Σελίδες

Πέμπτη 5 Απριλίου 2012

Παρασκευή και καθαγιασμός Αγίου Μύρου


Η παρασκευή και ο καθαγιασμός του Αγίου Μύρου, γεγονός ιδιαίτερης σημασίας στην Ορθόδοξη Εκκλησία, θα πραγματοποιηθεί φέτος κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδος στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Το Άγιο Μύρο παρασκευάζεται περίπου κάθε δέκα χρόνια, στο Φανάρι και χρησιμοποιείται στο μυστήριο του βαπτίσματος για την μετάδοση των δωρεών του Αγίου Πνεύματος στους νεοφώτιστους Ορθοδόξους.
 (Στη φωτογραφία, οἱ Ἀρχιερεῖς κατερχόμενοι ἐκ τοῦ Παρεκκλησίου τοῦ Ἁγίου Ανδρέου εἰς τὸν Πατριαρχικὸν Ναὸν κατὰ τὸν καθαγιασμὸν τοῦ Ἁγίου Μύρου τὸ ἔτος 1973)
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος θα καθαγιάσει για δεύτερη φορά κατά την Πατριαρχία του νέα ποσότητα Αγίου Μύρου την Μ. Πέμπτη το πρωί, παρουσία εκπροσώπων των Ορθοδόξων Εκκλησιών.
Η όλη προετοιμασία της παρασκευής του Μύρου θα αρχίσει
την Κυριακή των Βαΐων, όταν ο Πατριάρχης με ειδική ευχή θα αναθέσει στον Άρχοντα Μυρεψό και στους συνεργάτες του Μυρεψούς, την ευθύνη της όλης διεργασίας.
 Πρόκειται για ένα έργο πολύ υπεύθυνο, που απαιτεί ειδικές γνώσεις. Για αυτό το αξίωμα του Μυρεψού πάντα αναλαμβάνουν φαρμακοποιοί και χημικοί.
Σήμερα, επικεφαλής τους είναι ο Άρχων Μυρεψός Πρόδρομος Θανάσογλου, ενώ της αρμόδιας Συνοδικής Επιτροπής προεδρεύει ο Μητροπολίτης Ηλιουπόλεως και Θείρων Αθανάσιος.
Η διαδικασία της παρασκευής και «εψήσεως», του ψησίματος δηλαδή, του Μύρου γίνεται στο ειδικά διαμορφωμένο κουβούκλιο που βρίσκεται στον περίβολο του Πατριαρχείου.
Τα υλικά με τα οποία παρασκευάζεται το Άγιο Μύρο, είναι:
Ελαιον καθαρόν   ………………………………………………………………………….        οκ. 700
Οίνος στίφων μέλας    ……………………………………………………………………        οκ. 200
Ανθόνερον αρίστης ποιότητας     ………………………………………………………..        λιτ.  32
Ροδόσταμον αρίστης ποιότητας    ………………………………………………………..        λιτ.  40
Μαστίχη καθαρή  ……………………………………………………………………………       λιτ.  20  
Μετζουβί ή κόμμι ευώδες ………………………………………………………………….       λιτ.  20
Αμωμον (γενί παχάρ)  ……………………………………………………………………..       λιτ.   6
Ξυλαλόη μαβέρτη   …………………………………………………………………………       λιτ.   4
Πέπερι μακρόν (δαρί φιλφίλ)   ……………………………………………………………        λιτ. 4 1/2
Κάρυα αρωματικά (τζεβίζ πεβά ή χιντιστάν) …………………………………………….        λιτ.  6
Φύλλος ινδικός (σαδέτζ χιντί ή χιντ γιαπραγί) …………………………………………        λιτ.1 1/2
Ξυλοκασία ήτοι αγγέλικα Βοεμίας (σελιχί καπουγιού ή αντζελίκ κιοκιού ή μελέκ κιοκιού)..λιτ. 4
Στύραξ υγρά (μεχέ σελέ ή καρά κισενλούκ γιαγί) …………………………………….        λιτ.  4
Σμύρνα καθαρά (μουρού σαφί) …………………………………………………………..        λιτ. 12
Πέπερις (καρά μπιμπέρ ή φουλφούλι ασβέστι) ………………………………………….        λιτ. 10
Εχινάνθη (ιχτίρι μεκάι ή κιαπέ σαμανί) …………………………………………………..        λιτ.  4
Ξυλοβάλσαμον  ………………………………………………………………………………      λιτ.  1 1/2 
Ακορος ή κάλαμος ευώδης (αζάκ εγιρί ή βετζ) ………………………………………….       λιτ. 6
Ιρις φλωρεντινή (ιρισά ή μενεξέ κιοκιού) ………………………………………………..       λιτ. 12
Βάκχαρις ή αντ’ αυτής εμπερατόρια (σαφρέντ παχαρί ή κρατ κιοκιού) ……………….       λιτ. 6
Αριστολοχία βέρα (τζεραβέντι ταβίλ)  ……………………………………………………       λιτ. 1 1/2
Καρποβάλσαμον ή κουβέβι (χάμπουλ παλασάν ή ή κεπαπέ) …………………………..       λιτ.  4
Κύπερις (τοπαλάκ κιοκιού ή σαδ) …………………………………………………………       λιτ.  6
Μυρισινόκοκκα (μερσίν τοχουμού) ……………………………………………………….       λιτ.  2
Νάρδος κελτική (σουμπούλι φρεγκί ή σουμπούλι ρουμί)  ……………………………..        λιτ.  4
Κασσία μέλαινα ή αντ’ αυτής κασκαρίλια όπερ εστί φλοιός αμπάρεως
                                   (καρεμφίλ καπουγιού ή άμπερκα πουγιού) ………………        λιτ. 4
Βάλανος μυριψική (χάμπουλ μπαν). …………………………………………………….         λιτ. 1 1/2
Καρδάψωμον μικρόν (κακουλέγι σαγίρ) ………………………………………………..        λιτ.  6
Κρυόφυλλα (καρεμφίλ) …………………………………………………………………..        λιτ.  12
Κινάμωμον (ταρτζίν) ……………………………………………………………………….       λιτ. 12
Ασσαρον βέρον (εσαρούν) ………………………………………………………………..        λιτ.  6
Μάκερος Ολλάνδας (μπεσπάσεγι χιντί) ………………………………………………… .       λιτ.  4
Τερέβινθος βενετική (τιρεμεντίνη βενεδίκ) ……………………………………………..       λιτ. 14
Ρετσίνη λευκή καθαρά (τσαμ σακίζ εμπιάζ) ……………………………………………..        λιτ.  28
Μυροβάλανον καθαρόν (χελιλέγι χιντί) …………………………………………………        λιτ. 4
Σάμψυχος ή μαντζουράνα (μερτζαντζού) ……………………………………………….        λιτ. 4
Λάδανος καθαρά (λαδένι κιριντί) …………………………………………………………        λιτ. 20
Στάχυς νάρδου ινδικού (σουμπούλι χιντί) ……………………………………………….        λιτ. 4
Λίβανος λευκός (κισινλούκ εμπιάζ)  ………………………………………………………        λιτ. 20
Ζιγγίβερις λευκή (τζεντζεπίλ εμπιάζ) …………………………………………………….        λιτ. 12
Ζαρνάβας (ζουρουμπάτ) …………………………………………………………………..        λιτ. 5
Τύλλις (χαλαμπέ τοπόι τοχουμού)  ………………………………………………………        λιτ. 4
Ελένιον (ατζί κιοκιού) ……………………………………………………………………..        λιτ. 4
Υλη μετά την έψησιν των ανωτέρω τω Μύρω εγχεομένη.
Ελαιον κινναμώμου σειλάνικον (ταρτζίν γιαγί) …………………………………………        λιτ. 1 1/2
