Σελίδες

Πέμπτη 10 Μαρτίου 2016

Η αμαρτία το επτακέφαλο θηρίο της Αποκαλύψεως

Ἂν θέλετε νὰ δῆτε κάποια εἰκόνα τῆς ἁμαρτίας, ν᾿ ἀνοίξετε τὴν Ἀποκάλυψι. Ἀνοῖξτε στὸ 12ο κεφάλαιο, κ᾿ ἐκεῖ θὰ δῆτε τὴν φοβερὰν εἰκόνα τῆς ἁμαρτίας. Πῶς εἶνε ἡ ἁμαρτία, πῶς παρουσιάζεται;  
Εἶδε -γράφει στὴ νῆσο Πάτμο ὁ Ἰωάννης ὁ εὐαγγελιστής-, εἶδε μιὰ σπηλιὰ καὶ μέσα ἀπ᾿ αὐτὴν βγῆκε ἕνα φίδι. Φίδι μεγάλο καὶ πελώριο. Ἦταν κόκκινο καὶ τρομερό. Τὸ φίδι αὐτὸ εἶχε ἑπτὰ κεφάλια, εἶχε δέκα κέρατα καὶ πάνω στὰ κεφάλια του εἶχε χρυσᾶ στεφάνια. Καὶ ξάπλωνε στὸν κόσμον
ὁλόκληρον. Ποιό εἶνε αὐτὸ τὸ κόκκινο φίδι, ὁ κόκκινος δράκοντας μὲ τὰ ἑφτὰ κεφάλια καὶ μὲ τὰ χρυσᾶ στεφάνια καὶ τὰ δέκα κέρατα; 
Οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ οἱ διδάσκαλοι λέγουν, ὅτι τὸ θεριὸ αὐτὸ εἶνε ἡ ἁμαρτία.  
Μία εἶνε ἡ ἁμαρτία. Ἀλλὰ ἡ ἁμαρτία ἔχει διακλαδώσεις. Ὅπως τὸ δέντρο ἔχει μιὰ ῥίζα καὶ ἕνα κορμόν, ἀλλὰ διακλαδίζεται εἰς κλάδους καὶ κλαδίσκους καὶ φύλλα, ἔτσι καὶ ἡ ἁμαρτία διακλαδίζεται εἰς πολλὰς παραλλαγάς.  
Ἑπτὰ εἶνε τὰ μεγάλα πλοκάμια, ἑπτὰ εἶνε τὰ κεφάλια τῆς ἁμαρτίας. 
Ὅπως ἡ Λερναία Ὕδρα τῶν ἀρχαίων προγόνων μας ἦτο ἕνα φίδι μὲ ἑπτὰ κεφάλια, ἔτσι καὶ ἡ ἁμαρτία παρουσιάζεται καὶ δρᾷ μέσα εἰς τὸν κόσμον ὡς Λερναία Ὕδρα, ὡς ἑπτακέφαλον θηρίον τῆς Ἀποκαλύψεως.  
Τὸ πρῶτο κεφάλι, τὸ πιὸ μεγάλο καὶ πιὸ τρομερό, ποιό εἶνε; Ἡ πορνεία; Ὄχι. Ἡ μοιχεία; Ὄχι. 
Ἡ ὑπερηφάνεια εἶνε
Τὸ νὰ ὑπερηφανεύεται ὁ ἄνθρωπος εἶνε τὸ μεγαλύτερο ἁμάρτημα ἀπὸ ὅλα.  
Μετὰ ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια ἔρχεται ἡ φιλαργυρία. Τρομερὸν πρᾶγμα ἡ φιλαργυρία. Τὸν Χριστὸ τὸν πούλησαν ἀντὶ τριάκοντα ἀργυρίων.  
Μετὰ ἀπὸ τὴν φιλαργυρία εἶνε ἡ κενοδοξία, νὰ ζητᾶ κανεὶς τὴν δόξα στὸν μάταιον αὐτὸν κόσμον.  
