῆρξε ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος.
Ὑπῆρξε διάνοια φιλοσοφική. Ὑπῆρξε ἀετός, χρυσάετος, ποὺ φτερούγισε στὸ νοητὸ κόσμο καὶ φιλοσόφησε ὅσο λίγοι.
Ἕνα ἀπὸ τὰ προβλήματα ποὺ ἀπησχόλησαν τὴ διάνοιά του, ἦταν καὶ τὸ ζήτημα· Ποιό εἶνε τὸ ὕψιστο ἀγαθό. Τί, δηλαδή, ἱκανοποιεῖ ἀπολύτως τὸν ἄνθρωπο. Ἀκόμη πιὸ ἁπλᾶ· Ποῦ βρίσκεται ἡ εὐτυχία; Ποιό εἶνε τὸ ἀνώτερο
ἀγαθό, ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο εὐτυχισμένο;
Σ᾿ αὐτὸ δίνει ἀπάντησι ὁ ἱερὸς πατὴρ στὸ περίφημο ἔργο του «Ἡ πολιτεία τοῦ Θεοῦ». Ἐκεῖ, στὸ 19ο κεφάλαιο, ὁμιλεῖ διεξοδικῶς γιὰ τὸ θέμα, ἐξετάζοντάς το φιλοσοφικῶς, ψυχολογικῶς, κοινωνικῶς καὶ ἠθικῶς.
Κάνει λόγο γιὰ κάποιο Ῥωμαῖο φιλόσοφο, τὸν Μᾶρκο Οὐάρωνα, ὁ ὁποῖος ἔγραψε σχετικὸ βιβλίο. Λέγει, ὅτι ὁ Οὐάρων ἐρεύνησε τὸν ἀρχαῖο κόσμο, τὰ βιβλία τῆς ἐποχῆς του, γιὰ τὸ ποῦ θὰ βρῇ ὁ ἄνθρωπος τὴν εὐτυχία. Καὶ διεπίστωσε, ὅτι οἱ φιλόσοφοι διαφωνοῦν. Γιὰ μετρῆστε· ἔχουμε 288 γνῶμες φιλοσόφων, ποὺ ἐκφράζουν διαφορετικὲς ἀπόψεις!
Μιλώντας ἁπλούστερα καὶ ἀναλύοντας τὴν σκέψι τοῦ ἱεροῦ πατρός, λέμε τὰ ἑξῆς ἐπάνω στὸ ἐρώτημα, Ποῦ βρίσκεται ἡ εὐτυχία;
Διψαλέα ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, ὡς ἔλαφος διψῶσα «ἐν γῇ ἐρήμῳ καὶ ἀβάτῳ καὶ ἀνύδρῳ» (Ψαλμ. 62,2), ζητεῖ τὴν πηγὴ ἐκείνη, στὴν ὁποία θὰ δροσιστῇ.
-Ποῦ λοιπὸν εἶνε ἡ εὐτυχία; Μήπως εἶνε στὸ κάλλος, στὴν ἀνθρώπινη ὀμορφιά;
Ναί, ἀπαντᾷ ὁ ἱερὸς πατήρ. Τὸ κάλλος, ἡ ὀμορφιά, εἶνε δῶρο τοῦ Θεοῦ, εἶνε θεία δωρεά. Καλὸ τὸ κάλλος. Ἀλλὰ δὲν εἶνε αὐτὸ τὸ ἀπόλυτο ἀγαθό. Πηγαίνετε στὰ μνήματα. Ἐκεῖ θὰ δῆτε, ὅτι τὸ κάλλος τῆς γυναικὸς καὶ τοῦ ἀνδρός, ποὺ ὡς μαγνήτης ἑλκύει τὸν κόσμο, καταντᾷ ἀηδία. Καὶ ἡ ὡραιότερη γυναίκα καὶ ὁ ὡραιότερος ἄνδρας, ὅταν ἔρθῃ ὁ θάνατος, γίνονται «σκωλήκων βρῶμα καὶ δυσωδία».
