Σελίδες

Τετάρτη 15 Ιουνίου 2011

Τοῦ ἁγίου Αὐγουστίνου ἐπισκόπου Ιππῶνος (+15 Ιουνίου). Η ΑΛΧΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

ΑΓ. ΑΥΓ.ΤΟ ῥητὸ αὐτὸ εἶνε παρμένο ἀπὸ τὴν πρὸς ῾Ρωμαίους ἐπιστολή. Ἐκεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, γιὰ νὰ ἐμψυχώσῃ τοὺς Χριστιανοὺς στὴ μάχη ἐναντίον τῆς εἰδωλολατρίας, τοὺς λέει ὅτι τὸ τέλος θὰ εἶνε νίκη καὶ θρίαμβος.
Ἡ ῾Ρώμη, πρωτεύουσα τοῦ κόσμου, εἶχε τότε ἕνα ἑκατομμύριο κατοίκους. Οἱ Χριστιανοί, περίπου χίλιοι, ἦταν μειοψηφία μικρὴ ἀλλὰ δυ­ναμική. Οἱ λίγοι αὐτοὶ ἦ­ταν στὸ στόχαστρο διωγμοῦ· τοὺς συκοφαντοῦ­σαν, τοὺς συνελάμβαναν καὶ τοὺς ὡ­δη­γοῦ­σαν σὲ δικαστήρια καὶ ἀμφιθέατρα· δοκίμαζαν μύριες θλίψεις. 

Ἔρ­χεται λοιπὸν ὁ ἀ­πόστο­λος Παῦλος καὶ μεταξὺ ἄλλων τοὺς λέει· «Τοῖς ἀγαπῶσι τὸν Θεὸν πάν­τα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν» (῾Ρωμ. 8,28). Τί θέλει νὰ πῇ; Ἐννοεῖ τὸ ἑξῆς. Ἀγαπᾷς τὸ Θεό; Μὴν περιμένεις, ἐπει­δὴ τὸν ἀγαπᾷς, νὰ σοῦ ἔρχων­ται ὅλα εὐχάριστα. Νὰ περιμένῃς διωγμό. Ὅ­σο πιὸ πιστὸς στὰ δόγματα τῆς πίστεως μένεις, τόσο πιὸ σκληρὸς θὰ εἶνε ὁ διωγμός. «Οἱ θέλοντες εὐ­σεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ διωχθήσονται», λέει ὁ ἴδιος ἀλλοῦ (Β΄ Τιμ. 3,12). Δὲν εἶπε, παρατηρεῖ ὁ Χρυσόστομος, ὅτι σ’ αὐ­τοὺς ποὺ ἀγαποῦν τὸ Θεὸ δὲ θὰ συμβῇ τίποτε δυσάρεστο· εἶπε ὅτι, καὶ ἂν τοὺς συμβῇ κάτι θλι­βερό, αὐ­τό, ὅ,τι κι ἂν εἶνε, θὰ βγῇ σὲ καλό.

* * *

Περίεργος λόγος αὐτός, ἀλλὰ ἀληθινός. Κι ὅτι εἶνε ἀληθινός, φαίνεται ἀπὸ παραδείγματα τῆς ἁγίας Γραφῆς. Σᾶς παρουσι­άζω δύο-τρία.

Τὸ ἕνα εἶνε ὁ Ἰώβ. Πέρασαν ἀπὸ πάνω του ὅλα τὰ κακά. Τοῦ ἅρπαξαν ὅλα τὰ κοπάδια, τὸ σπίτι του ἔπεσε καὶ πλάκωσε ὅλα τὰ παιδιά του, κι ὁ ἴδιος ἀρρώστησε ἀπὸ λέπρα. Καθόταν πάνω στὴν κοπριὰ καὶ ἔξυνε τὶς πληγές του μ’ ἕνα κεραμίδι· ἡ δὲ γυναίκα του, ἀντὶ νὰ τὸν παρη­γορήσῃ, τοῦ λέει· Βλαστήμα κι αὐ­τοκτόνη­σε, τί ἄλλο περιμένεις; Αὐτὸς ὅ­μως τῆς εἶπε· «Ἂν δεχθήκαμε ἀπ’ τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ τὰ καλά, τὰ κακὰ δὲν θὰ τὰ ὑπομείνουμε;» (Ἰὼβ 2,10). Καὶ σφράγισε τὴ ζωή του μ’ ἕνα λόγο ποὺ ἀκοῦμε καὶ σήμερα στὸ τέλος τῆς θείας λειτουργίας· «Εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐ­λογημένον ἀπὸ τοῦ νῦν καὶ ἕως τοῦ αἰῶνος» (Ἰὼβ 1,21 καὶ θ. Λειτ.). Ὁ Ἰὼβ δὲν κάμφθηκε. Ὅπως ὁ χρυσὸς μὲ τὴ φωτιὰ γίνεται καθα­ρώτερος, ἔτσι καὶ ἡ ψυχή του βγῆκε ἀπὸ τὶς θλίψεις πιὸ λαμ­­πρή. Γι’ αὐτὸ τοῦ ταιριάζει ὁ λόγος «Τοῖς ἀ­γαπῶσι τὸν Θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν».