Ελαιον καρυοφύλλων ……………………………………………………………………..        λιτ. 1 1/2
Μοσχοκαρυδέλαιον Ολλάνδας πηκτόν (χιντιστάν τζεβισί γιαγί) ………………………        λιτ. 3
Βάλσαμον Μέκκας ήτοι βαλσαμέλαιον (κιαμπέ πελεσανί ή πελεσέγκ γιαγί) …………        λιτ. 14
Ροδέλαιον ή έλαιον τριανταφύλλου (γκιουλ αγατζί γιαγί) ……………………………        δρμ. 200
Έλαιον μάκερις (πεσπασέι χιντί γιαγί) …………………………………………………..        δρμ. 20
Έλαιον κίτρου ………………………………………………………………………………        δραμ. 70
Έλαιον καρποβαλσάμου …………………………………………………………………..        δραμ. 35
Έλαιον σαμψύχου …………………………………………………………………………        δραμ. 35
Έλαιον δάφνης …………………………………………………………………………….        δραμ. 70
Έλαιον δενδρολιβάνου ……………………………………………………………………        δραμ. 35
Έλαιον νάρδου ή λεβάντας ………………………………………………………………        δραμ. 35
Μόσχος ινδικός (μίσκι χιντί ) …………………………………………………………….        δραμ. 40
Αμπαρι (αμπέρ εμπιάζ) ……………………………………………………………………        δραμ.  65
Τα συστατικά αυτά με διάφορες παραλλαγές και προσθήκες, εμφανίζονται σε καταλόγους από τον 8ο αιώνα μέχρι και το τέλος του 19ου αιώνα.
Άγιο Μύρο παρασκευάσθηκε στο Φανάρι:
Το 1208 επί Πατριαρχίας Μιχαήλ Δ΄ (στη Νίκαια)
Το 1705 επί Πατριαρχίας Γαβριήλ Γ΄
Το 1759 επί Πατριαρχίας Σεραφείμ Β΄
Το 1833 επί Πατριαρχίας Κωνσταντίου Α΄
Το 1856 επί Πατριαρχίας Κύριλλου Ζ΄
Το 1865 επί Πατριαρχίας Σωφρονίου Γ΄
Το 1879 επί Πατριαρχίας Ιωακείμ του Γ΄
Το 1890 επί Πατριαρχίας Διονυσίου Ε΄
Το 1903 επί Πατριαρχίας Ιωακείμ του Γ΄
Το 1912 επί Πατριαρχίας Ιωακείμ του Γ΄
Το 1928 επί Πατριαρχίας Βασιλείου του Γ΄
Το 1939 επί Πατριαρχίας Βενιαμίν
Το 1951 επί Πατριαρχίας Αθηναγόρα
Το 1960 επί Πατριαρχίας Αθηναγόρα
Το 1973 επί Πατριαρχίας Δημητρίου
Το 1983 επί Πατριαρχίας Δημητρίου
Το 1992 επί Πατριαρχίας Βαρθολομαίου
Το 2002 επί Πατριαρχίας Βαρθολομαίου
Η παρασκευή (έψηση) του Αγίου Μύρου βασίζεται στην περιγραφή του Μωυσή στο Βιβλίο της Εξόδου (Έξοδος λ΄22-25) 
Καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων· 18 ποίησον λουτῆρα χαλκοῦν καὶ βάσιν αὐτῷ χαλκῆν, ὥστε νίπτεσθαι· καὶ θήσεις αὐτὸν ἀνὰ μέσον τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ θυσιαστηρίου καὶ ἐκχεεῖς εἰς αὐτὸν ὕδωρ, 19 καὶ νίψεται Ἀαρὼν καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ ἐξ αὐτοῦ τὰς χεῖρας καὶ τοὺς πόδας ὕδατι. 20 ὅταν εἰσπορεύωνται εἰς τὴν σκηνὴν τοῦ μαρτυρίου, νίψονται ὕδατι καὶ οὐ μὴ ἀποθάνωσιν· ἢ ὅταν προσπορεύωνται πρὸς τὸ θυσιαστήριον λειτουργεῖν καὶ ἀναφέρειν τὰ ὁλοκαυτώματα Κυρίῳ, 21 νίψονται τὰς χεῖρας καὶ τοὺς πόδας ὕδατι· ὅταν εἰσπορεύωνται εἰς τὴν σκηνὴν τοῦ μαρτυρίου, νίψονται ὕδατι, ἵνα μὴ ἀποθάνωσι· καὶ ἔσται αὐτοῖς νόμιμον αἰώνιον, αὐτῷ καὶ ταῖς γενεαῖς αὐτοῦ μετ᾿ αὐτόν. 22 καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων· 23 καὶ σὺ λάβε ἡδύσματα, τὸ ἄνθος σμύρνης ἐκλεκτῆς πεντακοσίους σίκλους καὶ κινναμώμου εὐώδους τὸ ἥμισυ τούτου διακοσίους πεντήκοντα καὶ καλάμου εὐώδους διακοσίους πεντήκοντα 24 καὶ ἴρεως πεντακοσίους σίκλους τοῦ ἁγίου καὶ ἔλαιον ἐξ ἐλαιῶν εἲν 25 καὶ ποιήσεις αὐτὸ ἔλαιον χρῖσμα ἅγιον, μύρον μυρεψικὸν τέχνῃ μυρεψοῦ· ἔλαιον χρῖσμα ἅγιον ἔσται. 26καὶ χρίσεις ἐξ αὐτοῦ τὴν σκηνὴν τοῦ μαρτυρίου καὶ τὴν κιβωτὸν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου 27 καὶ πάντα τὰ σκεύη αὐτῆς καὶ τὴν λυχνίαν καὶ πάντα τὰ σκεύη αὐτῆς καὶ τὸ θυσιαστήριον τοῦ θυμιάματος 28 καὶ τὸ θυσιαστήριον τῶν ὁλοκαυτωμάτων καὶ πάντα αὐτοῦ τὰ σκεύη καὶ τὴν τράπεζαν καὶ πάντα τὰ σκεύη αὐτῆς καὶ τὸν λουτῆρα καὶ τὴν βάσιν αὐτοῦ 29 καὶ ἁγιάσεις αὐτά, καὶ ἔσται ἅγια τῶν ἁγίων· πᾶς ὁ ἁπτόμενος αὐτῶν ἁγιασθήσεται. 30 καὶ Ἀαρὼν καὶ τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ χρίσεις καὶ ἁγιάσεις αὐτοὺς ἱερατεύειν μοι. 31 καὶ τοῖς υἱοῖς Ἰσραὴλ λαλήσεις λέγων· ἔλαιον ἄλειμμα χρίσεως ἅγιον ἔσται τοῦτο ὑμῖν εἰς τὰς γενεὰς ὑμῶν. 32 ἐπὶ σάρκα ἀνθρώπου οὐ χρισθήσεται, καὶ κατὰ τὴν σύνθεσιν ταύτην οὐ ποιήσετε ὑμῖν ἑαυτοῖς ὡσαύτως· ἅγιόν ἐστι καὶ ἁγίασμα ἔσται ὑμῖν. 33 ὃς ἂν ποιήσῃ ὡσαύτως, καὶ ὃς ἂν δῷ ἀπ᾿ αὐτοῦ ἀλλογενεῖ, ἐξολοθρευθήσεται ἐκ τοῦ λαοῦ αὐτοῦ.34 καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Μωυσῆν· λάβε σεαυτῷ ἡδύσματα, στακτήν, ὄνυχα, χαλβάνην ἡδυσμοῦ καὶ λίβανον διαφανῆ, ἴσον ἴσῳ ἔσται· 35 καὶ ποιήσουσιν ἐν αὐτῷ θυμίαμα, μυρεψικὸν ἔργον μυρεψοῦ, μεμιγμένον, καθαρόν, ἔργον ἅγιον. 36 καὶ συγκόψεις ἐκ τούτων λεπτὸν καὶ θήσεις ἀπέναντι τῶν μαρτυρίων ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ μαρτυρίου, ὅθεν γνωσθήσομαί σοι ἐκεῖθεν· ἅγιον τῶν ἁγίων ἔσται ὑμῖν. 37 θυμίαμα κατὰ τὴν σύνθεσιν ταύτην οὐ ποιήσετε ὑμῖν ἑαυτοῖς· ἁγίασμα ἔσται ὑμῖν Κυρίῳ· 38 ὃς ἂν ποιήσῃ ὡσαύτως ὥστε ὀσφραίνεσθαι ἐν αὐτῷ, ἀπολεῖται ἐκ τοῦ λαοῦ αὐτοῦ.
Τρόπος Παρασκευῆς – Καθαγίαση (Μέρος Α΄)
Ἡ τελετὴ τῆς παρασκευῆς, τῆς ἔψησεως καὶ τοῦ καθαγιασμοῦ τοῦ Ἁγίου Μύρου, ἀρχίζει τὸ Σάββατον τοῦ Λαζάρου. Ἀφοῦ ἔχουν ὁλοκληρωθεῖ ὅλαι αἱ προετοιμασίαι  καὶ  ἔχουν  συγκεντρωθεῖ  ὅλα  τὰ  ἀπαιτούμενα  ὑλικά,  τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον στολίζεται καταλλήλως “διὰ τὸ φαιδρὸν τῆς Πανηγύρεως“.

