Σελίδες

Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2017

Κυριακή ΙΖ΄ Ματθαίου της Χαναναίας. Τι έγινε το σώμα μας

Τι έγινε το σώμα μας
«Ὑμεῖς ναὸς Θεοῦ ἐστε ζῶντος» (Β΄ Κορ. 6,16)
Κυριακή ΙΖ΄ Ματθαίου 15, 21 - 28 της Χαναναίας.
Χαίρω, ἀγαπητοί μου, ποὺ βρίσκομαι σήμερα ἐδῶ, σὲ μιὰ ὡραία ἐκκλησία ποὺ ἔχτισε ἡ εὐσέβειά σας. Καὶ δὲν εἶνε μόνο αὐτή· κι ἄλ­λες ἐκκλησίες ἔχουν χτίσει οἱ πιστοί, στὶς πό­λεις καὶ στὰ χωριά. Στὴν Πρέσπα π.χ., σ᾽ ἕ­να πο­λὺ μικρὸ χωριό, ποὺ ἔχει μόνο 15 κατοίκους, οἱ φτωχοὶ αὐτοὶ ἔχτισαν μιὰ ὡραία ἐκ­κλησία ἐπ᾿ ὀνόματι τῶν Ἁγίων Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου.

Ποιοί χτίζουν τὶς ἐκκλησίες, οἱ πλούσιοι; Αὐτοὶ δὲ δίνουν. Ποιοί δίνουν; Ἂς ἔχῃ δόξα ὁ Θεός· ὁ λαός μας, ὁ φτωχὸς λαός· οἱ ἀγρότες, οἱ βοσκοί, οἱ ἐργάτες, αὐτοὶ χτίζουν τὶς ἐκ­κλη­σίες· καὶ δίνουν ἑκατομμύρια.
Διότι εἶνε ἀναγ­καῖες οἱ ἐκ­κλησίες. Ὅπως μα­ζεύονται στὸ σχολεῖο οἱ μα­θηταὶ καὶ στὸ στρα­τῶνα οἱ στρατιῶτες, ἔτσι στὴν ἐκκλησία ἔρ­χονται οἱ πιστοί· εἶνε σχολεῖο ὅπου ἀκούγον­ται τὰ ὡραιότερα μαθήματα, εἶνε στρατώνας καὶ στρατόπεδο ὅπου ἐκπαιδεύονται οἱ στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ· εἶνε καὶ λιμάνι τοῦ Θεοῦ, ὅπου ἀράζουν τὰ ταλαιπωρημέ­να καρά­βια. Ἔ­χει μεγάλη ἀποστολὴ ἡ Ἐκκλησία.
Ἀλλὰ τώρα τελευταῖα τί ἀκούγεται; Ἦταν προφητευμένο ὅτι θὰ ἔρθῃ ὁ ἀντίχριστος καὶ φαίνεται ὅτι βρισκόμαστε σὲ παραμονὲς τῆς ἐμφανίσεώς του. Ὁ ἀντίχριστος εἶνε ἐκεῖ­νος ποὺ θὰ πολεμήσῃ τὴν Ἐκκλησία· σύνθημά του θὰ εἶνε «γκρεμίστε τὶς ἐκκλησίες!». Ἄρχι­σαν λοιπὸν τώρα ν᾽ ἀκούγωνται τέτοιες βρα­χνὲς φω­νές. Φωνάζουν. Ποῦ; Σὲ νηπιαγωγεῖα δάσκα­λοι, σὲ σχολεῖα καθηγη­ταί, παντοῦ. Πρώτη φο­ρὰ ἀκούγονται τέτοια λόγια. Εἶνε φωνὲς τοῦ διαβόλου, ποὺ ἔρ­χον­ται μέσ᾽ ἀπὸ τὴν κόλασι. Καὶ τί λένε· Δὲν θέλουμε ἐκκλησίες πλέον!…