Ἄλλο παράδειγμα ὁ Ἰωσήφ. Τὸν μίσησαν τ’ ἀδέρφια του. Τὸν ἔῤῥιξαν σὲ λάκκο, ἐν συνεχείᾳ τὸν πούλησαν σὲ Αἰγυπτίους, καὶ συκοφαντημένος βρέθηκε στὶς φυλακές. Ποιός πε­ρίμενε νὰ βγῇ ἀπὸ ’κεῖ ζωντανός; Καὶ ξαφνικὰ ―τί μυστήριο!― μέσα ἀπ’ τὴ φυλα­κὴ τὸν πῆρε ἕνα χέρι καὶ τὸν ἔκανε βασιλιᾶ. Καὶ στὴν περί­πτωσι αὐτὴ βλέπουμε τὸ λόγο «Τοῖς ἀγα­πῶ­σι τὸν Θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν».

Τρίτο παράδειγμα ἔχουμε τὸν εὐγνώμονα λῃστή. Πολλὰ χρόνια ἔζησε, ἀλλὰ ποιά ἦταν ἡ πιὸ ὡραία στιγμὴ τῆς ζωῆς του; Ἡ ὥρα τῆς σταυρώσεως! Ὅταν σταυρώθηκε, τότε γνώρισε τὸ Χριστό, πίστεψε καὶ εἶπε τὸ «Μνήσθη­τί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42). Ὁ σταυρὸς τοῦ βγῆκε σὲ καλό.

Ἰδού λοιπὸν πῶς τὸ κακὸ ἀποβαίνει σὲ καλό. Πότε ὅμως; Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀγαπᾷ τὸ Θεό. Καὶ οἱ τρεῖς αὐτοὶ ἀγαποῦσαν τὸ Θεό· γι’ αὐτὸ ὅ,τι τοὺς βρῆκε, τοὺς βγῆκε σὲ καλό.

* * *

Ἀλλὰ ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος, ποὺ ἑορτάζουμε, ἐμβαθύνει στὸ ῥητὸ αὐτὸ καὶ λέει κάτι καταπληκτικό. Τί; Ὅτι ἀκόμη καὶ τὸ πιὸ μεγάλο κακό, ποὺ εἶνε ἡ ἁμαρτία, καὶ αὐτὸ «συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν»! Ἐὰν κάποιος ἀγαπᾷ κατὰ βάθος τὸ Θεό, ἀκόμη καὶ τ’ ἁμαρτήματά του κατὰ κά­ποιο τρόπο μποροῦν ν’ ἀποβοῦν πρὸς τὸ καλό. Περίεργος ὁ λόγος αὐτός. Τὰ ἁμαρτήματα; Πῶς; Τὴν ἀπάντησι βλέπουμε στὴν περίπτωσι τοῦ ἰδίου τοῦ ἁγίου Αὐγουστίνου. Ἔ­πεσε σὲ ἁμαρτίες, ἐκυλίσθη σὲ βόρβορο, καὶ ὅμως τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπὸ τὴν ἀσωτία τὸν πῆρε καὶ τὸν ἀνέδειξε πατέρα τῆς Ἐκκλησί­ας. Ἔτσι καὶ στὴν περίπτωσί του ἔχει ἐφαρμογὴ τὸ ῥητὸ «Τοῖς ἀγαπῶσι τὸν Θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν».
Αὐτὴ εἶνε ἡ ἀλχημεία τοῦ Θεοῦ. Τί θὰ πῇ ἀλχημεία; Τὸν καιρὸ τοῦ μεσαίωνος ὡρισμένοι προσπαθοῦσαν νὰ βροῦν τρόπο νὰ μετατρέψουν τὰ εὐτελῆ μέταλλα σὲ χρυσό. Δὲν τὸ πέτυχαν βέβαια. Ἀλλ’ ὅ,τι δὲν πέτυχε ὁ ἄν­θρωπος μὲ τὴν ἐπιστήμη του, συμβαίνει πολλὲς φορὲς κατὰ ἀνεξιχνίαστο τρόπο στὴ φύσι. Ἐὰν ρωτήσετε τοὺς ἐπιστήμονες, θὰ σᾶς ποῦν λ.χ. ὅτι τὰ διαμάντια, ποὺ βγαίνουν μέσα ἀπ’ τὴ γῆ, δὲν ἦταν πάντα διαμάν­τια. Τί ἦταν; Πρὸ χιλιάδων ἐτῶν τὸ διαμάντι ἦ­ταν ἕνα κοινὸ κάρ­βουνο, καὶ μὲ τὸ πέρασμα πολλῶν ἐτῶν ὑπέστη ἀλλοιώσεις καὶ ἔγινε διαμάντι. Μάλιστα. Αὐτὴ εἶνε ἡ ἀλχημεία τῆς φύσεως.