Μετὰ ἀπὸ τὴν κενοδοξία εἶνε ὁ θυμὸς καὶ ἡ ὀργή.  
Μετὰ τὸν θυμὸ καὶ τὴν ὀργὴ εἶνε ὁ φθόνος, ποὺ βόσκει μέσ᾿ στὰ στήθη τοῦ ἀνθρώπου.  
Μετὰ ἀπὸ τὸ φθόνο εἶνε ἡ λαιμαργία.  
Μετὰ τὴ λαιμαργία εἶνε ἡ πορνεία.  
Καὶ μετὰ τὴν πορνεία εἶνε ἕνα ἁμάρτημα ποὺ δὲν τὸ σκεπτόμεθα· εἶνε ἡ ἀμέλεια
Ἄ, σοῦ λέει, ἐγὼ εἶμαι ἀπηλλαγμένος, δὲν κάνω τίποτα ἀπ᾿ αὐτά… Εἶσαι ὅμως ἀμελὴς καὶ ὀκνηρός. Καὶ ὁ Θεὸς δὲν θὰ μᾶς δικάσῃ μόνο γιὰ τὸ κακὸ ποὺ κάναμε, ἀλλὰ καὶ γιὰ ἐκεῖνα τὰ καλὰ ποὺ μπορούσαμε νὰ κάνουμε στὸν κόσμον αὐτὸν καὶ δὲν τὰ κάναμε.
Ἑπτὰ κεφάλια εἶνε. Καθένας πέφτει στὰ δίχτυα μιᾶς ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες αὐτές. Ἀλλὰ σὲ οἱανδήποτε ἁμαρτία καὶ ἂν πέσῃ κανείς, τὸ ἀποτέλεσμα εἶνε ἕνα. Οἱονδήποτε κεφάλι καὶ ἂν σὲ φάῃ, στὸ διο στομάχι θὰ πᾷς. 
Γιατὶ λένε μερικοί· Ἄ, ἐγὼ δὲν εἶμαι πόρνος… Ναί, καλά, δὲν εἶσαι πόρνος· ἀλλὰ εἶσαι φιλάργυρος. Κι ἀφοῦ εἶσαι φιλάργυρος, ἕνα ἀπὸ τὰ κεφάλια αὐτοῦ τοῦ μεγάλου φιδιοῦ θὰ σὲ φάῃ καὶ θὰ σὲ πάῃ μέσα εἰς τὸν ᾅδην
Ὁ ἄλλος λέγει· Ἐγὼ δὲν εἶμαι φθονερός… Δὲν εἶσαι φθονερός, ἀλλὰ εἶσαι λαίμαργος! Δὲν εἶσαι λαίμαργος, ἀλλὰ εἶσαι ὑπερήφανος! Δὲν εἶσαι ὑπερήφανος, ἀλλὰ εἶσαι ἀμελής. Λοιπόν, αὐτὰ εἶνε τὰ ἑπτὰ μεγάλα ἁμαρτήματα. Μὰ ἐκεῖνα τὰ κέρατα; 
Λέει, ὅτι τὸ θηρίον αὐτὸ τῆς ἀβύσσου ἔχει δέκα κέρατα. 
Τί σημαίνουν ἐκεῖνα τὰ δέκα κέρατα; Τὰ δέκα κέρατα σημαίνουν, ὅτι ὁ σατανᾶς προσπαθεῖ νὰ διαλύσῃ, νὰ κονιορτοποιήσῃ, νὰ καταστρέψῃ τὶς δέκα ἐντολὲς τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τὸν Δεκάλογο τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τὸν συνεπλήρωσε εἰς τὴν Ἐπὶ τοῦ ὄρους ὁμιλία.  
Κ᾿ ἐκεῖνα τὰ χρυσᾶ στεφάνια τί σημαίνουν; Ὅτι τὸ κακὸ πρῶτα γινότανε κρυφά. 