-Ποῦ εἶνε ἡ εὐτυχία; Στὸ κάλλος; Ὄχι. «Ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης» (Ἐκκλ. 1,2). Ποῦ εἶνε ἡ εὐτυχία; Μήπως εἶνε στὴν ῥωμαλεότητα; στὰ ἀθλητικὰ σώματα, στὸν στίβο καὶ στὴ γυμναστική; Ἀπαντᾷ ὁ ἱερὸς πατήρ·
Καλὴ ἡ γυμναστική, καλοὶ οἱ ἀθληταί, καλὰ τὰ ἀγωνίσματα. Ἀλλὰ γυμναστικὴ χωρὶς Θεό, γυμναστική χωρὶς ἀρετή, δὲν ἔχει νὰ προσφέρῃ πολλὰ πράγματα.
-Ποῦ εἶνε ἡ εὐτυχία; Μήπως εἶνε στὴν οἰκογένεια, στὸ γάμο; Ἡ εὐτυχία εἶνε στὸν ἄνδρα, στὴ γυναῖκα καὶ στὰ παιδιά; ἐρωτᾷ ὁ ἱερὸς πατήρ. Καὶ ἀναλύοντας τὸ θέμα ὁ φίλος αὐτὸς τῆς οἰκογενείας, ποὺ ἀγαποῦσε τὴ μητέρα του τρυφερὰ καὶ τὴ θυμόταν μὲ δάκρυα, ἀπαντᾷ καὶ λέει·
Καλὴ ἡ οἰκογένεια, καλὸς ὁ γάμος· τὸν εὐλόγησε ὁ Χριστὸς στὴν Κανᾶ. Ἀλλὰ δεῖξτε μου ἕνα ἀνδρόγυνο ἀπόλυτα ἁρμονικό. Δεῖξτε μου μιὰ οἰκογένεια ποὺ νὰ ζῇ ἀγγελικῶς ἐπὶ τῆς γῆς. Σπάνιο πρᾶγμα.
Ἐγνώριζε ἐκεῖνος, ὡς ἐπίσκοπος καὶ ὡς ἐξομολόγος, τὰ μυστικὰ καὶ τὰ προβλήματα τῆς οἰκογενείας. Σ᾿ αὐτὸν κατέφευγαν τὰ ἀνδρόγυνα ποὺ ζητοῦσαν διαζύγιο· σ᾿ αὐτὸν κατέφευγαν οἱ μανάδες κλαίγοντας γιὰ τὴν ἀθλία συμπεριφορὰ τῶν παιδιῶν τους· σ᾿ αὐτὸν κατέφευγαν ἄνδρες καὶ γυναῖκες ζητώντας παρηγοριά. Ἀπαντᾷ λοιπὸν καὶ τί λέει;
Αὐτὸ ποὺ λέει καὶ τὸ κοινὸ α σθημα. Εἶνε γνωστό, τί λέει συχνὰ ὁ κόσμος· Παντρεύτηκα γυναῖκα, ὁποία συμφορά! γεννήθηκαν παιδιά, νέα βάσανα…
-Ποῦ εἶνε λοιπὸν ἡ εὐτυχία; Στὸ κάλλος; Ὄχι. Στοὺς στίβους τῶν ἀγώνων; Ὄχι. Στὴν οἰκογένεια; Ὄχι. Ποῦ εἶνε ἡ εὐτυχία; Μήπως στὴ φιλία;
Καλὴ ἡ φιλία. Πλέκει τὸ ἐγκώμιό της ὁ ἱερὸς πατήρ, ποὺ συνδέθηκε διὰ δεσμῶν φιλίας μὲ ἐκλεκτὰ πρόσωπα. Εὐτυχὴς ὁ ἄνθρωπος ποὺ βρῆκε φίλους εἰλικρινεῖς. Διότι ὅσο ἀξίζει ἕνας φίλος, δὲν ἀξίζουν χίλιοι ἀδελφοί.