Στὴ Φλώρινα ἕνας ἀπ᾽ αὐτοὺς περνοῦσε ἀ­πὸ τὴν ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος τὴν ὥρα ποὺ χτυποῦσε γλυκὰ ἡ καμπάνα· κι αὐ­τὸς ἀκούγοντας τὴν καμπάνα βλαστήμησε. Νὰ δοῦμε, λέει, πόσο καιρὸ θὰ χτυπᾶνε ἀκόμα καμπάνες! Δὲ θά ᾿ρθοῦν ἔτσι τὰ πράγμα­τα νὰ γκρεμίσουμε τὶς ἐκκλησιές, θὰ σφάξου­με τοὺς παπᾶδες!… Μὴ σᾶς φανῇ παράξενο· μπορεῖ νὰ συμβῇ κάτι τέτοιο, ἂν τὸ παραχωρή­σῃ ὁ Θεός. Στὴν Ἀλβανία ὑπῆρχαν χίλιες ἐκ­κλησίες. Ἡ Βόρειος Ἤπειρος εἶχε ὡραῖες ἐκ­κλησίες χτισμένες μὲ τὸν κόπο καὶ τὸν ἱδρῶ­τα τῶν ἀδελφῶν μας. Καὶ ἦρθαν χρόνια, ὅταν κυ­βερνοῦσε ὁ Ἐμβὲρ Χότζα (1908-1985), ποὺ οἱ καμπάνες σταμάτησαν νὰ χτυποῦν κ᾽ οἱ ἐκ­κλησίες ἔκλεισαν ἢ ἔγιναν καφενεῖα, ἑστιατό­ρια, ἀ­ποθῆκες τροφίμων καὶ κινηματογράφοι, γιατὶ ἐκεῖ βασίλευε ἡ ἄθεη δικτατορία.
Καὶ στὴν Ἑλλάδα, ὅπως εἴπαμε, ἀ­κούγον­ται τέτοιες φωνές, κάτω ἡ θρησκεία – ζήτω ἡ ἀ­θεΐα. Ἀλλὰ στὴν πατρίδα μας τὸ βλέπω δύσ­κολο νὰ ἐπιτύχουν τὸ σχέδιό τους. Γιατὶ ἐ­δῶ δὲν εἶνε Ἀλβανία οὔτε Ῥωσία. Στὴ ῾Ρω­σία τὶς ἐκκλησίες τὶς ἔχτιζαν τσάροι, μεγάλοι πλού­σιοι, καὶ τὶς ἔντυναν μὲ ἀσήμι καὶ χρυσάφι· ἐ­δῶ δὲν ἔχουμε τσάρους, ἔχουμε φτωχὸ λαό. Κατὰ κανόνα αὐ­τοὶ ποὺ ἔχουν καράβια στὴ θάλασσα καὶ ἐρ­γοστάσια στὴ στε­ριὰ δὲν χτίζουν ἐκ­κλησίες· ὁ φτωχὸς λαός, αὐτὸς χτίζει τὶς ἐκ­κλησί­ες τοῦ Θεοῦ. Γι᾽ αὐτὸ μοῦ φαίνεται δύσ­κολο νὰ ξερριζωθῇ ἡ πίστι. Ἔχει ῥίζες βαθειὲς στὴν καρδιὰ τοῦ λαοῦ μας. Κ᾽ ἕνα δέν­τρο – ἕνα πλατάνι, μὲ ῥίζες βαθειὰ στὸ χῶμα, δὲν μποροῦν νὰ τὸ ξερριζώ­σουν ἄ­νεμοι καὶ θύελλες· ἀντέχει. Ἔτσι καὶ ἡ πίστι μας. Γιατὶ δὲν εἶνε κάτι ἐπίκτητο στὸν ἄνθρωπο, εἶνε κάτι φυσικό.