Πάντοτε ὑπῆρχε τὸ κακό· ἀλλὰ τὰ παλιὰ χρόνια οἱ ἄνθρωποι τὸ κάνανε κρυφά. Εἴχανε κάποια συστολή, εἴχανε κάποια ντροπή, ντρεπόντανε νὰ μὴν τὸ μάθῃ ὄχι ἡ ἀστυνομία, ὄχι ὁ εἰσαγγελεύς, ἀλλὰ ὁ γείτονάς των. Προσέχανε τότε οἱ ἄνθρωποι. Ὑποκρισία βέβαια ἦταν αὐτό, ἀλλὰ εἴχανε κάποια συστολή. 
Στὰ τελευταῖα ὅμως χρόνια τὸ κακὸ θὰ βγῇ ἀπὸ τὴ σπηλιὰ καὶ θὰ πάῃ στὸ δρόμο καὶ στὶς πλατεῖες καὶ παντοῦ, καὶ ἡ γυναίκα θὰ παρουσιασθῇ ξετσίπωτη καὶ ὁ ἄντρας ξετσίπωτος, καὶ θὰ κάνουν πράγματα χωρὶς νὰ ντρέπωνται πλέον. 
Θὰ φύγῃ ἡ ντροπὴ ἀπὸ τὸν κόσμον. Καὶ ὄχι μόνον αὐτό, ἀλλ᾿ αὐτοὶ ποὺ θὰ κάνουν τὰ αἰσχρὰ πράγματα θὰ στεφανώνωνται κιόλας, θὰ ἔχουν ἐπαίνους καὶ βραβεῖα ἀπὸ τὸν κόσμον αὐτὸ τὸν ἁμαρτωλό.  
Αὐτὰ εἶνε τὰ χρυσᾶ στεφάνια. Καὶ βλέπεις τώρα νὰ στεφανώνεται τὸ κακὸ καὶ νὰ πραγματοποιῆται αὐτὴ ἡ προφητεία. 
Βλέπεις ἕνα διάσημο γύναιο διεφθαρμένο, μιὰ ντιζέζ, νὰ πηγαίνῃ στὰ κέντρα τῶν Ἀθηνῶν. 
Καὶ ἐκεῖ πᾶνε, παρακαλῶ, καὶ οἱ μεγάλοι τὴ νύχτα. 
Δὲν ἔχουν ἄλλη δουλειά· πᾶνε αὐτοί ποὺ ἔχουν ἀξιώματα, αὐτοὶ ποὺ ἔχουν λεπτὰ πολλά, καὶ κάθονται μὲ ἀνοιχτὸ τὸ στόμα καὶ κοιτάζουν μία πόρνη, ποὺ γυμνὴ καὶ μὲ ἀναίδεια βρίσκεται ἀνάμεσά τους καὶ μὲ αὐθάδη καὶ καπηλικὴν καὶ αἰσχρὰν γλῶσσα τραγουδάει καὶ τοὺς μαγεύει, καὶ αὐτοὶ χειροκροτοῦν. 
Νά, τὰ χρυσᾶ στεφάνια! Καὶ αὐτὸ τὸ ἁμαρτωλὸ γύναιο, ποὺ ἄλλοτε δὲν τολμοῦσε νὰ βγῇ στὸ δρόμο, τώρα ὄχι μόνο ἐμφανίζεται, ἀλλὰ καὶ ἐπευφημεῖται, καὶ εἰσπράττει τὴ νύχτα ἐκείνη πολλὰ χρήματα, ὅσα δὲν εἰσπράττει μιὰ νοσοκόμος ὅλο τὸ χρόνο…

 Ἀπὸ τὸ βιβλίο: ΤΙ ΘΑ ΜΑΣ ΣΩΣΗ; σελ. 20-23
ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

http://www.augoustinos-kantiotis.gr

Κλικ στις ιστοσελίδες μας: Αρμενιστής, Εμείς και η Κοινωνία μας, Γιάννης Αργυρός Σαντορίνη