Βοηθητικὸ εἶνε ἀκόμα καὶ ἕνα παράδειγμα σύγχρονο. Ποιό θεωρεῖται τὸ φοβερώτερο δη­λητήριο; Τὸ φαρμάκι τῆς κόμπρας. Σὲ δάγκω­σε κόμπρα; πεθαίνεις ἀμέσως. Καὶ ὅμως τελευταίως γίνονται πειράματα καὶ προσπαθοῦν – τί; Τὸ φαρμάκι νὰ γίνῃ φάρμακο κατὰ τοῦ καρκίνου. Μυστήρια ἔκρυψε ὁ Θεὸς στὴ φύσι.

Ὅπως λοιπὸν ἡ ἀλχημεία τῆς φύσεως γνωρίζει νὰ μεταβάλλῃ τὰ εὐτελῆ σὲ πολύ­τιμα, καὶ ὅπως ἡ ἐπιστήμη τῆς χημείας προσπαθεῖ ἀπὸ τὰ βλαβερὰ νὰ βγάλῃ εὐεργετικὰ καὶ σωτήρια, ἔτσι καὶ ἡ ἀλχημεία τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν ἀ­γαθότητα καὶ τὴν πανσοφία του γνωρίζει νὰ μεταβάλλῃ τὰ πλέον κακὰ σὲ ἀγαθά.

* * *

Ὁ λόγος βέβαια αὐτὸς εἶνε δυσερμήνευτος. Φαίνεται δύσκολος σ’ ἐμᾶς ποὺ μετροῦ­με τὰ πράγματα μὲ τὴ λογική. Ἀλ­λὰ νὰ εἶστε βέβαιοι ὅτι θὰ ἔρθῃ κάποτε ἕνας νέος κόσμος, ἀφθάστου μεγαλείου. Ὁ κόσμος αὐτὸς εἶνε ἡ ἄλλη ζωή – ὅταν ἀξιωθοῦμε νὰ πᾶμε. Ὅπως εἶ­πε ὁ Σωκράτης ὅταν τὸν δίκασαν· Δὲν ἐλπίζω τίποτα ἐδῶ· ἐλπίζω σ’ ἕναν ἄλ­λο κόσμο. Μὲ καταδικάσατε σεῖς οἱ ἄδικοι νὰ πιῶ τὸ κώνειο· ἀλλ’ ἐγὼ πιστεύω ὅτι σ᾽ ἕ­ναν ἄλλο κόσμο δικασταὶ ὑπέροχοι, ὁ Μίνως, ὁ Ραδάμανθυς καὶ ὁ Αἰακός, θὰ μὲ δικάσουν μὲ δικαία κρίσι.

Ἐκεῖ λοιπόν, στὸν ἄλλο κόσμο, θὰ δοῦμε ἄλ­λα πράγματα. Ἐκεῖ θὰ εὐ­χαριστήσουμε τὸ Θεὸ γιὰ τὰ πλέον δυσάρεστα τῆς ζωῆς μας. Θὰ τὸν εὐχαριστήσουμε λ.χ. γιὰ τὴ φτώχεια. Γιατὶ πολλοὶ ἀπὸ μᾶς χάρι στὴ φτώχεια γίναμε ἄνθρωποι. Τὰ βουτυρόπαιδα δὲν προοδεύ­ουν· φτωχὰ παιδιὰ ἀναδεικνύονται. Θὰ λέ­­με· Εὐχαριστῶ τὸ Θεό, ποὺ γεννήθηκα σὲ μιὰ καλύβα. Ἄλλοι θὰ εὐχαριστοῦν τὸ Θεὸ γιὰ τὴν ἀρρώστια· γιατὶ αὐτὴ ἄνοιξε τὰ μάτια τους καὶ εἶ­δαν ὅτι «ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα μα­ταιότης» (᾿Εκκλ. 1,2). Ἄλλοι θὰ τὸν εὐχαριστοῦν γιὰ συκοφαντίες καὶ διωγμούς, διότι μέσ’ στὶς φυλακὲς βρῆκαν τὸ Θεό. Ὁ Ντοστο­γιέφσκυ ζοῦσε ζωὴ ἀπίστου· στὶς φυλακὲς τῆς Σιβηρί­ας ὅμως γνώρισε τὴν ἀλήθεια καὶ μέσα στὰ κάτεργα ἔγραψε τὸ ὡραιότερο βιβλίο.