Νὰ τὸ πῶ κάπως ἐπιστημονικά; ἡ θρησκεία μας εἶνε ἔμφυτη. Τί θὰ πῇ ἔμφυτη; Θὰ τὸ ἐξηγήσω μ᾽ ἕνα παράδειγμα. Εἶνε ὅπως τὸ ὅτι ἀ­γα­πᾷ ἡ μάνα τὸ παιδί· αὐτὸ τὸ ἔχει ἀπὸ τὴ φύ­σι της. Δὲν τὸ διδάχθηκε ἀπὸ κανένα, δὲν πῆ­γε σὲ κάποιο σχολεῖο νὰ τὴ διδάξουν ὅτι πρέπει ν᾽ ἀγαπᾷ τὸ παιδί· ἡ μητρικὴ ἀγάπη εἶ­νε ἔμ­φυτη. Κάθε μάνα τὴν αἰσθάνεται. Καὶ προ­τιμᾷ νὰ πεθάνῃ παρὰ νὰ ἐγκαταλείψῃ τὸ παιδί της. Καὶ χίλιες κ᾽ ἕνα ἑκατομμύριο διατα­γὲς νὰ βγοῦν καὶ νὰ διατάζουν νὰ πάψουν οἱ μανάδες ν᾽ ἀγαποῦν τὰ παιδιά τους, αὐτὲς δὲν θὰ πειθαρχήσουν. Ἡ μητρικὴ ἀγάπη πηγάζει μόνη της ἀπ᾽ τὴν καρδιά, εἶ­νε κάτι φυσικό, κι ὅ,τι εἶνε φυσικὸ δὲν ξερριζώνεται. Ἔτσι λοιπὸν εἶνε καὶ ἡ θρησκεία μας· καμμιά, ἀπολύτως καμμιά διαταγὴ στὸν κόσμο δὲν θὰ μπορέσῃ νὰ ξερριζώσῃ ἀπ᾿ τὶς καρδιὲς τῶν Χριστιανῶν τὴ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ. Μένει καὶ θὰ μένῃ, εἰς πεῖσμα τῶν δαι­μό­νων, εἰς πεῖσμα τῶν ἀθέων καὶ ἀπίστων. Καμμιά σατανικὴ δύναμις δὲν θὰ μπορέσῃ νὰ βγάλῃ ἀπὸ τὰ σπλάχνα τῆς ἀν­θρωπότητος τὴ δίψα γιὰ τὸν ἀληθινὸ Θεό.
Κι ἂν ὑποθέσουμε ὅτι γίνεται μιὰ τέτοια ἀ­πόπειρα κι ὅτι ἐπικρατεῖ ἀπιστία καὶ ἀθεΐα καὶ κλείνουν οἱ ἐκκλησιές; Ἀπατῶνται οἱ δι­ῶ­κτες τῆς Ἐκκλησίας ἂν νομίζουν ὅτι ἔτσι θὰ σβήσῃ ἡ πίστι μας. Μποροῦν νὰ κλείσουν τὶς ἐκ­κλησί­ες· ἔτσι ἔγινε στὴν Ἀλβανία, ἀλλὰ οἱ Χριστια­νοὶ μαζεύονταν ἐκεῖ κρυφὰ τὴ νύχτα σὲ σπίτια καὶ κατακόμβες καὶ προσεύχον­ταν μὲ δάκρυα.
Καὶ ἂν κλείσουν καὶ τὶς κατακόμβες; Οὔ­τε καὶ τότε ἡ θρησκεία μας θὰ ἐκλείψῃ. Δι­ότι καὶ πάλι θὰ ὑπάρχῃ γιὰ τοὺς πιστοὺς μιὰ ἄλλη ἐκ­κλησία, ποὺ δὲ μπορεῖ νὰ τὴ γκρεμί­σῃ καν­είς, ἀ­πολύτως κανείς. Ποιά εἶνε ἡ ἐκ­κλησία αὐτή; Ὁ οὐ­ρανὸς μὲ τ᾽ ἀστέρια του! Τί εἶνε κι ὁ μεγα­λύ­τερος πολυέλεος τοῦ πιὸ εὐ­ρύχωρου ναοῦ συγκρινόμενος μ᾽ αὐτὸ τὸν πολυ­­έλεο τοῦ ναοῦ τοῦ σύμπαντος ποὺ κρέμασε ὁ Θεὸς πάνω ἀπ᾽ τὰ κεφάλια μας; Αὐτὸς ἔχει ὄ­χι εἰκοσι­πέν­τε ἢ πενήντα κεριά, ἀλλὰ ἑκατομμύρια καὶ δισ­εκατομμύρια ἄστρα ποὺ λάμπουν στὸ στερέωμα. Σ᾽ αὐτὸ τὸ ναὸ «οἱ οὐρανοὶ διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ» (Ψαλμ. 18,2)· ποιός μπορεῖ νὰ ἐμποδί­σῃ τὴ λατρεία αὐτή; Θὰ εἶνε ἄφρων ὅποιος νομίσῃ ὅτι μπορεῖ νὰ καταλύσῃ αὐτὸ τὸ ναὸ καὶ νὰ σταματήσῃ τη λατρεία τοῦ Δημιουργοῦ.