Ἀλλ᾿ ὡρισμένες φορὲς ἡ φιλία καταντᾷ προδοσία, διαβολὴ καὶ συκοφαντία. Τὰ μεγαλύτερα πλήγματα τὰ αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν προδοσία τῶν φίλων. Μὲ φίλημα, λέει, ὁ Ἰούδας παρέδωσε τὸ Χριστό. Ἦταν μαθητὴς καὶ φίλος, καὶ κατήντησε προδότης. «Ἰούδα, φιλήματι τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου παραδίδως;» (Λουκ. 22,48). Γι᾿ αὐτὸ λέει ὁ ἅγιος·
Ἀκούω ἀνθρώπους νὰ εἶνε ἀγανακτισμένοι, γιατὶ πικράθηκαν ἀπὸ ψεύτικους φίλους. Ἄκουσα, λέει, ἕναν ἁπλοϊκὸ ἄνθρωπο, ποὺ τὸν πρόδωσε ὁ φίλος του καὶ κινδύνευσε νὰ καταστραφῇ, τὸν ἄκουσα νὰ λέῃ· Προτιμῶ νὰ ἔχω φίλο τὸ σκύλο μου παρὰ τὸν ἄνθρωπο. Προτιμῶ τὴ συντροφιὰ τῶν ζῴων, παρὰ τὴ συντροφιὰ τῶν ἀνθρώπων… Ἔτσι διεκτραγῳδεῖ τὴν ἀποτυχία τῆς φιλίας.
-Ποῦ λοιπὸν ἡ εὐτυχία; Μήπως ὑπάρχει στὴν φιλοσοφία;
Καλὴ καὶ ὑψηλὴ ἡ φιλοσοφία. Ἀλλὰ ποιά φιλοσοφία φέρνει τὴν εὐτυχία; Οἱ φιλόσοφοι συγκρούονται. Οἱ γνῶμες τους ἀλλοπρόσαλλες, ὅπως ε παμε. Ἀδιέξοδο καὶ στενοχώρια μεγάλη. «Βιβλία πολλά… κόπωσις σαρκός» (Ἐκκλ. 12,12). Δὲν ὑπάρχει ἀνάπαυσις μέσα στὸ λαβύρινθο τῆς ἀνθρωπίνης φιλοσοφίας.
-Ποῦ ὑπάρχει τέλος πάντων εὐτυχία; Μήπως στὴ φιλία τῶν ἀγγέλων; Μιὰ περίεργη ἰδέα καὶ θεωρία τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου.
Τὰ πουλιὰ δὲν μὲ συγκινοῦν, τὰ ποτάμια δὲν μὲ γεμίζουν, ἡ θάλασσα δὲν μὲ εὐφραίνει, τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ δὲν μὲ ἀναπαύουν. Ζητῶ, πέρα ἀπὸ τὰ ἄστρα, τὴ φιλία τῶν ἀγγέλων. Καὶ νομίζω, ὅτι τὴ νύχτα ἀκούω φωνὲς ἀγγέλων…
Ἀλλά, Θεέ μου, φύλαξέ με. Διότι καὶ ὁ σατανᾶς ἄγγελος εἶνε. Καὶ φτερουγίζει τὴ νύχτα καὶ πλησιάζει τὴν κλίνη τῆς ὀδύνης μου. Καί, ἐνῷ εἶνε σατανᾶς, μοῦ παρουσιάζεται σὰν ἄγγελος καὶ μὲ ἀπατᾷ. Δυσπιστῶ λοιπὸν καὶ στὴ φιλία τῶν ἀγγέλων, διότι καὶ οἱ δαίμονες μεταμορφώνονται σὲ ἀγγέλους φωτός (βλ. Β΄ Κορ. 11,14). Χριστέ μου, ποῦ ὑπάρχει ἡ εὐτυχία;
-Καὶ κάνει τὴν διαπίστωσι·
Μέσα στὸ λαβύρινθο καὶ στὴν ἐρημιὰ τοῦ κόσμου ἡ ψυχὴ ἀναπαύεται μονάχα στὸ Θεό. Καὶ ἡ πιὸ μεγάλη εὐτυχία, μπροστὰ στὴν εὐτυχία τοῦ Θεοῦ, εἶνε μικρὰ καὶ ἀσήμαντος. Καὶ καταλήγει στὰ ἑξῆς σπουδαιότατα.