Κατὰ τὴν παράδοση, μόνο στὸ διάστημα τῶν ἡμερῶν τῆς παρασκευῆς τοῦ Ἁγίου Μύρου ἐκτίθεται στὸ ἐκκλησίασμα γιὰ προσκύνημα ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας “Ἐλπὶς Ἀπηλπισμένων ”, ἡ ὁποία παίρνει τὴ θέση της στὸν αὐλόγυρον τοῦ Πατριαρχικοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου.
 
Τῇ Κυριακῇ τῶν Βαΐων οἱ 9 κοσμήτορες – μυρεψοί μὲ ἐπικεφαλὴς τὸν Ἄρχοντα Μυρεψὸ ὁδηγοῦνται ἀπὸ τὸν Μέγα Ἐκκλησιάρχη ἔμπροσθεν τοῦ Πατριαρχικοῦ Θρόνου φορώντας λευκοὺς ποδήρεις χιτῶνας. Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ἀναγιγνώσκει τὴν εἰδικὴν εὐχὴν “ὁ καλέσας τοὺς δούλους σου τούτους εἰς τὸ διακονῆσαι τῷ ἱερῷ ἔργῳ τῆς παρασκευῆς καὶ ἐψήσεως τοῦ Ἁγίου Μύρου…
 
 
Οἱ Μυρεψοὶ μὲ ἐπικεφαλὴς τὸν Ἄρχοντα Μυρεψὸ τὴ στιγμὴ τῆς ἀνάγνωσης τῆς εἰδικῆς εὐχῆς γιὰ τὸ ξεκίνημα τῶν ἐργασιῶν τους ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη. Διακρίνονται (ἀπὸ ἀριστερά) Γ. Σαββίδης, Πρόδρομος Θανασόγλου (χημικός), Α. Στουγιαννίδης, Ἰωσὴφ Κωνσταντινίδης καὶ Σ.Λουκίδης (φαρμακοποιοί)
 
Ἀμέσως μετὰ τοὺς εὔχεται καλὴ δύναμη καὶ ἐναποθέτει στὸ στῆθος των τὸν Χρυσὸ Σταυρὸ τῆς διακονίας ὁ ὁποῖος φέρει καὶ τὴν Πατριαρχικὴν σφραγῖδα, ἐνῶ στὸν Ἄρχοντα Μυρεψὸ ἐπιθέτει καὶ “μεταξωτὸ λέντιο“. Στὴ συνέχεια οἱ μυρεψοὶ παρακολουθοῦν ἀπὸ περίοπτη θέση ἀπέναντι ἀπὸ τὸν Πατριάρχη ὡς πρόσωπα ἄξια “προσηκούσης τιμῆς” τὴ Θεία Λειτουργία μέχρι τὴν ἀπόλυση της.
 
Τῇ Μεγάλῃ Δευτέρᾳ, μετὰ τὸ τέλος τῆς Προηγιασμένης, ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης μαζὶ μὲ τὴ συνοδεία του καὶ τοὺς ἱεροψάλτες νὰ προπορεύονται, βγαίνουν ἀπὸ τὸν Πατριαρχικὸν Ναὸν καὶ κατευθύνονται στὸ Ἱερὸν Κουβούκλιον. Ἐκεῖ ὁ Πατριάρχης τελεῖ τὸν Μικρὸν Ἀγιασμὸν καὶ ῥαντίζει ὅλα τὰ σκεύη, τοὺς λέβητας, τὰ δοχεῖα καὶ τὶς πρῶτες ὕλες.
 
Γιὰ νὰ δείξῃ δὲ τὴ συμμετοχή του στὴν παρασκευὴ καὶ ἔψηση, πρῶτος ῥίχνει στοὺς λέβητας, σὲ σχῆμα “Σταυροῦ“, λάδι καὶ κρασὶ καὶ κρατώντας ἕνα καλαθάκι μὲ ἄνθη τῆς ἐποχῆς προσθέτει σέπαλα καὶ πέταλα στὸ λέβητα. Στὴ συνέχεια ἀνάβει τὴν πρώτη φλόγα στοὺς λέβητες “ὡς τῷ τοῦ πνεύματος ἐξυπηρετὼν μυστηρίῳ” ποὺ μέχρι καὶ τὴν Μεγάλη Τετάρτη θὰ συνεχίσῃ νὰ καίῃ, μὲ τεμάχια ἀπὸ εἰκόνες καὶ φρύγανα. Στοὺς Βυζαντινοὺς χρόνους τὴν ἐπιστασία τῆς παρασκευῆς φαίνεται ὅτι εἶχε ὁ Μέγας Σκευοφύλαξ, ὁ ὀποίος πρῶτος ἄναβε τὴν “ὑπὸ κάτω τῶν λεβήτων (κακαβῶν) πυράν, ἐκτελὼν ὁ σήμερον Πατριάρχης ἔργον..
 