Κι οὔτε ἐδῶ σταματᾷ ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ. Ὑπάρχει, πάνω ἀπὸ τὸν ὁρατὸ αὐτὸ ναὸ τοῦ ὑλικοῦ σύμπαντος, κ᾽ ἕνας ἀόρατος ναός. Ποῦ; Στὰ οὐράνια δώματα, ἐκεῖ ποὺ εἶνε ὁ θρό­νος τοῦ Κυρίου, ἐκεῖ ποὺ λατρεύεται ἡ ἁγία Τριὰς ἀπὸ τοὺς ἁγίους ἀγγέλους καὶ ἀρχαγγέλους.
Ἐὰν ὅμως, ἀγαπητοί μου, τὰ οὐράνια δώμα­τα εἶνε ὁ τελευταῖος καὶ ὑπέρτατος ναός, ὅ­που ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ φθάνει στὸ ἀποκορύ­φωμά της, γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· ἐδῶ στὴ γῆ ποιός εἶνε ὁ πρῶτος καὶ βασικὸς ναὸς ἀπὸ τὸν ὁποῖον ἀρχίζει ἡ θεάρεστη αὐτὴ λατρεία; Σ᾽ αὐτὸ ἀπαντᾷ ὁ σημερινὸς ἀπόστολος. Πέρα, λέει, ἀπὸ τὶς ἐκκλησιὲς αὐτές, ποὺ χτίζον­ται μὲ πέτρες καὶ κεραμίδια, ὑπάρχει μιὰ ἄλ­λη ὑπέροχη ἐκκλησία, μυστικὴ ἐκκλησία· καὶ αὐτὴ εἶνε ὁ ἄνθρωπος. «Ὑμεῖς», λέει ὁ ἀπόστο­λος Παῦλος, «ναὸς Θεοῦ ἐστε ζῶντος», σεῖς εἶ­στε ναὸς τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ (Β΄ Κορ. 6,16). Ὁ καθέ­νας ἄνθρωπος δηλαδὴ εἶνε ναός. Πῶς εἶνε ναός;
Κατὰ τοὺς ἁγίους πατέρας ὁ Χριστιανὸς γίνεται ναὸς ὅταν διατηρῇ στὴν καρδιά του τὴ μνήμη τοῦ Θεοῦ καὶ προσεύχεται σ᾽ αὐτόν, ὅ­ταν στὰ ἱερὰ ἄδυτα τῆς ὑπάρξεώς του ―σὰν σὲ ἅγιο βῆμα― λατρεύῃ τὴν ἁγία Τριάδα, ὅταν ἡ φωνὴ τῆς ψυχῆς του ὑμνῇ τὸν Κύριο νοερῶς.