Βλέπετε τί νοήματα ἔχει ὁ παράξενος αὐ­τὸς λόγος «Τοῖς ἀγαπῶσι τὸν Θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν»; Ἀγαπᾷς τὸ Θεό; Τότε ἔχε ἐλπίδα καὶ θάρρος. Ἂν ὁ παντοδύναμος Θεὸς εἶνε μαζί μας, ποιός μπορεῖ νὰ σταθῇ ἐναντίον μας; Διαβάστε, παρακαλῶ, στὸ σπίτι τὸ 8ο κεφάλαιο τῆς πρὸς ῾Ρωμαίους ἐπιστολῆς, καὶ θὰ θαυμάσετε. Λέει ἐκεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος· «Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ;». Ὑπάρχει καμμιὰ δύναμις νὰ μᾶς χωρίσῃ ἀπὸ τὸ Χριστό; Εἶνε δυνατὸν «θλῖψις ἢ στενοχωρία ἢ διωγμὸς ἢ λιμὸς (=πεῖνα) ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ μάχαιρα» νὰ μᾶς χωρίσῃ ἀπ’ τὸ Χριστό; Τίποτε. Γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, λέει, «θανατούμεθα ὅλην τὴν ἡμέραν· ἐ­λο­γίσθημεν ὡς πρόβατα σφαγῆς». Κάθε μέρα πεθαίνουμε. «Οὔτε θάνατος», λέει, «οὔτε ζωὴ οὔτε ἄγγελοι οὔτε ἀρχαὶ οὔτε δυνάμεις οὔτε ἐνεστῶτα οὔτε μέλλοντα οὔτε ὕψωμα οὔτε βάθος οὔτε τις κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν» (῾Ρωμ. 8,31-39). Μάλιστα. Τίποτα δὲ μᾶς χωρίζει ἀπ’ τὸ Χριστό, εἶνε ὁ δεσμός μας μαζί του ἄρρηκτος.

Ὅσοι λοιπόν, ἀγαπητοί μου, εἶστε συνδεδεμένοι μὲ τὸ Χριστό, ὅ,τι καὶ ἂν συμβῇ, νὰ χαί­ρετε καὶ νὰ ἀγάλλεσθε· διότι «τοῖς ἀγαπῶ­σι τὸν Θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν». Ἡ θεία πρόνοια κι ἀπ’ τὸ πικρὸ βγάζει γλυκύ. «Ἀπὸ ἀγκάθι βγαίνει ῥόδο» κι ἀπὸ τὴν κοπριὰ βγαίνει κρίνο καὶ τριαντάφυλλο. Κοπριὰ εἶνε τὰ ἁμαρτήματά μας καὶ ἡ ἀθλιότης μας. Τὰ γνωρίζει ὁ Κύριος· καὶ μέσα ἀπὸ τὴν ἀθλιότητά μας καὶ μέσα ἀπὸ τὴν ἁμαρτία μας καὶ μέσα ἀπὸ τὰ σφάλματά μας καὶ τὶς περιπέτειές μας, μπορεῖ νὰ βγάλῃ κρίνα καὶ τριαντάφυλλα, ὀμορφιὰ ἀρετῆς καὶ εὐωδία ἁγιασμοῦ.

Μυστήρια κατεργάζεται ὁ Θεός. Πιστεύεις; Θὰ δῇς θαύματα στὴ ζωή σου Ὅπου ὁ διάβολος κλείνει μιὰ πόρτα, ἐ­κεῖ ἀνοίγει ἄλλη ὁ Θεός. Γι’ αὐτὸ νὰ εἴ­μεθα αἰσιόδοξοι ἐν Χριστῷ· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦ­τε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.


† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναό του Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης 15-6-1987)

Τοῦ ἁγίου Αὐγουστίνου ἐπισκόπου Ιππῶνος
15 Ἰουνίου

Η ΑΛΧΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