Ἀφοῦ μὲ τὴν συμβολικὴ αὐτὴ χειρονομία ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης δώσει τὸ ἔναυσμα γιὰ τὸ ξεκίνημα τῶν ἐργασιῶν, οἱ μυρεψοὶ ἀρχίζουν τὴ διαδικασία τῆς παρασκευῆς, χωρὶς νὰ σταματήσουν οὔτε στιγμὴ ἐπὶ ἕνα τετραήμερο. Μὲ βάρδιες ἐκτελοῦν τὶς ἱστορικὲς συνταγὲς καὶ παρακολουθοῦν τὴν ἐξέλιξη τῶν ἐργασιῶν, “τὴν ἐπιστήμην εἰδότος μετὰ πολλῆς ὅτι προσοχῆς“. Σὲ ὅλο αὐτὸ τὸ διάστημα τῆς διακονίας τους, μὲ πρῶτο τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη, στὴ συνέχεια τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ σύμφωνα μὲ τὴν ἱερατικὴν τάξην καὶ τὸ τυπικὸν τοῦ Πατριαρχείου τοὺς ἀρχιμανδρίτας καὶ τέλος τοὺς ἱερεῖς μὲ τὴν σὲ τακτὰ χρονικὰ διαστήματα ἐναλλαγή των, ἀναγιγνώσκονται ἀπὸ τὸ “Τετραβάγγελο” ἐδάφια ἀπὸ τὸ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιον.
 
Τῇ Μεγάλῃ Τρίτῃ, μετὰ τὴν προηγιασμένη, μὲ τὴν ἴδια τάξη, ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης καὶ οἱ ἀρχιερεῖς ποὺ ἤδη ἔχουν ἔλθει ἀπὸ τὶς χῶρες τοῦ ἐξωτερικοῦ καὶ τὰ λοιπὰ Πατριαρχεία κατευθύνονται πρὸς τὸ Ἱερὸ Κουβούκλιο, ὅπου ψάλλεται ὁ Μικρὸς Παρακλητικὸς Κανόνας τῆς Θεοτόκου.
Τὴν ἡμέρα αὐτὴ μνημονεύονται τὰ ὀνόματα ὅσων προσέφεραν σὲ εἶδος, σὲ χρῆμα καὶ σὲ ἐργασία γιὰ νὰ ἐπιτευχθῇ ἡ Παρασκευὴ τοῦ Ἁγίου Μύρου. Μὲ τὴν ἴδια τελετουργία τῆς προηγουμένης ἡμέρας ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης πάλι συμβολικά, προσθέτει στοὺς λέβητες λάδι, κρασὶ καὶ ἄνθη πολύχρωμα καὶ παρακολουθεῖ τὸν βρασμὸ καὶ τὴν πορείαν τῶν ἐργασιῶν.
 
Ἡ ἡμέρα ἐξελίσσεται μὲ τὸ ἴδιο τυπικό. Μὲ τοὺς κληρικοὺς ὅλων τῶν βαθμίδων τῆς ἱεραρχίας νὰ διαβάζουν ἐδάφια ἀπὸ τὸ κατὰ Μᾶρκον Εὐαγγέλιον καὶ τοὺς μυρεψοὺς νὰ δίδουν ὅλο τους τὸν ἑαυτό, γιὰ νὰ παρασκευάσουν “Μύρον εὔοσμον καὶ θεῖον” ὅπως προστάττουν τὰ ἱερὰ βιβλία.
 
Ὅπως ὅμως καὶ νὰ ἔχῃ ἡ μεγάλη αὐτὴ ἱεροτελεστία τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι μία ἀρκετὰ δαπανηρὴ διαδικασία. Γι’ αὐτὸ καὶ δημιουργήθηκε τὸ ἔθος νὰ συνεισφέρουν ὅλες οἱ Ὀρθόδοξες ἐκκλησίες κάποια βοήθεια ὑλικὴ καὶ οἰκονομική. Ἀπὸ διάφορες παλιὲς ἀναφορὲς γίνεται γνωστὸ ὅτι τὸ 1890 ἡΣμύρνη καὶ ἡ Θεσσαλονίκη ἔστειλαν 3500 καὶ 2140 ἀργυρᾶ γρόσια ἀντίστοιχα, καὶ οἱ “ Ὀρθόδοξοι τῶν Ἰωαννίνων ” 3130 ἀργυρᾶ γρόσια.
 
Ἐπισημαίνεται ὅτι βοήθησαν οἱ Σέρρες καὶ ἡ “ Ἡγεμονία ” τῆς Σάμου πάντοτε σὲ χρηματικὰ ποσά. Ἀξιοσημείωτη εἶναι ἡ ἐπιστολὴ τοῦ Πατριάρχου Ἀλεξανδρείας καὶ τοποτηρητοῦ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου Μελετίου Πηγὰ τὸ 1598 στὸν ἱερέα Γ. Μαρμαρὰ τῆς Ἐπαρχίας Κυδωνίας τῆς Κρήτης στὴν ὁποία γράφει: “…ἀλλὰ καὶ τοῦ Ἁγίου Μύρον κατασκευὴν μελετῶμεν, εἴπερ αἱ ἀνάγκαι καὶ οἱ κίνδυνοι, ἀλλὰ καὶ τῶν τινῶν αἱ ἀπείθειαι συγχωροῦσι, πλὴν ἀνάγκη χρημάτων πολλῶν καὶ ἀλλαχόθεν…
 
Οἱ Κρῆτες, οἱ Σαμιῶτες, οἱ Κυδωνιάτες καὶ οἱ Μυτιληναίοι εἴχαν στείλει κατὰ διάστήματα ἐψήσεων μεγάλη ποσότητα λαδιοῦ, ἐνῶ οἱ Ἀλεξανδρουπολίτες εἴχαν προμηθεύσει τὸ περιζήτητο ῥοδέλαιο τὸ ὀποῖο τὰ τελευταία χρόνια τὸ προμηθεύει τὸ Πατριαρχεῖο Βουλγαρίας. Οἱ Ἐκκλησίες τῆς Φιλιππουπόλεωςκαὶ οἱ ὀργανώσεις τῶν Σαράντα Ἐκκλησιῶν τῆς Θρᾴκης ἔστελναν πολύτιμα καὶ σπάνια βότανα.
 
Ἤδη τὸ Φανάρι, ἡ ἕδρα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἀρχίζει νὰ αἰσθάνεται τὸ ἔντονο ἄρωμα που βγαίνει ἀπὸ τὶς καπνοδόχους τοῦ Ἱεροῦ Κουβουκλίου, δεῖγμα γραφῆς αἰώνων ὁλοκλήρων, ἑνὸς θεσμοῦ τῆς Πόλεως καὶ ὅλης τῆς οἰκουμένης.
 
Τῇ Μεγάλῃ Τετάρτῃ ἀπὸ τὸ πρωὶ ἀρχίζει ἡ σταδιακὴ μείωση τῆς ἔντασης τῆς φωτιᾶς οὕτως ὥστε τὸ μεσημέρι νὰ ξεκινήσῃ ἡ διαδικασία τῆς ἀποστάξεως, τοῦ φιλτραρίσματος καὶ τοῦ καθαρισμοῦ τοῦ ὑλικοῦ.
 
Ἀφοῦ γίνει ἡ πρώτη ἐπεξεργασία τοῦ περιεχομένου τῶν πέντε λεβήτων, μὲ τὸ ἴδιο πάντα τυπικὸν προσέρχεται ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης στὸν Ἅγιο Φοῦρνο καὶ μετὰ ἀπὸ μία μικρὴ ἀκολουθία προσθέτει στοὺς λέβητας τὰ αἰθέρια ἔλαια, ῥοδέλαιον, ἔλαιον κίτρου, δαφνέλαιον, ἔλαιον δενδρολιβάνου, νάρδου, κ.ἄ.
 
Οἱ κληρικοὶ συνεχίζουν τὴν ἀνάγνωση ἐδαφίων ἀπὸ τὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιο ὅπως τὶς προηγούμενες μέρες, μέχρι καὶ τὸ Μέγα Εὐχέλαιο τὸ ἀπόγευμα τῆς Μεγάλης Τετάρτης.
 