Ἀπὸ τὴν ὥρα τοῦ βαπτίσματος ὅλος ὁ ἄν­θρωπος, ψυχὴ καὶ σῶμα, γίνεται ναός, μέσα στὸν ὁποῖο κατοικεῖ ὁ Κύριος. Ὅλη ἡ ὕπαρξί μας ἀ­νήκει σ᾽ αὐτόν. Γι᾽ αὐτὸ καὶ τὸ σῶμα πρέπει νὰ εἶνε καθαρὸ ὅπως μιὰ ἐκκλησία. Λένε μερικοὶ ἀνόητοι· Δικό μου εἶνε τὸ κορμί, ὅ,τι θέλω τὸ κάνω. Ποιός σοῦ τό ᾽πε; ἔχεις λάθος. Δὲν ξέρετε, λέει ἀλλοῦ ὁ ἀπόστολος Παῦ­λος, ὅτι τὸ σῶμα σας εἶνε ναὸς τοῦ ἁγίου Πνεύμα­τος, τὸ ὁποῖο λάβατε ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ κατοικεῖ μέσα σας, κι ὅτι «οὐκ ἐστὲ ἑ­αυτῶν», ὅτι δὲν ἀνήκε­τε στὸν ἑαυτό σας; (Α΄ Κορ. 6,19). Τὸ κορμὶ σοῦ τό ᾿δωσε ὁ Θεὸς ὄχι γιὰ ν᾽ ἁ­μαρτάνῃς μ᾽ αὐτὸ ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐκτελῇς τὶς ἐν­τολές του. Σοῦ ᾽δ­ωσε τὰ χέρια, νὰ κάνῃς τὸ σταυρό σου, νὰ βο­ηθᾷς τὸν ἄλλο, νὰ ἐλεῇς. Σοῦ ᾽δωσε τὰ πόδια, νὰ τρέχῃς στὸ καλό. Σοῦ ᾽δωσε τὰ μάτια νὰ βλέπῃς τὰ δημιουργήματα καὶ νὰ πιστεύῃς. Σοῦ ᾽δωσε τ᾽ αὐτιὰ ν᾽ ἀκοῦς τὰ πουλιὰ καὶ νὰ τὸν δοξάζῃς. Σοῦ ᾽δωσε τὸ μυαλὸ νὰ τὸν στοχάζεσαι. Σοῦ ᾽δωσε τὴν καρδιὰ γιὰ νὰ τὸν ἀ­γαπᾷς. Λοιπὸν εἶσαι ναός. Κι ὅπως μέσα στὸ ναὸ δὲν γίνονται ἀπρέπειες, ἔτσι κ᾽ ἐδῶ. Ὅ­πως στὴν ἐκκλησία δὲν τολμάει κανεὶς νὰ δι­απράξῃ ἀσχημίες, ἔτσι δὲν πρέπει καὶ στὴν σωματικὴ καὶ ψυχικὴ ὕπαρξί μας νὰ γίνεται τίποτε τὸ ἄσχημο καὶ ἄτακτο.
Γιὰ νὰ γίνεται αὐτό, οἱ πατέ­ρες συνιστοῦν νὰ φρουροῦμε τὶς πέντε αἰσθή­σεις, ποὺ εἶνε τρόπον τινὰ τὰ παράθυρά του. Ὅπως ὁ ναὸς τῆς παλαιᾶς διαθήκης στὰ Ἰεροσόλυμα εἶχε δικτυωτὲς θυρίδες (Ἰεζ. 41,16), παράθυρα μὲ σίτες γιὰ νὰ μὴ μπαίνουν ζωΰφια, ἔτσι ὁ Χριστιανὸς πρέπει νὰ ἔχῃ στὶς αἰσθήσεις του ἀντὶ γιὰ σίτες τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ, τὴ μνήμη τῆς κρίσεως καὶ τῆς κολάσεως, καὶ ἔτσι νὰ διατηρῇ τὴ θεία χάρι.
Χαίρω, ἀγαπητοί μου, διότι βρίσκομαι στὸ ναό σας καὶ διότι ἐκ­κλησιάζεσθε. Εὔχομαι, ὁ Θεὸς νὰ σᾶς εὐλογῇ ὅλους, τὰ παιδιά, τὶς γυναῖ­κες, τὰ χωράφια, ὅλα τὰ ὡραῖα ἔργα σας, καὶ νὰ σᾶς ἀξιώσῃ τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν.
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Νικολάλου Ἀμμοχωρίου – Φλωρίνης τὴν 5-2-1984

Κλικ στις ιστοσελίδες μας: Αρμενιστής, Εμείς και η Κοινωνία μας, Γιάννης Αργυρός Σαντορίνη