Ἂν πάρῃς τὸ ψάρι καὶ τὸ βγάλῃς ἀπὸ τὴ θάλασσα, ἀκόμη κι ἂν τὸ βάλῃς ἐπάνω σὲ ἄμμο ἀπὸ χρυσάφι, σπαρταρᾷ. Ὅπως λοιπὸν τὸ ψάρι δὲν ζῇ ἔξω ἀπὸ τὸ νερό, καὶ ὅπως τὸ πουλὶ δὲν ζῇ ἔξω ἀπὸ τὸν ἀέρα, ἔτσι καὶ ἡ ἀνθρώπινη ψυχὴ δὲν μπορεῖ νὰ ζήσῃ ἔξω ἀπὸ τὸ Θεό, ἔξω ἀπὸ τὴν ἁγία του Ἐκκλησία.
Καὶ λέει ὁ ἱερὸς πατήρ· Ὦ Θεέ μου, ἡ ψυχή μου εἶνε ἀνήσυχος, εἶνε τεταραγμένη, δυστυχισμένη, ἕως ὅτου ἀναπαυθῇ εἰς Ἐσέ.
Ἰδού, ἀγαπητοί μου, μιὰ ὄψι τῶν φιλοσοφικῶν σκέψεων τοῦ μεγάλου πατρός. Ἰδοὺ μιὰ ἀπάντησι στὸ μεγάλο ζήτημα «ποῦ εἶνε ἡ εὐτυχία».
Ἂς ἀνακρίνουμε κ᾿ ἐμεῖς τὸν ἑαυτό μας. Ποῦ ζητοῦμε τὴν εὐτυχία; Στὰ παιδιά μας, στὶς γυναῖκες μας, στοὺς ἄνδρες, στὰ βιβλία, στὰ ἀξιώματα, στὸν πλοῦτο…;
Μηδὲν εἶνε ὅλα. Μηδὲν ὁ πλοῦτος, μηδὲν ἡ δόξα, μηδὲν τὰ κάλλη, μηδὲν ἡ δύναμις, μηδὲν τὰ πάντα. Ἕνα καὶ μόνο ἕνα ὑπάρχει. Πάνω ἀπὸ τὰ ἄστρα καὶ κάτω ἀπὸ τὰ ἄστρα, μακριὰ στὰς ἀβύσσους τῶν θαλασσῶν, ἕνα εἶνε, ἀδέλφια μου, ποὺ ἀξίζει στὸ μάταιο αὐτὸ κόσμο. Τίποτε ἄλλο δὲν θὰ μπορέσῃ νὰ μᾶς ξεδιψάσῃ «ἐν γῇ ἐρήμῳ καὶ ἀβάτῳ καὶ ἀνύδρῳ» (ἔ.ἀ.). Σὰν τὸ ἐλάφι τὸ διψασμένο τρέχουμε κ᾿ ἐμεῖς διὰ μέσου τῶν στεππῶν καὶ τῶν ἐρήμων τοῦ κόσμου, καὶ ζητοῦμε τὸ κρυστάλλινο νερό. Καὶ τὸ κρυστάλλινο νερὸ εἶνε ὁ Ἰησοῦς Χριστός· ὅν, παῖδες, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.
ἱ. ναὸς Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης 14-6-1971, ἑσπέρας

Κλικ στις ιστοσελίδες μαςΑρμενιστήςΕμείς και η Κοινωνία μαςΓιάννης Αργυρός Σαντορίνη