1992. Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης μέσα στο Ἰερὸ Κουβούκλιο ῥίχνει κρασὶ στους λέβητές που εἶναι πλήρεις ἀπὸ λάδι, ἀλκοολούχα ἐκχυλίσματα καὶ δρόγες
Μετὰ τὸ πέρας τοῦ εὐχελαίου ὁ Μεγ. Ἐκκλησιάρχης με τὴ βοήθεια τῶν ἱερέων καὶ τῶν διακόνων φέρνει στοὺς μυρεψοὺς τὰ ἀργυρᾶ δοχεῖα ποὺ εἶναι:
- 12 ἀργυροῖ ἀμφορεῖς μὲ 2 λαβὲς ποὺ ἔχουν κατασκευασθεῖ τὸ 1902 καὶ ἔχουν χαραγμένο πάνω τους τὸ “διὰ συνδρομῆς εὐγενῶν Χριστιανῶν
- 8 ἀργυρὲς λήκυθοι
- 22 ἀργυρᾶ μικρὰ δοχεῖα
- 2 ἀργυρὲς καὶ μία ἀλαβάστρινη μυροθήκη
 
 
Τὸ παρεκκλήσιον τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου.

Σὲ αὐτὰ τὰ δοχεῖα θὰ μεταγγισθῇ πλέον τὸ καθαρὸ ὑλικὸ τὸ ὀποῖο μὲ προσοχὴ καὶ εὐλάβεια μεταφέρεται στὸ παρεκκλήσι τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα ποὺ βρίσκεται μέσα στὰ πατριαρχικὰ δώματα, ὅπου θὰ παραμείνῃ μέχρι τὸ πρωὶ τῆς Μεγάλης Πέμπτης.
 
Ἕνα ἀπὸ τὰ μικρὰ δοχεῖα θα παραμείνει στὰ Πατριαρχικὰ δώματα καὶ δὲν θὰ καθαγιασθῇ. Θὰ φυλαχτῇ γιὰ ἱατρικοὺς θεραπευτικοὺς σκοπούς.
 
Ὅπως ἀναφέρει ὁ Γκοὰρ στὸ Εὐχολόγιο του τὸ 1730, «κομίζειν δὲ ἐκ τοῦ οὕτως ἐψηθέντος Μύρου ἐπιτρέπειν εἰς τὴν πατριαρχικῶν κέλλην, ἱατρείας χάριν, τῶν ἐπιτρεπόντων ἂν εἴη συγκομίζειν καὶ ταῖς ἐπὶ τοῦ μωσαϊκοῦ Μύρου τοῦ Θεοῦ ἀπειλὰς καὶ ἄρας».
 
 
Λάδι, κρασί, ἀλκοολικά ἐκχυλίσματα δρογῶν,
αἰθέρια ἔλαια καὶ ἀρωματικά φυτὰ ὡς μῖγμα
κατὰ τὴν παρασκευὴ καὶ ἕψηση τοῦ Μύρου.
 
Τὸ ἀκάθαρτο ὑλικό, αὐτὸ ποὺ καθιζάνει, τὸ κατακάθι ὅπως ἀποκαλεῖταί, ποὺ περιέχει καὶ τὸ ἀρωματικὸ ἀδιάλυτο ἴζημα, εἶναι τὸ μίγμα ἀπὸ τὸ ὀποῖο μὲ εἰδικὴ κατεργασία θὰ φτιαχτῇ θυμίαμα. Θὰ κοπεῖ σὲ μικρὰ κομμάτια καὶ θὰ μπῇ σὲ ἐπίχρυσα καὶ ἐπάργυρα κουτάκια ποὺ φέρουν τὴν πατριαρχικὴ σφραγῖδα τὰ ὁποῖα θὰ δοθοῦν στοὺς συμμετέχοντες ἀρχιερεῖς, θὰ σταλοῦν στὶς ἀνὰ τὸν κόσμον ὀρθόδοξες ἐκκλησίες καὶ θὰ μοιρασθοῦν σὲ ὅσους παρευρίσκονται τὴν Μεγάλην Πέμπτην στὴν λειτουργίαν καθαγιασμοῦ.
 
Ἡ διαδικασία αὐτὴ μᾶς μεταφέρει πάλι στὴν Πεντάτευχο ποὺ γράφει:
«λαβὲ σ᾽ ἑαυτῷ ἠδύσματα, σταχτὺν ὄνυχα χαλβάνην ἠδυσμοῦ καὶ λίβανον διαφανὴ ἴσον, ἴσῳ ἔστε καὶ ποίησον ἐν αὐτῷ θυμίαμα μυρεψικὸν ἔργον μυρεψοῦ μεμιγμένον καθαρόν, ἔργον ἄγων».
 
Τῇ Μεγάλῃ Πέμπτῃ ὁ ὄρθρος ψάλλεται στὸ παρεκκλήσι τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα. Ἀφοῦ ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης πάρει καιρὸ ἀπὸ τὰ δίπτυχα ἀρχίζει ἡ ἀμφίεση του ἐνῶ οἱ χοροὶ ψάλλουν τὸ «Ἄνωθεν οἱ προφῆται».
 
Οἱ ἀρχιερεῖς φοροῦν τὰ ἄμφια τους σ᾽ ἄλλο χῶρο τῶν πατριαρχικῶν γραφείων, τὰ ὁποῖα ἔχουν προετοιμασθεῖ κατάλληλα γιὰ τὴν ἐξυπηρέτηση τους. Μετὰ τὴν ἔνδυση τους προσέρχονται καὶ παραλαμβάνουν τὰ ἀργυρᾶ δοχεῖα καὶ τοὺς ἀμφορεῖς καὶ ἀρχίζει ἡ λιτανεία, ἡ κάθοδος δηλαδὴ στὸν Πατριαρχικὸ Ναό μὲ τὴν παρακάτω τάξῃ: Προπορεύεται ὁ Τίμιος Σταυρὸς καὶ τὰ ἐξαπτέρυγα, ἕπονται οἱ πατριαρχικοὶ χοροί, ἀκολουθεῖ ὁ Πριμικήριος ποὺ φέρει τὸ Διβάμβουλον καὶ οἱ διάκονοι τῆς Πατριαρχικῆς αὐλῆς. Ἀκολουθοῦν οἱ ἀρχιμανδρίτες ποὺ κρατοῦν ἀνὰ δύο τοὺς 12 ἀργυροῦς ἀμφορεῖς μὲ τὶς λαβὲς καὶ οἱ ἀρχιερεῖς πάντα μὲ σειρὰ πρεσβειῶν χειροτονίας ποὺ κρατοῦν τὰ μικρὰ ἀργυρᾶ δοχεῖα. Τὴ λιτανεία πλαισιώνουν καὶ οἱ ἀρχιερεῖς ἐκπρόσωποι Πατριαρχείων καὶ Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν.
 
Ἀκολουθεῖ ὁ Πατριάρχης ποὺ κρατὰ τὴ μικρὴ μυροθήκη μὲ τὴν ἀκολουθία του καὶ ἡ πομπὴ ὁλοκληρώνεται μὲ τοὺς μυρεψοὺς ποὺ περιστοιχίζουν τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη. Στὸν πάνσεπτο Πατριαρχικὸ ναὸ ἐπικρατεῖ μεγαλοπρέπεια. Ἄρχοντες καὶ τιτλούχοι τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, ἀντιπρόσωποι τῶν Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν καὶ ἄλλων δογμάτων, ἐπίσημοι καὶ προξενικὲς ἀρχὲς παρακολουθοῦν τὴν μεγαλοπρεπὴ λειτουργία.
 
Ὅταν ἡ ἱερὰ πομπὴ μπεῖ στὸν Πατριαρχικὸ Ναό, οἱ ἀρχιμανδρίτες τοποθετοῦν τοὺς ἀργυροῦς ἀμφορεῖς ἔξω ἀπὸ τὸ ἱερὸ βῆμα ἐνῶ οἱ ἀρχιερεῖς ἀποθέτουν τὰ μικρὰ ἀργυρᾶ δοχεῖα πίσῳ καὶ δίπλα στὴν Ἁγία Τράπεζα καὶ ἀμέσως μετὰ ἀρχίζει ἡ Θεία Λειτουργία τῆς Μεγάλης Πέμπτης.
 
 
1992. Τὸ παρεκκλήσιο Ἁγίου Ἀνδρέου τῇ Μεγάλῃ Πέμπτῃ τὸ πρωΐ μὲ τοὺς ἀργυροῦς ἀμφορεῖς πλήρεις ”μύρου εὐώδους”.
 
Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, μετὰ τὴ Μεγάλη Εἴσοδο, τοποθετεῖ ἐπὶ τῆς Ἁγίας Τραπέζης τὸ ἀλαβάστρινο δοχεῖο τοῦ ἁγιασμένου Μύρου δεξιὰ τοῦ Ἁγίου Ποτηρίου καὶ τὸ ἀργυρὸ δοχεῖο τοῦ μὴ ἀγιασμένου Μύρου ἀριστερὰ τοῦ Ἁγίου Δίσκου. Στὴ συνέχεια καθαγιάζει τὰ δοχεῖά, μὲ γρήγορο ῥυθμὸ τὰ σφραγίζει, ἐνῶ ταυτόχρονα ἐπικαλεῖται τρεῖς φορὲς τὴ χάρη τῆς Ἁγίας Τριάδος, τὴν ἴδια στιγμὴ ποὺ ὁ κλῆρος καὶ τὸ ἐκκλησίασμα γονατιστοὶ προσεύχονται. Μετὰ τὸ τέλος τῆς λειτουργίας, μὲ τὴν ἴδια διάταξη τῆς εἰσόδου, ἡ πομπὴ ἐξέρχεται τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου καὶ κατευθύνεται στο Μυροφυλάκιο, ὅπου θὰ ἐναποτεθεῖ τὸ Ἅγιο Μύρον γιὰ φύλαξη, μέχρις ὅτου ἐξαντληθεῖ τὸ ἀπόθεμα, ὁπότε καὶ θὰ ἀρχίσῃ ἡ προετοιμασία τῆς νέας παρασκευῆς.
 
Οἱ χῶροι ὅπου ἐξελίσσεται ἡ διαδικασία παρασκευῆς, ἔψησης καὶ φύλαξης τοῦ Ἁγίου Μύρου εἶναι δύο:
α) Τὸ Ἱερὸ Κουβούκλιο καὶ
β) Τὸ Μυροφυλάκιο.
Θα ἐπιχειρήσουμε τὴν περιγραφή τους, γιατὶ συνδέονται ἄμεσα μὲ τὴν ὅλη διαδικασία. 

Τρόπος Παρασκευῆς – Καθαγίαση (Μέρος Β΄)
α) Ἱερὸ Κουβούκλιο:
 
Θα μποροῦσε νὰ χαρακτηρισθῇ τὸ ἐργαστήρι τῶν φαρμακοποιῶν μυρεψῶν. Βρίσκεται στὸν αὐλόγυρο τοῦ Πατριαρχικοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στὰ ἀριστερὰ ὅπως εἰσέρχεται κάποιος μὲ κατεύθυνση τὸ Ναὸ καὶ κτίσθηκε τὸ 1880 ἐπὶ Πατριαρχείας τοῦ Ἰωακεὶμ Γ´.
 
Ἀνατρέχοντας τὴν ἱστορία συναντᾶμε στοὺς Βυζαντινοὺς χρόνους καὶ γύρῳ στὸν 15ο αἰῶνα ὁ χῶρος παρασκευῆς τοῦ Ἁγίου Μύρου νὰ ἀποκαλεῖται «ἐμψητήριον» ἢ «ἅγιος φοῦρνος» καὶ νὰ ὁρίζεται ἡ θέση του ἔξω ἀπὸ τὸν Πατριαρχικὸ ναό, στὴ βόρεια πλευρά, ὅπου βρίσκονταν τὰ «κελιὰ τῶν παπάδων». Καὶ ὅταν ἀναφέρει ὁ Δ. Βουλησμὰς τὸ “ἐν ἄλλαις ἐποχαίς“, σαφῶς ὑπονοεῖ τὸν ἅγιο φοῦρνο ποὺ βρισκόταν στὸ σκευοφυλάκιο τοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας Σοφίας καταλήγοντας στὸ συμπέρασμα αὐτὸ ἀπὸ Ῥωσικὲς πηγὲς οἱ ὀποῖες ἐξιστοροῦν τὰ συμβάντα τῆς ἐποχῆς γράφοντας “καὶ εἰσέρχονται εἰς τὸ σκευοφυλάκιον καὶ θυμιᾶ ὁ Βασιλεὺς κακεῖσε τὸν ἅγιον φοῦρνον…“.
 
 
1982. Παρεκκλήσιο Ἁγίου Ἀνδρέου τὴν Μεγάλη Πέμπτη τὸ πρωΐ μὲ τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τ᾽ ἄμφια τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου  μὲ τὰ ὁποῖα θὰ ἐνδυθῇ τὴ στιγμὴ ποὺ οἱ πατριαρχικοὶ χοροὶ θὰ ψάλλουν τὸ Ἄνωθεν οἱ προφῆται”.
 
Τὸ 1879 καὶ τὸ 1890, ὅπως ἀναφέρουν οἱ πληροφορίες ἡ ἔψηση τοῦ Ἁγίου Μύρου ἔγινε “στὴν πρὸ τοῦ Πατριαρχικοῦ Ναοῦ πλατεῖα. Κατὰ τὰ ἔτη ταῦτα ἐκτίσθησαν αἱ ἑστίαι ἐπὶ τοῦ πρὸς μεσημβρίαν τοίχου τοῦ περιβάλλοντος τὸ προαύλιον τοῦ Πατριαρχικοῦ Ναοῦ ἐν κιγκλίσιν εὐπρεπεστέραις πως“, προφανῶς στο σημεῖο ποὺ κτίσθηκε τὸ 1880 τὸ Ἱερὸ Κουβούκλιο ποὺ ἀναφέρεται ἀπὸ ἐκκλησιαστικοὺς συγγραφεῖς καὶ ὡς «στοά» καὶ περιγράφεται ὡς ἐξῆς:
 
Τὴν Μεγάλην Δευτέραν μετὰ τὴν ἀπόλυσιν τῆς λειτουργίας, ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης μετὰ ἑπτὰ ἀρχιερέων ἤτοι τῶν Ἐφέσου, Νικομήδειας, Χαλκηδόνος, Ἀδριανουπόλεως, Δράμας, Ἴμβρου καὶ Φαναριοφερσάλων καὶ τοῦ λοιποῦ ἱεροῦ κλήρου, μετὰ τῆς νενομισμένης ἐκκλησιαστικῆς παρατάξεως ἐν ψαλμοῖς καὶ ὕμνοις ἐξελθὼν τοῦ ἱεροῦ ναοῦ διηυθύνθη εἰς τὸ παρασκευασθὲν ἐπὶ τούτῳ διὰ τὴν ἔψησιν τοῦ Ἁγίου Μύρου παρὰ τὴν ἐξωτέραν πύλην τοῦ πατριαρχικοῦ περιβόλου παράπηγμα. Ἡ ἐπὶ τούτῳ ὁρισθεῖσα τριμελὴς ἐπιτροπή, συγκειμένη ἐκ τοῦ Μητροπολίτου Φαναριοφερσάλων, τοῦ Β. Καλλίφρωνος καὶ τοῦ μυρεψοῦ Θ. Θωμάδη, ἐφρόντισεν ὅπως διατεθῶσι τὰ ἐν τῷ δαφνοστολίστῳ καὶ διὰ σιδηρῶν κιγκλίδων περιορισμένῳ παραπήγματι, ὡς οἴοντε εὐπρεπῶς, κελεύσει πατριαρχικὴ ἀναρτηθεισῶν ἐν αὐτῷ εἰκόνων μεγάλου μεγέθους, πολυελαίου καὶ λυχνιῶν…“.
 
 
Τὸ ἐρμάριο μὲ τὰ εὐγενῆ αἰθέρια ἔλαια, τὶς ἀρωματικὲς δρόγες καὶ τὰ ἀπαραίτητα ὑλικὰ ποὺ θὰ χρησιμοποιηθοῦν γιὰ τὴν παραπέρα φαρμακοτεχνικὴ διεργασία ἀπὸ τοὺς μυρεψούς.
 
Μέσα στὸ ἱερὸ Κουβούκλιο ὑπάρχουν ἑπτὰ μόνιμες ἑστίες ἐψήσεως τοῦ μύρου, δηλαδὴ ἑπτὰ εὐμεγέθεις χάλκινοι λέβητες, ἐνσωματωμένοι σὲ κτιστὲς ἀπὸ τούβλα καὶ τσιμέντο ἑστίες οἱ ὀποῖές μὲ τὰ χαρακτηριστικὰ “μπουριά” βγάζουν τὸν καπνὸ καὶ τὴ μεθυστικὴ μυρωδιὰ τῶν ἀρωμάτων στὸν ἔξω τοῦ Πατριαρχείου χῶρο.
 
Οἱ χάλκινοι λέβητες, ὅπως φαίνεται καὶ στὶς εὐδιάκριτα χαραγμένες γραμμές, εἶναι δωρεὰ τῆς «συντεχνίας τῶν σαράφηδων» τῆς Πόλης, οἱ ὁποῖοι ἦταν εὐκατάστατοι καὶ προσηλωμένοι στὰ θρησκευτικά τους καθήκοντα. Πρέπει νὰ εἰπωθῇ ὅτι ἡ κατασκευή τους ἔγινε ἀπὸ τοὺς εἰδήμονες στὸ εἶδος αὐτὸ Ποντίους λεβητοποιοὺς καί, ἂν μή τί ἄλλο ἡ διάσωση τους σὲ τέλεια κατάσταση ἀπὸ τὸ 1801 μέχρι σήμερα δηλώνει τὴ δεξιοτεχνία ἀλλὰ καὶ τὴν μαστορική τους δουλεία. «1801 Μαρτίου α´, ἀφιέρωμα τῶν ἐν Κωσταντινωπόλει Σαράφηδων εἰς μνημόσυνον αὐτῶν ὑπὲρ ἀφέσεως ἁμαρτιῶν καὶ ψυχικῆς σωτηρίας ἀνακαινισθὲν δὲ ἐκ τοῦ ἰδίου ὑλικοῦ τὴν 1880 Ἰανουαρίου α´ ἐπὶ πατριαρχείας Ἰωακεὶμ Γ´».
 
Πέρα ἀπὸ τοὺς λέβητες πάνω ἀπὸ τοὺς ὁποίους ὑπάρχει ἡ παράσταση τοῦ Χριστοῦ, στὸ χῶρο αὐτὸ βρίσκονται τὰ ἀπαραίτητα ὄργανα καὶ σκεύη, ποὺ ὅμως μεταφέρονται ἐδῶ γιὰ τὴν περίσταση ἀπὸ τὸ μυροφυλάκιο.
 
Τὸ ἐντοιχισμένο ντουλάπι στὴν ἀριστερὴ πλευρὰ ἐμπεριέχει τὰ διάφορα ἀλαβάστρινα καὶ ὑάλινα δοχεῖα τὰ ὁποῖα περιέχουν τὰ εὐγενῆ αἰθέρια – ἁρωματικὰ ἔλαια.
 
Στὴ δεξιὰ πλευρά, ἡ ὁποία χρησιμοποιεῖται ὡς ἐργαστήριο καὶ ἀποθηκευτικὸς χῶρος, ὑπάρχουν ὑάλινα σκεύη ὅπως ὀγκομετρικὲς φιάλες, κωνικὲς φιάλες, πιπέτες, δοκιμαστικοὶ σωλῆνες, φίλτρα καὶ ὅ,τι ἄλλο θεωρεῖται ἀπαραίτητο γιὰ τὴν ὁμαλὴ διεξαγωγὴ τῆς ὅλης ἐργασίας.
 
«..Κάμινοι, λέβητες κενοὶ μείζονες καὶ ἐλάσσονες, λαβίδες, λόγχαι καὶ πάντα τὰ τῆς μυρεψικῆς κατασκευῆς ἐπιτήδεια».
 
1992. Ἄποψη ἀπὸ τὴν σημερινὴ διαμόρφωση
τοῦ Πατριαρχικοῦ Μυροφυλακίου.
 
β) Τὸ Μυροφυλάκιο:
 
Ὁ πύργος αὐτὸς τῶν Πατριαρχείων στὸν ἐπάνω ὄροφο φιλοξενεῖ τὸ Σκευοφυλάκιο ὅπου φυλάσσονται τὰ ἱερὰ ἄμφια καὶ τὰ σκεύη. Στὸ μεσαῖο ὄροφο ὑπάρχει τὸ Ἀρχειοφυλάκειο ἐνῶ ὁ κάτω ὄροφος τοῦ πύργου χρησιμοποιεῖται ἐξ ὁλοκλήρου για τὴ διαφύλαξη τοῦ Ἁγίου Μύρου.
 
Ὁ Πύργος εἶναι τετράγωνος, ὑψηλός, κτισμένος ἀπὸ σειρὲς πελεκητῶν λίθων καὶ πλίνθων. Ἡ κατασκευή του, ὅσον ἀφορᾷ τὴ μορφή, τὴν τεχνοτροπία καὶ τὰ ὑλικὰ ἀνάγεται στὶς ἀρχὲς τοῦ ΙΕ´ αἰῶνα. Χρησιμοποιήθηκε στὴν ἀρχὴ σὰν κτίσμα γυναικείας μονῆς τοῦ Φαναρίου, ὅπου τὸ 1601 μεταφέρθηκε τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ ἡ Μονὴ σταμάτησε τὴν ἐκεῖ δραστηριότητα της.
Διαμορφώθηκε σὲ Μυροφυλάκιο τὸ 1879 ἐπὶ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἰωακεὶμ Γ´ ὁ ὁποῖος διακρινόταν γιὰ τὴν φιλοκαλία του καὶ τὴν προοδευτικότητα του.
 
Ὁ ὅρος Μυροφυλάκιο ποὺ πρωτοχρησιμοποιεῖται σήμερα ἀντικατέστησε τοὺς ὅρους «Μυραποθήκη» ἢ «Μυροθήκη» ποὺ κατὰ πολὺ χρησιμοποιήθηκαν τὸν Μεσαίωνα.
 
 
1982. Στιγμιότυπο ἀπὸ τὴν παραλαβὴ τῶν ἀργυρῶν ληκύθων ἀπὸ τοὺς ἀρχιερεῖς. Διακρίνονται: ὁ ἀειμν. Πατριάρχης κ. Δημήτριος, ὁ νῦν Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος ὡς Μητρ. Χαλκηδόνος, ὁ Μητρ. Μελιτινῆς κ. Ἰωακεὶμ, νῦν Μητροπολίτης Γέρων Χαλκηδόνος κ.ἄ.
 
Ὁ χῶρος αὐτὸς ἐπιλέχθηκε ὡς μυροφυλάκιο, ἐπειδὴ θεωρήθηκε ὁ πλέον κατάλληλος μιᾶς καὶ τὰ ἐντὸς τῶν δοχείων φυλασσόμενα αἰθέρια ἔλαια, μετὰ τὴν παρασκευὴ τοῦ Ἁγίου Μύρου, ἀπαιτοῦν χῶρο δροσερό, λίγο ἀεριζόμενο καὶ κυρίως προστατευόμενο ἀπὸ τὶς ἔντονες ἡλιακὲς ἀκτῖνες, γιὰ νὰ μὴν συντελεσθῇ διάσπαση τῶν χημικῶν ἐνώσεων τοῦ ὑλικοῦ καὶ ἐξάτμιση τῶν ἀρωματικῶν οὐσιῶν.
 
Γιὰ τοῦτο τὸ λόγο τὸ κτίσμα γενικὰ καὶ ὁ κάτω χῶρος εἰδικὰ ποὺ διαθέτει μόνο ἕνα παράθυρο εἶναι ὁ καταλληλότερος γιὰ τὴ διαφύλαξη τοῦ πολυτίμου παρασκευάσματος τὸ ὀποῖο, κατὰ σύστημα, μένει ἐδῶ ὀκτὼ ἕως δέκα χρόνια. Μέσα στὸ Μυροφυλάκιο εἶναι μόνιμα ἐγκατεστημένοι δώδεκα πήλινοι «μεγαρικοὶ πίθοι» ἢ ὅπως τοὺς ὀνόμαζαν «ἱερὲς στάμνες», οἱ ὁποῖοι ἔχουν στὸ κάτω τους μέρος στρόφιγγες καὶ εἶναι τοποθετημένοι σὲ κιγκλιδωτὲς βάσεις.
 
 
Σελίδα ἀπὸ τὸ ἔργο Νικολάου Μυρεψοῦ στὸ ἐπάνω μέρος τῆς ὁποίας παριστάνεται ἡ Δέησις μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴ Θεομήτορα πλαισιομένους ἀπὸ τὸν Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο καὶ τοὺς ἀγγέλους. Στὸ κάτω μέρος τὸ φαρμακεῖο μὲ τὰ ἰάματα καὶ τὰ ἔλαια μὲ τον ἰατρο-φαρμακοπειὸ καὶ τοὺς ἀσθενεῖς.
 
Ἐπίσης, ἐδῶ παραμένουν καὶ τὰ δώδεκα μεγάλα ἀργυρᾶ δοχεῖα ἢ «ξοπλισμένα λαγήνια», τὰ ὁποῖα κάθε φορὰ ποὺ καθαγιάζεται τὸ Ἅγιο Μύρο, μεταφέρονται στὸ Ἱερὸ Κουβούκλιο, γεμίζουν μὲ τὸ Ἅγιο ὑλικὸ ἀπὸ τοὺς μυρεψοὺς καὶ τοποθετοῦνται στὸ παρεκκλήσι τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα μέσα στὸν Πατριαρχικὸ οἶκο γιὰ νὰ μεταφερθοὺν ἐκ νέου ἀπὸ 24 ἱερεῖς τῇ Μεγάλῃ Πέμπτῃ καὶ νὰ καθαγιασθοὺν στὸν Πατριαρχικὸ Ναό.
 
Τὸ κάθε δοχεῖο ἔχει δύο λαβές, εἶναι φιλοτεχνημένα ἀπὸ καθαρὸ ἀσήμι καὶ φέρουν ἡμερομηνία κατασκευῆς τὸ 1903 καὶ 1912, καθὼς καὶ παραστάσεις δικεφάλων ἀετῶν καὶ ἀποτελοῦν δῶρο καὶ πρόσφορα τῆς Μεγάλης καὶ Ἁγίας Ῥωσίας πρὸς τῇ Μεγάλῃ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίᾳ.
 
Ἐκτὸς ἀπ᾽ αὐτὰ μέσα στο Μυροφυλάκιο ὑπάρχουν ὀκτὼ «ἀργυρὲς λήκυθοι» μὲ μία λαβή, τὶς ὀποῖες μεταφέρουν οἱ ἀρχιερεῖς. Λόγῳ τοῦ ὅτι στὴν καθαγίαση τοῦ 1992 συμμετείχαν 36 ἀρχιερεῖς, ἔγινε εἰδικὴ παραγγελία καὶ αὐξήθηκε ὁ ἀριθμὸς τῶν ληκύθων μὲ κλασσικοῦ σχεδιασμοῦ ἀργυρᾶ δοχεῖα. Τὶς δύο μυροθῆκες ἐπίσης, χρονολογίας 1903, τὶς μεταφέρουν οἱ ἐνδημοῦντες ἱεράρχες, ἐνῶ ἀπὸ τὶς δύο μικρότερες τὴν πλέον μικρὴ τὴν μεταφέρει ὁ Πατριάρχης καὶ τὴν ἄλλη ὁ «πρῶτος τῇ τάξει» μητροπολίτης τῆς Ἱερᾶς Συνόδου.
 
 
1973. Καθαγιασμὸς Ἁγίου Μύρου Πατριαρχοῦντος κ. Δημητρίου τοῦ Α´. Διακρίνονται: Αὐστρίας κ. Χρυσόστομος. Θυατείρων καὶ Μεγ. Βρετανίας Ἀθηναγόρας Β´, Χαλδίας κ. Κύριλλος, Θεσσαλονίκης Παντελεήμων, Ἀντιπρόσωπος Πατρ. Ἀλεξανδρείας, Ἀντιπρόσωπος Πατρ. Ἱεροσολύμων, Ἰμβρου καὶ Τενέδου κ. Μελίτων, Νεοκαισαρίας κ. Χρυσόστομος.
 
Ἀκόμη φυλάσσονται ἐδῶ δύο ἀλαβάστρινα δοχεῖα μὲ μετάλλινη λαβὴ ποὺ ἐμπεριέχουν τὸ προαγιασθὲν καὶ τὸ πρὸς καθαγιασμὸ Ἅγιο Μύρο, τὸ χῶρο κοσμοῦν καὶ διάφορα ἄλλα ἀντικείμενα ὅπως ἀργυροῖ ἀμφορεῖς, δίσκοι, κυλινδρικὰ δοχεῖα, κάνιστρα καθὼς καὶ ὄργανα ὅπως πιεστήριο, σκεύη ἀποστάξεως, ὑάλινοι σωλῆνες καὶ δοχεῖα, τὰ ὁποῖα βρίσκονται καλῶς καὶ ἐντέχνως τοποθετημένα σὲ τοῦτο τὸ χῶρο.
  Ἰωσὴφ Κωνσταντινίδης